Yamaha & MOTO - Βίοι παράλληλοι: Η σχέση μας μέσα από την ιστορία του περιοδικού

Διαμορφώνοντας μοτοσυκλετιστική κουλτούρα
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

19/9/2019

Φέτος είναι η χρονιά που η Yamaha γιορτάζει τη "Χρυσή Επέτειο" (Golden Jubilee που λένε και οι Αγγλοσάξονες…) παρουσίας της στην Ελλάδα. Μισός αιώνας Ιστορίας που συνέβαλε το μέγιστο στην διαμόρφωση της μοτοσυκλετιστικής κουλτούρας στην χώρα μας. Από αυτά τα 50 χρόνια, τα 34 διανύθηκαν σε βίους παράλληλους με το ΜΟΤΟ, μια κοινή πορεία που σηματοδοτήθηκε από σημαντικές συνεργασίες και ορόσημα που διαμόρφωσαν το μοτοσυκλετιστικό σκηνικό στην Ελλάδα. Ενίοτε είχαμε και προστριβές αλλά και έντονες διαφωνείες. Περάσαμε χρονιές που τσακωθήκαμε με την Yamaha μετά από δοκιμή μας, αλλά -το πιο σημαντικό- τσακωθήκαμε και ΓΙΑ την Yamaha. Ας τα θυμηθούμε.

Τα τέλη της δεκαετίας του '60 και οι απαρχές της δεκαετίας '70 δεν ήταν και η ιδανικότερη εποχή στο ταραγμένο περιβάλλον της Ελλάδας, για επιχειρηματικές δραστηριότητες. Πόσο δε μάλλον για την αγορά μοτοσυκλέτας, σε μια χώρα που ο μοτοσυκλετιστικός πολιτισμός ήταν… έτη φωτός πίσω από την υπόλοιπη Ευρώπη. Κι όμως, αυτό το εχθρικό περιβάλλον και οι αντιξοότητες δεν πτόησαν την εταιρεία των αδερφών Ηλιόπουλοι, που ανήκε στον όμιλο επιχειρήσεων της οικογένειας Κυριακοπούλου, από το να πάρουν την αντιπροσώπευση των μοτοσυκλετών της Yamaha για την Ελλάδα. Ήταν μια απόφαση βασισμένη περισσότερο στο συναίσθημα και το ένστικτο, παρά στα στεγνά επιχειρηματικά κριτήρια και την αποτρεπτική αλήθεια των αριθμών. Η ευτυχής συγκυρία όμως, ήταν ότι πέρα από τους ανθρώπους που είχαν στα χέρια τους το "τιμόνι" της εταιρείας, συγκεντρώθηκαν στελέχη και εργαζόμενοι που τους διακατείχε το ίδιο πνεύμα, η ίδια "τρέλα" για τα προϊόντα του Iwata. Άνθρωποι που ακόμη και μετά από 50 χρόνια, λένε ότι η Yamaha είναι συνώνυμο της ίδιας τους της ζωής.


Οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν στα πρώτα τους βήματα, αλλά και στην μετέπειτα πορεία, ήταν πολλές και δυσανάλογες με το μέγεθος της εταιρείας. Το χείλος της καταστροφής ήταν ορατό ουκ ολίγες φορές, αλλά σε κάθε περίσταση το πείσμα, η θέληση και το πάθος αποδείχτηκαν αποτελεσματικότερα από τις συνθήκες και τους παράγοντες της αγοράς. Βλέπετε, οι εταιρείες δεν είναι τα μηχανήματα και οι εγκαταστάσεις, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι, και στην συγκεκριμένη περίπτωση η αντιπροσωπεία της Yamaha είχε "τραβήξει λαχείο". Πέρα όμως από την αντιμετώπιση των δυσκολιών, σε κάθε βήμα και επιχειρηματική κίνηση της εταιρείας, ήταν εμφανές ότι το ανθρώπινο δυναμικό είχε ανοιχτούς ορίζοντες, δεν φοβόταν το ρίσκο αλλά ούτε και το μέγεθος της προσπάθειας που απαιτούνταν. Γι' αυτό ακριβώς το λόγο, η ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε. σήμερα και οι… πρόγονοί της στο παρελθόν, ξεχώριζαν και ξεχωρίζουν για την έφεση στην πρωτοπορία και τις καινοτομίες, για την πλούσια δραστηριότητα έξω από τις συμβατικές μεθόδους και την διαρκή αναζήτηση νέων δρόμων, κάτι που όπως επιβεβαιώθηκε και κατά την διάρκεια του εορτασμού στην εκδήλωση για τα 50 χρόνια της Yamaha στην Ελλάδα στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, αναγνωρίστηκε και χειροκροτήθηκε σχεδόν από όλους τους ανταγωνιστές της.

Οι εταιρείες δεν είναι τα μηχανήματα και οι εγκαταστάσεις, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι

Κοινή πορεία
Αυτά τα στοιχεία της διαρκούς αναζήτησης, της άρνησης για συμβιβασμό με κάτι λιγότερο από το καλύτερο και το πάθος για τις μοτοσυκλέτες, ήταν τα κοινά στοιχεία με την φιλοσοφία του περιοδικού, το οποίο άρχισε την δική του "περιπέτεια" λίγα χρόνια αργότερα στην ελληνική αγορά μοτοσυκλέτας. Όπως ακριβώς συνέβη και στο ξεκίνημα της Yamaha στην Ελλάδα, έτσι ακριβώς και το ΜΟΤΟ έπεσε κατευθείαν σε βαθιά και αχαρτογράφητα νερά. Στο επίπεδο με το οποίο θέλαμε να εργαστούμε, δεν υπήρχε τίποτε αντίστοιχο στο παρελθόν που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε ως πεπατημένη κι έπρεπε να ανακαλύψουμε –ή ακόμη και να δημιουργήσουμε- διαδικασίες από την αρχή, δίχως την πολυτέλεια της αποτυχίας. Κοινός παρονομαστής η μεγάλη προσπάθεια και ο τρόπος σκέψης "έξω από το κουτί". Λογικό και επόμενο λοιπόν οι πορείες της Yamaha και του ΜΟΤΟ να κινηθούν σε παράλληλες τροχιές με συνεργασίες που αποτέλεσαν ορόσημα στην Ιστορία της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, μέσα από μια σχέση που βασίστηκε στην ειλικρίνεια και την εντιμότητα, με επιτυχίες αλλά και… συγκρούσεις, όπως συμβαίνει σε κάθε υγιή σχέση.


Η Yamaha ήταν η πρώτη –και από τις λίγες για αρκετό διάστημα- αντιπροσωπείες που οργάνωναν δημοσιογραφικές αποστολές στο εξωτερικό για την παρουσίαση νέων μοντέλων. Φυσικό επόμενο λοιπόν, η πρώτη αποστολή του ΜΟΤΟ να είναι η παρουσίαση των Yamaha του 1987, στην πίστα Paul Ricard τον Δεκέμβριο του '86. Τα FZR1000, FZ750, FZX750 και TZR250 ήταν οι πρώτες μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε στο εξωτερικό, και προς επίρρωση όσων γράφουμε παραπάνω, αυτό έγινε την εποχή που άρχισε να επιβάλλεται ο Φ.Π.Α. και που όλες οι αντιπροσωπείες ανέμεναν περικοπή εσόδων με αντίστοιχη περικοπή δαπανών! Σ' αυτή την πρώτη κιόλας συμμετοχή  μας σε παρουσίαση μοτοσυκλετών στο εξωτερικό, έγραφε –τότε- ο Χρίστος Χατζάρας και πώς το αμοιβαίο όφελος και των δύο πλευρών -ύλη και ενημέρωση του κοινού για το περιοδικό, συγκέντρωση πολύτιμων πληροφοριών και δημοσιότητα για την εταιρεία- είναι ουσιαστικά εχέγγυο και για την αντικειμενικότητα της δημοσιογραφικής άποψης, κάτι που μόνο κακό δεν κάνει να το υπενθυμίζουμε όποτε υπάρχει ευκαιρία…

 
Η πρωτοπορία της Yamaha όμως δεν περιοριζόταν στις αποστολές, αλλά και στην ουσιαστική προσφορά στους αναβάτες που εμπιστεύτηκαν τα προϊόντα της. Από την άλλη, το ΜΟΤΟ ήταν από τα μέσα του ειδικού τύπου με την πιο έντονη και συστηματική προσέγγιση σε θέματα εκπαίδευσης και οδικής ασφάλειας, οπότε η συμμετοχή μας στο Yamaha Advance Riding Course στο Nürburgring ήταν δεδομένη. Η Yamaha πρόσφερε την μοναδική ευκαιρία για εκπαίδευση υψηλού επιπέδου σε λίγους και τυχερούς ιδιοκτήτες της σειράς "R" από όλη την Ευρώπη και η μεγάλη επιτυχία της αντιπροσωπείας ήταν ότι κατάφερε να εξασφαλίσει θέσεις και για αναβάτες από την Ελλάδα, έστω και αν τα νούμερα της ελληνικής αγοράς μπορεί να μην δικαιολογούσαν κάτι τέτοιο. Πάνω στη σέλα του πρώτου supersport long term test που είχε δοθεί σε περιοδικό (ένα Yamaha R6 το οποίο είχε ήδη ταξιδέψει για πρώτη φορά στο Nürburgring την προηγούμενη χρονιά) ακολουθήσαμε την ελληνική αποστολή, περάσαμε το τριήμερο σχολείο και κάναμε όλους τους αναγνώστες μας… συνεπιβάτες στην "Πράσινη Κόλαση".

Με το άρθρο του Nurburgring κάναμε τους αναγνώστες μας... συνεπιβάτες στην "Πράσινη Κόλαση"!

Ορόσημα και… φουρτούνες!
Μέσα σε αυτή την παράλληλη πορεία των 34 ετών, πέρα από τις συμμετοχές σε αποστολές και την ζωντανή σχέση που έχει κάθε περιοδικό με τις αντιπροσωπείες μοτοσυκλετών, δεν ήταν λίγες οι φορές που κάναμε και τις λεγόμενες ειδικές ενέργειες (άρθρα ή άλλου τύπου projects δηλαδή), με στόχο να προσφέρουμε κάτι ιδιαίτερο και ξεχωριστό στους αναγνώστες μας. Σε αυτή την κατηγορία συμπεριλαμβάνονταν και οι φάκελοι των εργοστασίων. Πρόκειται για μια σειρά ειδικών άρθρων μέσα από τα οποία γινόταν ολοκληρωμένη παρουσίαση μιας εταιρείας, από την ιστορία της στην παραγωγή και τους αγώνες, μέχρι τα ορόσημά της και συνεντεύξεις από τους ανθρώπους της, με επισκέψεις στα εργοστάσια και τις εγκαταστάσεις τους.

Ο "Φάκελος Yamaha" ήταν από τους πιο ενδιαφέροντες και πιο άρτιους συγγραφικά, χάρη στην συνεργασία της ελληνικής αντιπροσωπείας που εξασφάλισε τις επαφές για να επισκεφθούμε το εργοστάσιο και τα κεντρικά γραφεία στο Iwata της Ιαπωνίας. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα, με πρόσβαση σε θεωρούμενα άβατα μέχρι εκείνη την εποχή, που αποκάλυψε τον πυρήνα της Yamaha στο ελληνικό μοτοσυκλετιστικό κοινό και όχι μόνο. Η επίσκεψη μάλιστα τότε, το μακρινό 1995, συνέπεσε και με την επέτειο των 40 χρόνων από την ίδρυση της εταιρείας, με αποτέλεσμα την δημοσίευση ενός πολύτιμου αρχειακά υλικού, το οποίο αποτελεί μέχρι και σήμερα σημείο αναφοράς για αντίστοιχα άρθρα.


Μία ακόμη από τις σημαντικότερες συνδέσεις του ΜΟΤΟ με τα ορόσημα της Yamaha –που στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν και ορόσημο για το ελληνικό μοτοσυκλετιστικό γίγνεσθαι- έγινε με αφορμή την αλλαγή γενιάς των θρυλικών ΧΤ το 2004. O "Φάκελος ΧΤ" ήταν αποτέλεσμα μιας τιτάνιας προσπάθειας, τόσο από πλευράς της συντακτικής ομάδας του περιοδικού, όσο και των ανθρώπων της ελληνικής αντιπροσωπείας, όπου με κεντρικό άξονα το πρώτο ΧΤ660 γράφτηκε ένα μεγάλο αφιέρωμα για την μοτοσυκλέτα που έγινε σήμα κατατεθέν για πολλές γενιές. Εκτός από την Ιστορία, την δοκιμή (και συγκριτικό) και συνεντεύξεις ιδιοκτητών ΧΤ, καταφέραμε να εξασφαλίσουμε πρόσβαση στις γραμμές παραγωγής του εργοστασίου της MBK (ιδιοκτησίας Yamaha) στη Γαλλία και να λάβουμε μέρος στην παραγωγική διαδικασία ενός ΧΤ660, ενώ δημοσιεύσαμε και μία άκρως ενδιαφέρουσα έρευνα γύρω από την εξέλιξη του ΧΤ, μέρος της οποία είχε γίνει και στην Ελλάδα.

Στο συγκεκριμένο τεύχος μάλιστα, είχαμε ως επιπλέον ύλη για τους αναγνώστες μας, ΟΛΟ το press kit του ΧΤ660 μεταφρασμένο στα ελληνικά, καλύπτοντας ολοκληρωτικά το κεφάλαιο "ΧΤ". Να σημειώσουμε εδώ, ότι μιλάμε για μια εποχή που το internet δεν ήταν τόσο διαδεδομένο ούτε είχαν όλοι εύκολη πρόσβαση, οπότε μια τέτοια παροχή (ειδικά σε ένα κοινό τόσο μεγάλο όσο αυτών των ιδιοκτητών ΧΤ) ήταν σημαντική σε όσους ήθελαν πληροφορίες που δεν μπορούσαν να αποκτήσουν.
Και επειδή πλέον έχουν περάσει και 15 χρόνια από τότε, μπορούμε να αποκαλύψουμε και αρκετό από το παρασκήνιο του project, όπως το FBI και η CIA αποχαρακτηρίζουν απόρρητα έγγραφα μετά το πέρασμα συγκεκριμένου διαστήματος… Τότε λοιπόν –κι ενώ ήταν ξεκάθαρο ότι το press kit ήταν εξτρά ύλη από αυτή του περιοδικού -προσθέσαμε δηλαδή σελίδες στα πλαίσια της διαφημιστικής προώθησης που είχε επιλέξει η Yamaha- υπήρξε ωστόσο έντονη αντίδραση από τις ανταγωνιστικές αντιπροσωπείες.

Το θέμα δεν ήταν ότι δεν ήμασταν αντικειμενικοί, καθώς τόσο η δοκιμή όσο και το συγκριτικό έγιναν με τις ίδιες αξίες και στα πρότυπα που πάντοτε χαρακτηρίζουν το ΜΟΤΟ (άλλωστε δεν υπήρχαν ενστάσεις επ' αυτού), αλλά οι υπόλοιπες εταιρείες θεώρησαν ότι με αυτόν τον τρόπο "βαφτήκαμε" ως οπαδοί της Yamaha με μια ενέργεια που ήταν προκλητική. Βέβαια, κανείς από τους "κατήγορους" του τότε δεν ανέφερε ότι παρόμοιες προτάσεις για άρθρα και φακέλους είχαν γίνει σε όλες τις αντιπροσωπείες –που για τους δικούς τους λόγους δεν προχώρησαν- και φυσικά εκ του αποτελέσματος και της ανταπόκρισης που είχε στο αναγνωστικό κοινό αντιλήφθηκαν την ευκαιρία που έχασαν, προσπαθώντας να αντισταθμίσουν το λάθος με κατηγορίες που έπεσαν τελικά στο κενό.

Υπήρξαν μάλιστα περιπτώσεις που σταμάτησαν –μονόπλευρα- την μεταξύ μας συνεργασία για ένα διάστημα, κόβοντας τις διαφημίσεις και την παραχώρηση μοτοσυκλετών για τεστ, θεωρώντας ότι έτσι θα μας "τιμωρούσαν" για τις επιλογές μας. Περιττό να πούμε ότι οι συγκεκριμένες τακτικές τιμωρίας και εκβιασμού δεν μας πτόησαν και έφεραν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, όπως απέδειξε η Ιστορία… Ακόμη και πωλητές σε καταστήματα άλλων εταιρειών προσπαθούσαν να εμφανίσουν την συγκεκριμένη ενέργεια ως μεροληπτική αντιμετώπιση από πλευράς μας, καθώς ορισμένοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν (αυτό συνέβη και σε μικρή μερίδα των αναγνωστών μας), ότι το press kit ήταν κάτι έξτρα και όχι ύλη του περιοδικού. Στον απόηχο αυτής της διαμάχης υπάρχει ακόμη και τώρα κάποιος που μπορεί να πει "τότε το ΜΟΤΟ με το ΧΤ και τις πολλές σελίδες..." αναβιώνοντας ουσιαστικά την προπαγάνδα του τότε ανταγωνισμού.


Επειδή όμως, όπως αναφέραμε και παραπάνω, η σχέση μας με την Yamaha ήταν ένας ζωντανός οργανισμός που εξελίχθηκε μέσα από πολλές φάσεις, οι προστριβές και οι διαφωνίες δεν αφορούσαν μόνο τους ανταγωνιστές τους, αλλά και εμάς τους ίδιους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που προέκυψαν σημαντικά ζητήματα διαφωνίας, όπως το περίφημο ABS του Fazer 1000, που όπως πάντα, πρώτοι αναδείξαμε και αναφέραμε δημόσια μέσα από άρθρα στο περιοδικό, με απόλυτα εμπεριστατωμένα στοιχεία. Υπήρξε μάλιστα και μια δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ του περιοδικού και του τεχνικού Τμήματος της Yamaha, πάντα όμως μέσα σε κόσμια και επαγγελματικά πλαίσια, με απόλυτη δικαίωση την βελτίωση της μονάδας του ABS στα Fazer της επόμενης γενιάς.
Υπήρξαν κι άλλα πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η συνεργασία μεταξύ του περιοδικού και της Yamaha δεν ήταν πάντα με… κερασάκια, αλλά είχε και πικραμύγδαλα, όπως η περίπτωση του μπροστινού της πρώτης γενιάς των Tracer 900, που το αναδείξαμε ξανά πρώτοι ως θέμα και που επιβεβαιωθήκαμε απόλυτα από την αλλαγή των γεωμετρικών χαρακτηριστικών στο Tracer του 2018. Το παράξενο θα ήταν βέβαια να μην συνέβαινε αυτό… Έτσι συμβαίνει στις σχέσεις που εξελίσσονται και εδραιώνονται με το πέρασμα του χρόνου, με τους βίους να συνεχίζουν να κινούνται σε παράλληλες πορείες.

Για του λόγου το αληθές, η τωρινή περίοδος είναι μια περίοδος "ταραγμένη", μιας και η ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ αποφάσισε να μην στείλει το ΜΟΤΟ στην παρουσίαση του νέου Yamaha YZF-R1, με αποτέλεσμα να μπαίνουμε για άλλη μια φορά σε μια διαδικασία διαμαρτυρίας... Όπως προαναφέραμε όμως, τέτοιες καταστάσεις είναι αναμενόμενες και εποικοδομητικές για το μέλλον της συνεργασίας μας, ενώ αποτελούν λεπτομέρειες μπροστά στα πραγματικά δύσκολα προβλήματα που κλήθηκε η Yamaha να αντιμετωπίσει. Επιγραμματικά να αναφέρουμε την περίπτωση που την έφτασε στα όρια της οικονομικής καταστροφής, με την οικογένεια Κυριακόπουλου να επενδύει ακόμη περισσότερα χρήματα προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος, ενώ υπήρχαν και παράγοντες που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν και που προκάλεσαν σοβαρά πλήγματα στην εταιρεία. Τέτοιες ήταν οι επιπτώσεις από τον καταστροφικό σεισμό της Αθήνας το 1999, όπου το κτίριο που στεγαζόταν τότε η ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ στο 12ο χιλιόμετρο της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας υπέστη τρομακτικές ζημιές, ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα. Τότε, με μια γενναία απόφαση της κυρίας Κυριακοπούλου που είχε τα ηνία στα χέρια της, επενδύθηκαν κάτι λιγότερο από δύο δισεκατομμύρια δραχμές για να ξαναχτιστεί από την αρχή ουσιαστικά το κτίριο και να γίνει μια ακόμη επανεκκίνηση στην Ιστορία της αντιπροσωπείας, όταν λίγα χρόνια πιο πριν είχαν καταστραφεί εξαιτίας μιας πυρκαγιάς οι αποθήκες της επί της οδού Αγίας Άννης. Κι όμως, μετά από όλες αυτές τις περιπέτειες που ενδεχομένως να σήμαιναν το τέλος για άλλα επιχειρηματικά σχήματα, η ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ παραμένει ένας από τους ισχυρότερους "παίκτες" στην ελληνική αγορά, με δικές της ιδιόκτητες εγκαταστάσεις πλέον στον Ασπρόπυργο, με τον κ. Πάρη Κυριακόπουλο στο τιμόνι της εταιρείας να σηματοδοτεί τη νέα γενιά, και με τα μάτια σε ένα μέλλον με ορθάνοιχτους ορίζοντες.

Η αναγέννηση ενός VOR EN 503

Μηχανικός ή ψυχολόγος, ιδού η απορία!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/11/2019

Πριν λίγο καιρό, είχαμε δημοσιεύσει την ιστορία της ανακατασκευής ενός Husqvarna WR360 από τον Αλέξη Στεφανίδη, έναν άνθρωπο που το… "κόλλημά" του τον κάνει να ξεπερνά κάθε εμπόδιο και δυσκολία. Το δεύτερο project του, ένα VOR EN503, το αποδεικνύει περίτρανα!

 

ΜH-ΨΥ

 

Του Αλέξη Στεφανίδη

Φωτό: του ιδίου, Κωνσταντίνου Ανούση και Λεωνίδα Γερμανόπουλου

 

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες μηχανικών. Aλλά μόνο μία μπορεί να πάρει ένα γερασμένο εξωτικό endurο και να το κάνει καλύτερο και από καινούριο

 

Πρώτη κατηγορία είναι οι "μηχανικοί κατ’ επάγγελμα" στους οποίους πας την μηχανή σου για την προκαθορισμένη συντήρηση ή να σου την μαζέψουν αν έχεις μετρήσει καμιά σαβούρα. Η δεύτερη κατηγορία είναι οι λεγόμενοι "μερακλήδες" που με μια ματιά και μια γκαζιά έχουν καταλάβει ότι βαράνε οι βαλβίδες στον τρίτο κύλινδρο και θα κάνουν αυτό το έξτρα κατιτίς, όπως να σου αλλάξουν το ταλαιπωρημένο οκταράκι παξιμάδι πριν στην παραδώσουν. Ωραίοι και οι δύο με τα καλά τους και τα κακά τους, αλλά εγώ προτιμώ την τρίτη κατηγορία...

‘Εχετε ακούσει ποτέ για τους ΜH-ΨΥ, aka "μηχανικούς ψυχολόγους"; Είναι αυτοί που πας και βγάζεις πάνω τους όλα τα σπασμένα. Πληρώνουν την νύφη για το κάθε τι μακρύ και κοντό σου. Έ... σε αυτούς πάω εγώ. Τους καταλαβαίνεις κατευθείαν από τον χώρο εργασίας τους. Αντί για ξώβυζα έχουν φωτογραφίες του Tamburini, του Enzo Ferrari και του Fogarty. Σου πετάνε και σε μια γωνίτσα ξέμπαρκο ένα βιβλίο του Mark Rothko ή του Νίκου Δανιηλίδη και για να την ακούσεις ακόμα περισσότερο, καμιά γνήσια μπιέλα από το 888 του Falappa. Η μουσική υπόκρουση συνήθως θα πρέπει να ηρεμεί τον ασθενή (εμένα δηλαδή) με ακούσματα από Bocelli, Muddy Waters, Phil Collins, Eric Clapton και Van Halen ή Mötley Crüe αν είναι πιο rock η διάθεση. Στους τοίχους θα βρείς μια όμορφη αταξία από σημαίες, fairings, επιπλέον φωτογραφίες, λοιπά άσχετα αλλά ενδιαφέροντα αντικείμενα που κοιτάζοντάς τα, σου δένει τόσο καλά η εικόνα που δεν θα τολμούσες να ανακατατάξεις τίποτα.

Έχει και αυτό την σημασία του γιατί μόλις μπαίνεις σε τέτοιους χώρους "φτιάχνεσαι" κατευθείαν. Αισθάνεσαι σαν ζώο που επιστρέφει στο φυσικό του περιβάλλον. Και μόλις αισθανθείς άνετα, αναπαυτικά, έχεις πιει τον κερασμένο καφέ σου και έχεις φάει κανένα 60λέπτο να μιλάς για μηχανές, τέχνη, ιστορία, αρχιτεκτονική και άλλα πολλά υπέροχα πράματα που υπάρχουν σε αυτόν τον κόσμο (γιατί οι ΜΗ ΨΥ έχουν συνήθως ένα ευρύ πεδίο γνώσης), αρχίζεις και του ξεδιπλώνεις τα ψυχολογικά σου.

- Λοιπόν Κωνσταντίνε....(Κωνσταντίνος Ανούσης – Nimateck) Έχω ένα VOR ΕΝ503 που αγόρασα πριν έξι χρόνια και είναι καιρός να κάνουμε κάτι γι αυτό.

Όσο του εξηγώ τι και πώς, εκείνος με παρακολουθεί και κρατάει σημειώσεις με ευλάβια μαθητή, ενώ στο κεφάλι μου ακομά αντηχούν τα λόγια του φίλου μου του Γιάννη:

- "Πωωωω τι πήγες και πήρες πάλι ρε μαλ...&^%. Ρε πας καλά; Τι να φτιάξεις από αυτό; Αυτά βγαίνανε χαλασμένα απ’το κουτί τους. Ρε, σύνελθε και έλα στα λογικά σου."

Και δε θα χάσει να συμπληρώσει ο άλλος κολλητός (Βαγγέλης στ’όνομα):

- "Αλέξη, βάψ’το μπλε και ξέρεις εσύ μετά... "

Θύμα bullying κατέφυγα και εγώ στο καταφύγιο του Κωσταντίνου που αυτός καταλαβαίνει απόλυτα τέτοιου είδους βίτσια γιατί κουβαλάει και αυτός την δική του τρέλα. Ναι, το παραδέχομαι, με τραβάνε μοτοσυκλέτες που μηχανολογικά δεν είναι άρτιες. Αυτές τις μοτοσυκλέτες που τις λένε underdeveloped οι Αγγλοσάξωνες. Αυτές τις μοτοσυκλέτες που τις βάζεις μπρος και κάνεις τον σταυρό σου για να σου βγάλουν την διαδρομή. Αλλά άμα δουλέψουν, ζεις το απόλυτο όνειρο... Αυτές τις μοτοσυκλέτες που χλευάζουν οι τεχνοκράτες Hondaκηδες και Suzukaκηδες. Μοτοσυκλέτες τύπου Mondial Piega, Bimota VDue 500, Confederate Wraith, Vertemati, Ηusaberg από τα 2000's και άλλα πολλά, πάααααρα πολλά.

- Γιατρέ καταλαβαίνεις έτσι; Θέλω να το κάνω τζι τζι το VOR; Πειράζει; Γίνεται γιατρέ μου;

- Όλα γίνονται με θέληση και υπομονή Άλεξ, φέρτο εδώ να το δούμε .

To VOR όπως παρελήφθη

 

Η στιγμή της αλήθειας

Και εδώ ανοίγει το κουτί της Πανδώρας. Γιατί φαινομενικά ήταν απλά ένα σκονισμένο VOR ΕΝ503 του 2001, χωρίς αυτοκόλλητα, βαμμένα πλαστικά με σπρέι και κάποιες σκουριασμένες βίδες χωρίς καμιά άλλη κακοφωνία. Η "άριστη κατάσταση", βερεσέ ήταν γραμμένη στο car.gr. Έχει γίνει ψωμοτύρι αυτή η έκφραση. Δυνατός ισχυρισμός το "άριστη κατάσταση", πόσο μάλλον για ένα εξωτικό καθαρόαιμο enduro που έζησε την ζωή του στην πανέμορφη Κω.

"Πολύ πιθανό να έχει πέσει η πατέντα της πατέντας για να δουλέψει αυτό το πράμα στη Κω, γιατί εξιδικευμένο συνεργείο για τέτοιες μηχανές ψάχνεις με το δίκανο ακόμα και στην Αθήνα."

Αυτό σκέφτηκα. Αλλά κατά τ’ άλλα, το συγκεκριμένο 2001 μοντέλο (αυτή τη χρονιά έψαχνα συγκεκριμένα λόγω εμφάνισης) ήταν το πιο καθαρό απ’ όσα είχα δει στις αγγελίες τα τελευταία δύο χρόνια. Ακόμα πιο ενδιαφέρον το έκανε το γεγονός ότι ήταν πρώτο χέρι, καθώς ο ιδιοκτήτης το είχε αγοράσει απευθείας από την Ιταλία (!!!). Φυσικά ο προηγούμενος ιδιοκτήτης, έκανε ότι μπορούσε με τα μέσα που διέθετε στο νησί να διατηρήσει αυτό το εύθραυστο enduro σε όση καλύτερη και λειτουργική κατάσταση μπορούσε. Να είμαστε δίκαιοι. Φαινόταν ότι τη λάτρευε την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Όμως, ένα ατύχημα το 2007, τον ανάγκασε να κλειδώσει το θηρίο στο κλουβί του.

Και φτάνουμε σ’ένα κρύο ξημερώμα τον Φεβρουάριο του 2013. Εγώ, η σύζυγος και ένας φίλος στο λιμάνι του Πειραία, να περιμένουμε το καράβι από την Κω με το VOR. Κατά την παραλαβή του, εκ πρώτης όψεως φαινόταν καλοδιατηρημένο αλλά το μεγάλο ερώτημα ήταν τι έκρυβε στα σωθικά του.

Το επόμενο στάδιο ήταν η συλλογή ανταλλακτικών. Για όσους δεν ξέρουν ποια είναι η VOR θα σας πω εν συντομία ότι ήταν το δημιούργημα το αδελφών Vertemati (Guido και Αlvaro), θρυλικές μορφές στην παγκόσμια motocross σκηνή και φανατικοί υποστηρικτές των τετράχρονων μονοκύλινδρων motocross. Μετά από πειραματισμούς με διάφορα πρωτότυπα στις αρχές της δεκαετίας του ’90 καταφέρνουν το 1998 να ιδρύσουν την Vertemati Off Road (VOR) και σε συνεργασία με την Bimota να αρχίσουν μια μικρή παραγωγή, αλλά πολύ σύντομα, διαφωνίες με την διεύθυνση της εταιρείας από το Rimini, τους ωθούν να την πουλήσουν και να ιδρύσουν εκ νέου την ομώνυμη εταιρεία (Vertemati σκέτο).

Η VOR παρέμεινε στα χέρια του νέου ιδιοκτήτη (Uberto Rasini στο όνομα) μέχρι και το 2003 που αγοράστηκε από την Mondial Moto Spa. Mε την επίσημη πτώχευση της Mondial τον Σεπτέμβριο του 2004, πέθανε και το όνειρο της VOR. Οπότε με αυτήν την συνοπτική ιστορία μπορείτε να καταλάβετε τι εστί η εύρεση ανταλλακτικών VOR. Tουλάχιστον στην αρχή, γιατί μετά από πέντε χρόνια ψάξιμο απέκτησα την εμπειρία και έγιναν πιο εύκολα τα πράματα.

Γκρι το ήθελα από την αρχή αλλά η απόχρωση που πρότεινε ο Κωνσταντίνο απογείωσε το project. Τα μαύρο βαμμένο κομμάτι ήταν δικιά του "τσαχπινιά"

 

Η οδύσσεια του restoring!

Tα πρώτα χρόνια ήταν σκέτη τρέλα. Ένα μόνο πράμα θα σας διηγηθώ και θα καταλάβετε το μέγεθος της καῒλας. Το 2013 βρισκόμουν σε κατασκευαστικό έργο σε μια έρημο στο μακρινό Τουρκμενιστάν. Το διαδίκτυο σε αυτό το αχανές μέρος δούλευε στην καλύτερη για 15 λεπτά ανά εβδομάδα και αυτό με διακοπές. Σε μία από εκείνες τις ημέρες που δούλεψε, εντοπίζω στο e-bay αυθεντικά αυτοκόλλητα της VOR σε ένα μικρό μαγαζάκι στη Γερμανία. Το άγχος με το οποίο έκανα copy paste τον σύνδεσμο και πληκτρολόγησα στο φίλο μου στο Messenger την ακόλουθη πρόταση πριν χαθεί στο σήμα δεν περιγράφεται: "Χτύπα τα τώρα, δεν με νοιάζει πόσο κάνουν, θα σου δώσω τα λεφτά όταν έρθω. Thanx in advance - Αlex" Και όλα αυτά γιατί το wi-fi ίσως να ξαναδούλευε μετά από 5-6 μέρες και άντε να ξαναβρείς πάλι γνήσια αυτοκόλλητα της VOR…

Το VOR είναι ο ορισμός του αντικομφορμισμού

Mε τον καιρό μάζεψα από διάφορες μεριές του κόσμου ανταλλακτικά. Έπειτα, το επόμενο βήμα ήταν να βρεθώ έτοιμος οικονομικά για το εγχείρημα. Σε τέτοιου είδους μηχανές πρέπει πάντα να προσθέσεις και τις ανθρωποώρες μελέτης του ΜΗ-ΨΥ. Τέτοιου είδους σπάνιες μοτοσυκλέτες ακολουθούν συνήθως εντελώς διαφορετικές τεχνολογικές λύσεις. Άλλοτε επιτυχημένες και άλλοτε παταγωδώς αποτυχημένες. Πάντα όμως άκρως ενδιαφέρουσες και ιδιαίτερες! To VOR ας πούμε είναι ο ορισμός του αντικομφορμισμού: Βιδωτό quick-release πλαίσιο, κίνηση βαλβίδων με γρανάζια, billet ψαλίδι, εφαρμογή φίλτρου πάνω στο πλαίσιο, λίπανση μέσω κίνησης του στροφάλου κλπ, κλπ. Μέχρι και η μανιβέλα έχει κίνηση προς τα εμπρός αντί προς τα πίσω!!!

- "Μάλλον γιατί o Giuseppe και ο Luigi θέλανε να φάνε τα panini τους στο μεσημεριανό, και γυρνώντας ξέχασαν να σχεδιάσουν την μανιβέλα. Θα το κατάλαβαν μία μέρα πριν την παραγωγή. Fanculo Luigi! Dovla pedivella???" Αυτή είναι η εξήγηση του Γιάννη για τις σχεδιαστικές λύσεις της VOR, στα πλαίσια του bullying που συνεχιζόταν καθ’όλη τη διάρκεια του project.

Φτάνουμε Φεβρουάριο του 2019, το VOR παραδίδεται στο εργαστήριο του Κωσταντίνου. Ο Γιάννης με κοιτάει απογοητευμένος και μουρμουράει:

 - "ΨΙΤ! Κατάλαβε το, δεν έχουν όλοι την όρεξη σου. Τι σου φταίει τώρα ο άνθρωπος να χάσει το χρόνο του με το τρίμμα που του έφερες για μηχανή;"

O Κωσταντίνος το γυρόφερνε, σκάλιζε, κρατούσε σημειώσεις και ταυτόχρονα παραμιλούσε, ενώ εγώ του έλεγα τι θα ήθελα, πώς θα το ήθελα και γιατί θα το ήθελα έτσι. Πραγματική ψυχανάλυση για να "νιώσει" ο ΜΗ-ΨΥ τα θέλω μου. Μόνο έτσι καταφέρνεις το τέλειο αποτέλεσμα με την πρώτη προσπάθεια σε τέτοιου είδους ιδιαίτερα projects.

O Κωνστανίνος χρειάστηκε να σημειώσει με μαρκαδόρο τα σημεία χρονισμού των βαλβίδων. Αθάνατοι Ιταλοί!

 

Από εκεί και πέρα το VOR είχε γίνει πλέον πρόβλημα του Κωσταντίνου. Αφού τον φόρτωσα με τις ιδέες μου, την τσίτα, τον αγχώδη ενθουσιασμό μου, κούτες με parts, ένα VOR 503 με μηδενικό ιστορικό συντήρησης -και σημειωτέον μηδενική χρήση στα δικά μου χέρια (δεν το είχα βάλει μπρος ποτέ γιατί δεν είχα ιδέα σε τι κατάσταση ήταν ο κινητήρας)- "την έκανα" με ελαφρά…

Ο Κωνσταντίνος έπιασε κατευθείαν δουλειά και πολύ σύντομα επιβεβαιώθηκα για την επιλογή μου να μην το βάλω μπρος. Με το άνοιγμα του κινητήρα ανακάλυψε ένα after market πιστόνι με λάθος διαστάσεις και σημάδια των βαλβίδων πάνω του. Άουτς! Και καλά θα ήταν αν μέναμε μόνο σ’ αυτό το πρόβλημα. Το Nikasil στον κύλινδρο σκέτο χάλι. Το πλαίσιο έδενε με βίδες με λάθoς μέγεθος κεφαλής που είχαν δεχτεί από πάνω "τάπωμα" με ηλεκτροσυγκόλληση! Η μέτρηση στα διάκενα των βαλβίδων ήταν τελείως εκτός από τα επιτρεπόμενα όρια, σχεδόν τα διπλάσια! Κάτι ήξερα που δεν το έβαζα μπρος έξι χρόνια και ας με έκραξαν άπαντες για το πόσο ψείρας είμαι.

Πατέντες ανακαλύψαμε και στο DellOrto καρμπυρατέρ. Όσο άνοιγες, τόσα έβρισκες. Φυσικά για την δικιά μου τελειομανία και του Κωνσταντίνου, αυτά ήταν αδιανόητα πράματα. Καταλαβαίνετε την σύγχυση μας, όταν βλέπαμε τέτοιου είδους επεμβάσεις σε μια τόσο όμορφη μοτοσυκλέτα. Μας τρελαίνανε! Ωστόσο, από την άλλη καταλαβαίνω και την λαχτάρα του πρώην ιδιοκτήτη που ήθελε να ευχαριστιέται την μηχανή του με κάθε τρόπο.

 

Ο μηχανικός… καταλύτης

Εδώ είναι που ο ΜΗ­­-ΨΥ της ιστορίας μας αρχίζει και πληρώνει τα σπασμένα. Δεν μιλάω για τις ανθρωποώρες που έφαγε για να μελετήσει το service book, το parts manual και να καταχωρήσει με τον εργοστασιακό κωδικό και σε σακουλάκια το κάθε ανταλλακτικό. ‘Η τι έκανε για να βρει την κατάλληλη εταιρεία για να στείλουμε το κύλινδρο για την επιστρώση Nikasil (στο τέλος κατέληξε στην Ολλανδία). Ή για τις πατέντες με τα λαστιχάκια και για να δέσει το "τάχα μου" κιβώτιο τύπου κασέτας. ‘Η την σπαζοκεφαλιά με τα μπουζόνια της κεφαλής που πρέπει να μπουν με συγκεκριμένη σειρά αλλιώς ξεκινάς από την αρχή. Ή τον μηχανισμό του αποσυμπιεστή που δεν θα το έλεγες ότι είναι η πιο απλοϊκή κατασκευή στον κόσμο. Ή για τα γρανάζια κίνησης των εκκεντροφόρων που δεν είχαν σημάδια χρονισμού! Να συνεχίσω; Θα συνεχίσω. Το πλαίσιο για να ξαναδέσει με τα αντίστοιχα υποπλαίσια είχε και αυτό το ζόρι του. Ας μην ξεχάσουμε ότι η VOR ήταν περισσότερο μια βιοτεχνία παρά ένα εργοστάσιο και οι περισσότερες δουλειές ήταν χειρωνακτικές. Όπότε οι ανοχές των πλαισίων ήταν λογικό να έχουν αρκετά μεγαλύτερο εύρος απ’ ότι ενός Honda.

Ιδού τo τελικό αποτέλεσμα μετά από σχεδόν 7 χρόνια υπομονής και επιμονής

 

Πολύ ψάξιμο, πολύ δουλειά, πολύ υπομονή, αλλά μήνα με τον μήνα τα αποτελέσματα άρχιζαν να φαίνονται. Μέσα από αυτήν την διαδικασία άρχισα να κατανοώ και να εκτιμώ ακόμα περισσότερο τον λόγο που τα VOR ήταν οι μηχανές που ήταν. Για ανθρώπους σαν εμένα και τον Κωνσταντίνο, η διαδικασία μιας ανακατασκευής έχει και διδακτική υπόσταση: Γιατί μάς δίνεται η δυνατότητα να αποδομήσουμε μια σπάνια μηχανή και να καταλάβουμε γιατί οι δημιουργοί της πήραν τις συγκεκριμένες σχεδιαστικές κατευθύνσεις. Όλη η ιστορία της εξέλιξής της είναι εκεί, μπροστά σου, μπορείς να την πιάσεις στα χέρια σου και να την περιεργαστείς κομμάτι-κομμάτι. Και όλη αυτήν την ροή γνώσης, ο Κωνσταντίνος θα στην μεταλαμπαδεύσει με μακροσκελείς συζητήσεις λόγω του κοινού πάθους που μάς δένει για τέτοιου είδους ιδιαίτερες μοτοσυκλέτες. Και φυσικά, θα προκύψουν και άλλα ευρήματα από αυτήν την ανταλλαγή γνώσεων που αποτελούν την πεμπτουσία ενός petrolhead. Και βέβαια το κερασάκι στην τούρτα είναι ότι έχεις ξαναδώσει μια δεύτερη ευκαιρία σε μια μηχανή που το πιο πιθανό ήταν να κατέληγε για "μπάλωμα στα αμπάρια των πλοίων" όπως λέει και ο Γιάννης.

Το VOR ήταν, αισίως, έτοιμο τον Σεμπτέμβριο του 2019. Αλλά κατά την παράδοση φρόντισε να μας κάνει το τελευταίο καψόνι. Τα εργοστασιακά αυτοκόλλητα όντας πολυκαιρισμένα δεν ξεκολλούσαν με τίποτα. Όμως κανένα πρόβλημα, γιατί αυτό ήταν η δεύτερη ανακατασκευή που πραγματοποιούσα σε μοτοσυκλέτα και είχα μάθει πια τα κατατόπια. Ο Ντίνος Kαλιαμπέτσος από την DXL Graphics όχι μόνο φρόντισε να αναπαράγει τα αυτοκόλλητα με 100% ακρίβεια, αλλά χρησιμοποίησε σαφέστερα πολύ καλύτερη πρώτη ύλη απ’ ότι είχαν τα εργοστασιακά αυτοκόλλητα.

Προσωπικές πινελιές

Στο έργο εννοείται ότι ήθελα να κάνω κάποιες προσωπικές παρεμβάσεις που δεν θα άλλαζαν κατά πολύ την εργοστασιακή όψη. Το aftermarket number plate με την σίτα ήταν περισσότερο για τη συσχέτιση του VOR με την αδελφή Vertemati. Το πλαίσιο βάφτηκε κυρίως σε μια γκρι απόχρωση που θα ταίριαζε με τα χρώματα του πιρουνιού και των πλαστικών, αλλά οι κάθετοι δοκοί που οδηγούσαν στα ποδοστήρια βάφτηκε μαύρη. Το δε γκρι που διαλέχτηκε με την ιδιαίτερη "σαγρέ" αίσθηση ήταν ιδέα του Κωνσταντίνου, γιατί στο project brief πού είχαμε κατάλαβε ότι προσπαθούσα να δώσω μια ωμή εργοστασιακή όψη. Αυτό το συγκεκριμένο χρώμα απογείωσε το concept και το έκανε ακόμα καλύτερο από την αρχική μου ιδέα. Το καμπυρατερ βάφτηκε και αυτό στο χρώμα του μαγνησίου συνεχίζοντας το factory θέμα. Και αυτό επίσης ιδέα του Κωνσταντίνου. Σημειώστε το αυτό γιατί μόνο οι ΜΗ-ΨΥ μπορούν να κάνουν τέτοια μαγικά, γιατί έχουν την δυνατότητα να "νιώσουν" την ιδέα σου.

Οι ζάντες ανακατασκευάστηκαν με νέες ακτίνες και τα κέντρα γυαλίστηκαν. Τα στεφάνια βάφτηκαν σε ένα επίσης "σαγρέ" μαύρο χρώμα, όπως και τα καπάκια του κινητήρα. Από το τιμόνι, αφαιρέθηκε το cross bar για να δοθεί μία πιο FMX αισθητική στο ήδη πολύ ψηλό τιμόνι. Στην μοτοσυκλέτα όλα λύθηκαν, όλα καθαρίστηκαν / γυαλίστηκαν και ό,τι έχριζε αντικατάστασης, αντικαταστάθηκε με γνήσια ανταλλακτικά της VOR. Το αποτέλεσμα: Εκπληκτικό! Νομίζω οι φωτογραφίες μιλάνε μόνες τους. Φώτα δεν έβαλα, γιατί το προτιμούσα τελείως απλό και λιτό αν και ο Κωσταντίνος έχει την πλεξούδα έτοιμη αν αλλάξω ποτέ γνώμη.

Σας αφήνω να απολαύσετε τις φωτογραφίες αλλά θυμηθείτε: Αν μπλέκετε καλλιτεχνικά/ιστορικά/συναισθηματικά θέματα μαζί με μοτοσυκλέτες ή γενικά τραβάτε κολλήματα που δεν στέκουν στους πολλούς, μην σκάτε! Υπάρχουν και οι ΜΗ-ΨΥ εκεί έξω που θα σας καταλάβουν!

Το άρθρο συνοδεύεται από ένα ενδιαφέρον φωτογραφικό υλικό