Η Suzuki παρουσίασε τρία νέα μοντέλα στα πλαίσια της Intermot της Κολονίας. Πρόκειται για τα δύο νέα GSX-R 750/600 και για το ολοκαίνουργιο GSR 750.
Το GSX-R 600 εντυπωσιάζει αρχικά με τα εννέα ολόκληρα κιλά που έχει απολέσει σε σχέση με τον προκάτοχό του, χάρη στο καινούργιο πλαίσιο, το οποίο δίνει 15 χιλιοστά μικρότερο μεταξόνιο., ενώ διαθέτει και το Big Piston πιρούνι της Showa. Η τεχνολογία που έχει δανειστεί από τα MotoGP σε ότι αφορά την κατασκευή των εμβόλων, το προφίλ των εκκεντροφόρων και τη γωνία των βαλβίδων, έχει αναβαθμίσει τα επίπεδα της απόδοσης, σε συνδυασμό με τις πιο κοντές σχέσεις των ταχυτήτων.
Το GSX-R 750 διαθέτει τις ίδιες αλλαγές στο πλαίσιο, ενώ και στις δύο μοτοσυκλέτες τοποθετήθηκαν για πρώτη φορά οι ακτινικές, μονομπλόκ δαγκάνες της Brembo, ανεβάζοντας ακόμη πιο ψηλά τόσο τα ποιοτικά στάνταρ, όσο και τις επιδόσεις των δύο μοτοσυκλετών.
Αυτό όμως που έκλεψε την παράσταση στο περίπτερο της Suzuki ήταν το GSR 750, που στοχεύει σε μια ακόμη πιο δυναμική παρουσία της εταιρείας στην διαρκώς εξελισσόμενη κατηγορία των naked μοτοσυκλετών. Σε ότι αφορά τον σχεδιασμό του, ακολουθεί τη κατασκευαστική φιλοσοφία του μικρότερου αδερφού, με έντονες γραμμές και γωνίες απ' άκρη σ' άκρη. Ο κινητήρας του προέρχεται από το GSX-R 750, με τις κατάλληλες ρυθμίσεις φυσικά, ώστε να ταιριάζει η απόδοσή του με το χαρακτήρα του streetfighter. Αυτό μεταφράζεται σε διαφορετικό προφίλ εκκεντροφόρων, διαφορετικούς αυλούς εισαγωγής και εξαγωγής, αλλά και διαφορετικό λόγο συμπίεσης με στόχο την πλούσια παροχή ροπής σε όλο το φάσμα των στροφών.
EICMA: Norton Manx, Manx R, Atlas και Atlas GT 2026 - Νέα αρχή TVS, αμφιλεγόμενη αισθητική
Η Norton παρουσίασε στην EICMA τη νέα γενιά μοτοσυκλετών της, υπό την καθοδήγηση της ιδιοκτήτριας TVS, όμως η πρώτη εικόνα ήταν έως και σοκαριστική, με generic σχέδια που δεν έχουν καμία σχέση με το παρελθόν της εταιρείας, και με μια περίεργη εμμονή στο γκρι χρώμα...
Η βρετανική εταιρεία που έχει πλέον εξαγοραστεί από την ινδική TVS παρουσίασε την πρώτη γενιά μοτοσυκλετών της με τέσσερα μοντέλα. Την Superbike Manx R βασισμένη στην παρακαταθήκη της προηγούμενης διοίκησης, το προηγούμενο μοντέλο V4SV με τον V4 κινητήρα, 72 μοιρών και 1200 cc με όριο περιστροφής τις 11.500 rpm, με απόδοση 206 ίππους και πάνω από 13 κιλά ροπής. Ακολουθεί μια γυμνωμένη streetfighter εκδοχή της, η Manx, μια νέα δικύλινδρη On-Off μεσαίου κυβισμού με ακτινωτούς τροχούς 19/17 που θα λειτουργήσει σαν πιο entry πρόταση της εταιρείας, επαναφέροντας το όνομα Atlas και τέλος μια πιο ασφάλτινη εκδοχή της με χυτούς τροχούς 17/17 και το όνομα Atlas GT.

H στρατηγική της εταιρείας να διαφημίζει την αναγέννηση της με σειρά teaser και να επιβεβαιώνει την έλευση των τεσσάρων μοντέλων της χωρίς να έχουμε δει κάτι ολοκληρωμένο δημιούργησε προσδοκίες στις οποίες η γκάμα μοιάζει τουλάχιστον να μην ανταποκρίνεται καθώς οι σιλουέτες μοιάζουν ουδέτερες, σαν να προέρχονται από κάποιο no brand εργοστάσιο της Κίνας και με το γκρι χρώμα που επιλέχθηκε να ντύσει και τις τέσσερις να μην τις κολακεύει ιδιαιτέρως.

Οι πρώτες εκδόσεις των Manx R και Manx είναι περιορισμένες σε μόλις 150 αριθμημένα αντίτυπα για έκαστη και παρά την άχρωμη εμφάνιση τους, διαθέτουν εντυπωσιακά χαρακτηριστικά με carbon fiber κοστούμια και τροχούς, εξαρτήματα από billet αλουμίνιο, ολόσωμο σύστημα εξάτμισης τιτανίου από την Akrapovic και ημιενεργητικές αναρτήσεις, εξελιγμένες σε συνεργασία με την Marzzochi που προσαρμόζονται σε πραγματικό χρόνο στις οδηγικές συνθήκες και την ταχύτητα κίνησης, ενώ τα φρένα είναι από την κορυφαία σειρά της Brembo, Hypure.

Με keyless σύστημα και TFT οθόνη αφής 8“ δίνει πρόσβαση στη επιλογή μεταξύ έτοιμων και προσαρμόσιμων riding modes με τη βοήθεια προηγμένων ηλεκτρονικών όπως cornering ABS, engine braking, traction, wheelie και slide control ενώ υπάρχει και συνδεσιμότητα μέσω Bluetooth και WiFi για έλεγχο πολυμέσων και κλήσεων.

Τα On-Off μοντέλα Atlas και Atlas GT χρησιμοποιούν έναν υγρόψυκτο τετράχρονο δικύλινδρο σε σειρά κινητήρα 585cc, με κομβία στροφάλου στις 270 μοίρες και δύο αντλίες λαδιού. O κινητήρας χρησιμοποιείται σαν ενεργό μέλος του πλαισίου ατσάλινου χωροδικτυώματος.

Πλούσια και στα ηλεκτρονικά τα δύο Atlas με την TFT οθόνη αφής 8“ να προσφέρει την απαραίτητη πληροφόρηση και συνδεσιμότητα για πλοήγηση, επικοινωνία, και πολυμέσα αλλά και επιλογή μεταξύ riding modes ενώ παρούσα είναι και μια θύρα φόρτισης USB-C. Η ηλεκτρονική μονάδα IMU 6 αξόνων που συνεργάζεται με τα ABS, traction, slide, launch και wheelie control, ενώ διαθέτει και hill hold assist για υποβοήθηση στα ξεκινήματα σε ανηφόρα. Και εδώ είναι παρόν το keyless σύστημα μαζί με τις ανέσεις των θερμαινόμενων grips και σέλας αλλά και την παρουσία quickshifter. Yπάρχει επίσης αναφορά και για Cornering Cruise Control στο site της εταιρείας που εάν δεν πρόκειται περί λάθους, θα είναι κάτι πρωτόγνωρο σε μοτοσυκλέτα.

Ο Simon Skinner, επικεφαλής του σχεδιαστικού τμήματος της Norton από το μακρινό 2013 ήταν υπεύθυνος για την επιστροφή της θρυλικής Commando, αποσπώντας θετικά σχόλια, ως συνεχιστής ενός εμβληματικού ονόματος για την εταιρεία, ένα από τα μοντέλα που δυστυχώς έκοψε από την παραγωγή η νέα διοίκηση.

Η γκάμα του 2026 που είδαμε, δυστυχώς χάνει κατά κράτος τις εντυπώσεις σε σχεδιαστικό επίπεδο, σε σύγκριση με την παλαιότερη γενιά μοντέλων η οποία είχε όμορφο και μοναδικό σχεδιασμό. Σημειώνουμε πάντως τα πάμπολλα και δυσεπίλυτα τεχνικά προβλήματα που ταλάνιζαν την προηγούμενη γενιά μοντέλων της Norton, προβλήματα που η TVS φιλοδοξεί να αφήσει πίσω της μια και καλή στη νέα αυτή γενιά μοτοσυκλετών.