#MENOUMESPITIMEMOTO: Honda vs Ducati vs Triumph - Συγκριτικό Naked - Αρχείο Περιοδικού ΜΟΤΟ

Χωρίς...ρούχα φαίνονται οι διαφορές
24/3/2020

Δεσμώτης του ιλίγγου

Απέναντι σε όσους πιστεύουν ότι οι naked είναι μαζοχισμός, οι λάτρεις της κατηγορίας δεν έχουν παρά να δείξουν ανωτερότητα και προκλητικά να δηλώσουν ένοχοι επιλέγοντας ποινή. Εμείς έχουμε ετυμηγορίες για όλα τα γούστα, από ισόβια δεσμά μέχρι πολυετή φυλάκιση και κάθειρξη με αναστολή. Εσείς δεν έχετε παρά να διαλέξτε πόσο θέλετε να μαυρίσετε το ποινικό σας μητρώο.

Μένουμε σπίτι και το ΜΟΤΟ βάζει ένα λιθαράκι για να γίνει ακόμη πιο ευχάριστη αυτή διαμονή! Μια ελάχιστη προσφορά στους αναγνώστες μας με παλαιότερα άρθρα του περιοδικού που αποτελούν σημείο αναφοράς, τα οποία θα σας ταξιδέψουν, θα σας γεμίσουν με αδρεναλίνη, θα σας κάνουν να γελάσετε, θα σας κάνουν να προβληματιστείτε και -το κυριότερο- θα σας κρατήσουν συντροφιά αυτές τις δύσκολες ώρες που περνάμε όλοι. Μια πρώτης τάξεως αφορμή για να μείνουμε σπίτι, με ή χωρίς καραντίνα...!

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης.

Το πρόβλημα είναι ότι στις μέρες μας η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν θέτει ερωτήσεις και όταν το κάνει δεν είναι καίριες. Δεν υπάρχει αναζήτηση και προβληματισμός, οι περισσότεροι είναι απόλυτοι σε μια γνώμη που υιοθέτησαν και γυρνάνε έπειτα με μια καρφίτσα στο χέρι έτοιμοι να κολλήσουν ταμπελάκια με χαρακτηρισμούς. Αδυνατούν να δουν την συνολική εικόνα και αντί αυτού ακολουθούν εδραιωμένες αντιλήψεις και στερεότυπα, τυφλά, χωρίς κριτική. Στις μέρες μας έχει ελαχιστοποιηθεί η κρίση και έχει διογκωθεί ο φανατισμός. Δεν αναπτύσσονται νοητικοί μηχανισμοί διάκρισης του ουσιώδους απ' το επουσιώδες, του σημαντικού από το ασήμαντο. Αλλά βλέπετε είναι πιο εύκολο να ακολουθείς λεωφόρους από το να μπαίνεις σε μια ζούγκλα με την ματσέτα στο χέρι.

Ενώ Triumph και Ducati ψάχνουν κάθε λεπτομέρεια στην εμφάνιση, η Honda άφησε μερικές να της ξεφύγουν. Όπως εδώ που το σπείρωμα είναι σε κοινή θέα, ενώ οι βίδες αυτές θα μπορούσαν να βρίσκονται από ράφια dexion, μέχρι σε βραχίονα επίπεδης τηλεόρασης. Κρίμα γιατί ακριβώς από πάνω είναι ένας από τους πιο εξεζητημένους και χαρακτηριστικούς προβολείς

 

Δεν είναι η Ducati Streetfighter S η νικήτρια του συγκριτικού και ας είναι η πιο απόλυτη γυμνή που έχει βγάλει ποτέ Ευρωπαίος κατασκευαστής, και ας είναι το σίγουρο φαβορί και δυο φορές πιο ακριβή από τις υπόλοιπες. Ας το ξεκαθαρίσουμε αυτό από τώρα, σαν να βάζουμε την τελευταία σελίδα του βιβλίου πρώτη για να τελειώνουμε με τα βασικά και να επικεντρωθούμε στην υπόθεση και την πλοκή. Γιατί η ουσία αυτού του συγκριτικού βρίσκεται αλλού, στην πραγματικότητα που αντιμετωπίζει κανείς μόλις μπει σε κάποιο φόρουμ ή βρεθεί μπλεγμένος σε συζήτηση καφετέριας με το γνωστό αλλά άκαιρο ερώτημα για το πια είναι η καλύτερη μοτοσυκλέτα. Εκεί που ο καθένας υποστηρίζει την γνώμη του για κάτι που γνωρίζει ελάχιστα με επιχειρήματα που ξεκινάνε πάντα με τις φράσεις: "εγώ μία φορά…" και "έχω ένα φίλο που του συνέβη…". Σιχαίνομαι την ατέρμονη εναλλαγή ιστοριών και τους ανθρώπους που πιάνονται από ένα θέμα για να εξιστορήσουν άλλη μια "περιπέτεια" μιμούμενοι παλαιότερες τεχνικές διδασκαλίας που βασίζονταν σε επιμορφωτικές ιστορίες. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα το διδακτικό σε μια εξιστόρηση παραφουσκωμένης ιστορίας που μόνο σκοπό έχει να εξυψώσει αυτόν που την διηγείται στα μάτια των συνομιλητών του. Αυτό είναι πρακτική μάρκετινγκ και τίποτα περισσότερο. Κάπως έτσι έφτασαν πολλοί να χάνουν την ουσία και να ακολουθούν τυφλά ιδέες, να υποστηρίζουν το ευκολότερο δυνατό για να δικαιολογούν την παρουσίαση άλλης μιας προσωποκεντρικής ιστορίας.

Μπουρλότο!

Στην οικογένεια της μοτοσυκλέτας η "οπαδοποίηση" είναι ακόμα ευκολότερη, γιατί δεν πρόκειται απλώς για ένα μεταφορικό μέσο. Η μοτοσυκλέτα συνδέεται έντονα με το συναίσθημα και μια συζήτηση γύρω από αυτές μπορεί να πυροδοτηθεί τάχιστα. Δύσκολα θα δείτε κάτι τέτοιο να συμβαίνει για αυτοκίνητα, εκτός αν πρόκειται για βελτιωμένα. Ας ρίξουμε λοιπόν λίγο λάδι στη φωτιά επαναπροσδιορίζοντας τον όρο (και όχι το όνομα) streetfighter. Η Ducati παίρνει ένα από τα πιο πετυχημένα superbike, του βγάζει τα πλαστικά και τα κλιπόν και του προσθέτει ένα ίσιο τιμόνι δίνοντάς του το όνομα μιας ολόκληρης κατηγορίας. Φέρνει και την ακόμα ακριβότερη έκδοση S με αναρτήσεις που ουσιαστικά το "επιστρέφουν" στην αρχική του μορφή και έχει έτοιμο τον τρόπο να ξεστοκάρει. Το Streetfighter άλλωστε, η γυμνή έκδοση του 1098, παρουσιάστηκε ταυτόχρονα σχεδόν με την 1198, ωστόσο δεν υπάρχει τίποτα το επιλήψιμο μέχρι τώρα και τίποτα το κρυφό επίσης. Η τακτική όμως αυτή ανήκει στο παρελθόν. Απέναντι από την απαστράπτουσα Ducati παρατάσσονται δύο γυμνές μ’ ένα ενδιαφέρον κοινό χαρακτηριστικό στο οπλοστάσιό τους.

Το σταμπιλιζατέρ της Ducati είναι απαραίτητο για τις ταχύτητες που μπορεί να πιάσει σε σύντομη απόσταση και δουλεύει ικανοποιητικά χωρίς όμως να είναι ρυθμιζόμενο

 

Έχουν αφήσει αυτή την τεχνική πίσω, έχουν εξελιχθεί. Η Speed Triple ήταν για πολύ καιρό μια γυμνή Daytona 955, μια γυμνή superbike, αν και μόνο μερικοί πνιγμένοι στην αιθαλομίχλη Άγγλοι θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν την 955 έτσι. Η νέα έκδοση έχει ένα καινούριο πλαίσιο, έναν κινητήρα αισθητά διαφοροποιημένο με περισσότερη διάρκεια, πιο γραμμικό και εξίσου εύστροφο, φανερά προσανατολισμένο για χρήση στο δρόμο. Η CB1000R έχει εξελιχθεί από λευκό χαρτί και μπορεί ο κινητήρας να ανήκει σε παλιότερο CBR αλλά έχει ηπιότερα χρονισμένους εκκεντροφόρους, διαφορετικό θάλαμο καύσης με μικρότερη συμπίεση, 45 άλογα λιγότερα και τελικά έχουν γίνει τόσες επεμβάσεις που οι διαφορές είναι τεράστιες. Είναι αλήθεια ότι αυτή η κατηγορία δημιουργήθηκε από πίεση της αγοράς που έψαχνε μια δυνατή μοτοσυκλέτα αλλά για το δρόμο όχι για την πίστα, κρατήστε το αυτό. Οι κατασκευαστές απλώς ανταποκρίθηκαν στις ανάγκες του κόσμου που έγδυνε τις superbike και με διάφορες μικρές ή μεγάλες επεμβάσεις τις κυκλοφορούσε κυρίως μέσα στις πόλεις. Ήταν τότε ο μόνος τρόπος για να έχει κανείς αξιόλογες επιδόσεις και μεγαλύτερη ευελιξία, αυτά που σήμερα πλέον μπορούν να συνδυαστούν ακόμα περισσότερο. Δεν είναι απαραίτητο ν’ αγκομαχά κανείς, να πρήζονται τα χέρια του μέσα στην πόλη, να καίγονται τα πόδια του και να βλαστημά ο συνεπιβάτης. Τώρα οι γυμνές είναι γρήγορες μοτοσυκλέτες δρόμου σχεδιασμένες με γνώμονα την καθημερινή χρήση και όχι την πίστα. Και μετά ήρθε η Ducati Streetfighter για να μας θυμίσει πώς ξεκίνησαν όλα αυτά.

Το θέμα είναι τι δουλεύει καλύτερα, η παλιά συνταγή ή η καινούρια; Η κατηγορία αυτή ξεκίνησε ως streetfighter και κατέληξε σαν naked, αυτό είναι πράγματι πρόοδος; Και σε ποια κατεύθυνση; Μήπως πλέον οι αναβάτες δεν είναι όπως "παλιά" που πήγαιναν και έστριβαν με οτιδήποτε; Που όσο πιο άκαμπτη και σκληρή ήταν μια μοτοσυκλέτα τόσο το καλύτερο; Αυτή είναι η διαφορά, η απόλυτη naked Ducati, πανάλαφρη και με τις επιδόσεις κορυφαίου superbike, είναι φτιαγμένη με την παλιά συνταγή που γίνονταν αυτές οι μοτοσυκλέτες ενώ οι κατά πολύ φθηνότερες Triumph και Honda έχουν εξελιχθεί για χρήση δρόμου, περιπλέκοντας έτσι τα πράγματα. Η σημαντική εδώ λεπτομέρεια, για να τοποθετούμε τα πράγματα σε σωστό πλαίσιο, είναι ότι από την μία έχουμε την Ferrari της μοτοσυκλέτας, ή μάλλον καλύτερα ακόμα μιλάμε για την Pagani Zonda, διάβολε ούτε αυτό... Είναι η Koenigsegg Agera R των σπορ αυτοκινήτων, η DC3 Μ31 WideBody των Power Boats, το F35 των αιθέρων. Οπότε δεν μπορεί κανείς να ασχολείται με τίποτα άλλο πέρα από τις επιδόσεις της, είναι τόσο ειδικό που του αξίζει να έχει το δικό του χαρακτήρα. Ναι, αλλά αντίθετα με τα υπόλοιπα, την Streetfighter S μπορεί να την αποκτήσει κανείς χωρίς να χρειάζεται απαραίτητα να κερδίσει στο Τζόκερ, ένα μικρό χωραφάκι αρκεί. Κοστίζει ακριβά για μοτοσυκλέτα, σχετικά φτηνά όμως για ενσάρκωση ονείρου, άρα μπορεί και πρέπει να συγκριθεί με βάση αυτά που κάνει.

 

Συμπερασματικό Βατερλό!

Θα κάνω τώρα ένα από τα συχνότερα λάθη που υποπέπτουν οι συντάκτες του ειδικού τύπου, θα σχολιάσω αυτά που ΔΕΝ κάνουν αυτές οι μοτοσυκλέτες. Κανονικά αυτό είναι ένα συμπερασματικό σφάλμα, ο λάθος τρόπος να ξεκινάς οποιαδήποτε σύγκριση αλλά στην προκειμένη περίπτωση είναι η γρήγορη διαδρομή για να δούμε την συνολική εικόνα. Σαν να βλέπεις μπροστά σου την παγίδα της κινούμενης άμμου και παρόλα αυτά να πέφτεις μέσα αντί να κάνεις το γύρο. Λοιπόν δένουμε γερά στο απέναντι κλαδί και πάμε: Η Honda CB1000R δεν έχει γκάζι χαμηλά, το τιμόνι της δεν δημιουργεί την καλύτερη γωνία για να βγάζεις το σώμα σου στην πίστα και σε υψηλές ταχύτητες υπό κλίση το πλαίσιο παρουσιάζει μια μικρή ταλάντωση, κυρίως κατά το δυνατό φρενάρισμα ή την απότομη επιτάχυνση.

Όταν υπερτερούν τα Honda και Triumph, υστερεί η Ducati και το ανάποδο

 

Το Speed Triple έχει ένα ογκώδες ρεζερβουάρ και το κιβώτιο έχει βαρύ κούμπωμα και δεν του αρέσουν να του καρφώνουν τις ταχύτητες. Η Streetfighter S είναι πολύ σκληρή και άκαμπτη, λες και δεν πρόκειται να κυκλοφορεί στο δρόμο παρά μόνο στις πίστες. Η απόκριση του γκαζιού είναι πολύ τραχιά χωρίς να ανεβάζει ομαλά στροφές κάτι που ανάμεσα στα αυτοκίνητα στο κέντρο της πόλης κουράζει γρήγορα. Είναι δύσκολο να την οδηγείς με μικρές ταχύτητες και ακόμα πιο δύσκολο να φρενάρεις σε βρεγμένο δρόμο αν σου πεταχτεί κανείς από κάποιο στοπ. Η σέλα γλιστράει πολύ και τα γόνατα δεν βρίσκουν εύκολα στήριξη στο μινιμαλιστικό ρεζερβουάρ, λες και δεν θα κυκλοφορήσει ποτέ σε δημόσιους δρόμους παρά μόνο σε πίστες. Ο συνεπιβάτης δεν θα αντέξει για πολύ, ακόμα και αν τον πληρώνεις για την εμπειρία, ενώ στις λακκούβες καταλαβαίνεις την κατάσταση κάθε σπονδύλου σου ξεχωριστά. Αρκεί μια σύντομη διαδρομή όπως το περίπτερο-σπίτι για να είσαι το ίδιο πιασμένος με ένα δίωρο έντονης άσκησης στο γυμναστήριο.

Οι monobloc δαγκάνες της Ducati λειτουργούν εξωπραγματικά σε σύγκριση με τα φρένα των άλλων δυο. Το Speed Triple έχει εκπληκτικά φρένα, το Streetfighter έχει ακόμα καλύτερα, ικανά να επαναπατρίσουν με ασφάλεια το Discovery!

 

Καταλαβαίνετε τώρα τις διαφορές; Γιατί δεν κάναμε εκείνη την μακρά παράκαμψη; Όπου υπερτερούν τα Honda και Triumph, υστερεί η Ducati και το ανάποδο, η καθημερινή μετακίνηση αντιπαραβάλλεται την εξατομικευμένη χρήση. Η Streetfighter S είναι προορισμένη για πίστα, η CB1000R για τα αστικά όρια, ενώ το Speed Triple δεν θα πει όχι και σ’ ένα σύντομο ταξίδι. Αυτό μεταφράζεται και σε αντίστοιχα επίπεδα αδρεναλίνης στο άνοιγμα του γκαζιού, ο ίλιγγος σε γρήγορη ανάβαση στριφτερού επαρχιακού δρόμου θα είναι διαφορετικής έντασης με κάθε μοτοσυκλέτα. Δεν νοείται καμία σύγκριση με τον εξωπραγματικό τρόπο που επιταχύνει ο υπερελαφρύς πύραυλος της Ducati. Εκεί που στ’ άλλα δύο το δεξί γκριπ αποτυπώνει το ρυθμό περιστροφής του σε συνεργασία με το στροφόμετρο, το Streetfighter τον δείχνει κατευθείαν στο κοντέρ, τόσο γρήγορα τινάζεται μπροστά αυτή η μοτοσυκλέτα. Καμία άλλη γυμνή δεν τεντώνει τα χέρια με αυτό το ρυθμό, καμία άλλη δεν μπορεί να σου δέσει το στομάχι κόμπο από φανάρι σε φανάρι. Αυτό όμως είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα με αυτή τη μοτοσυκλέτα, ακριβώς γι’ αυτό οι Triumph και Honda είναι απολαυστικότερες μοτοσυκλέτες. Ναι απολαυστικότερες, στα μισά λεφτά και με λιγότερα κυβικά και άλογα.

 
Το Speed Triple έχει την πιο άνετη σέλα απ' τις υπόλοιπες με το κάλυμμά της να διατίθεται ως έξτρα και να μην περιλαμβάνει στα εργαλεία άλεν για να το βγάλετε. Ευτυχώς η εργαλειοθήκη του Triumph έχει αρκετό χώρο για να τοποθετήσετε δικά σας εργαλεία.

 

Κάν’ τα μου λιανά

Σε αυτό το σημείο είναι που αρχίζει η οπαδοποίηση που λέγαμε. Αυτό το κατεστημένο είναι το δυσκολότερο να ανατρέψει κανείς, την εδραιωμένη δηλαδή αντίληψη ότι η πιο δυνατή μοτοσυκλέτα είναι και η καλύτερη για όλους. Και θα ήταν κανονικά, αλλά το θέμα εδώ δεν είναι μονοδιάστατο. "Όποιος δεν έχει χέρια δεν μπορεί να το πάει". "Ο κατάλληλος αναβάτης το παίρνει και το στύβει", αυτόματες απαντήσεις στα παραπάνω, τις οποίες βλέπω κιόλας να έρχονται. Μόνο που αυτός ο αναβάτης που θα το κάνει αυτό σε δημόσιους δρόμους, όπως χαρακτηριστικά έγραφε και ο φίλος Μπάμπης στο προηγούμενο τεύχος, θα πρέπει να είναι ο Brad Pitt σε ταινία δράσης, ένας σύγχρονος σούπερ-ήρωας, και θα συμπληρώσω ότι κανείς από αυτούς τους ρόλους δεν έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής... Είναι επικίνδυνο να οδηγείς γρήγορα το Streetfighter S μέσα στην πόλη, περισσότερο απ’ ότι τα Triumph και Honda. Ταυτόχρονα όμως είναι και μαγικό γιατί επιταχύνεις και φρενάρεις ακαριαία εκμεταλλευόμενος κάθε εκατοστό ελεύθερου δρόμου στις ελάχιστες αποστάσεις που έχει το αστικό περιβάλλον. Οι αναρτήσεις δεν αφήνουν περιθώριο διόρθωσης λάθους όταν τα λάστιχα δεν καταφέρουν να εκμεταλλευτούν την ελάχιστη πρόσφυση που προσφέρει η ελληνική άσφαλτος. Ο εμπρός τροχός μπορεί εύκολα να φύγει δεξιά ή αριστερά στο απότομο φρενάρισμα, χωρίς κάποια ιδιαίτερη προειδοποίηση, αλλά για τα δεδομένα των τεράστιων 330mm δίσκων η λειτουργία του είναι αποδεκτά προοδευτική. Πίσω βέβαια το φρένο αποτελεί την επιτομή της προοδευτικότητας, δουλεύει απροβλημάτιστα με το μπλοκάρισμα να έρχεται πολύ αργά όταν ταυτόχρονα δεν λείπει η δύναμη και το αρχικό δάγκωμα είναι ικανοποιητικό. Το Streetfighter S ελαττώνει ταχύτητα στο άγγιγμα μανέτας και λεβιέ με τέτοιο ρυθμό που είναι σαν να άνοιξε αλεξίπτωτο, όμως χρειάζεται σύνεση σε οποιαδήποτε άσφαλτο δεν είναι καινούρια ή δεν προσφέρει κράτημα πίστας, στην συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνικών δρόμων δηλαδή.

Η σέλα της Honda είναι επίσης άνετη και στεγνώνει γρήγορα.

 

Στον αντίποδα υπάρχει το CB1000R, η μοτοσυκλέτα που χαίρεσαι να φρενάρεις σε στεγνό ή βρεγμένο, ακόμα και σε χαλίκι. Πολύ δύσκολα θα βρεθεί τερέν που το σύστημα C-ABS δεν θα ανταποκρίνεται με απόλυτη ακρίβεια χωρίς περιττή ανάδραση στα χειριστήρια. Το νεότερο Speed Triple που μόλις απέκτησε έκδοση με ABS δεν μπορεί να συγκριθεί σε αυτό τον τομέα με την Honda που παραδίδει μαθήματα συμπεριφοράς στο φρενάρισμα. Βέβαια δεν μπορεί να τα έχει κανείς όλα, θα ήταν υπέροχο να μπορείς ν’ απενεργοποιήσεις άμεσα το ABS σε αυτές τις μοτοσυκλέτες, όπως γίνεται σε όλες σχεδόν τις on-off. Αυτό αφαιρεί πόντους από το παιχνίδι, ιδιαίτερα όταν απέναντι έχεις το Ducati που και κορυφαία φρένα διαθέτει, και δυνατά είναι, ενώ μπορεί κατά βούληση να διώξει τον πίσω τροχό ή να ντριφτάρει χωρίς να χρειάζεται ν’ αλλάξει σχέση στο κιβώτιο.

Η σέλα της Streetfighter είναι η ιδανικότερη...για να φοράτε φόρμα και να "γλιστράτε" στην πίστα! 

 

Όσο ο ρυθμός ανεβαίνει, όσο η οδήγηση του αναβάτη αρχίζει να πλησιάζει τα όρια του χουλιγκανισμού τόσο πιο ευδιάκριτες αρχίζουν να γίνονται οι διαφορές των τριών μοτοσυκλετών. Triumph και Honda βρίσκονται κοντά, ενώ αρκετά μακριά τους ίσα που ξεχωρίζει το πίσω φως του Streetfighter. Αρκεί μισή περιστροφή του γκαζιού για να εξαφανιστεί το Ducati από το οπτικό πεδίο των άλλων δύο. Σκεφτείτε το: Σχεδόν είκοσι κιλά ελαφρύτερο από το CB1000R και κοντά τριάντα από το Speed Triple με 26 και 15 περισσότερους ίππους αντίστοιχα, η αίσθηση στο άνοιγμα του γκαζιού γίνεται από ένα σημείο των στροφών και μετά μη συγκρίσιμη. Έτσι ήταν κάποτε όλα τα γυμνά, ατίθασα και γρήγορα όπως το Streetfighter, άλλωστε τότε αυτό ήταν και το όνομα της κατηγορίας ολόκληρης, "Streetfighters". Άλλαξαν πολλά όταν εισήχθη ο γενικός όρος naked και οι μοτοσυκλέτες της κατηγορίας άρχισαν να θυμίζουν λίγο τα café racers που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία από το ’60 και μετά. Η καθημερινή χρήση δεν γίνεται μετά κόπων και βασάνων, αυτό αργά ή γρήγορα οδηγεί σε κούραση. Χρειάζεται μια μοτοσυκλέτα που δεν πρόκειται να "βράσει" και να χάσει απόδοση ο συμπλέκτης όταν θα βρεθεί κολλημένη στο ίδιο σημείο στην ασφυκτική κίνηση. Αυτά που προσφέρουν οι καινούριες naked ήταν κάποτε όνειρα που με διάφορες πατέντες οι ιδιοκτήτες των custom streetfighter έψαχναν να τα πραγματοποιήσουν. Το κέντρο των πόλεων δεν τους τρομάζει πλέον, ένα tank ή tail bag παραδείγματος χάριν, δεν πρόκειται να ξεβάψει πλαστικά και μέταλλα μετά την δεύτερη - τρίτη φορά που θα χρησιμοποιηθεί. Η χρήση των naked δεν είναι περιοριστική όπως των γυμνών superbike, των Streetfighters δηλαδή, αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε Ducati από τη μία πλευρά και Triumph και Honda από την άλλη. Οι παραχωρήσεις που πρέπει να κάνει κανείς δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων, που είναι και ο βασικότερος παράγοντας εδώ που τα λέμε, αλλά και χρήσης.

 

Naked for ever!

Τους λιγότερους συμβιβασμούς πάντως τους κάνεις με το Speed Triple. Ειδικά τώρα που με την προσθήκη του ABS έχει έρθει πιο κοντά στην επιτομή της λειτουργικότητας, που στην κατηγορία αυτή πρεσβεύεται από το CB1000R. Σε καμία περίπτωση δεν έχει το αγγλικό ABS τον ίδιο βαθμό αποτελεσματικότητας με το CB1000R, ωστόσο τα φρένα του Triumph είναι προοδευτικά και δουλεύουν τόσο καλά από μόνα τους, που απλώς το ABS προσφέρει το ψυχολογικό εχέγγυο της ασφάλειας που χρειάζεται ο αναβάτης για να αυξήσει ρυθμό. Το Speed Triple είναι η naked με την οποία μπορείς να ταξιδέψεις κιόλας, η πρόσθετη ζελατίνα της εταιρείας που είχε η μοτοσυκλέτα της δοκιμής δεν προσφέρει κάποια σπουδαία προστασία, σε σημείο μάλιστα που η συνεισφορά της στην άνεση είναι μηδενική, περισσότερο ο όγκος είναι αυτός που σε προδιαθέτει να βγεις στον ανοικτό δρόμο. Ανεβαίνοντας από το Streetfighter κατευθείαν στο Speed Triple είναι σαν να βρέθηκες σε on-off! Από εκεί που τα πόδια ήταν τόσο κλειστά όσο σχεδόν στο περπάτημα και εφάρμοζαν στο ρεζερβουάρ με το βάρος του σώματος να πέφτει μπροστά φορτίζοντας τους καρπούς, στην αγγλική μοτοσυκλέτα θέλεις λίγο χρόνο αναπροσαρμογής. Στο Speed Triple κάθεσαι το ίδιο επιθετικά όπως και στο Streetfighter αλλά λιγότερο ακραία και όλα είναι πιο μεγάλα. Όλες οι αποστάσεις, το ρεζερβουάρ, η σέλα, φαντάζουν μακρύτερα από το σώμα και τα πόδια του αναβάτη, τόσο που το Speed Triple μπροστά στα άλλα δύο αδικείται. Φαντάζει μοτοσυκλέτα άλλης κατηγορίας, και είναι σημαντικά πιο βαρύ. Όλα αυτά στο ταξίδι βέβαια είναι επιθυμητά, μέσα στην πόλη όμως όχι και τόσο.

Δεν υπάρχει ομορφότερο θέαμα από το χωροδικτύωμα της Ducati με τα carbon καλύμματα των ιμάντων των εκκεντροφόρων και τα καπάκια από μαγνήσιο. Δεν επικρατεί απόλυτη τάξη αλλά αυτό είναι μια πολύ μικρή λεπτομέρεια

 

Εκεί είναι το πεδίο δράσης του CB1000R, το οποίο παρόλο που είναι μινιμαλιστικό σαν γυμνό 600 κυβικών τοποθετεί το σώμα του αναβάτη σε πιο όρθια θέση και υπάρχει χώρος για τα γόνατα χωρίς τα πόδια να διπλώνουν πολύ. Ταυτόχρονα, ο αναβάτης του Streetfighter αρχίζει να ιδρώνει και να πονάνε τα χέρια του από την προσπάθεια να διατηρήσει ροή ανάμεσα στα αυτοκίνητα, ενώ εκείνος του Speed Triple έχει σταματήσει κάπου πιο πίσω γιατί το τιμόνι του δεν κόβει καθόλου. Παράλληλα ο αναβάτης του CB1000R έχει φτάσει ήδη στην καφετέρια, έχει παραγγείλει κιόλας, και με το πεδίο ελεύθερο μπορεί να ξεκινήσει το ευγενές άθλημα του καμακώματος. Έχει αρκετό χρόνο μέχρι να φανεί το Streetfighter S που θα χαλάσει όλη τη δουλειά.

Στο αντίποδα η Honda καλύπτει όλες τις λεπτομέρειες

 

Είναι απίστευτο και πραγματικά χρίζει διερεύνησης, αλλά οι γυναίκες, και μιλάμε για αυτές που δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο, δεν θα δουν τρεις μοτοσυκλέτες. Ακόμα καλύτερα δεν θα δώσουν καμία σημασία σε αυτά τα "πράγματα" που τους ενοχλούν πάνω στο πεζοδρόμιο μέχρι να εμφανιστεί το Streetfighter! Κανείς δεν μπορεί με σιγουριά πάντως να καταλήξει αν το Ducati ξεχωρίζει λόγο τιμής ή λόγο design, γιατί έχει και τα δύο σε πληθωρικό βαθμό. Προσθέστε την ανωτερότητα έναντι των άλλων γυμνών σε πίστα (και μόνο) και έχετε το λόγο ύπαρξης αυτής της μοτοσυκλέτας. Track days και οφθαλμόλουτρο!

Στη γρήγορη οδήγηση πάντως σε επαρχιακό δρόμο Triumph και Honda μάχονται στενά για την δεύτερη θέση. Η ανωτερότητα του Speed Triple έναντι του CB1000R είναι δεδομένη, απλώς η ψαλίδα μικραίνει ανάλογα με τις προτιμήσεις του αναβάτη. Σε όποιον αρέσουν οι βόλτες και δεν κυνηγά τα χρονόμετρα, ή τα χιλιόμετρα μέσα στις στροφές, θα εντυπωσιαστεί από το CB1000R και θα ζηλέψει τους χώρους και τον όγκο του Speed Triple. Όποιος όμως θέλει να οδηγεί γρήγορα θα λατρέψει την αγγλική μοτοσυκλέτα και την ακρίβεια που προσφέρει το εκπληκτικό πιρούνι της Showa μαζί με την στιβαρότητα του πλαισίου. Οι συχνές αλλαγές σχέσεων στο Triumph αποτελούν βέβαια ένα διπλωματικό θέμα ανάμεσα σε λεβιέ και παπούτσι. Αν και ο συμπλέκτης δεν είναι ιδιαίτερα σκληρός, εκτός και αν τον συγκρίνεις απευθείας με αυτόν του CB που είναι απαλός σαν μαργαρίνη, οι ταχύτητες κουμπώνουν ηχηρά και χρειάζονται δύναμη. Οι αλλαγές χωρίς τη χρήση συμπλέκτη είναι για το Honda μια φυσιολογική υπόθεση στο μαλακό και ακριβές κιβώτιο, όμως για το Triumph αυτό είναι μια πράξη σύντομου πολέμου σε τακτική Falkland και προβάλει σθεναρή αντίσταση. Η συζήτηση αυτή απλώς αφήνει απ’ έξω το Ducati που το μόνο που αντιπαθεί είναι οι αλλαγές έξω από την ωφέλιμη περιοχή του στροφόμετρου όπου παρουσιάζει έντονους κραδασμούς, ακούγεται η αλυσίδα, και γενικά τρέμει και σείεται συθέμελα μέσα σ’ ένα σωρό μηχανικούς θορύβους. Όσο το οδηγείς σε γρήγορο ρυθμό όλα συντονίζονται μαγικά μεταξύ τους και το Streetfighter S αρχίζει να δικαιολογεί το υπέρογκο ποσό που κοστίζει.

Η Triumph δεν ασχολείται ιδιαίτερα με την εμφάνιση του κινητήρα, τον αφήνει αυθεντικό...

 

Το traction control των Ιταλών είναι επίσης αυτής της λογικής. Στην περισσότερο παρεμβατική θέση κόβει πιο ομαλά την επιτάχυνση τη στιγμή που οκτώ θέσεις πιο πάνω μπορεί να αφήσει τον εμπρός τροχό να σηκωθεί αρκετά αλλά θα επέμβει πολύ πιο απότομα. Το χειρότερο με το traction control της έκδοσης S όμως είναι ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί ή ν’ απενεργοποιηθεί με τον κινητήρα σβηστό. Αν σε κάποιο φανάρι λοιπόν αποφασίσεις να χαρίσεις θέαμα θα πρέπει να ζητήσεις συγνώμη να σβήσεις και ν’ αρχίσεις να παίζεις με τους διακόπτες αριστερά με κάθε αλλαγή να απαιτεί παρατεταμένο πάτημα... εκνευριστικό.

Εκεί που το Ducati όμως μπορεί, όταν λύσει το θέμα του traction control, να σηκωθεί από το ρελαντί με ελάχιστη περιστροφή του γκαζιού, το CB1000R θα χρειαστεί καλό έλεγχο με το πίσω φρένο γιατί σηκώνεται απότομα σε πολλές στροφές, ενώ το Speed Triple θα ανταμείψει τον αναβάτη του με τις πιο απολαυστικές και ελεγχόμενες σούζες ισχύος. Οι αλλαγές στον κινητήρα του Triumph έφεραν την απαιτούμενη διάρκεια που έλειπε στο προηγούμενο μοντέλο με τις σχέσεις να είναι πλέον σωστά κλιμακωμένες. Οδηγώντας επιθετικά το Speed Triple ο αναβάτης είναι σε εγρήγορση και "ετοιμοπόλεμος", την ώρα που στο Ducati κερδίζει σε κάθε χιλιόμετρο άσπρες τρίχες και στο Honda παραμένει ξεκούραστος όσο ψηλά και αν στριφογυρίζει ο δρόμος. Το CB1000R είναι η μοτοσυκλέτα που μπορούν όλοι να την οδηγήσουν γρήγορα και αυτό δεν λέγεται υποτιμητικά, όπως δεν είναι και διαφήμιση να λες ότι το Ducati μπορεί να οδηγηθεί πραγματικά γρήγορα από μια χούφτα αναβατών στην Ελλάδα. Αν το βλέπετε έτσι τότε μακάρι ν’ ανήκετε σε αυτούς τους λίγους, διαφορετικά διαπράττετε το ίδιο λάθος με αυτό που λέγαμε στην αρχή. Οπαδοποίηση: "το υποστηρίζω γιατί είναι κόκκινο και Ιταλικό". Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, δεν χρειάζεται να είναι όλες οι γυμνές μοτοσυκλέτες δύστροπες και επικίνδυνες σε συνθήκες δημόσιου δρόμου, να μην συγχωρούν λάθη για να μπορούν να πλαγιάσουν σε μοίρες που είναι απαγορευτικές εκτός πίστας.

Ντάμα σπαθί

Η γεωμετρία και η απολυτότητα ξυραφιού που έχει το Streetfighter και ο τρόπος που τοποθετεί τον αναβάτη στη σέλα, ψηλά και πάνω στη μοτοσυκλέτα, είναι ιδανικές για όταν χρειάζεται να βγει το σώμα εκτός, και να πλαγιάσει απότομα η Ducati εναλλάσσοντας γρήγορα κλίσεις. Σε πόσους ελληνικούς δημόσιους δρόμους μπορεί να γίνει αυτό με μια σχετική ασφάλεια; Speed Triple και CB1000R είναι ιδανικότερες μοτοσυκλέτες για κάθε μέρα χωρίς να υστερούν σε επιδόσεις. Οι διαφορές ανάμεσα στις τρεις μόνο στην πίστα μπορούν να γίνουν αισθητές καθώς στο δρόμο τα νούμερα λένε διαφορετική αλήθεια. Κοιτάξτε τις μετρήσεις του Triumph, στα τετρακόσια μέτρα είναι μόλις οκτώ κλάσματα του δευτερολέπτου πιο αργό από το Ducati, ενώ στο πρώτο χιλιόμετρο Speed Triple και CB1000R θα είναι δίπλα-δίπλα, μόλις μισή μοτοσυκλέτα μήκος πίσω από το Streetfighter S. Αυτό που δεν μπορούν να φανερώσουν τα νούμερα είναι η αίσθηση που έχει το ιταλικό superbike, συγνώμη το streetfighter... Τελικά η αγγλική μοτοσυκλέτα έχει καταφέρει να συμπληρώσει το πιο ολοκληρωμένο πακέτο, δεν υστερεί σε επιδόσεις, έχει κορυφαία φρένα, παρόλο που το ABS της είναι χειρότερο από της Honda, και μπορεί να ταξιδέψει μέσα σε λογικά όρια. Ταυτόχρονα η CB1000R πρέπει να είναι αυτή τη στιγμή η ταχύτερη μοτοσυκλέτα όταν στη διαδρομή περιλαμβάνονται φανάρια, ελιγμοί ανάμεσα σε σταματημένα αυτοκίνητα και γενικά οτιδήποτε μπορεί να μπλοκάρει τους δρόμους μια πόλης. Οι naked έχουν πλέον εξελιχθεί και περάσει σε επόμενο στάδιο από εκείνων των custom streetfighter, προσφέροντας επιδόσεις, συγκίνηση και καθημερινή χρηστικότητα και το Speed Triple είναι αυτή τη στιγμή το καλύτερο παράδειγμα. Όμως στο περιοδικό όλοι μαλώναμε για τα κλειδιά της Ducati… Η εμφάνιση και ο χαρακτήρας είναι μεγάλος μαγνήτης και η μοτοσυκλέτα, είπαμε, παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένη με το συναίσθημα...

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Triumph Speed Triple 1050 ABS
Αντιπρόσωπος:
Ηλιοφίλ ΑΕΕ
Τιμή:
€13.790
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος
2.086mm
Ύψος
1.033mm
Μεταξόνιο
1.435mm
Απόσταση από το έδαφος
 
-mm
Ύψος σέλας
820mm
Ίχνος
90,9mm
Γωνία κάστερ
22,8°
Απόσταση σέλας - τιμονιού
730mm
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ
500mm
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού
900mm
Απόσταση πίσω σέλας -πίσω μαρσπιέ
480mm
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
221 kg
(χωρίς καύσιμο: 207,9 kg)
Πίσω
49,2%
Εμπρός
50,8%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
1,5%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Αλουμινίου, σωληνωτό περιμετρικό
Πλάτος (mm):
728
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/216
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, τρικύλινδρος σε σειρά, με 4 Β/Κ, 2 ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
79x71,4
Χωρητικότητα (cc):
1.050
Σχέση συμπίεσης:
12:0,1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
135 / 9.400
Ροπή (kg.m/rpm):
11,6 / 7.550
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
136,3
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός Keihin
Σύστημα εξαγωγής:
3 σε 2 με καταλύτη
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια / 1,750
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα / 2,333
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
2,733 / 11
1,947 / 15
1,545 / 19
1,292 / 23
1,154 / 25
1,074 / 27
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
12.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα πρώτα 1.000 και κάθε 6.000
 
 
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
Τύπου φυσιγγίου / 12.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
1,65
11,13
0-100
3,56
51,26
0-150
6,03
139,29
0-200
10,48
359,79
0-250
-
-
 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
Km/h
0-400
11,19
202,50
0-1.000
20,81
234,79
 
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
80-140
2,56
77,93
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
6η
40-80
2,62 / 43,60
3,03 / 49,88
 
80-120
2,56 / 71,41
2,89 / 80,58
3,76 / 104,73
120-160
2,93 / 113,99
3,47 / 135,71
4,53 / 176,79
160-200
4,06 / 205,34
4,19 / 210,18
5,90 / 296,61
200-240
-
-
-
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
2,28
51,28
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
1,6
Πραγματικά
1,69
1,79
 
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm):
134
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
5,5x17
Ελαστικό:
180/55-17 Metzeler Racetech interact
Πίεση:
38psi
ΦΡΕΝΟ
Αεριζόμενος δίσκος 220mm με δαγκάνα 2 εμβόλων
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ψηφιακός δείκτης βενζίνης / ρεζέρβας, immobilizer
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή / Διάμετρος (mm):
120/43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5x17
Ελαστικό:
120/70-17 Metzeler Racetech interact
Πίεση:
36psi
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες Brembo τεσσάρων εμβόλων
 
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
7,6
Ελάχιστη
6,2
Μέγιστη
9,6
Αυτονομία:
223
Αυτονομία ρεζέρβας:
45
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
17,4/3,2
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ               HONDA CB 1000R ABS
Αντιπρόσωπος:
ΓΕΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ (Μέλος του Ομίλου Σαρακάκη)
Τιμή:
€12.150
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.105
Ύψος (mm):
1.095
Μεταξόνιο (mm):
1.445
Απόσταση από το έδαφος (mm):
130
Ύψος σέλας (mm):
825
Ίχνος (mm):
99
Γωνία κάστερ (˚):
25
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
730
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
470
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
880
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
360
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
222kg
(χωρίς καύσιμο: 209,25)
Πίσω
51,3%
Εμπρός
48,7%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
0%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Χυτό αλουμινένιο, μονής ραχοκοκαλιάς
Πλάτος (mm):
785
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/ 222 με ABS (217 χωρίς ABS)
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά με 4 Β/Κ και 2 ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
75x56,5
Χωρητικότητα (cc):
998
Σχέση συμπίεσης:
11,2:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
125 / 10.000
Ροπή (kg.m/rpm):
10,2 / 8.000
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
125,2
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός με σώματα 36 χιλιοστών
Σύστημα εξαγωγής:
4 σε 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, με υδραυλική οδήγηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια / 1,604
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα 530 / 2,750 (44/16)
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,538 (33/13) / 10,6
2α
1,941 (33/17) / 134
3η
1,579 (30/19) / 17
4η
1,363 (30/22) / 20
5η
1,217 (28/23) / 22
6η
1,115 (29/26) / 24
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
24.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα πρώτα 1.000 και κάθε 6.000
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
3,6 / -
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
Τύπου φυσιγγίου / 12.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
1,53
9,82
0-100
3,11
43,04
0-150
5,54
128,57
0-200
10,45
371,69
0-250
 
 
 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
km/h
0-400
10,95
203,91
0-1.000
20,81
227,59
 
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
80-140
2,50
77,91
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
4η
5η
6η
40-80
2,83/47,25
3,51/57,85
-
80-120
26,3/73,11
3,45/95,74
3,80/104,93
120-160
2,60/101,06
3,54/138,17
3,81/147,97
160-200
3,61/181,90
3,88/195,17
4,22/211,92
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
2,41
53,38
 
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
1,77
Πραγματικά
1,86
1,98
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μονόμπρατσο ψαλίδι με μονό αμορτισέρ της Showa χωρίς μοχλικό
Διαδρομή (mm):
128
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
5,5 x 17’’
Ελαστικό:
180/55-17
Πίεση:
36psi
ΦΡΕΝΟ
Μονός δίσκος 256mm με δαγκάνα δυο εμβόλων και ABS
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ψηφιακό πάνελ με τρεις οθόνες για ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, immobilizer, δείκτη βενζίνης, θερμοκρασία νερού, ρολόι και ενδεικτικές λυχνίες νεκράς, μεγάλης σκάλας φώτων, φλας, ABS, τσεκ κινητήρα
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι της Showa, HMAS cartridge
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120/ 43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 x 17’’
Ελαστικό:
120/70-17
Πίεση:
34psi
ΦΡΕΝΟ
Δυο δίσκοι 310 χιλιοστών με δαγκάνες Nissin τριών εμβόλων για την έκδοση ABS-CBS (ακτινικές δαγκάνες Tokico τεσσάρων εμβόλων για τη στάνταρ έκδοση)
 
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
7,1
Ελάχιστη
5,9
Μέγιστη
8,4
Αυτονομία μέγιστη (km):
201,1
Αυτονομία ρεζέρβας (km):
47,3
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
17/4
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ               Ducati Streetfighter S
Αντιπρόσωπος:
Hellinmoto ΑΒΕΕΟ
Τιμή:
 €21.600
Εγγύηση:
2 χρόνια
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος
2.120mm
Ύψος
1.114
Μεταξόνιο
1.475mm
Απόσταση από το έδαφος
-
Ύψος σέλας
840mm
Ίχνος
-
Γωνία κάστερ
25,6°
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
700
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
500
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
900
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
500
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
197,5kg
(χωρίς καύσιμο: 185,1kg)
Πίσω
51,5%
Εμπρός
48,9%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
+14,4%
 
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο (ALS450), χωροδικτύωμα σωληνωτής διατομής
Πλάτος (mm):
-
Βάρος κατασκευαστή, κενή (kg):
169 (167)
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, δικύλινδρος V90°, υγρόψυκτος με 4 Β/Κ, δεσμοδρομικός
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
 
104x64,7
Χωρητικότητα (cc):
1.099
Σχέση συμπίεσης:
12,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
155 / 9.500
Ροπή (kg.m/rpm):
11,7 / 9.500
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
139,8
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός Marelli (ελλειπτικής διατομής)
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1 σε 2 με καταλύτη και δυο αισθητήρες “λ”, με λαιμούς και τελικά από ανοξείδωτο ατσάλι (Euro 3)
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ με αντλία λαδιού
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Ξηρός, πολύδισκος, με υδραυλική τρόμπα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια / 1,840
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα / 2,533
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,466/12
2α
1,764/15
3η
1,300/20
4η
1,090/24
5η
1,043/25
6η
0,880/29
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
-
Αλλαγή λαδιού (km):
-
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
-
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
-
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
1,75
11,62
0-100
3,67
51,93
0-150
6,04
136,31
0-200
9,58
311,82
0-250
 
 
 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
sec
km/h
0-400
11,11
214,43
0-1.000
20,45
241,36
 
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
sec
Μέτρα
80-140
2,57
79,08
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
6η
40-80
2,27/63,16
2,82/77,83
-
80-120
2,66/103,83
3,19/124,71
-
120-160
3,18/160
4,4/226,42
-
160-200
-
10,76/676,52
-
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
2,29
50,91
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
1,08
1,2
Πραγματικά
1,33
1,43
 
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΠΙΣΩ
ΤΥΠΟΣ
Ένα αμορτισέρ της Showa (Ohlins), μοχλικό
Διαδρομή (mm):
127
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Έξι ιντσών, Ducati design, δέκα μπράτσων από χυτό αλουμίνιο (Marchesini)
Ελαστικό:
190/55-17 Pirelli Diablo Corsa III
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 245mm με δαγκάνα δυο εμβόλων
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Oθόνη με στροφόμετρο, ταχύμετρο, ρολόι, πρόγραμμα προειδοποίησης service, λαμπάκι χαμηλής πίεσης και θερμοκρασίας λαδιού, δείκτη βενζίνης / ρεζέρβας, θερμοκρασίας λαδιού / νερού, λαμπάκι νεκράς / φλας, ένδειξη μέσης ωριαίας ταχύτητας, μέσης κατανάλωσης / trip ρεζέρβας, immobilizer και υποδοχή για το σύστημα DDA-Ducati Data Analyzer, σταμπιλιζατέρ (DTC- Ducati Traction Control).
 
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ
ΤΥΠΟΣ
Ανεστραμμένο πιρούνι Showa με επίστρωση TiO (Ohlins με επίστρωση TiN)
Διαδρομή / Διάμετρος (mm):
120/43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 ιντσών, Ducati design, δέκα μπράτσων από χυτό αλουμίνιο (Marchesini)
Ελαστικό:
120/70-17
ΦΡΕΝΟ
Δυο δίσκοι διαμέτρου 330mm με ακτινικές, τετραέμβολες, monobloc δαγκάνες της Brembo
 
ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ
 
ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ
Κόφτης:
10.400
Μέγιστη ισχύς:
9.900
 
 
1η
109
2α
153
3η
207
4η
247
5η
258
6η
306
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
8
Ελάχιστη
7
Μέγιστη
10
Αυτονομία:
212
Αυτονομία ρεζέρβας:
37,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (lt):
17/3

Ετικέτες

Yamaha Tenere 700 & Tenere 700 Rally 2025: Αναλυτική παρουσίαση οδηγώντας και τα 2 στο στοιχείο τους [VIDEO]

Μικρές αλλαγές που κάνουν μία διαφορά
Tenere
Από τον

Κίμωνα Καράμπελα

14/8/2025

Το "Next Horizon" της Ténéré 700 δεν είναι απλώς ένα εμπορικό σλόγκαν. Είναι η φιλοσοφία πίσω από τη μοτοσυκλέτα που έχει ως στόχο να ικανοποιήσει διαφορετικούς τύπους αναβατών. Το 2025, η δημοφιλέστερη on/off των τελευταίων ετών ανανεώθηκε σημαντικά μετά την πρώτη παρουσίαση το 2019, φέρνοντας βελτιώσεις τόσο σε επίπεδο τεχνολογίας όσο και εργονομίας, διατηρώντας παράλληλα τα στοιχεία που την καθιέρωσαν.

H Yamaha Ευρώπης αγαπάει πολύ το Μαρόκο, το έχουμε καταλάβει από πέρυσι με την πρόσκληση της να οδηγήσουμε τα Ténéré GYTR με τις αγωνιστικές πινελιές στην έρημο Merzouga. Αυτή τη χρονιά επέλεξε ξανά την ίδια χώρα αλλά διαφορετική έρημο, την Agafay Desert που βρίσκεται στα πέριξ του Μαρακές για να δοκιμάσουμε τα νέα Ténéré στο στοιχείο τους. Η σχέση της Yamaha με το Μαρόκο δεν ξεκινάει από τις παρουσιάσεις νέων μοντέλων αλλά επειδή πλέον έχει μόνιμη βάση εκεί για να εξυπηρετεί τις ανάγκες του Ténéré Spirit Experience, της ομάδας δηλαδή που παρέχει ένα πλήρες πακέτο σε όποιον θέλει να αγωνιστεί/προπονηθεί σε συνθήκες rally με την Ténéré του ή με μία κατάλληλα προετοιμασμένη από αυτούς αγωνιστική μοτοσυκλέτα. Με την αποχώρηση της Yamaha από το παγκόσμιο πρωτάθλημα rally raid, όλο το ενδιαφέρον έχει πέσει στα μεγάλα adventure που συνεχίζουν να κατακλίνουν την αγορά σύμφωνα με την προτίμηση του κοινού. Γι’ αυτό με σημαία το Ténéré 700 η Yamaha κυνηγά τους αγώνες rally-raid όπου υπάρχει κατηγορία για μεγάλα δικύλινδρα, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το πόσο επενδύει σε αυτό το μοντέλο.

Tenere

 Ήταν καιρός για αλλαγή λοιπόν, ένα φρεσκάρισμα που έπρεπε να γίνει για να μείνει το Ténéré στο παιχνίδι, όταν οι αντίπαλοι από Ευρώπη αλλά κυρίως από Κίνα κάνουν την επίθεση τους στην κατηγορία. Το “Σπαρτιάτικο” Yamaha με τις πιο βασικές λειτουργίες και με τα ελάχιστα ηλεκτρονικά υποστηριζόταν θερμά από το κοινό που έλεγε “όσο λιγότερα-τόσο το καλύτερο” θέλοντας να τονίσουν με αυτό ότι η αξιοπιστία του T7 ήταν σε υψηλό επίπεδο επειδή δεν υπήρχαν πολλά λαμπάκια που να προειδοποιούν για πιθανή βλάβη. Ο καιρός όμως τα έφερε έτσι που ακόμα και αυτοί άρχισαν να καλοκοιτούν το «adv του γείτονα» που είχε στον στάνταρ εξοπλισμό μέχρι και θερμοφόρα για τα πόδια και αυτή ήταν η στιγμή που η Yamaha έπρεπε να δράσει για να κρατήσει το κοινό του Ténéré πιστό στην επιλογή του. Αυτή η πίστη εξ άλλου μετριέται σε νούμερα καθότι από την πρώτη εμφάνιση του T7 έχουν πουληθεί στην Ευρώπη περισσότερες από 70.000 μοτοσυκλέτες, με αύξηση πωλήσεων 68% από το 2020 μέχρι τα τέλη του 2024 ενώ κατέχει το 23% της πίτας του ανταγωνισμού στα μεσαία adventure στην Ευρώπη.

Δείτε το VIDEO της παρουσίασης:

Τι αλλάζει συγκεντρωτικά!

Για το 2025 η Yamaha είχε σαν στόχο να βελτιώσει το Ténéré 700 προσθέτοντας παραπάνω τεχνολογία και βελτιώνοντας σημεία που στο προηγούμενο μοντέλο είχαν αναφερθεί ως μειονέκτημα, με την προϋπόθεση ότι αυτές οι αλλαγές δεν θα επηρέαζαν την αξιοπιστία και τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας. Αρχικά κράτησαν τον γνωστό CP2 κινητήρα των 690κ.εκ. με τους 74 ονομαστικούς ίππους στις 9.000 στροφές και ροπή 6,93kg.m στις 6.500 και επενέβησαν μόνο στη διαχείριση της γκαζιέρας που πλέον οδηγείται ηλεκτρονικά στην ECU. Τοποθετήθηκε λοιπόν η γνωστή λύση ηλεκτρονικού γκαζιού (YCC-T) δίνοντας έτσι την επιλογή δύο χαρτογραφήσεων, την PWR 1-Sport και PWR 2-Explorer. H Sport χαρτογράφηση έχει τη μέγιστη απόδοση και η Explorer ομαλότερη για δύσκολες συνθήκες οδήγησης. Μαζί με τους χάρτες ήρθε και το traction control (TC) που είναι διαθέσιμο και στις δύο περιπτώσεις για να ενσωματωθεί με το ήδη υπάρχων ABS ενώ άλλο ένα εξάρτημα βελτιστοποιήθηκε λόγω του ηλεκτρονικού γκαζιού, το quickshifter όπου πλέον είναι δύο κατευθύνσεων και ανήκει στον πρόσθετο εξοπλισμό. Τα μόνα περιφερειακά του κινητήρα που δέχτηκαν βελτίωση είναι η εισαγωγή του αέρα που κόντυνε μερικά εκατοστά και μαζί με την νέα χαρτογράφηση υπόσχονται καλύτερη απόδοση στις χαμηλές στροφές. Το κιβώτιο έχει νέα γρανάζια για την 1η και 3η σχέση και διαφορετική γωνία για τα γρανάζια της 4ης και 6ης με στόχο ομαλότερες αλλαγές και τέλος το καπάκι του συμπλέκτη όπου η βάση της ντίζας μετακινήθηκε κατά 35° δεξιόστροφα για να μην ενοχλεί πλέον στο πόδι ή στην μπότα κατά την οδήγηση.

Tenere

Έχουμε επίσης νέα κάθετη οθόνη TFT 6.3 ιντσών να δίνει τις πληροφορίες και να προσφέρει συνδεσιμότητα με smartphone, επιτρέποντας πλοήγηση, χειρισμό τηλεφωνικών κλήσεων και αναπαραγωγή μουσικής. Ο χειρισμός γίνεται μέσω joystick πέντε κατευθύνσεων, ενώ παρέχεται και θύρα USB-C για φόρτιση συσκευών. Νέοι διακόπτες στο τιμόνι και πέραν του χειρισμού της οθόνης τα φλας διαθέτουν αυτόματη διακοπή, κουμπί αλαρμ και mode που επιλέγεις πρόγραμμα οδήγησης. Το τελευταίο γίνεται και κατά την οδήγηση αρκεί να κλείσεις το γκάζι, το ίδιο ισχύει για την απενεργοποίηση του TC και του ABS με τις τρεις λειτουργίες να παραμένουν: μπρος-πίσω ABS, μόνο εμπρός ABS, καθόλου ABS.

Το καλύτερο με αυτές τις λειτουργίες είναι ότι πλέον όταν σβήσεις τον κινητήρα δεν χάνονται οι ρυθμίσεις που επέλεξες και δεν χρειάζεται να μπεις στο μενού για να ξεκινήσεις από την αρχή. Για να τα λέμε σωστά, χάνονται, αλλά με το παρατεταμένο πάτημα του κουμπιού ABS που βρίσκεται δίπλα στην οθόνη οι ρυθμίσεις επιστρέφουν στην τελευταία αλλαγή που είχες κάνει και αυτό είναι πολύ ευκολότερο από ότι ισχύει εκεί έξω στις περισσότερες περιπτώσεις, η Triumph έχει κάτι αντίστοιχο. Αν πάλι θες να ενεργοποιήσεις το ABS και το TC απλά πατάς ξανά το κουμπί και επιστρέφει στην αρχική ρύθμιση.

Tenere

Πέραν των ηλεκτρονικών, μεγάλη αλλαγή όσο και αν δεν φαίνεται εκ πρώτης όψης είναι το νέο ρεζερβουάρ, παρέμεινε στα 16 λίτρα χωρητικότητας καυσίμου αλλά τοποθετήθηκε πιο μπροστά και πιο χαμηλά δίνοντας περισσότερο χώρο στα πόδια κυρίως στην όρθια θέση οδήγησης. Μαζί άλλαξε και η τάπα της βενζίνης η οποία πλέον είναι ενσωματωμένη στο ρεζερβουάρ και δεν εξέχει. Για να ταιριάξουν τα νέα πλαϊνά πλαστικά επανασχεδιάστηκαν και προσφέρουν επίσης μεγαλύτερη άνεση στις κινήσεις του αναβάτη με επίκεντρο πάλι την όρθια θέση οδήγησης.

Με αυτά ήδη συμπεραίνουμε ότι η Yamaha ήθελε να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στο χωμάτινο στοιχείο του Ténéré παρά στο ασφάλτινο, επισφράγιση σ’ αυτό είναι ότι προχώρησε σε μερικές έξτρα βελτιώσεις-λεπτομέρειες που μόνο στη χωμάτινη οδήγηση μπορούσαν να φανούν χρήσιμες. Ενίσχυσε την βάση της εξάτμισης όπου στα προηγούμενα μοντέλα στράβωνε εύκολα σε πτώση, ενίσχυσε το cockpit ή αλλιώς πύργο που συγκρατεί τα όργανα για μεγαλύτερη αντοχή στις δονήσεις και επανατοποθέτησε τον αισθητήρα του σταντ 15mm πιο ψηλά στον οποίο πρόσθεσε και προστατευτικό. Και δεν έχουμε τελειώσει, τα μαρσπιέ μεγάλωσαν κατά 36%, 10mm σε πλάτος και 12.5mm σε μήκος όπου ουσιαστικά αντέγραψαν τα μαρσπιέ που βλέπαμε στα World Raid και Extreme μόνο που τα νέα είναι σιδερένια και όχι τιτανίου.

Η σέλα έγινε μονοκόμματη όπως στα rally και δημιουργεί πιο ίσια θέση οδήγησης για να συμπληρώσει τη νέα εργονομία του Ténéré. Στον τομέα των αναρτήσεων έχουμε νέα τελείως δεδομένα, το μπροστινό πιρούνι διαμέτρου 43mm προσφέρει πλέον πλήρεις ρυθμίσεις σε συμπίεση, επαναφορά και προφόρτιση με διαδρομή 210mm και διαθέτει νέες ρυθμίσεις. Το πίσω αμορτισέρ ανανεώθηκε με επίσης νέες ρυθμίσεις, αλλά σημαντικότερα απέκτησε 7mm μεγαλύτερη διαδρομή εμβόλου (από 94mm σε 101mm) με τη διαδρομή του τροχού να παραμένει στα 200mm.

Για την έδραση του στο μοχλικό βλέπουμε νέες βάσεις σε νέο σχήμα που θυμίζουν μπούμερανγκ, κάτι που όπως υποστηρίζουν οι μηχανικοί της Yamaha βελτιώνει την αίσθηση της πίσω ανάρτησης. Αισθητικές επεμβάσεις εκτός από τα νέα πλαστικά μέρη έγιναν και στα μπροστινά φωτιστικά σώματα όπου έχουμε νέο σχεδιασμό με τέσσερις ισχυρούς LED προβολείς και νέα βάση σχήματος Υ όπου υπόσχονται καλύτερη κατανομή φωτός στον δρόμο ειδικά μπροστά και χαμηλά όπου υπήρχε κενό στην κάλυψη από τα προηγούμενα φώτα.

 

Άλλες εκδόσεις τώρα!

Όλες οι παραπάνω αλλαγές αφορούν το Ténéré 700 του 2025 στην απλή έκδοση η οποία είναι και η βάση που πατάει η Yamaha για να εξελίξει και τη νέα Rally έκδοση. Τα δύο μοντέλα είναι και τα μόνα που θα υπάρχουν για το 2025 ενώ επιπρόσθετα ένα κιτ χαμηλώματος εμπλουτίζει την απλή έκδοση, ουσιαστικά προσθέτοντας ένα ένα μοντέλο χωρίς συγκεκριμένη ονομασία. Το κιτ χαμηλώματος αφορά μόνο τις αναρτήσεις που χάνουν 20mm από την διαδρομή τους και κατεβάζουν το ύψος της σέλας στα 860mm και την απόσταση από το έδαφος στα 225mm, μαζί με το κιτ δίνεται και κοντύτερο πλαϊνό σταντ, διαφορετικά η μοτοσυκλέτα θα καθόταν τόσο όρθια που θα την έριχνε και ο αέρας ακόμη. Λέμε αντίο λοιπόν στις εκδόσεις με τα διπλά ντεπόζιτα και πάμε να δούμε τι βλέπουμε στο νέο Rally με το υπέροχο χρώμα sky blue. To Rally είναι ουσιαστικά το προηγο

μενο Extreme αλλά με όλα τα νέα δεδομένα για τα ηλεκτρονικά και τη γεωμετρία. Διαθέτει τις αναρτήσεις της KYB με την αυξημένη διαδρομή των 230mm για το πιρούνι (+20mm από το Standard) και το πίσω αμορτισέρ με διαδρομή τροχού 220mm (+20mm). Η διαφορά που βλέπουμε στο πίσω αμορτισέρ σε σύγκριση με την απλή έκδοση είναι ότι έχει παραμείνει ίδιο με το περσινό χωρίς κάποια αλλαγή στο μοχλικό. Η σέλα είναι η rally με τα +35mm για πιο ίσια θέση οδήγησης, τα μαρσπιέ είναι αυτά που βλέπαμε και πέρυσι στo Extreme όπου φέτος είναι ίδιας σχεδίασης με αυτά στην standard έκδοση μόνο που πλέον κατασκευάζονται από τιτάνιο άρα είναι και ελαφρύτερα κατά 228γρ., η αλουμινένια ποδιά επανασχεδιάστηκε και τέλος το raid theme υπάρχει και δω όπου μπορείς να το επιλέξεις στην οθόνη σου για να έχεις δύο μερικούς χιλιομετρητές όπως στους αγώνες rally-raid.

 

Βάλε μπρος και σήκωσε άμμο!

Ξεκινήσαμε την οδήγηση με το Terere 700 Rally, τυχεροί για άλλη μια φορά καθώς πλοηγός μας ήταν ο Stephane Peterhansel, ο ζωντανός θρύλος του Dakar. Δεν έφτανε αυτό και μαζί μας στο ρόλο του ενδιάμεσου ήρθε ο Gautier Paulin, πρώην αγωνιζόμενος και πολυνίκης του MXGP που είχε κατέβει ως wildcard στη θέση του Pol Tarres. Επέδειξα χαρακτήρα και επικεντρώθηκα στις αλλαγές του Ténéré και όχι μόνο στο παιχνίδι μαζί τους: Η νέα θέση οδήγησης γίνεται άμεσα αντιληπτή όταν σηκωθείς όρθιος, που είναι και η βασική στάση οδήγησης στους απέραντους χωματόδρομους. Η μετακίνηση του σώματος προς τα μπροστά γίνεται πιο εύκολα και γι’ αυτό ευθύνεται όπως είπαμε το νέο ρεζερβουάρ που τοποθετήθηκε πιο μπροστά, έτσι μπορείς και βάζεις περισσότερο βάρος στον μπροστινό τροχό και έχεις καλύτερη αίσθηση από το έδαφος. Είχαμε πει πως χρειάζεται από το 2019 γιατί εμείς λέμε τις αλλαγές που χρειάζονται την πρώτη στιγμή και δεν τις θυμόμαστε όταν αλλάζει το μοντέλο; Ναι το είχαμε πει. Ωραία η αλλαγή στο καπάκι του συμπλέκτη καθώς δεν ενοχλεί πλέον καθόλου στο πόδι ιδίως με μπότα μιας και μετατοπίστηκε το σημείο που εδρεύει η βάση της ντίζας συμπλέκτη. Το πιο σημαντικό είναι πως το νέο ηλεκτρονικό γκάζι λειτουργεί άψογα χωρίς καμία καθυστέρηση ενώ η απουσία ντίζας κάνει την αίσθηση αρκετά ελαφρύτερη.

Στο πρόγραμμα PWR1 Sport με την πλήρη ιπποδύναμη υποτίθεται ότι έχει τη δύναμη που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα αλλά φαίνεται πως η νέα χαρτογράφηση μαζί με τη νέα εισαγωγή προσφέρουν πιο γεμάτη απόδοση στις χαμηλές στροφές, σα να ξύπνησε. Με τους νέους διακόπτες είναι πλέον πολύ εύκολο να επιλέξεις αν θες ABS ή TC, αν και τα περισσότερα προτείνονται στο off για χωμάτινη χρήση. Αν επιλέξεις να κρατήσεις το TC στο χώμα, δουλεύει και επεμβαίνει σχετικά εύκολα σε ολισθηρές συνθήκες αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι απαγορευτικό να το αφήσεις στο on εφόσον δεν κινείσαι σε μεγάλες κλίσεις, φτάνει να θυμάσαι πως δεν θα σε αφήσει να ανέβεις μεγάλη ανηφόρα όπου ο πίσω τροχός αναγκαστικά θα σπινάρει. Από την άλλη μπορείς να το απενεργοποιήσεις και να επιλέξεις το πρόγραμμα PWR 2 Explorer όπου η απόδοση είναι αρκετά πιο ήπια, “πνίγοντας” τις χαμηλο-μεσαίες στροφές και έτσι ανοίγεις το γκάζι άφοβα ακόμα και μέσα στη στροφή. Προσωπικά σε μερικά σημεία που κινούμασταν σε χαλαρούς ρυθμούς, επέλεξα το PWR 2 και η οδήγηση έγινε πιο ξεκούραστη και χαλαρή άρα και πιο οικονομική. Στον τομέα των αναρτήσεων τα πράγματα ήταν γνώριμα μιας και έρχονται αυτούσιες από τo Extreme, μπορείς να κάνεις πραγματικό enduro και να κυνηγήσεις το Tenene με άνεση στο off road χωρίς να τερματίζει εύκολα την διαδρομή της.

Tenere

Στην σέλα της “πολιτικής” έκδοσης, τη μεσαία πλέον από πλευράς απόστασης από το έδαφος, ανεβήκαμε μετά τα μισά της ημέρας και αφού είχαμε κάνει με το Rally 90χλμ χώμα. Στην άσφαλτο που περιείχε το δεύτερο μισό της ημέρας καταφέραμε να ανοίξουμε λίγο παραπάνω το γκάζι περισσότερο για να δούμε το πόσο επεμβαίνει το TC παρά για το στήσιμο της μοτοσυκλέτας που δεν διαφέρει πολύ από το περσινό μοντέλο. Μόνο στο τέρμα γκάζι μέσα σε στροφή θα πιάσει το TC αν έχεις καλή ποιότητα ασφάλτου και επίσης δεν σου επιτρέπει να κάνεις σούζα, ένα από τα διασκεδαστικά σημεία του χαρακτήρα αυτής της μοτοσυκλέτας.

Έχεις στα χέρια σου την συνδεσιμότητα του κινητού σου με την TFT οθόνη για να κάνεις πλοήγηση, ιδιαίτερα χρήσιμο στο ταξίδι αλλά και στις ημέρες γενικά που η επικοινωνία είναι αδιάκοπη. Τα νέα μαρσπιέ προσφέρουν μεγάλη άνεση στα πόδια σε σύγκριση με τα μικρότερα που υπήρχαν μέχρι το ’24, αυτό σημαίνει ότι έχεις καλύτερη βάση όταν οδηγείς όρθιος. Πότε οδηγείς όρθιος; Στο χώμα. Εκεί είναι που έδωσαν βάση οι μηχανικοί της Yamaha και στην βασική έκδοση θέλοντας να αυξήσουν τις off-road δυνατότητες της. Το πιρούνι με την προφόρτιση ελατηρίου μπορείς να το ρυθμίσεις ανάλογα με το βάρος σου ή τον τρόπο που οδηγείς, ενώ το νέο πίσω αμορτισέρ μαζί με το επανασχεδιασμένο μοχλικό δείχνει να αντιδρά καλύτερα στο κακοτράχαλο τερέν.

Στα χώματα του Μαρόκο μου φάνηκε σκληρό αλλά σ’ αυτό μάλλον έπαιξε ρόλο ο αέρας στα ελαστικά της Pirelli Scorpion STR, όπου όντας ένα μέτριο ελαστικό για χώμα συν την αυξημένη -για ασφάλτινη οδήγηση- πίεση, έκαναν την διέλευση πάνω από πέτρες και τα σαμάρια δυσκολότερη. Με ένα καλύτερο ελαστικό και σωστές πιέσεις, τα πράγματα αλλάζουν πλήρως.

 

Ténéré όλες τις ώρες!

Αν ερωτώμασταν για το πόσο καλύτερο έγινε το νέο Ténéré σε σχέση με τα προηγούμενα, θα λέγαμε λίγο καλύτερο. Από άποψη ηλεκτρονικών πολύ πιο σύγχρονο αλλά οδηγικά μικρή είναι η διαφορά προς το καλύτερη ευτυχώς. Ο λόγος είναι ότι το Ténéré ήταν ήδη σε πολύ ψηλή θέση στην κατηγορία μεσαίων adventure, το 2025 διατηρεί την απλότητα και την αξιοπιστία, στοιχεία που το ανέδειξαν, προσθέτοντας τεχνολογία, άνεση και προσαρμοστικότητα για να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σύγχρονου αναβάτη. Παρόλα αυτά η Yamaha κράτησε τις τιμές των Ténéré 700 και Ténéré 700 Rally σχεδόν στα ίδια επίπεδα με το απερχόμενο μοντέλο 11.600€ και 12.900€ αντίστοιχα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Αντιπρόσωπος:

ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.

Τιμή:

11.600/12.900 (Rally)

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.370mm

Ύψος (mm):

1.455mm

Μεταξόνιο (mm):

1.595mm

Απόσταση από το έδαφος (mm):

240mm

Ύψος σέλας (mm):

875mm

Ίχνος (mm):

105mm

Γωνία κάστερ (˚):

27 ˚

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο διπλό σωληνωτό

Πλάτος (mm):

915mm

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

187/204 κενή

 

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ με 4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 68.6

Χωρητικότητα (cc):

689

Σχέση συμπίεσης:

11.5:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

72,4/9000

Ροπή (kg.m/rpm):

6,93/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

105,07

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος, με ντίζα

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 3.066

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

2,6

2,8

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Sachs αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή (mm):

200

Ρυθμίσεις:

Πλήρως ρυθμιζόμενο

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

150/70-18’’ Pirelli Scorpion Rally STR

ΦΡΕΝΟ

 Δίσκος wave 245mm, με δαγκάνα ενός εμβόλου της Brembo και ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι ΚΥΒ

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

210/43

Ρυθμίσεις:

Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

90/90-21’’ Pirelli Scorpion Rally STR

ΦΡΕΝΟ

 Δύο δίσκοι 282mm με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Βrembo και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

 

Ροπή (kg.m/rpm):

 

Εξοπλισμός: Ψηφιακή οθόνη, ταχύμετρο και στροφόμετρο, ολικός, δύο μερικοί χιλιομετρητές, δείκτης, καυσίμου, ένδειξη θεθμοκρασίας περιβάλλοντος, επιλεγμένης ταχύτητας, μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, ώρας, ενδείξεις για, χαρτογράφηση, ABS