Οδηγούμε Kawasaki KLX230: Σύγχρονο, από άλλη εποχή

Φτιαγμένο για την Ελλάδα
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

21/11/2019

Η Kawasaki για το 2019 αποφάσισε να φέρει τα πάνω κάτω, κάνοντας ένα τεχνολογικό βήμα πίσω για να βρεθεί ένα βήμα μπροστά, παρουσιάζοντας ένα μικρό on-off για καθημερινή χρήση. Το KLX230 έρχεται για να αντικαταστήσει το KLX250 στις αγορές που δεν εισάγεται πλέον, προσφέροντας παράλληλα με την απλότητα της κατασκευής του χαμηλότερο κόστος χρήσης και ταιριάζει σαν κομμάτι του παζλ στα ελληνικά δεδομένα.

Κατασκευάζεται στην Ινδονησία και παρατηρώντας την εξαιρετική ποιότητα των εύκαμπτων πλαστικών αλλά και την ποιοτική βαφή του, σε ξεγελά με ευκολία και μπορείς να ορκιστείς ότι πρόκειται για μια καλοδιατηρημένη μοτοσυκλέτα της προηγούμενης δεκαετίας. Οπότε δεν πρόκειται να σου κεντρίσει το ενδιέφερον για την μοντέρνα σχεδίασή του, αλλά απ’ τα πρώτα κιόλας μέτρα που θα κάνεις μαζί του, το ερωτεύεσαι κεραυνοβόλα για όλα αυτά που μπορεί να σου προσφέρει.

Η πρώτη αίσθηση που σου δίνει ο μονοκύλινδρος κινητήρας των 230cc είναι ότι έχει παραπάνω δύναμη απ’ τους 19 ίππους που ανακοινώνει η Kawasaki. Ο βασικότερος λόγος είναι η ευστροφία του διβάλβιδου αυτού κινητήρα, που η δύναμή του γίνεται αντιληπτή στο αρχικό άνοιγμα του γκαζιού.

Την τελική του την φτάνει "σε χρόνο DT" παραμένοντας σταθερό και σε γεμίζει με ικανοποίηση πως αυτό που καβαλάς δεν υστερεί στο τομέα των επιδόσεων, πάντα για τα δεδομένα της κατηγορίας και του συγκεκριμένου κινητήρα. Είναι χαρακτηριστικό πως ο κόφτης επεμβαίνει πάντα είτε σε ευθεία είτε σε ανηφόρα – πόσο μάλλον σε κατηφόρα.

Οι προσπεράσεις πραγματοποιούνται απροβλημάτιστα και με ασφάλεια, είτε με ρεπρίζ από χαμηλά είτε με μεγαλύτερη ταχύτητας φτάνει φυσικά να εκμεταλλευτείς σωστά την έτσι κι αλλίως ιδανική κλιμάκωση του κιβωτίου.

Το KLX230 μπορεί να δείχνει τεχνολογικά ξεπερασμένο λόγω των συμβατικών εξαρτημάτων που χρησιμοποιεί όπως το τηλεσκοπικό πιρούνι με ένα δισκόφρενο και τον αερόψυκτο κινητήρα, αλλά από την άλλη πλευρά σε βοηθά σημαντικά στη μείωση κόστους χρήσης. Σε αυτό παίζει ρόλο και η αλλαγή των λαδιών που πραγματοποιείται κάθε 12.000 χιλιόμετρα κι έτσι αποτελεί μια εξαιρετική επιλογή για όσους θέλουν ένα μικρό on-off για τις καθημερινές τους μετακινήσεις, που δεν ζητά πολλά. Υπόσχεται να σου χαρίσει πολλά χαμόγελα μέσα απ’ το κράνος πάντα με βάση το κόστος χρήσης και την ευστροφία του κινητήρα. 

Προφανώς και για καθημερινή χρήση τα τρακτερωτά ελαστικά δεν είναι τα ιδανικότερα, προβάλοντας αρχικά αντίσταση στο γυροσκοπικό, με πιο απότομη συμπεριφορά μόλις πατήσει η πρώτη σειρά τακουνιών. Το καλό είναι πως τα Trails GP καταφέρνουν να βρουν πρόσφυση στην ελληνική άσφαλτο και να εξισορροπήσουν το γεγονός πως χρειάζεται προσοχή στις αλλαγές κατεύθυνσεις.

Η σέλα διατηρεί την σχεδιαστική φιλοσοφία των καθαρόαιμων Enduro όμως το περισσότερο αφρώδες προσφέρει ένα άνετο κάθισμα για τις καθημερινές μετακινήσεις και ενώ το παραδοσιακό τσαντάκι με τα εργαλεία μπορεί να έχει καταργηθεί, το κιτ παραμένει πληρέστατο και βρίσκεται κάτω απ’ τη μπαταρία. Η πρόσβαση είναι εύκολη, ξεκλειδώνοντας το πλαϊνό καπάκι στην αριστερή πλευρά.

Από το ίδιο σημείο, αφαιρώντας το ίδιο καπάκι, ρυθμίζεις και την προφόρτιση του αμορτισέρ.

Περάσαμε μαζί του πολλές μέρες, σε καθημερινή χρήση, οδήγηση σε επαρχιακούς και χωματόδρομους στα όρια του Enduro, είδαμε και πόσο εύκολα πληγώνεται κι όλα αυτά θα τα συγκεντρώσουμε για την πλήρη δοκιμή! Σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ αναλυτικά, αφού πρώτα “δυναμομετρήσουμε” ακόμη περισσότερο, πόσο καλά τα καταφέρνει σε όλα αυτά που υπόσχεται.

Ετικέτες

Δοκιμή κράνους HJC RPHA 1

Με ομολογκασιόν FIM Racing!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

21/4/2022

Για την HJC δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, μιας και η μέχρι τώρα πορεία της και στην ελληνική αγορά αποδεικνύει ότι δεν βρίσκεται στην κορυφή της αγοράς των Η.Π.Α. καθώς και σε πολλές μεγάλες αγορές παγκοσμίως. Το δυνατό της χαρτί είναι η σχέση value for money της γκάμας της, αλλά και η υψηλή ποιότητα που χαρακτηρίζει κάθε μοντέλο της εταιρείας.

Η HJC έχει και μία πολύ δυνατή παρουσία στα παγκόσμια πρωταθλήματα μοτοσυκλέτας, σε όλες τις κατηγορίες, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ως πεδίο έρευνας και εξέλιξης για τις κορυφαίες σειρές των κρανών της. Το πιο πρόσφατο αποτέλεσμα αυτή της διαδικασίας είναι η νέα ναυαρχίδα της εταιρείας RPHA 1. Είναι το πρώτο κράνος της HJC με ομολογκασιόν FIM Racing, που σημαίνει ότι είναι πιστοποιημένο για όλα τα παγκόσμια και εθνικά πρωταθλήματα αγώνων μοτοσυκλέτας, βάσει των νέων προδιαγραφών ECE 22.06.

Το κέλυφος είναι κατασκευασμένο από εξωτικά υλικά, όπως το ανθρακόνημα και ένα υβριδικό υλικό carbon-glass (PIM+ ονομάζει την μέθοδο το εργοστάσιο), που συνδυάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά της επί μέρους σύστασης για την πιο ολοκληρωμένη προστασία από κρούση. Παράλληλα, ο στόχος επιτυγχάνεται διατηρώντας το βάρος χαμηλά, χάρη στις ιδιότητες των υλικών.

Η μελέτη που έχει γίνει για την εξέλιξη του RPHA 1 βασίστηκε σε ένα πολύ σημαντικό "εργαλείο" που διαθέτει η HJC, καθώς είναι από τις λίγες εταιρείες κατασκευής κρανών στον κόσμο που διαθέτει δική της αεροσήραγγα, προκειμένου να έχει τα καλύτερα δυνατά αεροδυναμικά αποτελέσματα. Όχι μόνο σε ό,τι αφορά την αντίσταση του αέρα, αλλά για τον σωστό εξαερισμό και τον θόρυβο που δημιουργείται.

Το εσωτερικό του είναι φτιαγμένο από αντιβακτηριδιακό ύφασμα Silvercool, με την ιδιότητα να απομακρύνει την υγρασία από τον ιδρώτα και να στεγνώνει γρήγορα, ένα βασικό στοιχείο ειδικά για αγωνιστική χρήση. Φυσικά η εσωτερική επένδυση είναι αφαιρούμενη, ενώ υπάρχει και πρόβλεψη για τα μπράτσα των γυαλιών στα μαξιλαράκια, ειδικά για τους… διοπτροφόρους αναβάτες.

Ένα από τα δυνατά στοιχεία γενικότερα στην γκάμα της HJC είναι ο εξαερισμός και η μελέτη των καναλιών του αέρα, με το RHPA 1 να μην αποτελεί φυσικά εξαίρεση. Η "θητεία" του εργοστασίου στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου προσέφερε ακόμη μεγαλύτερο πεδίο εξέλιξης για το σύστημα ACS (Advanced Channeling ventilation System), το οποίο, σύμφωνα με την HJC, διασφαλίζει την απρόσκοπτη ροή του αέρα χωρίς να επηρεάζονται αρνητικά τα αεροδυναμικά του χαρακτηριστικά. Φυσικά, για να εξασφαλίσει και την πιστοποίηση FIM Racing, το RPHA 1 διαθέτει το "Emergency Kit" (που υπάρχει και σε άλλες σειρές της HJC, όπως το RPHA 11) για γρήγορη και άμεση αφαίρεση της επένδυσης, διπλό δέσιμο "Double D-Ring" και γρήγορη αφαίρεση-απασφάλιση της ζελατίνας, χωρίς την χρήση εργαλείων. Επιπλέον, το RPHA 1 καλύπτεται από πενταετή εγγύηση από την ημερομηνία της αγοράς, ή επταετή από την ημερομηνία κατασκευής του, ανάλογα με το ποιο θα έρθει πρώτα.

Εμείς είμαστε οι πρώτοι στην Ελλάδα που πήραμε στα χέρια μας το RPHA 1 Senin και κάναμε τα πρώτα χιλιόμετρα με την… ναυαρχίδα της HJC στο κεφάλι μας! Φορώντας για πολλά χρόνια το κορυφαίο RPHA 11 (ακόμη και την carbon έκδοση), η πρώτη εμφανής διαφορά είναι στην εφαρμογή. Ενώ η αντίστοιχη διαφορά μεταξύ RPHA 70 και RPHA 11 δεν είναι τόσο μεγάλη, στην συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για εντελώς διαφορετικό πράγμα, με διαφορετική εφαρμογή στα μάγουλα και το πάνω μέρος του κρανίου και λίγο πιο στενή αίσθηση στα ίδια μεγέθη (το κράνος που έχουμε είναι μέγεθος medium με πάχος 35mm στα μάγουλα και 9mm στο πάνω μέρος). Το διαφορετικό, πιο αεροδυναμικό σχήμα του κελύφους έχει άμεση επιρροή και στο εσωτερικό, που "αγκαλιάζει" καλύτερα το κεφάλι αφήνοντας λίγο περισσότερο χώρο μπροστά από το πηγούνι.

Τεράστια όμως είναι και η διαφορά σε ό,τι αφορά την αεροδυναμική του, κι όχι μόνο σε αυτά που λένε τα χαρτιά, αλλά και σε αυτό που διαπίστωσα στην πράξη. Οδηγώντας το προσωπικό μου Hayabusa, ήδη η αεροδυναμική εντύπωση από το RPHA 11 ήταν εξαιρετική, ακόμη και σε νούμερα μετά την δεύτερη εκατοντάδα χιλιομέτρων, χωρίς καν να έχει τοποθετηθεί και η αεροδυναμική, διάφανη, προέκταση που συνοδεύει το κράνος και που έχετε δει να φορούν οι αναβάτες των GP (συσκευασία του επίσης περιλαμβάνει pinlock, tear off films, υποσιάγωνο).

Ανέλπιστα, ο αεροδυναμικός θόρυβος ήταν μικρότερος, καθώς σε αγωνιστικού τύπου κράνη αυτό είναι το τελευταίο μέλημα των σχεδιαστών, αλλά στη περίπτωση του RPHA 1 η HJC απέδειξε στην πράξη ότι έδωσε ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό. Το χαμηλό βάρος του λειτουργεί ευεργετικά στον αυχένα, ειδικά σε τέτοιες ταχύτητες, αν και αυτό ήταν κάτι που το είχα βιώσει και από την εμπειρία μου με το RPHA 11. Το πάχος της ζελατίνας είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερο, ελέω προδιαγραφών FIM, και ο μηχανισμός κλεισίματος αλλά και το κούμπωμά της είναι πιο "καθαρό" και σίγουρο σε σχέση με του RPHA 11.

Τα κανάλια του εξαερισμού λειτουργούν απόλυτα αποτελεσματικά, νιώθοντας την ροή του αέρα, με την πιο εμφανή διαφορά να είναι στον εξαερισμό από τους αεραγωγούς στο μπροστινό μέρος κάτω από τη ζελατίνα.

Πέρα από την έκδοση Senin που έχουμε στα χέρια μας, και που υπάρχει σε άλλους δύο χρωματικούς συνδυασμούς (άσπρο-μπλε και μαύρο-πράσινο φλούο), το RPHA 1 βγαίνει σε δύο race replica των Pol Espargaro και Albert Arenas και σε μία ιδιαίτερη έκδοση Red Bull Austin GP, ψς φόρο τιμής στο GP της Αμερικής.

Θα επανέλθουμε σύντομα με ακόμη περισσότερες εντυπώσεις και άποψη για το RPHA 1 σε βάθος χρόνου, αλλά σίγουρα είναι ένα από τα ελάχιστα κράνη που κατάφεραν να μας κερδίσουν με το… καλημέρα!