Οδηγούμε Daytona T310 - Πρώτες εντυπώσεις

Στο μικροσκόπιο!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/4/2019

Με το Daytona Τ310 (made by Zontes, για να μην ξεχνιόμαστε…) είναι αδύνατον να περάσεις απαρατήρητος. Ο χαρακτηρισμός "εντυπωσιακός" για τον σχεδιασμό του είναι τουλάχιστον επιεικής, ενώ αν βάλουμε στην εξίσωση ότι μιλάμε για μια μοτοσυκλέτα –έστω και μονοκύλινδρη με 310cc- που κοστίζει κάτω από 4000 ευρώ (€3.995 για την ακρίβεια), τότε είναι που πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για να κάνετε τα στόματα των γύρων σας να χάσκουν ορθάνοιχτα.
Το συγκεκριμένο μονοκύλινδρο on-off θέλει να ξεφύγει από τα στάνταρ των κινέζικης κατασκευής μοτοσυκλετών, ενώ σε συνδυασμό με τον πλούσιο εξοπλισμό του, που δεν υπάρχει αντίστοιχο επίπεδο στον ανταγωνισμό της κατηγορίας, να δημιουργήσει μία ξεκάθαρη διαφορά. Πράγματι ξεφεύγει από τα δεδομένα της προέλευσής του, πράγμα που δεν σημαίνει αυτομάτως πως είναι αντίστοιχο με τις ποιοτικότερες μοτοσυκλέτες που κυκλόφορουν αυτή την στιγμή. Τον αντίκτυπο που δημιουργεί στον περίγυρο δεν είναι δύσκολο να τον αντιληφθείς, καθώς τις μέρες που το είχαμε στα χέρια μας ξεπερνούσαμε σε δημοτικότητα ακόμη και τους επίκαιρους, υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους! Δεν υπήρχε άνθρωπος να μην ρωτήσει για το Daytona και μάλιστα μέσα από ευρύ και ποικίλο ηλικιακό φάσμα. Χάρη στο μέγεθός και την εμφάνισή του, δεν αυτοπεριορίζεται σε μια μερίδα υποψήφιων αναβατών (κυρίως νέων), αλλά "απλώνει τα πλοκάμια του" σε ένα μεγαλύτερο κοινό, ακόμη και σε αυτούς που μέχρι τώρα δεν είχαν σκεφτεί καν τα on-off ως πρώτη τους μοτοσυκλέτα. Όπως θα διαβάσετε στην αναλυτική και πλήρη δοκιμή στο τεύχος Ιουνίου του ΜΟΤΟ, το σύνολο του Τ310 συνιστά έναν πραγματικά ολοκληρωμένο χαρακτήρα, πολυδιάστατο με πολλές πτυχές, που μπορεί να ικανοποιήσει διαφορετικά "θέλω" και ανάγκες, από commuting μέχρι ταξίδι.


Το μεγάλο όμως ερώτημα και η αγωνία, αν θέλετε, όλων όσων προσέγγιζαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το μονοκύλινδρο της Daytona, ήταν το ποιοτικό επίπεδο της κατασκευής και η αντοχή στον χρόνο. Γι' αυτό το λόγο το Τ310, όπως και κάθε άλλη μοτοσυκλέτα φυσικά που δοκιμάζουμε στο περιοδικό, μπήκε κάτω από το μικροσκόπιο του ΜΟΤΟ προκειμένου να το ψάξουμε και να εντοπίσουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που μαρτυρούν τόσο το παρελθόν (σε ό,τι αφορά την φιλοσοφία σχεδιασμού και κατασκευής) όσο και το μέλλον του συνολικού πακέτου. Όλα τα… ευρήματα, να υπενθυμίσουμε, ότι θα τα διαβάσετε στο πλήρες τεστ του τεύχους 595 (θα βρίσκεται στα περίπτερα την Παρασκευή 31 Μαΐου), αλλά μπορείτε να πάρετε μια πρώτη γεύση από τώρα, μιας και σας δίνουμε την δυνατότητα να ρίξετε μια μικρή μάτια πίσω από την κουρτίνα του άρθρου που έρχεται.
Να ξεκινήσουμε λέγοντας πως για να βρούμε πράγματα που αξίζει να αναφερθούν, ψάξαμε πολύ κι αυτό συγκαταλέγεται στα συν του μικρού μονοκύλινδρου. Η πρώτη εικόνα μόλις αντικρίζεις το Τ310 αφήνει θετικές εντυπώσεις, κυρίως λόγω της ποιότητας της βαφής πάνω στις πολυεπίπεδες επιφάνειες του φαίρινγκ και των πλαϊνών πλαστικών. Τα ίδια τα πλαστικά μέρη είναι καλοφτιαγμένα με σωστή ευκαμψία, αλλά η συναρμογή τους απέχει από το ιδανικό, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις ακούς τριξίματα, όπως για παράδειγμα στο μούτρο και την ζελατίνα. Επιπλέον, αν και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι πρόκειται για μοτοσυκλέτα προ-παραγωγής όπως μας ενημέρωσε η αντιπροσωπεία, φαίνεται ότι υπήρξαν μικρά θεματάκια στα καλούπια των πλαστικών, καθώς σε μια-δυο περιπτώσεις διαπιστώσαμε μικρές ατέλειες, κυρίως στην εσωτερική, άβαφη, πλευρά τους. Ομοίως, η εφαρμογή κάποιων πλαστικών καπακιών (κάτω από τα όργανα στη θήκη για το keyless πομπό και κάτω από τη σέλα το κάλυμμα της ασφαλειοθήκης) δεν είναι η καλύτερη δυνατή, με προδιάθεση σε βάθος χρόνου να μην είναι και αποτελεσματική.


Τέτοιες μικρές παραλείψεις υπάρχουν κι αλλού, αλλά πρέπει να προσπαθήσεις αρκετά για να τις βρεις, όπως μερικές βίδες που στηρίζουν διάφορα πλαστικά και βάσεις οι οποίες περισσεύουν (αν σκύψεις για να δεις κάτω από το ρύγχος θα πάρεις μια εικόνα) και οι βίδες στα καπάκια του κινητήρα που έχουν διάφορα μεγέθη και δείχνουν ανοξείδωτες, αλλά αυτό είναι κάτι που θα επιβεβαιωθεί σε βάθος χρόνου. Από την άλλη, δεν χρειάζεται ιδιαίτερο ψάξιμο για να διαπιστώσεις ότι η LCD οθόνη δεν αποδίδει σωστά σε συνθήκες δυνατού φωτισμού, με την ένδειξη της ταχύτητας να είναι έως και δυσανάγνωστη. Περιθώρια επίσης βελτίωσης υπάρχουν και στο φινίρισμα , όπως σε μερικές κολλήσεις του πλαισίου και στην εξάτμιση αλλά και στα βουρτσισμένα μπράτσα στις ζάντες όπου αν ρίξεις μια πιο προσεκτική ματιά, θα διαπιστώσεις το τελείωμα είναι τραχύ κι όχι ομοιόμορφο, δίχως όμως να χαλά ιδιαίτερα το συνολικό αποτέλεσμα. Όμως, ο γενικός κανόνας είναι ότι η συνολική ποιότητα βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο, ενώ όλα όσα έχουμε να πούμε για το T310, θα αναλυθούν πλήρως στο τεύχος Ιουνίου του MOTO.

Διότι για να είμαστε αντικειμενικοί, υπάρχουν πολλά περισσότερα σημεία πάνω στο Τ310 που αξίζουν και με το παραπάνω τα θετικά σχόλια. Λεπτομέρειες που τονίζουν εμφατικά ότι οι μοτοσυκλέτες της Zontes δημιουργήθηκαν με ιδιαίτερη προσοχή και υψηλά στάνταρτ, από μια εταιρεία που διαφέρει σε φιλοσοφία από όσα γνωρίζουμε για τα κινέζικα εργοστάσια, κάτι άλλωστε που είχαμε διαπιστώσει και από την δοκιμή του R310 προς τα τέλη της περασμένης χρονιάς. Το κουμπί, για παράδειγμα, που "ξυπνάει" την μπαταρία από το rest mode όταν μείνει καιρό η μοτοσυκλέτα ακίνητη, οι ρυθμιζόμενες μανέτες, το αλουμινένιο ψαλίδι με τα ενισχυτικά "νεύρα", η εξαιρετική χωροταξία των καλωδιώσεων και των σωλήνων που δεν μαρτυρούν σε καμία περίπτωση προχειρότητα στην κατασκευή και ο τρόπος που ανοίγει ηλεκτρικά το κάλυμμα της τάπας του ρεζερβουάρ, δεν είναι κάτι που συναντάς ούτε σε αυτή την κατηγορία τιμής, ούτε σε αυτή την κατηγορία μοτοσυκλετών.

Ακόμη και ο εξοπλισμός της, που συμπεριλαμβάνει την βασική μονάδα ABS της Bosch, το σύστημα ψεκασμού της Delphi που χρησιμοποιείται ευρέως σε μικρές μοτοσυκλέτες που κατασκευάζονται στην Ασία και έχει αποδείξει την αξιοπιστία του όλα αυτά τα χρόνια και η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αποτελούν ενδείξεις ότι η Zontes δίνει ιδιαίτερο βάρος στα προϊόντα της αλλά και έναν premium χαρακτήρα για τα δεδομένα της κινεζικής μοτοβιομηχανίας.
Το πώς μεταφράζονται όλα αυτά στο δρόμο και αν η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας συνάδει με το γενικότερο ποιοτικό σύνολο, θα το διαβάσετε όπως είπαμε και πιο πριν, στην πληρέστατη και αναλυτική δοκιμή που θα φιλοξενείται στο τεύχος Ιουνίου του ΜΟΤΟ. Stay tuned!

Bajaj Pulsar 125 2022: Το πλεονέκτημα μιας αληθινής μοτοσυκλέτας σε τιμή παπιού

Λύνει το πρόβλημα με ορθολογισμό
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/6/2022

Ζούμε σε μια μεταβατική περίοδο της ελληνικής αγοράς, όπου πολλά από τα δεδομένα των προηγούμενων ετών και δεκαετιών δεν ισχύουν πλέον. Η επέλαση των scooter στις μικρομεσαίες κατηγορίες κυβισμού εξαφάνισε τις μικρές μοτοσυκλέτες, ενώ την ίδια στιγμή οι προδιαγραφές Euro4 και Euro5 εξολόθρευσαν τα περισσότερα μοντέλα παπιών. Όσα από αυτά τα κατάφεραν να γίνουν Euro5, επιβαρύνθηκαν δυσανάλογα οι τιμές τους χάνοντας ένα μεγάλο πλεονέκτημά έναντι των scooter. Όλα τα παραπάνω περιόρισαν πολύ τις επιλογές για όσους αναζητούν ένα δίκυκλο με τιμή πολύ κάτω από τα 3.000€ και με κινητήρα έως 125 κυβικά, ώστε να το οδηγούν με δίπλωμα της Α1 κατηγορίας ή με δίπλωμα αυτοκινήτου για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις του νέου νόμου που ισχύει εδώ και ένα χρόνο. Σε αυτό το θολό τοπίο της ελληνικής αγοράς, η άφιξη του νέου Pulsar 125 NS μοιάζει ως Θείο δώρο, καθώς με τιμή 2.490€ έχει έναν κινητήρα 12 ίππων και σύστημα ABS στα φρένα, μαζί με όλα τα πλεονεκτήματα που συνοδεύουν μια κανονικού μεγέθους μοτοσυκλέτα.

Με το μάτι και το αυτί

Σε γενικές γραμμές το νέο Pulsar NS 125 δεν φαίνεται στα χαρτιά να έχει κάποια τρομερή διαφορά από το προηγούμενο μοντέλο, όμως στην πράξη οι πολλές μικρές αλλαγές που έχει κάνει η Bajaj σε όλους τους τομείς και η αλλαγή του εμπορικού τοπίου της ελληνικής αγοράς τον τελευταίο χρόνο, κάνουν το νέο μοντέλο πολύ καλύτερη επιλογή σε σχέση με το προηγούμενο σε αυτή την κατηγορία κυβισμού και τιμής. Πρακτικά μοναδικοί του αντίπαλοι είναι τα παπιά και τα φτηνά scooter των 125 κυβικών, που στην πλειοψηφία τους έχουν παρωχημένης τεχνολογίας αερόψυκτους κινητήρες. Ο αερόψυκτος κινητήρας του Pulsar NS 125 είναι φυσικά προδιαγραφών Euro5 και διακρίνεται για την ποιότητα λειτουργίας του, αλλά και την πλήρη απουσία κραδασμών. Η απόλυτα ομαλή παροχή της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών χαρίζουν στον αναβάτη μια πολιτισμένη εμπειρία οδήγησης, που δεν βρίσκεις εύκολα σε αυτά τα χρήματα πλέον. Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για δίκυκλα με μονοκύλινδρους κινητήρες 125 κυβικών, οι οποίοι εκ των πραγμάτων δουλεύουν συνεχώς σε υψηλές στροφές, ο πολιτισμένος τρόπος λειτουργίας λόγω απουσίας κραδασμών και παρασιτικών μηχανικών θορύβων έχει μεγάλη σημασία στην αίσθηση ποιότητας, αλλά και άνεσης που αντιλαμβάνεται ο αναβάτης.

Σημαντικός παράγοντας στην αναβαθμισμένη αίσθηση ποιότητας του νέου Pulsar NS 125 είναι και η νέα σχεδίαση της εξωτερικής εμφάνισης. Κυρίως η ουρά, αλλά και το σχήμα του ρεζερβουάρ με τον προβολέα, έχουν πλέον περισσότερο “ιαπωνική” αύρα, ακολουθώντας κατά γράμμα μια μοντέρνα σπορ αισθητική. Μόνο τα κάγκελα (τα οποία όμως αφαιρούνται εύκολα) και το έξτρα σπείρωμα στην αριστερά πλευρά του ψαλιδιού για την τοποθέτηση προστατευτικού πλέγματος για να μην μπλεχτεί το σάρι στο γρανάζι της αλυσίδας, προδίδουν την ινδική καταγωγή.

Το στιβαρό πλαίσιο με τους δύο μεγάλους δοκούς, η ύπαρξη συστήματος ABS στα φρένα, αλλά και η αναπάντεχα ποιοτική λειτουργία των αναρτήσεων, κάνουν το Pulsar NS 125 πολύ ευχάριστο στην οδήγηση και δίνουν μια ανώτερη αίσθηση ασφάλειας στον αναβάτη. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του έναντι των αντίστοιχης, ακόμα και υψηλότερης τιμής παπιών και scooter στα 125 κυβικά, τα οποία συνήθως έχουν απλώς συνδυασμένα φρένα χωρίς ABS και οι αναρτήσεις τους δεν καταφέρνουν να φιλτράρουν ούτε τις μισές ανωμαλίες των ελληνικών δρόμων. Ο αναβάτης του Pulsar NS 125 απολαμβάνει πολύ υψηλά επίπεδα άνεσης μέσα στην πόλη και το ίδιο υψηλό επίπεδο άνεσης απολαμβάνει και ο συνεπιβάτης.

Συνήθως οι ινδικές εταιρείες βάζουν σκληρά ελατήρια στην πίσω ανάρτηση για να αντέχουν οι μοτοσυκλέτες τους υπερβολικό φόρτωμα και να μην τερματίζουν στους κακής ποιότητας δρόμους των επαρχιών της Ινδίας. Όμως στο νέο Pulsar NS 125 έχουν κάνει μια πολύ πιο “ευρωπαϊκή” επιλογή για το ελατήριο του πίσω αμορτισέρ. Η λογική σκληρότητα του ελατηρίου και οι αποσβέσεις του αμορτισέρ συνεργάζονται αρμονικά και είτε με ένα άτομο στη σέλα, είτε με δύο άτομα, το Pulsar NS 125 είναι άνετο παντού, χωρίς όμως να είναι υπερβολικά πλαδαρό. Έτσι η άνεση συνδυάζεται με σύγχρονα δυναμικά χαρακτηριστικά που ανεβάζουν ακόμα περισσότερο την ενεργητική ασφάλεια. Μόνο τα ελαστικά υπολείπονται σε κράτημα και είναι το μοναδικό σημείο πάνω στο Pulsar NS 125 που δεν αποτελεί σημείο αναφοράς στην κατηγορία του, έστω κι αν είναι αποδεκτά για την τιμή του. Πολύ καλή είναι και η εργονομία της θέσης οδήγησης, με λογικές αποστάσεις μεταξύ σέλας-μαρσπιέ και σέλας τιμονιού, δημιουργώντας μια ευρύχωρη θέση οδήγησης για όλα σχεδόν τα αναστήματα. Παρά τον “σπορ” σχεδιασμό της σέλας σε δύο ξεχωριστά κομμάτια για αναβάτη και συνεπιβάτη, έχει πλούσιο αφρώδες υλικό και προσφέρει υψηλό επίπεδο άνεσης για δύο άτομα.

Σχεδιασμένο για τις κακουχίες

Οι μοτοσυκλέτες που σχεδιάζονται με βασικό στόχο την τοπική αγορά της Ινδίας θα πρέπει απαραίτητα να μπορούν να επιβιώσουν για πολλά χρόνια με απλή και φτηνή συντήρηση, να καίνε κακής ποιότητας καύσιμα σε μικρές ποσότητες, να αντέχουν στο υπερβολικό φόρτωμα και κυρίως να επιβιώνουν για χρόνια στους χωματόδρομους. Το νέο Pulsar NS 125 είναι σαφώς πιο “ευρωπαϊκό” σε εμφάνιση και επίπεδο ενεργητικής ασφάλειας από τον προκάτοχό του και έχει αναβαθμιστεί εντυπωσιακά η άνεση, όμως η Bajaj δεν θυσίασε την παραδοσιακή “built to last” φιλοσοφία της μικρής μοτοσυκλέτας της. Τα περισσότερα από τα 144 κιλά που ζυγίζει αφορούν το πλεόνασμα μετάλλου στο πλαίσιο και στις ζάντες.

Ο αερόψυκτος κινητήρας του έχει αξιοπρεπέστατη ιπποδύναμη, όμως την ίδια στιγμή είναι σχεδιασμένος με μεγάλη διαδρομή εμβόλου και χαμηλή σχέση συμπίεσης ώστε να καίει χωρίς προβλήματα ό,τι είδους βενζίνη βάλεις στο ρεζερβουάρ των 12 λίτρων. Επίσης έχει μίζα και μανιβέλα για να μπορείς να τον βάλεις εμπρός ακόμα και με πεθαμένη μπαταρία ή αν χαλάσει η μίζα. Φυσικά όπως κάθε δίκυκλο 125 κυβικών, το Pulsar NS 125 θα περάσει όλη του τη ζωή με τον κινητήρα να δουλεύει στο όριο των στροφών του, οπότε η πραγματική μέση κατανάλωση σπάνια έχει διαφορά από την μέγιστη στον αληθινό κόσμο. Παρ' όλα αυτά, μπορείς με λίγο έξυπνη οδήγηση να μην ξεπεράσεις τα 3 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα μέσα στην πόλη, που είναι πολύ καλή για μια full size μοτοσυκλέτα. Αυτή τη στιγμή δύσκολα θα βρεις στην κατηγορία των 125 κυβικών κάποιο άλλο δίκυκλο που να συνδυάζει τόσο καλά τη σκληροτράχηλη αρχιτεκτονική των μηχανικών μερών, με την άνεση και την ενεργητική ασφάλεια μια σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Έως τώρα το ελληνικό κοινό συνήθως προτιμούσε τα παπιά και τα scooter σε αυτή την κατηγορία, όμως η αλήθεια είναι πως δεν υπήρχε κάποια σοβαρή εναλλακτική πρόταση στις μικρές μοτοσυκλέτες. Τώρα υπάρχει.