Tech Tips: Τι λάδια να βάλω στον κινητήρα της μοτοσυκλέτας μου;

Απαντάμε (ξανά) στην ερώτηση-zombie του παγκόσμιου μοτοσυκλετισμού
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

18/10/2018

Υπάρχει μόνο μία σωστή απάντηση στην ερώτηση: Τι λάδια να βάλω στον κινητήρα της μοτοσυκλέτας μου;

Και η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΣΩΣΤΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ είναι: ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙ ΣΤΟ OWNER’S MANUAL ο κατασκευαστής του κινητήρα σου.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΛΑΘΟΣ. ΤΕΛΕΙΑ!

Τότε γιατί κάθε τρεις και λίγο θα εμφανιστεί κάποιος που θα ρωτάει αυτή την ερώτηση ξανά και ξανά εις τους αιώνες των αιώνων, αμήν; Διότι στους ανθρώπους αρέσουν οι θεωρίες συνομωσίας και οι εύκολες και φτηνές λύσεις. Όταν κάποιος ψάχνει στο internet για να βρει μια απάντηση, συνήθως ψάχνει να βρει κάποιον άλλον που να έχει την ίδια άποψη με αυτόν. Του λένε δέκα άνθρωποι ότι πρέπει να βάλει το λάδι που λέει ο σχεδιαστής του κινητήρα του, αλλά αυτός συνεχίζει να αναρωτιέται μέχρι να βρει κάποιον που θα του πει να βάλει το πιο φτηνό ή το λάδι της “αγαπημένης” του μάρκας κ.τ.λ.

Κάτι σαν τους οπαδούς του Κινήματος Της Επίπεδης Γης, των Ψεκασμών και γενικά όλων των “ψαγμένων” θεωριών που κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι γνωρίζουν κάτι παραπάνω από την “Μάζα” των “Προβάτων του Συστήματος”.

Μάλιστα το ερώτημα αυτό είναι σαν τον υιό του AIDS και αλλάζει διαρκώς μορφή, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να το θεραπεύεις. Την μια εμφανίζεται ως: Να βάλω λάδια αυτοκινήτου; Την άλλη ως: Να βάλω συνθετικά; Την παρ’ άλλη: Βρήκα λάδια με 3 ευρώ, κάνουν; Η λίστα δεν τελειώνει ποτέ και η αρρώστια μεταλλάσσεται συνεχώς.   

Επειδή όμως μπορεί να τύχει να αγοράσουμε μια μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα από κάποιον τέτοιο “έξυπνο” και “ψαγμένο” τύπο, είμαστε υποχρεωμένοι να επανερχόμαστε στο θέμα, για να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας πρωτίστως.

Γιατί λοιπόν, μόνο ο κατασκευαστής ξέρει τι λάδια πρέπει να βάζουμε στον κινητήρα μας και όχι ο Τάκης ο Σουζοκαντίλης; Διότι είναι ο μόνος που γνωρίζει τα διάκενα κάθε εξαρτήματος, την μηχανική αντοχή κάθε εξαρτήματος, τις θερμοκρασίες που αναπτύσσονται σε κάθε σημείο του κινητήρα και τις δυνατότητες του συστήματος λίπανσης. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά είναι μοναδικά σε κάθε κινητήρα και δεν υπάρχουν περιθώρια για γενικότητες. Αν ένας τετρακύλινδρος εν σειρά έχει βαλβίδες τιτανίου, πιθανόν χρειάζεται άλλου τύπου λάδια σε σχέση με έναν που έχει ατσάλινες, ακόμα κι αν μιλάμε για την ίδια μοτοσυκλέτα, όπως το Yamaha R1-S (ατσάλινες) και το R1-M (τιτανίου).

(Το παράδειγμα της R1 είναι τυχαίο, μην μπείτε στον κόπο να βρείτε αν έχουν τα ίδια λάδια ή όχι)

Κάποιες φορές θα πρέπει να βάζουμε και την ίδια μάρκα που προτείνει ο κατασκευαστής. Για παράδειγμα, ένας κινητήρας που έχει πολύ σκληρά ελατήρια βαλβίδων, ίσως χρειάζεται κάποιο ειδικό πρόσθετο που να αντέχει την σύνθλιψη ή να χρειάζεται μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε αυτό. Δηλαδή μπορεί δύο ίδιου τύπου λάδια να έχουν τα ίδια ακριβώς συστατικά, όμως να διαφέρουν στην περιεκτικότητα διότι ο κατασκευαστής του κινητήρα μας έχει ζητήσει από την εταιρεία λιπαντικών που συνεργάζεται, να φτιάξει ένα λάδι που να αντέχει περισσότερο στην σύνθλιψη.

Άρα αν έχω λεφτά, βάζω το ακριβότερο συνθετικό που θα βρω και περιέχει τα πάντα, για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο. ΟΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ και ΟΧΙ!

Θα βάζεις ΜΟΝΟ το λάδι που λέει ο κατασκευαστής, διότι η συμπεριφορά των συνθετικών λαδιών δεν είναι ίδια με των ημί-συνθετικών ή των ορυκτών όταν ο κινητήρας είναι κρύος ή σε θερμοκρασία λειτουργίας ή βράζει μέσα στην κίνηση της πόλης. Το λάδι πέρα από την λίπανση του κινητήρα είναι “συσσωρευτής θερμότητας” και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ψύξη του κινητήρα μας. Το ποσοστό θερμότητας που μπορεί να απορροφήσει ένα συνθετικό λάδι, μπορεί να διαφέρει πάρα πολύ σε σχέση με ένα ημι-συνθετικό.

 

Πατέντα anti-dive από την Aprilia με αγωνιστικές βλέψεις!

Μια ιδέα από το παρελθόν επιστρέφει
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/3/2020

Ο όρος anti-dive στοιχειώνει στους φίλους των supersport μοτοσυκλετών για πολλές δεκαετίες, καθώς η θεωρία και η πράξη δεν είχαν καταφέρει έως τώρα να συναντηθούν στον ίδιο δρόμο. Τα συστήματα anti-dive έχουν στόχο να μειώσουν την απότομη βύθιση της εμπρός ανάρτησης κατά την διάρκεια ενός δυνατού φρεναρίσματος, η οποία μειώνει την ωφέλιμη διαδρομή της ανάρτησης και αυτό με τη σειρά του δυσκολεύει την απόσβεση των ανωμαλιών του δρόμου.

Χωρίς anti-dive, θα πρέπει να συμβιβαστείς στον τρόπο ρύθμισης της ανάρτησης και να διαλέξεις ανάμεσα σε μια “μαλακή” ρύθμιση που προσφέρει άνεση και κράτημα σε κακής ποιότητας δρόμους, αλλά την ίδια ώρα η μοτοσυκλέτα βουτάει απότομα και τερματίζει στα δυνατά φρεναρίσματα, ή σε μια “σκληρή” ρύθμιση που μειώνει την απότομη μεταφορά βάρους και επηρεάζει λιγότερο τη δυναμική γεωμετρία της μοτοσυκλέτας, αλλά δεν μπορεί να απορροφήσει σωστά τις ανωμαλίες του δρόμου οδηγώντας σε φυσιολογικούς ρυθμούς.

Για αν λύσουν αυτό το γόρδιο δεσμό, οι σχεδιαστές εμπνεύστηκαν τα συστήματα anti-dive όπου η βασική ιδέα είναι να συνδέσεις τη λειτουργία των φρένων με την λειτουργία της ανάρτησης. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με μηχανικό τρόπο στηρίζοντας τη δαγκάνα σε ένα σύστημα μοχλισμού, είτε με υδραυλικό συνδέοντας την τρόμπα του εμπρός φρένου με το πιρούνι.

Προφανώς ο μηχανικός είναι τεχνολογικά και κατασκευαστικά πιο εύκολος και γι΄αυτό προηγήθηκε χρονικά. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, πολλές ιδιωτικές ομάδες έφτιαχναν μόνες τους χειροποίητες βάσεις στήριξης για τις δαγκάνες των δισκόφρενων, προσπαθώντας με την χρήση των μοχλικών να βοηθήσουν τη λειτουργία των πιρουνιών εκείνης της εποχής. Οι κοινοί μοτοσυκλετιστές μάθαμε τι πάει να πει anti-dive στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όπου τα ιαπωνικά εργοστάσια και κυρίως η Suzuki και η Yamaha, χρησιμοποίησαν στις μοτοσυκλέτες παραγωγής την υδραυλική εκδοχή της ιδέας, όπου ένα επιπλέον σωληνάκι υψηλής πίεσης έφευγε από την τρόμπα και πήγαινε στο πιρούνι.

Έτσι όσο πιο δυνατά πάταγες το φρένο, τόσο περισσότερο αντιστεκόταν το πιρούνι στη βύθιση. Δυστυχώς η πράξη δεν επαλήθευσε την θεωρία, διότι το αποτέλεσμα της αντιβύθισης συνοδευόταν από την απουσία αίσθησης της πρόσφυσης του εμπρός τροχού. Να θυμίσουμε πως τότε δεν υπήρχαν ABS, στη μόδα ήταν οι 16 ιντσών τροχοί (μπρρρρρ…) και τα ελαστικά tubeless είχαν με το ζόρι συμπληρώσει κάποια χρόνια εξέλιξης. Οπότε όταν τα αμέσως επόμενα χρόνια εμφανίστηκαν τα πολυρυθμιζόμενα πιρούνια, τα συστήματα anti-dive εξαφανίστηκαν και οι λάτρεις των superbike ξεφύσησαν με ανακούφιση! Τώρα όμως η Aprilia κατέθεσε μια πατέντα ενός μηχανικού συστήματος anti-dive, που στα δικά μας τα μάτια είναι ολόιδιο με εκείνο που είχαν δοκιμάσει πολλές ιδιωτικές ομάδες στο αμερικάνικο πρωτάθλημα superbike το ’70, κυρίως στις μοτοσυκλέτες της Harley Davidson που ήταν πιο βαριές.

Όπως βλέπουμε, όλη η πατέντα βασίζεται στην σχεδίαση του άξονα στο πιρούνι, όπου επιτρέπει την ελεύθερη περιστροφή της ακτινικής δαγκάνας, αλλά και στο ιδιόμορφο λούκι σχήματος “C” που κινείται το πάνω μέρος της βάσης της δαγκάνας. Όλα μαζί καταλήγουν να στηρίζονται μέσω μιας ράβδου στο καλάμι του upside-down πιρουνιού. Ο περίπλοκος αυτός μηχανισμός, υπόσχεται πως ένα μέρος της δύναμης πέδησης θα εμποδίζει με αναλογικό τρόπο την υπερβολική βύθιση του πιρουνιού.

Μένει να δούμε αν επιτέλους αυτή τη φορά η θεωρεία των μηχανολόγων θα ταυτιστεί με την αίσθηση που χρειάζεται ο αναβάτης ή αν θα πάει κι αυτό αδιάβαστο όπως κάθε μορφής εμπρός ανάρτηση μοχλισμού, ειδικά τώρα που οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις έχουν λύσει αυτά τα προβλήματα. Μια στιγμή όμως! Στα MotoGP απαγορεύονται οι ηλεκτρονικά ελεγχόμενες αναρτήσεις… Βρε λες να το δούμε εκεί;!