Παρουσίαση ελαστικών: Mitas TOURING FORCE-SC

Πρώτες εντυπώσεις από την δοκιμή τους
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

4/8/2018

Γράφουμε χιλιόμετρα με τα νέα Touring Force-SC της Mitas, που κατασκευάζονται στην Σλοβενία, σε μία δοκιμή που θα κρατήσει μέχρι το σύνολο της ζωής τους, ώστε να έχουμε μία σαφή εικόνα για την διάρκειά της αλλά και την συμπεριφορά τους μέχρι το τέλος. Οι πρώτες εντυπώσεις όμως είναι πολύ ενθαρρυντικές για το νέο ελαστικό της Mitas, έναν Ευρωπαϊκό κολοσσό των ελαστικών που έχει την Ν1 θέση σε πιο εξειδικευμένα ελαστικά, όπως αυτά των βαρειών μηχανημάτων και των αγροτικών. Βασικά η ιστορία της Mitas είναι γεμάτη από ευρωπαϊκές πρωτιές που στο άκουσμά τους αναθεωρεί κανείς το μέγεθος της, καθώς υπάρχει η αντίληψη στους Έλληνες μοτοσυκλετιστές που δεν είναι γεωργοί, ή δεν χειρίζονται βαριά μηχανήματα, πως πρόκειται για μία νέα εταιρία.

Η Mitas φτιάχνει ελαστικά οχημάτων από το 1930, ωστόσο το αντικείμενό τους νωρίτερα αλλά και κυρίαρχα παράλληλα με την ενασχόλησή τους με τα ελαστικά οχημάτων, ήταν τα πολυμερή και το ελαστικό ως υλικό πλέον. Με αυτά προμήθευαν κι άλλους κατασκευαστές, την βιομηχανία σε διάφορους τομείς  ενώ το όνομα που έχουν σήμερα το υιοθέτησαν αργότερα, το 1947. Ωστόσο πάντοτε η βαρύτητα παρέμενε στην βιομηχανία, επενδύοντας στην χημεία του ελαστικού ως υλικού, και το 2004 απέκτησαν κομμάτι μίας άλλης εταιρίας που έχει απίστευτα τεράστιο όγκο εργασιών κι εμείς την ξέρουμε για την άκρη της φτέρνας της και μόνο. Ο όμιλος που διαχειρίζεται την Mitas, εξαγόρασε τότε το τμήμα ελαστικών των αγροτικών μηχανημάτων της Continental A.G. ενός κολοσσού από τα ηλεκτρονικά έως - κάπου στο τέλος- τα ελαστικά μοτοσυκλετών. Με αυτό το βήμα, γρήγορα εξελίχθηκαν στον σημαντικότερο κατασκευαστή ελαστικών για τους αγρότες της Ευρώπης. Πριν από τρία χρόνια, ο όμιλος που κατείχε την Mitas ενώθηκε με τον Σουηδικό κολοσσό της χημείας, τον Trelleborg, που είχε αντίστοιχη πορεία στην δική του ιστορία. Έφτιαχνε ελαστικά για αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες από τότε που ξεκίνησαν να υπάρχουν μοτοσυκλέτες, την πρώτη δεκαετία του 1900, πριν αφοσιωθεί στα πολυμερή προϊόντα και στην προμήθεια των βιομηχανιών! Με πολύ γερές πλάτες στην χημεία, σχεδόν ολοκληρωτική ευρωπαϊκή προσέγγιση, από την στιγμή που η Ευρώπη αντιστοιχεί σε πάνω από το 80% των πωλήσεων, η Mitas δεν είναι μία νέα εταιρία, αλλά νέος είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει την μοτοσυκλέτα επενδύοντας δυναμικά. Τα τελευταία χρόνια η Mitas που είχε εξαιρετικές κριτικές στο Motocross, εμπλουτίζει συνεχώς την γκάμα της στα ελαστικά μοτοσυκλέτας.

Το TOURING FORCE-SC είναι ένα δείγμα της επένδυσης αυτής από την Mitas, καθώς ενσωματώνει την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, έχοντας εξελιχθεί με την χρήση εξομοιωτών και προγραμμάτων τρισδιάστατης εικονικής πραγματικότητας.

Αυτό δίνει στους κατασκευαστές την δυνατότητα να τρέξουν χιλιάδες δοκιμές, που κανονικά θα απαιτούσαν χρόνια με την κλασσική μέθοδο της επαλήθευσης σε πραγματικές συνθήκες, πριν καταλήξουν σε ορισμένα πρωτότυπα που δοκιμάζονται στο δρόμο.

Αυτή την τεχνολογία χρησιμοποιεί και η Mitas, και στις βροχές που έπληξαν την χώρα τις προηγούμενες μέρες, η πολύπλοκη αυτή διαδικασία απέδειξε τον σκοπό της, καθώς η πρόσφυση ήταν σε υψηλά επίπεδα!

Το Touring Force –SC δεν έχει την πιο γρήγορη κορώνα που έχουμε δει στην κατηγορία, πράγμα που αποτελεί και πλεονέκτημα από μία οπτική, καθώς είναι ελάχιστοι εκείνοι που ψάχνουν ένα ελαστικό για σκούτερ, ιδανικό για απότομες αλλαγές κατεύθυνσης. Απεναντίας όμως, το Touring Force –SC έχει πολύ καλή συμπεριφορά μετά το αρχικό πλάγιασμα και όσο το πιέζεις στρίβοντας με ταχύτητα. Επιτρέπει έτσι στον αναβάτη να ξύσει την ποδιά σε σκούτερ που δεν έχουν αμιγώς σπορ χαρακτήρα. Στην μεγάλη κλίση, εκεί που λίγα ελαστικά της κατηγορίας αποδίδουν, τα Mitas επιβραβεύουν τον αναβάτη με προβλέψιμη συμπεριφορά, χωρίς κινητικότητα πέλματος που –για την συγκεκριμένη κατηγορία- οδηγεί σε μείωση πρόσφυσης και δοκιμάζει την ακαμψία του πλαισίου.

Ταυτόχρονα οι λακκούβες, τα σαμαράκια αλλά και οι περιπτώσεις αυξημένου φορτίου, δεν επιβαρύνουν τον σκελετό του ελαστικού, ένα σημείο που γενικότερα η Mitas ξεχωρίζει γιατί αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες προκλήσεις: Ένα από τα ελαστικά στην γκάμα της, ζυγίζει 450 κιλά και ο σκελετός του αποτελείται από ενιαίο, περιπλεγμένο νήμα, που το μήκος του φτάνει τα 50km! Μέσα από την τεράστια εξειδίκευσή της στις ειδικές κατασκευές, η Mitas έχει αποκτήσει μία αξιοζήλευτη τεχνογνωσία στην δημιουργία σκελετών, κι αυτή την στιγμή θέλει να την εμπλουτίσει με την ταχύτητα, έναν τομέα που δεν έχει αντίστοιχα μεγάλη εμπειρία. Στην συγκεκριμένη κατηγορία των σκούτερ όμως, οι σπορ δυνατότητες συναντούν την κορυφή του ανταγωνισμού.

Μέχρι στιγμής είδαμε πως ο καύσωνας μπορεί να επηρεάσει την απόδοση του Touring Force –SC όμως είναι εξαιρετικό το γεγονός πως η όποια απώλεια πρόσφυσης έρχεται με τρόπο που μας θυμίζει τα πλεονεκτήματα κορυφαίων ελαστικών της κατηγορίας, πολύ σταδιακά δηλαδή και με μεγάλα περιθώρια αντίδρασης. Άλλωστε στην ελληνική άσφαλτο είναι εξαιρετικό το γεγονός να βρίσκεις ένα ελαστικό που δουλεύει το ίδιο καλά εντός κι εκτός συνόρων. Συνήθως τα πράγματα αντιστρέφονται μόλις περνάς τα σύνορα κι αυτό έχει κυρίαρχη αιτία στην σύνθεση της ελληνικής ασφάλτου, κι έχουμε εξηγήσει πολλές φορές το γιατί στο περιοδικό.

Η Mitas βέβαια, και ακόμα περισσότερο τα τελευταία χρόνια κάτω από την ομπρέλα του νέου ομίλου, έχει πρόσβαση σε μία τεράστια τεχνογνωσία ελαστομερών στοιχείων, και είναι κληρονόμος μίας πλούσιας εμπειρίας στην δημιουργία συστατικών γόμας. Το νέο της ελαστικό έχει γόμα με χρήση S-SBR, όπως για παράδειγμα έχει εξελίξει και η Goodyear. Πρόκειται για συμπολυμερές στυρενίου-βουταδιενίου, δηλαδή δύο μονομομερών που έχουν πολυμεριστεί μαζί και αποτελεί μία αρκετά εμπορική και γενικευμένη λύση στην βιομηχανία ελαστικών.. με την διαφορά πως η ιδανική εφαρμογή για να υπάρχει ταυτόχρονα μεγάλη διάρκεια ζωής και εξαιρετική πρόσφυση, είναι κάτι που λίγοι κατασκευαστές έχουν καταφέρει να συνδυάσουν. Στην Mitas αυτό ήταν ένα από τα πρώτα προβλήματα που χρειάστηκε να λύσουν για να γίνουν νούμερο ένα στην Ευρώπη στα εξειδικευμένα ελαστικά, καθώς η διάρκεια ζωής για τον επαγγελματία είναι ο καθοριστικός παράγοντας επιλογής.

Για να δώσουμε το μέτρο σύγκρισης, στα πολυμερή υλικά και τα παράγωγα ελαστικών, ο όμιλος που ελέγχει την Mitas είναι τρίτος στον κόσμο, σε μία τεράστια αγορά που τα ελαστικά μοτοσυκλετών ούτε που φαίνονται ως ποσοστό αν προσπαθήσεις να τα αποτυπώσεις σε κάποιο διάγραμμα. Η εμπειρία τους λοιπόν στην χημεία των ελαστικών είναι σε υψηλότατο σημείο και το Touring Force –SC επωφελείται από αυτή ακριβώς την προίκα!

Εκεί που η Mitas έχει μικρότερη εμπειρία, συγκριτικά με άλλους κατασκευαστές, είναι στην δημιουργία ελαστικών μοτοσυκλετών με απαιτήσεις, εκεί δηλαδή που επενδύει πολύ δυναμικά τα τελευταία χρόνια. Στην περίπτωση του Touring Force –SC βέβαια, εφάρμοσε όλες τις δοκιμασμένες από την ίδια λύσεις και η πρώτη εντύπωση είναι ιδιαίτερα θετική, όσο ακόμα μετράμε σε εκατοντάδες και σκοπεύουμε να φορτώσουμε σε χιλιάδες, τα χιλιόμετρα της γνωριμίας μας, για να επανέλθουμε σε τεύχος του περιοδικού αναλυτικότερα και ειδικότερα…

περιοδικό ΜΟΤΟ
στις φωτογραφίες: Παναγιώτης Καραβοκύρης . φωτογράφος: Θανάσης Κουτσογιάννης

 

Ετικέτες

Οδηγούμε πρώτοι στη νέα άσφαλτο της πίστας των Σερρών

Τί άλλαξε και τί έμεινε ίδιο
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

26/9/2021

Πριν περίπου 22 χρόνια το ΜΟΤΟ έκανε το πρώτο συγκριτικό τεστ μοτοσυκλετών στην ολοκαίνουρια τότε πίστα των Σερρών και από την πρώτη στιγμή την αγαπήσαμε περισσότερο από κάθε άλλη πίστα. Η φανταστική χάραξη, η εντυπωσιακή πρόσφυση και η πάντα εξαιρετική φιλοξενία όλων των ανθρώπων που δουλεύουν μέσα και έξω από αυτό το στολίδι του μηχανοκίνητου αθλητισμού της Β. Ελλάδας (και ολόκληρης της χώρας μας), έκαναν το πολύωρο ταξίδι από την Αθήνα να φαίνεται μια ευχάριστη εκδρομή.

Εκεί κάναμε τα πρώτα μαθήματα οδήγησης σε πίστα που έγιναν στην Ελλάδα και εκεί πάμε για να κάνουμε τα πιο σημαντικά συγκριτικά τεστ των κορυφαίων σπορ μοτοσυκλετών. Είναι το δεύτερο σπίτι μας στην κυριολεξία και έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη, τόσο του επιπέδου της δουλειάς μας, όσο και στο επίπεδο των Ελλήνων αναβατών, που πλέον έχουν ένα υψηλού επιπέδου “πεδίο δράσης” να αγωνιστούν και να προπονηθούν. Αυτό φάνηκε περισσότερα στα χρόνια που ακολούθησαν, όπου πλέον βλέπουμε τους Έλληνες αναβάτες να φέρνουν εξαιρετικά αποτελέσματα στους αγώνες του εξωτερικού.

Φυσικά μετά από τόσα χρόνια λειτουργίας, η άσφαλτος της πίστας είχε αρχίσει να κουράζεται σε κάποια σημεία και το επίπεδο της πρόσφυσης άρχισε να πέφτει. Η πρώτη προσπάθεια που έγινε από τους ανθρώπους της πίστας ήταν να στρώσουν με καινούρια άσφαλτο τα προβληματικά τμήματα της πίστας.

Δυστυχώς όμως η ποιότητα της δουλειάς που έγινε τότε δεν ήταν η αναμενόμενη με αποτέλεσμα οι ραφές και οι ενώσεις να δημιουργήσουν σαμαράκια και η καινούρια άσφαλτος να “ξεφτίσει” πολύ γρήγορα.

Ακολούθησαν άμεσα διορθωτικά έργα, με καινούρια ασφαλτόστρωση στα προβληματικά σημεία και αυτή τη φορά η πρόσφυση επανήλθε σε υψηλό επίπεδο – όχι όμως στο επίπεδο που ήταν η αρχική άσφαλτός.

Εδώ να κάνουμε μια παρένθεση και να πούμε δύο σημαντικά πράγματα. Η πρώτη ασφαλτόστρωση είχε κορυφαία πρόσφυση (ακουμπάγαμε γόνατο σε τεστ supersport 600 με καταρρακτώδη βροχή και sport-touring ελαστικά πρώτης τοποθέτησης και τεχνολογίας εικοσαετίας) όμως λόγω του χοντρού/άγριου χαλικιού της “έτρωγε” γρήγορα τα ελαστικά. Όταν πέρασαν τα χρόνια και οι μύτες αυτών των χοντρών χαλικιών άρχισαν να λειαίνονται, η πρόσφυση έπεσε, αλλά η μεγάλη φθορά των ελαστικών παρέμεινε.

Έτσι ξεκίνησαν τα παράπονα των αγωνιζόμενων (χάλαγαν πολλά ελαστικά, χωρίς να βελτιώνουν τους χρόνους τους), οπότε ξεκίνησε η διαδικασία από τους ανθρώπους της πίστας για την “τμηματική” αντικατάσταση του ασφαλτοτάπητα.

Τα νέα κομμάτια που στρώθηκαν είχαν πλέον πιο λεπτό χαλίκι, οπότε η φθορά των ελαστικών επανήλθε σε φυσιολογικά επίπεδα και φυσικά ως καινούρια πλέον άσφαλτος, το επίπεδο της πρόσφυσης έγινε ξανά υψηλό.

Σε συνδυασμό με την πρόοδο της τεχνολογίας των ελαστικών και των μοτοσυκλετών, τα ρεκόρ χρόνου βελτιώθηκαν, παρά το γεγονός πως οι “ραφές’ και οι “ενώσεις” είχαν δημιουργήσει σαμαράκια στις εισόδους και στις εξόδους αρκετών στροφών.

Το βασικό “πρόβλημα” δηλαδή που έπρεπε να λυθεί με αυτή την καινούρια ασφαλτόστρωση ήταν οι ανωμαλίες της επιφάνειας της πίστας και όχι το επίπεδο της πρόσφυσης.

Έτσι αυτή τη φορά οι άνθρωποι της πίστας αποφάσισαν την ολική αντικατάσταση του ασφαλτοτάπητα και όχι την τμηματική.

Το έργο αυτό πέρασε από πολλά εμπόδια για να χρηματοδοτηθεί και η προσπάθεια που έγινε από την μεριά των ανθρώπων της πίστας για να ολοκληρωθεί δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.

Φτάσαμε λοιπόν στο σήμερα και όπως πριν από 22 χρόνια, έτσι και τώρα το ΜΟΤΟ ταξίδεψε στις Σέρρες με τις πρώτες μοτοσυκλέτες που θα πάταγαν πάνω στην καινούρια άσφαλτο της πίστας.

Καθώς αυτό το έργο αφορά, τόσο τους αγωνιζόμενους, όσο και τους απλούς φίλους των track day, αποφασίσαμε να πάρουμε μαζί μας ό,τι ακριβώς χρειαζόμασταν για να καλύψουμε τις ανάγκες και τις απορίες των δύο διαφορετικών αυτών κατηγοριών αναβατών.

Ο Σάκης Συνιώρης και η προσωπική του αγωνιστική Yamaha R1 με ελαστικά slick, μαζί με ένα KTM 1290 Superduke R και ελαστικά δρόμου μπήκαν μαζί μας στο φορτηγό του ΜΟΤΟ και έφτασαν στην πίστα των Σερρών.

Σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε κάτι σημαντικό. Δεν ξέρουμε ποιός πραγματικά μπαίνει στην διαδικασία να κάνει τόσα έξοδα, συνυπολογίζοντας και τον χρόνο για να δοκιμάσει μία άσφαλτο, δεν δικαιολογείται δηλαδή, εκτός κι αν μιλάμε για το ΜΟΤΟ... και οι συγκυρίες ευτυχώς ανέλαβαν τα υπόλοιπα.

Ο καιρός ήταν τέλειος, με λιακάδα και δροσερό αεράκι να κρατά το σώμα μας και τα ελαστικά στη σωστή θερμοκρασία λειτουργίας καθ΄όλη τη διάρκεια των δύο ημερών που ήμασταν εκεί.

Η πρώτη αναγνωριστική βόλτα στην πίστα έγινε με το SuperdukeR και τα ελαστικά δρόμου.

Η αίσθηση είναι κάπως παράξενη όταν μπαίνεις σε μια πίστα που την ξέρεις τόσο καλά, αλλά την ίδια στιγμή η εικόνα και τα χρώμα έχουν αλλάξει.

Η ενιαία μαύρη φρέσκια πίσσα στην άσφαλτο και το έντονο άσπρο/κόκκινο χρώμα των βιράζ (δεν είχαν βαφτεί όλα), δημιουργούν μια εντελώς διαφορετική οπτική σε σχέση με ό,τι είχε συνηθίσει το μάτι σου όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Αρχικά νομίζεις πως η πίστα έγινε δυο-τρία μέτρα πιο φαρδιά! Ειδικά στις Κ1-Κ2 νομίζεις πως μπαίνεις σε… αεροδιάδρομο. Το ενιαίο χρώμα χωρίς σημάδια πατήματως και γραμμών δημιουργούν αυτή την αίσθηση. Το ίδιο νοιώθεις φτάνοντας στην Κ5 και στο τριπλό χρειάστηκαν πολλοί γύροι μέχρι να βρούμε τη σωστή γραμμή μας.

                                                 

Καθώς ήμασταν οι πρώτες μοτοσυκλέτες που μπήκαμε στην πίστα και πριν από εμάς είχαν μπει μόνο μερικά αυτοκίνητα, η άσφαλτος είχε ακόμα πάνω της πολύ σκόνη και αυτή η σκόνη θα φύγει μόνο με την χρήση της πίστας και το πέρασμα του χρόνου.

Ήδη η πίστα έχει πλυθεί αρκετές φορές με πίεση νερού από την υδροφόρα του δήμου και μάλιστα η τελευταία φορά ήταν ακριβώς το προηγούμενο βράδυ πριν μπούμε εμείς.

Όμως αν δεν περάσουν πολλά αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες από πάνω της να “αφήσουν λάστιχο” και να βγάλουν την παραπανήσια πίσσα, καθαρίζοντας τα χαλίκια, θα συνεχίσει να βγάζει την σκόνη που έχει παγιδευτεί στους “πόρους” της.

Έχουν προγραμματιστεί εντός του Οκτωβρίου πολλές εκδηλώσεις (αγώνες αυτοκινήτου και track day) οπότε σύντομα η πίστα θα είναι πεντακάθαρη – τουλάχιστον πάνω στην αγωνιστική γραμμή.

Σε ό,τι αφορά το επίπεδο της πρόσφυσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε πως το μέγιστο επίπεδο της πρόσφυσης σε μια καινούρια πίστα αρχίζει να εμφανίζεται μετά από επτά μήνες και συνήθως είναι μετά τον πρώτο χρόνο (ανάλογα τη συχνότητα και το είδος χρήσης της).

Η ολοκαίνουρια άσφαλτος ΔΕΝ ΚΡΑΤΑΕΙ και εμφανίζει ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΕΙΣ στο επίπεδο της πρόσφυσης από ώρα σε ώρα και από μέρα σε μέρα.

Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι λόγω της πλεονάζουσας φρέσκιας πίσσας η οποία κάνει την επιφάνειά της “λιπαρή” και ευαίσθητη στις αλλαγές θερμοκρασίας και υγρασίας της ατμόσφαιρας.

Προφανώς σε έναν δημόσιο δρόμο που είναι παρκέ αν βάλεις καινούρια άσφαλτο θα κρατάει περισσότερο, αλλά όχι σε μία πίστα που ήδη έχει υψηλό επίπεδο πρόσφυσης.

Αυτά δεν τα λέμε εμείς από το κεφάλι μας, αυτά τα μάθαμε από την εμπειρία σε αυτό που κάνουμε τόσα χρόνια κι ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι από τους ανθρώπους του αγωνιστικού τμήματος των superbike ελαστικών της Pirelli όταν πήγαν για δοκιμές στην πίστα της Jerez πριν και μετά την καινούρια ασφαλτόστρωση της πίστας.

Οπότε αυτή τη στιγμή η καινούρια άσφαλτος των Σερρών δεν κρατάει όσο πριν και δεν προσφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, αλλά είναι βέβαιο πως μετά από λίγους μήνες χρήσης θα αρχίσουμε να βλέπουμε νέα ρεκόρ γύρου.

Γνωρίζοντας τα παραπάνω, ήταν φυσιολογικό να χρειαστεί να αλλάξουμε αρκετές φορές τις πιέσεις των ελαστικών δρόμου και τις ρυθμίσεις των αναρτήσεων και των ηλεκτρονικών στο KTM Superduke R, ώστε να τις προσαρμόσουμε κάθε στιγμή στις μεταβολές που παρουσίαζε η πρόσφυση λόγω των αντίστοιχων μεταβολών της θερμοκρασίας περιβάλλοντος.

Το ίδιο συμβαίνει και στις “ώριμες” πίστες, απλώς στην φρέσκια άσφαλτο αυτές οι μεταβολές είναι πολύ πιο έντονες και εμφανείς.

 

Όμως όπως είπαμε και στην αρχή, ο βασικός λόγος που έγινε η νέα ασφαλτόστρωση δεν ήταν τόσο η πρόσφυση της πίστας.

Εκείνο που αποτελούσε σημείο συζήτησης ήταν τα σαμαράκια και οι ανωμαλίες που είχαν δημιουργήσει τα πρώτα έργα επιδιόρθωσης.

Με εξαίρεση την Κ1 που από την πρώτη μέρα είχε ένα μικρό σαμαράκι στο σημείο που άφηνες τα φρένα και μεταξύ Κ15-Κ16 που είχε μια ελαφριά “λακκούβα” στο σημείο που χουφτώνεις το γκάζι στην έξοδο, τα αποσπασματικά έργα επιδιόρθωσης που ακολούθησαν είχαν προσθέσει με τις “ραφές” τους ανωμαλίες μεταξύ των Κ1-Κ2, στην Κ4 (την γρηγορότερη στροφή τη πίστας), στην είσοδο και στο κέντρο της Κ10 και στην είσοδο της Κ13.

Με το πέρασμα των χρόνων και την φυσιολογική καθίζηση του υπέδαφους από την χρήση και των νερών (βροχής και υπόγειων υδάτων), οι ανωμαλίες αυτές έγιναν προοδευτικά πιο έντονες.

 

Αυτά ήταν τα βασικά σημεία που τα έργα της καινούριας ασφαλτόστρωσης έπρεπε να βελτιώσουν για να γίνει η πίστα των Σερρών καλύτερη κι από την πρώτη ημέρα, δηλαδή να γίνει τέλεια.

Η επιλογή του KTM 1290 Superduke R αποδείχτηκε η καλύτερη που θα μπορούσαμε να κάνουμε για αυτή τη δουλειά.

Όχι μόνο γιατί πρόσφατα την είχαμε οδηγήσει στις Σέρρες με την προηγούμενη άσφαλτο στο συγκριτικό των streetfighter, αλλά κυρίως γιατί είναι μια μοτοσυκλέτα που μεταφέρει στον αναβάτη της όλες τις πληροφορίες με απόλυτα αναλογικό και ευθύ τρόπο.

Ακόμα και τα ηλεκτρονικά της δεν σου κρύβουν τίποτα, ενώ το ABS έχει ρύθμιση που απενεργοποιεί την λειτουργία cornering και επεμβαίνει μόνο στον εμπρός τροχό και μόνο όταν η μοτοσυκλέτα είναι εντελώς όρθια. Επίσης έχει συμβατικές αναρτήσεις που ρυθμίζονται πανεύκολα και γρήγορα και όχι ημί-ενεργητικές που κρύβουν ή “θολώνουν” τις ανωμαλίες της επιφάνειας της ασφάλτου.

Με τα ελαστικά δρόμου να έχουν πιο σκληρό σκελετό και να δουλεύουν σε υψηλότερες πιέσεις σε σχέση με τα slick (όλα τα ελαστικά με έγκριση τύπου για τον δρόμο πρέπει να είναι πρώτα απ’ όλα σταθερά και ασφαλή στις υψηλές ταχύτητες), το Superduke R μας έδειξε με κάθε λεπτομέρεια πιο είναι το νέο ανάγλυφο της πίστας των Σερρών.

 

Ξεκινώντας από την Κ1, η πίστα θύμιζε την πρώτη ημέρα που άνοιξε, δηλαδή εξακολουθεί να υπάρχει η ανωμαλία στο σημείο που τελειώνει το trail-braking αλλά τώρα είναι πιο ήπιο. Γενικά μέχρι να φτάσεις στην Κ5 η πίστα έχει ομαλοποιηθεί, όχι όμως σε απόλυτο βαθμό. Για τις κλίσεις και την ταχύτητα που κινούμασταν λόγω της χαμηλότερης πρόσφυσης σε αυτά τα σημεία, η πίστα έχει γίνει πολύ καλύτερη στο πρώτο κομμάτι της. Όμως αφήνουμε ένα ερωτηματικό για το πόσο “ενοχλητικές” θα γίνουν αυτές οι μικρές ανωμαλίες όταν η πίστα αποκτήσει το μέγιστο κράτημά της και οι χρόνοι πέσουν.

Με την αγωνιστική μοτοσυκλέτα και τα slick ελαστικά που έχουν μεγαλύτερο προφίλ και χαμηλότερες πιέσεις, οι ανωμαλίες στο πρώτο κομμάτι δείχνουν μικρότερες από πριν, αλλά και πάλι η πρόσφυση της φρέσκιας και βρώμικης επιφάνειας της πίστας δεν άφησαν περιθώρια να κάνει ο Σάκης χρόνους που να μας επιτρέπουν να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για το επίπεδο της βελτίωσης σε αγωνιστικό ρυθμό.

Από την είσοδο της Κ5 έως και την ευθεία προς την Κ10 η πίστα έχει γίνει χαλί.

Μοναδικό ερώτημα είναι η πρόσφυση της λευκής μπογιάς στην γραμμή οριοθέτησης και γενικά της μπογιάς στα βιράζ. Μία φορά που περάσαμε από πάνω τους γλίστρησε αμέσως και βρήκαμε άσπρη/κόκκινη μπογιά πάνω στα ελαστικά όταν βγήκαμε στα πιτς. Είχαν βαφτεί μόλις πριν μερικές μέρες, οπότε κρατάμε χαμηλούς τόνους στην κριτική μας, ελπίζοντας πως θα έχουν καλύτερη συμπεριφορά όταν στεγνώσουν πλήρως. Σε κάθε περίπτωση, από την Κ5 έως και την είσοδο της Κ10 η επιφάνεια της ασφάλτου της πίστας επανήλθε σε κορυφαίο επίπεδο.

                                                                 

Φτάνοντας όμως στην Κ10 βρεθήκαμε μπροστά σε ένα πρόβλημα που δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Και λέμε δεν θα έπρεπε να υπάρχει διότι οι άνθρωποι της πίστας των Σερρών το γνώριζαν από πριν και έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να το διορθώσουν, αλλά μάλλον η λύση θα είναι να πιάσουν οι ίδιοι το τιμόνι στα μηχανήματα ασφαλτόστρωσης και τα φτυάρια για να το λύσουν. Πρέπει να είναι η τέταρτη φορά στην ιστορία της πίστας που μπαίνει καινούρια άσφαλτος σε αυτό το σημείο. Κι όμως εξακολουθεί να υπάρχει έντονο σκαλοπάτι με ραφή στο σημείο που συνεχίζεις να φρενάρεις έντονα και πλαγιασμένος, ενώ τώρα έχουν προστεθεί άλλη μια ραφή και σαμαράκια έως το κέντρο της Κ11.

Αυτό το “μπάλωμα” ασφάλτου (ο Σάκης ένοιωσε πως έχει και διαφορετική πρόσφυση από την υπόλοιπη πίστα) δημιουργήθηκε διότι ο εργολάβος… “δεν τα κατάφερε με την πρώτη” και οι άνθρωποι της πίστας των Σερρών τον έβαλαν να ξηλώσει την καινούρια άσφαλτο και να την ξαναπεράσει. Εδώ να πούμε πως στο σημείο που είναι η είσοδος της Κ10 υπάρχει το μεγαλύτερο πρόβλημα με την ροή υδάτων κάτω από την επιφάνεια της ασφάλτου. Με άλλα λόγια η οριστική λύση του προβλήματος σε αυτό το σημείο δεν νομίζουμε πως γίνεται μόνο με την επιφανειακή αντικατάσταση του ασφαλτοτάπητα και χρειάζονται εργασίες υποστήριξης από κάτω. Παρ’ όλα αυτά, οι ραφές και τα μπαλώματα δεν είναι κάτι που ταιριάζει στον κόπο, τις προσπάθειες και τα χρήματα των Σερραίων, αλλά ούτε και σε μια ολοκαίνουρια ουσιαστικά πίστα.

Το επιχείρημα του εργολάβου είναι πως με την χρήση της πίστας, η επιφάνεια της ασφάλτου θα γίνεται όλο και πιο ομαλή.

Αν μιλάγαμε για δημόσιο δρόμο όπου τα οχήματα περνούν με σταθερή ταχύτητα, αυτό ακούγεται πολύ λογικό.

Στις πίστες όμως τα οχήματα καταπονούν την άσφαλτο σε συγκεκριμένα σημεία (είσοδοι και έξοδοι στροφών) και ο κανόνας είναι να δημιουργούν περισσότερες ανωμαλίες και όχι να τις μειώνουν.

Πραγματικά ελπίζουμε να κάνουμε λάθος εμείς και να έχει δίκιο ο εργολάβος του έργου, διότι σε διαφορετική περίπτωση η Κ10 θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα (κυρίως στα track-day και όχι τόσο στους έμπειρους αγωνιζόμενους που τρέχουν αγώνες και έχουν πλέον μάθει να επιβιώνουν ακόμη και στο αεροδρόμιο της Τρίπολης όταν αυτό μετατρέπεται σε πίστα…).

Επίσης η Κ13 έχει αποκτήσει κάποια μικρά σαμαράκια στο κέντρο κοντά στο εσωτερικό βιράζ, τα οποία με τις μεγάλες, βαριές μοτοσυκλέτες με τα χοντρά ελαστικά δεν ενοχλούν τόσο, αλλά με τα “σανίδια” των μικρού κυβισμού αγωνιστικών μοτοσυκλετών της κατηγορίας Racing-SS300 πιθανόν να υπάρξουν παράπονα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η πίστα σε λίγους μήνες θα έχει κορυφαίο κράτημα και στους αγώνες οι χρόνοι θα κατέβουν ακόμα πιο χαμηλά και θα δούμε νέα ρεκόρ. Αυτή τη στιγμή η καινούρια άσφαλτος έχει ακόμα τα “παιδικά προβλήματα” κάθε καινούριας πίστας, δηλαδή χρειάζεται χρόνο για να καθαρίσει η άσφαλτος και να φύγει από πάνω της η “λιπαρότητα” της φρέσκιας, πλεονάζουσας πίσσας. Ως προς τη βασική αιτία που δρομολόγησε τα έργα αλλαγής του ασφαλτοτάπητα, σε γενικές γραμμές έχουμε μια μικρή βελτίωση στο πρώτο κομμάτι της πίστας και έγινε εξαιρετική δουλειά από την Κ5 έως την Κ10.

Στην Κ10 χρειάζονται ξανά διορθωτικές εργασίες για να συμβαδίζει το αποτέλεσμα με το υπόλοιπο τμήμα της πίστας. Σε κάθε περίπτωση, η πίστα των Σερρών συνεχίζει να είναι ό,τι καλύτερο έχουμε σε αυτή τη χώρα για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό και παραμένει το καλύτερο σημείο της Ελλάδας για να απολαύσεις την οδήγηση της μοτοσυκλέτας σου και φυσικά για να τρέξεις σε αγώνες. Είναι τόσο καλή που το μόνο μέτρο σύγκρισης που μπορείς να χρησιμοποιήσεις για να την κρίνεις είναι η επίτευξη του τέλειου. Αυτό ήθελαν να πετύχουν οι άνθρωποι της πίστας και αυτό θέλουμε όλοι μας να καταφέρουν. Θα επανέλθουμε με περισσότερα σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ.