Ducati Apollo V4

Ο Δεινόσαυρος της Ducati
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/8/2017

Μυστήριο και παλαιολιθικό, το αποτυχημένο Ducati Apollo V4 ανέκαθεν συνοδευόταν από ένα μεγάλο αναπάντητο ερώτημα: πώς είναι πραγματικά να το οδηγείς; Οδηγούμε το μοναδικό σωζόμενο κομμάτι στον κόσμο, σε μια προσπάθεια να απαντήσουμε στην προαιώνια απορία

Λόγω διαφόρων προβλημάτων ασφαλείας με τα λάστιχα πριν από 40 χρόνια, δεν επετράπη ποτέ και σε κανέναν δημοσιογράφο να καβαλήσει το Apollo. Αυτά μέχρι τη γενναιόδωρη απόφαση του Hiroaki Iwashita να αγοράσει το μοναδικό κομμάτι και να το επαναφέρει σε κοινή θέα, δανείζοντάς το για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μουσείο του εργοστασίου της Ducati. Τώρα, χάρη στη σκληρή δουλειά του Giuliano Pedretti, πρώην μηχανικού της Ducati Corse, και των συναδέλφων του, που αποκατέστησαν προσεκτικά τη μία και μοναδική μοτοσυκλέτα που υπάρχει σε αυθεντική κατάσταση σε όλο τον κόσμο, μπορούμε να μάθουμε επιτέλους και πώς είναι η οδήγησή της.

Ένα λάστιχο τυλιγμένο στον λαιμό μου

Δύο Apollo κατασκευάστηκαν από τη Ducati. Η τύχη του πρώτου πρωτοτύπου, βαμμένου σε μεταλλικό χρυσό χρώμα, αγνοείται – αν υπάρχει ακόμη… Ο Iwashita-san εντόπισε το δεύτερο στην κατοχή της εταιρείας DomiRacer Inc., με έδρα στο Cincinnati των Η.Π.Α. Ο ιδιοκτήτης του, Bob Schanz, το είχε αγοράσει μαζί με όλα τα περιεχόμενα μιας αποθήκης στο New Jersey. Ανάμεσα σε διάφορα Ducati, μηχανάκια και εξαρτήματα, βρισκόταν και το δεύτερο πρωτότυπο V4.

“Ήταν εμφανώς παραμελημένο και φθαρμένο από τον χρόνο που πέρασε ως έκθεμα, αλλά το μόνο που του έλειπε ήταν το αυθεντικό ρεζερβουάρ”, μου έγραφε το 1984 ο Schanz. “Θα προσπαθήσω κάποια στιγμή να το κάνω να δουλέψει, αλλά μήπως θέλεις να το πάρεις όπως είναι;”.

Τί χαμένη ευκαιρία, άφησα να φύγει από τα χέρια μου μια μοναδική μοτοσυκλέτα της ιστορίας της Ducati, αυτό που σήμερα είναι αναμφίβολα μια μοτοσυκλέτα του ενός εκατομμυρίου!

Κάπως έτσι, το Apollo αγοράστηκε από τον Iwashita δύο χρόνια μετά –έναντι 17.000 δολαρίων, που ήταν ένα αρκετά σημαντικό ποσό το 1986–, ο οποίος το “έκρυψε” στην προσωπική του συλλογή μέχρι το 1995 που το εμφάνισε σε μια έκθεση κλασικών μοτοσυκλετών στο Τόκυο. Τα νέα για την ύπαρξη της μοτοσυκλέτας έφτασαν γρήγορα στη Ducati, και όταν εγκαινιάστηκε το νέο μουσείο στα πλαίσια της εξαγοράς από την TPG το ’96, έγιναν άμεσα οι απαραίτητες κινήσεις ώστε το Apollo να γίνει το κεντρικό έκθεμα. Προηγουμένως η ομάδα του Pedretti φρόντισε να αποκαταστήσει πλήρως το τετρακύλινδρο V, που τώρα είναι έτοιμο να οδηγηθεί και να μας αποκαλύψει τα μυστικά του – αρκεί να έχουν βρει σύγχρονα λάστιχα, γιατί δεν θα ήθελα να μιμηθώ τον Fuzzi Librenti 40 χρόνια πριν και να βρεθώ με τη γόμμα του πίσω λάστιχου τυλιγμένη γύρω από τον λαιμό μου…

Σερφ σε γιγάντια κύματα

Στην πραγματικότητα, τα ασπρόμαυρα 16 ιντσών Goodyear που φοράει σήμερα το Apollo είναι του ίδιου τύπου με τα λάστιχα που είχε όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στη Daytona, 40 χρόνια πριν. Τουλάχιστον, είναι φρεσκοφορεμένα, από καινούργιο στοκ, αρκετά για μια ευγενική βόλτα κατά την οποία το κοντέρ της Jaeger δεν ξεπέρασε ποτέ την ένδειξη των 70 μιλίων ανά ώρα – σωστά διαβάσατε, μίλια, αμείλικτη απόδειξη για την εθνικότητα της αγοράς που στόχευε το Apollo.

Σε ύψος μόλις 760mm, η φαρδιά και άνετη σέλα –η αυθεντικότητα της οποίας τονίζεται από τη στάμπα μιας κούπας καφέ της δεκαετίας του ’60 στο κρεμ χρώματος, βινύλ κάλυμμά της!– είναι εύκολα προσβάσιμη, και μόλις καθίσεις επάνω της εντυπωσιάζεσαι από το πόσο χαμηλό και λεπτό δείχνει το μηχανάκι, ελάχιστα πιο ογκώδες από οποιοδήποτε desmo V2. Το ψηλό τιμόνι είναι σήμα κατατεθέν της δεκαετίας του ’60 και ακόμη περισσότερο αμερικάνικου στυλ, αν και όχι τόσο υπερβολικό όπως σε πολλά Harley, συνδυασμένο με μαρσπιέ που δεν είναι καθόλου μπροστά τοποθετημένα, όπως στην πλειοψηφία των σύγχρονων cruisers. Το καλό με αυτή τη θέση οδήγησης είναι ότι, όντας πραγματικά πολύ άνετη στις χαλαρές βόλτες, δεν σου προκαλεί κανένα πρόβλημα και σε υψηλότερες ταχύτητες – και παρά το ψηλό τιμόνι, δεν νιώθεις την ανάγκη να κρατηθείς γερά από αυτό, με αποτέλεσμα σταθερότητα στη γρήγορη οδήγηση.

Βάζω το κλειδί στον διακόπτη πάνω στο φανάρι και αγνοώ επιδεικτικά τη μανιβέλα, η μίζα της Fiat τα καταφέρνει μια χαρά να θέσει σε λειτουργία τον κινητήρα. Τα τέσσερα αγωνιστικά Dell’Orto που φοράει η μοτοσυκλέτα αποδεικνύουν ότι ήταν ρυθμισμένη για επιδόσεις. Ο ήχος της εξάτμισης του Apollo είναι οπωσδήποτε μοναδικός: δεν μοιάζει καθόλου με αυτόν των V4 της Honda, έχει μάλλον μια χαρακτηριστική χροιά ενός σύγχρονου desmo V2, μόνο που ακούγεται πιο γεμάτος και πιο υψίσυχνος, ακόμη και στις χαμηλές στροφές. Πραγματικά πολύ ιδιαίτερος.

Ψάχνω τον λεβιέ ταχυτήτων, βρίσκεται δεξιά και οι ταχύτητες είναι ανάποδα, η πρώτη πάνω και οι άλλες τέσσερις κάτω. Η διαδικασία των αλλαγών με τον πολύ μακρύ λεβιέ είναι αργή, ανάλογη της εποχής του Apollo – αν βιαστείς, θα βρεις σίγουρα νεκρά. Το μοναδικό αυτό Ducati έχει ψυχή στις επιταχύνσεις και οι σχέσεις του δείχνουν πολύ μακριές, ειδικά από τη δεύτερη έως και την τέταρτη ταχύτητα, αλλά η αίσθηση που σου δίνει μοιάζει περισσότερο με μοτοσυκλέτας του ’80 παρά του ’60. Φτιαγμένο για τις Η.Π.Α., το Apollo ειδικεύεται στο cruising, και γρήγορα ανακαλύπτεις ότι ο καλύτερος τρόπος για να το οδηγήσεις είναι να φτάνεις γρήγορα στην πέμπτη ταχύτητα. Δεν πειράζει αν οι στροφές πέσουν χαμηλά, ο τετρακύλινδρος κινητήρας των 1.256cc έχει άφθονη ροπή που βγαίνει στον δρόμο σαν να σερφάρεις πάνω σε τεράστια κύματα. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη από τις αρχικές ανακοινώσεις της Ducati για την τιμή της ροπής αυτής της μοτοσυκλέτας, και είναι πραγματικά κρίμα, γιατί είμαι βέβαιος ότι αν το ανεβάσουν σήμερα στο δυναμόμετρο, το νούμερο που θα προκύψει θα κάνει πολλές σύγχρονες κατασκευές να κοκκινίσουν από ντροπή.

Ραπτομηχανή εναντίον μίξερ

Παρ’ όλα αυτά, ο αναμφίβολα εντυπωσιακός κινητήρας του Apollo δεν είναι καθόλου αντιπροσωπευτικός των πρώιμων ’60s. Δίπλα σε ένα βρετανικό δικύλινδρο της ίδιας εποχής ή ένα Harley οποιασδήποτε εποχής, μοιάζει σαν να συγκρίνεις μια ραπτομηχανή με ένα μίξερ όσον αφορά τους κραδασμούς και την άνεση στην οδήγηση – μόνο ένα BMW boxer μπορούσε να αποδίδει τόσο μεταξένια τη δύναμή του εκείνη την εποχή. Σεβόμενος τη σπανιότητα του Apollo (και την απόλυτη έλλειψη ανταλλακτικών!), δεν δοκίμασα να φτάσω τις στροφές στα κόκκινα, αλλά ακόμη κι αν πλησιάσεις σχετικά ψηλά απολαμβάνεις την ίδια τεμπέλικη και χαλαρή λειτουργία από τον κινητήρα. Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν καθόλου τετρακύλινδρες μοτοσυκλέτες, ούτε καν το 600cc MV Agusta που μπήκε στην παραγωγή το 1966, το Apollo θα είχε θέσει τα στάνταρ από πλευράς απόδοσης και άνεσης και θα είχε προσφέρει έναν στόχο για τους Ιάπωνες. Ήταν πραγματικά μια μοτοσυκλέτα μπροστά από την εποχή της, γεμάτη πρωτοποριακή τεχνολογία.

Το μοναδικό αυτό Ducati έχει ψυχή στις επιταχύνσεις

Αυτά όσον αφορά τον κινητήρα, διότι από πλευράς κρατήματος το Apollo ήταν ικανοποιητικό αλλά όχι κάτι το ξεχωριστό. Υπεύθυνη ήταν η αμερικανική αστυνομία με τον κανονισμό της για ζάντες 16 ιντσών σε μια μοτοσυκλέτα που φώναζε ότι έχει ανάγκη τα 18άρια σπορ λάστιχα που τότε είχαν κυκλοφορήσει. Ακόμη και χωρίς τα προβλήματα ασφαλείας που οδήγησαν στην εξαφάνιση του Apollo, τα αυτοκινητάδικα Goodyear με τους σαφείς δυναμικούς περιορισμούς χαντακώνουν οριστικά τις δυνατότητές του. Δείχνουν και αισθάνονται τελείως ακατάλληλα για οτιδήποτε μεγαλύτερο από 15 μοίρες κλίσης, και παρότι είναι εύκολο να ξύσεις κάτω τα μαρσπιέ χωρίς αίσθημα ανασφάλειας, αντιλαμβάνεσαι γρήγορα τις παραμορφώσεις του ελαστικού μόλις αρχίσεις να ζητάς το κάτι παραπάνω στις στροφές. Το μακρύ μεταξόνιο σε κάνει να αισθάνεσαι σα να οδηγείς φορτηγό στις σφιχτές στροφές, με αντιστάθμισμα όμως το καλό κράτημα στις γρήγορες ανοιχτές καμπές, όπου οι ανέλπιστα αποδοτικές αναρτήσεις της Ceriani δείχνουν το καλό πρόσωπο που θα περίμενε κανείς πριν 40 χρόνια – παρόλο που είναι αρκετά ενδοτικές ώστε να μην ταλαιπωρείσαι στις λακκούβες με μια μοτοσυκλέτα 271 κιλών στεγνού βάρους.

Ειλικρινά, το μόνο πράγμα που θα προκαλέσει ανησυχία, εκτός της βαριάς αίσθησης και των γελοίων ελαστικών, είναι τα φρένα. Τα δύο ταμπούρα 220mm είναι αρκετά μόνο για μικρές ταχύτητες, ενώ μετά από μερικά γερά φρεναρίσματα η απόδοσή τους άρχιζε να φθίνει σημαντικά, κάνοντας τη μανέτα του μπροστινού να φτάνει μέχρι το γκριπ χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Σύμφωνοι, με τα στάνταρ της εποχής αυτά τα φρένα βρίσκονταν κάπου στον μέσο όρο – αλλά η απόδοση αυτού του εκπληκτικού κινητήρα ήταν πολύ μπροστά και, ως αποτέλεσμα, τα ελαστικά δεν ήταν το μόνο θέμα που χρειαζόταν άμεσης προσοχής, άσχετα αν αποδείχθηκαν ο λόγος που το Apollo εξαφανίστηκε τελείως.

Χαμένες ευκαιρίες

Ήταν μια τραγωδία σε δυο ρόδες, χάρη στην ανικανότητα των εταιρειών ελαστικών να φτιάξουν το κατάλληλο προϊόν για τις επιδόσεις μια τόσο βαριάς και δυνατής μοτοσυκλέτας. Οι μοτοσυκλετιστές της δεκαετίας του ’60 στερήθηκαν την ευκαιρία να καβαλήσουν την πρώτη μιας σειράς τετρακύλινδρων μοτοσυκλετών που θα ακολουθούσαν. Ο Jοe Berliner είχε τη σωστή ιδέα, ζητώντας από τη Ducati το 1961 να φτιάξει το Apollo, αλλά για λάθος λόγους. Αν δεν είχαν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στην αμερικάνικη αγορά και την επιμονή της στους τροχούς 16 ιντσών, αν είχαν συλλάβει το Apollo ως την πρώτη τετρακύλινδρη σπορ μοτοσυκλέτα του κόσμου με τα ανάλογα λάστιχα, φρένα και κρατήματα –ακόμη και σε τιμή υψηλότερη από αυτήν του Triumph Bonneville, που ήταν η απόλυτη σπορ μοτοσυκλέτα της εποχής του ’60–, τότε η αμερικάνικη αγορά δεν θα υποχρεωνόταν να περιμένει άλλα δέκα χρόνια για να παρουσιάσει η Kawasaki το Z1 και η Honda το CB 750. Αφότου το οδήγησα, είμαι πεπεισμένος ότι το Ducati Apollo ήταν μια από τις μεγαλύτερες χαμένες ευκαιρίες του παγκόσμιου μοτοσυκλετισμού.

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

Τα τελευταία 40 χρόνια η Ducati φλέρταρε με τους V4 κινητήρες, χωρίς ποτέ (μέχρι τώρα και τα MotoGP) να τους υιοθετήσει κανονικά. Ο θρυλικός Fabio Taglioni παρήγαγε περισσότερα από 1000 σχέδια στα 30 χρόνια της κυριαρχίας του, και μοιραία το πλούσιο βιογραφικό του θα περιελάμβανε και τετρακύλινδρα. Για την ακρίβεια, έφτιαξε τρία διαφορετικά. Το πιο πρόσφατο ήταν το σχέδιο Bipantah, με την ένωση δύο V2 κινητήρων Pantah, σχέδιο που τερματίστηκε λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του το 1984, ενώ πρώτο ήταν το τετρακύλινδρο εν σειρά 125 GP του 1964, που δεν έτρεξε ποτέ. Την ίδια εποχή ο Taglioni συνέλαβε το Apollo 1260, το διασημότερο εκ των τριών

 

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η Ducati ήταν μια από τις πολλές μικρές εταιρείες της Ιταλίας που πάσχιζαν να επιβιώσουν, μετά την ανηλεή επίθεση της Fiat με το 500 (το “πεντακοσαράκι”) που, πωλούμενο σε εκατοντάδες χιλιάδες, έβαλε τέλος στη μοτοσυκλετιστική ανάπτυξη της περασμένης δεκαετίας. Με την παραγωγή της να έχει πέσει στις 6.000 μοτοσυκλέτες ετησίως, η Ducati επιβίωνε χάρη στις κρατικές χορηγίες και βασιζόταν επίσης πολύ στην αμερικάνικη αντιπροσωπεία, Berliner Motor Corporation, όπου πουλιόταν σχεδόν το 85% της ετήσιας παραγωγής της. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τότε οι αδελφοί Joe και Mike Berliner ουσιαστικά κινούσαν τα νήματα της Ducati.

Με το βλέμμα στη Harley

Ο μεγάλος αδελφός, Joe, ήταν πεπεισμένος για τη δυναμική της αγοράς των Η.Π.Α. –ειδικά μετά την τάση απόρριψης των μονοπωλίων, που έκανε τις αστυνομικές διευθύνσεις να ψάχνουν και εκτός Harley-Davidson–, και, με την Indian να σβήνει, αυτό σήμαινε ότι οι εισαγόμενες μοτοσυκλέτες είχαν ελπίδες. Αρχικά κοίταξαν προς τη μεριά της Zundapp, αλλά το ΚS601 σταμάτησε ξαφνικά να παράγεται το 1958, αν και είχε αρέσει πολύ στις Η.Π.Α. Έτσι, οι αδελφοί Berliner ζήτησαν από τη Ducati να σχεδιάσει μια μοτοσυκλέτα κατάλληλη για τη χρήση αυτή. Οι προδιαγραφές της αμερικανικής αστυνομίας είχαν μερικούς απαράβατους περιορισμούς: ο κυβισμός έπρεπε να είναι τουλάχιστον 1.200cc, το μεταξόνιο το λιγότερο 1.515mm και οι τροχοί 5.00 x 16’’ – τίποτε άλλο δεν θα γινόταν δεκτό.

Ο Taglioni έπιασε δουλειά και κατέληξε σε έναν αερόψυκτο V4 κινητήρα 90 μοιρών για τη βέλτιστη απόσβεση κραδασμών χωρίς αντικραδασμικό άξονα, στρόφαλο 180 μοιρών (δηλαδή τα πιστόνια ανεβοκατέβαιναν σε ζεύγη, σαν δύο συζευγμένοι V2) και κυβισμό 1.256cc, ελάχιστα παραπάνω από το σημείο αναφοράς, το μεγαλύτερο τότε Harley, το Duo Glide στα 1.215cc. Οι Berliner πρότειναν ακόμη υγρόψυξη, που ο Taglioni απέρριψε ως πολύπλοκη και άχρηστη, και άξονα, κάτι που ο Ιταλός σχεδιαστής δεν εμπιστευόταν. Άφησε ωστόσο χώρο στο σχέδιό του για αυτόματη μετάδοση που σκόπευε αργότερα να χρησιμοποιήσει.

Με διαστάσεις 84,5 x 56, αυτός ο κινητήρας ήταν ό,τι πιο υπερτετράγωνο είχε σχεδιάσει ποτέ ο Taglioni. Εγκατεστημένος ως ενεργό μέρος σε ένα στιβαρό ανοιχτό, διπλό πλαίσιο, οπωσδήποτε θα χάριζε στο Apollo καλύτερα κρατήματα από οποιοδήποτε μηχανάκι της Harley – η οποία, με τη σειρά της, μόλις είχε ανακαλύψει την πίσω ανάρτηση…

Το Apollo είχε ανάγκη τις επιδόσεις του, αλλά, μέχρι η τεχνολογία των ελαστικών να το προφτάσει, ήταν θανατηφόρο

Έτοιμο για ροντέο

Σχετικά συμπαγές σε διαστάσεις, με τον αλουμινένιο κινητήρα του να βοηθά στο να κρατιέται το βάρος στα 271 κιλά (έναντι 291 των Harley), το πρωτότυπο οδηγήθηκε πρώτα από τον Franco Farne, που διαμαρτυρήθηκε μετά την πρώτη του βόλτα ότι “στρίβει σαν νταλίκα!” Παρ’ όλα αυτά, πιστό στον “Αμερικάνικο Τρόπο”, το Ducati Berliner 1260 Apollo –όπως έγινε επισήμως γνωστό– προσέφερε τις απαραίτητες επιδόσεις στην ευθεία, με 100 ίππους στις 7.000 στροφές, πολύ πάνω από τους 55 ίππους του Harley, και τελική ταχύτητα άνω των 200 χιλιομέτρων. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά νούμερα, που αφορούσαν τη δυνατότερη μοτοσυκλέτα που είχε κατασκευαστεί μεταπολεμικά στην Ευρώπη. Επίσης, καταδικαστικά νούμερα, όπως ανακάλυψε ο δοκιμαστής της Ducati, Giancarlo “Fuzzi” Librenti. Πηγαίνοντας στην Autostrada για αρκετή ώρα με πάνω από 160, το πίσω λάστιχο άρχισε να διαλύεται. “Κατά κάποιον τρόπο που δεν μπορώ να περιγράψω, κατάφερα να το σταματήσω με τον πίσω τροχό μπλοκαρισμένο, είναι ένα θαύμα που ζω!”, δήλωσε ο Fuzzi. “Τώρα είμαι έτοιμος για ροντέο”, αστειευόταν αργότερα.

Σύντομα οι Ιταλοί ανακάλυψαν ότι το συμβάν με τον Librenti δεν ήταν μεμονωμένο. Ο κινητήρας ήταν πολύ δυνατός για τα 16άρια λάστιχα, ενώ δεν γλύτωσε ούτε η πιο ήπια έκδοση με τα μικρότερα Dell’Orto, που σταματούσε στους 80 ίππους. Η Ducati προχώρησε και σε μια ακόμη πιο κλειστή έκδοση με 65 ίππους, πάλι πάνω από τους 55 των Harley, η οποία δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα με τα λάστιχα – όμως πλέον δεν μπορούσαν να πουλήσουν το Apollo ως ένα λουσάτο sport-touring, αφού πλέον οι επιδόσεις του υπολείπονταν συγκρινόμενες με των BMW και των βρετανικών δικύλινδρων. Το Apollo είχε ανάγκη τις επιδόσεις του, αλλά, μέχρι η τεχνολογία των ελαστικών να το προφτάσει, ήταν θανατηφόρο.

Η κληρονομιά

Αυτή ήταν η ιδανική ευκαιρία για τη νέα Χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση της Ιταλίας να ακυρώσει το πρόγραμμα που ξεκίνησε στην πόλη-προπύργιο των κομουνιστών, τη Bologna. Η δικαιολογία τους ήταν ότι με μόνες πωλήσεις αυτές της αστυνομίας, το πρόγραμμα ήταν πολύ ακριβό για να δικαιολογήσει τις επενδύσεις στο εργοστάσιο της Ducati για μια νέα γραμμή παραγωγής. Την ώρα που ο Berliner έπειθε τον ένα μετά τον άλλο τους διοικητές αστυνομικών διευθύνσεων των Η.Π.Α. να αγοράσουν το Apollo, στην Ιταλία αποφασίστηκε διστακτικά η διακοπή του προγράμματος. Τα δύο πρωτότυπα που είχαν σταλεί στις Η.Π.Α. κλείστηκαν στις αποθήκες των αδελφών Berliner στο New Jersey και έμειναν ξεχασμένα σε μια γωνία για δύο δεκαετίες. Ήταν η υπενθύμιση μιας μοτοσυκλέτας που σκοτώθηκε από τις αψιμαχίες δύο πολιτικών κομμάτων στην Ιταλία και από τη δική της προχωρημένη τεχνολογία.

Παρ’ όλα αυτά, η μνήμη του Apollo συνέχισε να υπάρχει. Όπως τόνιζε ένα προφητικό άρθρο του περιοδικού Motociclismo το 1963, ο μισός V4 θα ήταν ιδανική βάση για μια οικογένεια V2 90 μοιρών. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Taglioni σχεδίασε τον πρώτο V2 750cc που είχε τις ρίζες του στον V4 του Apollo. Τριάντα χρόνια και δέκα παγκόσμιους τίτλους SBK αργότερα, η Ducati έχει την τιμή να αντιγράφεται από τη Honda και τη Suzuki, και τώρα είναι η σειρά του Desmosedici να αποδείξει την αξία του V4 – γεννώντας μια νέα οικογένεια μοντέλων δρόμου που πλέον ξέρουμε ότι θα πραγματοποιηθεί. Άραγε, θα λέγεται κανένα από αυτά Apollo;

TEXNIKA ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Κατασκευαστής / Μοντέλο                                                    Ducati Apollo 1260

Κινητήρας:                                                                              Τετράχρονος, αερόψυκτος, τετρακύλινδρος V 90o, 2 B/K και ένας εκκεντροφόρος με ωστήρια

Διάμετρος x Διαδρομή (mm):                                                84,5 x 56

Χωρητικότητα (cc):                                                                1.256

Σχέση συμπίεσης:                                                                   10:1

Τροφοδοσία:                                                                            4 καρμπιρατέρ 29mm Dell’Orto

Τύπος συμπλέκτη:                                                                  Υγρός πολύδισκος

Τελική μετάδοση:                                                                   Κιβώτιο πέντε σχέσεων, αλυσίδα

Πλαίσιο:                                                                                   Ατσάλινο διπλό ανοιχτό

Μεταξόνιο (mm):                                                                     1.555

Ύψος σέλας (mm):                                                                  760

Βάρος (kg):                                                                              271 στεγνό

Ανάρτηση εμπρός:                                                                  Τηλεσκοπικό πιρούνι Ceriani 38mm

Ανάρτηση πίσω:                                                                     Δύο αμορτισέρ Ceriani

Φρένο εμπρός / πίσω:                                                             Ταμπούρο 220mm με ένα έκκεντρο

Ελαστικό εμπρός / πίσω:                                                       5,00 x 16

Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm):                                                 100 / 7.000

Τελική ταχύτητα (km/h):                                                        200

Ετικέτες

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του

Χρησιμοποιήθηκε από παιδιά μέχρι και αγωνιζόμενους ενώ υπήρξε και snowrunner έκδοση από την Honda
Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του
Από το

motomag

13/9/2023

Το 1991 η Honda αποφάσισε να δημιουργήσει ένα φουτουριστικό crossover scooter το οποίο θα οδηγείται από όλους ανεξαιρέτως ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί να κινείται και εκτός δρόμου. Ο λόγος για το EZ-9 το οποίο αποτέλεσε τον προάγγελο των μελλοντικών crossover scooter που όλοι γνωρίζουμε σήμερα.

Στις μέρες μας scooter τα οποία πηγαίνουν στο χώμα και έχουν “διπλή προσωπικότητα” είναι κάτι συνηθισμένο καθώς ολοένα και περισσότεροι κατασκευαστές ακολουθούν τις επιταγές της αγοράς, παράγοντας μοντέλα που παντρεύουν την χρηστικότητα ενός scooter με την εκτός δρόμου περιπέτεια. Ωστόσο το να δούμε σε παραγωγή ένα scooter crossover από κάποια εταιρεία το 1991 αποτελούσε σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η Honda ανέκαθεν δοκίμαζε περίεργα μοντέλα απευθείας σε παραγωγή και το κάνει και τώρα, όπως για παράδειγμα το Vultus που δεν προχώρησε εμπορικά. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε. Το είχαμε δει μάλιστα για πρώτη φορά σε μία σπηλιά στην Ισπανία γεμάτη νυκτερίδες -ναι έτσι ακριβώς- στα πλαίσια δημοσιογραφικής παρουσίασης των CB500 όπου είχαν την φαεινή ιδέα μιας στατικής παρουσίασης του συγκεκριμένου μοντέλου. Εξαιρετικά περίεργο σε εμφάνιση και θέση οδήγησης δεν προχώρησε στην αγορά. Όμως αντίστοιχο βήμα έχουν κάνει και με το X-ADV που όπως έχουμε γράψει ο Ιταλός σχεδιαστής το εμπνεύστηκε όσο βρισκόταν για διακοπές στην Ίο, και όχι απλά πέτυχε εμπορικά αλλά έφτιαξε μία κατηγορία από μόνο του.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του
Ανεπανάληπτο design του '90!

Οπότε η Honda πάντα είχε το σθένος να δοκιμάζει απευθείας σε παραγωγή διάφορα μοντέλα που οι έρευνες στα χαρτιά έλεγαν πως θα αποτύχουν, σημειώνοντας αποτυχίες αλλά και τρομερές επιτυχίες. Κάπως έτσι παρουσιάζει και το 1990 στο Tokyo Motor Show ένα πρωτότυπο ηλεκτρικό scooter με ονομασία EZ-9 το οποίο έφερε στο μοντέρνα πλαστικά του το λογότυπο HondaCub”. Όπως καλά καταλάβατε με αυτή την κίνηση η Honda ήθελε να τοποθετήσει το νέο της τέκνο στην οικογένεια Cub η οποία έγραφε τη δική της ιστορία στον εμπορικό στίβο εκείνη την εποχή.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του
Σήμερα το μπερδεύεις με μοντέλο εμπνευσμένο από τα Playmobil, τότε το έβλεπαν με θαυμασμό

Από λευκό χαρτί με στόχο την ευκολία

Το δίχρονο πλέον Honda EZ-9 βγήκε στην παραγωγή το 1991, ωστόσο δεν έφτασε σε όλες τις χώρες του κόσμου -στην Ελλάδα έφτασαν κάποια μοντέλα του EZ-9 μέσω παραεισαγωγής- ενώ το συγκεκριμένο scooter σταμάτησε να παράγεται το 1996. Το Honda EZ-9 σχεδιάστηκε από το μηδέν με τους ανθρώπους της ιαπωνικής εταιρείας να έχουν ως στόχο να φτιάξουν ένα scooter ευκολοδήγητο το οποίο θα απευθύνεται κυριολεκτικά σε όλους. Άλλωστε το η "ευκολότερη μοτοσυκλέτα του κόσμου", δεν δόθηκε τυχαία. Αρχικά το EZ-9 ήταν εξωπραγματικό σε εμφάνιση για τα δεδομένα της εποχής εκείνης -μην ξεχνάμε πως μιλάμε για το 1991- καθώς ο φουτουριστικός σχεδιασμός του το έκανε να ξεχωρίσει με το καλημέρα ενώ λίγο αργότερα είδαμε πολλούς κατασκευαστές να υιοθετούν παρόμοιο σχεδιασμό όπως για παράδειγμα η Piaggio με το Typhoon.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του
κινητήρας στο κέντρο και κίνηση με αλυσίδα...

Κάτω από το φουτουριστικό πλαστικό φαίρινγκ του EZ-9, υπήρχε ένα ατσάλινο πλαίσιο το οποίο φιλοξενούσε τον δίχρονο κινητήρα των 90 κυβικών εκατοστών ενώ πέριξ αυτού υπήρχε ατσάλινη ποδιά ώστε να τον προστατεύει από τις επαφές κατά την εκτός δρόμου οδήγηση. Το EZ-9 είχε αυτόματο κιβώτιο ενώ ο κινητήρας απέδιδε 10 ίππους με την τελική ταχύτητα να αγγίζει τα 80 χλμ./ώρα. Σε κάποιες χώρες όπως στην γειτονική μας Ιταλία λόγω νομοθεσίας υπήρξε μετατροπή στον κινητήρα με το Honda EZ-9 να αποκτά κινητήρα 49 κυβικών εκατοστών και να ονομάζεται EZ-5.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του
Οι διαφημιστικές καταχωρήσεις της εποχής τόνιζαν την ευκολία χειρισμού του

Η εκκίνηση γινόταν με μίζα ενώ η τελική μετάδοση γινόταν με αλυσίδα στην δεξιά πλευρά του κινητήρα. Το Honda EZ-9 ζύγιζε μόλις 83 κιλά χωρίς υγρά, με τους τρακτερωτούς τροχούς να είναι 12 ίντσες μπροστά και 10 πίσω. Για την πέδηση υπήρχαν ταμπούρα εμπρός και πίσω ενώ η πίσω ανάρτηση είχε ένα μονό αμορτισέρ. Το ύψος του εν λόγω scooter ήταν 749 χλστ. και ο λόγος ήταν προφανής, να μπορεί να οδηγηθεί από όλους με ευκολία, είχε αποθηκευτικό χώρο λίγο πιο κάτω από τιμόνι για μικροαντικείμενα.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του

Το EZ-9 χάρη στην μεγαλύτερη διαδρομή αναρτήσεων και τα τρακτερωτά του ελαστικά είχε και χωμάτινες βλέψεις καθώς μπορούσε να οδηγηθεί κάλλιστα και εκτός δρόμου κάνοντας κάτι διαφορετικό σε σχέση με ότι είχαμε συνηθίσει από τα scooter εκείνης της εποχής. Ή ακόμη καλύτερα εξυπηρετώντας τις ανάγκες πιο ολοκληρωμένα, γιατί ήταν πολύ συνηθισμένο να πατούν χωματόδρομους τα σκούτερ της εποχής του.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του

Φυσικά ποιος άλλος αν όχι το MOTO, θα είχε πλήρη δοκιμή ΑΚΟΜΗ και για αυτό το μοντέλο! Μπορούμε να σας πούμε με βεβαιότητα πως θα ήταν απόλυτα διασκεδαστικό και άκρως πρακτικό ακόμη και σήμερα, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά και καταλαβαίνουμε εκείνους τους συλλέκτες ανά την Ευρώπη που τα μαζεύουν και τα συντηρούν, βγαίνοντας που και που καμιά βόλτα. Οι δυνατότητές του μεγάλες, όπως φαίνεται και στην παρακάτω φωτογραφία από την δοκιμή εκείνης της εποχής, στο τεύχος #117 Νοέμβριος 1994:

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του

Easy 9 από τους απλούς αναβάτες μέχρι τους παγκόσμιους

Μπορεί το EZ-9 να ήταν κάτι μοναδικό από πλευράς σχεδιασμού για το 1991, ωστόσο έπρεπε αυτό να έχει και θετικό πρόσημο όσον αφορά τις πωλήσεις. Η Honda δεν έκατσε με σταυρωμένα χέρια και αποφάσισε να ρίξει το διαφημιστικό βάρος στο πόσο εύκολο είναι στην οδήγηση το ΕΖ-9. Στις διαφημιστικές καμπάνιες της χρησιμοποίησε τόσο απλούς αναβάτες, οικογενειάρχες ακόμη και παιδιά όσο επίσης και επαγγελματίες οδηγούς αγώνων μοτοσυκλετών -κυρίως εκτός δρόμου- οι οποίοι έκαναν ακόμη και άλματα.

Οι διαφημιστικές καταχωρήσεις της εποχής τόνιζαν την ευκολία χειρισμού του

To EZ-9 είχε έναν και μόνο στόχο επί της ουσίας να γίνει ένα όχημα το οποίο θα οδηγείται από όλους, σε κάθε συνθήκη και χωρίς φόβο, άλλωστε δεν ήταν τυχαίο το γεγονός πως κυρίως στην Αμερική πολλά τροχόσπιτα κουβαλούσαν και το μικρό scooter της Honda ώστε στη συνέχεια να το χρησιμοποιούν ως μέσο μετακίνησης στις τοποθεσίες που παραθέριζαν. Εκτός όμως από τους κοινούς θνητούς, το Honda EZ-9 έκανε την εμφάνιση του και στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, όχι δεν υπήρξε κάποιο ενιαίο πρωτάθλημα απλά το EZ-9 χρησιμοποιήθηκε ως pit bike από πολλούς αγωνιζόμενους σε διάφορα πρωταθλήματα του μηχανοκίνητου αθλητισμού σε κάθε είδος.

Για να σας δώσουμε μια ένδειξη ο θρύλος του MotoGP Valentino Rossi χρησιμοποιούσε το συγκεκριμένο scooter για να μετακινείται στα paddock όταν αγωνιζόταν στην Aprilia, ενώ ο Ιάπωνας οδηγός της Honda στη Formula 1 Takuma Sato χρησιμοποιούσε το EZ-9 για να μετακινείται και αυτός στα paddock. Ακόμη το EZ-9 χρησιμοποιήθηκε ως μέσο μεταφοράς από οδηγούς αγώνων τόσο στο motocross όσο και σε διάσημους αγώνες αυτοκινήτων κυρίως στην Αμερική.

Οι διαφημιστικές καταχωρήσεις της εποχής τόνιζαν την ευκολία χειρισμού του
τότε ήταν πιο εύκολο για έναν αναβάτη της Aprilia να εμφανιστεί σε ιαπωνικό σκούτερ, συγκριτικά με σήμερα

Το κύκνειο άσμα και η έκδοση για το χιόνι

Το Honda EZ-9 από το 1991 που παρουσιάστηκε, μέχρι και το 1996 που σταμάτησε να πωλείται δεν είχε κάποιες αλλαγές όσον αφορά τα τεχνικά του χαρακτηριστικά, οι μόνες αλλαγές που έγιναν από την Honda αφορούσαν τους χρωματισμούς. Το κύριο χρώμα ήταν το λευκό ενώ κατά διαστήματα προστέθηκαν και κάποιοι άλλοι χρωματισμοί με βάση πάντα το λευκό χρώμα. Ωστόσο το 1992 είδαμε κάτι ξεχωριστό από την Honda, καθώς παρουσίασε μια έκδοση EZ-9 snowrunner η οποία επί της ουσίας ήταν ένα scooter snowmobile. Ναι δεν κάνουμε πλάκα η ιαπωνική εταιρεία πουλούσε το EZ-9 με πέδιλα χιονιού μπροστά και λαστιχένια ερπύστρια πίσω… και για να σας προλάβουμε ο υποψήφιος αγοραστής το αγόραζε σε αυτήν την μορφή δεν αγόραζε κάποιο επιπλέον εξοπλισμό, ωστόσο αργότερα υπήρξε η δυνατότητα αγοράς του εν λόγω εξοπλισμού από after market εταιρείες.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του
Σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί να μην υπάρχει και τώρα κάτι τέτοιο!

Το 1996, το EZ-9 έριξε την αυλαία καθώς σταμάτησε να πωλείται, ωστόσο άφησε πίσω του μια μεγάλη κληρονομιά κυρίως στον σχεδιαστικό τομέα καθώς όπως σας αναφέραμε αρκετοί κατασκευαστές υιοθέτησαν την συγκεκριμένη ιδέα, το πιο σημαντικό όμως είναι πως το EZ-9 αποτέλεσε τον προάγγελο πολύ αργότερα όμως των σύγχρονων crossover scooter όπως για παράδειγμα του X-ADV. Πάντως αν κάποιος ενδιαφέρεται σήμερα να αγοράσει ένα Honda EZ-9 μπορεί να βρει στο διαδίκτυο με τις τιμές να ξεκινούν από τα 5.000 ευρώ ενώ αν θέλετε την έκδοση snowrunner τότε θα πρέπει να δαπανήσετε το διπλάσιο ποσό, ωστόσο θα έχετε αποκτήσει ένα μοντέλο το οποίο άφησε χωρίς να το ξέρει την δική του ιστορία στον χώρο της μοτοσυκλέτας.

Honda EZ-9: Το crossover scooter του ’90, που ήταν μπροστά από την εποχή του