Νέα εποχή Lambretta

Σκιαγραφούμε την ιστορία της ιστορικής μάρκας, πριν υποδεχτούμε το νέο τους μοντέλο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/1/2018

Από τον ερχόμενο Μάρτιο η Ευρώπη θα υποδέχεται στους δρόμους της τις νέες Lambretta με το μεταλλικό σώμα και την πιστή στην παράδοση σχεδίαση. Η V Special με τις τρεις εκδόσεις κινητήρων, είναι ήδη στις γραμμές παραγωγής και την είδαμε από κοντά τον Νοέμβριο στην EICMA, μελετώντας το φινίρισμά της και την κατασκευή της. Πίσω από αυτή την αναβίωση του ονόματος, κρύβεται μία εταιρία που ακούει κανείς πολύ συχνά τώρα τελευταία. Πρόκειται για την Αυστριακή KSR, το μοντέλο εργασίας της οποίας θα πρέπει να αποτελεί ξεχωριστό σεμινάριο, καθώς βασίζεται στην αναβίωση ιστορικών ονομάτων που τα αντιμετωπίζει ως απόλυτα ξεχωριστές οντότητες. Η KSR έφτασε σε συμφωνία με την κοινοπραξία Innocenti που εδρεύει στην Ελβετία, για να διαχειριστεί το όνομα της Lambretta παράγοντας μία μεγάλη σειρά από σκούτερ, ξεκινώντας από φέτος με το V Special σε τρεις εκδόσεις.

Για να φτάσουμε όμως σε αυτό το σημείο της συνεργασίας του γκρουπ KSR με την κοινοπραξία Innocenti υπήρξε μία ενδιαφέρουσα πορεία, λίγο ταραχώδης από την πλευρά των ανθρώπων που έχουν τα δικαιώματα, γεγονός που καθιστά την ελάχιστα γνωστή ιστορία, άξια αναφοράς. Η οικογένεια Innocenti, απόγονοι του ανθρώπου που δημιούργησε την Lambretta και κληρονόμοι του ονόματος Lambretta, δεν είναι η πρώτη φορά που έχουν επιχειρήσει να αναβιώσουν την ιστορική ιταλική μάρκα παραχωρώντας άδειες χρήσης του σήματος. Αυτό άλλωστε υπήρξε για πολλές δεκαετίες ένα από τα έσοδα της οικογένειας, καθώς από την δεκαετία του ’70 έχουν συνάψει πολλές συνεργασίες. Η σημαντικότερη ήταν αμέσως μετά το κλείσιμο της γραμμής παραγωγής στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 όταν η Ινδική κυβέρνηση αγόρασε τον εξοπλισμό, κάθε βίδα από το απόθεμα, και ήρθε σε συμφωνία με τους μηχανικούς, ώστε να τους μεταφέρει όλους στο «Lucknow», βορειοανατολικά της χώρας δημιουργώντας την S.I.L. (Scooters India Limited) που εξακολουθεί ακόμα και τώρα να κατασκευάζει τα τρίκυκλα της Lambretta που είχαν αφήσει εποχή το ’60 και το ’70! Μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ’90 η S.I.L. παρήγαγε και την Lambretta, με τα ίδια μέσα που ξεκίνησε πίσω στο 1970! Εκείνα τα χρόνια, οι απόγονοι του Innocenti έδωσαν πολλές φορές την συγκατάθεσή τους για κατασκευή διαφόρων μοντέλων της Lambretta σε αρκετούς κατασκευαστές ανά τον κόσμο.

Στο κοντινό παρελθόν η προσπάθεια για αναβίωση των σκούτερ της Lambretta έχει επίσης επιχειρηθεί από Ιταλούς επιχειρηματίες που προσέγγισαν τους Innocenti με τις αγνότερες των προθέσεων, φαινομενικά και μόνο δυστυχώς. Γρήγορα αποδείχθηκε πως δεν υπήρχε καμία απολύτως σοβαρότητα, το ακριβώς αντίθετο δηλαδή, από αυτό που η οικογένεια απαιτούσε για την παραχώρηση των δικαιωμάτων. Κολλούσαν το αυτοκόλλητο της Lambretta σε πλαστικά σκούτερ φτιαγμένα στην Κίνα, με την Adly να είναι το μόνο πιο ποιοτικό παράδειγμα, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί η κοινοπραξία Innocenti, να υψώσουν ένα τοίχος από δικηγόρους κυνηγώντας κάθε τέτοια περίπτωση και τελικά να είναι επιφυλακτικοί σε κάθε νέα πρόταση. Έτσι η KSR χρειάστηκε να περάσει από ανάκριση, παρά την μεγάλη της εμπειρία στην διαχείριση εμπορικών σημάτων, πριν αποκτήσει το δικαίωμα να κατασκευάσει scooter με το όνομα της Lambretta.

Η ιστορία της μάρκας ξεκινά με τρόπο πολύ όμοιο με κάθε σύγχρονο κατασκευαστή, την ίδια περίοδο και για τους ίδιους λόγους που δημιουργήθηκε η Honda, η Ducati, η Vespa και πολλές ακόμη μάρκες, κάποιες από τις οποίες δεν υπάρχουν πλέον. Μιλάμε για τον Β’ΠΠ κι όποιος έχει όρεξη να διαβάσει, εδώ θα αποκτήσει μία πλήρη εικόνα το τι γινόταν εκείνη την εποχή στην Ιταλία και την Ιαπωνία, μέσα από το παράδειγμα των Ducati και Honda.

Ο Innocenti, γιος ενός επιτυχημένου σιδηρουργού, ακολουθεί τα χνάρια του πατέρα του, αλλά με μία ταχύτητα που αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία της ευρύτερης εποχής της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης: Σε ηλικία 18 ετών ο Innocenti είναι ήδη επικεφαλής της οικογενειακής επιχείρησης, που ο πατέρας του είχε γιγαντώσει!

Ο Ferdinando Innocenti εργαζόταν ήδη από τα 15 στο δεύτερο κατάστημα της οικογενειακής επιχείρησης, όταν με την ενηλικίωσή του ξεκίνησε παράλληλα το εμπόριο πρώτων υλών μέσα από την ανταλλακτική οικονομία.

Από εκεί πέρασε στο εμπόριο σωλήνων, καταστράφηκε οικονομικά όταν χρεωκόπησε μία τράπεζα στην οποία είχε τις οικονομίες του και δημιούργησε εκ νέου την επιχείρησή του, δύο φορές μεγαλύτερη από πριν, χωρίς να έχει κλείσει ακόμη τα τριάντα! Το σημείο αναφοράς για εμάς, είναι όταν το ’33 κατασκευάζει ένα νέο εργοστάσιο σωληνώσεων στην συνοικία Lambrate στο Μιλάνο, μεταφέροντας μέρος της παραγωγής και τελικά το σύνολό της από την Ρώμη, όπου μία δεκαετία πριν είχε μετατραπεί ξανά σε κατασκευαστής.

Ο Innocenti ήταν ήδη ένας από τους ανθρώπους που ακολουθούσαν οι δημοσιογράφοι, που τον περιέγραφαν τελείως διαφορετικό από τους μεγιστάνες της εποχής. Λιγομίλητος, με πολύ ευγενικούς τρόπους και πάντα συγκεντρωμένος, απέφευγε τις κοσμικές συγκεντρώσεις αλλά ήταν έτοιμος να χτυπήσει την πόρτα καθενός που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να επιτύχει τον στόχο του.

Μέχρι να ξεσπάσει ο πόλεμος, το εργοστάσιο αυτό θα γιγαντωθεί κατασκευάζοντας μία τεράστια γκάμα υλικών, και φυσικά, χωρίς να υπάρχει τρόπος αποφυγής, εν τέλει και στρατιωτικό υλικό. Κατά την διάρκεια του πολέμου το εργοστάσιο επιτάσσεται και τελικά καταστρέφεται ολοσχερώς.

Στον απόηχο του Β’ΠΠ και με κατεστραμμένη την οικονομία της Ιταλίας, ο Innocenti αναζητεί εκείνο το αντικείμενο εργασίας που θα έχει νόημα για ένα νέο εργοστάσιο. Όπως τόσοι και τόσοι της εποχής του, το νόημα αυτό το βρίσκει στα δίκυκλα, ένα φθηνό μεταφορικό μέσο, το μόνο που ζητά η οικονομία εκείνη την στιγμή. Από την ονομασία της συνοικίας που είναι το εργοστάσιο, που με την σειρά της πηγάζει στα Ρωμαϊκά χρόνια, από μία νύμφη του παρακείμενου ποταμού, ο Innocenti δημιουργεί την πρώτη Lambretta, το σκούτερ από το Lambrate!

Η φήμη του εξαπλώνεται εκ νέου με γοργούς ρυθμούς, και η πορεία των Lambretta γίνεται με γεωμετρική πρόοδο, καθώς ξεχωρίζουν από τον ανταγωνισμό ως πιο πολυτελείς εκδόσεις των πρώτων σκούτερ. Πάνω στην επιτυχία της Lambretta και την συνεχή εξάπλωση των πωλήσεων ο Innocenti πατά για να δημιουργήσει την δική του μάρκα αυτοκινήτων, την Innocenti το όνομα της οποίας ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο!

Έφτασε να συζητά ακόμα και με τον Enzo Ferrari για να τον προμηθεύσει με κινητήρες, δημιούργησε αυτοκίνητα πόλης που άφησαν εποχή, αλλά ήταν η άνοδος της FIAT και η ταυτόχρονη –πολύ απότομη- αποστροφή του κοινού από τα σκούτερ, που έθεσαν το πρώτο πλήγμα.

Η Innocenti διασπάστηκε και ο κλάδος των αυτοκινήτων, μετά από μία πολύ μακρά πορεία εξαγορών, κατέληξε στην FIAT που διέκοψε την κατασκευή τους. Οι Lambretta, το σημείο στροφής ενός από τα μεγαλύτερα μυαλά σε μία εποχή που πρωτοεμφανίστηκαν οι βιομήχανοι, έμειναν να σηματοδοτούν μία ολόκληρη εποχή, θρέφοντας τις προσωπικές ιστορίες για ολόκληρες γενιές ανθρώπων.

Αυτό είναι μέρος της κληρονομιάς των Innocenti, το μόνο που έχει απομείνει ζωντανό, και για αυτό τον λόγο είναι απολύτως θεμιτό από την οικογένεια να το προστατέψει με κάθε τρόπο. Έτσι, η προσέγγιση από το γκρουπ KSR, ήταν η μόνη που ευδοκίμησε καθώς ήταν συνυφασμένη με την μακρά λίστα προϋποθέσεων που έθεταν.

Η KSR ζήτησε από την KISKA, το γραφείο βιομηχανικού σχεδιασμού γνωστότερο για τα μοντέλα της KTM, ανάμεσα και σε άλλες μάρκες που έχει αναλάβει, πριν δεθεί απόλυτα με τους Αυστριακούς, να σχεδιάσει μία νέα Lambretta, κάνοντας παράλληλα μία μεγάλη έρευνα.

Με την Lambretta να έχει μία από τις πιο δυνατές κοινότητες πιστών οπαδών, έπρεπε να αφουγκραστούν το κοινό πριν αρχίσουν να σχεδιάζουν. Εξαιτίας αυτής της έρευνας, ήταν που επέλεξαν το μεταλλικό σώμα, ξεχνώντας κάθε περίπτωση πλαστικών, έφτιαξαν λίστα με custom πλαϊνά και πάλεψαν για μία συνεργασία στο τομέα του κινητήρα, που να εξασφαλίζει την αξιοπιστία από την πρώτη στιγμή. Η SYM δεν είναι η ευκολότερη λύση ως προμηθευτής γιατί θέτει μία σειρά προϋποθέσεων που ξεκινούν από την μεταφορά ακόμα και καταλήγουν στον ποιοτικό έλεγχο. Ωστόσο ο υψηλός στόχος της KSR πέτυχε και οι πρώτες Lambretta με σωθικά SYM, μεταλλικό σώμα και εμφάνιση πιστή στην παράδοση είναι πλέον γεγονός.

Από κοντά αυτό που κάνει εντύπωση είναι το φινίρισμά τους, η ποιοτική βαφή και το φινίρισμα. Στην πράξη πρόκειται για το γνωστό μας FIDDLE III από την SYM, αλλά είναι πραγματικά εξαιρετικά δύσκολο να το αναγνωρίσεις με το νέο του κοστούμι και τον σχεδιασμό που έχει κάνει το γραφείο KISKA. Με την επιλογή να βασιστούν πάνω σε ένα scooter που ήδη υπήρχε, κρατώντας όλα τα μηχανικά μέρη και αλλάζοντας το φαίρινγκ, εξοικονομεί πάνω από μία δεκαετία σε διαδικασίες, κι ένα υπέρογκο κόστος, ώστε να φτάσει άμεσα στην παραγωγή η πρώτη Lambretta.

Το μεταλλικό φαίρινγκ και η αξιοπιστία της SYM, βελτιώνουν τις αντιδράσεις των οπαδών της Lambretta, κάποιοι από τους οποίους θα προτιμούσαν μία Lambretta φτιαγμένη από την αρχή, ακόμα κι αν χρειαζόταν άλλα δέκα χρόνια αναμονής. Ωστόσο η V Special είναι πλέον εδώ κι ακολουθεί αρκετά πιστά την παράδοση, παραμένοντας ένα σύγχρονο, ήδη δοκιμασμένο scooter.

Η Ελλάδα έχει αποκτήσει ήδη αντιπρόσωπο για την Lambretta, πρόκειται για την εταιρία Motostuff, που έχει ήδη σημαντική εμπειρία στην αντιπροσώπευση και την εμπορία ATV, καθώς είναι ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος των Polaris και Artic Cat σε όλη την Ελλάδα. Αυτή την στιγμή η Motostuff αναπτύσσει το δίκτυο πωλήσεων της Lambretta και αρχικά η διάθεση θα πραγματοποιείται από την έδρα της εταιρίας στην Κερατέα

MUVUS A.E. Λ. Αθηνών - Σουνίου, Πέτα Κερατέας, Τ.Κ. 19001 Τηλ. 2299069930 Fax: 2299069930 Email: [email protected], [email protected] 

 

Τεχνικά χαρακτηριστικά
V50 Special V50 Special Flex
V125 Special V125 Special Flex
V200 Special V200 Special Flex
Μήκος (mm)
1900 mm
1900 mm
1900 mm
Ύψος (mm)
1130 mm
1130 mm
1130 mm
Πλάτος (mm)
690 mm
690 mm
690 mm
Μεταξόνιο (mm)
1330 mm
1330 mm
1330 mm
Ύψος σέλας
770 mm
770 mm
770 mm
Πλαίσιο
Ατσάλινο σωληνωτό
Ατσάλινο σωληνωτό
Ατσάλινο σωληνωτό
Κινητήρας
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος αερόψυκτος
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος αερόψυκτος
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος αερόψυκτος
Χωρητικότητα
49,5
124,7
168.9
Συμπίεση
12,6:1
10,7:1
10,2:1
Τροφοδοσία
E.C.S
E.F.I
E.F.I
Ιπποδύναμη
3,48/7500
10/7000
11.93/7500
Ροπή
3.4Nm/6500rpm
9.20Nm/7000rpm
12.50Nm/5500rpm
Εμπρός ανάρτηση
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Πίσω ανάρτηση
Ένα αμορτισέρ
Ένα αμορτισέρ
Ένα αμορτισέρ
Ρεζερβουάρ
6.5 L
6.5 L
6.5 L
Εμπρός τροχός
110/70-12
110/70-12
110/70-12
Πίσω τροχός
120/70-12
120/70-12
120/70-12
Εμπρός φρένο
Δισκόφρενο 220m
Δισκόφρενο 220m (CBS)
Δισκόφρενο 220m(ABS)
Πίσω φρένο
Ταμπούρο
Δισκόφρενο 220m(CBS)
Δισκόφρενο 220m(ABS)

 

Η ΡΟΠΗ ΤΩΝ ΑΜΝΩΝ*

*όταν αφήσαμε τον Λάζαρο "Λύκο" Αλεξάκη να μεγαλουργήσει...
Από το

Στόμα του Λύκου

14/7/2017

 

 

 

 

H Ροπή των Αμνών - ΕΤΣΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΠΟΣ

Το σενάριο του φωτορομάντζου υπήρχε στο συρτάρι μου για πάνω από 5 χρόνια. Ψάχνω πάντα για κάτι καινούριο και τα μόνα πλέον σχέδια μου που δεν είχαν υλοποιηθεί μέχρι τώρα ήταν αυτό και η κατάβαση λόφου με BMW1200GS σε κόντρα με θερμοσίφωνα.

Τα μυστικά της επιτυχίας μου ήταν ήδη γνωστά. Τρέλα, πάθος και μηδενική οργάνωση. Όποτε υιοθετώ αυτή τη μέθοδο είτε πετυχαίνω απόλυτα το στόχο μου είτε μου συμβαίνουν φοβερά ενδιαφέροντα πράγματα. Η ευκαιρία θα μου δινόταν στην μοτοσυγκέντρωση που κάνουμε κάθε πρώτο Σ/Κ του Αυγούστου, τα ‘Καλά Κοπέλια’. Εκεί στο κάμπινγκ θα γυριζόταν λοιπόν το έπος μου.

Ήξερα ότι ήθελα επαγγελματίες ηθοποιούς με περγαμηνές στο χώρο. Όμως ο Ντε Νίρο ήταν αδύνατον να βρεθεί στο τηλέφωνο (δεν αστειεύομαι, προσπαθήστε το) όπως και ο Πατσίνο, ο Ντεπ και ο Μάρκος Λεζές. Έτσι αναγκαστικά στράφηκα στο επίλεκτο τημ που είδατε.

Φυσικά υπήρχαν κάποιες διαφωνίες από όσους δεν επιλέχθηκαν, οι οποίες κινήθηκαν σε ήπια επίπεδα τύπου ‘ναι μωρέ πάρε τον καραγκιόζη τον ατάλαντο αααααε ρε από κει ρε’ μέχρι ένα τύπο με TDM που δεν ήξερα και που με κυνηγούσε και μου ψιθύριζε ύπουλα ‘φίλος εγώ στο σχολείο είχαμε παίξει ένα σκετς και είχα κάνει τον τσέλιγκας και είχα τρομερή επιτυχία, ρώτα και τη μάνα μου’. Είχα πάρει όμως τις αποφάσεις μου. Τις οποίες τις μετάνιωσα στα επόμενα 10 λεπτά. Γιατί με το που ανέθετες σε κάποιον ρόλο μεταμορφωνόταν αυτόματα από σκληροτράχηλο μοτοσυκλετιστή σε πριμαντόνα. Εκτός από τον Βαγγέλη τον Παπά που απλά έμεινε πριμαντόνα.

Τον έβλεπα να πηγαίνει πάνω κάτω ενώ περιμέναμε όλοι στο λιοπύρι γιατί "έπρεπε να προετοιμαστεί". Πότε πότε πετούσε κι ένα υστερικό "ΕΓΩ δε μπορώ να δουλέψω έτσι". Ο Jorge Bonevilla ο οποίος σε χρόνο dt είχε πάρει ρόλο βοηθού σκηνοθέτη, location manager, υπεύθυνου ροής και 5-6 άλλα που δεν ήξερα ούτε σα τίτλους πήγαινε πάνω κάτω κραδαίνοντας το σενάριο και φώναζε αδιακρίτως. Ο Χρήστος έψαχνε τη φωτογραφική. Ο Στάικος πήγαινε πάνω κάτω κάνοντας κάτι τρομακτικές γκριμάτσες που νόμιζα ότι ήταν για προπόνηση αλλά ήταν το φυσικό του. Εκεί το επίπεδο έπεσε τρομακτικά και λυπάμαι που το λέω. Ακούστηκαν πράγματα που δεν ταιριάζουν σε καλλιτέχνες τέτοιους βεληνεκούς όπως "ακόμα ψάχνει τις κάλτσες ο μαλάκας; Ηλίαση έχω πάθει" μέχρι "άμα παίζει όπως οδηγεί βλέπω να στουκάρει στο δέντρο πάνω που θα πει την ατάκα". Ένιωσα μια απέραντη βαθιά ποιητική θλίψη και μετά τους άρχισα στα μπινελίκια, κάτι που αποδείχτηκε πολύ πιο γόνιμο απ’ την θλίψη και το κρατάω για τις επόμενες παραγωγές.

Πρέπει να πήρε τουλάχιστον μισή ώρα να βγάλουμε την πρώτη φωτογραφία. Όχι ότι μετά βελτιώθηκαν οι χρόνοι.

Στο μεταξύ χρειαζόμαστε όχι μόνο πράγματα απ’ το κάμπινγκ – όπως σουρωτήρι για μακαρόνια και πιατάκια φέτα - αλλά και να χρησιμοποιήσουμε χώρους όπως το μπαρ ή το mini-mini-market. Βρήκα την ιδιοκτήτρια του camping. Βρέθηκα να ακούω τον εαυτό μου, σαν να έχω εξωσωματική εμπειρία, να της εξηγεί ότι κάνουμε ένα "έργο" (για να αποφύγω τη λέξη φωτορομάντζο) και ότι θα δημοσιευθεί "στα περιοδικά". Πίσω μου στεκόταν ο Σταφυλάκης και την κοίταζε με κείνο το ύφος που έχει όταν του χαλάσει το Τράιομφ. Η ιδιοκτήτρια ενθουσιάστηκε, μου είπε μάλιστα να το βάλουμε και στο σάιτ του κάμπινγκ. Ίσως δεν έπρεπε να της έχω πει για διεθνή παραγωγή και ότι συζητάμε για αμερικάνικη σειρά με τοπικό χρώμα της πατρίδας μας. Όπως και να χει, μετά που γυρίσαμε τη σκηνή της κόντρας στην οποία αλαλάζαμε σαν τους τρελούς -"σκίστονα Γιώργο, σκίστονα"- δεν μου ξαναμίλησε κι όποτε μ’ έβλεπε έψαχνε κάτι τηλέφωνα.

Κι όμως, από κει και πέρα όλα έγιναν εύκολα. Κι αυτό γιατί έκανα ότι έπρεπε να έχω κάνει απ’ την αρχή: Να αποθρασυνθώ τελείως. Έμπαινα στους κοινόχρηστους χώρους του κάμπινγκ και έλεγα με στεντόρεια φωνή "παρακαλώ ΕΞΩ όλοι κάνουμε Τέχνη".

Δεν έχετε ιδέα ΠΟΣΟ πιάνει αυτό σε όλους, εκτός από μια χοντρή στο μπαρ που ήταν αλλοδαπή, Ρωσίδα κάτι και δεν χαμπάριαζε, δεν πα να φώναζα εγώ, πήγαινε πάνω κάτω κουβαλώντας τέσσερις παλέτες Αμίτα στο κάθε χέρι και με είχε γραμμένο. Είχα ήδη ζητήσει και είχα πάρει βερεσέ ένα πιατάκι φέτα που χρειαζόμαστε για το γύρισμα και με στραβοκοίταζε οπότε η ιδέα που είχα να πω ότι θέλουμε και 12 τοστ για να τονίσουμε τον υλισμό και την κατανάλωση που διακατέχει το σύγχρονο άνθρωπο ξεχάστηκε γρήγορα.

"παρακαλώ ΕΞΩ όλοι κάνουμε Τέχνη".

Υπήρχαν βέβαια και άλλες σκηνές για τις οποίες υπήρξε έντονος προβληματισμός. Στην κόντρα για παράδειγμα ήθελα να χρησιμοποιήσω old school μοτοσυκλέτες. Η μια απ’ αυτές ήταν το εκπληκτικό 750Κ του Χρήστου του Κωστάκη που όμως δεν θα το οδηγούσε ο ίδιος αλλά ο Βαγγέλης. Ο οποίος έχει ένα 675 Triple και σε ότι ανέβει του φέρεται σα να είναι το Triple γιατί το παιδί αυτό ξέρει, αυτό κάνει. Το 750Κ είναι τόσο κοντά στο Triple σε συμπεριφορά όσο και ο Βαγγέλης στον Rossi.

Ο Χρήστος είχε γίνει κίτρινος κι όταν τον ρωτούσα αν θέλει να ανέβει αυτός στο 750Κ για τη σκηνή και να ντουμπλάρουμε το Βαγγέλη με κοίταζε κατακίτρινος κι έλεγε ένα ξέψυχο "όοοχι… δεν πειράζει… δε…".

Όταν δε έκανε ο Βαγγέλης αναστροφή το 750 και τού ‘πεσε στη μια παντόφλα και έκανε ένα "χαχα τι ν’ αυτό ρε, πόσους τόνους είναι;" είπα ότι θα τον χάναμε το Χρήστο, πρέπει να τού ‘χε πάει η πίεση 4. Η μεγάλη.

Η κόντρα υποτίθεται θα ήταν εικονική. Δεν είναι ρεαλισμός να πατήσεις το φωτογράφο φωνάζοντας "ωωωαααααα φρένα ρεεεεεεεε". Αλλά, τα πάντα για την τέχνη.

Ένα άλλο θέμα ήταν το να βρούμε δωμάτιο για τα εσωτερικά γυρίσματα. Είχαμε κανονίσει να μας δώσει το δικό του ο φίλος μου ο Γιαννούλης αλλά κάπου τον είχε αφήσει μάλλον πάλι το 1098 και δεν ερχόταν. Μόνη λύση το δωμάτιο του Χρήστου. Απ’ το οποίο ξεσπιτώσαμε το Χρήστο, την Πόπη και τα δυο παιδιά τους. Έπρεπε να εξηγήσουμε σε ένα μικρό κοριτσάκι ότι ένας κύριος θα ξαπλώσει στο κρεβάτι του για να κάνουμε Τέχνη και για την επόμενη μισή ώρα έβλεπε τον Barbacool να παίρνει εκφράσεις που θα πάγωναν το αίμα του Δράκουλα. Είμαι σίγουρος ότι όλη η οικογένεια κοιμήθηκε σε sleeping bag εκείνο το βράδυ μέχρι να θειαφίσουν το δωμάτιο.

Ένα επίσης τεράστιο πρόβλημα ήταν το πρόβατο. Μεγαλύτερο απ’ ότι περίμενα. Άρχισα να πλησιάζω άγνωστο κόσμο και να τον ρωτάω αν ξέρει που θα βρούμε ένα πρόβατο, κι ότι δε θα το πειράξουμε, θέλουμε μόνο "να το πάρουμε αγκαλιά" για να βγάλουμε "κάτι φωτογραφίες". Μετά από λίγο άρχισα να συνειδητοποιώ κυρίως απ’ τα βλέμματα που μου έριχναν ότι αυτό ακουγόταν από λίγο ύποπτο έως απελπιστικά διεστραμμένο.

Κάποιος μου εξήγησε με ήρεμη φωνή αλλά κοιτώντας με ανήσυχα ότι όλα τα πρόβατα που βλέπουμε στην πλάση, δεν είναι απλά πρόβατα αλλά ανήκουν σε κάποιους. Οι κάποιοι είναι μερικές φορές δίμετροι και με καραμπίνες και πιθανόν να παρεξηγήσουν τις αγνές προθέσεις κάποιου που παίρνει αγκαλιά τα πρόβατα και πιθανόν ο κάποιος που τα παίρνει αγκαλιά να βρεθεί σε καμιά ρεματιά μετά από κανένα εξάμηνο αν τον βρει ο κάποιος που έχει τα πρόβατα.

Ένα επίσης τεράστιο πρόβλημα ήταν το πρόβατο. Άρχισα να πλησιάζω άγνωστο κόσμο και να τον ρωτάω αν ξέρει που θα βρούμε ένα πρόβατο, κι ότι δε θα το πειράξουμε, θέλουμε μόνο "να το πάρουμε αγκαλιά" για να βγάλουμε "κάτι φωτογραφίες". 

Δε μας πτόησε. Πήραμε τα μηχανάκια, το φωτογράφο, και βγήκαμε να γυρεύουμε πρόβατα. Βρήκαμε κάτι κατσίκια. Περιφραγμένα. Ο Βαγγέλης δεν έβρισκε κάποια κατσίκα που να του "βγάζει κάτι". Το πρόβλημα μου ήταν περισσότερο το συρματόπλεγμα και λιγότερο ο Βαγγέλης. Για λίγα δευτερόλεπτα ομολογώ ότι όπως κοίταζαν οι κατσίκες το Βαγγέλη υπήρξε ένας ζωώδης μαγνητισμός, αλλά χάθηκε μόλις σκέφτηκα αυτό με την καραμπίνα που μου είχε πει ο άλλος. Ο Σταφυλάκης ήταν politically correct: "Να ρωτήσουμε το βοσκό".

Σκέφτηκα για ελάχιστα δευτερόλεπτα το να βρω τον βοσκό και να τον ρωτήσω αν μας δίνει ένα πρόβατο για να το πάρουμε αγκαλιά και να βγούμε καλλιτεχνικές φωτογραφίες και τι αντίκτυπο πιθανόν να έχει αυτό. Δεν μου φαινόταν ό,τι καλύτερο σαν στρατηγική. Αντιλήφθηκα ότι είναι πολύ εύκολο να βρεις ψητό πρόβατο, ζωντανό είναι αρκετά πιο δύσκολο. Επίσης τα πρόβατα που βρήκαμε δεν είχαν αυτό το φευγαλέο κάτι από Σοφία Λόρεν ή έστω Σίντυ Κρώφορντ που έψαχνα.

Γενικά ήταν μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Θα το ξανάκανα με χίλια, κρατώντας πάντα αυτή την τίμια λαϊκιά ματιά αλλά δοκιμάζοντας και νέα πράγματα, να βάζω π.χ. ένα καρέ τέσσερις φορές για να το φέρω πιο πολύ προς τον Αγγελόπουλο ή να το κάνω manga και να διαβάζεται ανάποδα αλλά έχουμε καιρό. Ελπίζω να το απολαύσετε στην ανάγνωση όσο κι εμείς που το φτιάξαμε.

Γιατί δεν είναι μόνο δική μου η προσπάθεια, αλλά όλων των παιδιών. Είμαστε μια καλή παρέα κι αυτό πιστεύω φαίνεται στο αποτέλεσμα, βγαίνει στον κόσμο, γι αυτό έχουμε και τόση επιτυχία. Και θέλω να ευχαριστήσω όλους τους συντελεστές, το Σταφυλάκη το Γιώργο, τον Βαγγέλη τον Παπά, τον Χρήστο τον Παπαδάκη, τη Δήμητρα τη Μίζα, τον Στάικο τον Ρομπόλα, τον Χρήστο τον Κωστάκη, την Ρωσίδα τη Μπαργούμαν, την Πυροσβεστική, την Αστυνομία Πόλεων, τους καφετζήδες που δούλεψαν τόσο σκληρά, και μια θεία μου που είχε φτιάξει μια ωραία τυρόπιτα κουρού. Τέλος το Έργο αυτό είναι αφιερωμένο σε όλες τις Αφρούλες του κόσμου που το μόνο που χρειάζονται είναι μια ζεστή αγκαλιά. Ευχαριστώ σεμνά την Ακαδημία.

 

H γνώμη της Zουάντα:

"Ευχαριστώ την οικογένεια μου για την υποστήριξη, αν και θα ήμουν το ίδιο υπέροχη και χωρίς αυτούς! (είχα πιει, δεν ήξερα τι έκανα)".

Η γνώμη του Δον Αλβαράντο:

Μέσα στις προετοιμασίες για τη μοτο-συγκέντρωση που οργανώνουν κάθε χρόνο τα «Καλά Κοπέλια» αλλά και την κάθοδο των Μοτο-Ρεμαλιών στην Κρήτη για να συμ-μετάσχουμε και εμείς στο όλο χάπενινγκ, διαβάζω για την ιδέα του φωτορομάντσου του Λύκου!!

Στην αρχή νόμισα ότι ήταν ένα ευφυέστατο αστείο, μια ακόμη τρέλα του Λύκου, στο πλαίσιο όλων αυτών των παλαβών καταστάσεων που ταλανίζουν το μυαλό του και μας κρατούν σε εγρήγορση κάθε μήνα στο ΜΟΤΟ, αλλά όταν φίλοι μοτοσυκλετιστές δήλωναν συμμετοχή στο καστ δήλωσα κι εγώ την υποψηφιότητά μου!! Ο Λύκος -παρ’ όλο που δεν με ήξερε δια ζώσης- αμέσως μου ανέθεσε το ρόλο του πατέρα «Δον Αλβαράδο» που νομίζω μου ταίριαξε γάντι...

Εξοπλισμένος με ένα πλατύγυρο καπέλο και ένα γιλέκο που ταίριαζαν στο ρόλο ενός γαιοκτήμονα, κατέβηκα στο Νησί... (Σημ.: Ξέχασα να φορέσω και το πορτοκαλί φουλάρι!!)

Η μέρα των γυρισμάτων πρέπει να ήταν επίπονη μέχρι να καταφέρουν να κινητοποιήσουν τον κόσμο που ήθελαν και να βρουν τις τοποθεσίες που ταίριαζαν. Ομολογώ, πως πρέπει να τρόμαξα λίγο τον σεναριογράφο και ιθύνοντα νου του όλου εγχειρήματος, καθώς όλη τη μέρα –εξαφανισμένος- γύρναγα με τις μοτοσυκλέτες μαζί με τα Μοτο-Ρεμάλια τα χωριά της περιοχής πίνοντας ρακί και μιλώντας με ντόπιους!!

Κατά το απόγευμα, όταν πια γυρίζονταν οι δικές μου σκηνές συνειδητοποίησα το μεγαλείο του εγχειρήματος, ένα φωτορομάντσο υπερπαραγωγή!!

Χάρηκα τη συνεργασία των συντελεστών, πέρασα απίθανα με τους άλλους «ηθοποιούς» δημιουργώντας όμορφες φιλίες και κυριολεκτικά είδα μπροστά μου να ξετυλίγονται σκηνές κόντρας βγαλμένες μέσα από τη σειρά κόμικ «Joe Bar Team»!!  αλλά με ηθοποιούς αυτή τη φορά, όχι σκίτσα!!

Ελπίζω να το ευχαριστηθούν κι άλλοι όσο το χαρήκαμε κι εμείς!! Το τρελό πάρτι που ακολούθησε το ίδιο βράδυ, σίγουρα άντλησε ενέργεια και από τα γυρίσματα αλλά και την επιτυχή ολοκλήρωση του φωτορομάντσου.

Πάντα υμέτερος,
Δον Αλβαράδο