Kawasaki ZH2 SE 2021: Η κορυφαία έκδοση του γυμνού τέρατος
Περισσότερη άνεση και τεχνολογία
Από τον
Μπάμπη Μέντη
23/11/2020
Η έκδοση SE ZH2 έρχεται να ολοκληρώσει την Hi-End αύρα που εκπέμπουν οι υπερτροφοδοτούμενες μοτοσυκλέτες της Kawasaki. Στην πραγματικότητα απευθύνεται σε όσους δεν τους αρκεί η πρωτόγνωρη ροπή του τετρακύλινδρου εν σειρά supercharger και θέλουν τις καλύτερες αναρτήσεις, τα καλύτερα φρένα και τις περισσότερες ανέσεις που υπάρχουν στη βιομηχανία μοτοσυκλετών αυτή τη στιγμή.
Έτσι οι συμβατικές αντικαταστάθηκαν με τις ημί-ενεργητικές Sky-Hook της Showa με προγράμματα λειτουργίας, τα φρένα απέκτησαν τις κορυφαίες αγωνιστικές δαγκάνες Stylema της Brembo και αντίστοιχων προδιαγραφών τρόμπα. Στον εξοπλισμό άνεσης προστέθηκε το cruise control, το quick-shifter Up/Down που ενεργοποιείται μετά τα 2.500 στροφές και σύνδεση Bluetooth, όπου μέσω του αναβαθμισμένου App Rideology της Kawasaki ο αναβάτης έχει πρόσβαση από το smartphone του σε δεκάδες πληροφορίες και δυνατότητες ρυθμίσεων και χειρισμού των ηλεκτρονικών της μοτοσυκλέτας του.
Νέο entry-level μοντέλο με δικύλινδρο σε σειρά, βασισμένο στην Aprilia RS457
Από τον
Φίλιππο Σταυριδόπουλο
1/8/2025
Η Moto Guzzi ετοιμάζει το μεγαλύτερο τεχνολογικό άλμα εκτός παράδοσης εδώ και δεκαετίες. Αντί για τον κλασικό εγκάρσια τοποθετημένο V2, η νέα της μικρή μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιεί δικύλινδρο σε σειρά 457 κ.εκ., προερχόμενο από την Aprilia, με στόχο την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα την Ασιατική
Το καλοκαίρι του 2023 η Aprilia παρουσίασε την RS457, εξοπλισμένη με νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Το μοτέρ αυτό γρήγορα έγινε η βάση για ολόκληρη οικογένεια μοντέλων, την RS457, την Tuono 457 και σύντομα την Tuareg 457. Όλα παράγονται στο εργοστάσιο της Piaggio στην Ινδία, διασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος και άμεση πρόσβαση σε αναδυόμενες αγορές.
Η Moto Guzzi, μέλος του ίδιου ομίλου (Piaggio) από το 2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τον κινητήρα, φέρνοντας για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν έναν αιώνα έναν δικύλινδρο σε σειρά σε μοντέλο παραγωγής της. Αν και η Guzzi είχε φτιάξει εν σειρά κινητήρες τη δεκαετία του ’30, αυτοί περιορίζονταν σε αγωνιστικές εφαρμογές. Από το 1967 και μετά, η εταιρική ταυτότητα της, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2. Η εισαγωγή της υδρόψυξης με το V100 Mandello ήταν ήδη μεγάλο βήμα αλλά η εγκατάλειψη του V2 αποτελεί πραγματική επανάσταση.
Η νέα naked της Guzzi θα μοιράζεται τον κινητήρα και ορισμένα περιφερειακά με την Tuono 457, αλλά θα έχει ολοκληρωτικά δική της αρχιτεκτονική στηριζόμενη σε σωληνωτό ατσάλινο πλαίσιο αντί για αλουμινίου, με στόχο να προσδώσει διαφορετική γεωμετρία αναβάτη για μια πιο άνετη θέση οδήγησης αλλά και μια μια πιο παραδοσιακή σχεδίαση ρεζερβουάρ και φωτιστικών σωμάτων.
Η κατηγορία 350-500 κ.εκ. αναπτύσσεται ραγδαία, ιδιαίτερα στην Ασία. Για μικρές εταιρείες όπως η Guzzi (15.000 μονάδες ετησίως), η διείσδυση σε αυτές τις αγορές είναι ζήτημα επιβίωσης. Η παραγωγή στην Ινδία, όπως ήδη γίνεται με την Aprilia, ανοίγει τον δρόμο για οικονομικά προσιτά μοντέλα που θα μπορούν να πωλούνται τόσο σε Ασία όσο και σε Ευρώπη.
Παράλληλα, η Moto Guzzi ακολουθεί το παράδειγμα άλλων κατασκευαστών: KTM- Bajaj, Triumph-Bajaj και εργοστάσια στην Ταϊλάνδη, BMW-TVS. Όλοι προσαρμόζουν την παραγωγή τους σε μικρότερες και πιο οικονομικές μοτοσυκλέτες για να κερδίσουν μερίδιο αγοράς σε χώρες με εκρηκτική ζήτηση.
Αν και είχε ακουστεί ότι η Guzzi θα επαναφέρει το όνομα “Eldorado”, αυτό φαίνεται απίθανο, καθώς ιστορικά αφορούσε μεγάλες cruiser. Μια πιο ταιριαστή επιλογή θα ήταν ίσως το “Airone”, το πρώτο μεταπολεμικό Guzzi μαζικής παραγωγής που έφερε την ελευθερία ταξιδιού σε χιλιάδες αναβάτες, ακριβώς όπως στοχεύει να κάνει και η νέα, μικρή Moto Guzzi.