Τα μεγάλα λάθη όταν αγοράζεις μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα

Τα έχουμε κάνει όλοι
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/2/2019

Προφανώς ό,τι γράφουμε παρακάτω είναι βασισμένο σε εμπειρίες που έχουμε ζήσει εμείς οι ίδιοι, είτε σε προσωπικό επίπεδο, είτε στο άμεσο φιλικό μας περιβάλλον. Οπότε πρόθεσή μας δεν είναι να σας το παίξουμε έξυπνοι (αφού ήδη την έχουμε κάνει την πατάτα και εμείς…), αλλά να σας βοηθήσουμε να αποφύγετε να κάνετε τα ίδια λάθη. Όοοοσο περνάει από το χέρι μας βέβαια, διότι το συγκεκριμένο λάθος που θα μας απασχολήσει σε αυτό το κείμενο, επαναλαμβάνεται διαρκώς, ακόμα και από ανθρώπους που ήδη την έχουν πατήσει πολλές φορές! Μιλάμε φυσικά για την αγορά της λάθος μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας. Λάθος μοτοσυκλέτα, όχι με βάσει τον τύπο , το μοντέλο ή την μάρκα, αλλά με βάσει την τσέπη μας.

Κράτα καβάτζα

Όλα ξεκινούν στραβά από το γεγονός ότι έχεις 1000€ στην τσέπη και κοιτάς στις αγγελίες μοτοσυκλέτες που πωλούνται 2000€. Αν έχεις 2000€ στην τσέπη κοιτάς όσες κάνουν 3000€-4000€ και πάει λέγοντας. Στην περίπτωση της αγοράς μιας καινούριας μοτοσυκλέτας αυτό θεωρείται φυσιολογικό και η αλήθεια είναι πως οι λόγοι για να μην το κάνεις είναι λίγοι. Οι καινούριες μοτοσυκλέτες καλύπτονται από 2 χρόνια εγγύηση, έχουν φυσικά καινούρια λάστιχα, καινούριες αλυσίδες και το μόνο που θα χρειαστούν οι περισσότερες από αυτές μετά από 10.000 χιλιόμετρα χρήσης είναι μια αλλαγή λαδιών και φίλτρων. Αν έχεις λεφτά να πληρώνεις το δάνειο, την ασφάλεια, τα τέλη κυκλοφορίας και τις βενζίνες σου είσαι ΟΚ.

Όμως στην περίπτωση μιας μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας, τίποτα απολύτως δεν είναι δεδομένο. Ακόμα και μοτοσυκλέτες φίλων, που ξέρεις πως τις πρόσεχαν σα να ήταν μωρά στην κούνια, μπορεί να χρειαστούν πανάκριβες επισκευές. Διότι ΟΛΑ τα μηχανήματα φθείρονται και χαλάνε και όλα τα υλικά έχουν ένα χρονικό όριο ζωής. Ειδικά τα πλαστικά, τα καλώδια και τα ηλεκτρονικά, μπορεί να δείχνουν σαν καινούρια απ’ έξω αλλά από μέσα τα πράγματα να θυμίζουν στοιχειωμένο δάσος. Ξεχάστε τις μπούρδες του τύπου “αυτά δεν χαλάνε”. Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα έχει φάει τον ελληνικό ήλιο στο κεφάλι για δέκα χρόνια ή έχει ψηθεί μέσα στο κέντρο της πόλης, είναι βέβαιο πως κάποια περιφερειακά εξαρτήματα θα χρειαστούν αντικατάσταση. Πιθανόν να χρειαστεί μια ντίζα γκαζιού (από 10€ έως και 300€ σε κάποιες περιπτώσεις), ίσως μια πλαστική ή λαστιχένια βάση για τα όργανα, το φαίρινγκ κ.τλ..

Κάτι τέτοιες “χαζές” ζημιές που παραμελήθηκαν, έχουν οδηγήσει στην ολική καταστροφή πολλές μοτοσυκλέτες. Οπότε, ακόμα κι αν η μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα που σκοπεύετε να πάρετε είναι “καλύτερη κι από καινούρια” εσείς κρατήστε στον κουμπαρά σας ένα ποσό για κάποια “μικροέξοδα”.     

Αν ήταν ακριβή καινούρια θα έχει ακριβή συντήρηση

Ουάου! Με 3000€ παίρνω Hayabusa! Όταν 3000€ έχει πλέον ένα καινούριο ταϊλανδέζο παπί ή scooter με μόλις 125 κυβικά, είναι σίγουρα δελεαστικό να μπορείς να αγοράσεις με τα ίδια χρήματα μια μοτοσυκλέτα που έχει 180 ίππους και ξεπερνάει τα 300km/h. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως τα ανταλλακτικά του Hayabusa κοστίζουν το 1/10 της τιμής που είχαν όταν η μοτοσυκλέτα ήταν καινούρια. Μάντεψε! Τα καινούρια ανταλλακτικά έχουν τιμές… καινούριων ανταλλακτικών! Οπότε μια μοτοσυκλέτα που έκανε 15.000€ και το ρεζερβουάρ της ως ανταλλακτικό έκανε 2000€, συνεχίζει ακόμα και σήμερα να κάνει 2.000€.

Κι αν το παράδειγμα της Hayabusa είναι εξόφθαλμο λόγω επιδόσεων, τα πράγματα δεν είναι τόσο ευδιάκριτα με τα χρηστικά μοντέλα μοτοσυκλετών, όπως ας πούμε τα On-Off.

Ένα BMW R 1200 GS του 2007 ήταν από τις ακριβότερες μοτοσυκλέτες της αγοράς. Το γεγονός πως τώρα το αγοράζεις ως μεταχειρισμένο μεταξύ 4.000-6.000€ δεν σημαίνει πως η BMW θα σου πουλάει τα ανταλλακτικά με έκπτωση -90%.

Θα πρέπει να καταλάβεις πως με 4000€ αγόρασες μοτοσυκλέτα των 20.000€ και το κόστος συντήρησής της, εξακολουθεί να είναι αντίστοιχο με μια μοτοσυκλέτας των 20.000€, όχι των 4.000€. Ακόμα χειρότερα, επειδή είναι μεταχειρισμένη οι ανάγκες της για συντήρηση είναι ακόμα μεγαλύτερες.

Βρες έναν δότη!

Ας περάσουμε για λίγο από το πιο γενικό, στο πιο ειδικό, διότι ως Έλληνες θα πούμε «λύσεις πάντα υπάρχουν» και υπάρχουν! Απλά δεν κάνουν για όλους! Δηλαδή: Έστω πως έχουμε αγοράσει ένα μεταχειρισμένο Enduro με 1.500 Ευρώ, όπως και έχουμε κάνει οι ίδιοι, μιας και όπως είπαμε στην αρχή δεν σας μιλάμε τυχαία. Κι έστω πως μετά από λίγο "καρφώνει σασμάν". Δεν θα πούμε την μάρκα επίτηδες, για να μην εστιάσει κανείς στην μάρκα μιας και το κοινό των εντουράδων έχει την τάση να θεωρεί πως κάποια πράγματα συμβαίνουν μονάχα σε λίγους... Η πρώτη λύση σε αυτή την περίπτωση, είναι να παραγγείλεις ανταλλακτικά που φτάνουν μερικές φορές να είναι ακριβότερα από την ίδια την αγορά της μοτοσυκλέτας, στην προκειμένη περίπτωση πάνω από χίλια Ευρώ ακριβότερα από το αρχικό κόστος απόκτησης! Ουσιαστικά δεν είναι λύση λοιπόν και το μόνο που μένει είναι να βρεις μία μεταχειρισμένη ή ακόμη καλύτερα ένα ολόκληρο κιβώτιο και είτε μόνος σου, είτε με κάποιο φίλο μηχανικό να ασχοληθείς με την αντικατάσταση. Αυτό όμως, το να βρεις ένα μεταχειρισμένο ή τρακαρισμένο, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, παρόλο που θα σου την προτείνουν όλοι ως την πρώτη λύση! Στην πράξη είναι χρονοβόρα διαδικασία η οποία δεν ταιριάζει σε όλους και μόνο αν είσαι πολύ τυχερός καταλήγεις να ξεμπερδεύεις γρήγορα, έχοντας ξοδέψει και σε αυτή την περίπτωση αρκετό χρόνο.

Δεν ξέρεις αν έχει τρακάρει!

Κι έστω πως έχεις κάνει την δουλειά που πρέπει, έχεις αποφασίσει σε ένα μοντέλο με βάση το κριτήριο για το τι μπορεί να σου ζητήσει στα επόμενα χιλιόμετρα κι αν ταιριάζει στην χρήση για την οποία την θέλεις. Ποιος όμως μπορεί να σου πει, η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ που θέλεις να αγοράσεις, αν δεν έχει τρακάρει, αν στην πρώτη λακκούβα, ή μεγάλο ταξίδι δεν θα δεις το πλαίσιο να σε χαιρετά; Μέχρι τώρα αυτό στην χώρα μας μπορούσε να γίνει μονάχα με κάποιον «ειδικό», συνήθως τον μάστορα που ξέρεις προσωπικά, και που έπρεπε να βασιστείς στην εμπειρία του μετά από μία δεκάλεπτη βόλτα. Εξαιρετικά δύσκολο να τα βρει όλα σε μία τέτοια βόλτα, όσο κι αν ριψοκινδυνεύει μέσα στην κίνηση για να δει αν κουνάει στα πολλά χιλιόμετρα… Η λεπτομέρεια εδώ, είναι πως από φέτος στην Ελλάδα ο ίδιος ο μάστορας –δεν πας αλλού δηλαδή- έχει στα χέρια του ένα νέο εργαλείο στο μικρότερο κόστος της Ευρώπης. Καλεί την MotoCert και παίρνει πιστοποιητικό και διάγνωση από 3D lazer, χωρίς να λύσει βίδα: Ότι κι αν έχει η συγκεκριμένη που θέλεις να αγοράσεις, θα βρεθεί με ακρίβεια σε υποδιαίρεση του χιλιοστού. Υπάρχει και σε αυτό το πρόβλημα λύση λοιπόν!

Ψέματα κι αλήθειες

Υπάρχει λόγος που μια μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα είναι φτηνότερη από μια καινούρια. Κι ο λόγος αυτός είναι πως ΚΑΝΕΙΣ δεν μπορεί να σου εγγυηθεί ότι δεν θα χαλάσει.

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΑ μηχανάκια, που κατουράς μέσα στο ρεζερβουάρ και δουλεύουν χωρίς πρόβλημα για τα επόμενα σαράντα χρόνια. Σαφώς υπάρχουν μοντέλα που αντέχουν περισσότερο ή εμφανίζουν λιγότερες φθορές με το πέρασμα του χρόνου, όμως ό,τι δουλεύει χαλάει κιόλας.  

Μην σας παρασύρουν όλα αυτά τα παραμύθια που παλιά κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα και τώρα έχουν  γίνει σχόλια στο διαδίκτυο. Στο facebook και στα site γράφουν σχόλια μόνο όσοι είναι συναισθηματικά φορτισμένοι. Σκέψου το λίγο… Θετικό σχόλιο θα γράψεις αν γουστάρεις με τρέλα τη μοτοσυκλέτα σου και αρνητικό σχόλιο αν σου έχει βγάλει την ψυχή. Έτσι δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα σχόλια που διαβάζεις είναι γεμάτα με υπερβολικά θετικούς ή αρνητικούς χαρακτηρισμούς. Η Honda, η Suzuki, η Yamaha, η Kawasaki πουλάνε ΚΑΘΕ χρόνο εκατομμύρια δίκυκλα, αλλά δεν υπάρχουν εκατομμύρια σχόλια. Ακόμα και μικρότερες σε μέγεθος εταιρείες, όπως η Harley, η Ducati, η BMW πουλάνε χιλιάδες μοτοσυκλέτες κάθε χρόνο. Ούτε όλες χαλάνε, ούτε όλες είναι αλεξίσφαιρες. Οπότε πριν δώσεις τα λεφτά για την αγορά της επόμενης μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας σου, λάβε υπόψη τις παρακάτω συμβουλές μας:

 

1- Κράτα ένα ποσό στην άκρη για πιθανές βλάβες.

Δώσε μικρότερη προκαταβολή και αναλόγως του είδους της μοτοσυκλέτας, κράτησε στην άκρη ένα ποσό για τα “πρώτα έξοδα”.

 

2- Οι ακριβές μοτοσυκλέτες έχουν ακριβά ανταλλακτικά

Όσο πιο περίπλοκη τεχνολογικά είναι μια μοτοσυκλέτα, τόσο πιο ακριβά κοστίζουν οι βλάβες της

 

3- Τα χρόνια είναι το ίδιο σημαντικά με τα χιλιόμετρα

Είναι λάθος να νομίζεις πως μια μοτοσυκλέτα 10-20 ετών που έχει κάνει μόνο 10.000km δεν θα έχει προβλήματα. Ο χρόνος προκαλεί φθορές στα πλαστικά, τις τσιμούχες και τα καλώδια, τόσο εξωτερικά του κινητήρα, όσο και μέσα στον κινητήρα, ανεξάρτητα από την χρήση.

 

4- Πάρε μαζί σου έναν εξειδικευμένο μηχανικό

Τα πρώτα λεφτά που πρέπει να δώσεις όταν αγοράζεις μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα είναι σε έναν εξειδικευμένο μηχανικό για να την ελέγξει πριν δώσεις προκαταβολή. Όχι απλά σε ένα φίλο που “ξέρει”, ούτε απλά σε έναν οποιοδήποτε μηχανικό. Βρες έναν που έχει εξειδικευμένες γνώσεις πάνω στη μοτοσυκλέτα που θέλεις να αγοράσεις και ο οποίος να γνωρίζει πόσο θα σου κοστίσει η κάθε βλάβη ή φθορά που έχει η μοτοσυκλέτα που ενδιαφέρεσαι να αγοράσεις. Υπάρχουν μοτοσυκλέτες που είναι καλύτερο να λείπει ο κινητήρας τους, παρά το φαίρινγκ τους! Κι από εκεί και πέρα, ζήτα από αυτόν τον μηχανικό που ήδη ξέρεις και εμπιστεύεσαι και που μπορεί να σου απαντήσει πόσο θα σου κοστίσει μία βλάβη, να πιστοποιήσει την συγκεκριμένη που σκοπεύεις να αγοράσεις μέσω της MotoCert, καθώς δεν υπάρχει αυτή την στιγμή πιο γρήγορος και άμεσος τρόπος στην Ελλάδα, να δεις με απόλυτη ακρίβεια πόσο κοντά σε κατάσταση καινούριας, είναι η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας, που σε ενδιαφέρει. Να ξέρεις με κάθε βεβαιότητα αν έχει πέσει ή όχι.

Μην πεις ποτέ: “Έλα μωρέ, ένα φανάρι θέλει…” αν δεν ξέρεις πόσο κοστίζει, διότι το φανάρι μπορεί να κάνει πιο ακριβά από την μοτοσυκλέτα που θέλεις να αγοράσεις.

Τι σου λέμε, με λίγα λόγια, να μην πάρεις μεταχειρισμένη; Σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση, το ακριβώς αντίθετο: Πάρε μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα! Απλά να πάρεις εκείνη που θα είναι κατάλληλη για εσένα προσωπικά, να την ελέγξεις καλά πριν την κάνεις δική σου, ώστε στο τέλος αυτό που θα σου μείνει να είναι μονάχα η ευχαρίστηση να την κάνεις βόλτα! Τόσο απλά, και καλά χιλιόμετρα από εμάς!

Στα Σκόπια με τους "Λύκους της Νύκτας": Ο μοτοσυκλετισμός των γειτόνων...

Ο μοτοσυκλετισμός της FYROM, οι ομοιότητες και οι διαφορές μας
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/6/2018

Έχει περάσει μία πενταετία από το οδοιπορικό στα Σκόπια παρέα με τους «Λύκους της Νύχτας» που προεδρεύουν της ομοσπονδίας μοτοσυκλέτας της γειτονικής χώρας, αλλά οι πρόσφατες εξελίξεις καθιστούν εκείνο το ρεπορτάζ επίκαιρο. Διότι είναι χαρακτηριστικό να ακούς τον Λένιν, ντυμένο με δερμάτινα και παρουσιαστικό που παραπέμπει σε ακροδεξιά οργάνωση των Σκοπίων, να λέει πως δεν υπάρχει καμία ιστορική σύνδεση της χώρας του με την Μακεδονία, αλλά η κλοπή της ιστορίας ήταν πράξη αυτοσυντήρησης και για αυτό θα την συνεχίσουν. Λίγα χρόνια μετά, στο σήμερα, η μοτοσυκλετιστική οργάνωση της γειτονικής χώρας, «Λύκοι της Νύκτας», παίζει το τελευταίο χαρτί προπαγάνδας: Αντιδρούν –φαινομενικά- απέναντι στην συμφωνία για να δείξουν πως πρόκειται για κάτι που δεν τους συμφέρει, σε μία σειρά προκαθορισμένων αντιδράσεων που γίνονται βάση προγράμματος. Οι γείτονες είναι και ενωμένοι και οργανωμένοι, σε αντίθεση με εμάς.. Αναδημοσιεύουμε ένα αρκετά παλιό ρεπορτάζ του περιοδικού, που δείχνει από την πλευρά του μοτοσυκλετισμού, πως η πολιτική είναι κομμάτι της καθημερινότητάς μας και φανερώνει πολλές πτυχές της εξέλιξης στην πορεία αυτού του ζητήματος, έως αυτό το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα:

Διασυνοριακό οδοιπορικό: Από τις Σέρρες στα Σκόπια, παρέα με τους «Λύκους της Νύκτας»

Κάθε ταξίδι γίνεται για να γνωρίσεις νέους τόπους και κατ’ επέκταση τους ντόπιους, όμως αυτό ξεκίνησε ανάποδα, γνωρίζοντας πρώτα τους ανθρώπους και μετά περάσαμε όλοι μαζί τα σύνορα. Ένα τριήμερο εντός, εκτός και επί τα αυτά, των συνόρων με την FYROM. Συναντηθήκαμε στις Σέρρες με τους «Λύκους της Νύκτας» και περάσαμε τα σύνορα, επιστρέφοντας μαζί τους…

Χρειάζεται πάντα μια αφορμή για να κάνεις κάτι που θέλεις. Είναι περίεργο που δεν φτάνει μόνο η επιθυμία και απαιτείται και η αφορμή, όμως αυτό είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση, και άλλωστε έτσι λειτουργούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Τελικά για να επισκεφτώ τη FYROM χρειαζόμουν απλώς μια αφορμή, η επιθυμία πάντα υπήρχε. Είναι όμως που στο θέμα του ονόματος έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία, είναι που πάντα πίστευα ότι οι μεταξύ μας διαφορές είναι αγεφύρωτες και ποτέ δεν το επιχειρούσα. Δεν είναι σωστό τα γεωπολιτικά παιχνίδια τρίτων, και τα πολιτικά λάθη τα δικά μας, να μαυρίζουν στο μυαλό κάποιου μια ολόκληρη χώρα στο χάρτη, όμως για μένα έτσι είχε γίνει. Στην περίπτωσή μου όμως συνέβη πολύ απότομα, μέσα σε μία χαρακτηριστική στιγμή που μου έχει αποτυπωθεί και την θυμάμαι ξεκάθαρα: Βρισκόμουν ακόμα στην σχολή στις ΗΠΑ, κι ένας από τους καθηγητές που αγαπούσε την Ελλάδα, ξεκίνησε μια συζήτηση σχετικά με την Θεσσαλονίκη που του περιέγραφα πριν από λίγο με τόσο πάθος και αγάπη. Ήταν τόσο ζοφερή η περιγραφή που διέκοψε το μάθημα και ήθελε να μάθει περισσότερα και πρώτα απ’ όλα το που βρίσκεται. Του λέω λοιπόν ότι είναι στο βορρά στη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας, και στο πρόσωπό του σχηματίστηκε ένα τεράστιο ερωτηματικό λέγοντας μου μια φράση που την κουβαλώ και την θυμάμαι από τότε: "ναι αλλά αυτό δεν είναι στην Ελλάδα"!

Το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων ήταν για εμένα μέχρι εκείνη ακριβώς τη στιγμή, κάτι τόσο ξεκάθαρα λάθος που ήμουν σίγουρος ότι το έβλεπαν έτσι και οι υπόλοιποι. Ανακάλυψα όμως, κάπως απότομα, ότι δεν μπορούσα ποτέ ξανά να χρησιμοποιήσω τη λέξη Μακεδονία στις ΗΠΑ χωρίς να δώσω εξηγήσεις, κι αυτό μου έκανε τρομερή εντύπωση, ιδιαίτερα σε μία χώρα που φημίζεται για τις ελλιπείς γεωγραφικές γνώσεις του γενικού πληθυσμού. Την ίδια εποχή ένας φίλος που του έκλεψαν την μοτοσυκλέτα όσο έλειπε σε επαγγελματικό ταξίδι και έπρεπε να του το ανακοινώσουμε από το τηλέφωνο, μας εξηγούσε πόσο ανήμπορος ένιωθε εκεί μακριά, πόσο μάταιο ήταν να τρελαίνεται χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Ένιωθα το ίδιο κάθε φορά που μου ζητούσε κάποιος στις ΗΠΑ, να του εξηγήσω που είναι η Θεσσαλονίκη.

Φαντάζεστε να είστε από την Κρήτη, για παράδειγμα, να πάτε σε μια άλλη χώρα και να μη μπορείτε να εξηγήσετε στους ντόπιους πού βρίσκονται τα Χανιά χωρίς να σας περάσει για Άραβα; Ναι, μια τόσο ανόητη και βλακώδης εξήγηση. Τους έφερνα λοιπόν ένα αντίστοιχο παράδειγμα με τον Καναδά και το Ιλινόης. Αν ξαφνικά ο Καναδάς έσπαγε στη μέση και το ένα μισό αποφάσιζε να αλλάξει όνομα και να λέγεται Ιλινόης, εκδίδοντας μάλιστα χάρτες που έδειχναν όλο το Σικάγο μαζί με την υπόλοιπη πολιτεία ως ένα καινούριο διαφορετικό κράτος, πώς θα αντιδρούσαν; Οι περισσότεροι συμφωνούσαν λέγοντας πως θα έσκαγαν στα γέλια και θα γυρνούσαν το κεφάλι, και τότε τους απαντούσα ότι αυτό ακριβώς έκαναν και οι δικοί μας καταραμένοι υπουργοί εξωτερικών, και τώρα ο υπόλοιπος κόσμος πιστεύει ότι ένα μέρος αυτής της γελοιότητας είναι πραγματικότητα. Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από το να γνωρίζεις τους γείτονές σου, όμως ήταν αυτού του είδους οι εμπειρίες που με έκαναν να μην θέλω να περάσω ποτέ εκείνα τα σύνορα, τα κοντινότερα στην πόλη μου, πριν φύγω στις ΗΠΑ και βρεθώ να εξηγώ τα αυτονόητα…

 

Τα μαύρα γιλέκα

Η αφορμή δόθηκε με μια πρόσκληση, μια πρόσκληση με την ευγενικότερη των προθέσεων. Οργανώθηκε ένα ταξίδι, ή μάλλον μια βόλτα για τους βορειοελλαδίτες, μέρος τους έργου Cross – border wheels, το οποίο είναι ενταγμένο στο IPA Πρόγραμμα Διασυνοριακής Συνεργασίας "Ελλάδα - πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας 2007-2013". Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτούσε τρόπους να αναπτυχθεί η φιλία μεταξύ των ανθρώπων εκατέρωθεν των συνόρων. Το ραντεβού είχε δοθεί στο αυτοκινητοδρόμιο των Σερρών όπου ανηφόριζα τις τελευταίες ηλιόλουστες μέρες, στις αρχές Νοεμβρίου, με ανάμεικτα συναισθήματα, έχοντας στο μυαλό μου όλα τα παραπάνω. Οι άνθρωποι μεταξύ μας δεν έχουμε λόγους να μην αναπτύξουμε την φιλία, είναι όμως πολλοί αυτοί που κερδίζουν από την διατήρηση της έντασης, κερδίζουν σε χρήμα δηλαδή, οπότε ίσως να ήταν προτιμότερο η Ευρωπαϊκή Ένωση να ξοδεύει τους πόρους της προσπαθώντας να βάλει μυαλό σε όσους ελέγχουν την εξουσία.

Έφτασα στις Σέρρες πριν από τους υπόλοιπους απολαμβάνοντας μια άδεια εθνική οδό στην οποία κυριαρχούσαν τα μυγάκια, ούτε νταλίκες, ούτε άλλες μοτοσυκλέτες, καθώς η κρίση ψαλιδίζει τα χιλιόμετρα. Την πίστα είχε κλείσει το Ferrari Club και πίνοντας τον απογευματινό καφέ, είχα και την πρώτη ευχάριστη έκπληξη. Ο πλοηγός, που καθοδηγεί την μεγάλη παρέα στην πίστα των Σερρών με αυτοκίνητο, ενημερώνει ότι θα φτάσουν σε 45 λεπτά, και η πρώτη μοτοσυκλέτα μπαίνει στο χώρο πίσω από τα νέα paddock σε 43, αφού ξεκινούσαμε με τέτοια ακρίβεια το οδοιπορικό δεν μπορούσε παρά να εξελιχθεί πολύ ευχάριστα.

Η πρώτη εντύπωση είναι θετική, οι γείτονες καταφθάνουν με πλήρη εξοπλισμό και ανάμεσά τους αρκετοί Έλληνες από το Κιλκίς, την Καβάλα αλλά και από τη Θεσσαλονίκη, ένας από αυτούς με το κράνος στο χέρι. Πάλι το κακό παράδειγμα εμείς το δίνουμε. Ακολουθεί μια γρήγορη ξεκούραση και προαιρετική βόλτα μέσα στην πίστα, μια που ο ήλιος μόλις είχε δύσει και το Ferrari Club την αποδέσμευσε. Η πλειοψηφία των Σκοπιανών έχουν cruiser, υπάρχουν αρκετοί με Goldwing, όπως και Έλληνες ο ένας από τους οποίους μάλιστα την έχει μετατρέψει σε trike! Μπαίνουν όλοι στην πίστα για τρεις γύρους και μια που έπεσε το σκοτάδι οι άνθρωποι της οργάνωσης δεν βλέπουν τους δύο Έλληνες που μπήκαν χωρίς κράνος: Εκείνος που έδωσε το κακό παράδειγμα, αντί να συνετιστεί, έπεισε έναν φίλο του να μην το βάλει ούτε εκείνος, ώστε να φαίνεται λίγο καλύτερος ο ίδιος..

«Δεν έχουμε καμία σχέση με τους Μακεδόνες, ούτε υπάρχει Μακεδονική γλώσσα. Μία μέρα πήγαν σχολείο τα παιδιά και μάθαιναν λέξεις που στο σπίτι τις έλεγαν διαφορετικά. Οι γονείς και οι παππούδες άκουγαν τα παιδιά στο δρόμο και έβγαζαν νόημα με την δεύτερη φορά. Τα πράγματα άλλαξαν από την μία ημέρα στην άλλη». 

Μένω εκτός και πιάνω κουβέντα με τον ιδιοκτήτη μιας λευκής Goldwing που έχει καινούρια πινακίδα με τα χαρακτηριστικά "ΜΚ", εξηγώντας του ότι είναι στο όριο των διεθνών κανονισμών και ότι μάλιστα εκκρεμεί και δικαστική απόφαση στο ανώτατο δικαστήριο των Σκοπίων καθώς ο κόσμος εκεί δεν θέλει πινακίδες στα λατινικά. Μου απαντά κυνικά ότι σε αυτόν δώσανε αυτή, και ότι όλα αυτά είναι πολιτικά θέματα με τα οποία δεν θέλει να εμπλέκεται. Είναι και αυτό μια άποψη.

Αφού έχουμε κεραστεί στη νέα -τότε- καφετέρια του αυτοκινητοδρομίου, γινόμαστε ένα μεγάλο γκρουπ και πηγαίνουμε προς το ξενοδοχείο Elpida Resort. Λίγα μέτρα πιο κάτω, περνώντας κάτω από τη μικρή γέφυρα των γραμμών του τρανού, ένας Σκοπιανός με Intruder μαρσάρει δίπλα μου για να κερδίσει σε μπάσο ήχο. Του λέω για να τον πειράξω ότι δεν ακούω τίποτα και πρέπει να το ξανά κάνει. Λίγο αργότερα, στο μπαρ του ξενοδοχείου θα συστηθούμε καλύτερα με τον Kosta και τον Kostantin, μέλη και οι δύο των "Night Wolves".

Έχει προηγηθεί ένα πλούσιο δείπνο και χαιρετισμός από το δήμαρχο, αλλά και ενημέρωση για την επόμενη μέρα, όμως θέλω να μάθω περισσότερα για τους γείτονες μοτοσυκλετιστές. Ο Kosta έχει δουλέψει για χρόνια στα καράβια, αποσύρθηκε και άνοιξε μπαρ στο κέντρο των Σκοπίων με την ευφάνταστη ονομασία "Van Goch", αλλά χωρίς να βάλει πίνακες του καλλιτέχνη, έχει όμως αφίσες, και το μαγαζί είναι σημείο συγκέντρωσης για τους μοτοσυκλετιστές. Φορούν και οι δύο δερμάτινα γιλέκα από τα οποία όμως έχουν αφαιρέσει τα διακριτικά από την πλάτη, καθώς στα σύνορα τους συμβούλεψαν να τα βγάλουν για να μην έχουν πρόβλημα με τη Χρυσή Αυγή. "Δεν μας ενοχλούν" τους είπαν, "για την ασφάλειά σας το κάνουμε". Δηλαδή οι υπάλληλοι στα σύνορα χρησιμοποίησαν την Χρυσή Αυγή ως δικαιολογία, εκεί έχουμε φτάσει.

Οι δύο νέοι φίλοι μου εξηγούν πως από μικρά παιδιά ερχόντουσαν στην Ελλάδα για διακοπές, και μάλιστα ο Kostantin νοικιάζει μόνιμα χώρο για τροχόσπιτο κάπου στον Πλαταμώνα όπου το επισκέπτεται με τα παιδιά του κάθε καλοκαίρι. Στην μόνη χώρα που μπορούν να κυκλοφορήσουν δίχως να αισθάνονται φόβο για την σωματική τους ακεραιότητα, είναι στην Ελλάδα και την προτιμούν με διαφορά για τις διακοπές τους, έναντι των υπόλοιπων γειτόνων. Ιδιαίτερα όταν ταξιδεύουν με μοτοσυκλέτα. Βόρεια είναι το Κόσοβο που ακόμα και ως μεγάλο γκρουπ είναι δύσκολο να διασχίσουν χωρίς μία βέβαιη επίθεση στις μοτοσυκλέτες. Μονάχα αν διασχίσουν την Αλβανία με ταχύ ρυθμό και φύγουν στο Μαυροβούνιο ή την Κροατία έχουν αντίστοιχη δόση ασφάλειας, πράγμα που αντιλαμβάνεται κανείς πως καθιστά την Ελλάδα μία ξεχωριστή για εκείνους περίπτωση. Μαθαίνω επίσης από πρώτο χέρι για την υπέρογκη φορολογία των καινούριων μοτοσυκλετών στη γειτονική χώρα, και το πόσο ακριβές είναι οι μοτοσυκλέτες της παρέας για τα δικά τους δεδομένα.

Ο Kostantin αναφέρεται στην προηγούμενη δουλειά του στα Ηνωμένα Έθνη και την προσπάθεια που γίνεται να προωθήσουν την ένταξη της χώρας τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μιλά άπταιστα αγγλικά και σε ένα από τα ταξίδια του έχει δουλέψει ως μεταφραστής για ένα Πολωνό, αφού η νέα γλώσσα που τους έφτιαξαν έχει κοινά στοιχεία και με τα Πολωνικά. Ναι το αναφέρει ξεκάθαρα, χωρίς υπαινιγμούς: «Μας έφτιαξαν γλώσσα σε μία μέρα Θάνο».. Είναι όλοι τους πλήρως συνειδητοποιημένοι για την πορεία που έχουν ακολουθήσει τα πράγματα τα τελευταία χρόνια: «Δεν έχουμε καμία σχέση με τους Μακεδόνες, ούτε υπάρχει Μακεδονική γλώσσα. Μία μέρα πήγαν σχολείο τα παιδιά και μάθαιναν λέξεις που στο σπίτι τις έλεγαν διαφορετικά. Οι γονείς και οι παππούδες άκουγαν τα παιδιά στο δρόμο και έβγαζαν νόημα με την δεύτερη φορά. Τα πράγματα άλλαξαν από την μία ημέρα στην άλλη». Ωστόσο αυτή η κουβέντα διακόπτεται καθώς δεν θέλουν να συνεχίσουν την κουβέντα μας στα μπαρ των Σερρών. Δεν νιώθουν άνετα να γυρνούν με τα δερμάτινα μέσα στην πόλη, παρόλο που κανείς δεν τους είπε τίποτα. Αντιθέτως η αμηχανία είναι δική τους, σαν να κάνουν κάτι λάθος, όπως λένε: "όμως στην Στρούμιτσα φίλε μου θα δεις, εκεί θα κάνουμε κανονικό πάρτι, θα νιώθουμε πιο άνετα". Κρατώ τις υποσχέσεις και η παρέα διαλύεται για να απολαύσει ο καθένας το δικό του ευρύχωρο δωμάτιο στο πολυτελές ξενοδοχείο των Σερρών.

Πράσινο παντού

Την επόμενη μέρα το πρωί ξεκινάμε μια πολύ λογική ώρα, καμιά βιασύνη από κανένα. Έχει έρθει και μια παρέα μοτοσυκλετιστών από τις Σέρρες που δίνει το καλό παράδειγμα, πλήρως εξοπλισμένοι και με άψογη συμπεριφορά στο δρόμο. Είμαστε πλέον 43 μοτοσυκλέτες στο σύνολο με ελληνικές και ξένες πινακίδες ανακατεμένες, βάζοντας στόχο την Κερκίνη όπου θα κάνουμε στάση για φαγητό. Το τοπίο είναι πανέμορφο, το πράσινο κυριαρχεί παντού και συναντάς κάθε λογής ζώα, από βουβάλια μέχρι εξωτικά πουλιά. Περνάμε από Μουριές και ανηφορίζουμε για τα σύνορα όπου ξεμπερδεύουμε αρκετά γρήγορα για τον όγκο της παρέας. Σε εμένα που είχα τη Long Term μοτοσυκλέτα του περιοδικού δεν κοίταξαν ούτε την άδεια του ιδιοκτήτη για να την βγάλω από τη χώρα, ούτε πράσινα κάρτα, τίποτα. Κοίταξαν διαβατήριο, είδαν την πινακίδα και πέρασα, έτσι απλά. Ακολουθεί μια σύντομη διαδρομή από την άλλη πλευρά της λίμνης Δοϊράνης, βάζουμε και βενζίνη με 1,38 Ευρώ, μιλώντας στον υπάλληλο στα Ελληνικά αφού η πελατεία του είναι ως επί το πλείστον ελληνική.

Ο δρόμος είναι όπως αυτός που αφήσαμε πίσω μας, γεμάτος με σαμαράκια και λακκούβες, όμως κατηφορίζοντας το βουνό για να φτάσουμε στο κάμπο της Στρουμίτσα η χάραξη αλλάζει και η πρόσφυση αναβαθμίζεται, το ίδιο και τα σπίτια, είναι πολύ πιο περιποιημένα. Επί Γιουγκοσλαβίας η πόλη αυτή είχε έντονο ελληνικό στοιχείο από το οποίο ελάχιστα ψήγματα παραμένουν…

Έπρεπε ως ορθόδοξοι να συσπειρωθούμε και να πούμε πως είμαστε κάτι το διαφορετικό γιατί αλλιώς θα σβήναμε από τον χάρτη.

Το ξενοδοχείο που θα καταλήξουμε βρίσκεται λίγο πιο έξω από την πόλη και έχει φρουρό στο πάρκινγκ, δίνοντας μία μεγάλη ανακούφιση. Αφήνουμε τα πράγματα και πηγαίνουμε κατευθείαν για το κέντρο της πόλης, όπου όλους τους Έλληνες περιμένει μια μεγάλη έκπληξη. Μόλις πριν από δύο χρόνια έχουν κατασκευάσει στην Στρουμίτσα μια τεράστια ανοικτή πλατεία σε Σοβιετικά πρότυπα χώρου, τοποθετώντας ένα άγαλμα ενός Βούλγαρου ήρωα που οικειοποιήθηκαν κατά την πάγια τακτική που ακολουθούν. «Δανείζονται» δηλαδή τα ιστορικά στοιχεία των γειτόνων τους, κατασκευάζοντας τον δικό τους μύθο. Για να γίνει η πλατεία υπογειοποίησαν τον κεντρικό τους δρόμο και έφτιαξαν και υπόγειο πάρκινγκ. Με λίγα λόγια ξεπέρασαν μία μεγάλη πλειοψηφία από τους δικούς μας δήμους και απέδειξαν ότι δεν χρειάζεσαι πολλά λεφτά για να κάνεις ένα τέτοιο έργο, φτάνει βέβαια να μην τα τρως σε μεζονέτες, ερωμένες ή εκδιδόμενες και άλλα τέτοια παραδείγματα που με ανοικτό το στόμα σχολιάζουν οι Έλληνες έχοντας σχηματίσει μικρές ξεχωριστές παρέες, με κοινό όμως θέμα συζήτησης: Συγκρίνοντας τα χάλια μας. Επιστρέφουμε στο ξενοδοχείο για το δείπνο και βρίσκουμε το πάρκινγκ γεμάτο καθώς πραγματοποιείται ένας γάμος στο εστιατόριο όπου όλοι χορεύουν σέρβικα τραγούδια που έχουν μεταφραστεί από τα ελληνικά κρατώντας την μουσική, είναι ένα κανονικό μπουζουκσίδικο με μόνη διαφορά την γλώσσα που ακούγεται!

Στο διπλανό εστιατόριο θα γίνει κατάληψη από την παρέα μας, Έλληνες και Σκοπιανοί μοτοσυκλετιστές στήνουν ένα διαφορετικό γλέντι. Πρωτοστατεί η μπάντα των Agusevi, μια ξακουστή μπάντα που η φήμη της έχει φτάσει και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ενώ είναι ιδιαίτερα αγαπητή στους Σερραίους της παρέας που τις δίνουν συνέχεια παραγγελιές. Είναι πασίγνωστοι και στις δύο πλευρές των συνόρων και ξεσηκώνουν εξίσου τον κόσμο με τα «χάλκινα». Γίνεται χαμός, βγαίνουν κιθάρες, και τα τραπέζια ενώνονται σε μια μεγάλη παρέα. Μέσα σε αυτό το χαμό προσπαθώ να μιλήσω με τον Λένιν, τον αρχηγό των "Night Wolves", και –πιο σημαντικό- πρόεδρο της εκεί ομοσπονδίας μοτοσυκλέτας. Είναι περήφανος για το club του και μου εξηγεί τους δεσμούς που υπάρχουν με τη Ρωσία, εκεί δηλαδή απ’ όπου ξεκίνησαν οι "Λύκοι της Νύχτας", με την δική του ομάδα/οργάνωση/ομοσπονδία να αποτελεί παρακλάδι. Εξιστορεί πως έχει υπάρξει μοτοσυκλετιστής συνοδείας του Πούτιν, και πηγαίνει τέσσερις φορές το χρόνο για να ενισχύσει τους δεσμούς με την κεντρική οργάνωση των "Night Wolves". Αφού επισημαίνουμε τις διαφορές που υπάρχουν στην μοτοσυκλετιστική παιδεία μεταξύ μας, -ευτυχώς όπως του λέω χαρακτηριστικά- και τον τελείως διαφορετικό τρόπο που λειτουργούν οι λέσχες, -επίσης ευτυχώς- αναπόφευκτα η συζήτηση πηγαίνει και στην πολιτική.

Ο Λένιν, όπως και οι υπόλοιποι, θέλει να μάθει αν είναι πρόσκαιρη η άνοδος της Χρυσής Αυγής (δεν θα ήταν τελικά) και έχει μια ενδιαφέρουσα άποψη για την Ιστορία. Η Ιστορία πρέπει να είναι κοινή για όλη την ανθρωπότητα, στον ίδιο πλανήτη ζούμε, λέει χαρακτηριστικά. Αν ο Μέγας Αλέξανδρος είναι Έλληνας γιατί να μην είναι και Σκοπιανός; Αυτό πυροδοτεί μία συζήτηση που καταλήγει σε μία εκπληκτική παραδοχή από τον ίδιο: «Κοίτα για εμάς είναι πολύ σημαντικό να είμαστε κάτι άλλο από Βούλγαροι γιατί δεχτήκαμε τεράστιους διωγμούς. Έπρεπε ως ορθόδοξοι να συσπειρωθούμε και να πούμε πως είμαστε κάτι το διαφορετικό γιατί αλλιώς θα σβήναμε από τον χάρτη. Ήταν θέμα επιβίωσης, κανείς δεν πιστεύει ότι είμαστε απόγονοι του Μ. Αλεξάνδρου. Οι νέες γενιές, ναι μπορεί πλέον να το πιστεύουν, αλλά το θέμα ξεκίνησε για να διαφοροποιηθούμε από την Βουλγαρία, μετά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας. Είχαν προσπαθήσει για χρόνια, να προσαρτήσουν την περιοχή». Μάλιστα, αλλά αν ήταν πράγματι έτσι θα μπορούσατε να έχετε οικειοποιηθεί τον "Τζένκις Χαν" ή τον "Μέγα Καθιστό Ταύρο" τον Ινδιάνο μάγο στο Τέξας, και όχι τον Μέγα Αλέξανδρο! Σύμφωνοι, είναι η απάντηση, αλλά οτιδήποτε άλλο ήταν καταδικασμένο να αποτύχει… Ο Λένιν έχει την στερεοτυπική εμφάνιση ενός ανθρώπου που δεν θα έκανες ποτέ μία τέτοια συζήτηση, κι όμως από εκείνον ακούγεται κάθε αλήθεια με τους υπόλοιπους να ζητούν «άδεια» από τον «αρχηγό» όταν θέλουν να συμπληρώσουν κάτι. Ελάχιστα χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσά μας, μου λέει χαρακτηριστικά ο Kostantin, είναι ένα σημείο της χώρας που πρακτικά δεν είμαι ελεύθερος να πάω, μπορεί να πυροβολήσουν οι Αλβανοί και σίγουρα όχι με μοτοσυκλέτα μου λέει, θα μου την πάρουν με εμένα επάνω… Με την αποχώρηση των Agusevi οι συζητήσεις ξανά σταματούν και η παρέα συγκεντρώνεται για μια νέα εξόρμηση στην πόλη.

από την Ελληνική πλευρά, οι Έλληνες είχαν τελείως διαφορετικές μεταξύ τους μοτοσυκλέτες. Άλλο ένα στοιχείο που μας διαφοροποιεί από τους γείτονες...

Οι νέοι είναι ίδιοι παντού

Όλες οι προσδοκίες που είχαν δημιουργήσει το προηγούμενο βράδυ με τις περιγραφές τους οι Σκοπιανοί, βγαίνουν πέρα για πέρα αληθινές. Η τεράστια πλατεία έχει γεμίσει από νεαρό κόσμο με μια τεράστια αναλογία υπέρ των γυναικών που γυρνούν όλες με κοντές φούστες. Κάνει απίστευτο κρύο και ολόκληρη η πόλη καλύπτεται από ένα πυκνό σύννεφο κάπνας καθώς τα σπίτια ζεσταίνονται καίγοντας πέλετ και ξύλα αποκλειστικά. Τα μάτια μου τσούζουν από τον καπνό και από τα εκατοντάδες ζευγάρια πόδια που βλέπω εκτεθειμένα. Πηγαίνουμε από το ένα μπαρ στο άλλο και καταλήγουμε στο μεγαλύτερο της περιοχής, τέσσερις όροφοι γεμάτοι νεαρό κόσμο στην πλειοψηφία γυναίκες, και μάλιστα ο αέρας μέσα είναι πιο καθαρός απ’ ότι έξω! Γιατί μέσα δεν καπνίζει κανείς, εκτός από τον χώρο που έχει φτιαχτεί ειδικά για αυτό το σκοπό. Τα ποτά είναι καθαρά και κοστίζουν περίπου δύο Ευρώ, ενώ παρόλο που οι Έλληνες ξεχωρίζουμε, εισπράττουμε μονάχα νεύματα.

Οι "Λύκοι της Νύκτας" μας πήγαν στο Ελληνικό μοναστήρι για να δείξουν τα κοινά στοιχεία των δύο λαών...

Το επόμενο πρωί, το ίδιο χαλαρά όπως και την προηγούμενη μέρα, ξεκινάμε για το ορθόδοξο μοναστήρι Veljusa, περνώντας μέσα από χωριά με τακτοποιημένα χωράφια και καινούρια όμορφα σπίτια δίπλα στα άθλια παλιότερα. Πρόκειται για την ελληνική μονή της «Παναγίας Ελεούσας» και ο λόγος που μας πηγαίνουν εκεί οι Σκοπιανοί, αντί για την καταπράσινη ύπαιθρο, είναι για να τονίσουν πως υπάρχουν κοινά στοιχεία. Τα κάρα με τα άλογα βρίσκονται παντού, όπως και οι χωματόδρομοι, όμως είναι πασιφανές ότι η πρόοδος εκεί κυλά αρκετά γρήγορα. Μια σύντομη γνωριμία με τον κόσμο που κατοικεί γύρω από το μοναστήρι και η παρέα μας διαλύεται δίνοντας ευχές για ασφαλή επιστροφή.

Έχω επιλέξει να συνεχίσω παραμένοντας στην μικρή γειτονική χώρα, συνεχίζοντας για Γευγελή, πριν πάρω την Ε.Ο. για Αθήνα, και σε ένα σταυροδρόμι δίχως σήμανση με προλαβαίνει μια από τις Goldwing των Σκοπιανών, όπου με σπαστά Ελληνικά με προσκαλεί να συνεχίσουμε μαζί. Σε λιγότερο από μία ώρα έχουμε κιόλας παραγγείλει καφέ στο αγαπημένο του καφενείο, δεν φταίει που πηγαίναμε γρήγορα σε όλη τη διαδρομή με την Goldwing να πλαγιάζει όπως το CBR, αλλά οι αποστάσεις είναι μικρές στα Σκόπια. Ο φραπές στην γείτονα χώρα είναι σα γάλα κακάο, σαν να μην έχει νερό, και για αυτό ο νέος φίλος μου επιμένει να το γυρίσουμε σε μπύρα. Αλλά με την επιστροφή για μένα μόλις να έχει ξεκινήσει, κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο, και με πολλές προσπάθειες τον πείθω. Οι πινακίδες για Αθήνα άλλωστε ξεκινούν μέσα από το Γευγελή...