Οδηγούμε Yamaha MT-09 2021: Πλήρης παρουσίαση – [VIDEO]

Το MT-09 στην τρίτη του και καλύτερη έκδοση!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

24/2/2021

Το 2013 η Yamaha έβαλε το πόδι της σε μία πόρτα που έκλεινε ολοένα και περισσότερο και την κράτησε ανοικτή, αναζωπυρώνοντας με το MT-09 το ενδιαφέρον για ολόκληρη την κατηγορία των γυμνών μοτοσυκλετών. Μινιμαλιστικό, αρκετά δυνατό και με εκείνα τα θέματα της απότομης απόκρισης του γκαζιού που έχουν πλέον επιλύσει οριστικά, όπως τόνισαν οι άνθρωποι της Yamaha εδώ στην Ισπανία λίγο πριν μας παραδώσουν την νέα έκδοση προς δοκιμή.

Η Yamaha έχει καταφέρει να φτιάξει μία σειρά 8 γυμνών μοντέλων από 125 έως 1000 κυβικά, να έχει δηλαδή την πιο πλούσια γκάμα σε αυτή την κατηγορία και δικαιωματικά να οδηγεί τις εξελίξεις. Το MT-09, όπως και όλες οι hyper-naked και streetfighter μοτοσυκλέτες, αποτελούν μία καθαρά Ευρωπαϊκή υπόθεση. Έχουν σχεδιαστεί με γνώμονα την Ευρωπαϊκή αγορά και έτσι πολύ φυσιολογικά εδώ σε εμάς γνωρίζουν και μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία, με το MT-09 να συμπληρώνει περισσότερες από 63.000 πωλήσεις από το 2013 που έχει βγει στην παραγωγή.

Η μοντέρνα αλλά με κλασσικές γραμμές εμφάνιση, ο ροπάτος και εξαιρετικά εύστροφος τρικύλινδρος, αξιόπιστος κινητήρας και η ευελιξία με δεδομένη και την σταθερότητα, είναι τα βασικά συστατικά που επέτρεψαν στο MT-09 την παραπάνω επιτυχία. Το πρώτο από αυτά η Yamaha το άλλαξε πλήρως. Η νέα εμφάνιση είναι σχεδιασμένη για να προκαλέσει και αυτό σημαίνει πως θα βρει υποστηρικτές αλλά ταυτόχρονα και πολέμιους που επιζητούν μία πιο κλασσική γραμμή, ιδιαίτερα ανάμεσα στην ρομποτική, ολότελα ξεχωριστή μάσκα. Όπως έχουμε πει πολλές φορές άλλωστε, το κοινό της μοτοσυκλέτας είναι εξαιρετικά συντηρητικό στην εμφάνιση των μοτοσυκλετών. Κι ενώ οι σχεδιαστικές γραμμές που έχει επιλέξει η Yamaha ανάγονται στο τέλος στις προσωπικές προτιμήσεις του κάθε ενός και είναι μία ξεκάθαρα υποκειμενική υπόθεση, ο ήχος και η αποδοχή του είναι ένα τελείως διαφορετικό στοιχείο που εμπίπτει σε πλαίσια με περισσότερο αντικειμενικά κριτήρια.

Η Yamaha έπαιξε πολύ έξυπνα με την συγκεκριμένη αίσθηση και δεν περιορίστηκε μόνο στην ροή του αέρα στο φιλτροκούτι που πάνω από μία πενταετία τώρα, είναι το αγαπημένο μουσικό παιχνίδι των Ιαπώνων με την Kawasaki στην οικογένεια των SX να διεκδικεί τα εγκαίνια αυτής της μόδας. Η Yamaha επίσης φρόντισε η ροή του αέρα στην εισαγωγή να ενισχύεται ηχητικά, αλλά εστίασε περισσότερο στον ήχο της εργοστασιακής εξάτμισης με έναν συλλέκτη που λειτουργεί σαν κανονικό ηχείο! Το αποτέλεσμα φαίνεται και στο teaser VIDEO που ανεβάσαμε στις σελίδες μας στα κοινωνικά δίκτυα και είναι μία ευχάριστη πρώτη έκπληξη όταν κάθεσαι στην μοτοσυκλέτα και βάζεις μπροστά. Μιας και το σώμα δεν αντιλαμβάνεται τον ήχο μονάχα με τους ακουστικούς πόρους, αλλά και με τις δονήσεις σε ολόκληρο το σώμα, ο ήχος του MT-09 ταξιδεύει από το τελικό της εξάτμισης και τον νιώθεις σε κάθε άνοιγμα και κλείσιμο του γκαζιού!

Ο κινητήρας έχει όσες αλλαγές χρειάζεται για να χαρακτηριστεί νέος, παρόλο που μιλάμε για έναν τρικύλινδρο crossplane με ίδια αρχιτεκτονική όπως ακριβώς έγινε αγαπητό αυτό το μοντέλο το 2013 αρχικά κι έπειτα το 2017 με την δεύτερη ανανέωσή του και τις Euro4 προδιαγραφές. Πριν φτάσουμε σήμερα να έχει αυτός ο κινητήρας περισσότερα κυβικά, να βγάζει περισσότερα άλογα και ροπή αλλά να είναι ελαφρύτερος και κατά 1,7 κιλά. Η αύξηση του κυβισμού ήταν μονόδρομος για την Yamaha στην συγκεκριμένη περίπτωση για να καλυφθούν οι Euro5 προδιαγραφές και ταυτόχρονα να αυξηθεί και η ιπποδύναμη.

Προστέθηκαν 42 κυβικά και η νέα ιπποδύναμη που δίνει η Yamaha είναι αυξημένη κατά 4 ίππους φτάνοντας τους 119 στις 10.000 στροφές. Η ροπή όμως έρχεται 1.500 στροφές νωρίτερα από πριν, μόλις στις 7.000 στροφές για τα 9,5Kg.m που είναι η μέγιστη τιμή. Συνδυάστε το αυτό με μία ευστροφία που έτσι κι αλλιώς έχουν οι τρικύλινδροι κινητήρες και ειδικά ο CP3 crossplane της Yamaha και μία απόκριση αρκετά ομαλή σε κάθε μία από τις συνολικά τέσσερις χαρτογραφήσεις και έχουμε μία μοτοσυκλέτα που εκτοξεύεται σε κάθε έξοδο, στους επαρχιακούς δρόμους που είναι και το αγαπημένο της πεδίο δράσης. Για επικάλυψη βάλτε όσα λέγαμε παραπάνω για τον ήχο, μιας και το μυαλό αντιλαμβάνεται την δύναμη της μοτοσυκλέτας πολύ περισσότερη με τον κατάλληλο ήχο. Είναι κάτι θεμελιώδες που δεν απαιτεί εξήγηση, φαίνεται και θα φαίνεται ακόμη περισσότερο στο μέλλον, όταν και θα είναι ευκολότερη υπόθεση ένα test ride σε ηλεκτρική μοτοσυκλέτα νιώθοντας αμέσως τι είναι αυτό που σου λείπει.

Γραμμική απόκριση λοιπόν, διαθέσιμη από χαμηλές στροφές και η μοτοσυκλέτα αυτή έχει το πρώτο βασικό στοιχείο για να γίνει ένα διασκεδαστικό παιχνίδι στις αγαπημένες σου διαδρομές. Το άλλο είναι μία ομοιογένεια στις αναρτήσεις που αν θυμάστε καλά από την δοκιμή μας στις Σέρρες, είναι κάτι που έλλειπε ακόμη και στην έκδοση SP του προηγούμενο μοντέλου όπου χρειαζόταν αναζήτηση των ρυθμίσεων για να αρχίσεις να φτάνεις σε ικανοποιητικό επίπεδο. Με την ευκαιρία η έκδοση SP και για το νέο MT-09 θα εμφανιστεί επίσης σε λίγο καιρό με όλα αυτά που περιμένεις να έχει, τις αναρτήσεις της Ohlins δηλαδή. Προς το παρόν ξεκινάμε με ένα πιρούνι που είναι καλό στην γρήγορη οδήγηση με γραμμικότητα στις αποσβέσεις και επαναφορά τόσο γρήγορη όσο απαιτεί ο σπορ προσανατολισμός χωρίς να φαινόμενα νευρικότητας που έχουν οι απόλυτες λύσεις, στις ατελείωτες ατέλειες ενός δημόσιου δρόμου. Πίσω το αμορτισέρ και το ψαλίδι συνεργάζονται αρκετά καλά μέχρι ένα ορισμένο όριο το οποίο βρίσκεται ψηλότερα του μέσου όρου του υποψήφιου αναβάτη. Σε πολύ γρήγορο ρυθμό όμως ο πίσω τροχός ξεκολλά ξεκινώντας τα χωρευτικά αλλά σε κάθε περίπτωση με τον αναβάτη να μπορεί εύκολα να επιβάλλει τον έλεγχο. Ακόμη και τα γλιστρήματα που μπορούν να έρθουν σε μία τέτοια συνθήκη εξαιρετικού δρόμου και των άψογων Bridgestone S22 που διαθέτει ως ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, γίνονται με τρόπο προοδευτικό δίνοντας αρκετό χρόνο για διορθώσεις.

Είναι ευχάριστο να βλέπουμε σε ιαπωνική μοτοσυκλέτα ένα σωστό ελαστικό πρώτης τοποθέτησης που ανταποκρίνεται στο χαρακτήρα της. Γιατί δεν ξεχνάμε πως η Yamaha έβαζε στο Tracer μία σειρά της Dunlop που έχουν μόνο το όνομα της εταιρείας, κατασκευάζονται από άλλο εργοστάσιο  στην Ιαπωνία που έχει απλά τα δικαιώματα χρήσης του ονόματος για συγκεκριμένες χώρες και ουδεμία σχέση υπάρχει με τα κανονικά Dunlop που γνωρίζουμε εμείς εδώ. Το αποτέλεσμα είναι να έχεις μία μοτοσυκλέτα που δεν οδηγείται γρήγορα αν δεν αλλάξεις λάστιχα, κυρίως εδώ στην Ελλάδα με την πολύ συγκεκριμένη ποιότητα ασφάλτου, και επιπρόσθετα να καταλήξει ο νέος αναβάτης να διαπιστώνει ανακολουθία με αυτά που ακούει για τα ελαστικά του, κι αυτά που βλέπει στην πραγματικότητα. Μέχρι να τα αλλάξει φυσικά. Στην περίπτωση του MT-09 τα πράγματα είναι διαφορετικά και ιδιαίτερα τώρα με τα S22!

H Yamaha δηλώνει 9% αποδοτικότερη λειτουργία του κινητήρα που μπορεί να ακούγεται μεγάλο νούμερο αλλά τεχνικά είναι και απόλυτα εφικτό. Είναι όμως από τα πράγματα που χρειάζονται επαλήθευση κατά την δοκιμή στην Ελλάδα καθώς είδαμε μία αυτονομία κάτω από διακόσια χιλιόμετρα σε γρήγορο ρυθμό από τα 14 λίτρα του ρεζερβουάρ που μας φέρνει κοντά στα προηγούμενα δεδομένα. Η Yamaha λέει 5λίτρα/100χμ σε μέση οδήγηση. Μένει να το μετρήσουμε σωστά στην Ελλάδα σε κάθε ρυθμό οδήγησης. Από εκεί και πέρα έχουμε σίγουρα μικρότερο βάρος και χωρίς να το ζυγίσουμε στις ζυγαριές του περιοδικού ή/και καλύτερο ζύγισμα γιατί όσο ανεβάζεις ρυθμό η διαταγή αλλαγής κατεύθυνσης εξακολουθεί να εκτελείται με απόλυτη αμεσότητα, την στιγμή που στην ευθεία το MT-09 είναι πολύ σταθερό.

Το quickshifter χαλά λίγο την εικόνα των πληρωμένων υποσχέσεων που πιστά έχει δώσει η Yamaha στο νέο MT-09. Το quickshifter κάνει αυτά που υπόσχεται σε μεγάλο βαθμό εκτός κι αν πρόκειται για ανεβάσματα στον κόφτη για την πρώτη-δευτέρα, ενώ στα κατεβάσματα η συμπεριφορά του είναι ιδανική από ρυθμό κανονικής οδήγησης έως και σβέλτα, από εκεί και πάνω δεν θα δώσει την απαραίτητη κλωτσιά από το ηλεκτρονικό γκάζι για το απροβλημάτιστο κατέβασμα αρχίζει να παρουσιάζεται ανομοιογένεια συμπεριφοράς. Το λεγόμενο Auto-blip λοιπόν δουλεύει καλά σε συγκεκριμένο εύρος χρήσης. Με δεδομένο όμως πως όλα αυτά φαίνονται κοντά στην υπερβολή, το quickshifter δεν θα προβληματίσει.

Έτσι κι αλλιώς ο λόγος των πρώτων δύο σχέσεων έχει αλλάξει, ακριβώς για να απλωθεί καλύτερα η περισσότερη δύναμη και να γίνει σωστή εκμετάλλευση της ευστροφίας. Ο μονόδρομος και υποβοηθούμενος συμπλέκτης απέκτησε νέους δίσκους ακριβώς για αυτούς τους λόγους.

Νέο είναι και το χυτό αλουμουνένιο Deltabox πλαίσιο το οποίο η Yamaha κατασκευάζει έχοντας εξελίξει στην λειτουργία της έκχυσης του αλουμινίου σε καλούπι, σε βιομηχανικό μέγεθος παραγωγής. Ισχύει αντίστοιχα και για τους τροχούς. Η λύση που ακολουθείται είναι παλιά και δοκιμασμένη αλλά όχι σε βιομηχανική παραγωγή και σε αυτό το επίπεδο μοτοσυκλετών. Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη, καταδικασμένη να περάσει στα ψηλά γράμματα γιατί δυστυχώς δεν απασχολούνται πολλοί με ποιο τρόπο φτιάχνεται το κάθε τι, παρά μόνο για την δουλειά που κάνει. Στην προκειμένη περίπτωση ο τρόπος κατασκευής είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την λειτουργία καθώς τόσο το πλαίσιο όσο και το ψαλίδι απαλλάσσονται από κολλήσεις και μπορούν να σχεδιαστούν με πολύ λεπτά τοιχώματα χωρίς να χαθεί η απαραίτητη ακαμψία. Το σύνολο πλαισίου, υποπλαισίου και ψαλιδιού είναι τώρα 2,3 κιλά ελαφρύτερο από πριν ενώ η στρεπτική ακαμψία ενισχύθηκε κατά 50% με εσωτερικά νεύρα, πράγμα που αποκαλύπτει το μυστικό της εξαιρετικής ευστάθειας που λέγαμε αρχικά.

Η γεωμετρία του πλαισίου έχει αλλάξει πλήρως, με σημαντικές αλλαγές ξεκινώντας από τον λαιμό και καταλήγοντας στις διαδρομές κατεβάζοντας το κέντρο βάρους χαμηλά. Το προηγούμενο τύπου «μπανάνα» ψαλίδι έχει δώσει την θέση του σε ένα πιο ίσιο που είναι 250 γραμμάρια ελαφρύτερο από πριν με τα αποτελέσματα που λέγαμε πιο πάνω μέσα από την συνεργασία του με το αμορτισέρ. Η έδραση του ψαλιδιού είναι τώρα μέσα από πλαίσιο αντί για την εξωτερική πλευρά που ήταν πριν και το κέρδος φαίνεται, για ακόμη μία φορά, στην γρήγορη οδήγηση.

Η μινιμαλιστική σχεδίαση και η στροφή προς την πρακτικότητα αφήνει ακάλυπτα πράγματα που μία άλλη σχολή σχεδιασμού δεν θα σκεφτόταν να μην καλύψει με κάποιο καπάκι, με αναδιάταξη, με οποιοδήποτε τρόπο. Ο ανορθωτής σωστά είναι τοποθετημένος εκεί που μπήκε τώρα, για καλύτερη απαγωγή της θερμότητας ωστόσο βρίσκεται σε κοινή θέα σε καίριο σημείο. Μπορείς να το δεις σαν λεπτομέρεια, μπορείς και όχι. Το κενό πίσω από το μπλοκ του κινητήρα μία άλλη εποχή θα ήταν προτέρημα. Οι μοτοσυκλέτες που «περνά το φως» ήταν μία κατηγορία από μόνες τους, στην εποχή μας αυτά δεν έχουν την ίδια σημασία. Και τέλος είναι αυτή η κόρνα, μπροστά στην μάσκα με τις μεταλλικές επαφές σε κοινή θέα. Το συγκεκριμένο θέμα δεν έχει να κάνει με αντικειμενικά ή υποκειμενικά κριτήρια για την εμφάνιση, η κόρνα έπρεπε να πάει αλλού, έλα όμως που η μάσκα είναι τόσο μικρή που χωρά μόλις τον εξαιρετικό νέο LED προβολέα και τα LED φώτα θέσης και δεν μένει χώρος για τίποτα άλλο. Στον αντίποδα η Yamaha ανακοινώνει 189 κιλά βάρους όταν είναι γεμάτο, κι αυτό αμέσως μας δίνει μία εικόνα και για το πρακτικό όφελος αυτής της μινιμαλιστικής σχεδίασης.

Η θέση οδήγησης είναι εξαιρετική, όπως και γενικά στα MT-09 με την διαφορά πως τώρα είναι ακόμη πιο εύκολο να βγάλεις το σώμα σου έξω και να κινηθείς γρήγορα αλλάζοντας κατεύθυνση. Έτσι κι αλλιώς οι δυνατότητες ρύθμισης είναι αρκετά αυξημένες αφού μπορείς να μετακινήσεις το τιμόνι 9mm εμπρός και 4mm προς τα επάνω και τα μαρσπιέ 14mm και 4mm αντίστοιχα. Τα νέα ηλεκτρονικά επωφελούνται από την κάποτε ακριβή, τώρα πλέον προσιτή, μονάδα IMU 6 αξόνων που τροφοδοτεί με πληροφορίες το traction control, το slide control, τον έλεγχο της σούζας (LIF control) καθώς και το συνδυασμένο ABS. Τυπική κατάσταση σε Yamaha, οι ρυθμίσεις όλων αυτών είναι πανεύκολες! Όπως και άμεσες! Διαλέγεις χαρτογράφηση και επίπεδο traction control με ένα συνδυασμό τριών πλήκτρων από τα αριστερά που χωρίς να σου δείξει κανείς το παραμικρό καταλαβαίνεις την λειτουργίας τους στα πρώτα τρία δευτερόλεπτα. Αν επιλέξεις την κατάσταση λειτουργίας “Manual” οι υπόλοιπες ρυθμίσεις γίνονται από μία ροδέλα στα δεξιά που σε 3 από τις 5 μοτοσυκλέτες που είδα στην δοκιμή κολλούσε όταν την πατούσες και ελπίζω να είναι κάτι που θα διορθωθεί πριν φτάσει στα καταστήματα. Γενικά όμως η συναρμογή είναι σε ανώτερο επίπεδο, απουσιάζει κάθε τριγμός πλαστικών, η βαφή είναι σωστή με βάθος και όλα πάνω του φωνάζουν “japan” με την έννοια που αντιλαμβάνεται ο περισσότερος κόσμος.

Παρακάτω αναλυτικά οι ρυθμίσεις που έχεις για τα ηλεκτρονικά και οι συνδυασμοί τους:

Mode
TCS
SCS
LIF
PresetMode 1
1
1
1
PresetMode 2
2
2
2
Manual Mode
1, 2, 3
1, 2, 3, OFF
1, 2, 3, OFF
OFF
OFF
OFF
OFF

 

Οι 4 χαρτογραφήσεις:
Mode 1: Η πιο απότομη απόκριση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 2: Στάνταρ οδήγηση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 3: Ήπια απόκριση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 4: Επιλογή για βρεγμένο και γλιστερό οδόστρωμα (Περιορισμένη ιπποδύναμη)

Η έγχρωμη TFT οθόνη 3,5 ιντσών είναι καθαρά τυπική σε αυτά που προσφέρει και απέχει από αυτά που λέμε στο τεύχος που κυκλοφορεί την Παρασκευή για τις οθόνες, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει διαφορετικό επίπεδο σε αυτή την κατηγορία. Το καλό είναι πως είναι ευανάγνωστη και με εύκολο μενού που προλαβαίνεις στην διάρκεια ενός φαναριού να κάνεις ό,τι αλλαγές θέλεις. Κι αυτό αρχίζει και γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να το πετύχεις στις μέρες μας!

Προσπάθησα να έχω την ευκαιρία μίας σύντομη δοκιμής και του πακέτου εξοπλισμού για «το Σαββατοκύριακο» όπως το αποκαλεί η Yamaha με μεγαλύτερο χαρακτηριστικό την μικρή ολότελα διαφανή ζελατίνα. Ναι, δεν καλύπτει το κράνος αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος ούτε και θα το ήθελε κανείς σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα να τοποθετήσει ψηλότερη ζελατίνα. Το κλειδί είναι στην ανακατεύθυνση του αέρα που σε συνδυασμό με ένα σωστό αεροδυναμικό κράνος μπορούν να κάνουν πιο εύκολα τα μακρινά ταξίδια με το νέο MT-09!

Πριν πούμε ακόμη περισσότερα σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, η πρώτη αυτή επαφή με το νέο MT-09 αποκαλύπτει μία καλοσχεδιασμένη μοτοσυκλέτα, ασχέτως αν αρέσει οπτικά σε κάποιον ή όχι, εξαιρετικά διασκεδαστική στην οδήγηση που σου δίνει την δυνατότητα για ασφαλές παιχνίδι μεγαλώνοντας τα περιθώρια που έχεις!

Ετικέτες

Αποκλειστικά στην Κροατία: Original Flat Track μαθήματα με H-D!

Με δάσκαλο τον Ruben Xaus!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/5/2018

Μια μοναδική εμπειρία μας είχε ετοιμάσει η Harley Davidson στην Κροατία, όπου έγινε η παρουσίαση των Road Glie, Street Glide, Iron 1200 και Forty Eight Special. Η τελευταία ημέρα από τις συνολικά τρεις της χορταστικής παρουσίασης, ήταν εξολοκλήρου αφιερωμένη στην οδήγηση Flat-Track που πλήρως θα καλύψουμε εδώ: Οι άνθρωποι της Harley είχαν ετοιμάσει κατάλληλα μια οβάλ πίστα με κόκκινο χρώμα και είχαν διαμορφώσει τέσσερα Street Rod 750,που θα τα χρησιμοποιούσαμε για να μάθουμε, αλλά και για να τρέξουμε αγώνες!

Δάσκαλός μας θα ήταν ο Ruben Xaus, που κάποιοι από εσάς θα τον γνωρίζετε ως εργοστασιακό αναβάτη της Ducati στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK και κάποιοι άλλοι από την εντυπωσιακή φωτογραφία που τον δείχνει να κάνει full-lock drift με το γόνατο στην άσφαλτο και το ένα χέρι στο τιμόνι, πάνω στη σέλα ενός Hypermotard.

Καθώς είχα βρεθεί στο σεμινάριο του Aaron Colton, που είχε φέρει στη χώρα μας η Red Bull, αλλά και στην εκδήλωση Flat-Track που είχε διοργανώσει η Harley Davidson Athena, νόμιζα ότι ήξερα σε θεωρητικό επίπεδο τι χρειάζεται να κάνεις. Μόνο που ακούγοντας τον Ruben Xaus να μας εξηγεί βήμα-βήμα την τεχνική οδήγησης του flat Track, κατάλαβα ότι θα έπρεπε να ξεχάσω όλα όσα είχα μάθει έως τότε! Εδώ θα προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε με όσο πιο απλό και κατανοητό τρόπο γίνεται τις βασικές αρχές του Flat-Track, με τις οποίες καταφέραμε μέσα σε μόλις μία ημέρα να ντριφτάρουμε στο χώμα σαν “πρωταθλητές” μια μεγάλη δικύλινδρη Harley.

 

Η μοτοσυκλέτα

Στο πρωτάθλημα Flat-Track επιτρέπεται να συμμετέχουν δικύλινδρες μοτοσυκλέτες από 750 κυβικά και πάνω. Στην δική μας περίπτωση, η Harley Davidson είχε φτιάξει τέσσερα Street Rod 750 που θα χρησιμοποιούσαμε για τα μαθήματα. Οι αλλαγές που είχε κάνει ήταν περιορισμένες σε σχέση με το μοντέλο που πουλάει στα καταστήματα και εξαντλούνταν στο μικρότερο ρεζερβουάρ, το πιο ψηλό τιμόνι, τα πιο μεγάλου μήκους πίσω αμορτισέρ, την αφαίρεση του εμπρός φρένου και την αντικατάσταση της σέλας.

Με αυτές τις αλλαγές, το βάρος μειώθηκε στα 220 κιλά από τα 240 και μετατοπίστηκε ελαφρός πιο μπροστά. Αυτή τη στιγμή, στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα προηγείται στη βαθμολογία μια Harley Street Rod 750, η οποία ανήκει στον G. Martin που οι μόνες επιπλέον διαφορές που είχε σχέση με τις μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε εμείς, ήταν στην θέση οδήγησης και στους τροχούς των 19 ιντσών.

 

Η πίστα

Η οβάλ πίστα του Flat –Track είναι η πιο εύκολη στην κατασκευή και φυσικά η πιο φτηνή πίστα που μπορεί να φτιάξει κάποιος. Η “δική μας” είχε συνολικό μήκος περίπου 80 μέτρα και οι δύο ευθείες ανάμεσα στις στροφές ήταν περίπου 60 μέτρα. Με το Street Rod προλάβαινες να βάλεις  2α και κατέβαζες σε 1η για να στρίψεις. Από οδηγικής άποψης, το μήκος της ευθείας δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Αντίθετα, το πλάτος της πίστας αλλάζει την καμπυλότητα των στροφών και ως εκ τούτου αλλάζει και τον χρόνο που έχεις για τις τέσσερεις φάσεις: φρενάρισμα, είσοδος, ρύθμιση πορείας και έξοδος.

 

Εξοπλισμός

Ο εξοπλισμός που χρειάζεται για να οδηγήσεις μια μοτοσυκλέτα Flat-Track είναι πολύ απλός. Ο Ruben Xaus φορούσε δερμάτινη φόρμα και μπότες για άσφαλτο, όμως μετά την τούμπα που έφαγα, όπου η άκρη του τιμονιού με χτύπησε στο στήθος, θεωρώ ότι ο θώρακας off-road είναι πολύ καλή ιδέα.

Αυτό που είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ για οδήγηση Flat Track είναι η ατσάλινη σόλα στο αριστερό πόδι. Χωρίς αυτή ΔΕΝ ΟΔΗΓΑΣ Flat-Track αλλά κάτι άλλο, πιθανότατα enduro ή motocross. Στο Flat-Track το αριστερό σου πόδι είναι ΕΝΕΡΓΟ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ και η ατσάλινη σόλα είναι αυτό που σου επιτρέπει να το κάνεις.

 

Εκκίνηση

Oι μοτοσυκλέτες του Flat-Track έχουν μεγάλους δικύλινδρους κινητήρες και είναι αρκετά πιο βαριές από τις enduro. Το βάρος προσφέρει μεν επιπλέον πρόσφυση και αποτρέπει τις σούζες, όμως τα Flat-Track ελαστικά δεν έχουν μεγάλα τακούνια. Έτσι στην εκκίνηση είναι καλύτερα να έχεις 2η σχέση, παρά να ξεκινάς με 1η που θα κάνει τον πίσω τροχό να σπινάρει ευκολότερα.

Ευθεία

Στην ευθεία τα πράγματα είναι εύκολα, αφού η μοτοσυκλέτα είναι όρθια, οπότε όλη η δύναμη του κινητήρα περνάει στον πίσω τροχό χωρίς μεγάλες απώλειες. Φυσικά, αναλόγως το μήκος της ευθείας που έχει η πίστα ανεβάζεις ταχύτητες. Στο αμερικάνικο πρωτάθλημα οι μοτοσυκλέτες αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα 200km/h. Να θυμίσουμε ότι δεν έχουν εμπρός φρένα…

 

Φρενάρισμα-είσοδος

Στο Flat-Track η έννοια του φρεναρίσματος είναι κάπως διαφορετική από τα υπόλοιπα είδη οδήγησης. Ένα μεγάλο πίσω δισκόφρενο έχει τον απλό ρόλο του “επιβραδυντή” και όχι τον περίπλοκο ρόλο που έχουν τα φρέμα εμπρός-πίσω στις μοτοσυκλέτες street και off-road. Σε αντίθεση με το enduro και το motocross που με το πίσω φρένο ελέγχεις ή προκαλείς το drift, στο Flat-Track απλώς το χρησιμοποιείς για να μειώσεις ταχύτητα όσο η μοτοσυκλέτα είναι όρθια ΠΡΙΝ τη στροφή, ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ το μπλοκάρισμα του πίσω τροχού.

Ταυτόχρονα με το φρενάρισμα κατεβάζουμε ταχύτητες και αμέσως ΠΑΤΑΜΕ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ το αριστερό μας πόδι στο χώμα. Η μοτοσυκλέτα είναι ακόμα όρθια και παραμένει όρθια μέχρι το σημείο εισόδου. Στο σημείο εισόδου για την στροφή ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΕΝΤΕΛΩΣ τον συμπλέκτη, ΑΚΡΙΒΩΣ την στιγμή που αρχίζουμε να πλαγιάζουμε τη μοτοσυκλέτα και έχουμε ΕΝΤΕΛΩΣ κλειστό το γκάζι. Ο πίσω τροχός θα αρχίσει την πλαγιολίσθηση. Το μεγαλύτερο μέρος του σωματικού μας βάρους στηρίζεται στο αριστερό μας πόδι, που γλιστράει σαν σκι πάνω στο χώμα χάρη στη μεταλλική σόλα. Ρυθμίζοντας την πίεση που βάζουμε στο αριστερό πόδι, ρυθμίζουμε και την κλίση της μοτοσυκλέτας. Μειώνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα ξαπλώνει περισσότερο και αυξάνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα σηκώνεται. Η ρύθμιση του πλαγιάσματος, ρυθμίζει ταυτόχρονα και το μέγεθος της πλαγιολίσθησης. Όσο πιο πολύ πλαγιάζουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο πιο πολύ ανοίγει την γραμμή του ο πίσω τροχός. Όσο σηκώνουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο μειώνεται και το ντριφτάρισμα. Επίσης, ρυθμίζοντας το ντριφτάρισμα, ρυθμίζουμε και την επιβράδυνση της μοτοσυκλέτας. Περισσότερο πλάγιασμα, περισσότερο ντριφτάρισμα και περισσότερη επιβάδυνση. Στόχος μας είναι στην κορυφή της στροφής η μοτοσυκλέτα να κοιτάει προς την έξοδο της στροφής. Μέχρι εκείνη την στιγμή ΔΕΝ ανοίγουμε το γκάζι.  

 

Έξοδος-επιτάχυνση

Αυτό το σημείο είναι το πιο δύσκολο και απαιτητικό σημείο στο Flat-Track και όχι η είσοδος με τις πάντες, που αν το κάνεις μια φορά μετά το επαναλαμβάνεις εύκολα. Το παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού θα μεταφέρει βάρος στον πίσω τροχό και θα αποφορτίσει τον εμπρός.

Άρα δεν μπορείς να αλλάξεις κατεύθυνση από την στιγμή που θα ανοίξεις το γκάζι και η μοτοσυκλέτα θα ανοίξει τη γραμμή της και θα σηκωθεί. Αν το παρακάνεις με το γκάζι και γλιστρήσει πίσω, τότε το high-siding είναι πολύ κοντά. Θα πρέπει η μοτοσυκλέτα να είναι αρκετά όρθια για να αρχίσεις να ανοίγεις το γκάζι. Ειδικά αν θέλεις να κάνεις και γρήγορους χρόνους και όχι μόνο να διασκεδάσεις. Ξαναλέμε ότι τα ελαστικά αυτά δεν έχουν μεγάλα τακούνια, άρα η πρόσφυση του πίσω τροχού είναι ανάλογη με το πόσο βάρος τα πιέζει. Οπότε με όρθια τη μοτοσυκλέτα έχεις την μέγιστη δυνατή πρόσφυση. Ένα ακόμα μυστικό για γρήγορους χρόνους είναι να ανεβάσεις ταχύτητα νωρίς στην έξοδο της στροφής, αρκετά πριν πιάσεις κόφτη με την προηγούμενη σχέση.

 

Hot Tip

Ακούγεται δύσκολο για να το κάνεις από την αρχή, όμως το Flat-Track θέλει ΦΟΡΑ στην είσοδο της στροφής. Όσο περισσότερη φόρα έχεις, τόσο πιο εύκολο είναι να ελέγξεις την πορεία της μοτοσυκλέτας και τόσο πιο ήρεμα συμπεριφέρεται.

      

Σε επόμενο τεύχος του MOTO θα επεκταθούμε περισσότερο στην τεχνική της πλαγιολίσθησης! Όπως όμως βλέπετε και στις φωτογραφίες, με τις σωστές οδηγίες μπορείτε εύκολα να οδήγησετε εντυπωσιακά, διασκεδάζοντας!

Ετικέτες