BMW R1250GS Adventure 2019 - Δοκιμάζουμε στην Κρήτη [video]

Μια εβδομάδα “μαδαρωμένος"..
Από το

Μαύρο Σκύλο

9/2/2019

Μερικές φορές ο όρος “περιπέτεια” μπορεί να αποκτήσει πολλές διαφορετικές ερμηνείες..Χειμώνας στη Κρήτη, Λευκά Όρη χιονισμένα, και ένας συντάκτης 65 κιλών προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με μια μοτοσυκλέτα 288 κιλών στις λάσπες στα χώματα και τις πέτρες..Χμμ καλό ακούγεται..

κείμενο: Χρήστος Πατεράκης

φωτογραφίες: SOUTH space for photographyΓιώργος Αναστασάκης

video: Νεκτάριος Πόγκας

Τα πόδια μου ίσα που πατάνε κάτω, ενώ ακόμα και να πατήσουν δεν είναι σίγουρο ότι θα κρατήσουν όρθιο το νέο Adventure... Όταν όμως οι ρόδες τσουλήσουν το πάρτι ξεκινάει, επιβεβαιώνοντας με το καλύτερο τρόπο την παράλογη ιδέα μου να “μαδαρώσω” στη καρδιά του χειμώνα με το νέο BMW. Η αλήθεια είναι ότι το αρχικό μου σχέδιο ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξο, όταν όμως πάτησα στις λάσπες με τα street ελαστικά άρχισα να ψάχνω μπεμπιλίνα... Συνεπώς αν στα πλάνα σας είναι να γυρίστε τον κόσμο από χώμα με το νέο 1250, βάλτε οπωσδήποτε χωματερά ελαστικά. Χρειαζόταν διευκρίνιση κάτι τέτοιο, μπορεί εύλογα να αναρωτηθείτε, και η απάντηση είναι ναι, πάντοτε χρειάζεται μία. Δεν είναι ότι δε πας χώμα, απλά θέλει πολύ προσοχή και κινήσεις ακριβείας όταν το έδαφος παύει να είναι ομαλός χωματόδρομος και ειδικά όταν στη συνταγή υπάρχει λάσπη... Στη πρώτη μου εξόρμηση κινήθηκα στα πέριξ του οροπεδίου Ομαλού και είχα πλάνο να ανέβω αρκετά ψηλά πατώντας και λίγο χιόνι, αλλά το χιόνι ήταν περισσότερο από όσο θα ήθελα και ακόμα και στην άσφαλτο έπρεπε να είσαι προσεκτικός. Όσο όμως “έπαιζα” με το 1250 τόσο αυξανόταν η εμπιστοσύνη μου, κι απομακρυνόταν η ιδέα πως θα με πλακώσει, συνεπώς όλο και ξεθάρρευα. Η πελώρια μετωπική επιφάνεια που έχει σε αποκόβει πολύ από τις εξωτερικές συνθήκες που επικρατούν και σε συνδυασμό με μια αρμαθιά ηλεκτρονικά συστήματα, αρχίζεις να νιώθεις ότι εσύ τελικά είσαι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.

Μου έκανε τρομερά θετική εντύπωση η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στον βρεγμένο δρόμο, με τα ελαστικά να βρίσκουν πρόσφυση παντού και γενικά η αίσθηση ασφαλείας που αρχίζει να αποκτά ο αναβάτης είναι μοναδική. Τις επόμενες ημέρες της δοκιμής η βροχή ήταν ένα καθημερινό φαινόμενο, αλλά ούτε μια στιγμή δεν απέτρεψε τα σχέδια μου, όντας η πιο ασφαλής μοτοσυκλετα που έχω οδηγήσει στη βροχή.

Καταρχάς δεν βρέχεσαι..ειδικά αν σηκώσεις ψηλά τη ζελατίνα και έχεις μια σχετικά γρήγορη ταχύτητα, τότε οι σταγόνες της βροχής ίσα που σε χτυπούν στο κράνος σου, φτάνοντας στεγνός, όσο μακριά κι αν είναι ο προορισμός... Πόδια και παπούτσια παραμένουν φυσικά στεγνά, όσο δεν γίνεται κατακλυσμός αλλά το τοπία θυμίζει αγγλική εξοχή και στο τέλος αποκτάς θάρρος στη βροχή. Με το νέο 1250 γίνεσαι τζάμπα μάγκας! Τις επόμενες ημέρες κινήθηκα προς την πλευρά των Σφακίων, θέλοντας να προσεγγίσω τα βουνά από την νότια πλευρά και στο κολασμένο στροφιλίκι έκανα πάλι σαν να ήμουν έφηβος... Βλέπεις ο νέος κινητήρας έχει τόσο πολύ γκάζι και οι ακούσιες σούζες έρχονται σε κάθε έξοδο στροφής ακόμα και με τρίτη σχέση στο κιβώτιο... Αυτή η τρύπα του παρελθόντος εκεί στις 3.000 στροφές έχει εξαφανιστεί οριστικά και το 1250 έχει αγριέψει πραγματικά. Πρώτη φορά μπήκα στη πρίζα με on off BMW!

Φτάνοντας στα χώματα αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα. Είχε μεν κροκάλα (το κλασικό πέτρωμα της Κρήτης...) αλλά δεν είχε λάσπη. Το 1250 άρχισε να δείχνει τα δόντια του και παρά τα 288 πραγματικά κιλά του, πραγματικά μπορεί και “πλανάρει” πάνω στις πέτρες, νιώθοντας πως κάθε στιγμή έχεις τον έλεγχο και δαμάζοντας τις συνθήκες του δρόμου γίνεσαι εσύ ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Τεράστιο ρόλο βέβαια παίζουν και οι νέες αναρτήσεις που πραγματικά καταπίνουν τα πάντα και προσφέρουν μια άριστη κατευθηντικότητα, ακόμα και με τα συμβατικά ελαστικά. Βέβαια και εδώ τα πράγματα θέλουν σύνεση και προσοχή. Οι αναστροφές είναι μεγάλο ζήτημα, γιατί σε περίπτωση πτώσης δεν ξέρω πόσο εύκολα το σηκώνεις από κάτω. Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να κάνω άρση βαρών με το R1250 στο ρόλο του προπονητή! Δεν σας κρύβω όμως πως στο τέλος το ευχαριστήθηκα με το παραπάνω. Ναι μεν θηρίο, πελώριο και τεράστιο, αλλά εύκολο και απολαυστικό ακόμα και στο χώμα. Φτάνει να τολμήσει κανείς, που είναι και το μεγαλύτερο εμπόδιο, κι έπειτα να μην χρειαστεί να ξεμπλέξει από κάπου. Αν ξέρεις που πηγαίνεις, αν δεν χρειαστεί να χειριστείς το βάρος και τον όγκο με χέρια σκέτα χωρίς γκάζι, τότε έχεις μία πραγματικά βολική μοτοσυκλέτα. Στο κάτω-κατω αν πέσει, έχει μια ντουζίνα σίδερα επάνω του κι αν δεν βρει κάποια πέτρα ακριβώς στην αχίλλειο πτέρνα του, τα καπάκια του boxer, τότε θα είναι μια χαρά. Όσο για εσένα; Ίσως ένα λουμπάγκο στη μέση παραμονεύει…

Στο επόμενο τεύχος του MOTO, θα δούμε πόσο καλό είναι το νέο GS Adventure, που κατάφερε να ανέβει σε ψηλό σκαλί από πέρσι. Οι αναρτήσεις του προηγούμενου μοντέλου με τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις και την αυτόματη ρύθμιση της προφόρτισης, ήταν τόσο καλές που η BMW τις μετέφερε αυτούσιες στην φετινή έκδοση HP του R1250GS, που αντικαθιστά την Rally, όπως πρώτοι διαβάσατε στο MOTO, κατά την παρουσίαση του GS. Αυτό είναι το αποτέλεσμα και δεν πρέπει να ξεχνάμε την πορεία, καθώς για να φτάσει εδώ η BMW, σε ένα Adventure που είναι λιμουζίνα στο χώμα, έχει περάσει μερικά χρόνια που αναγκαζόμασταν να μην λέμε κολακευτικά σχόλια, και όχι μόνο… Από το προηγούμενο Adventure, κι όπως φάνηκε στο Mega Test, οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με αυτή την τεχνολογία, είναι πλέον σε ένα εξαιρετικό επίπεδο. Για να μην ξεχνάμε την τρελή αναβάθμιση στα φρένα, που οι αναγνώστες του MOTO θα θυμούνται την λασπωμένη δοκιμή από την παρουσίαση του F850GS, αλλά και την δοκιμασία στην Πορτογαλία από το R1250GS. Εδώ τώρα με το πρόσθετο βάρος τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά… Βλέποντας λευκό καπνό να βγαίνει από τον εμπρός τροχό καθώς πραγματοποιούσαμε μετρήσεις φρεναρίσματος –οι μόνοι που το κάνουμε στην Ελλάδα με αυτό τον τρόπο- το μεγάλο GS μας αποκάλυψε ομοιότητες και διαφορές από το μικρότερο σε όγκο αδερφάκι του. Αναλυτικά όλα αυτά, στο τεύχος 592 ου κυκλοφορεί την 1η Μαρτίου!

 

 
ΠΛΗΡΗ ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ byΜΟΤΟ                            BMW R1250GS Adventure
Αντιπρόσωπος:
BMW HELLAS A.E.
Τιμή:
Από 19.900€
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ Γεωμετρίας Θέσης Οδήγησης
Μήκος (mm):
2.270
Ύψος (mm):
1.460
Μεταξόνιο (mm):
1.504
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
890 - 910
Ίχνος (mm):
95,4
Γωνία κάστερ (˚):
24,9
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
770
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
540
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
920
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
530
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
282
(χωρίς καύσιμο: 260,4 )
Πίσω
51,2 %
Εμπρός
48,8 %
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
+4,2
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
980
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
247,7 / 270,25
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, δικύλινδρος boxer, αερόψυκτος- υδρόψυκτος, 2ΕΕΚ, 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
102,5 x 76
Χωρητικότητα (cc):
1.254
Σχέση συμπίεσης:
12,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
136 / 7.750
Ροπή (kg.m/rpm):
14,5 / 6.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
108,3
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός Ride by wire
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος υδραυλικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,650
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με άξονα / 1,061
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,438
2α
1,714
3η
1,296
4η
1,059
5η
0,943
6η
0,848
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
Κάθε 20.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα πρώτα 1.000 και κάθε 10.000
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
-/ 4
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
-/ Κάθε 10.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ
τ.593 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
0-100
0-150
0-200
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
km/h
0-400
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ
τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
0-1.000
 
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
80-140
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
4η
5η
6η
40-80
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ
80-120
ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ
120-160
τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
160-200
 
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
 
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Κεντρικό αμορτισέρ, BMW Paralever
Διαδρομή (mm):
220
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητικές αναρτήσεις Dynamic ESA
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
4,5 x 17
Ελαστικό:
170/60-17
Πίεση:
36
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 276mm με διπίστονη δαγκάνα και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη οθόνη 6,5 ιντσών με Bluetooth για ταυτόχρονο έλεγχο κινητών τηλεφώνων και ακουστικών αναβάτη και συνεπιβάτη. Πλοήγηση μέσω εφαρμογής με χρήση χαρτών BMW ή Google Plus. Ενημέρωση για βενζινάδικα, σημεία ενδιαφέροντος εκτιμώμενο χρόνο βάση πυκνότητας κυκλοφορίας. Περιστροφικό χειριστήριο, cruise control, ενδείξεις θερμοκρασίας κινητήρα / στάθμης καυσίμου / ταχύτητας κιβωτίου / ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές / υπολειπόμενο αριθμό χιλιομέτρων / ρολόι, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, ρυθμιζόμενο ύψος σέλας αναβάτη, ρυθμιζόμενη θέση τιμονιού, immobilizer, σχάρα, παροχή ρεύματος. Ένδειξη πίεσης ελαστικών, ABS, ASC
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Κεντρικό αμορτισέρ, BMW Telelever με Dynamic ESA
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
210
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητικές αναρτήσεις Dynamic ESA
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3 x 19
Ελαστικό:
120/70-19
Πίεση:
36
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 305mm με τετραπίστονες monobloc δαγκάνες και ABS
 
ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
122.60/7.700
Ροπή (kg.m/rpm):
12.91/6.600
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ετικέτες

Δοκιμή ελαστικών: Pirelli Supercorsa SP, Supercorsa BSB, Metzeler M9 RR

Μία οικογένεια, τρία ελαστικά
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/3/2021

Στα πλαίσια του συγκριτικού τεστ των  streetfighter που κάναμε στο δρόμο και στην πίστα των Σερρών, δοκιμάσαμε τρεις διαφορετικούς τύπους supersport ελαστικών του ομίλου Pirelli/Metzeler. Πρόκειται για τα Pirelli Supercorsa SP, Pirelli Supercorsa BSB και Metzeler M9 RR, όπου το πρώτο το βάλαμε στο Ducati Streetfighter V4, το δεύτερο στο Kawasaki Z-H2 και το τρίτο στο KTM 1290 Superduke R.

Τα Pirelli Supercorsa SP τα έχουν ήδη επιλέξει η Ducati, η Kawasaki και η Honda, ως ελαστικά πρώτης τοποθέτησης στις κορυφαίες εκδόσεις των superbike μοτοσυκλετών τους, ενώ τα Metzeler M9RR τα έχει επιλέξει η BMW στο νέο S1000RR. Αυτό από μόνο του σημαίνει πως είναι ελαστικά υψηλών επιδόσεων με έγκριση τύπου για οδήγηση στο δρόμο, αλλά μπορούν να γράψουν και εξίσου καλούς χρόνους στην πίστα.

Φυσικά όπως συνηθίζουν τα εργοστάσια, ζητούν από τις εταιρείες ελαστικών να κάνουν κάποιες μικρές ή μεγάλες αλλαγές, ώστε τα ελαστικά να ταιριάζουν στις εξειδικευμένες απαιτήσεις των δικών τους μοντέλων. Για παράδειγμα η Honda απαίτησε από την Pirelli ισχυρότερο σκελετό για το πίσω ελαστικό του νέου CBR1000RR-R Fireblade, ενώ η Ducati ζήτησε το πίσω ελαστικό να έχει προφίλ 60% (200/60-17) ώστε η γεωμετρία του να είναι όμοια με των αγωνιστικών slick ελαστικών.

Τέτοιες διαφορές δημιουργούν κάποιες φορές πονοκέφαλο στους ιδιοκτήτες, διότι δεν βρίσκεις πάντα διαθέσιμους αυτούς τους εξειδικευμένους τύπους ελαστικών. Ευτυχώς τα σύγχρονα ηλεκτρονικά και η τεχνολογία αυτού του επιπέδου ελαστικών, σου αφήνουν το περιθώριο να επιλέξεις και τους παραπλήσιους τύπους, χωρίς να μεταβληθούν δραματικά τα χαρακτηριστικά της μοτοσυκλέτας σου.

Άλλωστε και τα ίδια τα εργοστάσια σου δίνουν περισσότερες από δύο επιλογές, όχι μόνο στον τύπο του ελαστικού, αλλά ακόμα και στη μάρκα. Για παράδειγμα η Yamaha έβαζε στην απλή έκδοση της R1 πίσω ελαστικό 195/50-17 ενώ στην έκδοση Μ έβαζε 200/55-17, χωρίς αλλαγές στο λογισμικό των ηλεκτρονικών, καθώς πλέον δεν παίρνουν δεδομένα από τους αισθητήρες του ABS αλλά από την IMU και τους αισθητήρες των πέντε ή έξι κατευθύνσεων που διαθέτουν.

Το ίδιο κάνει η Aprilia με τις απλές και Factory εκδόσεις των Tuono 1100 και RSV4 1000/1100, όπως επίσης η BMW και τα ιαπωνικά εργοστάσια βάζουν διαφορετικής μάρκας ελαστικά, ανάλογα την αγορά ή το εξάμηνο παραγωγής! Όχι μόνο αυτό, αλλά δεν αποτελεί έκπληξη που κάποιες επιλογές των εργοστασίων βασίζονται – δυστυχώς – μόνο σε οικονομικά κριτήρια και δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε δει κορυφαίας απόδοσης μοτοσυκλέτες να έχουν χαμηλότερων προδιαγραφών ελαστικά, σε σχέση με τις υπόλοιπες ικανότητές τους.

Όλα αυτά τα λέμε για να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής, πως τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης της μοτοσυκλέτας μας δεν αποτελούν δέσμευση για την επιλογή των νέων που θα βάλουμε όταν χρειαστεί να τα αντικαταστήσουμε.

 

Φυσικά, όταν αλλάζεις μάρκα ή μοντέλο και πολύ περισσότερο διάσταση ελαστικών, θα υπάρξουν διαφορές στη συμπεριφορά της. Κάποιες θα είναι προς το καλύτερο και κάποιες προς το χειρότερο, αναλόγως ποιες είναι οι επιδιώξεις και οι επιθυμίες σου.

Το Ducati Streetfighter V4 παραδίδεται στους ιδιοκτήτες του με τα Pirelli Rosso Corsa. Πρόκειται για ένα premium μοντέλο της Pirelli με τρεις γόμμες για τις πέντε ζώνες που είναι χωρισμένο το πίσω ελαστικό. Το συγκεκριμένο ελαστικό το είχαμε δοκιμάσει εκτενώς όταν παρουσιάστηκε το 2018 πάνω στο Aprilia RSV4 Factory και η φιλοσοφία του είναι η μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, διατηρώντας σε αρκετά μεγάλο βαθμό μέσα στην πίστα τα δυναμικά χαρακτηριστικά των Supercorsa. Ως εκ τούτου, αυτή η επιλογή της Ducati βασίζεται περισσότερο για χρήση στο δρόμο, όπου η μεγάλη διάρκεια ζωής είναι σημαντικός παράγοντας.

Σε αυτό το συγκριτικό, στο Streetfighter V4 βάλαμε τα Supercorsa SP. Πρόκειται για μια κλασική και δοκιμασμένη επιλογή των ιδιοκτητών superbike, η οποία στοχεύει σε όσους κάνουν track day, αλλά παράλληλα απολαμβάνουν την γρήγορη οδήγηση και στο δρόμο. Και αυτό το ελαστικό έχει τεχνολογία διαφορετικής σύνθεσης γόμας, όμως εδώ είναι δύο για το πίσω ελαστικό και όχι τρεις όπως στο Rosso Corsa. Η γόμμα στο κέντρο του ελαστικού έχει σχεδιαστεί για μειωμένη φθορά, ενώ η γόμα που βρίσκεται στο πλάι έχει σύνθεση που προσφέρει σταθερό και υψηλού επιπέδου κράτημα στην πίστα, χωρίς να παρουσιάζει συμπτώματα υπερθέρμανσής και απότομη πτώση της απόδοσής του.

Επίσης έχει διαφορετική γεωμετρία κορόνας και είναι ένα από τα ελαφρύτερα ελαστικά στην κατηγορία του. Όμως τί σημαίνουν όλα αυτά; Όσο η μοτοσυκλέτα είναι εντελώς όρθια δεν πρόκειται να αντιληφθείς κάποια διαφορά σε σχέση με τα Rosso Corsa, οδηγώντας την Streetfighter V4 στο δρόμο. Η γεωμετρία του πλαισίου, η κατανομή βάρους και η μελετημένη αεροδυναμική της ιταλικής μοτοσυκλέτας, την κρατούν “βιδωμένη” πάνω στην άσφαλτο, οπότε η πιο “τριγωνική” κορώνα του εμπρός Supercorsa SP δεν έχει επιπτώσεις στη σταθερότητα.

 

Προφανώς το πίσω δεν θα έχει την ίδια διάρκεια ζωής αν κάνεις πολλά χιλιόμετρα στην εθνική με υψηλές ταχύτητες, όμως θα αντέχουν πολύ περισσότερο από τα προηγούμενης γενιάς semi-slick ελαστικά με την ενιαία γόμα. Ειδικά σε αυτή τη μοτοσυκλέτα που δεν ξεπερνά τα 207 κιλά με γεμάτο το ρεζερβουάρ, η φθορά στο κέντρο ήταν ανεπαίσθητη, παρά τους 180 πραγματικούς ίππους που το μαστιγώνουν. Οι διαφορές αρχίζουν όταν πλαγιάσεις τη μοτοσυκλέτα, όπου γίνονται αρκετά πιο αισθητές οι σχεδιαστικές επιλογές της Pirelli. Το Supercorsa SP αφήνει τη μοτοσυκλέτα να πλαγιάσει πιο γρήγορα και το τιμόνι έχει πιο ελαφριά αίσθηση, λόγω της πιο γρήγορης γεωμετρίας της κορώνας και του μειωμένου γυροσκοπικού φαινομένου, καθώς είναι πολύ ελαφρύ ελαστικό. Από την άλλη μεριά όμως θέλει περισσότερη ώρα για να έρθει σε ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας και δεν απορροφά τις ανωμαλίες τους δρόμου με την ίδια ηρεμία που το κάνει το Rosso Corsa στην χαμηλές ταχύτητες της πόλη και των σφικτών επαρχιακών δρόμων. Φυσικά στην πίστα, όπου η ποιότητα της ασφάλτου είναι πολύ καλύτερη και κυρίως πιο ομαλή, το Supercorsa SP έχει μόνο πλεονεκτήματα.

 

Πέρα από την ταχύτερη αλλαγή πορείας, η βασική διαφορά του Supercorsa SP στην πίστα είναι στο σταθερό επίπεδο του κρατήματος μετά των πέμπτο-έκτο γύρο. Σε αυτό το σημείο, τα ελαστικά δρόμου αρχίζουν και δείχνουν σημάδια υπερθέρμανσης, κάτι απόλυτα λογικό αφού έχουν σχεδιαστεί με προτεραιότητα την άμεση επίτευξη θερμοκρασίας λειτουργίας.

Αντιθέτως το Supercorsa SP δείχνει την αγωνιστική καταγωγή του και συμπεριφέρεται ως γνήσιο semi-slick ελαστικό, προφέροντας μεγάλη επιφάνεια επαφής με την άσφαλτο και σταθερά υψηλό κράτημα για πολλούς συνεχόμενους γύρους. Σε σχέση με το Rosso Corsa που είχαμε δοκιμάσει στο Aprilia RSV4 στην πίστα των Σερρών, το Supercorsa SP είχε αναμενόμενα περισσότερη φθορά στο τέλος της ημέρας και είναι το δίκαιο τίμημα που πρέπει να πληρώσεις όταν επιλέγεις ελαστικά της κατηγορίας των semi-slick.

Στα πλεονεκτήματα του Supercorsa SP θα πρέπει να βάλουμε και το γεγονός της μεγάλης γκάμας διαστάσεων που τα προσφέρει η Pirelli.

Το εμπρός ξεκινά από την διάσταση 110/70-17 και το πίσω από την 140/70-17 και φτάνει έως την 200/60-17, καλύπτοντας όλους τους κυβισμούς σπορ μοτοσυκλετών από τα 125 κυβικά με τους 15 ίππους έως και τα θηρία των 1100 κυβικών και τους 200+ ίππους στον πίσω τροχό. Γι' αυτό άλλωστε και το χρησιμοποιούν σε πολλών ειδών αγώνες ενιαίου τύπου στα εθνικά πρωταθλήματα της Ευρώπης, από τις κατηγορίες SS300 έως και Superstock 600/1000.

Ταυτόχρονα με το Supercorsa SP, στη διάθεσή μας είχαμε και το Supercorsa BSB… Μπερδευτήκατε με τα ονόματα; Και εμείς μπερδευτήκαμε δυο-τρεις φορές όταν αλλάζαμε τα ελαστικά στις μοτοσυκλέτες, διότι σε εμφάνιση δεν διαφέρουν από τα SP.

Ούτε όμως θα καταλάβεις διαφορά ανάμεσα στο SP και το BSB αν δεν πιέσεις οριακά μέσα στην πίστα τη μοτοσυκλέτα. Το όνομά του το πήρε από το εθνικό πρωτάθλημα superbike της Βρετανίας και η Pirelli το παρουσίασε το 2009 ως την έκδοση δρόμου του καθαρόαιμου αγωνιστικού slick. Σήμερα βρίσκεται τιμολογιακά κάτω από το Supercorsa SP και αποτελεί την πιο συμφέρουσα οικονομικά επιλογή για όποιον θέλει κράτημα και συμπεριφορά semi-slick ελαστικού, χωρίς να βάλει πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη.

Το συγκεκριμένο ελαστικό το βάλαμε στο Kawasaki Z-H2, που φοράει από το εργοστάσιο τα Pirelli Rosso III. Σε αυτή τη μοτοσυκλέτα η διαφορά μεταξύ του sport-touring Rosso III και του semi-slick Supercorsa BSB ήταν εμφανέστατη από την πρώτη στιγμή, όχι μόνο μέσα στην πίστα, αλλά και στο δρόμο. Η γυμνή μοτοσυκλέτα της Kawasaki έχει αρκετά μεγαλύτερο βάρος στα 240 κιλά και επίσης έχει πολύ γκάζι και ροπή. Ως αποτέλεσμα, στο δρόμο ζέσταινε πολύ πιο γρήγορα τα Supercorsa BSB, απ’ ότι το ελαφρύτερο Ducati Streetfighter τα Supercorsa SP και δεν υπήρχε ευδιάκριτος συμβιβασμός σε αυτόν τον τομέα σε σχέση με τα sport-touring ελαστικά. Από την άλλη μεριά, η τριγωνική κορόνα των BSB επηρεάζει άμεσα τη συμπεριφορά του Ζ-Η2 σε όλες τις ταχύτητες κάνοντας το τιμόνι πιο άμεσο στις αντιδράσεις του, αλλά ταυτόχρονα και πιο ευαίσθητο στις ανωμαλίες του δρόμου. Έτσι δεν λείπουν τα κουνήματα στο τιμόνι αν περάσεις με τέρμα ανοιχτό το γκάζι πάνω από ανωμαλίες.

Στην πίστα το Ζ-Η2 έχει μικρά περιθώρια κλίσης λόγω των μαλακών αναρτήσεων και της χαμηλά τοποθετημένης εξάτμισης και των μαρσπιέ. Οπότε το πλεονέκτημα του υψηλότερου κρατήματος υπό κλίση των BSB δεν σου χρησιμεύει σε κάτι.

Με άλλα λόγια, η επιλογή του Rosso III από την Kawasaki ως ελαστικό πρώτης τοποθέτησης στο Ζ-Η2 θα ικανοποιήσει ένα ευρύτερο κοινό και η τοποθέτηση ενός semi-slick όπως το Supercorsa BSB είναι για εκείνους που θέλουν να βελτιώσουν την ευελιξία της μοτοσυκλέτας, θυσιάζοντας την διάρκεια ζωής σε βάθος χρόνου.

Το τρίτο ζευγάρι ελαστικών της παρέας μας ήταν τα Μetzeler M9RR και είχαν εξίσου δύσκολο έργο, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσουν την κτηνώδη ροπή του αυστριακού V2 του KTM 1290 Superduke.

Πρόκειται για μία από τις πιο πρόσφατες αφίξεις στην κατηγορία των hypersport ελαστικών, με το BMW S1000RR να είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα παραγωγής που το φόρεσε ως πρώτη τοποθέτηση από το εργοστάσιο. Μετά από αυτή δόκιμή των streetfighter μπορούμε να πούμε πως συμφωνούμε απόλυτα με την επιλογή της BMW, καθώς τα M9 RR σκοράρουν πολύ υψηλή βαθμολογία σε όλους τους τομείς χρήσης των μοντέρνων υπερ-μοτοσυκλετών, τόσο στο δρόμο όσο και στην πίστα. Η συνεργασία του με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά βοηθήματα ήταν άψογη και παρά την τεράστια διαφορά στον τρόπο απόδοσης του V2 κινητήρα της KTM σε σχέση με τον τετρακύλινδρο της superbike της BMW, δεν προκαλούσε πρόωρη επέμβαση του traction control ή του cornering ABS.

 Ερχόταν αρκετά γρήγορα σε θερμοκρασία λειτουργίας στους ελληνικούς δρόμους και διατηρούσε σταθερή την απόδοσή του για μεγάλα χρονικά διαστήματα μέσα στην πίστα.

Η γεωμετρία της κορόνας του είναι μεν σπορ και κοντά στα semi-slick ελαστικά, αλλά δεν φτάνει στα άκρα. Οπότε ακόμα και στο 1290 Superduke R, που είναι από τις ελαφρύτερες και πιο ευέλικτες γυμνές μοτοσυκλέτες της αγοράς, διατήρησε το επίπεδο σταθερότητας και δεν εμφανίστηκαν ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα ζευγάρι ελαστικών που σου επιτρέπει να εκμεταλλευτείς τις δυνατότητες μιας σύγχρονης, παντοδύναμης και γεμάτης ηλεκτρονικά streetfighter ή superbike, χωρίς να απαιτεί τους συμβιβασμούς ενός semi-slick ελαστικού στο δρόμο ή ενός sport-touring ελαστικού στην πίστα.

 Για την πλειοψηφία των ιδιοκτητών sport και supersport μοτοσυκλετών, τα M9 RR της Metzeler είναι μια άριστη επιλογή για να απολαύσουν τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας τους σε κάθε είδους άσφαλτο 365 μέρες το χρόνο. Οι διαθέσιμες διαστάσεις καλύπτουν όλο το φάσμα κυβισμών, από τα 125cc έως και τα 1300cc, οπότε αποτελούν πολύ καλή αναβάθμιση για τις μικρο-μεσαίες supersport που έχουν κατά κανόνα φτηνιάρικα ελαστικά από το εργοστάσιο και πολλές φορές σε λάθος διάσταση για το πλάτων της ζάντας!