Honda X-ADV – Πρώτη δυναμομέτρηση στην Ελλάδα

Ενοποιεί κατηγορίες
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

4/9/2017

Η Honda με το X-ADV, παντρεύει κατηγορίες έως τώρα ασυμβίβαστες μεταξύ τους και παράλληλα προσφέρει κοινό πάτημα σε αναβάτες που μέχρι τώρα βρίσκονταν σε απέναντι όχθες. Δημιουργώντας μία κατηγορία που ως τώρα δεν υπήρχε, ρίχνει πάσα στον ανταγωνισμό που δηλώνει ήδη ότι θα την ακολουθήσει. Το θέμα είναι βέβαια πως κάτι αντίστοιχο είναι -αυτή την στιγμή και στο άμεσο μέλλον- αδύνατο να δούμε από άλλο κατασκευαστή.

Γιατί κανείς δεν έχει μία μοτοσυκλέτα που περιβάλλεται από τον μανδύα του σκούτερ, αλλά ταυτόχρονα να αλλάζει ταχύτητες αυτόματα. Η ύπαρξη του DCT είναι αρκετή για να διαφοροποιήσει το X-ADV και να το καταστίσει μοναδικό. Στην οδήγηση βέβαια και την ενεργητική ασφάλεια, τόσο το TMAX όσο και το νεοαφιχθέν AK 550 της Kymco έχουν συμπεριφορά μοτοσυκλέτας, από την στιγμή που η σχεδίαση και η κατασκευή τους ταυτίζονται απόλυτα με τις μοτοσυκλέτες και ξεφεύγουν από τον στενό ορισμό των σκούτερ. Το ποιο είναι καλύτερο βέβαια, θα αποτελέσει θέμα μελλοντικού συγκριτικού...

Στο προηγούμενο τεύχος του περιοδικού, είχαμε την πρώτη πλήρη δοκιμή του X-ADV, μαζί με δυναμομέτρηση, μετρήσεις επιδόσεων και ζύγισμα στην δική μας ζυγαριά, στοιχεία που το MOTO προσφέρει πάντα στους αναγνώστες του σε κάθε δοκιμή!

Η δυναμομέτρηση του X-ADV βέβαια είναι δύο φορές αποκλειστική, καθώς απαιτεί bypass του DCT, μία διαδικασία που δεν είναι απλή και για αυτό η δυναμομέτρηση αυτή είναι μοναδική στην Ελλάδα, αλλά και μία από τις λίγες ανεξάρτητες σε όλο τον κόσμο.

Με το τεύχος Αυγούστου να εξαντλείται σιγά-σιγά από τα περίπτερα, θέλαμε να αναδείξουμε την δυναμομέτρηση του X-ADV και παράλληλα να θυμίσουμε λίγα από όλα όσα γράφαμε στην δοκιμή του.

Με το X-ADV γίνεται μία παρανόηση, η ίδια που συνέβαινε με το Integra και άρεσε πολύ στην Honda, γυρνά τώρα μπούμερανγκ και οι άνθρωποι της εταιρίας βρίσκονται συνέχεια να διορθώνουν τον κόσμο σε κάθε δυνατή ευκαιρία. Ανήκει το X-ADV στα σκούτερ; Κι αν όχι και είναι μοτοσυκλέτα, τότε τι ισχύει με το Integra;

Που κατατάσσεται τώρα το Integra από το οποίο προέρχεται το X-ADV; Η απάντηση είναι πως πρόκειται για μοτοσυκλέτες, όπως κι αν το δεις. Το γράφαμε από την πρώτη στιγμή, πριν ακόμα από την παγκόσμια παρουσίαση του Integra που έγινε στην Ελλάδα, όταν το είχαμε δει από κοντά, να αποκαλύπτεται στα διεθνή σαλόνια μοτοσυκλέτας. Είναι μοτοσυκλέτα που έχει ντυθεί σκούτερ για να προσεγγίσει εκείνους που υποστηρίζουν την συγκεκριμένη κατηγορία δικύκλων. 

Είναι μοτοσυκλέτα που έχει ντυθεί σκούτερ για να προσεγγίσει εκείνους που υποστηρίζουν την συγκεκριμένη κατηγορία δικύκλων.

Κι ακριβώς για αυτό το λόγο, όταν κάποιος ανέφερε τις λέξεις Integra και σκούτερ στην ίδια πρόταση παρουσία ανθρώπου της Honda, δεν εισέπραττε καμία διόρθωση. Με το Integra είχαν ένα μοντέλο μοτοσυκλέτας που μπορούσε να βρει ανταπόκριση σε όσους ενδιαφέρονταν για σκούτερ και μάλιστα μοιράζοντας το κόστος εξέλιξης ανάμεσα σε όλη την οικογένεια των NC.

Σίγουρα λοιπόν δεν θα διόρθωναν κάποιον που κατέτασσε το Integra στα σκούτερ, παρόλο που ως κατηγορία το είχαν ξέχωρα, σαν κάτι τελείως διαφορετικό, από τα υπόλοιπα NC. Στην περίπτωση του X-ADV όμως, η λέξη σκούτερ δεν αποπνέει σε καμία περίπτωση τον αέρα της περιπέτειας, με βάση τον οποίο έχει σχεδιαστεί.

Κι έτσι κάθε φορά που ακούγεται η λέξη σκούτερ, απαιτείται διόρθωση, όπως πρόσφατα σε μία ζωντανή αναμετάδοση από το Nordkapp, που ο επικεφαλής της Honda Europe ανέφερε πως στο μέλλον θα κάνουν κι άλλες τέτοιες οργανωμένες εκδρομές με περισσότερα μοντέλα Honda, κι όχι μόνο με την Africa Twin. «Εννοείτε», συμπληρώνει η μικροκαμωμένη παρουσιάστρια, «το νέο σκούτερ» για να εισπράξει την διόρθωση πως το X-ADV είναι μοτοσυκλέτα.

 

DCT: Κάτι περισσότερο από «αυτόματο» 

Την ιστορία του, εσείς οι αναγνώστες του MOTO, την μάθατε από τους πρώτους, πρώτα από την αποκλειστική συνέντευξη του Ιάπωνα υπεύθυνου εξέλιξης, κι αργότερα όταν το οδηγήσαμε στην Σαρδηνία στην παγκόσμια παρουσίασή του. Είναι εμπνευσμένο από τις παραλίες των ελληνικών νησιών και έχει φτιαχτεί για να είναι το καθημερινό σου όχημα, εκείνο που θέλεις στις διακοπές σου και αυτό που θα σε βοηθήσει να εξερευνήσεις έναν χωματόδρομο ή να βρεθείς σε μία απομακρυσμένη παραλία. Ιδανικός συνδυασμός βέβαια δεν γίνεται να υπάρξει.

Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να συνηθίσεις διαφορετικά στην καθημερινή σου μετακίνηση, είναι η λειτουργία του DCT. Πρέπει να τονιστεί ξανά, παρόλο που έχει γραφεί πολλές φορές στο MOTO, πως το DCT απαιτεί μία περίοδο προσαρμογής και δεν θα πρέπει με το πρώτο test ride να αρχίζουν οι υπερ-αναλύσεις, σχετικά με το αν βολεύει κάποιον ή όχι. Όταν δοκιμάζεις μία τελείως νέα τεχνολογία, υπάρχει ένα λεπτό όριο ανάμεσα στο περιθώριο αναπροσαρμογής που οφείλεις να δώσεις, και σε εκείνο που καθιστά δύσπεπτη την αλλαγή, και αναγκάζεσαι να την απορρίψεις.

Εμείς οι Έλληνες βιαζόμαστε πολλές φορές να εξάγουμε συμπεράσματα, κι άλλες βέβαια δίνουμε τεράστιο περιθώριο στην προσαρμογή, καταντώντας την επιλογή…

Ανάμεσα στα παραπάνω όρια το ανανεωμένο DCT ούτε που βλέπει την κόκκινη γραμμή, ούτε όμως την έχει ξανά δει από την εποχή του Crosstourer και συγκεκριμένα στο X-ADV τα πράγματα έχουν γίνει πολύ καλύτερα από κάθε φορά. Αλλά και πάλι μέσα σε μία βόλτα της μισής ώρας, δεν μπορείς να καταλάβεις αν είσαι σε θέση να ζήσεις μαζί του ή όχι! Το DCT είναι αυτό που εξελίχθηκε για το Africa Twin, το οποίο πάτησε πάνω στο Integra, μιλάμε λοιπόν για ένα αντίστροφο δάνειο.

Μπορεί να μην υπάρχει η επιλογή “G” που ήταν αποκλειστικά για το χώμα στο Africa, αλλά αν έχεις την S3 επιλεγμένη και ανοίξεις απότομα το γκάζι στο χωματόδρομο, θα συμπεριφερθεί ακριβώς όπως και η DCT έκδοση του Africa, θα μπει στον κόφτη και θα μείνει εκεί χωρίς να ανεβάσει, σπινάροντας!

Αναπροσαρμόζοντας το περιθώριο στροφών λίγο πιο πάνω, μόλις πεντακόσιες πριν αλλάξει ταχύτητα, το DCT έρχεται πολύ κοντά σε συμπεριφορά με εκείνο που θα έκανε ο ίδιος ο αναβάτης, καθώς στην συντριπτική πλειοψηφία αλλάζει σχέση ακριβώς εκεί που θα το έκανες κι εσύ.

Το μεγάλο πλεονέκτημα, είναι πως το περιθώριο αυτό μπορεί να αναπροσαρμοστεί και παραπάνω, μόλις αντιληφθεί ότι θέλεις να κινηθείς πιο επιθετικά, από τον τρόπο που περιστρέφεις την γκαζιέρα. Ήταν κάτι που ίσχυε στο Integra, ενισχύθηκε κατά την εξέλιξη του Africa και όλη αυτή η εμπειρία (μαζί με το παρακλάδι εξέλιξης που είχε γίνει στο Crosstourer) μεταφέρθηκε στο X-ADV! Αυτό που θέλει το DCT από τον νέο αναβάτη, είναι να συνηθίσει την εκκίνηση χωρίς να ρυθμίζει ο ίδιος το ποσοστό εμπλοκής του συμπλέκτη.

Το X-ADV δίνει πάντα εκείνο το ποσό που χρειάζεται - ο αναβάτης από την άλλη έχει συνηθίσει να κάνει το δικό του, που είναι πολύ συχνά μακριά από το ιδανικό, αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια μπροστά στην συνήθεια να έχει τον έλεγχο. Συμπλεκτάροντας στην εκκίνηση σχεδόν ποτέ δεν έχεις ακριβώς τις στροφές που χρειάζονται, και έχεις μάθει να ανταπεξέρχεσαι σε αυτό με το να πιέζεις ή να απελευθερώνεις τον συμπλέκτη για λίγο.

Χρειάζεται λοιπόν μία πολύ μικρή περίοδος χάριτος για να το συνηθίσεις, κι έπειτα από μερικές μέρες μέσα στην πόλη κινείσαι σβέλτα ανάμεσα στα αυτοκίνητα με το DCT να ανεβοκατεβάζει ταχύτητες σε απόλυτη αρμονία με εσένα!

----------------πλήρες κείμενο στο τ.573---------------------------

Ταξιδεύοντας με το κιβώτιο στην λειτουργία “D”, εκείνη που αποφεύγει τον κόφτη περισσότερο από όλες, απολαμβάνεις την άνεση που σου προσφέρει η εργονομία του X-ADV και την κάλυψη από τον αέρα της ρυθμιζόμενης ζελατίνας. Μηδενικοί κραδασμοί, άνετη σέλα και φαρδύ τιμόνι, σου επιτρέπουν να συνεχίσεις με μόνο τελικό περιορισμό την αυτονομία. Σε φυσιολογικό ρυθμό ταξιδιού, μέχρι 140 χιλιόμετρα, το ρεζερβουάρ μεγαλώνει, διογκώνεται και  είναι σαν να έχεις μερικά λίτρα παραπάνω, αφού μέχρι αυτά τα χιλιόμετρα η κατανάλωση δεν θα ξεπεράσει τα 4,5l/100km! Τελικά το μόνο που του λείπει για μεγάλο ταξίδι, για τα δεδομένα της άνεσης που προσφέρει, είναι το cruise control, ωστόσο είναι εξαιρετικά δύσκολο να συνυπάρξει το DCT και το Ride by Wire, την στιγμή που η ηλεκτρονική διαχείριση της γκαζιέρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση στις μέρες μας για το cruise control. Αν έχεις Ride by Wire τότε το cruise control δεν είναι παρά θέμα ενός διακόπτη και ρύθμισης λογισμικού. Ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού με το DCT, είναι κάτι που η Honda δοκιμάζει αυτή την στιγμή και θα δούμε πρώτα στο Africa Twin, όταν καταφέρει να τελειοποιήσει την συμπεριφορά του στο χώμα.

Από την εξαιρετική κάλυψη του αέρα εκείνο που «περισσεύει» εκτός φαίρινγκ είναι τα παπούτσια αν βάλεις τα πόδια στην τέρμα επάνω θέση, την στιγμή που ο αέρας δεν ενοχλεί στα γόνατα.

Η Honda θέλησε να είναι το X-ADV όσο το δυνατόν πιο λεπτό στο φαίρινγκ, ιδιαίτερα από την στιγμή που κάποιος μπορεί να θέλει να το εξοπλίσει με κάγκελα, για να εμπνέει στην όψη πως είναι ένα ευέλικτο όχημα στην καθημερινή χρήση.

Αν όμως τοποθετήσεις τα προστατευτικά κάγκελα του πρόσθετου εξοπλισμού τότε δεν μεγαλώνει υπερβολικά το πλάτος, ενώ αντίστοιχα το πέλμα καλύπτεται στο σύνολο. Εσκεμμένα επίσης, όλο το κάτω μισό της μοτοσυκλέτας είναι άβαφο, για να είναι οικονομικότερη μία επισκευή αν ακουμπήσει κάτω ή υπάρξει ελαφριά πτώση, πράγμα καθόλου δύσκολο αν πεις ότι αρχίζεις να κινείσαι γρήγορα στο χώμα!

Άλλωστε και χωρίς πτώση είναι εύκολο να προκαλέσεις γρατζουνιές και σημάδια από πέτρες σε βαμμένα πλαστικά που βρίσκονται τόσο χαμηλά, ακόμα κι όταν κινείσαι απλά σε χωματόδρομους χωρίς να υπερβάλεις. Οπότε είναι σοφή η απόφαση να μείνουν άβαφα μέχρι ενός ύψους τα πλαστικά, που μπορεί να γδαρθούν και από μπότες και την γενική χρήση, αν όχι από μικρό πτώσεις…

Adventure τάσεις…
Υπήρχε μία αρχική σκέψη, αν θα έπρεπε να πάρουμε το X-ADV στο φετινό Mega Test και αποφασίστηκε για λόγους ομοιομορφίας -ελαστικών, μεγέθους τροχών- να μην ακολουθήσει τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες. Ωστόσο, οδηγώντας μαζί του λίγο μετά την περιπέτεια του Mega Test, ήταν ξεκάθαρο πως θα ήταν λίγες οι περιπτώσεις που θα παρέδιδε τα όπλα χωρίς να μπορεί να ακολουθήσει τις μεγάλες on-off.
 
Η χαμηλή απόσταση από το έδαφος μετατρέπει κάποια νεροφαγώματα σε περιπέτεια, ενώ οι μανούβρες σε κλειστά κομμάτια γεμάτα πέτρες είναι δοκιμασία. Αν όμως δεν του επιβάλλεις σκληρή χρήση στο χώμα και αποφεύγεις τα ιδιαίτερα δύσβατα κομμάτια, τότε το X-ADV δεν θα προβληματίσει όταν βγεις εκτός ασφάλτου. Με δύο άτομα στην σέλα πηγαίνεις άνετα σε χωματόδρομους με πνεύμα εξερεύνησης περισσότερο και όχι διασκέδασης, χωρίς να αγχώνεσαι για την συναρμογή των πλαστικών. Για το κάτι περισσότερο, πιο κοντά στην διασκέδαση δηλαδή, θα χρειαστούν σίγουρα τα μαρσπιέ του πρόσθετου εξοπλισμού που είχαμε δοκιμάσει στην παρουσίαση και φυσικά καταλληλότερα ελαστικά.
Περιορισμοί και στα δύο: Η Ευρωπαϊκή νομοθεσία καθιστά την προσθήκη των μαρσπιέ παράτυπη, ιδιαίτερα για χώρες που η Τροχαία κατανοεί τέτοιες οδηγίες, γιατί ο αριθμός των μαρσπιέ πρέπει να είναι όσες και οι θέσεις της μοτοσυκλέτας. Ωστόσο είναι απαραίτητα τα όμορφα μαρσπιέ της Rizoma για να οδηγείς όρθιος, όπως και τα κατάλληλα ελαστικά που ο 15 ιντσών τροχός πίσω περιορίζει τις επιλογές σου. Η επιλογή τροχού έγινε κυρίως για να δημιουργηθεί χώρος κάτω από την σέλα για ένα κράνος με γείσο και γενικά οτιδήποτε μεγαλύτερο από πορτοφόλι όπως χωρά το Integra, χωρίς να χρειάζεται να μεγαλώσει περισσότερο το μεταξόνιο που είναι ήδη αυξημένο φτάνοντας να γίνει μακρύτερο από του Africa Twin.
απαραίτητα τα μαρσπιέ του πρόσθετου εξοπλισμού για να οδηγήσεις όρθιος στο χώμα...

Μπροστά σου δεσπόζει μία ευμεγέθη οθόνη, σχεδόν τετράγωνη, που παρουσιάζει σε πλήρη ανάπτυξη όλα όσα θα ήθελες να ξέρεις και δεν γίνεται να μην την παρομοιάσεις με ένα… Roadbook. Είναι μάλιστα σαν να έχει σχεδιαστεί με αυτό το σκεπτικό, να αποτελεί το μόνιμο Roadbook, καθώς τα προειδοποιητικά LED είναι ξεχωριστά τοποθετημένα, σε πρώτο μάλιστα πλάνο. Πάντα θα υπάρχει όμως η λεπτομέρεια που θα αφαιρεί έναν πόντο από το άριστα: Το μπλε LED της μεγάλης σκάλας είναι γελοία έντονο και σε τυφλώνει στην νυκτερινή οδήγηση. Είναι ικανό να μαγνητίσει κουνούπια, αντί απλά να σου υπενθυμίζει πως ανάβει η μεγάλη σκάλα. Ιδιαίτερη υπενθύμιση δεν απαιτείται βέβαια, καθώς οι προβολείς παίρνουν σοβαρά τον ρόλο τους στην νυκτερινή οδήγηση και φωτίζουν τον δρόμο δημιουργώντας λίγες μονάχα σκιάσεις που δεν γίνονται πρόβλημα, ενώ η δέσμη παρουσιάζει καλή διασπορά.

----------πλήρες κείμενο στο τ.573-----------

Το X-ADV δεν θέτει όρια στην γρήγορη οδήγηση, αλλά με το γρήγορη δεν νοείται η φωτιά στην άσφαλτο πηγαίνοντας τέρμα γκάζι, γιατί η απόδοσή του δεν είναι σε καμία περίπτωση εξωπραγματική. Το X-ADV σε βοηθά να κρατήσεις μία γρήγορη ροή στις στροφές, χωρίς πολλά φρένα, πλαγιάζοντας μέχρι να ακουμπήσει σχεδόν η ποδιά στην άσφαλτο.

Το σχεδόν είναι γιατί εμποδίζει το σταντ να συνεχίσεις, αλλά αν επιμείνεις τότε μπορεί να αρχίσεις να γρατσουνάς τα πλαστικά στην άσφαλτο. Όπως και στο χώμα που κινείται με αξιώσεις έναντι των street, έτσι κι εδώ το μικρό μυστικό βρίσκεται στο ζύγισμα. Στην δική μας ζυγαριά το X-ADV είχε κατανομή 51% εμπρός και 49% πίσω και καθώς το κέντρο βάρους είναι πολύ χαμηλά εξαιτίας της σχεδίασης του κινητήρα που φέρνει το μπλοκ των κυλίνδρων σχεδόν παράλληλα με το έδαφος, μέσα στις στροφές νιώθεις την ασφάλεια να πλαγιάσεις στο όριο της πρόσφυσης που σου δίνει κάθε φορά ο δρόμος.

Ζύγισμα, το υποτιμημένο!

Όπως είπαμε το μόνο ζήτημα στην οδήγηση μέσα στην πόλη, είναι να συνηθίσεις τις εκκινήσεις και τις μανούβρες αφήνοντας το DCT να ελέγχει την αποσύμπλεξη. Αναλόγως τον αναβάτη αυτό μπορεί να γίνει από άμεσα, μέχρι αρκετές μέρες μετά, όμως αργά ή γρήγορα θα συνηθίσεις να έχεις μονάχα γκάζι όταν αλλάζεις λωρίδες ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Τώρα η Honda έχει δώσει και στην γκαζιέρα λίγο μεγαλύτερο περιθώριο κι έτσι με το X-ADV μπορείς να κάνεις ακόμα και «ξερογκαζιές» στο φανάρι, χωρίς να έχεις νεκρά, χωρίς να προχωράς ένα μέτρο την φορά.

Αυτό το μικρό κενό επιτρέπει στον αναβάτη καλύτερο έλεγχο του X-ADV στην εκκίνηση, αφήνοντας το τέλειο ζύγισμα να αναλάβει από εκεί και μετά, στην υπόλοιπη καθημερινή μετακίνηση ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Τα μεγάλα σκούτερ, εκτός των εξαιρετικών περιπτώσεων που έχουν κινητήρα στο κέντρο, είναι εξαιρετικά δύσχρηστα σε συνθήκες κυκλοφοριακής συμφόρησης. Το X-ADV ως κανονική μοτοσυκλέτα δεν πάσχει από τέτοια προβλήματα, ενώ ως μοτοσυκλέτα με ιδιαίτερα χαμηλό κέντρο βάρους, εξαιτίας του συγκεκριμένου κινητήρα, την διαχειρίζεσαι ακόμα πιο εύκολα σε χαμηλές ταχύτητες. Ούτε όμως είναι ελαφριά κατασκευή, ούτε έχει κι εκείνο το δυνατό γκάζι που θα εκμηδενίσει το βάρος. Κερδίζει τους χαμένους πόντους από την κατανομή και το εξαιρετικό ζύγισμα, την στιγμή που κουβαλά τεχνολογία που δεν έχει κανένας άλλος, αλλάζοντας σχέσεις ταχυτήτων με αυτόματο τρόπο, έχοντας δύο πολύδισκους συμπλέκτες.

Τεχνικά και τυπικά μία μοτοσυκλέτα, στην όψη ένα σκούτερ και μάλιστα με κάποιες δυνατότητες για κίνηση εκτός δρόμου, το X-ADV ταυτόχρονα δείχνει –αλλά και είναι με βάση την τιμή του- πολυτελές. Μπορεί να είναι εμπνευσμένο σε καιρό διακοπών στην Ελλάδα, αλλά παραμένει ακριβό για τα σημερινά δικά μας δεδομένα, την στιγμή που ισορροπεί ιδανικά για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Περισσότερα για το X-ADV, το DCT και τον τρόπο που συμπεριφέρεται στο δρόμο, θα βρείτε στο τεύχος 573 της 1ης Αυγούστου 2017

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            Honda X-ADC

Αντιπρόσωπος:
Αφοι Σαρακάκη AEBME
 
Τιμή:
12.450€ (12.650 μοτοσυκλέτα δοκιμής)
 
 
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ
 
Μήκος
2.245
 
Ύψος
1.375
 
Μεταξόνιο
1.588
 
Απόσταση από το έδαφος
162
 
Ύψος σέλας
820
 
Ίχνος
104
 
Γωνία κάστερ (o)
27
 
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
680
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
590
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
770
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
460
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ (ΖΥΓΑΡΙΑ MOTO)
237,5
(χωρίς καύσιμο: 227,8)
Πίσω
49%
Εμπρός
51%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
0,0%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
 
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό, ενιαίο υποπλαίσιο
 
Πλάτος (mm):
910
 
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
 
238
 
 
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
 
Τύπος:
Τετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος με 1ΕΕΚ/4 βαλβίδες ανά κύλινδρο, στρόφαλος 270ο, αντικραδασμικός άξονας
 
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
 77 x 80
 
Χωρητικότητα (cc):
745
 
Σχέση συμπίεσης:
10,7:1
 
Ισχύς (HP/rpm):
54/6.250
 
Ροπή (kg.m/rpm):
6,9/4.750
 
Ειδική ισχύς (HP/l):
72,4
 
Τροφοδοσία:
ψεκασμός PGM FI, με έναν αυλό 36mm
 
Σύστημα εξαγωγής:
Μία σε μία
 
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
 
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
 
 
 
 
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
 
Συμπλέκτης:
DCT, (Dual Clutch Transmission) δύο πολύδισκοι συμπλέκτες με αυτόματη λειτουργία
 
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια
 
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα / γρανάζια
 
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
 
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
24.000
 
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα 1.000 και κάθε 12.000
 
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
3,2/3,4
 
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
Στα 1.000 και κάθε 12.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ (S Mode)
Km/h
Sec
Μέτρα
 
0-50
2,10
14,30
 
0-100
5,1
82,1
 
0-150
14,3
281,1
 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
Km/h
 
0-400
13,97
152,6
 
0-1.000
29,4
164,9
 
 
 
 
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα) (manual)
Km/h
4η
5η
6η
40-80
4/72,6
6,6/98,8
 
80-120
4,9/148,9
5,9/155,05
8,49/234
120 - 160
 
16,58/435,8
18/712
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
80-140
6,5
228
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
 
100-40
2,5
57
 
 
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
 
Κενή
Γεμάτη
 
Θεωρητικά
-
4,4
 
Πραγματικά
4,8
5
 
 
 
 
 
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
 
ΠΙΣΩ
 
ΤΥΠΟΣ
 Αλουμινένιο χυτό ψαλίδι, ένα αμορτισέρ, μοχλικό Pro-Link
 
Διαδρομή τροχού (mm):
150
 
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου σε 10 θέσεις
 
ΤΡΟΧΟΣ
 
Ζάντα:
Tubeless με ακτίνες
 
Ελαστικό:
160/60 R 15
 
ΦΡΕΝΟ
 
Δισκόφρενο 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο, ABS, μηχανική δαγκάνα χειρόφρενου
 
 
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
 
Ψηφιακά όργανα με ταχύμετρο, στροφόμετρο, στάθμη καυσίμου, ένδειξη σχέσης κιβωτίου/κατάσταση μετάδοσης, ένας ολικός και δυο μερικούς χιλιομετρητές, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά/φλας/φώτα/λειτουργία ψεκασμού, χειρόφρενο, αλάρμ, immobilizer, φωτιζόμενος χώρος κάτω από τη σέλα (21l), έξοδος ρεύματος 12V, κεντρικό και πλάγιο σταντ, ρυθμιζόμενη ζελατίνα φαίρινγκ (5 θέσεις), κλειστές χούφτες, κεντρικός διακόπτης keyless 
 
 
 
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
 
ΕΜΠΡΟΣ
 
ΤΥΠΟΣ
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
 
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
154/41
 
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
 
ΤΡΟΧΟΣ
 
Ζάντα:
Tubeless με ακτίνες
 
Ελαστικό:
120/70R17
 
ΦΡΕΝΟ
 
Δύο δίσκοι 296mm, ακτινικές δαγκάνες, ABS
 
ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
47,29/6.400
Ροπή (kg.m/rpm):
6,14/4.900
 
 
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
 
Μέση : 4,8
 
Ελάχιστη : 3,8
 
Μέγιστη : 5,1
 
Αυτονομία (km): 327
 
Αυτονομία ρεζέρβας (km):
 
Ρεζερβουάρ (l)
13,1
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Εξοπλισμός κατά την φωτογράφιση:

Κράνος: Bell
Μπουφάν: Nordkapp
Μπότες: Vester

 

Ετικέτες

Οδηγούμε πρώτοι στη νέα άσφαλτο της πίστας των Σερρών

Τί άλλαξε και τί έμεινε ίδιο
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

26/9/2021

Πριν περίπου 22 χρόνια το ΜΟΤΟ έκανε το πρώτο συγκριτικό τεστ μοτοσυκλετών στην ολοκαίνουρια τότε πίστα των Σερρών και από την πρώτη στιγμή την αγαπήσαμε περισσότερο από κάθε άλλη πίστα. Η φανταστική χάραξη, η εντυπωσιακή πρόσφυση και η πάντα εξαιρετική φιλοξενία όλων των ανθρώπων που δουλεύουν μέσα και έξω από αυτό το στολίδι του μηχανοκίνητου αθλητισμού της Β. Ελλάδας (και ολόκληρης της χώρας μας), έκαναν το πολύωρο ταξίδι από την Αθήνα να φαίνεται μια ευχάριστη εκδρομή.

Εκεί κάναμε τα πρώτα μαθήματα οδήγησης σε πίστα που έγιναν στην Ελλάδα και εκεί πάμε για να κάνουμε τα πιο σημαντικά συγκριτικά τεστ των κορυφαίων σπορ μοτοσυκλετών. Είναι το δεύτερο σπίτι μας στην κυριολεξία και έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη, τόσο του επιπέδου της δουλειάς μας, όσο και στο επίπεδο των Ελλήνων αναβατών, που πλέον έχουν ένα υψηλού επιπέδου “πεδίο δράσης” να αγωνιστούν και να προπονηθούν. Αυτό φάνηκε περισσότερα στα χρόνια που ακολούθησαν, όπου πλέον βλέπουμε τους Έλληνες αναβάτες να φέρνουν εξαιρετικά αποτελέσματα στους αγώνες του εξωτερικού.

Φυσικά μετά από τόσα χρόνια λειτουργίας, η άσφαλτος της πίστας είχε αρχίσει να κουράζεται σε κάποια σημεία και το επίπεδο της πρόσφυσης άρχισε να πέφτει. Η πρώτη προσπάθεια που έγινε από τους ανθρώπους της πίστας ήταν να στρώσουν με καινούρια άσφαλτο τα προβληματικά τμήματα της πίστας.

Δυστυχώς όμως η ποιότητα της δουλειάς που έγινε τότε δεν ήταν η αναμενόμενη με αποτέλεσμα οι ραφές και οι ενώσεις να δημιουργήσουν σαμαράκια και η καινούρια άσφαλτος να “ξεφτίσει” πολύ γρήγορα.

Ακολούθησαν άμεσα διορθωτικά έργα, με καινούρια ασφαλτόστρωση στα προβληματικά σημεία και αυτή τη φορά η πρόσφυση επανήλθε σε υψηλό επίπεδο – όχι όμως στο επίπεδο που ήταν η αρχική άσφαλτός.

Εδώ να κάνουμε μια παρένθεση και να πούμε δύο σημαντικά πράγματα. Η πρώτη ασφαλτόστρωση είχε κορυφαία πρόσφυση (ακουμπάγαμε γόνατο σε τεστ supersport 600 με καταρρακτώδη βροχή και sport-touring ελαστικά πρώτης τοποθέτησης και τεχνολογίας εικοσαετίας) όμως λόγω του χοντρού/άγριου χαλικιού της “έτρωγε” γρήγορα τα ελαστικά. Όταν πέρασαν τα χρόνια και οι μύτες αυτών των χοντρών χαλικιών άρχισαν να λειαίνονται, η πρόσφυση έπεσε, αλλά η μεγάλη φθορά των ελαστικών παρέμεινε.

Έτσι ξεκίνησαν τα παράπονα των αγωνιζόμενων (χάλαγαν πολλά ελαστικά, χωρίς να βελτιώνουν τους χρόνους τους), οπότε ξεκίνησε η διαδικασία από τους ανθρώπους της πίστας για την “τμηματική” αντικατάσταση του ασφαλτοτάπητα.

Τα νέα κομμάτια που στρώθηκαν είχαν πλέον πιο λεπτό χαλίκι, οπότε η φθορά των ελαστικών επανήλθε σε φυσιολογικά επίπεδα και φυσικά ως καινούρια πλέον άσφαλτος, το επίπεδο της πρόσφυσης έγινε ξανά υψηλό.

Σε συνδυασμό με την πρόοδο της τεχνολογίας των ελαστικών και των μοτοσυκλετών, τα ρεκόρ χρόνου βελτιώθηκαν, παρά το γεγονός πως οι “ραφές’ και οι “ενώσεις” είχαν δημιουργήσει σαμαράκια στις εισόδους και στις εξόδους αρκετών στροφών.

Το βασικό “πρόβλημα” δηλαδή που έπρεπε να λυθεί με αυτή την καινούρια ασφαλτόστρωση ήταν οι ανωμαλίες της επιφάνειας της πίστας και όχι το επίπεδο της πρόσφυσης.

Έτσι αυτή τη φορά οι άνθρωποι της πίστας αποφάσισαν την ολική αντικατάσταση του ασφαλτοτάπητα και όχι την τμηματική.

Το έργο αυτό πέρασε από πολλά εμπόδια για να χρηματοδοτηθεί και η προσπάθεια που έγινε από την μεριά των ανθρώπων της πίστας για να ολοκληρωθεί δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.

Φτάσαμε λοιπόν στο σήμερα και όπως πριν από 22 χρόνια, έτσι και τώρα το ΜΟΤΟ ταξίδεψε στις Σέρρες με τις πρώτες μοτοσυκλέτες που θα πάταγαν πάνω στην καινούρια άσφαλτο της πίστας.

Καθώς αυτό το έργο αφορά, τόσο τους αγωνιζόμενους, όσο και τους απλούς φίλους των track day, αποφασίσαμε να πάρουμε μαζί μας ό,τι ακριβώς χρειαζόμασταν για να καλύψουμε τις ανάγκες και τις απορίες των δύο διαφορετικών αυτών κατηγοριών αναβατών.

Ο Σάκης Συνιώρης και η προσωπική του αγωνιστική Yamaha R1 με ελαστικά slick, μαζί με ένα KTM 1290 Superduke R και ελαστικά δρόμου μπήκαν μαζί μας στο φορτηγό του ΜΟΤΟ και έφτασαν στην πίστα των Σερρών.

Σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε κάτι σημαντικό. Δεν ξέρουμε ποιός πραγματικά μπαίνει στην διαδικασία να κάνει τόσα έξοδα, συνυπολογίζοντας και τον χρόνο για να δοκιμάσει μία άσφαλτο, δεν δικαιολογείται δηλαδή, εκτός κι αν μιλάμε για το ΜΟΤΟ... και οι συγκυρίες ευτυχώς ανέλαβαν τα υπόλοιπα.

Ο καιρός ήταν τέλειος, με λιακάδα και δροσερό αεράκι να κρατά το σώμα μας και τα ελαστικά στη σωστή θερμοκρασία λειτουργίας καθ΄όλη τη διάρκεια των δύο ημερών που ήμασταν εκεί.

Η πρώτη αναγνωριστική βόλτα στην πίστα έγινε με το SuperdukeR και τα ελαστικά δρόμου.

Η αίσθηση είναι κάπως παράξενη όταν μπαίνεις σε μια πίστα που την ξέρεις τόσο καλά, αλλά την ίδια στιγμή η εικόνα και τα χρώμα έχουν αλλάξει.

Η ενιαία μαύρη φρέσκια πίσσα στην άσφαλτο και το έντονο άσπρο/κόκκινο χρώμα των βιράζ (δεν είχαν βαφτεί όλα), δημιουργούν μια εντελώς διαφορετική οπτική σε σχέση με ό,τι είχε συνηθίσει το μάτι σου όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Αρχικά νομίζεις πως η πίστα έγινε δυο-τρία μέτρα πιο φαρδιά! Ειδικά στις Κ1-Κ2 νομίζεις πως μπαίνεις σε… αεροδιάδρομο. Το ενιαίο χρώμα χωρίς σημάδια πατήματως και γραμμών δημιουργούν αυτή την αίσθηση. Το ίδιο νοιώθεις φτάνοντας στην Κ5 και στο τριπλό χρειάστηκαν πολλοί γύροι μέχρι να βρούμε τη σωστή γραμμή μας.

                                                 

Καθώς ήμασταν οι πρώτες μοτοσυκλέτες που μπήκαμε στην πίστα και πριν από εμάς είχαν μπει μόνο μερικά αυτοκίνητα, η άσφαλτος είχε ακόμα πάνω της πολύ σκόνη και αυτή η σκόνη θα φύγει μόνο με την χρήση της πίστας και το πέρασμα του χρόνου.

Ήδη η πίστα έχει πλυθεί αρκετές φορές με πίεση νερού από την υδροφόρα του δήμου και μάλιστα η τελευταία φορά ήταν ακριβώς το προηγούμενο βράδυ πριν μπούμε εμείς.

Όμως αν δεν περάσουν πολλά αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες από πάνω της να “αφήσουν λάστιχο” και να βγάλουν την παραπανήσια πίσσα, καθαρίζοντας τα χαλίκια, θα συνεχίσει να βγάζει την σκόνη που έχει παγιδευτεί στους “πόρους” της.

Έχουν προγραμματιστεί εντός του Οκτωβρίου πολλές εκδηλώσεις (αγώνες αυτοκινήτου και track day) οπότε σύντομα η πίστα θα είναι πεντακάθαρη – τουλάχιστον πάνω στην αγωνιστική γραμμή.

Σε ό,τι αφορά το επίπεδο της πρόσφυσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε πως το μέγιστο επίπεδο της πρόσφυσης σε μια καινούρια πίστα αρχίζει να εμφανίζεται μετά από επτά μήνες και συνήθως είναι μετά τον πρώτο χρόνο (ανάλογα τη συχνότητα και το είδος χρήσης της).

Η ολοκαίνουρια άσφαλτος ΔΕΝ ΚΡΑΤΑΕΙ και εμφανίζει ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΕΙΣ στο επίπεδο της πρόσφυσης από ώρα σε ώρα και από μέρα σε μέρα.

Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι λόγω της πλεονάζουσας φρέσκιας πίσσας η οποία κάνει την επιφάνειά της “λιπαρή” και ευαίσθητη στις αλλαγές θερμοκρασίας και υγρασίας της ατμόσφαιρας.

Προφανώς σε έναν δημόσιο δρόμο που είναι παρκέ αν βάλεις καινούρια άσφαλτο θα κρατάει περισσότερο, αλλά όχι σε μία πίστα που ήδη έχει υψηλό επίπεδο πρόσφυσης.

Αυτά δεν τα λέμε εμείς από το κεφάλι μας, αυτά τα μάθαμε από την εμπειρία σε αυτό που κάνουμε τόσα χρόνια κι ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι από τους ανθρώπους του αγωνιστικού τμήματος των superbike ελαστικών της Pirelli όταν πήγαν για δοκιμές στην πίστα της Jerez πριν και μετά την καινούρια ασφαλτόστρωση της πίστας.

Οπότε αυτή τη στιγμή η καινούρια άσφαλτος των Σερρών δεν κρατάει όσο πριν και δεν προσφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, αλλά είναι βέβαιο πως μετά από λίγους μήνες χρήσης θα αρχίσουμε να βλέπουμε νέα ρεκόρ γύρου.

Γνωρίζοντας τα παραπάνω, ήταν φυσιολογικό να χρειαστεί να αλλάξουμε αρκετές φορές τις πιέσεις των ελαστικών δρόμου και τις ρυθμίσεις των αναρτήσεων και των ηλεκτρονικών στο KTM Superduke R, ώστε να τις προσαρμόσουμε κάθε στιγμή στις μεταβολές που παρουσίαζε η πρόσφυση λόγω των αντίστοιχων μεταβολών της θερμοκρασίας περιβάλλοντος.

Το ίδιο συμβαίνει και στις “ώριμες” πίστες, απλώς στην φρέσκια άσφαλτο αυτές οι μεταβολές είναι πολύ πιο έντονες και εμφανείς.

 

Όμως όπως είπαμε και στην αρχή, ο βασικός λόγος που έγινε η νέα ασφαλτόστρωση δεν ήταν τόσο η πρόσφυση της πίστας.

Εκείνο που αποτελούσε σημείο συζήτησης ήταν τα σαμαράκια και οι ανωμαλίες που είχαν δημιουργήσει τα πρώτα έργα επιδιόρθωσης.

Με εξαίρεση την Κ1 που από την πρώτη μέρα είχε ένα μικρό σαμαράκι στο σημείο που άφηνες τα φρένα και μεταξύ Κ15-Κ16 που είχε μια ελαφριά “λακκούβα” στο σημείο που χουφτώνεις το γκάζι στην έξοδο, τα αποσπασματικά έργα επιδιόρθωσης που ακολούθησαν είχαν προσθέσει με τις “ραφές” τους ανωμαλίες μεταξύ των Κ1-Κ2, στην Κ4 (την γρηγορότερη στροφή τη πίστας), στην είσοδο και στο κέντρο της Κ10 και στην είσοδο της Κ13.

Με το πέρασμα των χρόνων και την φυσιολογική καθίζηση του υπέδαφους από την χρήση και των νερών (βροχής και υπόγειων υδάτων), οι ανωμαλίες αυτές έγιναν προοδευτικά πιο έντονες.

 

Αυτά ήταν τα βασικά σημεία που τα έργα της καινούριας ασφαλτόστρωσης έπρεπε να βελτιώσουν για να γίνει η πίστα των Σερρών καλύτερη κι από την πρώτη ημέρα, δηλαδή να γίνει τέλεια.

Η επιλογή του KTM 1290 Superduke R αποδείχτηκε η καλύτερη που θα μπορούσαμε να κάνουμε για αυτή τη δουλειά.

Όχι μόνο γιατί πρόσφατα την είχαμε οδηγήσει στις Σέρρες με την προηγούμενη άσφαλτο στο συγκριτικό των streetfighter, αλλά κυρίως γιατί είναι μια μοτοσυκλέτα που μεταφέρει στον αναβάτη της όλες τις πληροφορίες με απόλυτα αναλογικό και ευθύ τρόπο.

Ακόμα και τα ηλεκτρονικά της δεν σου κρύβουν τίποτα, ενώ το ABS έχει ρύθμιση που απενεργοποιεί την λειτουργία cornering και επεμβαίνει μόνο στον εμπρός τροχό και μόνο όταν η μοτοσυκλέτα είναι εντελώς όρθια. Επίσης έχει συμβατικές αναρτήσεις που ρυθμίζονται πανεύκολα και γρήγορα και όχι ημί-ενεργητικές που κρύβουν ή “θολώνουν” τις ανωμαλίες της επιφάνειας της ασφάλτου.

Με τα ελαστικά δρόμου να έχουν πιο σκληρό σκελετό και να δουλεύουν σε υψηλότερες πιέσεις σε σχέση με τα slick (όλα τα ελαστικά με έγκριση τύπου για τον δρόμο πρέπει να είναι πρώτα απ’ όλα σταθερά και ασφαλή στις υψηλές ταχύτητες), το Superduke R μας έδειξε με κάθε λεπτομέρεια πιο είναι το νέο ανάγλυφο της πίστας των Σερρών.

 

Ξεκινώντας από την Κ1, η πίστα θύμιζε την πρώτη ημέρα που άνοιξε, δηλαδή εξακολουθεί να υπάρχει η ανωμαλία στο σημείο που τελειώνει το trail-braking αλλά τώρα είναι πιο ήπιο. Γενικά μέχρι να φτάσεις στην Κ5 η πίστα έχει ομαλοποιηθεί, όχι όμως σε απόλυτο βαθμό. Για τις κλίσεις και την ταχύτητα που κινούμασταν λόγω της χαμηλότερης πρόσφυσης σε αυτά τα σημεία, η πίστα έχει γίνει πολύ καλύτερη στο πρώτο κομμάτι της. Όμως αφήνουμε ένα ερωτηματικό για το πόσο “ενοχλητικές” θα γίνουν αυτές οι μικρές ανωμαλίες όταν η πίστα αποκτήσει το μέγιστο κράτημά της και οι χρόνοι πέσουν.

Με την αγωνιστική μοτοσυκλέτα και τα slick ελαστικά που έχουν μεγαλύτερο προφίλ και χαμηλότερες πιέσεις, οι ανωμαλίες στο πρώτο κομμάτι δείχνουν μικρότερες από πριν, αλλά και πάλι η πρόσφυση της φρέσκιας και βρώμικης επιφάνειας της πίστας δεν άφησαν περιθώρια να κάνει ο Σάκης χρόνους που να μας επιτρέπουν να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για το επίπεδο της βελτίωσης σε αγωνιστικό ρυθμό.

Από την είσοδο της Κ5 έως και την ευθεία προς την Κ10 η πίστα έχει γίνει χαλί.

Μοναδικό ερώτημα είναι η πρόσφυση της λευκής μπογιάς στην γραμμή οριοθέτησης και γενικά της μπογιάς στα βιράζ. Μία φορά που περάσαμε από πάνω τους γλίστρησε αμέσως και βρήκαμε άσπρη/κόκκινη μπογιά πάνω στα ελαστικά όταν βγήκαμε στα πιτς. Είχαν βαφτεί μόλις πριν μερικές μέρες, οπότε κρατάμε χαμηλούς τόνους στην κριτική μας, ελπίζοντας πως θα έχουν καλύτερη συμπεριφορά όταν στεγνώσουν πλήρως. Σε κάθε περίπτωση, από την Κ5 έως και την είσοδο της Κ10 η επιφάνεια της ασφάλτου της πίστας επανήλθε σε κορυφαίο επίπεδο.

                                                                 

Φτάνοντας όμως στην Κ10 βρεθήκαμε μπροστά σε ένα πρόβλημα που δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Και λέμε δεν θα έπρεπε να υπάρχει διότι οι άνθρωποι της πίστας των Σερρών το γνώριζαν από πριν και έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να το διορθώσουν, αλλά μάλλον η λύση θα είναι να πιάσουν οι ίδιοι το τιμόνι στα μηχανήματα ασφαλτόστρωσης και τα φτυάρια για να το λύσουν. Πρέπει να είναι η τέταρτη φορά στην ιστορία της πίστας που μπαίνει καινούρια άσφαλτος σε αυτό το σημείο. Κι όμως εξακολουθεί να υπάρχει έντονο σκαλοπάτι με ραφή στο σημείο που συνεχίζεις να φρενάρεις έντονα και πλαγιασμένος, ενώ τώρα έχουν προστεθεί άλλη μια ραφή και σαμαράκια έως το κέντρο της Κ11.

Αυτό το “μπάλωμα” ασφάλτου (ο Σάκης ένοιωσε πως έχει και διαφορετική πρόσφυση από την υπόλοιπη πίστα) δημιουργήθηκε διότι ο εργολάβος… “δεν τα κατάφερε με την πρώτη” και οι άνθρωποι της πίστας των Σερρών τον έβαλαν να ξηλώσει την καινούρια άσφαλτο και να την ξαναπεράσει. Εδώ να πούμε πως στο σημείο που είναι η είσοδος της Κ10 υπάρχει το μεγαλύτερο πρόβλημα με την ροή υδάτων κάτω από την επιφάνεια της ασφάλτου. Με άλλα λόγια η οριστική λύση του προβλήματος σε αυτό το σημείο δεν νομίζουμε πως γίνεται μόνο με την επιφανειακή αντικατάσταση του ασφαλτοτάπητα και χρειάζονται εργασίες υποστήριξης από κάτω. Παρ’ όλα αυτά, οι ραφές και τα μπαλώματα δεν είναι κάτι που ταιριάζει στον κόπο, τις προσπάθειες και τα χρήματα των Σερραίων, αλλά ούτε και σε μια ολοκαίνουρια ουσιαστικά πίστα.

Το επιχείρημα του εργολάβου είναι πως με την χρήση της πίστας, η επιφάνεια της ασφάλτου θα γίνεται όλο και πιο ομαλή.

Αν μιλάγαμε για δημόσιο δρόμο όπου τα οχήματα περνούν με σταθερή ταχύτητα, αυτό ακούγεται πολύ λογικό.

Στις πίστες όμως τα οχήματα καταπονούν την άσφαλτο σε συγκεκριμένα σημεία (είσοδοι και έξοδοι στροφών) και ο κανόνας είναι να δημιουργούν περισσότερες ανωμαλίες και όχι να τις μειώνουν.

Πραγματικά ελπίζουμε να κάνουμε λάθος εμείς και να έχει δίκιο ο εργολάβος του έργου, διότι σε διαφορετική περίπτωση η Κ10 θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα (κυρίως στα track-day και όχι τόσο στους έμπειρους αγωνιζόμενους που τρέχουν αγώνες και έχουν πλέον μάθει να επιβιώνουν ακόμη και στο αεροδρόμιο της Τρίπολης όταν αυτό μετατρέπεται σε πίστα…).

Επίσης η Κ13 έχει αποκτήσει κάποια μικρά σαμαράκια στο κέντρο κοντά στο εσωτερικό βιράζ, τα οποία με τις μεγάλες, βαριές μοτοσυκλέτες με τα χοντρά ελαστικά δεν ενοχλούν τόσο, αλλά με τα “σανίδια” των μικρού κυβισμού αγωνιστικών μοτοσυκλετών της κατηγορίας Racing-SS300 πιθανόν να υπάρξουν παράπονα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η πίστα σε λίγους μήνες θα έχει κορυφαίο κράτημα και στους αγώνες οι χρόνοι θα κατέβουν ακόμα πιο χαμηλά και θα δούμε νέα ρεκόρ. Αυτή τη στιγμή η καινούρια άσφαλτος έχει ακόμα τα “παιδικά προβλήματα” κάθε καινούριας πίστας, δηλαδή χρειάζεται χρόνο για να καθαρίσει η άσφαλτος και να φύγει από πάνω της η “λιπαρότητα” της φρέσκιας, πλεονάζουσας πίσσας. Ως προς τη βασική αιτία που δρομολόγησε τα έργα αλλαγής του ασφαλτοτάπητα, σε γενικές γραμμές έχουμε μια μικρή βελτίωση στο πρώτο κομμάτι της πίστας και έγινε εξαιρετική δουλειά από την Κ5 έως την Κ10.

Στην Κ10 χρειάζονται ξανά διορθωτικές εργασίες για να συμβαδίζει το αποτέλεσμα με το υπόλοιπο τμήμα της πίστας. Σε κάθε περίπτωση, η πίστα των Σερρών συνεχίζει να είναι ό,τι καλύτερο έχουμε σε αυτή τη χώρα για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό και παραμένει το καλύτερο σημείο της Ελλάδας για να απολαύσεις την οδήγηση της μοτοσυκλέτας σου και φυσικά για να τρέξεις σε αγώνες. Είναι τόσο καλή που το μόνο μέτρο σύγκρισης που μπορείς να χρησιμοποιήσεις για να την κρίνεις είναι η επίτευξη του τέλειου. Αυτό ήθελαν να πετύχουν οι άνθρωποι της πίστας και αυτό θέλουμε όλοι μας να καταφέρουν. Θα επανέλθουμε με περισσότερα σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ.