Egli V-MAX 1500

O Mad Max των μοτοσυκλετών
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

8/8/2017

Mad Max

Στη χώρα όπου ανθεί το είδος των μοτοσυκλετιστών “στρίβω σταματημένος και γκαζώνω δίχως αύριο στην ευθεία”, μια γιαπωνέζικη μοτοσυκλέτα κατάφερε να αντιμετωπίσει στα ίσια τα αμερικανικά μαστόδοντα έχοντας περάσει από το ελβετικό κέντρο θεραπείας του Fritz Egli. Με 1.500 κυβικά και 174 άλογα, το “MadV-Max που στήνει ο Egli απειλεί να εξαϋλώσει ο,τιδήποτε τολμά να σταθεί δίπλα του – αρκεί η ευθεία να μη διακόπτεται από στροφές

Ο τριαντάρης με το γκρι κουστούμι που οδηγούσε τη μαύρη Porsche Carrera με τις ιταλικές πινακίδες, μάλλον πήγαινε στη Ζυρίχη για να συζητήσει με τους Ελβετούς χρηματιστές για αγοροπωλησίες ευρώ, δολαρίων, μετοχών ή οτιδήποτε άλλο – προφανώς πάντως βιαζόταν να φτάσει γρήγορα, αν κρίνω από τον τρόπο που ξεκίνησε σπινάροντας μπροστά μου μόλις άναψε πράσινο στο φανάρι της λίμνης. Καθόλου Ελβετός, φανερά Λατίνος.

Ήταν αδύνατον να αντισταθώ, οπότε πολύ ήρεμα στάθηκα δίπλα του. Το υπόκωφο μούγκρισμα των ημιελεύθερων εξατμίσεων συνδυαζόταν περίεργα με τον ήχο από τις κουδούνες των αγελάδων που μας κοιτούσαν πάνω απ’ τον φράχτη, ενώ τα σαγόνια τους αναμασούσαν τη τροφή τους καθώς υπολόγιζαν τις πιθανότητες που έχει η μοτοσυκλέτα κόντρα στο αυτοκίνητο. Θα το ’χαν δει το έργο να επαναλαμβάνεται εκατοντάδες φορές από τον περιφραγμένο χώρο τους στο σταυροδρόμι, όμως ο τύπος με την Porsche ήταν πολύ απασχολημένος να κοιτάει το φανάρι και δεν έδωσε καμία σημασία στην επιθετική στάση του Yamaha και φυσικά ούτε στο μεγάλο υδρόψυκτο V4 μοτέρ με τις γυαλισμένες εισαγωγές στις δύο πλευρές του φιλτροκουτιού με το μεταλλικό μπλε κάλυμμα. Ή μπορεί και να πίστευε ότι το high tech γερμανικό εργαλείο του θα μπορούσε να ρίξει σε οποιοδήποτε ρετρό –18 ετών– streetrod.

Έβαλα πρώτη και από το σκληρό σύστημα μετάδοσης της Yamaha ακούστηκε ένας μεταλλικός ήχος, αλλά και πάλι εκείνος δεν κούνησε ούτε βλέφαρο. Συμπεριφορά ακριβώς όπως την περιγράφει το εγχειρίδιο του αντάρτη των πόλεων στο κεφάλαιο “Αιφνιδιαστική Επίθεση”. Αποφάσισα να μην τον δυσκολέψω. Όταν έγινε πράσινο, και επειδή δεν είχα συνηθίσει τον σκληρό συμπλέκτη, τον άφησα να πάρει κεφάλι. Αντί να ανεβάσω τον 1.500cc δεκαεξαβάλβιδο κινητήρα με 2 ΕΕΚ στο κόκκινο και να αφήσω τον συμπλέκτη απότομα, άνοιξα το γκάζι πολύ γλυκά, οπότε αισθάνθηκα στο πόδι μου τα καυσαέρια της Porsche καθώς ξεκινούσε με πολλή δύναμη. Όμως συνέχισα να ανοίγω το γκάζι μέχρι ότου η βελόνα του μικρούτσικου στροφόμετρου πάνω στο ρεζερβουάρ έφτασε τις 6.000, καθώς έμπαινε το V-Boost. Τότε μπήκαμε στη φάση εκτόξευσης. Εγώ πετάχτηκα πίσω στο τέρμα της σέλας και τα χέρια μου κόντεψαν να βγουν από τις κλειδώσεις, καθώς η μηχανή άρχιζε να σουζάρει ενώ εγώ προσπαθούσα να κρατηθώ στην ευθεία. Έβαλα δευτέρα, μετά τρίτη και η δύναμη συνέχιζε ναι έρχεται ασταμάτητη. Είχαμε μετατρέψει τον δρόμο στην ηλιόλουστη Ελβετική πλαγιά δίπλα στη λίμνη σε πίστα dragster, και ώς τα μισά της ευθείας η Porsche ήταν παρελθόν – μάλλον ούτε που θα με πήρε χαμπάρι ο τύπος μέσα από τα φιμέ τζάμια του…

Φτάνοντας στο τέλος της πίστας μας, η Carrera φαινόταν αμυδρά στους καθρέφτες μου με τους μηδενικούς κραδασμούς, μέχρι που συνειδητοποίησα πού βρισκόμουν. Στην Ελβετία, όπου σε κάθε γωνία υπάρχουν κάμερες και μπάτσοι έτοιμοι να σου κόψουν κλήση αν πας με 2 χιλιόμετρα πάνω από το όριο, εγώ πήγαινα με 200. Αφήνοντας το γκάζι, έβγαλα την Egli από την τροχιά και την έφερα πίσω στη γη. Όμως αν οδηγείς το τελευταίο μοντέλο της Porsche Carrera, αντέχεις να πληρώσεις την κλήση. Με έφτασε και παραλίγο να πέσει πάνω μου καθώς έσκυβε προς το παράθυρο του συνοδηγού για να κοιτάξει. Τότε άναψαν τα σινιάλα της αναγνώρισης και έκανε νόημα ότι παραδεχόταν την ήττα του.

Γεροδεμένος μεσήλικας

Μπορεί να φαίνεται απίστευτο, κι όμως το μυώδες ορόσημο της Yamaha, το V-Max, έγινε μεσήλιξ και ετοιμάζεται για σύνταξη. Με τον πρόσφατο θάνατο του παπιού C90, το σκήπτρο της μακροβιότερης μοτοσυκλέτας σε παραγωγή πέρασε από τα μικρά στα μεγάλα, από την οικονομία στη σπατάλη, τώρα είναι το V-Max που ξεπέρασε τους πάντες. Δεκαεννιά χρόνια έχουν περάσει από τη μέρα που παρουσιάστηκε, το 1985. Το θρυλικό maxi-rod της Yamaha συνεχίζει να είναι μαζί μας και να υπάρχει στους καταλόγους της αντιπροσωπείας σε επιλεγμένες χώρες για να ικανοποιεί τους λιγότερους αλλά πάντα σκληροπυρηνικούς πελάτες. Για μυώδη εμφάνιση που να συνοδεύεται από απροβλημάτιστες επιδόσεις στην ευθεία, δεν υπάρχει καλύτερη επιλογή από τη V-Max.

Σίγουρα είναι και το πιο επικερδές μοντέλο που έχει κατασκευάσει μέχρι σήμερα η Yamaha, έχοντας αποσβέσει το κόστος εξέλιξης και μηχανημάτων παραγωγής αρκετές φορές τα τελευταία είκοσι χρόνια – ειδικά αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι ο V4 είχε αρχικά κατασκευαστεί για να κινεί το Venture land yacht, το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο της Yamaha, μέχρι που τον μετέτρεψαν μετά από απαίτηση της Yamaha Αμερικής ώστε να αποκτήσουν ένα street dragster για να συναγωνιστεί τα αντίπαλα Honda V65 Magna και Kawasaki 900 Eliminator. Μήπως τα θυμάστε; Κανένας άλλος; Όμως, μέσα στις δύο δεκαετίες που αυτές σταδιοδρόμησαν, δεκάδες χιλιάδες V-Max κατασκευάστηκαν και πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο, ανάμεσά τους και η φιμωμένη έκδοση J με τα 100 άλογα που πουλήθηκε καθυστερημένα στις ελεγχόμενες από την αστυνομία αγορές, όπως η Γαλλία (όπου έγινε και ακόμα παραμένει ένα προϊόν cult), αλλά και η ελεύθερη έκδοση με τα 140 άλογα που εισαγόταν παράνομα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τη δεκαετία του ’90. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνεται και το πολύ αποδοτικό V-Boost που δεν υπάρχει στη φτηνότερη έκδοση, μια υδραυλικά υποβοηθούμενη βαλβίδα στην εισαγωγή ανοίγει στις 6.000 στροφές για να τραφεί ο κάθε κύλινδρος από δύο Μikuni 35άρια αντί για ένα στις χαμηλότερες στροφές. Θα μπορούσατε να το ονομάσετε παθητική υπερσυμπίεση. Επιπλέον, το V-Max κυριαρχεί στις μοτοσυκλέτες που εκτός από επιδόσεις προσφέρουν στον ιδιοκτήτη και τη δυνατότητα να τους δώσει το προσωπικό του στυλ. Έτσι, ελάχιστες από τις δεκάδες χιλιάδες που έχουν κατά καιρούς πουληθεί έχουν παραμείνει απείραχτες, όπως τις έφτιαξε η μάνα τους.

Η τρέλα πάει στα (ελβετικά) βουνά

Κατά ειρωνικό τρόπο, η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία παλαβών, παράνομα γρήγορων μοτοσυκλετών κατά κεφαλήν στην Ευρώπη είναι η ανιαρή και γέρικη Ελβετία, ο τόπος όπου οι οικολόγοι έχουν διαβρώσει τα πάντα, ώστε αν τολμήσεις να αφήσεις τη μηχανή αναμμένη όσο περιμένεις στο κόκκινο, θα εμφανιστεί κάποιος ενοχλητικός πεζός και θα σου τα ψάλει. Και παρ’ όλα αυτά, είναι το καταλληλότερο έδαφος για τις πιο εξωτικές μηχανές που μπορεί να φανταστεί κανείς. Θα τους έχει πειράξει το αλπικό υψόμετρο, ή θα φταίει το πολύ μούσλι που έχουν φάει για πρωινό, αλλά αυτό βοηθά στο να καταλάβουμε γιατί η ελβετική αγορά έχει αγοράσει τόσα πολλά V-Max και γιατί ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του Fritz Egli είναι το να κάνει τα Max ακόμα πιο τρελά για τους πελάτες του.

Έχουν περάσει πάνω από τριάντα χρόνια από τότε που ο Egli επινόησε τα café racer με το πρώτο Egli-Vincent V2 racer με φώτα. Από τότε έχει διατρέξει όλη τη γκάμα της δίτροχης υπερβολής, κατασκευάζοντας περίπου 3.000 χειροποίητες μοτοσυκλέτες με μια μεγάλη ποικιλία κινητήρων. Από μονοκύλινδροι μέχρι εξακύλινδροι, turbocharged, supercharged ή απλώς βελτιωμένοι χωρίς να φαίνεται, όλοι τοποθετημένοι στο δικό του χαρακτηριστικό πλαίσιο-ραχοκοκκαλιά. Αυτά κατασκευάζονται κατόπιν παραγγελίας στο εργοστάσιό του που στεγάζεται σε μια πρώην αποθήκη ξυλείας στην κορφή ενός λόφου νότια της Ζυρίχης, εκεί όπου ο κύριος όγκος της δουλειάς του τα τελευταία 26 χρόνια είναι να βελτιώνει αμερικάνικους μυώδεις V8 κινητήρες μαζί με τους αντίστοιχους για μοτοσυκλέτες, τους βελτιωμένους Egli V4 Yamaha V-Max – και να μην ξεχάσουμε τα τρίκυκλα: μερικοί πελάτες του έχουν βάλει καλάθι στα V-Max!

Tο V-Max κυριαρχεί στις μοτοσυκλέτες που εκτός από επιδόσεις προσφέρουν στον ιδιοκτήτη και τη δυνατότητα να τους δώσει το προσωπικό του στυλ

Δεν κάνει για την Ελβετία!

 “Την πρώτη φορά που άκουσα κάποιο V-Max, το 1985, μου δημιούργησε την ίδια αίσθηση με τον δικό μας Chevy V8”, λέει ο Fritz αναπολώντας τα παλιά. “Έβγαζε τον ίδιο μπάσο ήχο, είχε την ίδια σειρά ανάφλεξης και την ίδια τρομερή ροπή που τον έκανε βασιλιά των Grand Prix των φαναριών, πολύ δυνατός κινητήρας για μηχανή street, με περισσότερα άλογα απ’ ότι τα 500GP της εποχής! Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι ήθελα να ασχοληθώ μαζί του, κι όταν το κατάφερα αντιλήφθηκα ότι είναι μια πολύ καλή και ισορροπημένη μοτοσυκλέτα με εμφάνιση που ποτέ δεν θα δείχνει γερασμένη. Η Yamaha τη σχεδίασε πολύ καλά, δεν υπήρχε λόγος για ειδικά πλαίσια. Είναι ένα εξαίρετο πακέτο, που για κάποιον εξωφρενικό λόγο δεν μπορούσε στην αρχή να την πουλήσει ο επίσημος εισαγωγέας, επειδή, όπως είπε, δεν έκανε για την αγορά της Ελβετίας! Πήγαμε στην Αμερική για να τις αποκτήσουμε, και μέχρι σήμερα έχουμε φέρει πάνω από 1.200 στη δυνατή έκδοση με τα 140 άλογα. Τότε αντιλήφθηκε ο αντιπρόσωπος την επιτυχία μας και αποφάσισε να αρχίσει και αυτός να τις εισάγει, όμως τότε μπορούσε να προμηθευτεί μόνο τη γιαπωνέζικη έκδοση με τα 100 άλογα! Μας ευχαριστούσε πολύ που μπορούσαμε να τις εισάγουμε και να τις πουλάμε σε ευτυχείς πελάτες, οι οποίοι συνέχιζαν να επιστρέφουν ζητώντας μετατροπές. Είναι μια μοτοσυκλέτα που γεννήθηκε καλά, έζησε μια καλή ζωή και ακόμα χαίρει άκρας υγείας!”

Μια μοτοσυκλέτα που έδωσε τη δυνατότητα στον Fritz να ξεδιπλώσει όλο το δημιουργικό του ταλέντο, από αισθητικής αλλά και μηχανολογικής άποψης. “Οι φανατικοί των V-Max είναι ιδιαίτεροι άνθρωποι”, λέει ο Egli. “Τους αρέσει να διαμορφώνουν τη μοτοσυκλέτα τους, και παρ’ όλο που προσωπικά την προτιμώ έτσι όπως τη σχεδίασε η Yamaha, μπορέσαμε να κάνουμε πολλή δουλειά στην εμφάνισή των το V-Max. Διαθέτουμε μια πολύ καλή ομάδα στο εργαστήριο, από ανθρώπους που τους αρέσει να δουλεύει πάνω στις μοτοσυκλέτες, γνωρίζοντάς τες πολύ καλά – μπορούν να ανακαλύψουν προβλήματα και να τα διορθώσουν, όπως το να βελτιώσουν το πλαίσιο κάνοντάς το περισσότερο άκαμπτο και εξαλείφοντας τους συμβιβασμούς της μαζικής παραγωγής. Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και η ρύθμιση του μπροστινού που μπορεί να χάνει μέχρι και 15 mm στην ευθυγράμμισή του, τοποθετώντας καλύτερης ποιότητας ρουλεμάν. Συμβαίνει το ίδιο με οτιδήποτε δουλεύεις πολύ – μαθαίνεις πώς να το βελτιώνεις”.

Αναπόφευκτα δημιουργήθηκε η ανάγκη να μεγιστοποιηθεί η απόδοση του V-Max, που έτσι κι αλλιώς είναι μεγάλη, όμως αντίθετα απ’ ό,τι συνέβαινε με πολλούς γιαπωνέζικους κινητήρες, όταν ο Egli δοκίμασε στην αρχή να βελτιώσει τον V4, έπαθε την πλάκα του. “Έχοντας δουλέψει πάνω σε τόσους πολλούς γιαπωνέζικους τετρακύλινδρους κινητήρες, στους οποίους έχουμε βγάλει πάνω από 200 άλογα για χρήση δρόμου, περιμέναμε ότι θα ήταν εύκολο να βγάλουμε κάτι παραπάνω από το V-Max. Όμως, παρόλο που θα ήθελα να σας περιγράψω τα θαυμάσια πράγματα που κάναμε στο εσωτερικό του κινητήρα, βασισμένα στην προηγούμενη πείρα μας, η αλήθεια είναι ότι, έτσι που τον έχει φτιάξει η Yamaha, είναι δύσκολο να καταφέρεις κάτι παραπάνω! Κερδίσαμε λίγο προσέχοντας τις εισαγωγές και εξαγωγές, τοποθετώντας εκκεντροφόρους Honda, αλλά αυτό γινόταν εις βάρος της απόδοσης στις μεσαίες στροφές και της ροπής. Η μόνη βελτίωση που μπορέσαμε να βρούμε ήταν να μεγαλώσουμε τις βαλβίδες κατά 1,5mm, τροποποιώντας τις έδρες των βαλβίδων για να ταιριάζουν καλύτερα με την κεφαλή. Έχοντας πειραματισθεί ακόμα και με όλα τα είδη των καρμπιρατέρ, αναγκαστήκαμε να παραδεχτούμε ότι τα στάνταρ Mikuni όταν ρυθμιστούν σωστά είναι η καλύτερη επιλογή!

Επίσης αφιερώσαμε πολύ χρόνο στο να βελτιώσουμε το σχήμα των θαλάμων καύσης, αλλά και πάλι αναγκαστήκαμε να αποδεχτούμε την ήττα μας, ενώ ακόμα και το σύστημα της εξάτμισης είναι πολύ καλό. Δοκιμάσαμε όλες τις εξατμίσεις που κυκλοφορούν στην αγορά, μέχρι που φτιάξαμε και τη δικιά μας – αλλά ενώ κερδίσαμε σε θόρυβο, χάσαμε σε απόδοση. Πολύ σπάσιμο! Στο τέλος, το μόνο που κάνουμε είναι να διατηρούμε τους αυλούς εξαγωγής και να μετατρέπουμε λίγο τα τελικά, ανοίγοντάς τα για να βγάλουμε τον έναν από τους τρεις θαλάμους και να βελτιωθεί η ροή. Όμως οι μηχανικοί της Yamaha που σχεδίασαν αυτή τη μοτοσυκλέτα ήταν πολύ έξυπνοι άνθρωποι, και το ότι το V-Max έχει τόσο μακροχρόνια ζωή το χρωστάει απλώς και μόνο στο ότι το σχεδίασαν τόσο καλά!”

Μεγάλη με τα όλα της

Έτσι, αν και ο Egli έχει φτιάξει και ένα υπερτροφοδοτούμενο V-Max με Roots κομπρέσορα που αποδίδει πάνω από 200 άλογα, αυτή ήταν μεμονωμένη περίπτωση. Αντίθετα, υπάρχουν πολλά V-Max 1500, “μεγάλα και με τα όλα τους”, που φοράνε τις μετατροπές του Egli για να κάνουν το κομμάτι τους στα φανάρια της κεντρικής Ευρώπης. Όπως αυτό με το οποίο βγήκα να κυνηγήσω Porsche κοντά στη Ζυρίχη, επίσης με ρουχαλάκια σχεδιασμένα από τον Egli.

“Οι πελάτες πολύ συχνά ζητάνε βελτιώσεις για να κάνουν το καλό καλύτερο”, λέει ο Fritz, “αλλά όταν σκεφτόμουν να φτιάξω ένα κιτ για εκκεντροφόρους ή για κεφαλές υψηλής συμπίεσης, κατέληξα ότι ήταν λάθος επιλογή: το V-Max είναι μόνο για χρήση δρόμου και όχι για πίστες, οπότε πρέπει να έχει πολλή ροπή και δύναμη στις μεσαίες στροφές, χωρίς να θυσιάζει τη δύναμη χαμηλά για να πετύχει εντυπωσιακά νούμερα ψηλά. Ο δρόμος των πολλών κυβικών ήταν η λογική επιλογή για μια τέτοια μοτοσυκλέτα δρόμου, οπότε πριν από τέσσερα χρόνια αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω σε ένα κιτ για να γίνει ο 1.500άρης που έχουμε τώρα σε παραγωγή. Είναι η μοναδική μετατροπή που έχει νόημα σε αυτόν τον κινητήρα”. Βέβαια, δεν ήταν εύκολο να φτάσουν μέχρι εκεί. “Η κεφαλή δεν πατάει απόλυτα σωστά στο μπλοκ των κυλίνδρων, οπότε είχαμε καμένες φλάντζες. Χρησιμοποιήσαμε ειδική φλάντζα που διαθέτει O-ring για να πιέζεται μέσα στο μπλοκ και να παραμένει σίγουρα σφραγισμένο, όμως μετά είχαμε δυσκολία να βρούμε πιστόνια μεγάλης διαμέτρου που να μην είναι τόσο βαριά και να προκαλούν πρόβλημα στις μπιέλες. Ύστερα από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες, απορρίψαμε την αύξηση της διαδρομής και καταλήξαμε να αυξήσουμε τη χωρητικότητα χρησιμοποιώντας πιστόνια Venolia με 9mm μεγαλύτερη διάμετρο και μπιέλες Carrillo, που είναι πολύ αξιόπιστα και καλοφτιαγμένα”.

Έτσι η χωρητικότητα του υδρόψυκτου V4 70 μοιρών αυξήθηκε κατά 25% και έφτασε στα 1.498cc. Τα πιστόνια χρησιμοποιούν δύο ελατήρια αντί για τρία του στοκ κινητήρα, ώστε να μειωθούν οι τριβές χωρίς όμως να παρουσιαστούν προβλήματα με το λάδι να περνάει στο θάλαμο καύσης, σύμφωνα με τον Fritz, ενώ ο στοκ στρόφαλος διατηρεί το ίδιο ζύγισμα αν και χρησιμοποιούνται βαρύτερα πιστόνια. Το εργοστασιακό κιβώτιο πέντε ταχυτήτων με τη μετάδοση με άξονα διατηρείται, αλλά με τροποποιημένο συμπλέκτη για να μπορεί να αντιμετωπίσει τη μεγάλη αύξηση της δύναμης: 174 ίπποι στις 8.200 μετρημένα στον συμπλέκτη από τα 138 στις 8.500 της εργοστασιακής μοτοσυκλέτας. Αυτό αντιστοιχεί με όχι περισσότερα από 120 στον τροχό, πράγμα που σημαίνει ότι μετά από 18 χρόνια το V-Max χωρίς μετατροπές είναι εύκολο θήραμα για ένα σωστά οδηγημένο supersport 600.

Σίγουρα τα πράγματα είναι διαφορετικά με την ενάμισι λίτρου maxi-rod του Egli, ειδικά χάρη στην πλούσια ροπή της, η οποία με 17 kg.m στις 5.000 θυμίζει μάλλον τρακτέρ αν συγκριθεί με τα έτσι κι αλλιώς εντυπωσιακά 10 kg.m στις 3.000 που βγάζει όπως έρχεται από τη Yamaha. Το ιδεώδες θα ήταν να χρησιμοποιούσε τον φυγοκεντρικό συμπλέκτη από την Αμερική που ο Fritz έχει χρησιμοποιήσει επανειλημμένα στις άλλες μοτοσυκλέτες που έχει φτιάξει, όπως το Egli-Kawasaki 1200 turbo και το GSX 1400 Egli-Suzuki. Αυτό δουλεύει καλύτερα χωρίς να βαρύνει πολύ η μανέτα, βεβαιώνει ο Fritz, αλλά επειδή δυσκολευόταν να τα προμηθευτεί, αναγκάστηκε να συμβιβαστεί και να βάλει έναν ακόμα δίσκο και σκληρότερα ελατήρια στο στοκ συμπλέκτη. “Θα προτιμούσα να είναι ελαφρύτερη η μανέτα του συμπλέκτη, αλλά και έτσι νομίζω ότι είναι αποδεκτή. Δεν είναι τόσο βαριά όσο της Ducati!”

Οδηγώντας το “Μad Max” όπως το έχει βελτιώσει ο Egli, απορείς γιατί δεν διαθέτει επιλογέα Hurst στο πεντάρι κιβώτιο κάτω από το πόδι σου, όπως είθισται στα αμερικάνικα μηχανήματα για κόντρες – αν και κυκλοφορώντας στο δρόμο με αυτή τη μοτοσυκλέτα οι αλλαγές είναι περιττές με τέτοια περίσσεια δύναμης σε όλες τις ταχύτητες. Η ρεπρίζ με πέμπτη είναι φοβερή, όμως αν δουλεύεις λίγο το κιβώτιο και πολύ περισσότερο το γκάζι, θα είσαι ευγνώμων που το V-Max έχει τόσο μακρύ μεταξόνιο για να ελαχιστοποιεί τις σούζες. Επίσης, το ότι διαθέτει άξονα σημαίνει ότι δεν θα χρειάζεται να σταματάς για να σφίγγεις την ξεχειλωμένη αλυσίδα μετά από μερικές εκτοξεύσεις. Σεβασμός.

Ο δρόμος των πολλών κυβικών ήταν η λογική επιλογή για μια τέτοια μοτοσυκλέτα δρόμου

Ακάλυπτες επιταγές

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν άξιζε να χρησιμοποιώ το κιβώτιο, από τη στιγμή μάλιστα που συνήθισα τις πολύ γλυκές αλλαγές με συμπλέκτη, οι οποίες είναι πιο προοδευτικές και με λιγότερα σκορτσαρίσματα σε σχέση με το στοκ V-Max. Χρησιμοποιήστε το κιβώτιο και θα εντυπωσιαστείτε σίγουρα από τις επιδόσεις με πέμπτη, ειδικά για κάτι που διαθέτει την αεροδυναμική ενός τούβλου. Είδα 220 στο μεγάλο άσπρο ταχύμετρο και 8.000 στο στροφόμετρο που είναι πάνω στο ρεζερβουάρ, μια “πονηριά” που ευτυχώς κανείς δεν μιμήθηκε, γιατί το να πάρεις τα μάτια σου από τον δρόμο για να κοιτάξεις το στροφόμετρο πάνω σε μια τόσο γρήγορη μοτοσυκλέτα είναι σαν να πας γυρεύοντας να στουκάρεις. Αλλά αν, αντί να ψάχνεις για τον κόφτη που μπαίνει στις 9.000, αλλάζεις χαμηλότερα στις 7.000 για να την κρατάς πάνω στη χοντρή ροπή ενώ κρατιέσαι καλά από το φαρδύ και ίσιο τιμόνι, είναι ο καλύτερος τρόπος. Λίγες είναι οι μοτοσυκλέτες που έχω οδηγήσει με τόση δύναμη στις μεσαίες στροφές, συνοδευόμενη από τόσο ωραίο μπάσο ήχο από τις κάπως ελεύθερες εξατμίσεις.

Οι τροχοί είναι 17 ιντσών για να επιτρέπουν την τοποθέτηση καλύτερων ελαστικών από αυτά που της φοράει η Yamaha. Είναι μια βελτίωση που σου επιτρέπει να στρίβεις με περισσότερη αξιοπρέπεια πάνω σ’ αυτό το ειδικό για ευθείες V-Max απ’ ότι στην έκδοση του εργοστασίου που σαφώς σε τρομοκρατεί και που ένα καλιφορνέζικο περιοδικό την έχει περιγράψει ως μια μοτοσυκλέτα με“έναν κινητήρα που εκδίδει επιταγές τις οποίες δεν μπορεί να καλύψει ο σκελετός”. Πες τα χρυσόστομε!

Αυτή είναι μία από τις πολλές βελτιώσεις του Ελβετοφινλανδού Egli, που δεν αφορούν μόνο στη βελτίωση της γεωμετρίας. Τοποθετεί επίσης μακρύτερα καλάμια στο στάνταρ πιρούνι της Yamaha με διάμετρο 43mm. Συγκεκριμένα είναι 80mm μακρύτερα, για να δώσουν μεγαλύτερη στιβαρότητα στο μπροστινό χωρίς να αλλάξει τη διαδρομή της ανάρτησης, γιατί, όπως λέει ο Fritz, “είναι εντελώς ανεπαρκείς στη στάνταρ έκδοση”. Εμένα ωστόσο εξακολουθεί να μη μ’ αρέσει το κράτημα του V-Max, το πιρούνι μοιάζει να έχει φτωχή απόσβεση, καθώς χοροπηδάει στις ανωμαλίες και βυθίζεται πολύ όταν ζορίζεις τις οκταπίστονες Spiegler δαγκάνες που ενεργούν σε δύο δίσκους 320mm. Πάλι καλά βέβαια, γιατί αντίθετα με τα ίδια ακριβώς φρένα που είχε το τευτονικό ultrabike που οδήγησα τελευταία, το πολύ βαρύτερο και με πολύ καλύτερη επιτάχυνση Munch Mammut 2000, τα φρένα του V-Max δεν ήταν τόσο δυνατά, γεγονός που σε ανάγκαζε να υπολογίζεις εγκαίρως πότε θα φρενάρεις και να βάζεις πολλή δύναμη μπρος-πίσω για να κόψεις ταχύτητα πριν τη στροφή, ώστε να μπορέσεις να βγεις όρθιος και να γκαζώσεις στην ευθεία. Όμως η ποιότητα κύλισης από τα δύο αμορτισέρ Koni ήταν πολύ καλή.

“Το V-Max είναι μια εντελώς ξεχωριστή μοτοσυκλέτα, την οποία ευχαριστιούνται να οδηγούν τόσοι πολλοί διαφορετικοί αναβάτες με τόσες πολλούς διαφορετικούς τρόπους”, λέει ο Fritz Egli. “Πάντα ήταν απόλυτα αξιόπιστη – έχουμε έναν πελάτη που αγόρασε μια μηχανή από μας και έχει κάνει πάνω από 60.000 χιλιόμετρα χωρίς κανένα πρόβλημα και χωρίς κανένα service προτού μας τη φέρει για αλλαγή λαδιών!”. Με τέτοια αξιοπιστία, το V-Max σίγουρα θα πρωταγωνιστεί στις κόντρες των φαναριών σε όλο τον κόσμο για αρκετά χρόνια ακόμη, κάνοντας το κιτ του Egli με τα μεγάλα πιστόνια μια καλή επιλογή για όποιον θέλει να κρατήσει το γιαπωνέζικο streetrod ανταγωνιστικό απέναντι στους πιο σύγχρονους αντιπάλους. Πράγματι, χάρη στους μηχανικούς της Yamaha, τους στυλίστες της GK Design και την ενθάρρυνση της Yamaha USA, είναι η μοτοσυκλέτα που αναμφίβολα επινόησε το είδος των naked.

Κι όμως είναι πολύ παράξενο που, παρά τις κατά καιρούς φήμες, η Yamaha χρειάστηκε πάνω από 18 χρόνια για να ΜΗΝ εξελίξει μια τόσο φανερά επιτυχημένη ιδέα σε ένα mega-Max του 21ου αιώνα. Οπωσδήποτε, εάν αποδειχτεί αληθινή η πιθανότητα ότι η Yamaha στα εικοστά γενέθλια του V-Max θα παρουσιάσει έναν ξανασχεδιασμένο κινητήρα με EFI και μεγαλωμένο στα 1.700cc ώστε να βγάζει πάνω από 160 άλογα στον τροχό με αρκετή ροπή για να ανελκύσει τον Τιτανικό, τότε το δημιούργημα του Egli μάς δίνει μια ιδέα πώς θα είναι να οδηγείς εκείνη τη μοτοσυκλέτα. Τώρα μου έρχεται στο μυαλό ένας Ιταλός με μια Porsche που δεν θα χαρεί με την εμφάνισή της.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Κατασκευαστής / Μοντέλο: Egli Yamaha V-Max 1500

Κινητήρας: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος V 70ο, 2ΕΕΚ, 4 Β/Κ

Ισχύς (hp/rpm): 174 / 8.200

Ροπή (kgm/rpm): 17 / 5.000

Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 85 x 66

Χωρητικότητα (cc): 1.498

Τροφοδοσία: 4 καρμπιρατέρ Mikuni 35mm

Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2

Σύστημα εκκίνησης: Μίζα

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος

Τελική μετάδοση: Κιβώτιο 5 σχέσεων, άξονας

Πλαίσιο: Ατσάλινο, διπλό, κλειστό

Γωνία κάστερ (ο): 29

Μεταξόνιο (mm): 1.590

Μήκος (mm): 2.300

Πλάτος (mm): 765

Ανάρτηση εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm): 43

Ανάρτηση πίσω: Δύο αμορτισέρ Koni

Φρένο εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνες οκτώ εμβόλων Spiegler

Φρένο πίσω: Δίσκος 320mm με δαγκάνα οκτώ εμβόλων Spiegler

 

Marc Marquez: Στατιστικά καριέρας. Η χειρότερη σεζόν, η φετινή και εκείνη του ’13. Ο στόχος για το μέλλον

Οι αριθμοί έχουν την δική τους αλήθεια
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

8/10/2019

Αυτή την στιγμή ο Marquez απέχει μονάχα μία νίκη για να ισοφαρίσει το ρεκόρ του Mick Doohan με 54 νίκες στην κορυφαία κατηγορία των GP, πράγμα που σημαίνει πως το πιο πιθανό, είναι φέτος όχι απλά να το ισοφαρίσει, αλλά και να το ξεπεράσει. Αμέσως μετά θα του μένει ο Giacomo Agostini με 68 νίκες και φυσικά ο Valentino Rossi που μέχρι στιγμής έχει σημειώσει 89 στην κορυφαία κατηγορία. Συνολικά ο Rossi κατέχει 115 νίκες στα GP, ο Agostini 122 και ο Marquez 79. Όμως ένα άλλο ρεκόρ έχει ήδη γραφτεί ανεξίτηλα, σχετικά με τις συνολικές νίκες και σε αυτό ο Marquez έρχεται δεύτερος με πολύ μικρή διαφορά από τον Valentino Rossi καθώς σημείωσε την 50η του νίκη φέτος στην Τσεχία, ως ο δεύτερος νεότερος στην ιστορία. Πρώτος ήταν ο Rossi, μόλις με τρεις ημέρες διαφορά! Ηλικιακά τους δύο αυτούς αναβάτες χωρίζουν 14 χρόνια και μία ημέρα. Ο Rossi γεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 1979 και ο Marquez 17 Φεβρουαρίου 1993. Οι ομοιότητες είναι πολλές, οι διαφορές τους επίσης.

Ο Marquez έγραψε 50 νίκες σε ηλικία 26 ετών και 168 ημερών, αντί για 165 ημέρες που το έκανε ο Rossi. Συνολικά όμως εκείνη την ημέρα συμπλήρωνε 76 νίκες σε όλες τις κατηγορίες, πράγμα που σημαίνει πως ισοφάριζε το ρεκόρ καριέρας του εννέα φορές παγκόσμιου πρωταθλητή, Mike Hailwood! Ο Marquez όμως έχει την πρωτιά για κάτι άλλο πιο σημαντικό, έφτασε πρώτος στην ιστορία του αθλήματος, τις συμμετοχές σε 200 αγώνες. Σε αυτούς τους αγώνες κατάφερε να έχει τις περισσότερες pole position από κάθε άλλο αναβάτη από το 1974 και μετά όταν και άρχισαν να καταγράφονται οι pole position. Αυτό σημαίνει πως από εδώ και πέρα, κάθε φορά που ο Marquez ξεκινά τον αγώνα από την πρώτη θέση της εκκίνησης, έχουμε και νέο ρεκόρ καριέρας.

Η χειρότερη χρονιά του Marquez ήταν η πρώτη του στην Moto2, το 2011, μία χρονιά που έχασε έναν βέβαιο τίτλο που κατέληξε στα χέρια του Stefan Bradl δίχως να απογειώσει την καριέρα του Γερμανού, μιας και όλοι συμφωνούσαν πως ο τίτλος αυτός έπρεπε να πάει στον Marquez. Η χρονιά τότε είχε ξεκινήσει αργά για τον Marquez, μιας και στους έξι πρώτους αγώνες το 2011 ο Bradl μετρούσε ήδη τέσσερις νίκες. Έχοντας τον τίτλο του παγκόσμιου στα 125 το 2010, ο Marc ήταν ήδη το φαβορί για τον τίτλο της Moto2 και οι έξι νίκες που έκανε στους επόμενους επτά αγώνες, εξηγούσαν ακριβώς αυτή την προσδοκία ενώ στην Ιαπωνία θα περνούσε μπροστά στην βαθμολογία από την δεύτερη θέση του βάθρου. Στην Αυστραλία ενεπλάκη σε ατύχημα στα δοκιμαστικά και χρεώθηκε με ποινή ενός λεπτού την οποία κάλυψε εντυπωσιακά κερδίζοντας την τρίτη θέση. Στον επόμενο αγώνα και ξανά στα δοκιμαστικά, ο Marquez είχε νέο ατύχημα, αυτή την φορά πιο σοβαρό και την Κυριακή του αγώνα κόπηκε από τους γιατρούς ενώ είχε εμφανιστεί στην πίστα για να ξεκινήσει από την τελευταία θέση. Η όρασή του ήταν τόσο άσχημη που δεν έτρεξε ούτε στον τελευταίο αγώνα στην Valencia και έτσι ο τίτλος πήγε στον Bradl. Από τότε ο Marquez συνεχίζει να πέφτει στις δοκιμές, είναι ο άνθρωπος που συμπληρώνει χρονιές με ρεκόρ πτώσεων χωρίς να χάνει τερματισμούς, πέφτει δηλαδή στις δοκιμές. Αλλά πέφτει εξαντλώντας τα όρια της πρόσφυσης και αφότου έχει γλιτώσει αμέτρητες άλλες που κανείς άλλος αναβάτης δεν θα είχε γλιτώσει. Εκείνη η χρονιά, όπως αργότερα θα σχολίαζε ο ίδιος σε μία του συνέντευξη, ήταν μία από τις χρονιές που τον ωρίμασε απότομα. Η επόμενη που θα τον ωρίμαζε ακόμη περισσότερο δεν είχε έρθει ακόμη, θα ερχόταν το 2015… Δικά του λόγια αυτά περί ωρίμανσης, ούτε ένα μήνα πριν, όταν προσπαθούσε να πει τα λιγότερα που θα μπορούσε για το τι ακριβώς συνέβη στην Q2 στο Misano…

Όταν ξεκίνησε να τρέχει στα GP, το 2008, ήταν αυτομάτως ο νεαρότερος Ισπανός αναβάτης που πήρε pole position και ανέβηκε σε βάθρο σε παγκόσμιο πρωτάθλημα ταχύτητας. Αυτό έλεγε πολλά εκείνη την στιγμή, μιας και η Ισπανία είναι χώρα με τεράστια μοτοσυκλετιστική ιστορία. Αυτή την στιγμή μονάχα ένας Ισπανός, ο Angel Nieto, έχει περισσότερους τίτλους από τον Marguez συνολικά σε όλες τις κατηγορίες. Από το 1969 έως και το 1984 ο Nieto είχε κερδίσει 13 πρωταθλήματα βάζοντας μαζί και τα 50άρια... Φέτος ο Marquez είχε μία από τις καλύτερες σεζόν της ζωής του, μάλλον την καλύτερη παρόλο που υπάρχει και το απίστευτο 2014. Από την στιγμή που φέτος πήρε τις περισσότερες νίκες από κάθε άλλο, προς το παρόν είναι 8, ενώ έχει ανέβει στο βάθρο 13 φορές και έχει εννέα pole position, με την σεζόν να μην έχει ολοκληρωθεί.

Αν υπολογίσουμε μονάχα τους παγκόσμιους τίτλους της κορυφαίας κατηγορίας, μαζί με αυτόν που μόλις κέρδισε, τότε ο Marquez έχει έξι τίτλους σε μία επταετία, σπάζοντας το αντίστοιχο ποσοστό του Rossi την περίοδο 2001-2006 και του Agostini την περίοδο 1967-1972. Σε επτά χρόνια, Agostini και Rossi είχαν πέντε τίτλους, ο Marquez έχει έξι. Εξαίρεση –ποια άλλη- η χρονιά 2015.

Αυτή την στιγμή ο Marquez δεν έχει ξεπεράσει τον ρυθμό νικών αγώνων σε οκτώ διαδοχικές σεζόν που κατέχει ο Rossi. Είναι όμως κοντά στο να το κάνει και έχει ήδη ισοφαρίσει τους Giacomo Agostini και Angel Nieto αν μετρήσεις τις νίκες του σε εύρος πέντε σεζόν. Αν όμως ανοίξεις την ψαλίδα σε όλες τις κατηγορίες των GP τότε μέσα σε μία δεκαετία ο Marquez έχει καλύτερα στατιστικά νικών, με τουλάχιστον πέντε νίκες σε κάθε σεζόν, κερδίζοντας τον Mike Hailwood που είχε σημειώσει τουλάχιστον πέντε νίκες σε κάθε κατηγορία μέσα σε μία επταετία, από το 1961 έως και το 1967. Το 2014 ο Marquez πέρασε το ρεκόρ συνεχόμενων νικών του Rossi από το 2002 με επτά νίκες, και σημειώνοντας δέκα μπήκε στην πρώτη θέση με Doohan και Agostini όταν μετράς μία σεζόν. Αν μετρήσεις δύο και τρεις σεζόν συνεχόμενες ο αριθμός αλλάζει, αλλά τότε έτρεχαν και έξι αγώνες όλη την χρονιά.

Στα MotoGP που φέτος πήρε τον έκτο τίτλο, ο Marquez έχει συμμετάσχει μόνο με Honda. Αυτό τον κάνει τον πιο πετυχημένο αναβάτη της κορυφαίας κατηγορίας με ιαπωνική μοτοσυκλέτα, ξεπερνώντας τον Mick Doohan!

Με τον τίτλο αυτό ο Marquez κατατάσσεται από τώρα, στα 26 του, έκτος σε σύνολο παγκόσμιων τίτλων αλλά πρακτικά τέταρτος: Πρώτος είναι ο Giacomo Agostini με 15, δεύτερος ο Angel Nieto με 13 και στην τρίτη θέση με εννέα πρωταθλήματα ισοφαρίζουν ο Carlo Ubbiali, Mike Hailwood και Valentino Rossi. Όταν και αν ο Marquez φτάσει τους δέκα τίτλους, θα είναι ο τρίτος στην ιστορία της μοτοσυκλέτας με τέτοια συγκομιδή. Κι έχει μπροστά του τον χρόνο για να μπορούμε να πούμε πως υπάρχουν οι πιθανότητες για να γίνει ο Ν1 σε συγκομιδή τίτλων… Αν όμως δει κανείς τους τίτλους μονάχα στην κορυφαία κατηγορία των MotoGP, τότε ο Marquez είναι πίσω μονάχα από τον Rossi και τον Agostini.

Οι πιθανότητες φαίνονται και από ένα άλλο ρεκόρ: Ο Marquez είναι ο νεότερος στην ιστορία του αθλήματος που έφτασε τους οκτώ τίτλους αλλά και ο νεότερος που καταφέρνει τους έξι τίτλους στην μεγάλη κατηγορία. Αυτά είναι δύο διαφορετικά ρεκόρ. Ο Hailwood ήταν 27 όταν έφτασε τους οκτώ τίτλους ενώ ο Agostini ήταν 29 όταν έφτασε τους έξι τίτλους στην μεγάλη κατηγορία, από τους 15 συνολικά. Άλλους δύο έκανε ο Agostini στα 500 τότε. Είχε ήδη επτά στα 350, την αντίστοιχη Moto2 σήμερα.

Όταν ο Marquez πήγε στην Repsol Honda αντικαθιστώντας τον Casey Stoner ήταν ένα δευτερόλεπτο αργότερος από τον Pedrosa κατά την πρώτη δοκιμή της μοτοσυκλέτας στην Valencia. Στην Sepang όμως, στην πρώτη δοκιμή του 2013, την πρώτη του δηλαδή σεζόν στα MotoGP ήταν ταχύτερος του Rossi και αργότερος από Lorenzo κατά την πρώτη ημέρα.

Στον πρώτο του αγώνα στα MotoGP, στο Qatar, έκανε ταχύτερο γύρο και ανέβηκε και στο βάθρο. Ήταν ήδη ένα από τα ονόματα για τον τίτλο, με την εμφάνισή του και μόνο και τον αγώνα τότε είχε κερδίσει ο Rossi. Στις ΗΠΑ θα ερχόταν η πρώτη του νίκη σε μία πίστα που έτρεχαν όλοι για πρώτη φορά και που από τότε δεν έχει κερδίσει κανείς ποτέ. Στατιστικά ο Rossi είναι πιο πετυχημένος σε συνεχόμενες νίκες στην ίδια πίστα, τουλάχιστον ακόμη, μιας και το κοντέρ του Marquez τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Γερμανία, ακόμη γράφει. Τότε όμως, όταν έκανε εκείνη την νίκη στις ΗΠΑ, ήταν ο νεότερος σε ηλικία αναβάτης που ανεβαίνει στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου, στην μεγάλη κατηγορία. Επί τριάντα χρόνια το ρεκόρ αυτό το κρατούσε ο Freddie Spencer που κέρδισε το 1982 στα 500 έχοντας γεννηθεί το ’61 και έχοντας ξεκινήσει τους αγώνες στην μεγάλη κατηγορία το 1980.

Το ρεκόρ του νεότερου νικητή το κατέχει ακόμη ο Marquez όμως ο Fabio Quartararo του έκλεψε το ρεκόρ του νεαρότερο pole-man που κατείχε ο Marquez από την ίδια χρονιά, πίσω στο 2013 στις ΗΠΑ. Ο εικοσάχρονος Quartararo, ακόμη κι αν κέρδιζε στον προηγούμενο αγώνα, όπως έφτασε πολύ κοντά να κάνει, δεν θα μπορούσε να κλέψει τον τίτλο του νεαρότερου νικητή στην ιστορία, για ελάχιστες ημέρες. Ο Marquez έχει βέβαια πάρα πολλούς νέους αναβάτες που στο σύντομο μέλλον θα μπορούσαν να του πάρουν αυτή την πρωτιά, δεν αναμένεται να κρατήσει το συγκεκριμένο ρεκόρ τόσο μεγάλο διάστημα, όπως άντεξε του Freddie Spencer.

Στον επόμενο αγώνα, εκείνης της πρώτη του σεζόν στα GP, ο Marquez τερμάτισε δεύτερος πίσω από τον Pedrosa έχοντας ξεκινήσει τρίτος τον αγώνα και στην Γαλλία πήρε άλλη μία pole position, οριακά πιο αργός από τον Lorenzo. Εκείνος ο αγώνας θα ξεκινούσε άσχημα αλλά στο τέλος θα κατάφερνε να ανέβει στο βάθρο την τελευταία στιγμή και έτσι μέσα στους τέσσερις πρώτους αγώνες θα είχε ανέβει τέσσερις φορές στο βάθρο, ισοφαρίζοντας ένα ρεκόρ που λίγοι θυμόντουσαν πως κρατούσε ο Max Biaggi από το 1998! Τότε ήταν άλλο ένα παιδί – θαύμα, η ιστορία έδειξε πως ο Marquez θα γινόταν μεγαλύτερο…Βέβαια στον επόμενο αγώνα στο Mugello έπεσε από την αρχή κόβοντας το σερί αυτό, σε ένα τριήμερο συνεχών πτώσεων, στοιχειώνοντας στο μυαλό του τον ιταλικό αγώνα… Έπρεπε να έρθει η σειρά της έδρας του, στην Καταλονία για να επιστρέψει στο βάθρο, ενώ στην Ολλανδία όλοι πλέον μιλούσαν για τον επόμενο πρωταθλητή, τερμάτισε τρίτος έχοντας σπάσει νωρίτερα δύο δάχτυλα, ένα στο πόδι κι ένα στο χέρι! Στο Sachsenring πήρε την νίκη από την αρχή και από τότε κερδίζει συνεχόμενα ως σήμερα, ενώ αμέσως μετά σταμάτησε τον χρόνο, όταν στην Laguna Seca προσπέρασε τον Rossi με τον ίδιο τρόπο που εκείνος είχε κάνει το 2008 στον Stoner. Από εδώ και πέρα ήταν κατήφορος για εκείνον κι έφτασε στον τελευταίο αγώνα με μία προ-πορεία 13 βαθμών στο πρωτάθλημα. Τερμάτισε τρίτος και πήρε τον τίτλο…

Η πρώτη αυτή σεζόν το 2013, φανερώνει κάτι σπουδαίο, είναι χαρακτηριστική της πορείας του μιας και τίποτα δεν του χαρίστηκε, τίποτα δεν ήρθε τυχαία. Όταν έσπαγε κόκκαλα συνέχιζε να αγωνίζεται πιο σκληρά, όταν έπεφτε μετέτρεπε την πτώση σε γνώση για το όριο, κι απλά πήγαινε αυτό το όριο ένα βήμα πιο πέρα. Ίσως από τους πιο χαρακτηριστικούς αγώνες της σεζόν, να ήταν εκείνος του Brno και όχι της προσπέρασης της Laguna Seca. Κι αυτό γιατί ο Marquez πάλεψε απίστευτα με τον Lorenzo, προσπέρασε τον Rossi και δεν ησύχασε μέχρι και το τέλος του αγώνα από την μάχη με τον Lorenzo. Κέρδιζε τότε τον τέταρτο αγώνα συνεχόμενο, πράγμα που δεν είχε ξανά κάνει κάποιος από το 2008 και τον Valentino Rossi. Αν μέχρι εκείνη την στιγμή δεν είχε πείσει κάποιον πως ήταν το επόμενο μεγάλο όνομα, εκείνος ο αγώνας στην Τσεχία θα έστελνε το μήνυμα σε όλους. Στην Αγγλία θα κατέστρεφε τον ώμο του. Κι αυτό γιατί αγωνίστηκε κανονικά, αντί να χάσει τον αγώνα όπως και θα έπρεπε μετά από τραυματισμό που είχε στις δοκιμές. Κι όχι μόνο αγωνίστηκε αλλά πάλεψε με τον Lorenzo ξανά και τελικά βγήκε δεύτερος. Την ζημιά στον ώμο την είχε ήδη κάνει. Από τότε αρκεί ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη για να βγει από την θέση του, όπως είχε γίνει κατά τους πανηγυρισμούς για τον έβδομο τίτλο πέρσι, με φυσικό αυτουργό τον κολλητό του φίλο, εκρηκτικό, Redding.

Παρατηρώντας τις σεζόν από το 2017 και μετά, ο ανταγωνισμός στα GP ανεβαίνει κατακόρυφα μέχρι και πέρσι, με τον Marquez όμως να καταφέρνει πάντοτε να κάνει μεγαλύτερη πρόοδο, μέχρι και φέτος που η σύγκριση με τους υπόλοιπους απλά δεν υφίσταται. Το μοναδικό πρόβλημα του Marquez αυτή την στιγμή, όπως μόνος του σκιαγράφησε και σήμερα σε συνέντευξη που έδωσε στην ισπανική τηλεόραση – δύο ημέρες μετά την ανακήρυξή του σε παγκόσμιο πρωταθλητή και για φέτος, είναι πως έχει δείξει το επίπεδο εξέλιξης. Του χρόνου θα είναι δύσκολο να πραγματοποιήσει ένα αντίστοιχα μεγάλο βήμα με αυτό που έπραξε αυτή την σεζόν, ενώ οι υπόλοιποι έχουν περιθώρια βελτίωσης.

Στη ανασκόπηση της καριέρας του μέσα από τα νούμερα, μπορεί να βρει ο καθένας την αλήθεια που θέλει, άλλωστε η στατιστική για αυτό δημιουργήθηκε για να εξυπηρετεί τους πάντες, όμως κανείς δεν μπορεί να τον χαρακτηρίσει τον καλύτερο αναβάτη, τουλάχιστον όχι ακόμη. Τις προηγούμενες δεκαετίες κέρδιζες πρωτάθλημα ακόμη και με έξι αγώνες, ή έτρεχες και σε διαφορετικές κατηγορίες μαζεύοντας νίκες. Δεν ήταν το ίδιο, τίποτα δεν ήταν το ίδιο για να μπορεί να γίνει μία σύγκριση με τους παλιούς, αυτό είναι κάτι που θα το δεις να συμβαίνει μονάχα σε ελαφριά συζήτηση, κυρίως ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν έχουν ζήσει τους αγώνες πέρα από την γραμμή τερματισμού. Και γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο αν αναλογιστείς πως μπορεί τότε να έτρεχες σε πολλές κατηγορίες και λίγους αγώνες αλλά έκανες και άλλα πράγματα εκτός από το να είσαι αγωνιζόμενος και σίγουρα δεν είχες λύσει στο βιοποριστικό σου πρόβλημα στα 23, 25, 26 έστω και τα τριάντα σου, έχοντας ήσυχο μυαλό και επικεντρώνοντας σε ένα στόχο!

Ο Freddie Spenser πηγαίνει σε track days έχοντας φτάσει κοντά εξήντα και μου το έχει πει, κατάμουτρα με την αφοπλιστική του ειλικρίνεια, πως αν δεν το κάνει δεν θα μπορέσει και να ζήσει. Αναγκάζεται να δουλεύει και τώρα, παρά την λαμπρή καριέρα, κάτι που ακόμη και ο Lorenzo, έχει λύσει στην ζωή του από τώρα! Για οποιονδήποτε λοιπόν θέλει να μιλήσει για νούμερα, ας κρατηθεί μονάχα από αυτή την λεπτομέρεια. Ας κατανοήσουμε κάτι που δεν το συζητά κανείς και ποτέ, και μονάχα αν μιλήσεις με τους παλιούς θα το καταλάβεις. Με τους ανθρώπους που δεν προετοιμάζονταν για τον αγώνα κάνοντας γιόγκα το πρωί, γυμναστική και κολύμβηση, τρώγοντας μονάχα τα καλύτερα φρούτα και το καθαρότερο κρέας, που ανησυχούσαν για το αν θα έχουν να πληρώσουν το νοίκι, και δούλευαν και ως μηχανικοί ακόμη, ανάμεσα στις σεζόν του παγκοσμίου. Ας κατανοήσουμε αυτή την βασική διαφορά που έχουν τώρα οι πρώτοι των πρώτων (όχι όλοι), πριν πάμε σε δημοφιλείς λεπτομέρειες όπως το πώς ήταν τα ελαστικά τότε, ή τις ταχύτητες με τις οποίες μπαίνουν στις στροφές οι σημερινές μοτοσυκλέτες. Την πληθώρα των αγώνων που έχουν τώρα οι σεζόν, τις λεπτομέρειες των ηλεκτρονικών και όλα αυτά τα τόσο σύνθετα, τόσο δύσκολα που ένα τυχαίο σχόλιο δεν μπορεί εύκολα να συμπεριλάβει. Ναι αλλά τα 500άρια είχαν άλογα θα πει κανείς και τότε ήθελες θάρρος και άλλα τέτοια… μην τα ακούσει αυτά ο Freddie Spenser όμως, που θα σου πει πως και για μπύρες πήγαιναν τότε και πιο χαλαρά ήταν τα πράγματα στο τέλος της ημέρας. Μία σύγχρονη MotoGP με τα πλέον εξελιγμένα ηλεκτρονικά είναι απείρως πιο κουραστική από τα τόσο δύσκολα, τόσο επικίνδυνα πεντακοσάρια. Το λέει ο Spenser αυτό και οφείλουμε να μην πεταχτούμε με ένα «ναι αλλά…» όταν μιλάει. Τα νούμερα λοιπόν δεν θα πουν την αλήθεια, αλλά θα θέσουν το δικό τους όριο. Τόσα πρωταθλήματα για να είσαι νούμερο ένα ή δύο, τόσες pole-postion, τόσες νίκες σε μία σεζόν κτλ... κι ας τρέχαμε κάποτε και με άλογα σκέτα. Δεν έχει σημασία ο τρόπος για μία κατάταξη με βάση τα νούμερα.

Για να μην γίνει δύσκολο μπορείς μονάχα να κοιτάξεις την πρώτη του σεζόν στα MotoGP το 2013, εκεί που ο Marquez πάλεψε όσο κανείς άλλος, βλέπεις πως έχει την στόφα για να γίνει ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών με βάση ΚΑΙ των αριθμών. Δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα το καταφέρει. ΟΥΤΕ και μπορεί να το πει κανείς αυτή την στιγμή! Είναι πολύ πιθανό, είναι ίσως το πιθανότερο αν θέλετε πως θα φτάσει αυτό τον τίτλο κάποια στιγμή, αλλά και ο Rossi θα έπρεπε να έχει τώρα δέκα τίτλους με βάση την πεποίθηση και τις πιθανότητες, έπαιξε βέβαια και ο Marquez ρόλο σε αυτό. Σκέτοι αριθμοί δεν λένε όλη την αλήθεια, άλλωστε με βάση τους σκέτους αριθμούς ο Rossi είναι πιο μπροστά από τον Marquez. Μπορείς να μετρήσεις του πόντους καριέρας συνολικά για παράδειγμα, και ο Rossi βγαίνει με πάνω από τους διπλάσιους. Τα περισσότερα βάθρα σε μία σεζόν; Τα έχει πάλι ο Rossi, έχει φτάσει τα 16 και έχει και σεζόν με 12 και με 11, ο Marquez έκανε δέκα το 2014 και τώρα είναι ήδη στα εννιά.

Με λίγα λόγια θα πρέπει να περάσουν άλλα δέκα χρόνια από τώρα για να μείνει μονάχα η αλήθεια των αριθμών. Όμως για αυτή αγωνίζεται τώρα ο Marquez. Για αυτό τον λόγο θα συνεχίσει στους επόμενους φετινούς αγώνες να προσπαθεί για την πρώτη θέση στην εκκίνηση και την νίκη. Στόχος του είναι να ανακηρυχθεί ο καλύτερος όλων των εποχών με βάση τους αριθμούς, παλεύοντας με το σήμερα…

 

UPDATE 10/10/2019:

Με ένα πλούσιο Δελτίο Τύπου, η ελληνική αντιπροσωπεία Αφοι Σαρακάκης ΑΕ, παρουσιάζει την καριέρα του πολλάκις παγκόσμιου πρωταθλητή Marc Marquez, συνοπτικά έως σήμερα. Δείτε με επικεφαλίδες ανα χρονικές περιόδους, όσα αναλύσαμε και παραπάνω:
 

Η συναρπαστική καριέρα του Marc Marquez, από την Cervera μέχρι την κατάκτηση του 8ου τίτλου

Τα πρώτα βήματα (1993-2000)

Στις 17 Φεβρουαρίου 1993, ένας μελλοντικός πρωταθλητής γεννήθηκε στη Lleida της Ισπανίας. Ο Marc έχει ζήσει όλη του τη ζωή στην Cervera, μία μικρή πόλη όπου μένει με τους γονείς και τον αδελφό του Alex.

Στην ηλικία των 4 ετών, ο Marc ζήτησε μία μοτοσυκλέτα ως δώρο Χριστουγέννων, και υποστηριζόμενος από βοηθητικές ρόδες βίωσε την πρώτη του εμπειρία σε δύο τροχούς. Μόλις ένα χρόνο αργότερα άρχισε να ασχολείται με το Enduro για παιδιά.

Μέχρι το 2000 συμμετείχε ήδη σε αγώνες Motocross, τερματίζοντας δεύτερος εκείνη τη χρονιά, πριν κατακτήσει το Καταλανικό Πρωτάθλημα τη επόμενη χρονιά.

Από το χώμα στην άσφαλτο (2000-2007)

Το 2002, ο Marc τερμάτισε τρίτος στο Conti Cup έχοντας αρχίσει να επικεντρώνεται σε αγώνες δρόμου. Δύο χρόνια αργότερα δοκίμασε μία Honda 125 GP και αμέσως εντυπωσιάστηκε.

Τη σεζόν του 2005, ο Marquez ένωσε τις δυνάμεις του με τον Emilio Alzamora, Παγκόσμιο Πρωταθλητή 1999 στην κατηγορία 125κ.εκ. με Honda, κερδίζοντας το Καταλανικό Πρωτάθλημα 125cc όπως και το Catalan Supermotard Championship 85cc.

Το 2006 έτρεξε τους πρώτους αγώνες του στο Πρωτάθλημα της Ισπανίας CEV και παρόλο που δεν κατάφερε να πάρει τον τίτλο, οι επιδόσεις του ήταν εντυπωσιακές, ενώ για το 2008 κέρδισε μία πλήρη συμμετοχή στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα των 125κ.εκ.

Ντεμπούτο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (2008)

Ο Marc έκανε το ντεμπούτο του με την Repsol KTM Team το 2008 και στον έκτο μόλις αγώνα του, το Βρετανικό Grand Prix, πέτυχε το πρώτο ορόσημο της καριέρας του στους αγώνες μοτοσυκλετών, τερματίζοντας 3ος και έγινε ο νεότερος αναβάτης που είχε ανέβει ποτέ σε βάθρο του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος.

Το 2009, παρέμεινε στην ίδια ομάδα της Repsol με τον αρ. 93 προς τιμήν της χρονολογίας γέννησής του, και κατάφερε να εντυπωσιάσει τους πάντες με το ταλέντο του. Τερματίζοντας στη πρώτη πεντάδα σε όλους σχεδόν τους αγώνες, ο Marquez είχε προσελκύσει το έντονο ενδιαφέρον όλων για την επόμενη χρονιά.

Η πρώτη νίκη σε GP και ο πρώτος Τίτλος Παγκοσμίου Πρωταθλήματος (2010)

Το 2010 ο Marquez προσχώρησε στη ομάδα της Ajo Motorsport οδηγώντας μία Derbi, και ήδη πριν ξεκινήσει η σεζόν είχε σημειώσει ρεκόρ, έχοντας προσαρμοστεί άριστα τόσο με τη νέα μοτοσυκλέτα όσο και με τη νέα ομάδα. Από εκεί και μετά, συνέχισε δυνατά και πήρε την πρώτη νίκη της καριέρας του στο Mugello, ενώ ακολούθησαν αρκετές ακόμα νίκες. Έχοντας διατηρήσει το βαθμολογικό προβάδισμα έναντι του διεκδικητή του τίτλου Nico Terol, ο Marquez ξεκίνησε τον τελευταίο γύρο ως φαβορί του πρωταθλήματος και κατάφερε να πάρει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2010 στα 125κ.εκ., σε ηλικία 17 ετών με 10 νίκες και 12 poles.

2ος στο Moto2 την πρώτη του χρονιά (2011)

Ο Marquez μετακινήθηκε στη νέα κατηγορία Moto2 για το 2011 έχοντας κατακτήσει τον τίτλο στα 125κ.εκ. με μία επίλεκτη ομάδα από τεχνικούς και μηχανικούς με εμπειρία σε πρωταθλήματα Moto2 και MotoGP. Μετά από ένα περιπετειώδες ξεκίνημα, ο Marquez ανέκαμψε και ρίχτηκε στη μάχη για την κατάκτηση του τίτλου. Ενώ απέμεναν μόλις μερικοί γύροι, είχε καλύψει τη διαφορά των 82 βαθμών από τον πρώτο του πρωταθλήματος Stefan Bradl, αλλά μία πτώση στην 1η ελεύθερη δοκιμή για τον αγώνα της Μαλαισίας τον άφησε εκτός αγωνιστικής πίστας στα δύο τελευταία GP, αναγκάζοντάς τον να παραιτηθεί από τις ελπίδες για πρωτιά. Οι επτά νίκες, τρεις δεύτερες θέσεις και μία τρίτη θέση χάρισαν στον Marc τον τίτλο του Rookie of the Year και τη δεύτερη θέση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Moto2.

Παγκόσμιος Πρωταθλητής Moto2 (2012)

Μετά από μία δύσκολη περίοδο ανάρρωσης εκτός αγωνιστικής περιόδου λόγω τραυματισμών, ο Marquez κατάφερε να ανακτήσει τις δυνάμεις του και να κερδίσει στον πρώτο γύρο της σεζόν. Η καλή του φόρμα συνεχίστηκε και πήρε οκτώ νίκες (σε Κατάρ, Πορτογαλία, Ολλανδία, Γερμανία, Ινδιανάπολη, Τσεχία, Σαν Μαρίνο και Ιαπωνία), δύο δεύτερες θέσεις (Καταλονία και Μ. Βρετανία) και δύο τρίτες θέσεις (Χερέθ και Αραγονία) φιλοδοξώντας να πάρει το πρωτάθλημα. Το προβάδισμα που απέκτησε σε όλη τη διάρκεια της σεζόν του επέτρεψε να διασφαλίσει τον τίτλο στην Αυστραλία, όπου στέφθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής Moto2 για το 2012.

Παγκόσμιος Πρωταθλητής MotoGP (2013)

Υπήρχαν τεράστιες προσδοκίες για τον Marquez τη πρώτη του σεζόν στο MotoGP και γρήγορα απέδειξε ότι μπορούσε να αναμετρηθεί με την ελίτ της κατηγορίας. Ο νεαρός Ισπανός κέρδισε το πρώτο του βάθρο στον πρώτο αγώνα. Στο Austin στις 21 Απριλίου 2013, πέτυχε την πρώτη του pole position και κατέγραψε την πρώτη νίκη σε MotoGP μόλις στον δεύτερο αγώνα του και έγινε ο νεότερος αναβάτης όλων των εποχών που κέρδισε σε GP της μεγάλης κατηγορίας, σε ηλικία 20 ετών και 63 ημερών, καταρρίπτοντας το ρεκόρ του Freddie Spencer (20 ετών και 196 ημερών).

Ο Marquez συνέχισε να εντυπωσιάζει με τις pole positions και συνεχείς αναμετρήσεις για μία θέση στο βάθρο, έχοντας συχνά απέναντί του τον teammate του Dani Pedrosa και τον Jorge Lorenzo. Στη Γερμανία, κυριάρχησε στον αγώνα και ανέκτησε το προβάδισμά του στο Πρωτάθλημα, συνεχίζοντας το σερί επιτυχιών, κερδίζοντας στη Laguna Seca—και έγινε ο πρώτος rookie που πήρε νίκη εκεί στη μεγάλη κατηγορία μοτοσυκλετών και ο νεότερος αναβάτης που πέτυχε back-to-back αγωνιστικές νίκες στη μεγάλη κατηγορία, σε ηλικία 20 ετών και 154 ημερών, καταρρίπτοντας ένα ακόμα ρεκόρ του Freddie Spencer (21 ετών και 104 ημερών – GP Ν. Αφρικής και Γαλλίας – 1983). Κέρδισε και πάλι στην Ινδιανάπολη, και έγινε ο πρώτος premier-class rookie με τρεις συνεχόμενες νίκες από την εποχή του Kenny Roberts το 1978 (Αυστρία, Γαλλία και Mugello).

O Marc κατέκτησε την τέταρτη συνεχόμενη νίκη του στο Brno, και έγινε ο πρώτος αναβάτης από τότε που ο Valentino Rossi το 2008 είχε καταγράψει πάνω από τέσσερις συνεχόμενες νίκες στη μεγάλη κατηγορία GP. Όλα ξεκαθάρισαν στον τελευταίο αγώνα της χρονιάς με τον Jorge Lorenzo και Marc Marquez να τους χωρίζουν μόλις 13 βαθμοί καθώς παρατάχθηκαν στη σχάρα εκκίνησης την Κυριακή. Οδηγώντας ένα ώριμο αγώνα ώστε να τερματίσει 3ος, ο Marquez διασφάλισε την πρώτη του νίκη στο πρώτο του Παγκόσμιο Πρωτάθλημα MotoGP στην ‘παρθενική’ του σεζόν και σηματοδότησε το ξεκίνημα μιας νέας εποχής.

Συνεχόμενοι Τίτλοι στο MotoGP (2014)

Ο Marc έσπασε το πόδι του κατά τη διάρκεια προπόνησης μετά την πρώτη του δοκιμή στο Sepang το 2014 με αποτέλεσμα να μείνει εκτός της δεύτερης δοκιμής στο Sepang, χάνοντας ακόμα και τη δοκιμή στο Phillip Island. Έφτασε στο Κατάρ για τον πρώτο γύρο έχοντας ανακάμψει πλήρως μόλις τρεις ημέρες νωρίτερα, αλλά πήρε pole position στις χρονομετρημένες δοκιμές και κέρδισε μετά από μία επική μάχη με το Rossi. Στο Austin, ο νεαρός Ισπανός ήρθε πρώτος σε όλα τα session και κέρδισε στον αγώνα. Στην Αργεντινή, επικράτησε σε όλα τα session, πλην της πρώτης ελεύθερης δοκιμής και κέρδισε για μία ακόμα φορά στον αγώνα. Με τρεις συνεχείς νίκες, ο Marc είχε πάρει φόρα. Συνέχισε τις σαρωτικές εμφανίσεις του μέχρι τη μέση της σεζόν, κερδίζοντας στη Γερμανία και στη συνέχεια έκανε το 10 στα 10 με τη νίκη του στην Ινδιανάπολη μετά την καλοκαιρινή διακοπή. Ωστόσο, δεν πέτυχε το 11 στα 11 και στο Brno, ο teammate του Dani πήρε τη νίκη με τον Marc να τερματίζει τέταρτος.

Φτάνοντας στην Ιαπωνία με προβάδισμα 75 βαθμών, θα μπορούσε να διασφαλίσει τον τίτλο εάν τερμάτιζε μπροστά από τον Pedrosa και έχασε με διαφορά μέχρι τριών βαθμών από το Rossi και 15 από τον Lorenzo. Η 2η θέση στο Motegi και οι 20 βαθμοί που του απέφερε, του χάρισαν το δεύτερο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο MotoGP, ενώ έγινε ο πρώτος αναβάτης της Honda που εξασφάλιζε έναν παγκόσμιο τίτλο —ανεξαρτήτως κατηγορίας —στο σιρκουί του Motegi. Επίσης έγινε ο νεότερος αναβάτης όλων των εποχών που κατακτούσε δύο συνεχόμενα Παγκόσμια Πρωταθλήματα στη μεγάλη κατηγορία σε ηλικία 21 ετών και 237 ημερών, καταρρίπτοντας το ρεκόρ του Mike Hailwood, ο οποίος ήταν 23 ετών και 152 ημερών όταν απέσπασε τον δεύτερο συνεχόμενο τίτλο του στα 500κ.εκ. το 1963.

Μία χρονιά προκλήσεων (2015)

Το 2015 ήταν η τρίτη χρονιά του Marc στο MotoGP, και αποδείχτηκε πολύ πιο δύσκολη από τις προηγούμενες. Μετά τους πρώτους αγώνες που δεν πήγαν όπως περίμενε, ο Marquez σημείωσε μία θεαματική επίδοση στο ισπανικό GP μειώνοντας τη βαθμολογική διαφορά του με μία επάξια κερδισμένη δεύτερη θέση, αλλά η έλλειψη σταθερότητας τους επόμενους γύρους τον επιφόρτισε με πολλή δουλειά.

Ο Marc επισφράγισε ένα τέλειο σαββατοκύριακο στη Γερμανία, σημειώνοντας νέο ρεκόρ καθοδόν για τη νίκη, μετά το ρεκόρ pole-position και κέρδισε για μία ακόμα φορά στην Ινδιανάπολη. Με αυτές τις δύο συνεχόμενες νίκες κατάφερε να μειώσει τη διαφορά του στους 56 βαθμούς πίσω από το Rossi. Οι εγκαταλείψεις του σε Σίλβερστοουν και Αραγονία διέλυσαν τις ελπίδες του για τον τίτλο και από εκεί και μετά ο Marquez εστίασε την προσοχή του στο να πάρει όσο το δυνατόν περισσότερες νίκες το υπόλοιπο της χρονιάς. Ολοκλήρωσε τη σεζόν του 2015 με μία δεύτερη θέση στο GP της Βαλένθια και βρέθηκε στην τρίτη θέση γενικής κατάταξης, αλλά έχοντας αποκομίσει πολλά πολύτιμα μαθήματα.

#GiveMe5 (2016) – 5ος Τίτλος

Ο Marquez ξεκίνησε την προσπάθειά του στην τέταρτη χρονιά του στο MotoGP με διαφορετική νοοτροπία: το μυστικό ήταν η σταθερότητα. Η σεζόν ξεκίνησε καλά με ένα βάθρο και δύο νίκες – συμπερ. του Austin, που γρήγορα έγινε μία από τις αγαπημένες πίστες του Marquez. Ακολούθησαν και άλλοι τερματισμοί στο βάθρο καθώς το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα επέστρεψε στην Ευρώπη, με τον αναβάτη της Repsol Honda Team να μάχεται σταθερά για το βάθρο εκτός από μια ατυχία στο Le Mans. Η νέα φιλοσοφία του Marc έγινε απόλυτα σαφής στο Assen όπου διασφάλισε τη δεύτερη θέση σε συνθήκες δυνατής βροχής πίσω από τον αναβάτη της Honda, Jack Miller. Το καλοκαίρι ήρθε και με αυτό ένα ισχυρό προβάδισμα 48 βαθμών στο πρωτάθλημα έναντι του Lorenzo.

Χάρη στη σταθερότητα που επέδειξε το πρώτο μισό της σεζόν, ο Marquez κατάφερε να αυξήσει το βαθμολογικό το πλεονέκτημα έναντι των δύο αναβατών της Yamaha, Rossi και Lorenzo. Η πιθανότητα να διασφαλίσει έναν πέμπτο τίτλο στην εντός έδρας πίστα της Honda στο Motegi ήταν μικρή, αλλά μία ανυπέρβλητη εμφάνιση και λάθη από τους δύο αντιπάλους του οδήγησαν στην πανηγυρική κατάκτηση του τρίτου Παγκόσμιου Τίτλου του MotoGP από τον 23χρονο, μπροστά στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Honda Takahiro Hachigo - ο οποίος τον συνόδευσε στο βάθρο, το Γενικό Διευθυντή της Honda κ. Shinji Aoyama και τον πρόεδρο της HRC κ.Yoshishige Nomura. Σε ηλικία 23 ετών και 242 ημερών έγινε ο νεότερος αναβάτης όλων των εποχών με τρεις τίτλους του παγκοσμίου πρωταθλήματος στη μεγάλη κατηγορία, παίρνοντας το ρεκόρ από τον Mike Hailwood, ο οποίος ήταν 24 ετών και 108 ημερών όταν κέρδισε τον τρίτο συνεχόμενο τίτλο του στα 500κ.εκ. το 1964..

The #Big6 (2017) – 6ος Τίτλος

Η σεζόν του MotoGP για το 2107 δεν ξεκίνησε αίσια για τον Marc Marquez για την υπεράσπιση του τίτλου του, καθώς στους δύο πρώτους αγώνες τερμάτισε εκτός βάθρου – κάτι που είχε να συμβεί από το 2011. Ωστόσο η νίκη στο Austin, η πέμπτη του συνεχόμενη σε αυτή την πίστα, άρχισε να ανατρέπει τα δεδομένα και ο Marquez κέρδισε έδαφος έναντι του Maverick Viñales πριν από μία άτυχη πτώση στο Le Mans και μάχες in Mugello. Σε ένα πρωτάθλημα με μικρές βαθμολογικές διαφορές, το κάθε σαββατοκύριακο ήταν απρόβλεπτο και  Marc έπρεπε να περιμένει μέχρι το Sachsenring για να κατακτήσει τη δεύτερη νίκη της χρονιάς.

Η δράση επέστρεψε στο Brno και ο Marquez αντιμετώπισε με υποδειγματική μαεστρία τις αλλεπάλληλες σημαίες που βγήκαν στη πίστα, αυξάνοντας τη διαφορά του στην κορυφή της κατάταξης από τον Viñales στους 14 βαθμούς. Οι επόμενοι γύροι έβαλαν τον Andrea Dovizioso στο παιχνίδι του τίτλου, με τους δύο αναβάτες να οδεύουν προς τους τρεις Ασιατικούς αγώνες με όλα τα ενδεχόμενα στο πρωτάθλημα ανοιχτά. Σε ένα επικό Ιαπωνικό GP υπό δυνατή βροχόπτωση, ο Marquez κατέκτησε το 100ό βάθρο της καριέρας του και έφτασε στον τελευταίο γύρο της χρονιάς στη Βαλένθια στην κορυφή της κατάταξης με προβάδισμα 21 βαθμών. Μία τρίτη θέση ήταν το μόνο που χρειαζόταν για να περάσει τον Mike Hailwood (25 ετών και 107 ημερών) ως ο νεαρότερος αναβάτης με τέσσερα Παγκόσμια Πρωταθλήματα premier class στο παλμαρέ του – κάτι που πέτυχε στη Βαλένθια, στον τελευταίο αγώνα της χρονιάς.

Reaching #Level7 (2018) – 7ος Τίτλος

Μετά από ένα κάθε άλλο παρά ιδανικό ξεκίνημα της υπεράσπισης του τίτλου του το 2018, στη συνέχεια ο Marc Marquez απέδειξε ότι ήταν αναμφίβολα νικητής το 2018 με τρεις συνεχόμενες νίκες σε Austin, Jerez και Le Mans. Αυτό το εντυπωσιακό σερί νικών σύντομα ακολούθησαν πέντε συνεχόμενοι τερματισμοί στο βάθρο, μεταξύ των οποίων και τέσσερις πρώτες θέσεις.

Μετά τη νίκη του στον πρώτο αγώνα στην ιστορία του MotoGP στην Ταϊλάνδη, ο Marquez απέκτησε μία άνετη διαφορά 77 βαθμών από τον Andrea Dovizioso που βρισκόταν στη δεύτερη θέση. Και πάλι, ο Marquez είχε την ευκαιρία να κατακτήσει τον πέμπτο τίτλο του στο MotoGP μέσα σε έξι χρόνια, στον εντός έδρας αγώνα της Honda στο Twin Ring Motegi (όπου είχε επίσης διασφαλίσει τον δεύτερο και τρίτο τίτλο του στη μεγάλη κατηγορία, το 2014 και το 2016 αντίστοιχα). Παρά το ότι ξεκίνησε έκτος στη σχάρα εκκίνησης στο Twin Ring Motegi, ο Marquez κατέκτησε μία λαμπρή νίκη, την όγδοη της σεζόν, τον έβδομο παγκόσμιο τίτλο της καριέρας του και το πέμπτο του Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο MotoGP μέσα σε έξι χρόνια, γράφοντας ένα ακόμα κεφάλαιο στη ιστορία του σπορ.

The #8ball (2019) – 8ος Τίτλος

Η σεζόν του 2019 στο MotoGP ξεκίνησε σχεδόν ιδανικά με μία δεύτερη θέση και μία νίκη από τους πρώτους δύο αγώνες, αλλά η ατυχία χτύπησε στο Austin, το αγαπημένο Circuit of the Americas του Marquez, που δεν κατάφερε να τερματίσει κάτι που έπληξε το ρεκόρ επιτυχιών του αναβάτη. Στη συνέχεια, ο Marquez τερμάτιζε σταθερά στα δύο πρώτα σκαλιά του βάθρου, στην 1η ή 2η θέση στους επόμενους 12 αγώνες. Όλων τα βλέμματα ήταν στραμμένα στον αναβάτη που υπερασπιζόταν τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλητή όταν έφτασε στο Sachsenring όπου, ξεπερνώντας το ρεκόρ του Austin, πήρε τη δέκατη συνεχόμενη pole και νίκη στην πίστα.

Η απίστευτη σταθερότητα του Marquez το 2019 τον βοήθησε να τερματίσει στους πρώτους 14 γύρους με εκπληκτική συγκομιδή 300 βαθμών  – περισσότερους από όσους είχε συλλέξει το 2016 και 2017 καθοδόν για τον τίτλο . Ο 15ος από τους 19 γύρους, στο Grand Prix της Ταϊλάνδης έβαλε τον Marquez ξανά στο παιχνίδι του τίτλου. Για μία ακόμα φορά, ο Andrea Dovizioso ήταν ο αντίπαλος του Marquez στη διεκδίκηση ενός έκτου τίτλου της premier class με τον αναβάτη της Repsol Honda Team να χρειάζεται μόλις δύο βαθμούς για να βγάλει τον Ιταλό εκτός μάχης. Με τον Dovizioso στη τέταρτη θέση, ξέσπασε μία θρυλική μάχη μεταξύ Marquez και Fabio Quartararo – και ο Marquez πήρε μία συναρπαστική νίκη στην τελευταία στροφή του τελευταίου γύρου. Μετά από εννέα εντυπωσιακές αγωνιστικές νίκες το 2019, ο Marc Marquez πήρε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα 2019 στο MotoGP – ο όγδοος παγκόσμιος τίτλος του και ο έκτος στη μεγάλη κατηγορία.  Αυτό σημαίνει ότι έγινε ο νεότερος αναβάτης με έξι Παγκόσμια Πρωταθλήματα στην premier class και ο νεότερος με οκτώ Παγκόσμια Πρωταθλήματα ανεξαρτήτως κατηγορίας.

 

Ετικέτες