Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W

 

 

Οδηγούμε το 890 Duke R του 2020!

Η τελειοποίηση… του τέλειου
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/12/2019

Δεν έχουν περάσει παρά μόλις λίγες μέρες από την παρουσίαση του νέου μέλους της οικογένειας Duke στην EICMA, του 890 Duke R, που ουσιαστικά επαναπροσδιορίζει την θέση του δικύλινδρου εν σειρά κινητήρα της ΚΤΜ, απέναντι στον ανταγωνισμό, κι εμείς βρεθήκαμε ήδη πάνω στη σέλα του και σας μεταφέρουμε τις πρώτες εντυπώσεις με τεχνική ανάλυση, δια χειρός συναδέλφου Alan Cathcart!

Και για να μην επαναλαμβανόμαστε, σχετικά με το ποιος είναι ο "Sir" Alan Cathcart και ποιος ο ρόλος του στην Συντακτική Ομάδα του περιοδικού, μπορείτε να διαβάσετε εδώ την σχέση του με το ΜΟΤΟ, για να μαθαίνουν οι νεότεροι κυρίως αναγνώστες, ότι εμείς δεν μεταφράζουμε απλώς αγορασμένα άρθρα…

 

Το Απόλυτο Νυστέρι!

Του Alan Cathcart

Φωτό: Heiko Mandl

 

Το 2017 η ΚΤΜ παρουσίασε μια μοτοσυκλέτα που έκανε τα πάντα με “χειρουργική” ακρίβεια. Τώρα μεγάλωσε και έγινε πιο αιχμηρό από ποτέ, αποτελώντας το Απόλυτο Νυστέρι και η ΚΤΜ μέσα απ’ το 890 Duke R περνά στην αντεπίθεση και τα βάζει ακόμη και με μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες!

 

Η KTM πήγε ένα βήμα παραπέρα το project του δικύλινδρου εν σειρά κινητήρα –για την ακρίβεια πολλά περισσότερα- με το ντεμπούτο του 890 Duke R στην φετινή EICMA. Ελαφρύτερο, πιο δυνατό και με ακόμη πιο σαφή προσανατολισμό στοχεύει ξεκάθαρα την κορυφή των μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλετών στο τομέα των επιδόσεων και της αμεσότητας των χειρισμών.

Βέβαια η ΚΤΜ είχε αρχίσει να δουλεύει πάνω στο συγκεκριμένο project από το 2012, την απαρχή δηλαδή της δημιουργίας του δικύλινδρου εν σειρά LC8c. Τότε που ήθελαν να εξελίξουν και μια έκδοση R για το 790, αλλά συνηθισμένοι να μην συμβιβάζονται με τίποτε λιγότερο από το απόλυτο, αποφάσισαν ότι για να πετύχουν τον στόχο τους θα έπρεπε να μεγαλώσει ο κινητήρας, όπως δήλωσε ο Adrian Sinke, Product Manager της ΚΤΜ.

Το αποτέλεσμα τους δικαιώνει απόλυτα. Ο νέος κινητήρας αποδίδει 119 ίππους και 10,9 χιλιογραμμόμετρα ροπής, δηλαδή 14 άλογα και 2,2 κιλά ροπής περισσότερα από το 790. Η αύξηση του κυβισμού προήλθε από την αύξηση της διαμέτρου του εμβόλου και της διαδρομής του στροφάλου (από 88x65,7mm, ανέβηκαν στα 90,7x68,8mm), με την χωρητικότητα να μεγαλώνει κατά 90cc και τον κόφτη να μετακομίζει 500 στροφές ψηλότερα. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι το συνολικό βάρος μειώθηκε κατά 3,3 κιλά, με μεγάλο μέρος να οφείλεται στην αντικατάσταση των φρένων της J.Juan με αυτά της Brembo, παρότι το 890 Duke R διαθέτει μεγαλύτερους δίσκους μπροστά!

Τα μεγαλύτερο μέρος του βάρους λοιπόν, έχει αφαιρεθεί απ’ τα μη αναρτόμενα μέρη, βελτιώνοντας τη λειτουργία των, πλέον, πλήρως ρυθμιζόμενων αναρτήσεων της WP. Είχα την τιμή να είμαι ο πρώτος που θα δοκίμαζε το πρωτότυπο προ-παραγωγής (πέραν των ανθρώπων της εταιρείας και των προμηθευτών) παρέα με τον Adriaan Sinke καβάλα σε ένα KTM 1290 Super Duke. Χρειάστηκαν περίπου 10 απ’ τα 180 χιλιόμετρα της σκληροπυρηνικής βόλτας στους ορεινούς δρόμους του Salzkammergut, πίσω απ’ το εργοστάσιο της KTM, για να συνειδητοποιήσω πόσο ξεχωριστή είναι η νέα γυμνή μοτοσυκλέτα της “πορτοκαλί” εταιρείας.

Ένα απ’ τα πολλά παράδοξα που πέτυχε η ΚΤΜ είναι η μείωση του βάρους την ώρα που ο νέος σφυρήλατος, μονοκόμματος στρόφαλος που εδράζεται σε τρία ρουλεμάν, είναι 20% βαρύτερος. Συνεργάζεται με σφυρήλατα έμβολα και “σπασμένες” μπιέλες (τις σπάνε στο σημείο που δένουν στα κομβία ώστε όταν τις βιδώνουν, η συναρμογή μεταξύ των επιφανειών τους να είναι καλύτερη), μειώνοντας το βάρος των κινούμενων μερών. Όταν ο κινητήρας ανεβάζει στροφές, ο βαρύτερος στρόφαλος σου δίνει την αίσθηση της ορμής που παράγει, λέει ο Sinke, ενώ παράλληλα ενισχύει την σταθερότητα της μοτοσυκλέτας μέσα στις στροφές χάρη στο γυροσκοπικό φαινόμενο. Ο νέος στρόφαλος οδήγησε και στον επανασχεδιασμό των δυο αντικραδασμικών αξόνων που διαθέτει ο κινητήρας. Ο λόγος της συμπίεσης αυξήθηκε, ενώ έχει προστεθεί και ένας αισθητήρας προανάφλεξης. Οι βαλβίδες είναι μεγαλύτερες κατά 1mm, ενώ παίρνουν κίνηση απ’ τους ολοκαίνουργιους εκκεντροφόρους με πιο “άγριο” χρονισμό και μεγαλύτερο βύθισμα. Οι σωλήνες της εξαγωγής είναι μεγαλύτερης διαμέτρου, για την καλύτερη αποβολή των καυσαερίων. Οι εκκεντροφόροι παίρνουν κίνηση απ’ την καδένα που βρίσκεται στη δεξιά πλευρά των κυλίνδρων, ενώ o συμπλέκτης είναι μονόδρομος και υποβοηθούμενος με ντίζα, για πιο εύκολη συντήρηση και τη διατήρηση του βάρους χαμηλά.

Όπως και στο 790 έτσι και εδώ το μπλοκ του κινητήρα δεν διαθέτει χιτώνια (εξοικονομώντας βάρος και από αυτόν το τομέα) με τους κυλίνδρους να έχουν επικάλυψη Nikasil. Η ΚΤΜ επίσης μείωσε τις συνολικές διαστάσεις του κινητήρα, τοποθετώντας τους άξονες του κιβωτίου τον έναν πάνω απ’ τον άλλο, με τον επιλογέα των ταχυτήτων ακριβώς κάτω απ’ τα σώματα ψεκασμού της Dell’ Orto διαμέτρου 42mm (τα οποία μεταφέρθηκαν αυτούσια απ’ το 790). Οι αυλοί εισαγωγής τροφοδοτούνται με φρέσκο αέρα απ’ το φίλτρο που υπάρχει κάτω από τη σέλα, το οποίο με τη σειρά του έχει δύο εισαγωγές που βγαίνουν εκατέρωθεν της μοτοσυκλέτας κάτω απ’ τα μπούτια σου. Αυτό που βοηθά πάρα πολύ στην βελτιστοποίηση των επιδόσεων, όπως λέει ο Sinke, είναι ότι ο κάθε κύλινδρος έχει ξεχωριστή χαρτογράφηση και ο κινητήρας είναι πιο ραφιναρισμένος στον τρόπο που αποδίδει.

Πώς μεταφράζονται όμως όλα αυτά στην πράξη; Το σίγουρο είναι με έναν άκρως εντυπωσιακό τρόπο, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε στο πλήρες άρθρο της δοκιμής που θα δημοσιευθεί σε επόμενη έκδοση του ΜΟΤΟ. Stay tuned!!!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ               KTM 890 Duke R

Αντιπρόσωπος:
KTM S.E.E.
Τιμή:
Αναμένεται
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μεταξόνιο (mm):
1.482
Απόσταση από το έδαφος (mm):
206
Ύψος σέλας (mm):
834
Ίχνος (mm):
99,7
Γωνία κάστερ (˚):
24,3
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό με τον κινητήρα ως ενεργό μέρος
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
166/184
Ρεζερβουάρ (l):
14
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
90,7 x 68,8
Χωρητικότητα (cc):
890
Σχέση συμπίεσης:
13,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
121/9.250
Ροπή (kg.m/rpm):
10,7/7.750
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
135,9
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικά ελεγχόμενος ψεκασμός Dell’Orto με σώματα διαμέτρου 46mm
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ με δύο αντλίες λαδιού
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος με μηχανική οδήγηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
1,923 (75:39)
Τελική μετάδοση / σχέση:
2,562 (41:16)
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
1,33
1,52
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ WP Apex
Διαδρομή (mm):
150
Ρυθμίσεις:
Υδραυλική προφόρτιση, απόσβεσης, συμπίεσης (high και low)
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
5,50 x 17
Ελαστικό:
180/55-17
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 240mm με πλευστή δαγκάνα της Brembo ενός εμβόλου και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
TFT οθόνη με όλες τις ενδείξεις. Ρυθμιζόμενη μονάδα 9.1 cornering ABS της Bosch με λειτουργία super moto, ρυθμιζόμενο traction control και τέσσερα Riding modes. LED φωτιστικά σώματα και DRL.
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο πιρούνι Apex της WP
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
43/140
Ρυθμίσεις:
Συμπίεσης και απόσβεσης
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 x 17
Ελαστικό:
120/70-17
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mm με τις ακτινικά τοποθετημένες Stylema τεσσάρων εμβόλων της Bremo και ABS
 
   

 

Ετικέτες