Πότε μια μοτοσυκλέτα γίνεται συλλεκτική

Τα κριτήρια που καθορίζουν τη συλλεκτική αξία
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/7/2020

Το κείμενο αυτό θα μπορούσε άνετα να έχει μέγεθος εγκυκλοπαίδειας 100 τόμων σε ηλεκτρονική μορφή, όμως θα κάνουμε μια προσπάθεια να περιοριστούμε στα βασικά. Το θέμα μας φυσικά είναι οι μοτοσυκλέτες που έχουν ή πρόκειται να αποκτήσουν συλλεκτική αξία στο μέλλον. Να πούμε δηλαδή για ποιους λόγους κάποια μοντέλα κρατούν ή πολλαπλασιάζουν την εμπορική τους αξία στο πέρασμα του χρόνου, ενώ κάποια άλλα πωλούνται για ένα κομμάτι ψωμί ή για παλιοσίδερα.

 

Παλιό δεν σημαίνει συλλεκτικό

Όποιος έχει πεταμένη μια παλιά μοτοσυκλέτα στην αποθήκη του ή βρίσκει στο σπίτι του παππού του ένα σκουριασμένο ριμάδι, αυτομάτως νομίζει πως βρήκε ένα μπαούλο με χρυσά νομίσματα. Φυσικά το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να το βάλει αγγελία γράφοντας: Πωλείται συλλεκτική αντίκα, για γνώστες μπλα, μπλα μπλα, τιμή 5 εκατομμύρια ευρώ. Τηλ κ.τ.λ. Καθώς δεν έχει πληρώσει τίποτα για το συγκεκριμένο δίκυκλο ή είχε ξεχάσει πως το είχε, μπορεί να περιμένει για αιώνες μέχρι να βρεθεί το κορόιδο που θα το αγοράσει. Στην πραγματικότητα όμως η συλλεκτική αξία (ξεκαθαρίζουμε πως μιλάμε από οικονομική σκοπιά και όχι από συναισθηματική) καθορίζεται αυστηρά από τους ακόλουθους παράγοντες:

Ιστορία:

Αυτός είναι ο βασικότερος παράγοντας που επηρεάζει την τιμή μιας μοτοσυκλέτας στο μέλλον. Ένα μοντέλο που έχει σημαδέψει μια εποχή ή κουβαλά μαζί της μια ξεχωριστή κουλτούρα και φιλοσοφία σχεδιασμού που δεν ήταν δυνατόν να επαναληφθεί τα επόμενα χρόνια (π.χ. δίχρονα V4), αυτομάτως αποκτά συλλεκτική αξία. Επίσης, υπάρχουν περιπτώσεις που συγκεκριμένες μοτοσυκλέτες και όχι το συγκεκριμένο μοντέλο, έχουν ιδιαίτερη ιστορία (π.χ. μια Harley του Elvis ή μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα ενός παγκόσμιου πρωταθλητή). Σε αυτή την τελευταία περίπτωση όμως, η αξία της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας μεγαλώνει και μικραίνει ανάλογα με τη χρονική στιγμή που την πουλάς και καθορίζεται από την μόδα που επικρατεί.

Σπανιότητα:

Με τον χαρακτηρισμό “σπανιότητα” δεν αναφερόμαστε μόνο στα μοντέλα που παράχθηκαν σε λίγα αντίτυπα. Πολλές φορές, μοντέλα που παράχθηκαν σε χιλιάδες αντίτυπα και ήταν best seller τώρα πια είναι πολύ πιο σπάνια να τα βρεις (π.χ. τετρακύλινδρα supersport 400 από Ιαπωνία των 90ies) διότι κανείς δεν νοιάστηκε να τα συντηρήσει σωστά ή τις περισσότερες φορές, το κόστος συντήρησης ήταν εξωπραγματικό για την αξία που είχε η μοτοσυκλέτα εκείνη τη χρονική περίοδο. Αντιθέτως μια Ducati 916 SPS ή χρησιμοποιώντας το ακόμα πιο ακραίο παράδειγμα της Honda NR 750, οι πλούσιοι ιδιοκτήτες τους τις φρόντιζαν σαν να ήταν μωρά και σχεδόν όλες τους βρίσκονται σε άριστη κατάσταση έως σήμερα.

 

Εμφάνιση

Ξεχάστε την μπούρδα που λένε πως η εμφάνιση είναι θέμα υποκειμενικό. Τουλάχιστον όχι σε ό,τι αφορά τη συλλεκτική αξία μιας μοτοσυκλέτας. Εδώ καθοριστικό ρόλο παίζει πρωτίστως η ξεχωριστή εμφάνιση και δευτερευόντως η ομορφιά. Μοτοσυκλέτες που τις αποκαλούσαν άσχημες στην εποχή τους, κάνουν πολλούς σήμερα να τις ονειρεύονται (π.χ. GPz 900R).

Αυθεντικότητα

Αν οποιαδήποτε βίδα ή αυτοκόλλητο που υπάρχει πάνω στη μοτοσυκλέτα δεν είναι αυθεντικό, αναλόγως πέφτει η αξία της μοτοσυκλέτες. Υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις σε ό,τι αφορά σπάνια after market εξαρτήματα (π.χ. εξαρτήματα του οίκου Magni σε μοτοσυκλέτες της MV Agusta), αλλά αυτό αφορά πολύ συγκεκριμένο και μικρό αριθμό περιπτώσεων

Η γενιά των 50άρηδων

Το πιο συνηθισμένο φαινόμενο που επηρεάζει το πότε και ποιες μοτοσυκλέτες θα γίνουν συλλεκτικές, είναι εκείνο που μια γενιά μοτοσυκλετιστών γίνεται 50 ή 60 ετών. Σε αυτή την ηλικία οι μοτοσυκλετιστές έχουν την οικονομική και κοινωνική δυνατότητα να αγοράσουν την μοτοσυκλέτα που ονειρεύονταν όταν ήταν 20 χρονών αλλά δεν μπορούσαν τότε ή να ξαναπάρουν την μοτοσυκλέτα που είχαν τότε. Έτσι, οι μοτοσυκλέτες με ηλικία 20-30 ετών αποκτούν ξαφνικά ζήτηση και οι τιμές μεταπώλησης αυξάνονται απότομα (π.χ. τα αεροελαιόψυκτα GSX-R 750-1100 πρώτης γενιάς και τα αντίστοιχα CBR900RR).

Επενδύοντας στις συλλεκτικές μοτοσυκλέτες

Ακούγοντας τις τιμές μεταπώλησης κάποιων συλλεκτικών μοτοσυκλετών είναι εύκολο να πιστέψεις πως πρόκειται για μια πολύ καλή επένδυση χρημάτων. Σήμερα αγοράζεις μια παλιά μοτοσυκλέτα με 1000€ και την πουλάς σε 10 χρόνια για 100.000€. Πρόκειται περί μύθου, ο οποίος συντηρείται με την περιπτωσιολογία. Πράγματι υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις που η αξία μια μοτοσυκλέτας εκτοξεύτηκε με το πέρασμα των χρόνων, όμως αν κάτσεις να δεις την συνολική εικόνα, τα πράγματα είναι ακριβώς αντίθετα. Για να πετύχεις υψηλή τιμή μεταπώλησης, η κατάσταση της μοτοσυκλέτας θα πρέπει να είναι άριστη. Για να έχεις σε άριστη κατάσταση μια παλιά μοτοσυκλέτα χρειάζονται ΠΟΛΛΑ λεφτά. Όσα χρήματα φαντάζεσαι πως χρειάζονται για ένα service καρμπυρατέρ, πολλαπλασίασέ τα επί πέντε για να βρεις το πραγματικό κόστος μέχρι να δουλέψει πραγματικά. Τις περισσότερες φορές, μια Brough Superior που πωλείται για 100.000€ έχει κοστίσει στον ιδιοκτήτη της πάνω από 150.000€ σε ανακατασκευές όσα χρόνια την είχε στα χέρια του. Αν δεν είχε ξοδέψει αυτά τα χρήματα, η τιμή μεταπώλησης της μοτοσυκλέτας θα ήταν πολύ χαμηλότερη, ίσως και μικρότερη από εκείνη που την είχε αγοράσει. Εξαιρέσεις πάντα θα υπάρχουν, αλλά στην πραγματικότητα οι αριθμοί λένε την σκληρή αλήθεια.    

 


 

Ελληνική racing μοτοσυκλέτα: P2/400!

Ένα αγωνιστικό supermono Made in Greece!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

5/10/2017

Μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα φτιαγμένη στην Ελλάδα! Μπορεί σε κάποιους αυτό ν' ακούγεται σαν η αρχή ενός ανέκδοτου, αλλά στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για μια απολύτως απτή πραγματικότητα. Μια παρέα φοιτητών του Τ.Ε.Ι. Κεντρικής Μακεδονίας, τα εργαστήρια της σχολής και η υποστήριξη από τους καθηγητές τους, ήταν αρκετά για να κάνουν ένα όνειρο πραγματικότητα. Να αποδείξουν ότι όταν υπάρχει όρεξη για δουλειά και αγάπη για το αντικείμενο, τότε δεν υπάρχουν όρια στο πού μπορεί να φτάσει κανείς.

Πριν λίγες μέρες βρεθήκαμε στο Αυτοκινητοδρόμιο Σερρών για το συγκριτικό των superbikes που μπορείτε να διαβάσετε στο τεύχος που βρίσκεται αυτή την στιγμή στα περίπτερα. Εκείνο το διήμερο στην πίστα, ήταν παρέα μας και η μοτοσυκλέτα που κατασκεύασαν οι τέσσερις φίλοι και συνάδελφοι για μια στατική φωτογράφιση λίγο πριν ξεκινήσει την περιπέτεια στον κόσμο των διεθνών αγώνων. Εκεί είχαμε την ευκαιρία να τα πούμε από κοντά με τον Αλέξανδρο Μαΐδη και τον Θανάση Αραμπατζή, δύο από τα μέλη της ομάδας πίσω από την κατασκευή της, και να μάθουμε όλη την ιστορία πίσω απ' αυτήν. Την σύλληψη της ιδέας, τον σχεδιασμό, τις δυσκολίες, την υποστήριξη και τελικά την υλοποίηση του project που θα δοκιμαστεί στον πιο δύσκολο στίβο της πραγματικής ζωής: τους αγώνες.

Η ιστορία ξεκινά λίγο πριν την ολοκλήρωση ενός άλλου Project που οι τέσσερις φοιτητές παρουσίασαν ως πτυχιακή εργασία: το Talos. Αυτή ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα που κατασκεύασαν και στη συνέχεια αναζήτησαν πόρους και εγκαταστάσεις έτσι ώστε να βελτιώσουν την αρχική αυτή έκδοση. Η λύση ήρθε από τη Σχολή τους και τα εργαστήρια-μηχανουργία που διαθέτει, χάρη στην συμβολή και την υποστήριξη από τον καθηγητή τους κ. Δαβίδ. Στην πορεία των συζητήσεων για την βελτίωση του Talos, προέκυψε ένα ακόμη πιο φιλόδοξο σχέδιο. Η δημιουργία ενός εντελώς καινούργιου project, μιας εντελώς διαφορετικής μοτοσυκλέτας, με στόχο την συμμετοχή σε κάποιο διεθνή διαγωνισμό. Αυτός ο διεθνής διαγωνισμός κατέληξε τελικά να είναι το… European Supermono Cup, ένας θεσμός που συμμετέχουν επαγγελματικές ομάδες και εργοστάσια, με το επίπεδο της πρόκλησης να ανεβαίνει κατακόρυφα. Είναι επίσης ένας θεσμός που αφήνει μεγάλη ελευθερία σε ό,τι αφορά τα πλαίσια και τις αναρτήσεις, κάτι που βόλευε ιδιαίτερα καθώς προϋπήρχε ήδη η εμπειρία και το υλικό από το εναλλακτικό μπροστινό –τύπου Duolever- του Talos.

Με την αρωγή επαγγελματιών από το χώρο της μοτοσυκλέτας και καθηγητών από τη Σχολή, βρέθηκε ο κινητήρας, σχεδιάστηκε η μοτοσυκλέτα και το σχέδιο υλοποιήθηκε ξεπερνώντας τις αρκετές δυσκολίες που συνάντησαν σε όλα τα στάδια, χρησιμοποιώντας μάλιστα και εξωτικά υλικά, όπως το ανθρακόνημα και το αεροπορικού τύπου αλουμίνιο. Το αποτέλεσμα είναι μια μοτοσυκλέτα με βάρος και διαστάσεις παρόμοια με αυτά των μοτοσυκλετών της Moto3 από το παγκόσμιο πρωτάθλημα GP, με ένα εναλλακτικό μπροστινό και με πλαίσιο χωροδικτύωμα!

Οι πρώτες δοκιμές στην πίστα έχουν ήδη γίνει, αν και η συμμετοχή σε κάποιον αγώνα του Supermono Cup μέσα στο 2017 είναι πλέον αδύνατη, λόγω του ότι έχει ολοκληρωθεί και ο τελευταίος αγώνας για φέτος. Ο δρόμος όμως είναι ακόμη μακρύς και το μέλλον ανοίγει ορίζοντες με αστείρευτες δυνατότητες και προοπτικές, τις οποίες η ομάδα έχει ήδη σχεδιάσει πώς θα εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έτσι ώστε να είναι ανταγωνιστικοί από το ξεκίνημα κιόλας της προσπάθειας.

Στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ (θα κυκλοφορήσει 1η Νοεμβρίου) θα έχετε την δυνατότητα να δείτε την αναλυτική παρουσίαση του project και να διαβάσετε τόσο για το πώς "έχτισαν" κάθε στάδιο της μοτοσυκλέτας, ποια εμπόδια αντιμετώπισαν και πώς ξεπεράστηκαν αυτά, καθώς και τι επιφυλάσσει η συνέχεια και τους φιλόδοξους στόχους για το μέλλον.

 

Δείτε παρακάτω μία πλούσια σειρά φωτογραφιών, από την φωτογράφιση του MOTO στις Σέρρες: