Αφιέρωμα Ομάδα ΔΙ.ΑΣ.

Ένας κοινός μοτοσυκλετιστικός κώδικας
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

7/12/2017

Στο τεύχος του ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί τώρα στα περίπτερα, φιλοξενείται ένα εκτενές αφιέρωμα στην Ομάδα ΔΙ.ΑΣ., την Ομάδα Δίκυκλης Αστυνόμευσης της Άμεσης Επέμβασης, που ουσιαστικά αποτελεί την πιο… άμεση επέμβαση από οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας.
Η ιδέα να εισχωρήσουμε στα ενδότερα της Ομάδας και να αποτυπώσουμε από πρώτο χέρι τον τρόπο που λειτουργεί και αποδίδει, είναι κάτι που υπέβοσκε ως project εδώ και πολύ καιρό. Η ΔΙ.ΑΣ. είναι ίσως ό,τι πιο κοντά σε εμάς που οδηγούμε και ζούμε με τις μοτοσυκλέτες, και η διαφορετική διάσταση του ρόλου που παίζει η μοτοσυκλέτα στην συγκεκριμένη υπηρεσία, είναι κάτι που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, αντίστοιχο με αυτό που υπάρχει στον διπλό ρόλο των αστυνομικών-μοτοσυκλετιστών.

Θέλαμε να μάθουμε κατά πόσο είναι διαποτισμένη αυτή η υπηρεσία με την μοτοσυκλετιστική κουλτούρα ή αν αντιμετωπίζονται οι μοτοσυκλέτες ως ένα οποιοδήποτε άλλο υπηρεσιακό όχημα. Μας γοήτευε η ιδέα να επικεντρωθούμε στο ανθρώπινο στοιχείο και στους προσωπικούς προβληματισμούς των αστυνομικών που ανήκουν στην ΔΙ.ΑΣ., γιατί στο κάτω-κάτω είναι άνθρωποι που όχι απλώς καβαλάνε μηχανάκια καθημερινά στη δουλειά τους, αλλά ρισκάρουν τη ζωή τους πάνω σ’ αυτά. Θέλαμε επίσης να καταρρίψουμε ή να επιβεβαιώσουμε στερεότυπα γύρω από το ευαίσθητο αυτό θέμα, το οποίο έχει δημιουργήσει τόσους αστικούς μύθους, που είναι δυσανάλογα πολλοί σε σχέση με την επταετή διάρκεια –μέχρι σήμερα- ζωής της Ομάδας.


Η μέχρι τώρα εμπειρία μας από προσπάθειες να κάνουμε κάτι ανάλογο που απαιτούσε την συνεννόηση με τις υπηρεσίες του δημοσίου και δη των σωμάτων ασφαλείας ή του στρατού, μας προϊδέαζε για έναν γολγοθά συνεννοήσεων με αμφίβολη αποτελεσματικότητα. Παρόλα αυτά αποφασίσουμε να το επιχειρήσουμε και όπως απέδειξε η ιστορία, πράξαμε σοφά. Διότι η Ομάδα ΔΙ.ΑΣ., από τη διοίκησή της μέχρι και τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, έχει μια εντελώς διαφορετική, ανοιχτή και σύγχρονη νοοτροπία, που μας εξέπληξε ευχάριστα. Η αμέριστη υποστήριξη του project από τη μεριά τους, ήταν η πρώτη ένδειξη ότι πράγματι δεν είναι τυχαίο γεγονός το ότι είχαμε να κάνουμε με πραγματικούς μοτοσυκλετιστές.

Σε κάθε στάδιο υλοποίησης της ιδέας, επιβεβαιωνόταν το παραπάνω παντοιοτρόπως με λύσεις και προτάσεις που βρισκόντουσαν πριν καν δημιουργηθούν τα προβλήματα. Η γραφειοκρατία νικήθηκε γιατί είχαμε να κάνουμε με ανθρώπους που λειτουργούν με το προφανές και το αποτελεσματικό και όχι μόνο με ευθυνόφοβους τυπολάτρες. Αυτή είναι και η σημαντικότερη ένδειξη της σύγχρονης αστυνομίας, με ανθρώπους που γνωρίζουν από πρώτο χέρι τι και πώς πρέπει να γίνει για να είναι αποτελεσματικοί.


Αυτό το τελευταίο το είδαμε και οι ίδιοι στην πράξη. Περνώντας μια ολόκληρη μέρα με ανθρώπους της ΔΙ.ΑΣ. ζήσαμε από όσο πιο κοντά γινόταν καταστάσεις και μιλήσαμε με τους αστυνομικούς που βρίσκονται καθημερινά στο δρόμο. Βιώσαμε το εντυπωσιακά υψηλό επίπεδο της εκπαίδευσής τους (με ένα πολύ μικρό μέρος να αποτυπώνεται στις φωτογραφίες που εικονογραφούν το άρθρο) και τον ρόλο που καλείται να παίξει η μοτοσυκλέτα σε ένα σύνθετο και επικίνδυνο περιβάλλον. Όσοι διαβάσετε το συγκεκριμένο αφιέρωμα θα γίνετε –όπως κι εμείς- αποδέκτες των προβληματισμών αλλά και της ψυχοσύνθεσης των ανθρώπων που αποτελούν την Ομάδα σε κάθε βαθμίδα της ιεραρχίας, αλλά και τους δεσμούς που προκύπτουν με τις μοτοσυκλέτες τους. Θα διαπιστώσετε ότι η μοτοσυκλέτα παίζει έναν τεράστιο ρόλο στην διαμόρφωση της φιλοσοφίας τους και τέλος, θα επιβεβαιώσετε ακόμη μια φορά ότι ο κοινός μοτοσυκλετιστικός κώδικας είναι πάνω από μορφές εξουσίας, από ρόλους και προκαταλήψεις.


 

D. Domokos: Ο πρώτος βασιλιάς της σούζας!

The Wheelie King
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

9/10/2017

Ο Doug Domokos ήταν ο «Wheelie King», ο πρώτος επαγγελματίας του είδους και ο άνθρωπος που έκανε τις καλύτερες σούζες μέχρι τον θάνατό του. Είμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’70, την εποχή που ο Evel Knievel έχει ήδη συμπληρώσει μία δεκαετία κάνοντας άλματα, και πλέον έχει έρθει η στιγμή που το αστέρι του μεσουρανεί και η καριέρα του απογειώνεται στρώνοντας τον δρόμο για ένα επάγγελμα που ως τότε πρακτικά δεν υπήρχε.

Το 1975 ο Doug Domokos ετοιμάζεται να γιορτάσει τα εικοστά του γενέθλια, και με την προτροπή ενός φίλου σχηματίζει μία ομάδα τριών ανθρώπων, για να διασκεδάζουν τον κόσμο στα διαλείμματα ανάμεσα στους αγώνες αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. Για να φτάσουμε βέβαια σε αυτό, έχει προηγηθεί μία φοβερή πενταετία. Ο Domokos καβαλούσε μοτοσυκλέτες από μικρή ηλικία, αλλά η πρώτη δική του ήρθε όταν ήταν 15 ετών. Για να την συντηρήσει, αλλά κι από πραγματικό πάθος, ο Doug ξεκίνησε ως βοηθός συνεργείου μετά το σχολείο. Είναι η εποχή που τα συνεργεία – ανά τον κόσμο κι όχι μονάχα στις ΗΠΑ- είναι πανίσχυρα και λειτουργούν με την δυναμική που σήμερα έχουν οι αντιπροσωπείες. Το συνεργείο που πιάνει δουλειά ο Domokos, το Red Bud, που τόσο θυμίζει σε όνομα την Red Bull (!) οργανώνει τοπικά πρωταθλήματα motocross στα οποία το προσωπικό βοηθά σε οργανωτικό ρόλο. Σε κάθε διάλειμμα, ο Domokos πραγματοποιεί σούζες με την μοτοσυκλέτα του μαζεύοντας κόσμο τριγύρω του που συχνά αριθμεί το σύνολο των θεατών του αγώνα. Χρόνο με τον χρόνο χτίζεται η φήμη πως όταν πηγαίνεις την μοτοσυκλέτα σου για service στο Red Bud, ο Domokos την τεστάρει πριν στην παραδώσει κάνοντας σούζες κατά μήκος της παρακείμενης σιδηροδρομικής γραμμής. Ο ίδιος χρόνια αργότερα στο βιβλίο που πρόλαβε να εκδώσει πριν τον θάνατό του, επιβεβαιώνει πως η φήμη ήταν βάσιμη. Είμαστε βέβαια σε διαφορετικές εποχές από σήμερα, και υπάρχουν πελάτες που πηγαίνουν απλά για να δώσουν την μοτοσυκλέτα τους στον Domoko και να την δουν να ξύνει το πίσω φτερό της στην άσφαλτο..

Είναι εξαιτίας αυτής της φήμης που ο Domokos και τρεις φίλοι με αντίστοιχο πάθος για τις σούζες, ξεκινούν τις επιδείξεις σε αγώνες. Από τους τρεις, ένας είναι εκείνος που εκτός από τις σούζες παθιάζεται με το χειροκρότημα του κόσμου και χτίζει την προσωπικότητα του “showman” προσπαθώντας να κρατήσει το ενδιαφέρον των θεατών στην ακμή του για κάθε διαθέσιμο λεπτό. Το αποτέλεσμα είναι να συνεχίσει μόνος του καθώς οι άλλοι δύο χάνουν το ενδιαφέρον τους και λίγο αργότερα, σχεδόν οκτώ χρόνια από την ημέρα που απέκτησε την πρώτη του μοτοσυκλέτα, κλείνει συμβόλαιο με την Kawasaki. Πλέον είναι ο πρώτος «επαγγελματίας της σούζας» ζει μονάχα από τις εμφανίσεις που πραγματοποιεί στο Supercross.

Η πρώτη επαφή με την Kawasaki δεν είναι εύκολη. Η μοτοσυκλέτα του παραδίδεται καινούρια σε κούτα, μόλις μισή ώρα πριν την έναρξη του σόου, και ο Domokos έχει μονάχα δέκα λεπτά με ένα τέταρτο στην κατοχή του για να την συνηθίσει και να την προετοιμάσει. Εκείνο το πρώτο σόου με την Kawasaki όμως έμελλε να είναι από τα πιο πετυχημένα!

Ο ίδιος θα πει αργότερα: «νόμιζα ότι αυτό θα είναι πάντα κάτι που κάνω τα Σαββατοκύριακα, ότι θα γυρνώ από πόλεις σε πόλεις με τα ταξίδια και την εμπειρία να είναι η μόνη σοβαρή ανταμοιβή. Στην καλύτερη περίπτωση θα ζούσα σαν κάποιος που δουλεύει σε τσίρκο. Ποτέ δεν πίστευα ότι δεν θα χρειαζόταν να ξανά δουλέψω στην ζωή μου. Είναι απίστευτο το πόσο γρήγορα εξελίχθηκαν τα πράγματα»!

Το 1981 τα «πράγματα» γίνονται ακόμα καλύτερα: Προσλαμβάνεται από την Honda όπου τον αντιμετωπίζει όπως μία κανονική ομάδα, κι έτσι του διαθέτει χρόνο από τους μηχανικούς της καθώς και προϋπολογισμό για να κάνει τις δικές του μετατροπές.

Αμέσως κατασκευάζουν κάτι πρωτοποριακό για την εποχή, ένα ηλεκτρικό μοτέρ στον εμπρός τροχό με δύο ταχύτητες, ώστε να συνεχίσει να γυρνά όταν ο Domokos ξεχνούσε να τον κατεβάσει. Το μοτέρ αυτό είχε διακόπτη υδραργύρου για να σταματά αμέσως μόλις ο τροχός άγγιζε το έδαφος. Ξεκινούσε το καλύτερο μέρος για την καριέρα του.

Ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, από την Ιαπωνία και την Νέα Ζηλανδία, μέχρι χώρες τις Λατινικής Αμερικής που ο μοτοσυκλετισμός ήταν μία πιο ασαφής έννοια. Ενέπνευσε έτσι κι άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμα και έτσι σχηματίστηκε ανταγωνισμός στο επάγγελμα που ο ίδιος είχε δημιουργήσει. Γρήγορα λοιπόν μπήκε στην διαδικασία να αναζητεί την επόμενη μεγάλη πρόκληση που κανείς χωρίς υποστήριξη, προϋπολογισμό και φυσικά αντίστοιχο ποσό τρέλας, δεν θα μπορούσε να αντιγράψει.

Ο Domokos δεν μπορούσε φυσικά να γνωρίζει, πως εκείνη την στιγμή έριχνε τα θεμέλια και για τον τρόπο που λειτουργούν οι stuntmen της μοτοσυκλέτας, στην σημερινή εποχή!

Οι σούζες και τα σόου γινόντουσαν πλέον με όλων των ειδών τις μοτοσυκλέτες και ακόμα και σήμερα φιγουράρει η φωτογραφία του με το εξακύλινδρο KZ1300 της Kawasaki, να δείχνει με περηφάνια τους λαιμούς των εξατμίσεων του..

Από την παραπάνω ανάγκη, το 1983 παίρνει μία άδεια που εκείνη την εποχή δινόταν πιο εύκολα, και ανεβάσει την μοτοσυκλέτα στην κορυφή του Empire State Building και λίγους μήνες αργότερα ολοκληρώνει μία περιστροφή της πίστας Supercross στο Anaheim Stadium χωρίς να προσγειώσει τον εμπρός τροχό, σε μία παράσταση που έξυπνα είχε προμοταριστεί ως «στοίχημα» με τον διοργανωτή του αγώνα για 10.000 δολάρια!

Η επιτυχία αυτή έφερε και την προσπάθεια για το παγκόσμιο ρεκόρ απόστασης με σούζα, που ο Domokos στερέωσε στα 234 χιλιόμετρα! Ένα ρεκόρ που παρέμεινε δικό του για περισσότερο από μία δεκαετία και πιθανότητα θα το είχε ξανά κερδίσει και ίσως το κρατούσε και σήμερα, αν δεν έφευγε απότομα από την ζωή. Μαθαίνοντας να πετά με υπερελαφρά αεροσκάφη, ο Domokos σκεφτόταν τον τρόπο που θα τα ενσωματώσει στις μελλοντικές του παραστάσεις, όταν σκοτώθηκε στα τέλη του 2000 μαζί με τον εκπαιδευτή του, σε μία εκπαιδευτική πτήση. Η αρραβωνιαστικιά του είχε φέρει λίγο καιρό πριν στην ζωή, τον γιο τους Νικόλα.

Ακόμα και σήμερα στην εποχή του internet, το επίθετο «Domokos» μαζί με το όνομα του γιου του (Νικόλας) χρειάζεται μονάχα ένα σχόλιο για να πυροδοτήσει εικασίες για την ελληνικότητα της καταγωγής του. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ο Domokos είχε μακρινές ρίζες από την Ουγγαρία και μάλιστα το όνομα αυτό απαντάται σε ισπανικές φυλές, αν κανείς πάει ακόμη πιο πίσω… Καμία σχέση με τον Δομοκό εδώ, τις στροφές του και φυσικά το «Κατίκι Δομοκού»…

Πριν τον θάνατό του,  ο Doug Domokos είχε πλούσιο συγγραφικό έργο σε περιοδικά και είχε εκδώσει ήδη ένα βιβλίο, ενώ πλούσιο ήταν και το ανθρωπιστικό του έργο. Το Hollywood είχε ήδη αρχίσει να αποκτά επικοινωνία μαζί του, έχοντας συμμετοχή σε ταινίες όπως το Cannonball Run.

Ήταν ο πρώτος βασιλιάς της σούζας και αναμφισβήτητος στην εποχή του, θέτοντας πολλά από τα θεμέλια για μία αντίστοιχη καριέρα σήμερα. Εκτός από ταλέντο σε αυτό που έκανε, μεγάλο κομμάτι της επιτυχίας του, ήταν ο τρόπος που διαχειριζόταν το κοινό και η ευγενική φυσιογνωμία του…

 

Ανεβαίνοντας με σούζα, έναν από τους πιο διάσημους δρόμους στο San Francisco:

 

---- Στην σημερινή εποχή:

Ο Dougie Lampkin πραγματοποιεί έναν ολόκληρο γύρο του Isle of Man με σούζα