Οδηγούμε τα νέα Yamaha Tracer 9 / GT 2021!

Ολικός επαναπροσδιορισμός
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/3/2021

Η Yamaha επέλεξε το 2021 ως τη χρονιά που θα επαναπροσδιόριζε τον τρικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της, τον περίφημο CP3, τον κινητήρα που έδωσε νέα πνοή στην κατηγορία των Naked με την οικογένεια των ΜΤ και που έθεσε εκ νέου τα στάνταρ σ' αυτό που ονομάζουμε σήμερα sport touring.

Το Tracer, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε, είχε ως γνώμονα ακριβώς αυτό: να δώσει έναν νέα προσδιορισμό στο τι εστί ένα σύγχρονο, μεσαίου κυβισμού, sport touring. Το είχε επιχειρήσει στο παρελθόν –με απόλυτη επιτυχία- το TDM, κι αυτό ίσως έκανε ακόμη πιο δύσκολο το έργο του μεγάλου τρικύλινδρου. Παρόλα αυτά, όπως έδειξε η Ιστορία και η εμπορική πορεία των Tracer από το 2015 που μπήκαν στον παγκόσμιο χάρτη των πωλήσεων, υπηρέτησαν επιτυχώς τον στόχο τους.

Ο δρόμος, βέβαια, δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα και η Yamaha δέχτηκε κριτική σε πολύ συγκεκριμένους τομείς, όπως ήταν η απότομη απόκριση και η σταθερότητα, δύο βασικά χαρακτηριστικά για την συγκεκριμένη κατηγορία. Η Yamaha όμως έδειξε επίσης ότι αφενός ξέρει να ακούει και αφετέρου έχει γρήγορα αντανακλαστικά, δίνοντας αυτό που έλειπε στην δεύτερη γενιά των Tracer 900, το 2018.

Η εποχή όμως που ζούμε κινείται περισσότερο σε ρυθμούς… sport και λιγότερο touring, πράγμα που σημαίνει ότι οι εξελίξεις τρέχουν κι ο ανταγωνισμός αναβαθμίζεται με αστραπιαία ταχύτητα. Τα Tracer δεν έπαιζαν πλέον σε μία κατηγορία μόνα τους, αλλά είχαν να αντιμετωπίσουν πλήρως τεχνολογικά εξοπλισμένους που έδειχναν μα έχουν καβαλήσει με φόρα το τρένο της εξέλιξης. Ευτυχώς –για άλλη μια φορά- για την Yamaha, οι άνθρωποι που επιλέγουν να χαράξουν την νέα κατεύθυνση, αφουγκράστηκαν σωστά αυτό που περίμενε ο κόσμος από αυτούς, και προχώρησαν σε αλλαγές ουσίας κι όχι απλώς εντυπωσιασμού για την τρίτη γενιά των Tracer, τα νέα Tracer 9 και Tracer 9 GT.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι έγινε ένα σχεδόν ολοκληρωτικό rebuild στην μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας έχει παραπάνω κυβικά φτάνοντας τα 889cc (42 κυβικά περισσότερα που προέκυψαν από την αύξηση της διαδρομής του στροφάλου κατά 3mm), και αποδίδει 6% παραπάνω ροπή στις μεσαίες αλλά και 3% παραπάνω ισχύ (μέγιστη τιμή οι 119 ίπποι στις 10.000 στροφές). Η αδράνεια του στροφάλου αυξήθηκε κι αυτή κατά 15%, προκειμένου να ενισχυθελί η ροπή στις χαμηλομεσαίες στροφές, ενώ αλλαγές έγιναν τόσο στην τοποθέτηση των μπεκ για πιο αποδοτική καύση, όσο και στο κιβώτιο, με στόχο την πιο "γλυκιά" λειτουργία. Για να συμβαδίζει μάλιστα το κιβώτιο με τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας, αλλά και με τα νέα χαρακτηριστικά της απόδοσης, η πρώτη και η δεύτερη σχέση έγιναν πιο μακριές σε γρανάζωμα. Επιπλέον, η εξαγωγή, αλλά και το σύστημα εξαγωγής του Tracer 9 επανασχεδιάστηκε, πάντα με στόχο την αυξημένη ροπή στις μεσαίες, γλιτώνοντας ταυτόχρονα και βάρος.

Αλλαγές –και μάλιστα σημαντικές- είχαμε και στο πλαίσιο, καθώς η εξέλιξη στη μέθοδο χύτευσης της Yamaha επέτρεψε την δημιουργία ενός ελαφρύτερου αλλά με αυξημένη πλευρική ακαμψία, πλαισίου, ενώ το ψαλίδι είναι ακόμη μακρύτερο συγκριτικά με την προηγούμενη έκδοση και τώρα εδράζεται στο πλαίσιο, διατηρώντας όμως το μεταξόνιο ίδιο. Αυτό επετεύχθη χάρη στην τοποθέτηση του κινητήρα πιο κάθετα, έτσι ώστε να μην μεγαλώσει το συνολικό μήκος, αλλά να αυξηθούν τα οφέλη της σταθερότητας. Το υποπλαίσιο είναι και αυτό επανασχεδιασμένο, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις μεγαλύτερες –πλέον- δυνατότητες φορτίου του Tracer 9, κάτι που ήταν πάγιο αίτημα των υφιστάμενων ιδιοκτητών των προηγούμενων Tracer. Οι δύο βαλίτσες που διατίθενται στον έξτρα εξοπλισμό του Tracer 9 και στον στάνταρ του GT, έχουν χωρητικότητα 30 λίτρα και η κάθε μία μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος.

Βάρος έχει εξοικονομηθεί και από τις ελαφρύτερες ζάντες, με το Tracer 9 να ζυγίζει ένα κιλό λιγότερο από τον προκάτοχό του, ενώ οι αλλαγές στα φρένα αφορούν τη νέα ακτινική δαγκάνα της Nissin και τους μεγαλύτερους δίσκους μπροστά, οι οποίοι έφτασαν τα 298 χιλιοστά.

Από τις σημαντικότερες όμως επεμβάσεις είναι οι αλλαγές στις αναρτήσεις της KYB, με το πιρούνι να είναι πιο κοντό κατά 39mm, με διαδρομή στα 130mm και διαφορετικά settings στο εσωτερικό του, πράγμα λογικό αν αναλογιστούμε τα νέα γεωμετρικά χαρακτηριστικά αλλά και την έμφαση που θέλουν να δώσουν στην σταθερότητα του Tracer οι άνθρωποι της Yamaha. Πίσω, η μοναδική αλλαγή είναι το νέο μοχλικό με πιο προοδευτική λειτουργία.

Στον τομέα των ηλεκτρονικών, η μεγάλη είδηση είναι η ύπαρξη της IMU έξι αξόνων και η νέα ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού, η οποία προέρχεται από το R1, αλλά με ακόμη μικρότερο όγκο και ταχύτερη επεξεργασία δεδομένων. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν, φυσικά, τα riding modes (τέσσερα τον αριθμό) και τα cornering βοηθήματα, τα οποία συμπεριλαμβάνουν cornering ABS, cornering traction control, σύστημα ελέγχου ολίσθησης του πίσω τροχού, σύστημα ελέγχου σούζας και σύστημα cruise control, που είναι πλέον διαθέσιμο στον στάνταρ εξοπλισμό και των δύο εκδόσεων. Όλα αυτά τα συστήματα έχουν τρία επίπεδα επέμβασης και δίνουν μια σημαντική δυνατότητα ρύθμισης στον αναβάτη για να φέρει τα χαρακτηριστικά της απόδοσης του Tracer ακριβώς στα μέτρα του.

Πολύ σημαντική είναι και η δυνατότητα ρύθμισης του τριγώνου της εργονομίας, χάρη στα ρυθμιζόμενα μαρσπιέ και τα καβαλέτα του τιμονιού που μπορούν να τοποθετηθούν σε δύο θέσεις, ενώ μεγαλύτερη είναι και η ζελατίνα που ρυθμίζεται μηχανικά με το ένα χέρι, σε ένα εύρος 50mm.

Η νέα εποχή και η τρίτη γενιά των Tracer σηματοδοτείται από την κοινή και για τις δύο εκδόσεις, διπλή TFT οθόνη, μέσω της οποίας γίνονται όλες οι ρυθμίσεις και είναι μοιρασμένες οι ενδείξεις, με την αριστερή να προβάλει τις βασικές πληροφορίες, ενώ στην δεξιά προβάλλονται οι "περιφερειακές" πληροφορίες, όπως η κατανάλωση, η εξωτερική θερμοκρασία κτλ

Όλα τα παραπάνω περικλείονται σε ένα επίσης νέο πακέτο σχεδιασμού, με την Yamaha να ακολουθεί την οδό των “πολλαπλών στρώσεων” στα φαίρινγκ του Tracer και των διαφορετικών επιπέδων, θέλοντας να ασπαστεί τόσο αεροδυναμικά όσο και οπτικά την εικόνα μιας μοτοσυκλέτας που εκμεταλλεύεται την ροή του αέρα. Το ρεζερβουάρ, παρότι είναι εμφανής η προσπάθεια να διατηρήσει την λεπτή σιλουέτα του, ειδικά στο σημείο που κουμπώνουν τα γόνατα, έχει χωρητικότητα 18 λίτρων. Τα φώτα φυσικά είναι όλα τεχνολογίας LED, ενώ το κεντρικό σταντ συμπεριλαμβάνεται στον στάνταρ εξοπλισμό, τόσο του Tracer 9 όσο και του Tracer 9 GT. Η σέλα του συνεπιβάτη έχει μεγαλώσει σε πάχος και πλάτος, αυξάνοντας παράλληλα και την απόστασή της από τα μαρσπιέ για ακόμη μεγαλύτερη άνεση, συγκριτικά με την προηγούμενη γενιά των Tracer 900.

Η έκδοση GT του Tracer 9, αυτή που και εμπορικά κατέχει την μερίδα του λέοντος ανάμεσα στις δύο εκδόσεις, είναι η σαφώς και πιο πλούσια εξοπλισμένη, με την σημαντικότερη διαφορά να την κάνουν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις της KYB. Το βάρος που προσθέτουν είναι γύρω στα έξι κιλά, ενώ στον στάνταρ εξοπλισμό του Tracer 9 GT συμπεριλαμβάνεται το εξαιρετικό quickshifter δύο κατευθύνσεων και φυσικά οι δύο πλαϊνές βαλίτσες.

Όπως θα διαβάσετε στην πλήρη, αναλυτική δοκιμή των νέων Tracer 9 στο ΜΟΤΟ που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες, το "ραντεβού" μας με τις δύο μοτοσυκλέτες της Yamaha , είχε κλειστεί στους παγωμένους, με ωραία χάραξη αλλά ανάμικτη κατάσταση της ασφάλτου, δρόμους της Τοσκάνης γύρω από την Σιένα. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όμως του κακού ασφαλτοτάπητα στο πρώτο μισό της διαδρομής, ο κινητήρας κατάφερε να μας επιβεβαιώσει την γεμάτη σε αίσθηση ροπής και επιτάχυνσης μεσαία μπάντα των στροφών. Πάνω στη σέλα του στάνταρ Tracer 9 αρχικά, πήραμε την πρώτη θετικά εικόνα για την εξαιρετική εργονομία και την άνεση που μπορεί να προσφέρει η μοτοσυκλέτα, αλλά και την πραγματικά άριστη λειτουργία των ηλεκτρονικών που ανεβάζουν τον δείκτη αυτοπεποίθησης ψηλά, με το καλημέρα. Τα κομμάτια της Autostrada ήταν μια πραγματική αποκάλυψη για την σταθερότητα του Tracer 9, με πολύ καλή προστασία παράλληλα που συνεπάγεται άνεση και ξεκούραστα χιλιόμετρα στο ταξίδι, αλλά ακόμη μεγαλύτερη αποκάλυψη ήταν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις, όταν ήρθε η σειρά του Tracer 9 GT να με φιλοξενήσει στο υπόλοιπο μισό της διαδρομής.

Τα δύο διαφορετικά προεπιλεγμένα modes λειτουργίας (Α1 και Α2) λειτουργούν υποδειγματικά, αφήνοντας ελάχιστο ποσοστό να γίνει αντιληπτό από το φαινόμενο του γυροσκοπικού, που συνήθως "ταλανίζει" τα αντίστοιχα συστήματα ημιενεργητικών αναρτήσεων. Ο χρόνος μετάβασης στις διαφορετικές ρυθμίσεις των αποσβέσεων είναι ταχύτατος και έχοντας εμπειρία από το προηγούμενο Tracer 900 –τόσο από την παρουσίασή του στην Ισπανία, όσο και από την δοκιμή του στην Ελλάδα- μου ήταν άμεσα αντιληπτό το πόσο καλύτερα πάταγε η μοτοσυκλέτα στο δρόμο.

Επειδή όμως το πώς γίνεται αυτό είναι εξίσου –ή και περισσότερο…- ενδιαφέρον από το ίδιο το αποτέλεσμα, στο ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί την Πέμπτη 1η Απριλίου θα μπορέσετε να διαβάσετε την σε βάθος τεχνική ανάλυση, αλλά και πολύ περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς η Yamaha έκανε ένα σημαντικό άλμα στην εξέλιξη των σύγχρονων sport touring μοτοσυκλετών.

Διαβάστε στο ΜΟΤΟ της 1ης Απριλίου την αναλυτική παρουσίαση των νέων Tracer 9 / GT

 

Ετικέτες

Τριήμερο στο Πήλιο με την Harley Davidson Forty Eight

1000 χιλιόμετρα σε τρεις μέρες
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

26/9/2018

Οι απορίες γιατί ζήτησα από την Harley Davidson Athena να μου δώσει ένα Forty Eight για να πάω στα χωριά του Πηλίου συνοδεύοντας το πρώτο Woman’s Ride, ξεκίνησαν πρώτα από τους συναδέρφους μου στο γραφείο.

Με αυτό θα κάνεις 1000 χιλιόμετρα; Είπε ο ένας. Δεν είχαν κάποιο τουριστικό να σου δώσουν; Θα αντέξεις; Συμπλήρωσε ο άλλος και όλοι μαζί αναρτιόντουσαν αν  έχει κλονιστεί η ψυχική υγεία μου.

 Θα μπορούσα να κάνω αυτό το τριήμερο ταξίδι με το Honda Africa Twin που έχουμε για long term test. Ακόμα κι αν δεν ήθελα το Africa, θα μπορούσα να βρω από κάποια άλλη αντιπροσωπεία μια σαφώς πιο ξεκούραστη μοτοσυκλέτα για να ταξιδέψω στην εθνική και να βολτάρω στους ορεινούς δρόμους των χωριών του Πηλίου. Την επιλογή όμως του Forty Eight δεν την έκανα με γνώμονα την σωματική άνεση.

Το σκεπτικό μου ήταν εντελώς διαφορετικό. Για τρεις ήμερες θα ήμουν μακριά από το σπίτι μου και θα συμβίωνα με 40 άτομα που δεν γνώριζα κανένα από αυτά. Ούτε ήξερα κανέναν, ούτε είχα ιδέα  ποιο θα ήταν το ύφος της εκδήλωσης. Ασχέτως αν στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι το Woman’s Ride ήταν από τις καλύτερες μοτοσυγκεντρώσεις που θυμάμαι να έχω πάει, εν τούτοις πριν ξεκινήσουν όλα, πίστευα ότι θα περάσω ατελείωτες ώρες αμηχανίας ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους. Οπότε σκέφτηκα πως έπρεπε να πάω με μια μοτοσυκλέτα που θα κάνει από μόνη της ενδιαφέρουσα αυτή την εκδρομή. Για να είμαι ειλικρινής η επιλογή του Forty Eight δεν είχε τόσο μεγάλο ρίσκο όσο φαντάζονται κάποιοι. Το είχα οδηγήσει πριν μερικούς μήνες για δύο-τρεις ημέρες και ήξερα πάνω-κάτω τι είδους μοτοσυκλέτα είναι.

Η Harley Davidson έχει κάνει άλματα προόδου τα τελευταία χρόνια, σε όλους τους τομείς που είχαν μείνει πίσω οι μοτοσυκλέτες της. Οι αναρτήσεις και τα φρένα έχουν σύγχρονη απόδοση και ποιότητα λειτουργίας. Τα πλαίσιά της είναι γεροδεμένα, οι νέοι ψεκασμοί που χρησιμοποιεί πλέον έχουν γλυκάνει την λειτουργία των κινητήρων της και τα κιβώτια ταχυτήτων έχουν μαλακώσει. Σαφώς το Forty Eight είναι ένα σπαρτιάτικο bobber, με μικρές διαδρομές αναρτήσεων και την πιο σπορ θέση οδήγησης απ’ όλα τα υπόλοιπα μοντέλα της σειράς Sportster. Όμως σε σχέση με τα Sportster της δεκαετίας του ’90 και των αρχών του 2000, είναι πολύ πιο ολοκληρωμένη μοτοσυκλέτα και ζεις αντίστοιχα πολύ πιο εύκολα μαζί της καθημερινά. Το μόνο πράγμα που με προβλημάτισε σε αυτό το τριήμερο ταξιδάκι ήταν η μικρή αυτονομία του ρεζερβουάρ. Η κατανάλωση βενζίνης είναι μικρή για κινητήρα 1200 κυβικών (από 4,5 έως 6 λίτρα για κάθε 100km) όμως τα μόλις 140 χιλιόμετρα της πραγματικής αυτονομίας αν ταξιδεύεις με ταχύτητες 140-160km/h σε αναγκάζουν να κάνεις συχνές στάσεις και θα πρέπει να τις προγραμματίζεις σωστά. Κάτι που εγώ δεν είχα κάνει, με αποτέλεσμα να μείνω από βενζίνη στα τελευταία διόδια πριν την Λαμία, μόλις 8 χιλιόμετρα πριν το επόμενο βενζινάδικο. Αυτή ήταν και η μοναδική στιγμή που το Forty Eight με έφερε σε δύσκολη θέση. Όλο το υπόλοιπο τριήμερο μου απέδειξε ότι ήταν η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσα να κάνω για αυτή την εκδρομή.

Στην εθνική το Forty Eight ταξιδεύει αναπάντεχα καλά και ξεκούραστα με ταχύτητες μεταξύ 120-130km/h. Η μακριά 5η σχέση στο κιβώτιο ταχυτήτων  επιτρέπει στον κινητήρα να περιστρέφεται ξεκούραστα μεταξύ 3000-4000 στροφών, χωρίς να ζορίζεται.

Εξίσου ευχάριστο ήταν και στα ορεινά στροφιλίκια. Το σφικτό πλαίσιο και οι ποιοτική λειτουργία των αναρτήσεων, χαρίζουν στο Forty Eight κορυφαία αμεσότητα στους χειρισμού για την κατηγορία των cruiser και σε εκπλήσσει ευχάριστα η ελαφριά αίσθηση που έχει στις αλλαγές πορείας. Μαζί με την ροπή των 1200 κυβικών και τις μακριές σχέσεις ταχυτήτων, το Forty Eight ανέβαινε και κατέβαινε τα βουνά του Πηλίου με αρχοντιά.

Το πόσο εύκολη είναι αυτή η μοτοσυκλέτα στην οδήγησή της στις στροφές και κυρίως πόσο ευχάριστη και μοναδική είναι η εμπειρία που την συνοδεύει, την επιβεβαίωσαν τα σχόλια που έκαναν οι κοπέλες που την οδήγησαν. Στην αρχή φυσικά ήταν μαγκωμένες και όλες τους δίσταζαν να ανέβουν στην σέλα της. Ό,τι ήξεραν για τις Harley Davidson ήταν ό,τι τους είχαν πει οι “έμπειροι” φίλοι τους μοτοσυκλετιστές (που μπορούν να γράψουν ολόκληρο τεστ μοτοσυκλέτας βλέποντας μια φωτογραφία…). Όταν όμως βρέθηκε η πρώτη θαρραλέα κοπέλα να κάτσει στη σέλα της τα πάντα άλλαξαν. Επί μία ώρα το Forty Eight έκανε πάνω κάτω τους δρόμους γύρο από το ξενοδοχείο, αλλάζοντας συνεχώς γυναικεία χέρια.

Αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο Forty Eight έχει συλλεκτική αξία, γιατί είναι το μοναδικό Harley στην Ελλάδα που έχουν κάτσει στη σέλα του τόσοι πολλοί γυναικείοι κώλοι!

Θα αποφύγω να γράψω εδώ τα σχόλια που έκαναν όταν επέστρεφαν, διότι όλα τους περιελάμβαναν μέσα λέξεις που έχουν σχέση με το sex…  Αξίζει όμως να πω, ότι όταν έκαναν test ride τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες, τα σχόλιά τους ήταν βασισμένα στην ψυχρή λογική και έλεγαν τι του άρεσε και δεν τους άρεσε. Στην περίπτωση όμως του Forty Eight τα σχόλιά τους ήταν συναισθηματικά φορτισμένα κι αυτό λέει τα πάντα για την εμπειρία οδήγησης αυτής της μοτοσυκλέτας.