Οδηγούμε τα νέα Yamaha Tracer 9 / GT 2021!

Ολικός επαναπροσδιορισμός
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/3/2021

Η Yamaha επέλεξε το 2021 ως τη χρονιά που θα επαναπροσδιόριζε τον τρικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της, τον περίφημο CP3, τον κινητήρα που έδωσε νέα πνοή στην κατηγορία των Naked με την οικογένεια των ΜΤ και που έθεσε εκ νέου τα στάνταρ σ' αυτό που ονομάζουμε σήμερα sport touring.

Το Tracer, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε, είχε ως γνώμονα ακριβώς αυτό: να δώσει έναν νέα προσδιορισμό στο τι εστί ένα σύγχρονο, μεσαίου κυβισμού, sport touring. Το είχε επιχειρήσει στο παρελθόν –με απόλυτη επιτυχία- το TDM, κι αυτό ίσως έκανε ακόμη πιο δύσκολο το έργο του μεγάλου τρικύλινδρου. Παρόλα αυτά, όπως έδειξε η Ιστορία και η εμπορική πορεία των Tracer από το 2015 που μπήκαν στον παγκόσμιο χάρτη των πωλήσεων, υπηρέτησαν επιτυχώς τον στόχο τους.

Ο δρόμος, βέβαια, δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα και η Yamaha δέχτηκε κριτική σε πολύ συγκεκριμένους τομείς, όπως ήταν η απότομη απόκριση και η σταθερότητα, δύο βασικά χαρακτηριστικά για την συγκεκριμένη κατηγορία. Η Yamaha όμως έδειξε επίσης ότι αφενός ξέρει να ακούει και αφετέρου έχει γρήγορα αντανακλαστικά, δίνοντας αυτό που έλειπε στην δεύτερη γενιά των Tracer 900, το 2018.

Η εποχή όμως που ζούμε κινείται περισσότερο σε ρυθμούς… sport και λιγότερο touring, πράγμα που σημαίνει ότι οι εξελίξεις τρέχουν κι ο ανταγωνισμός αναβαθμίζεται με αστραπιαία ταχύτητα. Τα Tracer δεν έπαιζαν πλέον σε μία κατηγορία μόνα τους, αλλά είχαν να αντιμετωπίσουν πλήρως τεχνολογικά εξοπλισμένους που έδειχναν μα έχουν καβαλήσει με φόρα το τρένο της εξέλιξης. Ευτυχώς –για άλλη μια φορά- για την Yamaha, οι άνθρωποι που επιλέγουν να χαράξουν την νέα κατεύθυνση, αφουγκράστηκαν σωστά αυτό που περίμενε ο κόσμος από αυτούς, και προχώρησαν σε αλλαγές ουσίας κι όχι απλώς εντυπωσιασμού για την τρίτη γενιά των Tracer, τα νέα Tracer 9 και Tracer 9 GT.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι έγινε ένα σχεδόν ολοκληρωτικό rebuild στην μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας έχει παραπάνω κυβικά φτάνοντας τα 889cc (42 κυβικά περισσότερα που προέκυψαν από την αύξηση της διαδρομής του στροφάλου κατά 3mm), και αποδίδει 6% παραπάνω ροπή στις μεσαίες αλλά και 3% παραπάνω ισχύ (μέγιστη τιμή οι 119 ίπποι στις 10.000 στροφές). Η αδράνεια του στροφάλου αυξήθηκε κι αυτή κατά 15%, προκειμένου να ενισχυθελί η ροπή στις χαμηλομεσαίες στροφές, ενώ αλλαγές έγιναν τόσο στην τοποθέτηση των μπεκ για πιο αποδοτική καύση, όσο και στο κιβώτιο, με στόχο την πιο "γλυκιά" λειτουργία. Για να συμβαδίζει μάλιστα το κιβώτιο με τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας, αλλά και με τα νέα χαρακτηριστικά της απόδοσης, η πρώτη και η δεύτερη σχέση έγιναν πιο μακριές σε γρανάζωμα. Επιπλέον, η εξαγωγή, αλλά και το σύστημα εξαγωγής του Tracer 9 επανασχεδιάστηκε, πάντα με στόχο την αυξημένη ροπή στις μεσαίες, γλιτώνοντας ταυτόχρονα και βάρος.

Αλλαγές –και μάλιστα σημαντικές- είχαμε και στο πλαίσιο, καθώς η εξέλιξη στη μέθοδο χύτευσης της Yamaha επέτρεψε την δημιουργία ενός ελαφρύτερου αλλά με αυξημένη πλευρική ακαμψία, πλαισίου, ενώ το ψαλίδι είναι ακόμη μακρύτερο συγκριτικά με την προηγούμενη έκδοση και τώρα εδράζεται στο πλαίσιο, διατηρώντας όμως το μεταξόνιο ίδιο. Αυτό επετεύχθη χάρη στην τοποθέτηση του κινητήρα πιο κάθετα, έτσι ώστε να μην μεγαλώσει το συνολικό μήκος, αλλά να αυξηθούν τα οφέλη της σταθερότητας. Το υποπλαίσιο είναι και αυτό επανασχεδιασμένο, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις μεγαλύτερες –πλέον- δυνατότητες φορτίου του Tracer 9, κάτι που ήταν πάγιο αίτημα των υφιστάμενων ιδιοκτητών των προηγούμενων Tracer. Οι δύο βαλίτσες που διατίθενται στον έξτρα εξοπλισμό του Tracer 9 και στον στάνταρ του GT, έχουν χωρητικότητα 30 λίτρα και η κάθε μία μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος.

Βάρος έχει εξοικονομηθεί και από τις ελαφρύτερες ζάντες, με το Tracer 9 να ζυγίζει ένα κιλό λιγότερο από τον προκάτοχό του, ενώ οι αλλαγές στα φρένα αφορούν τη νέα ακτινική δαγκάνα της Nissin και τους μεγαλύτερους δίσκους μπροστά, οι οποίοι έφτασαν τα 298 χιλιοστά.

Από τις σημαντικότερες όμως επεμβάσεις είναι οι αλλαγές στις αναρτήσεις της KYB, με το πιρούνι να είναι πιο κοντό κατά 39mm, με διαδρομή στα 130mm και διαφορετικά settings στο εσωτερικό του, πράγμα λογικό αν αναλογιστούμε τα νέα γεωμετρικά χαρακτηριστικά αλλά και την έμφαση που θέλουν να δώσουν στην σταθερότητα του Tracer οι άνθρωποι της Yamaha. Πίσω, η μοναδική αλλαγή είναι το νέο μοχλικό με πιο προοδευτική λειτουργία.

Στον τομέα των ηλεκτρονικών, η μεγάλη είδηση είναι η ύπαρξη της IMU έξι αξόνων και η νέα ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού, η οποία προέρχεται από το R1, αλλά με ακόμη μικρότερο όγκο και ταχύτερη επεξεργασία δεδομένων. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν, φυσικά, τα riding modes (τέσσερα τον αριθμό) και τα cornering βοηθήματα, τα οποία συμπεριλαμβάνουν cornering ABS, cornering traction control, σύστημα ελέγχου ολίσθησης του πίσω τροχού, σύστημα ελέγχου σούζας και σύστημα cruise control, που είναι πλέον διαθέσιμο στον στάνταρ εξοπλισμό και των δύο εκδόσεων. Όλα αυτά τα συστήματα έχουν τρία επίπεδα επέμβασης και δίνουν μια σημαντική δυνατότητα ρύθμισης στον αναβάτη για να φέρει τα χαρακτηριστικά της απόδοσης του Tracer ακριβώς στα μέτρα του.

Πολύ σημαντική είναι και η δυνατότητα ρύθμισης του τριγώνου της εργονομίας, χάρη στα ρυθμιζόμενα μαρσπιέ και τα καβαλέτα του τιμονιού που μπορούν να τοποθετηθούν σε δύο θέσεις, ενώ μεγαλύτερη είναι και η ζελατίνα που ρυθμίζεται μηχανικά με το ένα χέρι, σε ένα εύρος 50mm.

Η νέα εποχή και η τρίτη γενιά των Tracer σηματοδοτείται από την κοινή και για τις δύο εκδόσεις, διπλή TFT οθόνη, μέσω της οποίας γίνονται όλες οι ρυθμίσεις και είναι μοιρασμένες οι ενδείξεις, με την αριστερή να προβάλει τις βασικές πληροφορίες, ενώ στην δεξιά προβάλλονται οι "περιφερειακές" πληροφορίες, όπως η κατανάλωση, η εξωτερική θερμοκρασία κτλ

Όλα τα παραπάνω περικλείονται σε ένα επίσης νέο πακέτο σχεδιασμού, με την Yamaha να ακολουθεί την οδό των “πολλαπλών στρώσεων” στα φαίρινγκ του Tracer και των διαφορετικών επιπέδων, θέλοντας να ασπαστεί τόσο αεροδυναμικά όσο και οπτικά την εικόνα μιας μοτοσυκλέτας που εκμεταλλεύεται την ροή του αέρα. Το ρεζερβουάρ, παρότι είναι εμφανής η προσπάθεια να διατηρήσει την λεπτή σιλουέτα του, ειδικά στο σημείο που κουμπώνουν τα γόνατα, έχει χωρητικότητα 18 λίτρων. Τα φώτα φυσικά είναι όλα τεχνολογίας LED, ενώ το κεντρικό σταντ συμπεριλαμβάνεται στον στάνταρ εξοπλισμό, τόσο του Tracer 9 όσο και του Tracer 9 GT. Η σέλα του συνεπιβάτη έχει μεγαλώσει σε πάχος και πλάτος, αυξάνοντας παράλληλα και την απόστασή της από τα μαρσπιέ για ακόμη μεγαλύτερη άνεση, συγκριτικά με την προηγούμενη γενιά των Tracer 900.

Η έκδοση GT του Tracer 9, αυτή που και εμπορικά κατέχει την μερίδα του λέοντος ανάμεσα στις δύο εκδόσεις, είναι η σαφώς και πιο πλούσια εξοπλισμένη, με την σημαντικότερη διαφορά να την κάνουν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις της KYB. Το βάρος που προσθέτουν είναι γύρω στα έξι κιλά, ενώ στον στάνταρ εξοπλισμό του Tracer 9 GT συμπεριλαμβάνεται το εξαιρετικό quickshifter δύο κατευθύνσεων και φυσικά οι δύο πλαϊνές βαλίτσες.

Όπως θα διαβάσετε στην πλήρη, αναλυτική δοκιμή των νέων Tracer 9 στο ΜΟΤΟ που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες, το "ραντεβού" μας με τις δύο μοτοσυκλέτες της Yamaha , είχε κλειστεί στους παγωμένους, με ωραία χάραξη αλλά ανάμικτη κατάσταση της ασφάλτου, δρόμους της Τοσκάνης γύρω από την Σιένα. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όμως του κακού ασφαλτοτάπητα στο πρώτο μισό της διαδρομής, ο κινητήρας κατάφερε να μας επιβεβαιώσει την γεμάτη σε αίσθηση ροπής και επιτάχυνσης μεσαία μπάντα των στροφών. Πάνω στη σέλα του στάνταρ Tracer 9 αρχικά, πήραμε την πρώτη θετικά εικόνα για την εξαιρετική εργονομία και την άνεση που μπορεί να προσφέρει η μοτοσυκλέτα, αλλά και την πραγματικά άριστη λειτουργία των ηλεκτρονικών που ανεβάζουν τον δείκτη αυτοπεποίθησης ψηλά, με το καλημέρα. Τα κομμάτια της Autostrada ήταν μια πραγματική αποκάλυψη για την σταθερότητα του Tracer 9, με πολύ καλή προστασία παράλληλα που συνεπάγεται άνεση και ξεκούραστα χιλιόμετρα στο ταξίδι, αλλά ακόμη μεγαλύτερη αποκάλυψη ήταν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις, όταν ήρθε η σειρά του Tracer 9 GT να με φιλοξενήσει στο υπόλοιπο μισό της διαδρομής.

Τα δύο διαφορετικά προεπιλεγμένα modes λειτουργίας (Α1 και Α2) λειτουργούν υποδειγματικά, αφήνοντας ελάχιστο ποσοστό να γίνει αντιληπτό από το φαινόμενο του γυροσκοπικού, που συνήθως "ταλανίζει" τα αντίστοιχα συστήματα ημιενεργητικών αναρτήσεων. Ο χρόνος μετάβασης στις διαφορετικές ρυθμίσεις των αποσβέσεων είναι ταχύτατος και έχοντας εμπειρία από το προηγούμενο Tracer 900 –τόσο από την παρουσίασή του στην Ισπανία, όσο και από την δοκιμή του στην Ελλάδα- μου ήταν άμεσα αντιληπτό το πόσο καλύτερα πάταγε η μοτοσυκλέτα στο δρόμο.

Επειδή όμως το πώς γίνεται αυτό είναι εξίσου –ή και περισσότερο…- ενδιαφέρον από το ίδιο το αποτέλεσμα, στο ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί την Πέμπτη 1η Απριλίου θα μπορέσετε να διαβάσετε την σε βάθος τεχνική ανάλυση, αλλά και πολύ περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς η Yamaha έκανε ένα σημαντικό άλμα στην εξέλιξη των σύγχρονων sport touring μοτοσυκλετών.

Διαβάστε στο ΜΟΤΟ της 1ης Απριλίου την αναλυτική παρουσίαση των νέων Tracer 9 / GT

 

Ετικέτες

Δοκιμή - Yamaha Tricity 125 2015

Ένας τροχός παραπάνω, ένα βήμα εμπρός
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

17/1/2019

Βρεθήκαμε σήμερα, αρχές του 2019, να αντικρύζουμε από κοντά στην Ιταλία, στην μεγαλύτερη έκθεση των custom μοτοσυκλετών ένα ξύλινο Tricity στο εντυπωσιακό περίπτερο της Yamaha. Όλα του τα πλαστικά είχαν αντικατασταθεί από ελαφρύ ξύλο κι έτσι όπως θαυμάζαμε την δουλειά του ξυλουργού, μας ξύπνησαν μνήμες από την δοκιμή του. Αναδημοσιεύουμε λοιπόν με την ευκαιρία αυτή, την δοκιμή του από την έντυπη έκδοση του MOTO το 2015:

Το Tricity κυκλοφόρησε στην αγορά το 2015, σφραγίζοντας περισσότερο τις φήμες για την επέκταση της Yamaha στον κόσμο των τριών τροχών τόσο στα scooter όσο και στις μοτοσυκλέτες καθώς γίναμε μάρτυρες της έλευσης του Niken πέρσι. (Αν και το MOTO, όπως θα θυμάστε, είχε πει τότε το 2015 πως το NIKEN έρχεται σίγουρα στην παραγωγή όταν όλος ο κόσμος ακόμη αναρωτιώταν αν θα ξεπεράσει ποτέ το στάδιο του concept...)

Οι αναβάτες που ενδιαφέρονται για τους τρεις τροχούς στα scooter καταλαμβάνουν σίγουρα ένα μεγάλο ποσοστό και η Yamaha συνεχίζει να επενδύει στην πλατφόρμα των tricity παρουσιάζοντας το νέο concept 3CT. Με αφορμή αυτό, στο παρακάτω άρθρο μπορείτε να διαβάσετε τους λόγους που υπερτερεί το πρώτο τρίτροχο scooter της Yamaha έναντι των δίκυκλων.

Το Tricity δεν είναι ούτε το πρώτο τρίροδο scooter που βλέπουμε, ούτε το πρώτο που οδηγούμε. Τυχαίνει όμως να είναι το πρώτο που μας έδειξε ότι αυτού του είδους η σχεδίαση μπορεί να έχει μέλλον

Ανεξάρτητα από τον σχεδιασμό και τη συνδεσμολογία του εμπρός συστήματος, όλα τα scooter που έχουν περισσότερες από δύο ρόδες έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: ΤΕΡΑΣΤΙΟ βάρος! Το πρόβλημα με το βάρος σε ένα οποιοδήποτε όχημα, είναι ότι κάνει αισθητή την παρουσία του από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο μέτρο που θα το οδηγήσεις. Το βάρος δεν κουράζει απλώς τους μυς του αναβάτη, αλλά επηρεάζει άμεσα τις επιδόσεις και την κατανάλωση του κινητήρα, ενώ ταυτόχρονα μειώνει την απόδοση των φρένων. Δηλαδή οι βασικοί τομείς που έχει πλεονέκτημα ένα scooter, όπως η ευκολία οδήγησης και η οικονομία στην μετακίνηση εξανεμίζονται. Το αποτέλεσμα είναι τα τρίροδα και τετράροδα scooter να απευθύνονται σε ένα πολύ περιορισμένο κοινό, το οποίο φοβάται τις δύο ρόδες και πιστεύει ότι με τις τρεις ή τέσσερεις θα είναι ασφαλείς. Είναι όμως πιο ασφαλή τα τρίροδα scooter από εκείνα που έχουν μόνο δύο ρόδες; Υπό προϋποθέσεις ναι, αλλά όχι πάντα.

Έχει διαφορά

Το σημείο που διαφέρει το Tricity από τα υπόλοιπα scooter με τρεις ρόδες που έχουμε οδηγήσει, βρίσκεται στο γεγονός ότι πλαγιάζει με φυσικότητα από την μια μεριά στην άλλη. Σαφώς υπάρχει ακόμα αυτή η "υδραυλική" αίσθηση όταν κουνάς το τιμόνι ή πλαγιάζεις, όμως είναι πολύ μικρότερη η παρουσία της και μόλις κάνεις τα πρώτα μέτρα, ξεχνάς ότι οδηγείς κάτι που έχει περισσότερες από δύο ρόδες. Επίσης, είναι το μόνο που δεν σε κάνει να πιστεύεις ότι όλο το βάρος του είναι ένα μέτρο πάνω από την άσφαλτο. Έτσι, η εξοικείωση μαζί του είναι εύκολη υπόθεση και δεν χρειάζεται να αναπτύξεις ιδιαίτερες τεχνικές για να το οδηγήσεις. Μάλιστα, το γεγονός ότι η συνολική του συμπεριφορά είναι τόσο κοντά στα δίκυκλα, σε κάνει να ξεχνάς ότι έχεις περισσότερες ρόδες εμπρός και μερικές φορές δεν εκμεταλλεύεσαι επαρκώς το πλεονέκτημα πρόσφυσης που σου δίνουν.
Γενικά μέσα στην πόλη, το Tricity δεν διαφέρει σε ευελιξία από ένα μεσαίων διαστάσεων scooter και το συνολικό πλάτος του είναι αντίστοιχο με εκείνα. Επιπλέον, λόγω του σχεδιασμού του πλαισίου και της εμπρός ανάρτησης, η ποδιά είναι εντελώς κάθετη και φαρδιά στο επάνω μέρος της, με αποτέλεσμα να προστατεύει άψογα τα γόνατα και το κάτω μέρος των ποδιών σου από τον αέρα. Τον χειμώνα θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα αυτό το χαρακτηριστικό, διότι αντίθετα με ότι πιστεύουν πολλοί, τα πόδια σου κρυώνουν περισσότερο στα scooter απ' ότι με στις μοτοσυκλέτες. Από την άλλη μεριά όμως, υπάρχει πιθανότητα τα γόνατα σου να ακουμπάνε στην ποδιά όταν φρενάρεις δυνατά αν είσαι ψηλός. Όμως σε κάθε περίπτωση, στον τομέα της πρακτικότητας το Tricity παίρνει πολύ καλή βαθμολογία, χάρη στους χώρους που έχεις στην διάθεσή σου για να κουβαλάς πράγματα. Για παράδειγμα, το πάτωμα είναι εντελώς επίπεδο και δεν έχεις τούνελ ανάμεσα στα πόδια σου, οπότε μπορείς να βάλεις εκεί μια μεγάλη τσάντα αν χρειαστεί. Το μόνο παράπονο αφορά τον γάντζο, που είναι μάλλον χαμηλά τοποθετημένος και δεν έχει κλιπ για να ασφαλίζει το χερούλι της τσάντας που θα κρεμάσεις.

 Ντουλαπάκια στην ποδιά δεν υπάρχουν για μικροαντικείμενα, όμως κάτω από την σέλα χωράει εύκολα ένα μεγάλο full-face κράνος και περισσεύει χώρος για ένα αδιάβροχο ή ένα τσαντάκι μέσης. Με άλλα λόγια, οι διαθέσιμοι αποθηκευτικοί χώροι είναι στον μέσο όρο της κατηγορίας των μεσαίου κυβισμού scooter. Ανεβάζοντας το Tricity πάνω στην ζυγαριά θα δεις 158 κιλά. Αν το καλοσκεφτείς, ζυγίζει ελάχιστα παραπάνω από τα συμβατικά μικρό-μεσαία scooter των 150-200 κυβικών, οπότε δεν μπορείς να πεις ότι είναι βαρύ. Αυτό εξηγεί εν μέρει την πολύ πιο ελαφριά αίσθηση που έχει σε σύγκριση με τα υπόλοιπα τρίροδα, όμως θα πρέπει να δώσουμε και τα εύσημα σε αυτούς που σχεδίασαν τον μηχανισμό της εμπρός ανάρτησης, για την φυσικότητα που έδωσαν στην κίνησή της. Κινητήρια δύναμη του Tricity είναι ο μονοκύλινδρος υγρόψυκτος κινητήρας του NMΑΧ των 125 κυβικών εκατοστών. Πρόκειται για έναν από τους πλέον σύγχρονους κινητήρες scooter, ο οποίος πάνω στο ελαφρύ NMΑΧ είναι πολύ ζωηρός σε συμπεριφορά και εξίσου οικονομικός. Δυστυχώς όμως τα επιπλέον 30 κιλά που ζυγίζει το Tricity, αλλοιώνουν αυτά τα δύο χαρακτηριστικά του. Η αλήθεια είναι ότι η Yamaha θα έπρεπε να βάλει έναν μεγαλύτερου κυβισμού κινητήρα στο Tricity, όχι τόσο γιατί οι επιδόσεις που έχει ήδη είναι ανεπαρκείς, όσο γιατί με τα 125 κυβικά δεν εκμεταλλεύεται πλήρως την αρχιτεκτονική του Tricity.

Έτσι, τόσο λόγω επιπλέον βάρους, όσο και λόγο επιπλέον όγκου, το Tricity είναι σαφώς πιο αργό στις εκκινήσεις από το NMAX και η τελική του ταχύτητα ξεπερνάει με δυσκολία τα 100km/h. Με δεύτερο άτομο στην σέλα, οι επιδόσεις είναι απλώς ικανοποιητικές μέσα στην κίνηση της πόλης και εντελώς οριακές στις ανοιχτές λεωφόρους. Γενικά ο κινητήρας είναι αναγκασμένος να δουλεύει συχνά στο όριο της απόδοσής του, κάτι που αυξάνει την κατανάλωση, αλλά και τις φθορές στην μετάδοση. Έτσι, ενώ με το NMAX μπορείς εύκολα να πετύχεις μέση κατανάλωση κοντά στα 2,5 λίτρα/100 χιλιόμετρα, με το Tricity πρέπει να προσπαθήσεις πολύ για να κατέβεις κάτω από τα 3,5 λίτρα. Είναι βέβαιο ότι με έναν μεγαλύτερο κινητήρα αντίστοιχης τεχνολογίας θα έκαιγε λιγότερο. Όπως είναι βέβαιο ότι οι καλύτερες επιδόσεις θα αναδείκνυαν ακόμα περισσότερο το μεγάλο πλεονέκτημα του Tricity που είναι η απόλυτη σταθερότητα.

Εκεί που με τα άλλα θα έπεφτες…
Φυσικά το ερώτημα είναι πόσο πιο ασφαλές είναι το Tricity από ένα συμβατικό scooter, ώστε να του συγχωρέσεις τις μουδιασμένες επιδόσεις. Αν οι δρόμοι που οδηγείς είναι γεμάτοι με διαμήκεις ανωμαλίες, περνάς συχνά πάνω από γραμμές τραμ/τρένου και γενικά ζεις σε περιοχή με άθλιας κατάστασης και ποιότητας άσφαλτο, τότε το Tricity είναι μακράν πιο ασφαλές από ένα συμβατικό scooter. Σε σημεία που ακόμα και οι μεγάλοι τροχοί μιας on-off μοτοσυκλέτας θα αναγκαζόντουσαν να ακολουθήσουν το αυλάκι πάνω στην άσφαλτο ή το πιρούνι της θα τερμάτιζε σε ένα τεράστιο εξόγκωμα, η εμπρός ανάρτηση του Tricity κυριολεκτικά σιδερώνει τα πάντα και ξεπερνάει σε άνεση μια Rolls Royce!

Τίποτα δεν μπορεί να επηρεάσει την πορεία του Tricity στο δρόμο, μένοντας απόλυτα σταθερό και έτοιμο να υπακούσει στις εντολές σου, ανεξάρτητα αν από κάτω του η άσφαλτος είναι βομβαρδισμένη. Είναι τόσο καλή η εμπρός ανάρτηση που κάνει την πίσω να φαίνεται υπερβολικά σκληρή. Στην πραγματικότητα η πίσω ανάρτηση δεν έχει διαφορά από τα υπόλοιπα scooter της κατηγορίας σε θέμα αποσβέσεων. Όμως επειδή στο Tricity η εμπρός ανάρτηση καταπίνει τα πάντα, νιώθεις τις ανωμαλίες του δρόμου μόνο όταν περνάει ο πίσω τροχός πάνω από αυτές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν κατεβαίνεις ή ανεβαίνεις διαγώνια ένα πεζοδρόμιο, όπου οι εμπρός τροχοί συμπεριφέρονται σαν να βρίσκονται σε ράμπα, ενώ ο πίσω συμπεριφέρεται φυσικά σαν να ανεβαίνει ή κατεβαίνει σκαλοπάτι. Η επιπλέον πρόσφυση που προσφέρει ο δεύτερος εμπρός τροχός, δεν γίνεται αμέσως κτήμα του αναβάτη. Χρειάζεται να περάσουν μερικές μέρες μέχρι να καταλάβεις ότι ακόμα κι αν γλιστρήσουν μέσα στις στροφή για δέκα ή είκοσι πόντους δεν πρόκειται να πέσεις. Πιο πολύ κινδυνεύεις να πέσεις αν γλιστρήσει ο πίσω τροχός, παρά οι δύο εμπρός. Όμως ακόμα κι αυτό είναι δύσκολο να συμβεί, αφού το Tricity δεν χρειάζεται να πλαγιάσει όσο ένα συμβατικό scooter. Σε αντίθεση με τα δίκυκλα, στο Tricity στρίβεις το τιμόνι περισσότερο και πλαγιάζεις λιγότερο. Για παράδειγμα, αν ένα ίδιου μεταξονίου και μεγέθους τροχών δίκυκλο scooter πρέπει να πλαγιάσει 15˚ για να στρίψει με 50km/h μια στροφή, το Tricity πλαγιάζει 10˚ για να στρίψει με την ίδια ταχύτητα. Έτσι, η πιθανότητα να γλιστρήσουν οι τροχοί του είναι μικρότερη. Πάντως, πρέπει να ομολογήσουμε ότι η Yamaha δείχνει να μην τόλμησε όσο θα μπορούσε με το Tricity. Εκτός από τον μικρό σε ιπποδύναμη κινητήρα, δείχνει ότι σκέφτηκε συντηρητικά και στον τομέα των φρένων. Πάρα το γεγονός ότι έχουμε τρία μεγάλων διαστάσεων δισκόφρενα, η δύναμή τους είναι ήπια και το ABS επεμβαίνει αρκετά νωρίς. Επίσης, η λειτουργία του ABS δεν είναι όσο γρήγορη θα θέλαμε, έχοντας εμφανή κενά στις μανέτες όταν πιάνει και αμολάει τα φρέναΈτσι, για άλλη μια φορά η πλεονάζουσα πρόσφυση των εμπρός τροχών πάει ανεκμετάλλευτη. Τα φρένα έχουν κοινό κύκλωμα εμπρός-πίσω, δηλαδή όποια από τις δύο μανέτες κι αν πατήσεις φρενάρουν όλοι οι τροχοί ταυτόχρονα. Αυτό έχει πολύ καλά αποτελέσματα φρεναρίσματος όσο δεν επεμβαίνει το ABS. Αντίθετα το ABS επεμβαίνει ξεχωριστά σε κάθε τροχό, πράγμα που σημαίνει ότι όταν φρενάρεις πάνω σε έντονες ανωμαλίες, υπάρχει η πιθανότητα ο εμπρός δεξιά τροχός να επιβραδύνει και την ίδια στιγμή το ABS να επέμβει στον εμπρός αριστερά τροχό, αμολώντας το φρένο του. Όταν γίνεται αυτό ή το αντίστροφό του, το τιμόνι τραβάει από την μεριά του τροχού που επιβραδύνει και είναι η μοναδική περίπτωση που πρέπει να σφίξεις με δύναμη το τιμόνι. Ακόμα όμως κι όταν συμβεί αυτό, θα πρέπει να αναλογιστείς ότι με ένα συμβατικό scooter δεν θα τολμούσες ποτέ να φρενάρεις τόσο δυνατά.

Ο τολμών νικά
Η Yamaha δεν είναι φυσικά η πρώτη που τολμά να φτιάξει ένα τρίκυκλο scooter. Ούτε το Tricity με τον κινητήρα των 125 κυβικών ξεφεύγει από το σκεπτικό της ασφάλειας. Αντιθέτως, το παράπονό μας είναι ότι το Tricity είναι περισσότερο ασφαλές απ' όσο θα θέλαμε! Το σύστημα που έχει σχεδιάσει η Yamaha αντέχει περισσότερο γκάζι και ακόμα πιο δυνατά φρένα. Η διαφορά του Tricity σε σχέση με τα υπόλοιπα τρίροδα, είναι η σαφώς ελαφρύτερη αίσθηση και η ευελιξία του μέσα στην πυκνή κίνηση. Και πρέπει να πούμε ότι μετά από αυτό το τεστ βλέπουμε με πιο σοβαρό μάτι εκείνο το πρωτότυπο με τον κινητήρα του Tracer 900 που είχαμε δει στο Τόκιο πέρσι…

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε τις αντιδράσεις των ανθρώπων όταν είδαν για πρώτη φορά τον Niken της Yamaha στους ελληνικούς δρόμους

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Yamaha Tricity
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
1.905
Ύψος (mm):
1.215
Μεταξόνιο (mm):
1.310
Απόσταση από το έδαφος (mm):
120
Ύψος σέλας (mm):
780
Ίχνος (mm):
-
Γωνία κάστερ (˚):
-
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
520
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
780
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
590
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
520
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
158kg
(χωρίς καύσιμο: 153kg)
Πίσω
49%
Εμπρός
51%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
0,01%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο με σωληνωτό
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/156
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1ΕΕΚ και 2Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
 52,4 Χ 57,9
Χωρητικότητα (cc):
124,8
Σχέση συμπίεσης:
9,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
12/9.000
Ροπή (kg.m/rpm):
1,2/5.500
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
120
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Αυτόματος φυγοκεντρικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
-
Τελική μετάδοση / σχέση:
Ιμάντας
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Διπλά αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
-
Ρυθμίσεις:
-
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου χυτή
Ελαστικό:
110/90-12
Πίεση:
-
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 230mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και συνδυασμένο ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, ολικός χιλιομετρητής, ένδειξη βενζίνης
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Αρθρωτή με τέσσερα καλάμια
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
-
Ρυθμίσεις:
-
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου χυτές
Ελαστικό:
2 Χ 90/80-14
Πίεση:
-
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και συνδυασμένο ABS
 
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
3,2
Ελάχιστη
2,8
Μέγιστη
4
Αυτονομία (km):
206
Αυτονομία ρεζέρβας (km):
-
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
6,6/-

 

Ετικέτες