Vincent Black Lightning S

Η μοτοσυκλέτα της "επιστροφής"
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

18/8/2017

Διχασμένη προσωπικότητα

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια εταιρεία που την έλεγαν Vincent και έφτιαχνε τα πιο γρήγορα και κακά μηχανάκια της εποχής, κάποτε όμως έκλεισε και με τον καιρό όλα τα Vincent εξαφανίστηκαν από τους δρόμους. Ώσπου, μια μέρα, εμφανίστηκε κάποιος που τον αποκαλούσαν Μεσσία, το όνομα του ήταν Li, Bernard Li, και επί δέκα ολόκληρα χρόνια κόπιασε με τους συνεργάτες του για να φτιάξουν τέσσερα ολοκαίνουργια, γυαλιστερά Vincent

Πριν από σχεδόν τρίαντα χρόνια η Triumph επέστρεψε στο Meriden, πολύ κοντά στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησε, χάρη στα εκατομμύρια του John Bloor. Στη συνέχεια ακολούθησε η Norton, τώρα στα πρόθυρα πλήρους αναβίωσης στο Oregon του Portland στην Αμερική, 8.000 μίλια μακριά από το Birmingham όπου δημιουργήθηκε. Τουλάχιστον, κράτησαν την ίδια αρχιτεκτονική στους αερόψυκτους δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες. Σειρά έχει η Vincent, η τελευταία από το τρίο των αναγεννημένων βρετανικών βιομηχανιών, εφόσον ο Li συνεχίσει την προσπάθειά του. Όπως η Norton, έτσι και η Vincent είναι έτοιμη να περάσει στη απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, στην πόλη της μοτοσυκλέτας, το Detroit.

4 x Vincent

Για την αναβίωση της Vincent, ο Li μιμήθηκε την ιταλική Mondial, εξελίσσοντας μια σειρά από τέσσερα διαφορετικά μοντέλα, όλα βασισμένα στον V2 κινητήρα της Honda από το SP1, στα οποία θα επικεντρωθούν αρχικά οι πωλήσεις. Κατάφερε να πείσει την ιαπωνική εταιρεία με την περιβόητη λιγομίλητη διοίκηση να του πουλήσει τους κινητήρες της, το οποίο από μόνο του αποτελεί μεγάλη επιτυχία για τον ίδιο. Το γεγονός όμως ότι είχε τέσσερις διαφορετικά ολοκληρωμένες μοτοσυκλέτες να εξελίσσονται, κατασκευασμένες στο Detroit από τους ειδικούς του R&D τμήματος της Rough Engineering, υπογραμμίζει την οικονομική δέσμευση του Li για το project – όπως και τα μεγάλα κεφάλαια που θα πρέπει να διαθέτει συνεχώς.

Αυτά τα τέσσερα διαφορετικά πρωτότυπα της Vincent είναι συνήθως αραγμένα στο γκαράζ του Barney Li, και το Black Lightning S, ντυμένο με ανθρακόνημα, αποτελεί τη ναυαρχίδα τους. Στην άλλη άκρη βρίσκονται το γυμνό Black Shadow, με ακτινωτές ζάντες, και το Black Lightning, ST με εξοπλισμό ταξιδιού και μπαγκαζιέρα. Θα έπρεπε να ονομαστεί Black Prince, αλλά δεν έχω άδεια για τη χρήση αυτού του ονόματος προς το παρόν, ανέφερε συλλογισμένα ο Barney. To τελευταίο από τα τέσσερα μοντέλα είναι το πιο αμφισβητούμενο, αλλά πιθανότατα θα αποτελέσει και το πιο προσοδοφόρο για τους Αμερικάνους αντιπροσώπους της Vincent: το cruiser Black Eagle ουσιαστικά αποτελεί την αμερικάνικη προσέγγιση στο πώς θα ήταν μια Harley-Davidson εάν είχε ζητηθεί από τον Philip Vincent να κατασκευάσει μία…

Και οι τέσσερις μοτοσυκλέτες μοιράζονται το ίδιο, πανέμορφα συγκολλημένο, αλουμινένιο πλαίσιο, με σωληνωτές βάσεις κινητήρα, σχεδιασμένο στο New Mexico από τον Αμερικανό James Parker, ο οποίος σχεδίασε όλα τα μοντέλα αφότου ανέλαβε ο Li. Ο Barney δεν μας επέτρεψε να φωτογραφίσουμε τα υπόλοιπα Vincent όταν τον επισκεφτήκαμε στο San Diego, και δικαιολογημένα, αφού ήθελε να καθυστερήσει την εμφάνισή τους ώσπου να μπουν στην παραγωγή. Και στα τέσσερα έχει δοθεί έμφαση στη λεπτομέρεια, με αποτέλεσμα κανένα να μη μοιάζει με τα υπόλοιπα. Οπωσδήποτε φέρουν όλα εμφανή τη σφραγίδα των Vincent, αφού και ο οκταβάλβιδος V2 90ο κινητήρας της Honda με τα δύο πλαϊνά ψυγεία δεν έχει μεγάλη διαφορά εμφανισιακά από του μεγαλοφυούς αερόψυκτου V2 500 που είχε σχεδιάσει ο ίδιος ο Vincent πριν από μισό αιώνα.

Ουτοπική απόδοση

Αντιλαμβάνομαι καλύτερα πια, ως πρώην ιδιοκτήτης ενός Vincent, ότι όλα άρχισαν να βελτιώνονται την ημέρα που το πούλησα, τη μοναδική φορά που κατάφερα να το βάλω μπρος με την πρώτη μανιβελιά, όταν ο τύπος που θα το αγόραζε ήρθε να το ελέγξει. Αλληλούια!!! Το V2 Rapid, στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ήταν πραγματικά γρήγορο, αλλά ήταν επίσης και ιδιότροπο, λόγω της περίεργης λειτουργίας των Girdraulic Vincent πιρουνιών και του αμορτισέρ, ο σχεδιασμός των οποίων ωστόσο δεν ήταν στην πραγματικότητα διαφορετικός από των σημερινών Fior, SaxTrak, Hossak και BMW Telelever, που απλώς αποτελούν μια σύγχρονη, σωστά κατασκευασμένη εκδοχή εκείνων. Το δικό μου Vincent όμως συνέχιζε να προβάλλει προκλητικά την πίστη του στην παράδοση επιδεικνύοντας μια απόδοση ανάλογη με της οικογένειας των V2 που έβγαζε το εργοστάσιο του Stevenage τω καιρώ εκείνω.

Καβαλώντας το Black Lighting S που παρουσιάστηκε από τον Barney Li και πιέζοντας το μπουτόν της μίζας, γίνεται σαφές πόσο διαφορετική είναι η σύγχρονη Vinnie. Σε αντίθεση με την αυθεντική σκυφτή θέση οδήγησης, το σύγχρονο μοντέλο έχει ωραία αίσθηση, όρθια θέση οδήγησης και μαρσπιέ τοποθετημένα χαμηλά και μπροστά – και αυτό στη σπορ έκδοση, όπου επιλέχθηκε μονόσελο από superbike (μολονότι το κάλυμμα της ουράς μπορεί να αφαιρεθεί). Ο Li εξηγεί ότι η συγκεκριμένη επιλογή, όπως και αυτή της γεωμετρίας του πλαισίου, είχε σκοπό να ελκύσει ανθρώπους της ηλικίας του. Ήθελα κάτι άνετο, να έχεις την αίσθηση ότι κάθεσαι σε κάτι συμπαγές, να είναι σαφές στους χειρισμούς του και να μην είναι υπερβολικά γρήγορο, ανέφερε. Με συμπεριφορά sportbike αλλά αίσθηση cruiser, η μοτοσυκλέτα αυτή έχει πραγματικά διχασμένη προσωπικότητα.

Μακρύ Όχημα

Αυτό είναι αποτέλεσμα του μεγάλου μεταξονίου, 1.588mm, ανάλογο με του Ducati 750SS Imola, που ήταν εκπληκτικά σταθερό. Το Black Lighting S είναι εξίσου σταθερό, μεταφέροντάς σου αίσθηση ασφάλειας στις μεγάλες ταχύτητες, ενώ και στην πόλη, όπου οι ανωμαλίες είναι πολλές, μένει ανεπηρέαστο χάρη στο χαμηλό κέντρο βάρους και τη σωστή λειτουργία της ανάρτησής του. Αν παρασυρθείς λίγο παραπάνω και αρχίσεις να κινείσαι γρήγορα, θα πρέπει να είσαι προσεκτικός στις μεγάλες κλίσεις, όπου η απόσταση από το έδαφος γίνεται οριακή, με αποτέλεσμα να ξύνουν εύκολα στην άσφαλτο τόσο τα μαρσπιέ όσο και οι εξατμίσεις στη δεξιά του πλευρά. Το Black Lightning S είναι, πραγματικά, περισσότερο sport cruiser παρά sportbike.

Η σταθερότητα επιτυγχάνεται με τις απείρως καλύτερες σε σχέση με των γνήσιων Vincent αναρτήσεις του, με τα 43mm καλάμια της Showa και το Fox Twin αμορτισέρ να ελέγχει την λειτουργία του ψαλιδιού. Εδώ αναρωτήθηκα, γιατί άραγε ο Parker δεν χρησιμοποίησε μπροστινό σύστημα ανάρτησης τύπου Telelever, συμπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο την αναφορά στο παρελθόν;

Με γωνία κάστερ 25ο και ίχνος 97mm, η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας είναι λίγο συντηρητική, παρόλο που οι αναρτήσεις επιδεικνύουν σαφή λειτουργία, με την πίσω ειδικά να προσφέρει εξαιρετική πρόσφυση στις στροφές πίσω από τους λόφους του San Diego, λόγω του 190/50-17 πίσω ελαστικού D207 της Dunlop, τοποθετημένου σε αλουμινένια ζάντα 5,5 ιντσών. Επιπλέον, το μακρύ μεταξόνιο προσφέρει έντονη αίσθηση ασφάλειας στις μεγάλες ταχύτητες, με αντίτιμο την πιο αργή γεωμετρία – παρά τον πολύ καλό μοχλό του μεγάλου τιμονιού. Δεν έχει σπορ αίσθηση, παρότι είναι μακρύ, χαμηλό και με αρκετά μικρό βάρος, 185 κιλά στεγνό σύμφωνα με τον Barney Li. Το Vincent είναι πραγματικά γρήγορο, 270+ χ.α.ώ. τελική λέει ο Bernard ότι πιάνει, και, παρότι αρκετά ευέλικτο στις χαμηλές ταχύτητες, αποδεικνύεται πολύ σταθερό στις υψηλές. Επίσης, φρενάρει πολύ καλά χάρη στο αποτελεσματικό και προοδευτικό σύστημα πέδησης της Brembo, με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων και δισκόπλακες 320mm.

Έχει ωραία αίσθηση, όρθια θέση οδήγησης και μαρσπιέ τοποθετημένα χαμηλά και μπροστά

Αποφασισμένος να πετάξεις

Το αλουμινένιο πλαίσιο είναι βαμμένο σε Vincent Black, με την εισαγωγή και το φίλτρο μπροστά από τον λαιμό του τιμονιού. Το πλαστικό ρεζερβουάρ των 19 λίτρων είναι τοποθετημένο κάτω και ελαφρώς πίσω από τη σέλα, δικαιολογώντας εν μέρει το μακρύ μεταξόνιο – αυτό που δείχνει σαν ρεζερβουάρ, στην πραγματικότητα είναι κάλυμμα για το φιλτροκούτι από άριστα κατεργασμένο ανθρακόνημα. Εξίσου παραπλανητικό είναι το μεγάλο στρογγυλό φανάρι που περιλαμβάνει έναν συνδυασμό τεσσάρων λαμπτήρων αλογόνου με εξαιρετικό φωτισμό.

Λιγότερο πιστά στην παράδοση είναι τα δύο τελικά των εξατμίσεων σε σχήμα χωνιού στη δεξιά πλευρά – τα Vincent είχαν πάντοτε ίσια τελικά στο αγωνιστικά ή 2-σε-1 στα δρόμου. Δείχνουν όμορφα και ακούγονται πολύ έντονα, ειδικά στις υψηλές στροφές, παρότι η PGM–F1 ECU δεν έχει ακόμα επαναπρογραμματιστεί για τις πιο ελεύθερες εξατμίσεις. Το μικρό βάρος του Vincent εξασφαλίζει συνεχόμενα πολύ καλή επιτάχυνση μέχρι τα 210+χλμ/ώρα, σε βαθμό να νιώθεις ευτυχής που το μεταξόνιο του είναι τόσο μακρύ και η κατανομή βάρους είναι 51-49%, συμβάλλοντας έτσι στη διατήρηση του εμπρός τροχού στο έδαφος. Το Black Lightning είναι εύκολο στην οδήγηση χάρη στο χαμηλό κέντρο βάρους, την προοδευτική λειτουργία του συμπλέκτη και τη μακριά πρώτη του, αλλά συνολικά έχει κοντύτερη κλιμάκωση σε σχέση με το SP-1. Ο κόφτης επεμβαίνει στις 8.000 σ.α.λ., παρά το γεγονός ότι και χωρίς αυτόν ο κινητήρας μπορεί να συνεχίσει μέχρι τη μεγάλη κόκκινη γραμμή των 10.000.

Ειλικρινά, είναι ανεξήγητο το ότι η Honda δεν κατασκεύασε ένα μηχανάκι όπως αυτό, έτσι ώστε να ανταγωνιστεί τη Ducati τόσο στις πωλήσεις όσο και στους αγώνες, όπως έκανε με τα superbikes της. Όμως ο Barney Li το έφτιαξε για τον εαυτό του. Η μικρή του ζελατίνα καλύπτει καλύτερα απ’ όσο περίμενα, διώχνοντας τον αέρα πάνω από το κράνος, σίγουρα όμως δεν μπορείς να το “τελικιάσεις” σε όρθια θέση, εκτός αν είσαι αποφασισμένος να πετάξεις: σε αυτή την περίπτωση, απλώς κρατήσου σφιχτά και σκέψου την Αγγλία…

 

Ε, αφού έχει μίζα…

Παρά το γεγονός ότι δεν έχει τίποτα από Βρετανία, οφείλω να παραδεχτώ την αναβίωση των Vincent. Στην πραγματικότητα τα νέα δεν έχουν και μεγάλη σχέση με αυτά του εργοστασίου του Stevenage, πέρα από το όνομα στο κάλυμμα από το φιλτροκούτι και τον πραγματικά πετυχημένο σχεδιασμό. Έχω ένα προαίσθημα ότι θα εκτιμήσω περισσότερο την πιο συγκεκριμένη οδηγική συμπεριφορά του sport-tourer Lightning ST από τη διχασμένη προσωπικότητα του αδερφού “S”, γιατί η σχεδίαση του πλαισίου θα του ταιριάζει καλύτερα, όμως και αυτό θα εξακολουθεί να φέρει τον δημοφιλή κινητήρα της Honda, ή ακόμα και το cruiser Black Eagle, όπου το μακρύ μεταξόνιο θα είναι προτέρημα…

Αγνοώντας τις απόψεις που εκφράστηκαν από μια μερίδα του ειδικού Τύπου, ο Bernard Li δημιούργησε εντυπώσεις, όχι όμως ως καιροσκόπος επιχειρηματίας που ψάχνει να βρει την ευκαιρία, αλλά ως πραγματικός θαυμαστής της μοτοσυκλετιστικής ιστορίας, πού είναι έτοιμος να διαθέσει ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας που δημιούργησε δουλεύοντας μια ζωή ώστε να αναβιώσει ένα εκ των ενδοξότερων ονομάτων της βρετανικής κληρονομιάς, αχρησιμοποίητο τα τελευταία 49 χρόνια. Αντιμετωπίστε το πιο σωστά: σκεφτείτε ότι τα Husqvarna τα τελευταία 15 χρόνια φτιάχνονται στην Ιταλία, ή ότι τα Royal Enfield φτιάχνονται στη Ινδία, τα δε Husaberg στην Αυστρία – επομένως δεν έγινε και τίποτα αν τα Vincent κατασκευάζονται στο Detroit… Ο κόσμος είναι πολύ μικρότερος στις μέρες μας απ’ ό,τι ήταν πριν πενήντα χρόνια, όταν σταμάτησε η παραγωγή των Vincent. Αν ο Bernard Li είναι διατεθειμένος να διαθέσει τα χρήματα του, τότε του εύχομαι καλή τύχη. Ειδικά εφόσον αυτά διαθέτουν μίζα…

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ BERNARD LI

 

Επιδιώκοντας την τελειότητα

Η περίπτωση του Bernard Li αποτελεί ζωντανό παράδειγμα του αμερικάνικου ονείρου, μιας και από φτωχός φοιτητής έφτασε να γίνει ιδρυτής της εταιρείας Eagle One, την οποία στη συνέχεια πούλησε για πολλά εκατομμύρια δολάρια στη Valvoline

Γεννήθηκε στο Chenzing της Κίνας, στα τέλη της κομουνιστικής επανάστασης του Μάο, και πήγε στην Αμερική με τους γονείς του όταν ήταν μόλις έξι μηνών. Το ενδιαφέρον του για τις μοτοσυκλέτες ξεκίνησε αφού η οικογένεια του μετακόμισε στα προάστια του Maryland, όταν ένας φίλος του από το σχολείο τού έμαθε να οδηγάει ένα BSA Spitfire. Μαγεμένος από την εμπειρία, έκανε οικονομία για να αγοράσει ένα κακομεταχειρισμένο αλλά γρήγορο Honda Scrambler 305cc, για το οποίο ξόδεψε αμέτρητο χρόνο επισκευάζοντας και γυαλίζοντάς το, ώσπου έγινε αγνώριστο σε σχέση με το πώς ήταν.

Καθόμουν για ώρες κάτω από ένα δέντρο γυαλίζοντας τον κινητήρα, με ειδική αλοιφή για τις βαλβίδες και πολύ σκληρή δουλειά, μέχρι να γίνει όμορφο, αναφέρει ο Li. Αυτή ήταν η αρχή της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας που τελικά κατέληξε στην Eagle One. Ήθελα να δείχνουν όλα όμορφα, και το να παρέχω τα σωστά προϊόντα γι’ αυτό αποδείχτηκε μια ιδιαίτερα ικανοποιητική επιχείρηση. Ύστερα από 27 μηχανάκια –συμπεριλαμβανομένου και ενός Norton Commando, το οποίο ήταν και ο λόγος που ο Barney ξεκίνησε να θαυμάζει την ένδοξη ιστορία των βρετανικών μοτοσυκλετών–, ο Li εύχεται να έχει καταφέρει ακριβώς αυτό με τα πρωτότυπα αναγεννημένα Vincent.

Στο μεταξύ, αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο που σπούδαζε ιστορία και μετακόμισε στην Καλιφόρνια το 1969, με μόνα περιουσιακά στοιχεία ένα CB450 Honda και 700 δολάρια.
Ξεκινήσαμε την Eagle One το 1978, με τρεις… κτηνίατρους ως χρηματοδότες, στους οποίους εργαζόταν η γυναίκα μου, και καταφέραμε να βγάλουμε λεφτά από την πρώτη ημέρα. Δεν φοβηθήκαμε να επενδύσουμε πολύ χρόνο σε πειράματα ώστε να βεβαιωθούμε ότι όλα τα προϊόντα ήταν καλά, και αποζημιωθήκαμε γι’ αυτό, διότι εξελίχθηκαν σε σημείο να θεωρηθούν ως η καλύτερη σειρά προϊόντων περιποίησης αυτοκινήτου στον κόσμο. Επίσης, στη συνέχεια εξέλιξα μια σειρά προϊόντων περιποίησης μοτοσυκλετών, ώστε να εμπλακώ ξανά με τη μοτοβιομηχανία. Είκοσι χρόνια μετά, την πούλησα στη Valvoline – και αυτό μου επέτρεψε να ασχοληθώ πάλι με την πρώτη μου αγάπη, τη μοτοσυκλέτα.

Ο Li εξακολούθησε να οδηγεί μηχανάκια τα χρόνια που ήταν στην Eagle One, καλύπτοντας συνολικά 10-15.000 μίλια στα ταξίδια του στην Αμερική και αργότερα στην Ευρώπη με μια σειρά από τουριστικά μοντέλα, συνήθως BMW K1200RS, Harley-Davidson Road King και Yamaha FJR1300, τα οποία βρίσκονται σήμερα στο γκαράζ του μαζί με τα τέσσερα πρωτότυπα Vincent. Στις αρχές τις δεκαετίας του ’90 σκεφτόμασταν τί μοτοσυκλέτα να αγοράσουμε, και ψάχναμε, ώσπου καταλήξαμε στην αγορά του πρώτου μας Harley-Davidson, ανέφερε ο Li. Θυμάμαι που ένας φίλος μου έλεγε, ‘Ξέρεις, δεν είναι ότι θέλουμε να αγοράσουμε μια Harley για την ιστορία που κουβαλάει – είναι το κοντινότερο σε αυτό που θέλουμε. Και αυτό που πραγματικά θέλουμε είναι ένα Vincent Black Shadow με καλά φρένα!’. Και είχε απόλυτο δίκαιο – αυτό που θέλαμε εμείς, αλλά και άλλοι αναβάτες σαν και εμάς, ήταν κάτι με μεγάλη κληρονομιά και παραδοσιακό σπορ χαρακτήρα, αλλά με σύγχρονη απόδοση. Τελικά αποχώρησα από την Eagle One, έχοντας τις βάσεις για να διευθύνω σωστά την κατασκευή μιας τέτοιας μοτοσυκλέτας – η οποία και πραγματοποιήθηκε!

Vincent, όπως Aston Martin

Εντάξει, αλλά γιατί συγκεκριμένα τη Vincent; Ήταν απλά η καλύτερη από τις παλιές μοτοσυκλέτες. Η γενιά μου ήταν αυτή που πρώτη αγόρασε ιαπωνικές μοτοσυκλέτες – είχα όμως και φίλους που οδηγούσαν Triumph και Harley Sportster. Υπήρχε έντονη αντιπαράθεση για το ποιος έχει το πιο γρήγορο, θυμάμαι όλες αυτές τις συζητήσεις που πάντοτε τελείωναν με το να λέει κάποιος ‘Οι μοτοσυκλέτες μας είναι όλες για πέταμα, το πιο γρήγορο δίτροχο είναι το Vincent Black Shadow’. Και είχαν δίκαιο, αλλά για να είμαι ειλικρινής πέρασαν πραγματικά πολλά χρόνια μέχρι να δω κάποιο – καλύπτονταν από ένα πέπλο μυστηρίου, ότι ήταν οι πιο κακές, ωμές, γρήγορες, ακριβές, αλλά και οι πιο σπάνιες μοτοσυκλέτες που είχαν ποτέ φτιαχτεί, και αυτό είναι που αποφάσισα να διορθώσω. Το βλέπω ως εξής: οι Harley είναι όπως οι Chevrolet με δύο ρόδες, η Indian είναι η Ford της μοτοσυκλέτας – το άλλο αμερικάνικο έμβλημα. Η Ducati είναι σαν την Alfa Romeo, η MV Agusta όπως η Ferrari, και οι BMW όπως… η BMW! Η Vincent είναι μια Aston Martin με δύο τροχούς, τόσο αγγλική, τόσο μοναδική, με απόδοση χωρίς συμβιβασμούς, ένα βήμα πάνω από την Triumph, που είναι αντίστοιχη της Jaguar. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να αποκτήσω τα δικαιώματα τις Vincent, τα οποία για την Αγγλία ανήκαν στην οικογένεια Holder από το 1974.

Το ότι τα δικαιώματα της επωνυμίας στην Αμερική δεν ανήκαν σε κανέναν, δεν ήταν πρόβλημα; Ναι, δεν είχε συμβεί ποτέ ξανά, τουλάχιστον στην Αμερική, γι’ αυτό και ακολούθησα κατά γράμμα ό,τι αναφέρει ο νόμος σχετικά με τους τίτλους των εταιρειών. Ξεκινήσαμε το 1994, πουλώντας ρούχα με το λογότυπο της Vincent, για πρώτη φορά μέχρι τότε, και μέχρι το ’95 είχαμε αποκτήσει τα δικαιώματα της επωνυμίας της Vincent στην Αμερική, Γερμανία και Ιαπωνία. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήξερα για τον David Holder, ώσπου πολύ αργότερα μου έγραψε κάποιος από την Αγγλία, ήταν ο μόνος που έφτιαχνε ανταλλακτικά για τους κινητήρες της Vincent, τα οποία μάλιστα δεν είχαν πάνω το λογότυπό της, με αποτέλεσμα να μην τον βρούμε όταν κάναμε τις έρευνές μας. Του μίλησα και συμφωνήσαμε για τα σχέδιά μου για αναβίωση της Vincent, προσπαθήσαμε δε να κάνουμε οι ίδιοι κάποιο είδος συμφωνίας παρά να απευθυνθούμε σε δικηγόρους που κανείς τους δεν είναι καλός. Υπήρξαν αρκετοί δημοσιογράφοι που θέλησαν να υποκινήσουν κάποιο είδος διαμάχης γύρω από αυτό, αλλά απ’ όσο πληροφορήθηκα ο David Holder είναι πραγματικός κύριος και αγαπάει πραγματικά τη Vincent. Τώρα που γνωριστήκαμε, θα βρούμε έναν τρόπο να κάνουμε κάτι που στο χρόνο θα ωφελήσει και τους δυο μας. Έχω την ενεργή υποστήριξη της οικογένειας Vincent γι’ αυτό που κάνω: Ο Robin Vincent-Day, γαμπρός του Phil Vincent, ο οποίος συντηρεί με τη γυναίκα του Dee πολλά αγωνιστικά Vincent από τα δικά τους 1950 Rapid, έχει ήδη δηλώσει την υποστήριξή τους τόσο δημόσια όσο και σε μένα προσωπικά, και αυτό είναι πολύ σημαντικό.

Το υπερωκεάνιο που ρυμούλκησε ένα καραβάκι

Έχοντας αποκτήσει τα δικαιώματα του ονόματος της Vincent, το επόμενο βήμα ήταν η επιλογή του κινητήρα. Προφανώς έπρεπε να είναι ένα σύγχρονο V2, αλλά το κόστος για να εξελίξουμε δικό μας κινητήρα από το μηδέν ήταν αστρονομικό. Υπάρχουν άπειροι δρόμοι για να αποτύχεις και ελάχιστοι για να επιτύχεις. Κανείς δεν είναι τόσο ικανός στην κατασκευή κινητήρων όσο οι Ιάπωνες, αλλά δεν είναι εύκολο να πείσεις κάποιον από αυτούς να σε βοηθήσει, συν ότι φοβόμουν πως η επιλογή ενός ιαπωνικού κινητήρα για την αναβίωση της Vincent θα συνεπαγόταν έναν μεγάλο αριθμό αρνητικών συσχετισμών. Στο τέλος καταλήξαμε σε μια εξισορροπητική λύση, επιλέγοντας τον καταλληλότερο κινητήρα, που να είναι σήμα κατατεθέν στην αγορά. Ο κόσμος δεν πρόκειται ποτέ να μάθει πραγματικά πόση βοήθεια είχε η εταιρεία του John Bloor από την Kawasaki για να ξεκινήσει – αλλά σκέψου πόσο καθοριστικό ήταν αυτό για την αξιοπιστία των προϊόντων της….

Στο μεταξύ ο Li είχε ξεκινήσει συζητήσεις με τον Terry Prince, “γκουρού” στην ανακατασκευή των Vincent, και τον συνεργάτη του στην Αυστραλία. Αυτοί εξέλισσαν μια σύγχρονη έκδοση του παραδοσιακού αερόψυκτου V2 50ο στα 1.200cc, το οποίο αποκαλούσαν RTV, αλλά οι συζητήσεις ναυάγησαν όταν χρεοκόπησε η εταιρεία τους. “Ένα από τα μεγαλύτερα αρνητικά του RTV είναι ότι δεν θα μας επέτρεπε να δημιουργήσουμε σύγχρονες μοτοσυκλέτες, θα ήταν κάτι σαν δικύλινδρη εκδοχή του Enfield India. Προσπάθησα να έρθω σε επαφή με όλους τους κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων της BMW και των ιταλικών εταιρειών, αλλά μόνο δύο από αυτούς απάντησαν, η Honda και η Kawasaki.

Ίσως να ξαφνιάστηκαν, αφού γενικά αποφεύγουν να προμηθεύουν με κινητήρες άλλες εταιρείες, όμως η Honda αποδείχτηκε η πιο θετική. Η διοίκηση της Honda στην Αμερική αντιλήφθηκε ακριβώς τί ήθελε να κάνει ο Li, κι αυτό αποδείχτηκε καταλυτικό για να πάρει έγκριση από την κεντρική διοίκηση της Honda στις αρχές του 2001, για την προμήθεια των δικύλινδρων κινητήρων από το SP1.

Από την πλευρά μου δεν μπορώ να κάνω κάτι που θα ωφελούσε τη Honda, πέρα από το να αγοράσω 5.000 κινητήρες, το οποίο γι’ αυτούς είναι μια σταγόνα στον ωκεανό. Είμαι απλώς ένα καραβάκι που έτυχε να βρίσκεται στην ίδια πορεία με ένα υπερωκεάνιο, και συμφώνησαν να μου πετάξουν ένα σχοινί για να με ρυμουλκήσουν. Αυτό που κίνησε το ενδιέφερε της Honda ήταν ότι μπορούσαμε δημιουργήσουμε κάτι αξιόλογο με τον κινητήρα της – ήθελαν ένα Vincent με Honda κινητήρα και όχι ένα Honda με το λογότυπο της Vincent.

Η Vincent είναι μια Aston Martin με δύο τροχούς, τόσο αγγλική, τόσο μοναδική, με απόδοση χωρίς συμβιβασμούς, ένα βήμα πάνω από την Triumph, που είναι αντίστοιχη της Jaguar

Το κλειδί της επιτυχίας ήταν η συμφωνία με τον Αμερικάνο σχεδιαστή James Parker, ο οποίος έγινε γνωστός από τον σχεδιασμό της εναλλακτικής μπροστινής ανάρτησης που χρησιμοποιήθηκε από τη Yamaha στο GTS 1000.

 

Vincent: Τα γνήσια superbikes

Η Vincent ιδρύθηκε το 1928 από τον Philip Vincent, απόφοιτο του πανεπιστημίου Cambridge, όταν αγόρασε την εταιρεία HRD με την οικονομική βοήθεια του αγρότη πατέρα του και έθεσε τις βάσεις για τον χαρακτηρισμό της ως της πρώτης εταιρείας που κατασκεύασε superbike. Οι σειρές των δικύλινδρων 1.000cc superbikes συνέχισαν να κατασκευάζονται –κάτω από ιδιόμορφες συνθήκες– επί δύο δεκαετίες μετά το 1936 (με μια διακοπή πέντε ετών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου η Vincent αφιερώθηκε στην κατασκευή μη μοτοσυκλετιστικών, πολεμικών, προϊόντων), θέτοντας νέα δεδομένα στην απόδοση και τεχνολογική τελειότητα των μοτοσυκλετών, τέτοια που καμία άλλη εταιρεία στον κόσμο δεν μπορούσε να πετύχει.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ατελείωτες νίκες σε αγώνες και ρεκόρ ταχύτητας τη δεκαετία μετά τον πόλεμο (1946-1956), αφότου ξανάρχισε η παραγωγή. Σε αυτές τις επιτυχίες περιλαμβάνεται και το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας μοτοσυκλέτας –με πάνω από 255 χ.α.ώ. τελική– που σημείωσε στο Bonneville ο Rollie Free το 1948 φορώντας μόνο το μαγιό του και έχοντας “ξαπλώσει” πάνω στο Vincent με τα πόδια να προεξέχουν από την ουρά του, προκειμένου να βελτιώσει την απόδοση! Σχεδιάστηκε το 1936 από τον ιδιοφυή Αυστραλό μηχανικό Phil Irving, και μόνο 78 από τα πρώτης έκδοσης δικύλινδρα V 50ο Vincent κατασκευάστηκαν πριν το ξέσπασμα του πολέμου, ανασχεδιάστηκαν όμως κατά τη διάρκειά του από τον ίδιο, ενώ η δεύτερη γενιά κυκλοφόρησε στη στάνταρ έκδοση Rapid το 1946, με το τίτλο της πιο γρήγορης και ασφαλούς μοτοσυκλέτας του κόσμου.

Με τη “γρήγορη” έκδοση του Black Shadow, και ιδιαίτερα το αγωνιστικό Black Lightning, τα Vincent απόκτησαν παγκοσμίου εμβέλειας φήμη, ως ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής τελειότητας. Στη συνέχεια εξελίχθηκε η τρίτη έκδοση (που βγήκε στη αγορά το 1949) και τέλος η τέταρτη (το 1954), με συνολική παραγωγή 11.134 μοτοσυκλετών, που πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο από το 1946 και μετά –κάποια από αυτά ήταν full-fairing, όπως τα sport-touring Black Prince και Black Knight–, λίγο πριν σταματήσει η παραγωγή τους το 1955. Παρά την εισαγωγή μιας σειράς πρωτοποριακών τεχνολογικών λύσεων, που εξακολουθούν να εφαρμόζονται στις σύγχρονες μοτοσυκλέτες (όπως τα Cantilever αμορτισέρ, τα Girder καλάμια, ο high-cam κινητήρας, σχεδιασμένος για τη βελτίωση της παλινδρομικής κίνησης, αλλά και το μονοκόμματο πλαίσιο με χρήση του μοτέρ ως ενεργού τμήματός του, με αναρτώμενο κεντρικό δοχείο λαδιού), η εμμονή του Vincent στην ασυμβίβαστη κατασκευαστική και τεχνολογική ποιότητα κάθε άλλο παρά συνέβαλε στην κερδοφορία. Αλλά η αξία των προϊόντων της εταιρείας του υπογραμμίστηκε από τις επιτυχίες των Vincent, που συνέχισαν σε ανοιχτούς διαγωνισμούς μέχρι και τη δεκαετία του ’70, και τη θέση τους ως συλλεκτικών μοτοσυκλετών σήμερα, μισό αιώνα μετά. Όπως τα σύγχρονα δικύλινδρα της Ducati, πενήντα χρόνια πριν ένα Vincent έθεσε τα στάνταρ για τους υπόλοιπους: ήταν τo πρώτο πραγματικό superbike.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

Κατασκευαστής / Μοντέλο:                Vincent / Black Lightning S

Κινητήρας:            Τετράχρονος, δικύλινδρος V 90o, υγρόψυκτος, 2EΕΚ, 4Β/Κ

Διάμετρος x Διαδρομή (mm):             100 x 63,6

Χωρητικότητα (cc):             999

Ανάφλεξη:             Ψηφιακή PGM FI

Τροφοδοσία:         Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:             2 σε 1 σε 2

Σύστημα εκκίνησης:            Μίζα

Τύπος συμπλέκτη:                Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Τελική μετάδοση: Κιβώτιο 6 σχέσεων, αλυσίδα

Πλαίσιο: Χυτό αλουμινένιο με τον κινητήρα ενεργό μέρος του

Μεταξόνιο (mm):  1.588

Γωνία κάστερ (ο): 25

Ίχνος (mm):           97

Βάρος κενή (kg):   185

Ρεζερβουάρ (l):      19

Ανάρτηση Εμπρός:               Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι Showa 43mm

Ανάρτηση Πίσω:  Αμορτισέρ Fox Twin, τύπου Cantilever

Φρένο Εμπρός:      Δύο δίσκοι 320mm, δαγκάνες Brembo τεσσάρων εμβόλων

Φρένο Πίσω:         Δίσκος με δαγκάνα Brembo δύο εμβόλων

Τελική ταχύτητα (km/h):    270+

Σταματά το κυνήγι των ATV!

Συνέντευξη με τον Υφ. κ.Νίκο Μαυραγάνη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/2/2018

“All-Terrain Vehicles” σημαίνει οχήματα παντός δρόμου, δηλαδή και η άσφαλτος. Δεν μπορούμε να απαγορεύσουμε νόμιμα οχήματα και ικανά για κίνηση στο δρόμο, να χρησιμοποιούν το οδικό δίκτυο. Μπορούμε να τους κρατήσουμε μακριά από τις εθνικές οδούς και έχουμε επιχειρήματα για αυτό, αλλά μέχρι εκεί." Δήλωσε στο MOTO ο κ.Μαυραγάνης, αναπτερώνοντας εκείνη την στιγμή το θετικό αίσθημα πως το ζήτημα των ATV θα εξελιχθεί καλύτερα...

Η θύελλα με τα ATV είχε ξεκινήσει στο τέλος του ’17 μέσα από ανακοίνωση για προσχέδιο νόμου, όπου αναφερόταν σε νέο ΚΟΚ, που ανάμεσα σε άλλες αλλαγές, απαγόρευε τα ATV να κυκλοφορούν στο δρόμο! Έτσι απλά, σε μία νύχτα! Το επόμενο πρωί χιλιάδες ιδιοκτήτες, επιχειρηματίες με ενοικιαζόμενα, επιχειρήσεις με service και παροχές υπηρεσιών, ξυπνούσαν με τίτλους σε εφημερίδες και περιοδικά, που έλεγαν πως σε λίγο καιρό θα ήταν όλοι τους παράνομοι!

Αποκλειστική συνέντευξη Μαυραγάνη: Η λύση του υπουργείου για τις ιστορικές μοτοσυκλέτες

 

Ανάμεσα στα γεωγραφικά σύνορα της Ευρώπης, τέτοιες κινήσεις μπορούν να συμβούν μονάχα στην Ελλάδα. Μονάχα εδώ μπορεί να περάσει σε κάποιο μυαλό να απαγορεύσει ολόκληρη κατηγορία οχημάτων γιατί σε κάποιο χωριό της Κρήτης, η ελλιπής αστυνόμευση έχει εκνευρίσει τους κατοίκους που έφτασαν σε σημείο να ζητήσουν την καθολική απαγόρευση των ATV. Και μονάχα εδώ στην Ελλάδα κάποιος θα άκουγε κάτι τέτοιο και θα το σκεφτόταν ως λύση, πριν απλά αποφασίσει να ενισχύσει το τοπικό τμήμα της Τροχαίας, και ταυτόχρονα όλα τα τμήματα της Τροχαίας στις κοσμοπολίτικες περιοχές της χώρας. Κι αν δεν νοικιάζει λοιπόν ATV αλλά αυτοκίνητο, ο τουρίστας που πίνει και οδηγεί απρόσεκτα, του χρόνου να απαγορεύσουμε όλα τα αυτοκίνητα; Ας μην ακούγεται περίεργο, γιατί ναι, αυτή ήταν η αρχή μίας τραγελαφικής ανακοίνωσης για ένα προσχέδιο που είχε τόσα λάθη, που ακόμα κι αν δεν γινόταν κανένας ξεσηκωμός εναντίον του, θα αυτοακυρωνόταν μόλις περνούσε από την πρώτη νομική αρχή…

Μαυραγάνης: Η Απαγόρευση των ATV είναι κίνηση "διάσχισης του Ρουβίκωνα"

Ευτυχώς δεν θα περάσουμε από αυτή την διαδικασία. Το υπουργείο έχει αλλάξει την στάση του, ή καλύτερα πατάει τώρα το κουμπί, στέλνοντας τον πύραυλο που είχε εκτοξεύσει στην θάλασσα και τελικά απλά μας βρέχει και σκοτώνει τα ψάρια…

Όλες οι απαγορεύσεις που είχαν ανακοινωθεί για τα ATV, σπάνε πάνω σε ένα νομικό τοίχο και ο μόνος περιορισμός που πρακτικά συζητείται να ισχύσει είναι ο αποκλεισμός τους από τις Εθνικές Οδούς. Αυτό μπορεί να ακούγεται ως καλό νέο, αλλά στην Κρήτη η εθνική οδός είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκλειστεί. Πρόκειται στην πράξη για έναν επαρχιακό δρόμο με μεγάλο μήκος που δυστυχώς δεν αναλαμβάνει κανείς να φτιάξει, αλλά αυτό είναι βέβαια μία άλλη μεγάλη κουβέντα.

Οδεύουν προς ακύρωση, ακάλυπτοι νομικά, όλοι οι αποκλεισμοί που είχαν εξαγγελθεί, τα ATV θα κυκλοφορούν κανονικά στους δρόμους, οι επιχειρήσεις θα τα ενοικιάζουν, οι κάτοχοί τους δεν κινδυνεύουν να αποκτήσουν ξαφνικά ένα όχημα που τους εξυπηρετούσε και τώρα τους είναι άχρηστο. Το καινούριο είναι πως θα αποκλειστούν ως οχήματα στο σύνολό τους από τις Εθνικές Οδούς, με πιο τρανταχτό παράδειγμα προβλήματος που θα προκύψει, αυτό που αναφέραμε ήδη, ενώ πρέπει να συνυπολογίσουμε πως είναι τελείως καινούριο να αποκλείεται ξαφνικά μία ολόκληρη κατηγορία οχήματος. Μέχρι τώρα η απαγόρευση κίνησης στην Εθνική Οδό, πήγαινε με βάση τις επιδόσεις του οχήματος, τώρα πως θα αποκλείσεις ένα ATV που κοστίζει άνωθεν των 20.000 Ευρώ (για παράδειγμα) και από πλευράς τεχνικών χαρακτηριστικών είναι ανώτερο από ένα μικρό οικογενειακό αυτοκίνητο; Θα το συμπαρασύρει κι αυτό η γενική απαγόρευση;

Θέσαμε αυτούς τους προβληματισμούς στον κ. Νίκο Μαυραγάνη, σε συνέχεια της κουβέντας μας με θέμα τα ιστορικά αυτοκίνητα, κι αυτή την φορά είχαμε περισσότερα κοινά στοιχεία, και ήταν πλήρως ενήμερος για τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις ικανότητες των ATV: Αυτό βγήκε από την συνάντησή μας στο υπουργείο, και ακολουθεί απόσπασμα της συζήτησής μας με τον Υφυπουργό

«Έχω συναντηθεί με όλες τις πλευρές, να ξέρετε πως έχω κάνει αλλεπάλληλες συναντήσεις για το θέμα των ATV. Κοιτάξτε τα ATV είναι οχήματα για όλους τους δρόμους και μαζί εννοείται και οι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι. Μπορούμε με ΝΟΜΙΜΕΣ (τόνισε την λέξη του εδώ ο κ.Μαυραγάνης) διαδικασίες να τα αποκλείσουμε από τις Εθνικές Οδούς γιατί δεν αναπτύσσουν ταχύτητες μεγαλύτερες από 80Km/h και είναι και γνώμη μου αν θέλετε πως είναι σωστό να μην κυκλοφορούν στις Εθνικές Οδούς (του θέσαμε στο σημείο αυτό την διαφωνία μας). Όλες οι υπόλοιπες απαγορεύσεις, αντιμετωπίζουν νομικά προβλήματα. Δηλαδή περιορισμοί από τις επαρχιακές οδούς, από τις Εθνικές Οδούς Β’ Τάξης, ή από τις αστικές οδούς κτλ, θα ήταν σε πλήρη αντίθεση με τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς, με την ευρωπαϊκή κατάταξη του οχήματος, εκεί που αναφέρεται ρητά πως είναι ένα όχημα παντός εδάφους.

Υπάρχουν στην Ελλάδα οχήματα της κατηγορίας μετά το 2013 που έχουν κατασκευαστεί με νέες προδιαγραφές, με την ύπαρξη του λεγόμενου διαφορικού ολίσθησης, που διασφαλίζει περισσότερο την πρόσφυση και άρα είναι εφάμιλλά αν όχι και καλύτερα των τετρακίνητων αυτοκινήτων. Πριν από το 2013 δεν υπήρχε αυτός ο κανονισμός και είναι γεγονός πως το 90% των οχημάτων αυτών είναι προ αυτού του τεχνικού επιπέδου. Ωστόσο αυτά τα οχήματα είχαν και έχουν ταξινόμηση παντός δρόμου. Είναι μία διοικητική αποδοχή που έχει κάνει το ελληνικό κράτος και νομίζω ότι με αυτό το γνώμονα πρέπει να κινηθούμε.»

«Είναι γεγονός πως το υπουργείο δεν έχει ομογενοποιημένη άποψη στο θέμα αυτό. Εγώ όμως οφείλω να λέω την δική μου άποψη.»

 

Είναι σαφές πως δεν υπάρχει ομογενοποιημένη άποψη κ. υπουργέ, την στιγμή όμως που εκτός από τους ιδιοκτήτες εδώ παίζουμε με χιλιάδες επιχειρήσεις ανά την Ελληνική επικράτεια, με ανθρώπους που έχουν πάρει δάνεια, έχουν πάρει εγκρίσεις ΕΣΠΑ με συγκεκριμένο επιχειρηματικό πλάνο, συνεργεία, υπάλληλοι σε εισαγωγικές εταιρίες που ξαφνικά είναι χωρίς αντικείμενο. Είναι επίσης γενικώς παραδεχτό πώς δεν τηρούνται –από μέρος του συνόλου- οι κανόνες ενοικίασης και γίνονται παρασπονδίες, όμως γιατί να συγχέεται αυτό το πρόβλημα και γιατί να γενικεύεται η όποια απαγόρευση

«Ναι.. μιλάμε για απλό κόσμο, για κόσμο με μεροκάματο και πρέπει να το σεβαστούμε αυτό. Από την άλλη υπάρχουν περιπτώσεις από μικρο-επιχειρηματίες και ιδιώτες που καταπατούν τον νόμο, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να απαγορεύσουμε την κυκλοφορία τους. Μπορούμε να βάλουμε κανόνες που θα αυστηροποιούν την χρήση τους, νομίζω όμως πως όταν θα έχουμε «ξεπεράσει τον Ρουβίκωνα» θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο σφάλμα. Θεωρώ πως είναι χιλιάδες οι επιχειρήσεις που προσφέρουν ψυχαγωγία σε τουρίστες, οι οποίοι έχουν συνδέσει την επίσκεψή τους και με την χρήση ενός ATV, διότι αυτό το όχημα είναι όχημα ελευθερίας και ταιριάζει σε μικρές και μεσαίες ηλικίες, εννοώ μετά τα 18 πάντα, και αυτές η ηλικίες είναι που κάνουν τον λεγόμενο εξορμητικό τουρισμό και δεν πρέπει να τους το στερήσουμε».

Είπατε για αυστηροποίηση της χρήσης τους… περιλαμβάνει εδώ κάποιον περιορισμό ο όρος;

«Το κράνος σε πρώτη εικόνα, σε κάποια από αυτά προστατευτικές μπάρες, ανάλογα με την φύση του οχήματος… κοιτάξτε αυτά είναι υπό συζήτηση, πάντως αυτό είναι άλλο από την γενική απαγόρευση».

Κ.Υπουργέ βλέπουμε πολύ θετικά πως το υπουργείο είναι πλέον ενήμερο για τους Euro3 και Euro4 κανονισμούς (με την έννοια πως ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να απαγορεύσει αυθαίρετα τα οχήματα που πληρούν τις προδιαγραφές αυτές). Μελετά το υπουργείο κάποια απαγόρευση των παλαιότερων ATV, που μπορεί να έρθει και αυτή ξαφνικά; (αναφέρουμε εδώ το παράδειγμα στην υπόλοιπη Ευρώπη που δόθηκε τετραετής προειδοποίηση).

«Κοιτάξτε, έχουν εδώ επενδυθεί κάποια χρήματα, έχουν ταξινομηθεί οχήματα, όχι μόνο σε ιδιώτες αλλά και σε επιχειρηματίες. Υπάρχουν επιχειρήσεις που έχουν αγοράσει ATV, τους επέτρεψε το ελληνικό κράτος να τα ταξινομήσουν και μάλιστα τους επέτρεψε το κράτος να το κάνουν όχι ως ιδιωτικά οχήματα, αλλά ως οχήματα ενταγμένα σε μία επιχείρηση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κλείσει τουλάχιστον ο κύκλος της αποεπένδυσης, της απόσβεσης του πάγιου στοιχείου, κι αυτό αν δεν κάνω λάθος είναι εξαετία! Άρα αυτό που αγοράστηκε φέτος θα πρέπει να κλείσει τον κύκλο της εξαετίας, πέρσι τον κύκλο της πενταετίας κ.ο.κ. Θεού θέλημα θα ήταν να μπορούσαμε να έχουμε αύριο το πρωί ATVs μετά το ’13 που είναι πλήρως εξοπλισμένα και καλύτερα από αυτοκίνητα..»

«Ξέρετε όταν ανέτρεξα στα στοιχεία της τροχαίας για τα τροχαία ατυχήματα και δυστυχήματα, είδα με έκπληξή μου, ευχάριστη έκπληξη, ότι τα ATV συμμετέχουν σε αυτά τα άσχημα στατιστικά με λιγότερο από 1% είναι περίπου στο 0,5% αν δεν κάνω λάθος. Καταλαβαίνεται λοιπόν, ότι δεν έχει καμία σχέση αυτό με την μοτοσυκλέτα που το ποσοστό είναι πολύ μεγάλο. Μία καθολική απαγόρευση θα ήταν λοιπόν «διοικητική αυστηρότητα» θα έλεγα εγώ..

Ποιο ήταν το κίνητρο τότε υπουργέ, για μία τόσο βεβιασμένη ανακοίνωση;

«Η ασφάλεια θεωρώ.. Κοιτάξτε η δημόσια διοίκηση δεν είναι κάτι το απρόσωπο, η δημόσια διοίκηση απαρτίζεται από ανθρώπους και οι άνθρωποι έχουν απόψεις. Η συνισταμένη των απόψεων κάνει τελικά την μία απόφαση. Κάποιοι λοιπόν άνθρωποι που συναπαρτίζουν την δημόσια διοίκηση του υπουργείου, είχαν την άποψη ότι αυτά είναι εξαιρετικά επικίνδυνα. Εγώ δεν έχει πεισθεί για κάτι τέτοιο».

Πώς θα προχωρήσει λοιπόν το υπουργείο με το θέμα των ATV; Που θα οδηγήσουν αυτές οι διαφορετικές απόψεις;

«Θα δούμε, γίνεται μία ζύμωση αυτή την στιγμή. Εγώ σας είπα την άποψη μου.»

Ακούμε από κύκλους του υπουργείου ότι επεξεργάζεστε και κάποιου είδους λύση με βάση το δίπλωμα. Ισχύει; Γιατί να ξέρετε κ.υπουργέ αυτό θα είναι εξίσου λάθος. Στην Αγγλία και την Βουλγαρία που υπάρχει δίπλωμα για ATV είναι γιατί αποτελεί υποδιαίρεση του διπλώματος αυτοκινήτου! Είναι δηλαδή σαν να καλούμε κάποιον με απολυτήριο Γυμνασίου να μας προσκομίσει του Δημοτικού!

«Ναι έχει ακουστεί αυτό. Δεν είναι έξω από μία… λογική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έχει βάση. Κι έχει βάση διότι δεν έχει εξεταστεί κανείς σε αυτά τα οχήματα και την οδική συμπεριφορά τους, και την οδηγική συμπεριφορά που πρέπει να έχει κανείς για να είναι ασφαλή. Άρα θα μπορούσε να πει κανείς πως θα μπορούσε να γίνει μία προσαρμογή, τούτο όμως δεν σημαίνει πως αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει τιμωρητικά για τους συνανθρώπους μας είτε ως ιδιώτες, είτε ως επιχειρηματίες, που έχουν επενδύσει σε αυτά τα οχήματα, και η ίδια η πολιτεία τους είπε ότι έχουν το δικαίωμα να το αγοράσουν και να το χρησιμοποιούν.

Επανέρχομαι πως στην υπόλοιπη Ευρώπη, όποιος οδηγεί αυτοκίνητο, οδηγεί και ATV, ακόμα και στα άνωθεν παραδείγματα με την υποκατηγορία διπλωμάτων
 

«Ναι το περιέχει, το μείζον καλύπτει το έλασσον»..

Ουσιαστικά υπουργέ χρειάζεται κι εδώ μία πολύ μεγάλη προσοχή σε όποιον προτείνει κάτι τέτοιο..

«Ναι θέλει μία προσοχή.. εγώ δεν είμαι κατά, του να υπάρχει μία ιδιαίτερη εξάσκηση σε ένα αντίστοιχο όχημα που θα εξετάζεσαι.. να το δούμε.. να το δούμε αυτό, αλλά σας είπα είναι άλλο πράγμα αυτό από την γενική απαγόρευση».  

Ετικέτες