DCR-017: Η παγκόσμια καριέρα της ελληνικής custom

Η φήμη της έχει ξεφύγει τον έλεγχο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

11/5/2018

Οι εξελίξεις με την DCR-017 “The Brain Eraser” που τελευταία φορά το ελληνικό κοινό την είδε στην Έκθεση Μοτοσυκλέτας, στο περίπτερο του MOTO, έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο της DNA High Performance Filters, που πλέον αναγκάζεται να αρνείται την παρουσία της σε Εκθέσεις και Σαλόνια γιατί δεν προλαβαίνει να ανταποκριθεί! Η DNA την κατασκεύασε για να τραβήξει τα βλέμματα του κόσμου στην EICMA και πιο συγκεκριμένα στο φίλτρο που κατασκευάζει, αλλά το αποτέλεσμα ήταν η DCR-017 να αποκτήσει την δική της οντότητα και να ξεφύγει από τα πλαίσια ενός εκθέματος!

Φυσικά αυτό δεν έγινε τυχαία, όπως έχουμε γράψει στο MOTO, καθώς ο Ντίνος και ο Μάριος Νικολαΐδης θέλησαν να μην είναι ένα στατικό έκθεμα, αλλά μία πλήρως λειτουργική μοτοσυκλέτα και μάλιστα με επιδόσεις αντίστοιχες με superbike δυναμομετρώντας την με περισσότερα από 186 άλογα στον τροχό, την στιγμή που μετά βίας ζυγίζει 162 κιλά! Στην EICMA η DCR ξεπέρασε τις προσδοκίες, κι εκτός από την μεγάλη προσέλευση του κόσμου ήταν τα στελέχη των εταιριών που δεν σταματούσαν να το επισκέπτονται για να το δουν από κοντά. Όλη αυτή η πορεία είναι λίγο – πολύ γνωστή βέβαια σε εσάς τους αναγνώστες του MOTO, δείχνει όμως πως δεν ήρθε ούτε τυχαία, ούτε ξαφνικά, το στάδιο που τώρα βρίσκεται η DCR…

Η πορεία της DCR-017 μετά την πρώτη της εμφάνιση στο MOTO

Ταξιδεύοντας τις επόμενες ημέρες για το “Bike Shed” την τόσο σημαντική έκθεση custom από όλο τον κόσμο που λειτουργεί σαν μία κανονική Art Gallery επιλέγοντας αυστηρά τις μοτοσυκλέτες που θα εκτεθούν, η DCR θα εμφανιστεί ξανά στην Αγγλία καθώς όχι μόνο απέκτησε μία τέτοια πρόσκληση, αλλά εμφανίζεται και στο promo video! Οι δημιουργοί μίας από τις πιο σημαντικές εκθέσεις δεν την επέλεξαν τυχαία, όπως φυσικά δεν είναι τυχαίο που έλαβε πρόσκληση από την διοργάνωση του Wheels & Waves! Στο βαρυφορτωμένο πρόγραμμα της DCR γυρνώντας από έκθεση σε έκθεση όλη την Ευρώπη, αρχίζουν να δημιουργούνται διπλοκρατήσεις:

Το Wheels & Waves ξεκίνησε ως μία συγκέντρωση στην παραλία του Biarritz, κι έχει γίνει το πιο σημαντικό γεγονός στην Ευρώπη για τις custom μοτοσυκλέτες. Συγκεντρώνει τόσο κόσμο που τα τελευταία χρόνια υποστηρίζεται επίσημα από τους μεγάλους κατασκευαστές, που επενδύουν με σημαντικό κόστος ενοικίου την παρουσία τους στις στρατιωτικές τέντες, με μόνη επιγραφή μία ξύλινη ταμπέλα. Κι όμως, η DNA High Performance Filters πήρε την πρόσκληση για να βρεθεί ανάμεσά τους με την DCR! Μία σημαντική πρόσκληση που θα πρέπει να αρνηθεί καθώς δεν φτάνουν οι μέρες…

Διοργανώσεις όπως το «Sultans of Sprint» ή το «WILDAYS» έχουν ζητήσει επίσης από το DCR να συμμετάσχει, φτάνοντας στο σημείο να αναδιαμορφώσουν τις κατηγορίες τους, ώστε να ταιριάζουν οι προδιαγραφές. Η DNA βλέποντας την δυναμική του DCR αλλά και τις προοπτικές που ανοίγονται, συνεχίζει να κάνει μικρά και επιλεκτικά βήματα μην αφήνοντας τις εξελίξεις να λειτουργήσουν ως χιονοστιβάδα. Κι αυτό γιατί η δουλειά τους είναι να κατασκευάζουν τα καλύτερα φίλτρα του κόσμου κι όχι να καστομάρουν μοτοσυκλέτες, οπότε η περιοδεία του DCR θα πρέπει να μπει στον πάγο μετά και την συμμετοχή στο “Bike Shed” ώστε να προχωρήσουν για το επόμενο βήμα και την EICMA που έρχεται, στον ελάχιστο χρόνο που διαθέτουν.

το "wildays" είναι ταυτόχρονα αγώνας - έκθεση και σόου custom μοτοσυκλετών...

 

Στην Ελλάδα η DCR-017, όπως είδαμε και στην Έκθεση Μοτοσυκλέτας, χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης, αν και μερικά δημοσιεύματα στον γενικό τύπο έχουν μπερδέψει τον κόσμο. Βλέπετε στην υπόλοιπη Ευρώπη το πολιτικό ρεπορτάζ –για παράδειγμα- το αναλαμβάνουν άνθρωποι που γνωρίζουν από πολιτικές επιστήμες, και για μοτοσυκλέτες γράφουν όσοι έχουν αρκετή εμπειρία από μοτοσυκλέτες. Στην χώρα μας όλοι είναι ειδικοί σε όλα, κι αυτό συμβαίνει γιατί ο κόσμος ενημερώνεται από επικεφαλίδες, δεν μπαίνει στον κόπο να διαβάσει εκατό λέξεις παραπάνω, κι έτσι οι ειδικοί δεν ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους. Ένα δημοσίευμα λοιπόν σε site γενικού ενδιαφέροντος έκανε λόγο για την «πρώτη ελληνική μοτοσυκλέτα» με πολλούς χρήστες του διαδικτύου να εστιάζουν ακριβώς εκεί: «Γιατί λέτε ότι είναι ελληνική μοτοσυκλέτα, αν έχετε φτιάξει απλά ένα ρεζερβουάρ» θα πει ο αδαής και με τα social media να υπερτονίζουν την μειοψηφία, ο λόγος του - δυστυχώς - ακούγεται. Καταρχήν η DNA δεν λέει τίποτα, ιδιαίτερα στην Ελλάδα και τους Έλληνες που αγαπά ιδιαίτερα - για αυτό και παραμένει εδώ - αλλά οι συζητήσεις και οι αποδείξεις εξαντλούν τον ελάχιστο χρόνο τους. Στον υπόλοιπο κόσμο η αποδοχή των φίλτρων της εταιρίας είναι καθολική, δεν χρειάζεται να εξηγήσει το παραμικρό, όπως αντίστοιχα έγινε και με το DCR, που επίσης δεν χρειάστηκε να μπει σε εξηγήσεις παρά μονάχα να το εμφανίσει. Διότι είναι ηλίου φαεινότερον πόσο δουλειά και κατασκευαστική δεινότητα, συγκεντρώνει επάνω του. Ο αδαής θα σταματήσει στον τίτλο ενός δημοσιεύματος και μάλιστα αντί να στραφεί εναντίον εκείνου που έγραψε το δημοσίευμα, θα σχολιάσει το ίδιο το DCR… Αυτή είναι η κατάσταση βέβαια στην χώρα μας, δημοσιογραφία τίτλων για ανθρώπους που μένουν στους τίτλους: Φτάνοντας ως εδώ ανήκετε σε μία μειοψηφία, στην μειοψηφία που επιλέγει να ενημερώνεται σωστά, πράγμα που με την σειρά του κάνει υπερήφανους εμάς που είσαστε μαζί μας!

διαρκείς συνωστισμός γύρω από το DCR-017 στο περίπτερο του MOTO

 

Θυμηθείτε: DNA DCR-017: Ο γενετικός κώδικας της τέχνης

Η DCR είναι μία ξεχωριστή ελληνική custom, που διαπρέπει στο εξωτερικό εξαιτίας της μοναδικής κατασκευής της και των λύσεων που ενσωματώνει, τοποθετώντας την χώρα μας σε ένα χάρτη που έχει ελάχιστες κουκκίδες - πράγμα που έχει τεράστια αξία για όλους όσους κατασκευάζουν custom μοτοσυκλέτες στην Ελλάδα, κι όχι μόνο για την DNA High Performance Filters!

Με βάση αυτή την συνεισφορά, οι διοργανωτές του TEDxLesvos  προσκάλεσαν τόσο τον Μάριο Νικολαΐδη όσο και τον Ντίνο Νικολαΐδη για να μιλήσουν στο μεγάλο συνέδριο για την δημιουργία της DCR-017 και τον τρόπο που επηρέασε τα πράγματα. Η ομιλία τους θα έχει τίτλο: "Daring" - "Τολμώντας" σε μία σπάνια στιγμή που οι ομιλητές θα είναι δύο, σπάζοντας άλλο ένα στερεότυπο...

Το νέο επίτευγμα της DCR, η εμφάνιση στο γεμάτο αποκλειστικότητες “Bike Shed” στο Λονδίνο είναι λοιπόν η κορυφή του παγόβουνου. Αμέσως μετά θα επιστρέψει στην Ελλάδα, σταματώντας τις περιοδείες, παρά την ζήτηση που έχει: Η DNA χρειάζεται να επικεντρώσει τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο, στο επόμενο μεγάλο project…

Στιγμές από την "γέννησή" της: Ελληνική custom “EXOTICA” μοτοσυκλέτα - by DNA! Η φωτεινή πλευρά της χώρας…

 

Η DCR-017 έχει custom Akrapovic προσφορά από τον ίδιο τον κ.Akrapovic - που όταν ανέβηκε η φωτογραφία στον επίσημο λογαριασμό της Akrapovic ο κόσμος την αντάμειψε με τεράστια αλληλεπίδραση...

 

Just like the rest of the bike, #Akrapovic for DCR-017 had to be bold, unique and utterly breathtaking! _ _ _ _ Emission notice: http://emission.akrapovic.com

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Akrapovič Exhaust System (@akrapovic) στις

 

H DCR-017 και οι άνθρωποι της DNA High Performance Filters στην EICMA, τον Νοέμβριο του '17 όπου αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά στο κοινό:  

 

Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες