Οδηγούμε το νέο Suzuki V-Strom 1050 XT στην Ισπανία!

Οι πρώτες εντυπώσεις από τον "Master of Adventure"
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/2/2020

Η ιστορία της ύπαρξης του V-Strom μπορεί να ξεκινά το 2002, χτίζοντας την ναυαρχίδα των on-off της η Suzuki γύρω από τον δικύλινδρο V-90° κινητήρα του TL1000, αλλά το V-Strom 1050 του 2020 έχει ρίζες που "πιάνουν" ακόμη πιο βαθιά στην Ιστορία, από τότε που το εργοστάσιο του Hamamatsu έπαιρνε μέρος στο θρυλικό Rally Dakar με το DR-Z, που γέννησε το επίσης θρυλικό DR-Big. Βέβαια, το DNA έχει να κάνει κυρίως με τον σχεδιασμό του νέου V-Strom, καθώς το αυθεντικό Big ήταν το μεγαλύτερο μονοκύλινδρο παραγωγής, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι πιστώνεται και την καθιέρωση του "ράμφους" στις μοτοσυκλέτες τις κατηγορίας, όταν η BMW αποφάσισε να ακολουθήσει την συγκεκριμένη αρχιτεκτονική για τα GS. Στην περίπτωση του V-Strom, η Suzuki θέλησε να εκμεταλλευτεί την ιστορική κληρονομιά της αλλάζοντας εντελώς την εμφάνιση, ενώ παράλληλα εφοδίασε την έκδοση ΧΤ με ένα αρκετά πλούσιο ηλεκτρονικό εξοπλισμό, με στόχο να μείνει στο "τρένο" του ανταγωνισμού.

 

Δείτε το VIDEO του ΜΟΤΟ από την παρουσίαση του νέου V-Strom!

 

Εμείς ταξιδέψαμε μέχρι την Malaga και πιο συγκεκριμένα στην Marbella, το "Μονακό" της Ισπανίας (όπως το αποκαλούν οι Ισπανοί) για να οδηγήσουμε τον "Master of Adventure" (όπως το αποκαλούν οι άνθρωποι της Suzuki)… Ο λόγος για την πιο "περιπετειώδη" έκδοση του νέου V-Strom 1050, την ΧΤ, που πέρα από τον heritage χρωματικό συνδυασμό, διαθέτει και πολλά περισσότερα ηλεκτρονικά και αξεσουάρ από την στάνταρ έκδοση. Συνολικά όμως, και οι δύο εκδόσεις του V-Strom 1050 έχουν αναβαθμιστεί σημαντικά, καθώς ο κινητήρας έχει αλλάξει χαρακτηριστικά απόδοσης και πληροί πλέον τις Euro5 προδιαγραφές, με αύξηση την μέγιστης τιμής της ιπποδύναμης (από 99 σε 106Hp) που κορυφώνεται όμως πιο ψηλά, ενώ η ροπή παρέμεινε ουσιαστικά ίδια (μόλις 0,1kgm λιγότερη) αποδίδοντας κι αυτή την μέγιστη τιμή της 2.000 στροφές παραπάνω (από τις 4.000 στις 6.000 στροφές). Οι Ιάπωνες δεν έδωσαν περισσότερα στοιχεία από πού προκύπτουν οι αλλαγές στην απόδοση, όμως σε ερώτησή μας απάντησαν ότι δεν οφείλεται απλώς στον επαναπρογραμματισμό της ECU, αλλά και στον συνδυασμό των μεγαλύτερης διαμέτρου σωμάτων του ψεκασμού με τους νέους εκκεντροφόρους που έχουν διαφορετικό βύθισμα και χρονισμό, με μικρότερο overlap.

Η ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού είναι αναβαθμισμένη, όπως και η ρύθμιση του traction control (τριών επιπέδων: 1, 2, 3  και off), ενώ καινούργια προσθήκη είναι η επιλογή τριών riding modes (Α, Β και C), τα οποία αποδίδουν την ίδια μέγιστη δύναμη αλλά με εντελώς διαφορετική απόκριση. Από τον ηλεκτρονικό επανασχεδιασμό δεν εξαιρέθηκε και το σύστημα Low RPM assist, που βοηθά στην κίνηση με πολύ χαμηλή ταχύτητα. Το τιμόνι μεταβλητής διατομής είναι νέο, όπως νέα είναι και TFT οθόνη με πλήθος πληροφοριών και ενδείξεων, αν και είναι και είναι λίγο "φλύαρη" οπτικά, ενώ υπάρχουν και αντανακλάσεις όταν πέφτει το φως του ήλιου πάνω της. Τέλος, στις κοινές αναβαθμιστικές πινελιές μεταξύ των δύο εκδόσεων, συμπεριλαμβάνεται και η προσθήκη της θύρας USB.

Το πιο "πλούσιο" ΧΤ, χάρη στην νέα IMU που παίρνει δεδομένα σε έξι άξονες αντί για πέντε του προηγούμενου μοντέλου, διαθέτει επιπλέον cruise control, επαναπρογραμματισμένο cornering ABS, hill control για εύκολη εκκίνηση σε ανηφόρες, slope dependent control που ρυθμίζει την πίεση στα φρένα και το ABS στα κατηφορικά κομμάτια ανάλογα με το φορτίο που κουβαλά η μοτοσυκλέτα, ρυθμιζόμενο ύψος σέλας χωρίς εργαλεία, ρυθμιζόμενη ζελατίνα και παροχή ρεύματος 12V κάτω από τη σέλα.

Το πλαίσιο και τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά παρέμειναν αναλλοίωτα, όχι όμως και οι αναρτήσεις οι οποίες απέκτησαν νέα settings και πιο σκληρά ελατήρια, κάνοντας όλους μας να αναρωτιόμαστε αν πράγματι χρειαζόταν ένα πιο "σφιχτό" στήσιμο του V-Strom. Στο αμορτισέρ υπήρχαν περιθώρια βελτίωσης, αλλά το πιρούνι του προηγούμενου μοντέλου ήταν ένας εξαιρετικός συνδυασμός άνεσης και συμπεριφοράς, και οποιαδήποτε αλλαγή θα έχρηζε ιδιαίτερης προσοχής.

Στιλιστικά, οι αλλαγές είναι μεγάλες, όπως αναφέραμε και πιο πάνω, με περισσότερες γωνίες και αιχμές στο ρεζερβουάρ, το ρύγχος και τα πλαϊνά πλαστικά, ακολουθώντας τις αρχιτεκτονικές γραμμές των Big και ξεφεύγοντας τελείως από την "στρογγυλοποιημένη" αισθητική του απερχόμενου V-Strom 1000. Η αλήθεια είναι ότι στις φωτογραφίες η μοτοσυκλέτα αδικείται και από κοντά ασκεί σαφώς μια ιδιαίτερη γοητεία, ειδικά σε όσους έχουμε ζήσει (ή ήταν ιδιοκτήτες όπως ο υπογράφων) την εποχή των DR-Big. Η θέση οδήγησης έχει διαφορά, τόσο λόγω του διαφορετικού σχήματος ρεζερβουάρ, όσο και του νέου τιμονιού, παραμένοντας όμως ιδιαίτερα άνετη και βολική, όπως θα διαβάσετε με περισσότερες λεπτομέρειες στο τεύχος Μαρτίου του ΜΟΤΟ, στο άρθρο της παρουσίασης του νέου V-Strom.

Η… αγωνία μας πριν ανέβουμε στις σέλες των V-Strom 1050 XT, που μας περίμεναν παραταγμένα έξω από το ξενοδοχείο μας, ήταν αν οι μηχανολόγοι και οι σχεδιαστές της Suzuki κατάφεραν να διατηρήσουν τα στοιχεία εκείνα που έκαναν τους πάντες, ακόμη και τον Chris Birch, να μένουν έκπληκτοι από αυτά που μπορούσε να προσφέρει το V-Strom 1000, ή αν στην προσπάθειά τους για ανανέωση "αφόπλισαν" ένα εξαιρετικό πακέτο φέρνοντας τα αντίθετα αποτελέσματα. Τις λεπτομέρειες θα τις διαβάσετε στην αναλυτική παρουσίαση, αλλά μετά από 150 χιλιόμετρα μιας πραγματικά απαιτητικής δοκιμής, οι σηκωμένοι αντίχειρες και τα διάπλατα χαμόγελα από όλους ανεξαιρέτως τους δημοσιογράφους, καθιστούσε σαφές ότι ο Ryo Kojima, ο μοναδικός test rider που είχε επιφορτιστεί με την δοκιμή του νέου V-Strom συμπληρώνοντας 25.000 χιλιόμετρα μέσα σε έναν χρόνο και τρεις ηπείρους, έδωσε τις σωστές πληροφορίες στην σχεδιαστική ομάδα από το Hamamatsu, τις οποίες και μετουσίωσαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Suzuki V-Strom 1050 XT (1050)
Αντιπρόσωπος:
Σφακιανάκης Α.Ε.Β.Ε.
Τιμή:
14.595 (12.795)
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.265
Ύψος (mm):
1.465 (1.515)
Μεταξόνιο (mm):
1.555
Απόσταση από το έδαφος (mm):
160 (165)
Ύψος σέλας (mm):
850 (855)
Ίχνος (mm):
109
Γωνία κάστερ (˚):
25,3
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών
Πλάτος (mm):
940 (870)
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
247 (236)
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
20 / -
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος V-90°, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
100 x 66
Χωρητικότητα (cc):
1.037
Σχέση συμπίεσης:
11,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
106 / 8.500
Ροπή (kg.m/rpm):
10,2 / 6.000
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
102,2
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικά ελεγχόμενος ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,838
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα / 2,411
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
2,33 (2,22)
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μοχλισμού με αμορτισέρ KYB
Διαδρομή (mm):
-
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ελαστικό:
150/70R17 M/C
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 260mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και cornering ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ψηφιακή οθόνη TFT με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές, επιλεγμένη σχέση, επιλεγμένο riding mode, επίπεδο traction control και ABS, στιγμιαία και συνολική κατανάλωση, ένδειξη για cruise control, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, απόσταση για ανεφοδιασμό, θερμοκρασία περιβάλλοντος, στάθμη καυσίμου, θερμοκρασία ψυκτικού, ρολόι. Ενδεικτικές λυχνίες για φλας, μεγάλη σκάλα, νεκρά, cruise control, hill assist.
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
 
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
- / 43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ελαστικό:
110/80R19 M/C
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 310mm με ακτινική δαγκάνα Tokico τεσσάρων εμβόλων και cornering ABS
     

 

 

 

 

 

 

Peugeot Speedfight 4 125: Διαστημικό!

Σήμα κατατεθέν της γαλλικής εταιρείας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

3/3/2022

Το Speedfight αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μοντέλα που έχει σχεδιάσει ποτέ η Peugeot και δικαιολογημένα έχει την μακροβιότερη παρουσία στη γκάμα της, με φανατικούς οπαδούς στις αγορές της Ευρώπης και όχι μόνο. Οδηγήσαμε την τελευταία του έκδοση με τετράχρονο κινητήρα 125 κυβικών το 2018 και αναδημοσιεύουμε την πλήρη δοκιμή του από το τεύχος 590 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

Η σειρά Speedfight της Peugeot μετράει πάνω από δύο δεκαετίες στην παγκόσμια αγορά, προσφέροντας μια οικονομική λύση στην αστική μετακίνηση. Η οικογένεια πάντοτε χαρακτηριζόταν απ’ τον διαστημικό σχεδιασμό που η εταιρεία φρόντιζε να ανανεώνει με την πάροδο των χρόνων, ενώ το Speedfight 4 125 μετρά ήδη τέσσερα χρόνια απ’ την τελευταία του ανανέωση, κάτι το οποίο ακόμα και σήμερα παραμένει δυσδιάκριτο με μια γρήγορη ματιά.

 

Αυτό το γεγονός οφείλεται κυρίως στον χρόνο που επένδυσε η Peugeot στο σχεδιασμό του μικρού scooter, ανανεώνοντας το "μούτρο" του Speedfight δίνοντας έτσι μια πιο φρέσκια εικόνα. Παράλληλα φρόντισε να διατηρήσει τις βασικές γραμμές, ώστε να μένει κοντά στα πρότυπα της οικογένειας, ενώ αντικατέστησε τα φωτιστικά σώματα με νεότερα τεχνολογίας LED. Το αποτέλεσμα που προέκυψε είναι διαμετρικά αντίθετο απ’ την μόδα με τα neoretro scooter και βρίσκεται εδώ για να προσφέρει μια διέξοδο σε όσους πιτσιρικάδες -αλλά και μεγαλύτερους- που θέλουν ένα scooter με επιθετική σχεδίαση. Το μεγαλύτερο ατού του Speedfight όμως, είναι οι τεχνολογίες που υιοθετεί ο υδρόψυκτος κινητήρας του.

Για να τα βάλουμε όμως όλα σε μια σειρά ας ξεκινήσουμε απ’ το γεγονός ότι ο κινητήρας κατασκευάζεται απ’ τη SYM και διατίθεται αποκλειστικά για την Peugeot. Η ιπποδύναμή του δεν βρίσκεται στην κορυφή της κατηγορίας, καθώς ανέρχεται στους 11 ίππους, όμως δεν υπολείπεται σημαντικά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως η εταιρεία δεν στόχευσε στις απόλυτες επιδόσεις αλλά στη χαμηλή κατανάλωση και στη μέγιστη επιτάχυνση, έτσι η ροπή του βρίσκεται στα 1,1 χιλιογραμμόμετρα με τη μέγιστη τιμή της να επιτυγχάνεται στις 5.400 στροφές. Παράλληλα όμως, για να ενισχύσει την αίσθηση της γρήγορης επιτάχυνσης η Peugeot εφοδίασε τον κινητήρα με το σύστημα ACG. Η λειτουργία του συστήματος επιτρέπει στον κινητήρα τόσο κατά την επιτάχυνση όσο και την επιβράδυνση να απενεργοποιήσει τη λειτουργία της γεννήτριες, με αποτέλεσμα αφενός μεν να μειώνονται οι απώλειες του κινητήρα. Η γεννήτρια από την άλλη, μπαίνει σε λειτουργία μόλις η ταχύτητα του scooter σταθεροποιηθεί, φορτίζοντας έτσι την μπαταρία αποτελεσματικά. Παράλληλα για την εξοικονόμηση του συνολικού βάρους -που πάντοτε έχει μεγάλη σημασία ανεξαρτήτου κατηγορίας-  η Peugeot εγκατέστησε το ψυγείο του ψυκτικού υγρού στη δεξιά πλευρά του κινητήρα, περιορίζοντας την έκταση του κυκλώματος χρησιμοποιώντας μικρότερου μήκους σωλήνες. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε να δημιουργήσει ένα ελαφρύτερο κύκλωμα και για την ψύξη του ψυγείου χρησιμοποίησε αεροδυναμικά πτερύγια που κατευθύνουν τον αέρα πάνω του, ενώ απ’ την πίσω πλευρά είναι εφοδιασμένο με βεντιλατέρ. Επιτυγχάνοντας έτσι τις ιδανικές συνθήκες ψύξης του κινητήρα, η εταιρεία υπόσχεται και χαμηλότερη κατανάλωση.

Σε πραγματικές συνθήκες

Στη θεωρία το Speedfight δείχνει πως έχει όλα τα φόντα ώστε να εκπληρώσει το σκοπό του, προσφέροντας μια γρήγορη και οικονομική μετακίνηση. Έχοντας το μικρό scooter μια βδομάδα στην κατοχή μας, είχε αρκετό χρόνο για να μας αποδείξει έμπρακτα την αξία του και αν κατακτά τον στόχο του. Στην πραγματικότητα το ACG σύστημα σε συνάρτηση με το ανακοινωμένο χαμηλό βάρος του scooter που βρίσκεται στα 121 κιλά (δυστυχώς δεν καταφέραμε να το ζυγίσουμε καθώς οι ζυγαριές εκείνο το διάστημα βρίσκονταν στις εγκαταστάσεις της DNA για να μετρήσουν το “Billet Sting”, το άρθρο του οποίου διαβάσατε νωρίτερα) κάνουν το Speedfight να ξεχωρίζει στον τομέα τον επιταχύνσεων, προσδίδοντάς του μια πιο ζωντανή επιτάχυνση με αποτέλεσμα να φτάνει γρήγορα την τελική του. Χάρη στις μικρές του διαστάσεις ελίσσεται σαν αίλουρος μέσα στους πνιγμένους δρόμους του κέντρου και σπάνια θα βρεθεί στριμωγμένο ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά ακόμη και τότε που μπορεί να μην επαρκεί το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού, μπορείτε εύκολα να σηκώσετε το μπροστινό τροχό στον αέρα χάρη στη πισώβαρη κατανομή και να το μανουβράρετε επιτόπου. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται απ’ την ευελιξία, με την αλλαγή κατεύθυνσης να έρχεται αβίαστα και άμεσα όπως σε όλα τα scooter που είναι εφοδιασμένα με μικρούς τροχούς.

Οι σκληρές αναρτήσεις ενδείκνυνται για γρήγορους ρυθμούς οδήγησης, όμως αν το πιρούνι είχε μια πιο προοδευτική επαναφορά θα φιλτράριζε πιο άνετα τις ανωμαλίες του δρόμου χωρίς να κοπανάει τόσο έντονα. Εδώ είναι καλό να αναφέρουμε πως αυτό είναι γνώριμο χαρακτηριστικό των περισσότερο scooter της κατηγορίας. Τα συνδυασμένα φρένα απ’ την πλευρά τους έχουν καλό αρχικό δάγκωμα και προσφέρουν δυνατή επιβράδυνση που εφιστά την προσοχή σας σε γλιστερούς δρόμους, καθώς το τιμόνι έχει την τάση να διπλώνει στα φρένα πανικού. Στον τομέα της κατανάλωσης η εταιρεία αναφέρει πως η ελάχιστη ανέρχεται στα 2,1 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα, όμως σε πραγματικές συνθήκες η μέγιστη τιμή είναι διπλάσια, ενώ όπως είχαμε αναφερθεί και παλιότερα η ελάχιστη για αυτή τη κατηγορία αποτελεί ουτοπία καθώς είναι σχεδόν ακατόρθωτο να οδηγηθούν νωχελικά με μισόκλειστο γκάζι.

Η απώλεια

Ορισμένα πράγματα πρέπει να τα χάσεις ώστε να τα εκτιμήσεις. Έτσι συνέβη και με το πλαϊνό σταντ του Speedfight, που με την απουσία του κάνει τη διαδικασία της στάθμευσης περισσότερο χρονοβόρα και λιγότερο πρακτική, αποτελώντας έτσι το μεγαλύτερο μειονέκτημά του. Ούτε τα όργανα που είναι τελείως σπαρτιάτικα, αποτελούμενα από μια μικροσκοπική LCD οθόνη, δεν είναι αρκετά για να ξεπεράσουν σε βαθμό το παράπτωμα της Peugeot. Στην προκείμενη περίπτωση όμως, η εταιρεία ίσως να έπραξε σωστά που επέλεξε αυτό τον τύπο οργάνων, καθώς μια έγχρωμη οθόνη θα ανέβαζε το κοστολόγιο ενώ η χρήση των αναλογικών ενδείξεων θα το έκανε να δείχνει ξεπερασμένο. Ανάμεσα στο χάος που επικρατεί στην κατηγορία των scooter των 125 κυβικών από την πληθώρα των μοντέλων, το να θέσετε ως κριτήριο μόνο το κόστος απόκτησης δεν θα βοηθήσει, καθώς με ελάχιστη διαφορά στα χρήματα μπορείτε να αγοράσετε διάφορα scooter που στοχεύουν στην εκπλήρωση των ίδιων στόχων. Συνεπώς θα πρέπει να επιλέξετε πιο συνειδητοποιημένα και αν θέσετε ως κριτήρια την μοντέρνα σχεδίαση και το χαμηλό βάρος τότε το Speedfight αποτελεί μια καλή επιλογή.

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                              Speedfight 4 125

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.895

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.296

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

800

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

-

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

590

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

720

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

530

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

700

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

113/121

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υδρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 2 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

52,4 x 57,8

Χωρητικότητα (cc):

125

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

11/7.400

Ροπή (kg.m/rpm):

1,1/5.600

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

44

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Φυγοκεντρικός

Μετάδοση / σχέση:

Διαρκώς μεταβαλλόμενη με ιμάντα (CVT)

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

-

Αλλαγή λαδιού (km):

Κάθε 5.000

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

1/-

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

-/-

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

68

Ρυθμίσεις:

Προφόρτισης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Αλουμινίου

Ελαστικό:

130/60-13

Πίεση (psi):

29/ 31 με συνεπιβάτη

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 196mm με δαγκάνα δύο εμβόλων

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Μια οθόνη υγρών κρυστάλλων με ενδείξεις ταχύμετρου, ενός μερικού και ενός ολικού χιλιομετρητή, ώρας και συντήρησης. Ενδεικτικές λυχνίες για φλας, θερμοκρασία κινητήρα, μεγάλη σκάλα και βλάβης κινητήρα. Δυνατότητα ρύθμισης της έντασης της φωτεινότητας και της αντίθεσης της οθόνης. Συνδυασμένη λειτουργία φρένων και Full LED.

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

85/32

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Αλουμινίου

Ελαστικό:

130/60-13

Πίεση (psi):

26

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 215mm με δαγκάνα ενός εμβόλου

 

Μέση

3,5

Ελάχιστη

3

Μέγιστη

4

Αυτονομία (km):

246,6

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

7,4/-