Με τη Motul στο Sachsenring

Μια μοναδική εμπειρία MotoGP
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

10/7/2017

Μια επίσκεψη σε αγώνα MotoGP, θα έπρεπε να είναι η Μέκκα του κάθε μοτοσυκλετιστή. Ένα "προσκύνημα" που πρέπει να το κάνεις τουλάχιστον μια φορά στη ζωή σου. Μια εμπειρία μοναδική, απερίγραπτη κι ανεπανάληπτη. Ευτυχώς για εμάς, το επάγγελμα που έχουμε διαλέξει μας έχει προσφέρει αυτή την ευκαιρία αρκετές φορές, με την κάθε μια να είναι ξεχωριστή και συναρπαστική. Ευτυχώς για εσάς, τους φίλους και αναγνώστες του περιοδικού, το ΜΟΤΟ πέρα από την σταθερή και έγκυρη παρουσία του κάθε μήνα εδώ και 32 ολόκληρα χρόνια, έχει διοργανώσει διαγωνισμούς με βραβεία από… μοτοσυκλέτες μέχρι ταξίδια σε αγώνες MotoGP. Και κάθε φορά, μετά από τόσες κληρώσεις και απονομές, πάντα η αντίδραση στην πρώτη ενημέρωση από το τηλέφωνο που κάνουμε στον νικητή, είναι η ίδια: "Μήπως μου κάνετε πλάκα;;;;"

Η πιο πρόσφατη περίπτωση ήταν η κλήρωση για το ταξίδι στο GP του Sachsenring σε συνεργασία με την Motul. Ο τυχερός φίλος Δημήτρης Τσόλας από τα Γιάννενα, όπως μπορείτε να διαβάσετε παρακάτω, είχε ακριβώς την αναμενόμενη αντίδραση. Και το ταξίδι στη Γερμανία είχε κι αυτό ακριβώς την αναμενόμενη επίδραση σε όλους εμάς που ταξιδέψαμε για να δούμε από κοντά το GP: Μαγεία!

Όσοι από εσάς έχετε πάει έστω και μια φορά σε GP γνωρίζετε, ενώ όσοι δεν έχετε παρακολουθήσει αγώνα από κοντά θα πρέπει να μάθετε, πως ο ίδιος ο αγώνας είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα. Το… υπόλοιπο γλυκό είναι η ατμόσφαιρα, τα paddocksκ, οι εξέδρες, τα happenings, ο κόσμος, οι μηχανικοί που πηγαινοέρχονται, η ένταση που επικρατεί στα πιτς, τα αμέτρητα μαγαζάκια και καντίνες που φυτρώνουν σα μανιτάρια παντού, τα paddock babes που περιφέρονται και σε κάνουν να ξεχνάς το όνομά σου, η μυρωδιά των καυσαερίων από τις ελεύθερες εξατμίσεις των μοτοσυκλετών που ζεσταίνουν τους κινητήρες στα γκαράζ των ομάδων, το οξύ κροτάλισμα από τα πιστόνια που ανεβοκατεβαίνουν και κάνουν τους παλμούς σου να συντονίζονται με τα στροφόμετρα των κινητήρων.

Ο ίδιος ο αγώνας είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα

Όλα αυτά είναι που κάνουν την εμπειρία μοναδική και συναρπαστική. Το GP του Sachsenring δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Μάλιστα, το στοιχείο που πρόσθεσε στο δράμα ήταν ο καιρός, όπου με βροχή και θερμοκρασία στους 16°C τα πάντα γίνονται απρόβλεπτα για όλους. Το καλύτερο μέρος για βρίσκεσαι σε τέτοιες συνθήκες ήταν τα paddocks. Εκεί ήταν που πετύχαμε αλαφιασμένο τον Danilo Petrucci να φτάνει με το σκουτεράκι του στο motor home της Pramac Ducati, και παρόλα αυτά να μην αρνείται να βγει φωτογραφία μαζί μας. Μέχρι εκεί όμως, καθώς έβλεπες στο βλέμμα του ότι ήδη το μυαλό του ήταν αλλού και δεν υπήρχε περίπτωση να απαντήσει σε καμία ερώτησή μας. Σε αντίστοιχη κατάσταση, αλλά σαφώς πιο ήρεμος, ήταν ο πατέρας του Marquez που εμφανίστηκε πάνω σε ένα σκούτερ της Honda καθοδόν προς το φορτηγό της εργοστασιακής ομάδας. Σε λίγη ώρα άλλωστε ξεκινούσαν τα δοκιμαστικά της Moto2 όπου ο μικρός του γιος, ο Alex, θα έμπαινε με τα βρόχινα ελαστικά σε μια πολύ tricky πίστα και λίγη ώρα αργότερα ο μεγαλύτερος Marc θα προσπαθούσε να επιβεβαιώσει τα στατιστικά.

Όση ώρα προσπαθούσα να αποσπάσω τον Δημήτρη από τις αγκαλιές των paddock girls (είναι κι ομορφόπαιδο βλέπετε…) παρατηρούσα τους πιτσιρικάδες της Moto3 –οι οποίοι ήταν εκείνη την ώρα μέσα στην πίστα για τα τελευταία ελεύθερα δοκιμαστικά- που ερχόντουσαν ως συνεπιβάτες σε σκούτερ της οργάνωσης, με τις φόρμες διαλυμένες από τις πτώσεις. Όλοι, ανεξαρτήτως κατηγορίας, δήλωναν προβληματισμένοι για τον συνδυασμό της πρόσφυσης της πίστας με την καινούργια άσφαλτο και της καταρρακτώδους βροχής που έπεφτε με διαλλείματα όλη τη μέρα.

Σε ένα τέτοιο διάλλειμα συναντηθήκαμε και με τους δύο Έλληνες αναβάτες που συμμετείχαν στον ADAC Junior Cup KTM, τον Βασίλη Κορωνάκη και τον Κυριάκο Λιούτα, μαζί με τον Team Manager της ομάδας –και "μπαμπά" τους μέσα στην πίστα, όπως δήλωσαν οι ίδιοι- τον πολυπρωταθλητή Σάκη Σκούρτα. Μια αξιέπαινη προσπάθεια για την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ, που είχε και ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα στον αγώνα την ίδια μέρα, με τον Κορωνάκη να βλέπει δεύτερος την καρό σημαία και τον Λιούτα 31ος.

Λίγο αργότερα, στην τέντα για τους VIP της Motul όπου είμασταν καλεσμένοι, θα βλέπαμε το άγχος εξαιτίας των καιρικών συνθηκών αποτυπωμένο στο βλέμμα των Zarco, Baz και Barbera που είχαν έρθει για να υπογράψουν αφίσες και καπελάκια. Μόνο ο Folger είχε μια χαλαρότητα κι έναν αυθορμητισμό στο χαμόγελό του. Μάλλον είχε προαίσθημα για την εκπληκτική δεύτερη θέση και τις μάχες που θα έδινε στην κορυφή με τον Marquez μέσα στην πατρίδα του, την επόμενη μέρα. Παρόλα αυτά κανείς δεν είχε τον χρόνο για κουβέντες, καθώς έπρεπε να επιστρέψουν στις ομάδες και να αποφασίσουν την τακτική του αγώνα. Την ίδια μέρα πάντως, η selfie με τον Petrucci πρέπει να του έφερε γούρι, καθώς κατάφερε να εξασφαλίσει την δεύτερη θέση στην σχάρα της εκκίνησης για τον αγώνα της Κυριακής.

Ο ίδιος ο αγώνας όμως ήταν μια εντελώς διαφορετική υπόθεση, μιας και η βροχή έμεινε στο επίπεδο της απειλής, με τον ήλιο μάλιστα να κάνει δειλές εμφανίσεις αραιά και που. Την ημέρα του αγώνα η βάση μας ήταν η εξέδρα της Ducati όπου σε συνεργασία με την Motul φιλοξενούσε τους καλεσμένους της εταιρείας λιπαντικών. Το γεγονός όμως ήταν ότι άπαντες στην εξέδρα σηκωνόντουσαν και ζητωκραύγαζαν για δύο μόνο λόγους και κανένας δεν ήταν Ducati… Ο ένας ήταν ο τοπικός Folger που πάλευε με τον Marquez για την πρώτη θέση κι ο άλλος είναι ο προφανής: ο Valentino Rossi.

Το καλό με το συγκεκριμένο σημείο ήταν ότι είχες καλή οπτική σε δύο στροφές (K7 και Κ8) και το video wall ακριβώς φάτσα για να βλέπεις το υπόλοιπο της διαδρομής. Στην απέναντι μεριά, η κερκίδα του Fan Club του Rossi φρόντισε να γεμίσει την ατμόσφαιρα με κίτρινα καπνογόνα, γεγονός όμως που δεν βοήθησε αρκετά το Γιατρό, μιας και δεν είχε καταφέρει να βρει το σωστό στήσιμο του καινούργιου πλαισίου με τα ελαστικά της Michelin για τις συγκεκριμένες συνθήκες, τερματίζοντας τελικά πέμπτος. Παρόλα αυτά η ατμόσφαιρα εξακολουθούσε να είναι μαγική. Με σχεδόν 100.000 θεατές δεν θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο. Όπως είπαμε και στην αρχή, τα αποτελέσματα του αγώνα είναι απλώς το επιστέγασμα μιας πραγματικής γιορτής κι όχι απλώς ενός αγωνιστικού event. Να σημειώσουμε δε πως το GP της Γερμανίας, είναι ο αγώνας με την μεγαλύτερη προσέλευση θεατών στην Ευρώπη, εκτός των ισπανικών GP. Βιώνοντας από μέσα τον παλμό αυτής της γιορτής είναι εύκολο να καταλάβεις το γιατί. Κι όπως θα διαβάσετε αμέσως παρακάτω την εμπειρία του τυχερού αναγνώστη μας από πρώτο χέρι, (σημειωτέον ότι με τον Δημήτρη και την υπόλοιπη ελληνικά αποστολή της Motul φτιάξαμε ένα απίθανο παρεάκι που και μόνο γι' αυτό αξίζει τον κόπο να δηλώσετε συμμετοχή στον επόμενο διαγωνισμό, για να μη… ζηλεύετε!) οποιοσδήποτε αγώνας GP αξίζει να γίνει η δική σας Μέκκα.

 

ΠΑΣ Γιάννενα ή… πας Sachsenring;

"Oλα ξεκίνησαν ένα απόγευμα: Είμαι πάνω στο μηχανάκι και χτυπάει το κινητό μου. Ο αριθμός είναι από Αθήνα, το σηκώνω.

-Παρακαλώ;

-Ναι γεια σας, ο Θάνος Φελούκας είμαι από το περιοδικό ΜΟΤΟ. Είχατε πάρει μέρος στην κληρώσει για το MotoGP στο Sachsenring. Η κλήρωση έγινε και κερδίσατε το διαγωνισμό.

-Μου κάνεις πλακά ρε φίλε ή να κλείσω το τηλέφωνο;

-Όχι, μου απαντάει, έχετε κερδίσει το ταξίδι για να παρακολουθήσετε από κοντά το GP του Sachsenring.

Η ημέρα του ταξιδιού πλησιάζει. Αναχώρηση από τα Γιάννενα με το αυτοκίνητο μου για Θεσσαλονίκη. Εκεί θα βρεθώ με τα άλλα παιδιά, τον Νίκο και τον Δημήτρη, και μαζί θα πετάξουμε για Αθήνα. Εκεί θα γνωρίζω τους ανθρώπους της Motul μαζί με τον άλλο τον τυχερό του διαγωνισμού της εταιρείας και τον Λάζαρο Μαυράκη από το περιοδικό ΜΟΤΟ. Η ώρα πλησιάζει 8:40 και με λίγη καθυστέρηση στις 9:00 το πρωί αναχωρούμε για Βερολίνο. Μετά από σχεδόν τρεις ώρες πτήσης φτάνουμε Βερολίνο και εκεί παθαίνουμε ένα μικρό σοκ: βροχή και η θερμοκρασία 15 °C από τους 35 που είχε στην Αθήνα. Επιβιβαζόμαστε στα βανάκια και μετά από τέσσερις ώρες δρόμο, με παρά πολύ κίνηση, διανύουμε τα 250 χιλιόμετρα και φτάνουμε στο Chemnitz όπου βρίσκεται το ξενοδοχείο μας. Το απόγευμα πηγαίνουμε στο χώρο της Motul οπού έχει barbeque με πολύ φαγητό και ποτό.

Το Σάββατο ξεκινάμε νωρίς το πρωί για την πίστα, ώστε να παρακολουθήσουμε της ελεύθερες δόκιμες. Φτάνουμε στην πίστα και το συναίσθημα μοναδικό. Ο ήχος από τα Moto3 και Moto 2, κόσμος ντυμένος με τα χρώματα του αγαπημένου τους αναβάτη... Φτάνουμε στην τέντα της Motul και αφού πίνουμε ένα καφεδάκι μετά από λίγη ώρα αναχωρούμε για τα paddocks. Οι εικόνες μοναδικές, φορτηγά των ομάδων, τα κορίτσια με της ομπρέλες, σκούτερ με τους αναβάτες των αγώνων να πηγαίνουνε πάνω κάτω. Αφού έβγαλα μερικές φωτογραφίες με τα umbrella girls, στην συνεχεία παρακολουθήσαμε τα δοκιμαστικά των Moto3 και Moto2. Το απόγευμα πια, και αφού έχουμε επιστρέψει στο ξενοδοχείο, πηγαίνουμε πάλι στο χώρο της Motul οπού έχει στηθεί το barbeque. Μετά από πολύ φαγητό και αφού προσπάθησε ο Λάζαρος Μαυράκης να μας παίξει λίγο πιάνο -αλλά με μεγάλη αποτυχία- αναχωρήσαμε για το ξενοδοχείο και για ύπνο.

Κυριακή πρωί αναχώρηση πάλι για την πίστα και για την τέντα της Motul. Μετά από λίγη ώρα, εγώ και ο Αποστολής ο άλλος νικητής του διαγωνισμού της Motul, περιμένουμε να πάει η ώρα δώδεκα για να μπούμε στο γκαράζ της Yamaha Tech 3. Στο δρόμο για το γκαράζ βλέπω τον Rossi να μοιράζει αυτόγραφα. Ήταν κάτι μοναδικό για μένα να βλέπω τον Rossi από τόσο κοντά. Μπαίνουμε στο γκαράζ της Yamaha Τech 3 και βλέπουμε της μηχανές των αναβατών από κοντά και των μηχανικό να μας εξηγεί τα χαρακτηριστικά τους. Η ώρα του αγώνα πλησιάζει και παίρνουμε θέσεις στην εξέδρα να παρακολουθήσουμε των αγώνα. Δυστυχώς για μένα ο Rossi δεν τερμάτισε στην πρώτη θέση αλλά πέμπτος. Μετά το τέλος του αγώνα κάνουμε μια τελευταία βόλτα στο χώρο της πίστας και μετά με το λεωφορείο επιστροφή στο χώρο του ξενοδοχείου. Το βραδάκι κάνουμε μια βόλτα για φαγητό στο Chemnitz και γρήγορα επιστροφή στο ξενοδοχείο για ύπνο. Την επόμενη μέρα ξυπνάμε αρκετά πρωί γιατί έχουμε να διανύσουμε 250 χιλιόμετρα μέχρι το αεροδρόμιο του Βερολίνου για να πάρουμε το αεροπλάνο της επιστροφής. Η άφιξη στην Αθηνά υπολογίζεται στις 16:00 το μεσημέρι. Εκεί, αφού θα χαιρετίσουμε τα παιδία της Motul και τον Λάζαρο, εγώ ο Νίκος και ο Δημήτρης θα πάρουμε το αεροπλάνο για Θεσσαλονίκη και μετά εγώ το αυτοκίνητο για την επιστροφή στα Γιάννενα πολύ αργά το βράδυ.

Θέλω να ευχαριστήσω το περιοδικό MOTO και την Motul που μου έδωσαν την δυνατότητα και την ευκαιρία να ζήσω αυτό το ταξίδι και την εμπειρία του MotoGP από κοντά.

Υ.Γ Αν ήξερα ότι ο Λάζαρος Μαυράκης κουβαλάει τόσο τρέλα πάνω του δεν θα δεχόμουνα να πάω ταξίδι μαζί του!!!!"

Δημήτρης Τσόλας

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”