Ταξίδι με Scrambler Full Throttle

Με το δικύλινδρο της Ducati στην Πελλοπόνησο
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

21/7/2017

Του Μάκη Παπαδημητρίου*

Φωτό: Του ιδίου

 

Χρονομηχανή

 

“Λάζαρε, γεια, Μάκης εδώ, παίζει να βρούμε κανένα μοτόρι για λίγες μέρες; Πούλησα την πάπια και δεν έχω τίποτα για το Πάσχα…”. Μερικές μέρες μετά ένα Scrambler Full Throttle βρισκόταν κάτω από τα πόδια μου κι εγώ ένιωθα μαλάκας που δεν ζήτησα από τον νονό μου -το Λάζαρο- να μου κάνει δώρο ένα τέτοιο για τις γιορτές “…ορίστε και το κλειδί, τα χαρτιά είναι κάτω από τη σέλα, καλό δρόμο” μου είπε ο καλός κύριος στην αντιπροσωπεία. Έβαλα το κλειδί στον διακόπτη, πάτησα τη μίζα κι ο χρόνος γύρισε πίσω δεκαοχτώ χρόνια… ήμουν 24 και δούλευα στο MOTO

 

Τα χέρια έρχονται σε κανονική θέση -αν και το τιμόνι σε σχέση με το Icon είναι χαμηλότερο- και τα μαρσπιέ οδηγούν τα πόδια σε ξεκούραστη γωνία φέρνοντας το σώμα όρθιο, καμαρωτό, να κάθεται αναπαυτικά στη σέλα σε μια ρετροπολεμική στάση. Ο "L" κινητήρας γουργουρίζει ευχάριστα και ο ήχος της Termignoni σε παρακινεί όχι μόνο να ανοίξεις το γκάζι αλλά και να το κλείσεις κιόλας, εκεί κάπου στις 3.0000-4.000 στροφές, αποζημιώνοντάς σε με υπέροχα μπάσα σκασίματα. Τα κεφάλια γυρνούν και κοιτούν κι εγώ δεν ξέρω για που να τραβήξω… κι αυτό είναι τόσο ωραίο.

Hit the road

Είχα δυο επιλογές. Ή βόρεια ή νότια καθώς το νησί προϋποθέτει καράβι και τα καράβια μου γυρίζουν τ' άντερα. Νότια λοιπόν, με συνοπτικές διαδικασίες. Πελλοπόνησος. Ξεκίνησα Μεγάλη Παρασκευή κατά τις 11:00 και μετά τα διόδια της Ελευσίνας είδα την περισσότερη κίνηση που έχω δει ποτέ, 10 χιλιόμετρα ουρά μετά τα διόδια! Ευτυχώς δεν βρέχει σκέφτηκα και… σε λίγο άρχισε να βρέχει. Φυσικά. Η κίνηση ανάμεσα στα αυτοκίνητα πολύ εύκολη, τινάγματα εμπρός, φρένα και πάλι το ίδιο για χιλιόμετρα. Η "ντουντούκα" ακούραστη κι εγώ ξεκούραστος. Ελαφρύς, “μονοδάχτυλος” ο συμπλέκτης, χωρίς μπουκώματα και φτυσίματα η τροφοδοσία, και το μοτέρ από τις 3.000 μέχρι τις 6.000 στροφές γεμάτο και απολαυστικό. Επιτέλους η ουρά εξαφανίζεται κι εγώ ταξιδεύω πια με 130-140 km/h και στρίβω για Επίδαυρο. Τη διαδρομή αυτή -όπως κάθε μοτοσυκλετιστής που σέβεται τον εαυτό του- την έχω κάνει πολλές φορές και με διαφορετικά μηχανάκια. Δεν θυμάμαι να την έχω ευχαριστηθεί περισσότερο. Τα σχεδόν 190 κιλά -με υγρά- της ντουντούκας δεν φαίνονται πουθενά. Στρίβει με ακρίβεια χωρίς να είναι supersport και πάρα τον 18άρη μπροστινό τροχό κρατάει τη γραμμή της και συνεχίζει ακάθεκτη. Στις εξόδους δεν ξηλώνει την άσφαλτο αλλά έχει αρκετό γκάζι για να σε κάνει να χαμογελάς και να νιώθεις ασφάλεια. Ένας δίσκος -ταψί- μπροστά 330 χιλιοστών με ακτινική τετραέμβολη Brembo και κάπου εδώ τελειώνει η φάση φρενάρισμα. Όλα υπό έλεγχο, το ABS δεν μπήκε παρά μόνο μια φορά και μόνο στον πίσω τροχό, όταν ένας κάγκουρας αμαξάτος αποφάσισε ότι προτιμάει περισσότερο το αγγλικό στυλ και παραλίγο να ανταλλάξουμε οχήματα.

Στρίβει με ακρίβεια χωρίς να είναι supersport και πάρα τον 18άρη μπροστινό τροχό κρατάει τη γραμμή της και συνεχίζει ακάθεκτη

Βρίσκομαι Επίδαυρο έχοντας οδηγήσει περίπου μία-μιάμιση ώρα και σταματάω για καφέ. Για 15 λεπτά μόνο. Και πάλι οδήγηση μέχρι το Ναύπλιο, στους Μύλους. Δεν μπορούσα να πίνω καφέ και να κάθομαι να βλέπω ένα τόσο όμορφο μηχανάκι να με κοιτάει σαν να λέει έλα, πάμε. Αλλά πριν, ας πάμε μια βόλτα από το αρχαίο θέατρο… έχω μια ιδέα! Και πήγα, αλλά τζίφος. Δεν με άφησαν. Πρέπει να πάρεις άδεια από την εφορία αρχαιοτήτων για να μπεις στην ορχήστρα του θεάτρου… με μηχανάκι! Τι ύβρις Θεέ μου. Κρίμα, αυτή θα ήταν μια σπουδαία φωτογραφία. Θα έβαζα το Scrambler στη μέση και θα έστηνα τους τουρίστες γύρω γύρω να το χειροκροτούν για την υπέροχη παράσταση που έδωσε στα στροφιλίκια της περιοχής.

Τηλέφωνο στον Δημήτρη για φαγητό στο Ναύπλιο. "Το μηχανάκι αυτό… τι είναι;" μου λέει, και ξεκινάω μια μίνι διάλεξη περί Scrambler -ό,τι θυμόμουν από αυτά που είχαν γραφτεί- και άλλη μια για το αερόψυκτο μοτέρ των 803cc με το desmo για να του κεντρίσω την περιέργεια. Τι είναι αυτό πάλι, μου λέει. Ένα σύστημα που ανεβοκατεβάζει τις βαλβίδες… αλλά δεν τον είδα να ενδιαφέρεται και πολύ για τα τεχνικά και σταμάτησα. "Και πόσα άλογα βγάζει;" "75" λέω, "πολλά έ;", μου λέει… όχι, απαντώ, δεν είναι πολλά, είναι ακριβώς ό,τι πρέπει. Διακοσαρίζει αλλά δεν υπάρχει λόγος. "Και πόσο καίει;" Από 5 έως 6,5 λίτρα στα 100km κι αν το γυρνάς εκεί που δεν υπάρχει λόγος θα περάσει και τα 8. "Και αυτό το όργανο τι δείχνει;" "Τα πάντα", του λέω και η αλήθεια δεν είναι μακριά. Έχει ό,τι μπορεί να χρειαστεί κανείς και φυσικά απενεργοποιούμενο ABS αν είναι να πάρεις τα βουνά και όχι μόνο. Και μετά από αρκετά μου λέει και του λέω και μου ξαναλέει και του ξαναματαλέω, έφυγα για ξεκούραση γιατί την επόμενη θα επισκεπτόμουν έναν άλλο φίλο στον Κάψια, λίγο έξω από την Τρίπολη, πριν το Λεβίδι. Αλλά θα πήγαινα από μια μοναδική διαδρομή… τον Κολοσούρτη.

 

Η αφορμή

Βουνό. Κολοσούρτης, Αχλαδόκαμπος. Ο παλιός δρόμος που ένωνε Άργος και Τρίπολη. Στο κομμάτι των περίπου 12 χιλιομέτρων της ανάβασης με τις απανωτές στροφές έχει καινούρια άσφαλτο και είναι Μεγάλο Σάββατο 10:00 το πρωί. Κίνηση μηδέν. Κυριολεκτικά μηδέν. Η μία στροφή διαδέχεται την άλλη. Δεξιά, φρένα, δευτέρα, στροφή, ωχ χάλασα το παπούτσι μου… έξοδος, τρίτη-τετάρτη, αριστερή, φρένα, δευτέρα… ωχ… τουλάχιστον χάλασα και το άλλο συμμετρικά, έξοδος τρίτη-τετάρτη…φρένα και δευτέρα… συγχαρητήρια στον μονόδρομο συμπλέκτη, και πάει έτσι για κάνα εικοσάλεπτο. Απόλαυση και ασφάλεια. Δεν το άφηνα να σκάει, δεν πέρναγε τις 4.000 με 5.000 και άλλαζα (τι ωραίος ήχος, ειδικά στα κατεβάσματα). Πρωινή συναυλία από δικύλινδρο L, 800 κυβικών συνοδεία δίκανης Termignoni. Δεν μιλάμε όμως για heavy metal, μιλάμε για Μπαχ!

Το μηχανάκι δεν κούνησε πουθενά δεν γλίστρησε πουθενά, τα MT60 RS είναι για βραβείο Oscar. Οδηγείς σβέλτα και με ασφάλεια με μια μοτοσυκλέτα που έχει 75 άλογα και δεν χρειάζεσαι περισσότερα για να απολαύσεις ένα τέτοιο ορεινό στροφιλίκι. Σίγουρα υπάρχουν ένα κάρο μοτοσυκλέτες που στρίβουν και φρενάρουν καλύτερα, έχουν περισσότερα άλογα και ένα σκασμό ηλεκτρονικά, antispin, antiwheelie, anti, anti, anti… λοιπόν, αντί για όλα αυτά το full throttle έχει ουσία. Είναι μια τόσο ισορροπημένη μοτοσυκλέτα που δεν χρειάζεται να είσαι ο Tadayuki Okada -που τον θυμήθηκα αυτόν…- για να την απολαύσεις. Ο δρόμος είναι καμία σαρανταριά χιλιόμετρα αν και το πολύ ενδιαφέρον κομμάτι έρχεται νωρίς, μόλις αρχίσεις να ανεβαίνεις από τους Μύλους.

Θα έβαζα το Scrambler στη μέση και θα έστηνα τους τουρίστες γύρω γύρω να το χειροκροτούν για την υπέροχη παράσταση που έδωσε στα στροφιλίκια της περιοχής

Φτάνω στον Κάψια τόσο χαρούμενος… ένα γρήγορο πρωινό, καφέ με τον Μάκη και βουρ πάλι πίσω στους Μύλους. Πάλι από τον Κολοσούρτη. Χριστέ μου (μέρες που είναι…). Συνειδητοποίησα ότι μπορώ να είμαι συγκεντρωμένος για 20 λεπτά -χωρίς να κάνω καμιά μα καμία άλλη σκέψη- μόνο όταν οδηγώ σε τέτοιες συνθήκες. Μια μοτοσυκλέτα σε ορεινό στροφιλίκι χωρίς κίνηση ένα ηλιόλουστο πρωινό. Ποτέ άλλοτε.

Πίσω λοιπόν, φαγητό, χαλαρή βόλτα στο Ναύπλιο και η ώρα περνάει και περνάει και περνάει, κι έχει νυχτώσει και νυχτώνει κι άλλο κι εγώ στέκομαι παραδίπλα στην παρκαρισμένη ντουντούκα και παρατηρώ πώς τραβάει τα βλέμματα. Πλησίασε ένα νεαρό ζευγάρι και η κοπέλα ενθουσιάστηκε με το καλλίγραμμο ρεζερβουάρ κι άρχισε να τραβάει φωτογραφίες. Και μετά ένα άλλο ζευγάρι και μετά ένα άλλο… και βλέπω ένα τύπο να μιλάει στη γκόμενά του και φαντάζομαι να της λέει: "α, ρε μωρό μου, να είχα ένα τέτοιο να σε πήγαινα μια βόλτα", γιατί αυτό είναι το Scrambler, αφορμή για βόλτα.

Μεγάλο Σάββατο βράδυ. Η ώρα είναι 23:51. Οδηγώ παραλιακά. Δεν έχω όρεξη για Ανάσταση και εκκλησία. Κανείς στο δρόμο. Και σε λίγο, από διάφορες μεριές φαίνονται βεγγαλικά στον αέρα. Ανοίγω το γκάζι μέχρι τις 4.000 και κλείνω. Τα σκασίματα της ντουντούκας είναι τα δικά μου βεγγαλικά!

* Ο Μάκης Παπαδημητρίου είναι ένας από τους πλέον ταλαντούχους ηθοποιούς της νέας… κοπής. Πριν αποφασίσει να ασχοληθεί με την δραματική τέχνη, ο Μάκης φοιτούσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στο τμήμα Φυσικής, αλλά τελικά τον κέρδισε η τέχνη εις βάρος της επιστήμης καθώς αποφοίτησε από την δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Στο ενεργητικό του έχει πολλές επιτυχίες και διακρίσεις στην τηλεόραση, στο θέατρο και στον κινηματογράφο, ενώ το 2009 τιμήθηκε με το βραβείο Χορν. Είναι ένας από τους ταχύτερους στην Ελλάδα στο να λύνει τον κύβο του Rubik, ενώ το σημαντικότερο στοιχείο στο βιογραφικό του (για εμάς τουλάχιστον…) είναι το ότι ανήκε στην συντακτική ομάδα του περιοδικού πριν από 18 χρόνια!

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ταξίδι “Amazonas 2021” – B' Ανταπόκριση

Στο βασίλειο της Αμαζονίας
4/10/2021

Του Κωνσταντίνου Μητσάκη

 

Η αποστειρωμένη Brazilia σε καμία περίπτωση δεν θύμιζε βραζιλιάνικο αστικό κέντρο! Τριγυρνώντας με την μαύρη Honda XRE 300 RALLY στους δρόμους της διοικητικής πρωτεύουσας της Βραζιλίας αντίκρισα με σκεπτικισμό μια πόλη τετραγωνισμένη, βγαλμένη κυριολεκτικά από αρχιτεκτονική μακέτα.

Ήταν μια αναμενόμενη άλλωστε εικόνα, αφού η Brazilia σχεδιάστηκε και ανεγέρθηκε από τους αρχιτέκτονες Lucio Costa και Oscar Niemeyer μέσα σε μόλις 41 μήνες (1956–1960). Έκτοτε, η κυβερνητική “καρδιά” της χώρας κτυπά δυνατά στην Brazilia, η οποία μού συστήθηκε μέσα από τα κυριότερα αξιοθέατα–μνημεία της: την προεδρική κατοικία Planalto Palace, τον Καθεδρικό ναό, το Εθνικό Κοινοβούλιο, το Υπουργείο Εξωτερικών και το ναό Dom Bosco Sanctuary.

Η Brazilia ήταν το τελευταίο μεγάλο αστικό κέντρο της διαδρομής. Στα επόμενα 2.450 χλμ. που χώριζαν την βραζιλιάνικη πρωτεύουσα από την παραποτάμια Santarem (πόλη κτισμένη στις όχθες του Αμαζονίου ποταμού), θα συναντούσα μόνο μικρές πολιτείες και αναρίθμητους γραφικούς οικισμούς. Χρειάστηκα πέντε ημέρες πολύωρης οδήγησης μέχρι να φτάσω στην Santarem και να ανταμώσω τον υδάτινο γίγαντα της Νότιας Αμερικής, ενώ το ταλαίπωρο κορμί μου ανέλαβαν να “κοιμίσουν” οι πόλεις Gurupi, Araguaina, Maraba, Altamira και Ruropolis.

Περίπου 1.000 χλμ. βόρεια της Brazilia, η τροπική βλάστηση ξεκίνησε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο τοπικό οικοσύστημα, η ζέστη και η υγρασία σκαρφάλωναν όλο και πιο ψηλά, η κατάσταση του οδικού άξονα άρχισε να προβληματίζει σοβαρά τις αναρτήσεις της Honda XRE 300 RALLY και οι χωματόδρομοι εμφανίζονται όλο και συχνότερα κάτω από τις ρόδες της μοτοσυκλέτας. Βρισκόμουν πλέον στα γεωγραφικά όρια της Αμαζονίας.

Δυο πράγματα με προβλημάτισαν καθοδόν για την Santarem. Το πρώτο σχετιζόταν με την εκτεταμένη αποψίλωση των τροπικών δασών που αντίκριζα σε όλο το μήκος της διαδρομής. Ήταν ένα θλιβερό θέαμα που αποτελούσε την αδιάψευστη απόδειξη της τεράστιας οικολογικής καταστροφής που επιχειρείται –χρόνια τώρα– στην ευρύτερη περιοχή της Αμαζονίας.

Το δεύτερο είχε να κάνει με τους δυσκολοδιάβατους χωματόδρομους και τα πυκνά σύννεφα σκόνης που κλήθηκα να αντιμετωπίσω, οδηγώντας πάνω στον οδικό άξονα BR 230 /Transamazonica. Ειδικά στην χωμάτινη διαδρομή Altamira – Ruropolis, ήταν σαν να ταξίδευα σ’ ένα απέραντο βασίλειο κόκκινης σκόνης. Κάθε βράδυ, κάτω από τη ντουζιέρα του ξενοδοχείου, ξέπλενα από πάνω μου όλη την σκόνη της Αμαζονίας!

Ήταν το 1661 όταν οι αποικιοκράτες Πορτογάλοι έβαλαν το θεμέλιο λίθο της Santarem. Τριάμισι αιώνες μετά, η παραποτάμια πολιτεία της Αμαζονίας στεγάζει περίπου 300.000 κατοίκους κι έχει εξελιχθεί σ’ ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα του Αμαζονίου ποταμού.

Στην ατμοσφαιρική Santarem, αφού ξαπόστασα για λίγο δίπλα στις καταπράσινες όχθες του Αμαζονίου, συνέχισα κατόπιν το δίτροχο ταξίδι μου μέσω της πλωτής οδού. Με οδικό άξονα τον Αμαζόνιο ποταμό και μέσον μεταφοράς ένα ταχύπλοο σκάφος, έβαλα πλώρη για την παραποτάμια Manaus, την πρωτεύουσα της Αμαζονίας.

Δείτε το gallery με πλούσιο φωτογραφικό υλικό από το ταξίδι!