Οδηγούμε την Gilera RSA250 του Marco Simoncelli

Το τέλος μιας εποχής
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/10/2021

Φέτος, στις 23 Οκτωβρίου, έκλεισαν δέκα χρόνια από εκείνη την τραγική στιγμή που ένα τεράστιο ταλένοτ, ο Marco Simoncelli, έχασε την ζωή του σε ένα τραγικό δυστύχημα στην πίστα της Sepang. Μια δεκαετία που οι εξελίξεις στο κορυφαίο άθλημα μοτοσυκλέτες θα μπορούσαν να είναι εντελώς διαφορετικές, αν είχαμε ακόμη κοντά μας αυτή την χαρισματική προσωπικότητα και έναν τόσο σπουδαίο αναβάτη. Με αφορμή, λοιπόν, αυτή την μαύρη επέτειο, δημοσιεύουμε στην σελίδα μας την πλήρη δοκιμή της τελευταίας δίχρονης αγωνιστικής μοτοσυκλέτας του Simoncelli, με την οποία κατέκτησε την κορυφή του κόσμου: το παγκόσμιο πρωτάθλημα στην κατηγορία των GP250!

 

Του Alan Cathcart

Φωτό: Marco Morittu

Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι έχουν περάσει δέκα χρόνια από την η μέρα που ο σούπερ ταλαντούχος, Ιταλός αναβάτης των MotoGP, Marco Simoncelli, έφυγε από τη ζωή στα 24 του χρόνια, στις 23 Οκτωβρίου του 2011 κατά την διάρκεια του αγώνα στη Sepang. Στην δεύτερή του κιόλας χρονιά στην κατηγορία με την ομάδα του Fausto Gresini Honda, ο Marco είχε ήδη πετύχει μία pole position στην Catalunya, τον πρώτο τερματισμό στο βάθρο του Brno, ενώ μόλις το προηγούμενο Σαββατοκύριακο είχε τερματίσει δεύτερος στο GP της Αυστραλίας. Ήταν ξεκάθαρο πως ήταν ο μελλοντικός παγκόσμιος πρωταθλητής. Αλλά ο Marco είχε ήδη βρεθεί εκεί, στην πολύ ανταγωνιστική κατηγορία των GP250, όπου το 2008 είχε κατακτήσει τον τίτλο με έξι νίκες και 12 τερματισμούς στο βάθρο μέσα σε 16 αγώνες, με διαφορά 37 βαθμών από τον Alvaro Bautista.

Ο τσαμπουκάς με το μαλλί-αφάνα που πήρε με το σπαθί του τον τίτλο εκείνη την χρονιά, έγινε ο αγαπημένος του κοινού, όχι μόνο στην πατρίδα του την Ιταλία, και όχι μόνο ανάμεσα στους φανατικούς των GP. Μια σημαντική απόδειξη για το ότι ανήκε στην γνήσια ράτσα των αγωνιστών, ήταν το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της (ανεπιτυχούς) προσπάθειάς του να υπερασπιστεί τον τίτλο του το 2009, με δύο αγώνες χωρίς βαθμούς και έναν τραυματισμό στο χέρι, ο Marco δέχθηκε την πρόκληση να τρέξει ως wild card στα WSBK στην Imola, πάνω στη σέλα ενός Aprilia RSV4. Ο τερματισμός του εκεί στην τρίτη θέση, αφού πέρασε τον team mate του Max Biaggi στο εσάκι των πιτς στον τελευταίο γύρο, επιβεβαίωσε την άνεσή του πάνω σε τέτοιες βαριές μοτοσυκλέτες.

Ο Marco ήταν μια τεράστια προσωπικότητα. Σίγουρα το επιθετικό στιλ οδήγησης δεν άρεσε σε όλους, αλλά η τρομερή αίσθηση του χιούμορ που είχε, σε συνδυασμό με τις εκπληκτικές οδηγικές του ικανότητες και την γενναιότητά του, έκαναν πολύ κόσμο να τον ακολουθεί παγκοσμίως –μετά από μέρα οδήγησης μαζί του στο Mugello προστέθηκα κι εγώ σε αυτούς. Οι αναμνήσεις μου από αυτόν τον απίστευτα καλό, αδύνατο, ψηλό τύπο με το πλούσιο μαλλί και τις απίθανες ικανότητες στην πίστα, προέκυψαν από την δοκιμή της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Gilera RSA250 (της μοτοσυκλέτας του Simoncelli), όπου μοιραζόμουν το box με τον SuperSic.

Παρόλα αυτά, το 2009 θα μείνει στην Ιστορία και ως η χρονιά που είδαμε την εξαφάνιση των GP250, μία κατηγορία που αποτελούσε τον πυρήνα των GP. Για λόγους που είναι περισσότερο πολιτική παρά οτιδήποτε άλλο, το GP της Valencia εκείνο τον Νοέμβριο έζησε τον τελευταίο αγώνα των GP με μοτοσυκλέτες 250cc που έβαλε και το τελευταίο καρφί στο "φέρετρο" της κατηγορίας με τις περισσότερες συγκινήσεις και τον μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Λόγω αυτών των χαρακτηριστικών αποτελούσε πρόσφορο έδαφος για τη δημιουργία επιτυχημένων μελλοντικών γενεών νέων ταλέντων, όπως συνέβαινε από την απαρχή της δημιουργίας της το 1949.

Ακόμη και δεν κατάφερε η Aprilia, λόγω των τραυματισμών του Marco στις αρχές της χρονιάς, να εμποδίσει την Honda να κερδίσει τον τελευταίο τίτλο της κατηγορίας το 2009, η εταιρεία κυριάρχησε στα 250GP κερδίζοντας 10 από τους 15 τίτλους αναβατών και πέντε τίτλους κατασκευαστών από τότε που ο Max Biaggi πήρε τον πρώτο από τους τέσσερις τίτλους του, το 1994. Σε αυτούς τις επιτυχίες συμπεριλαμβάνεται και ο μοναδικός τίτλος στα 250cc που πήρε η Gilera, που ανήκει στο Piaggio Group όπως η Aprilia, την παραμονή των 100ων γενεθλίων της, με αναβάτη τον Marco Simoncelli πάνω σε ένα RSA250. Ήταν μια πανομοιότυπη μοτοσυκλέτα με τα εργοστασιακά Aprilia, εκτός από το όνομα στο ρεζερβουάρ και την τρικολόρε βαφή της χορηγού της Gilera, της Metis.

Η ευκαιρία να οδηγήσω με τον Marco και την ομάδα της Aprilia στο Mugello, όσο αυτός έκανε δοκιμές με το RSV για τον επερχόμενο αγώνα στην Imola, μου έδωσε την δυνατότητα να οδηγήσω και το superbike της Aprilia, αλλά και να αποχαιρετήσω την κατηγορία των GP250 πάνω στην παγκόσμια πρωταθλήτρια Gilera RSA250.

Εντάξει, κάτω από τα πλαστικά ήταν Aprilia, αλλά πάνω του είχε το λογότυπο της Gilera και ως τέτοιο αποτέλεσε κι ένα ορόσημο για μένα. Πίσω στο 1989 είχα αναλάβει το καθήκον της επιστροφής της Gilera στου αγώνες road racing επίσημα, για πρώτη φορά μετά το 1964 όταν κέρδισε τον παγκόσμιο τίτλο στα τετρακύλινδρα 500. Έτρεξα με ένα μονοκύλινδρο που ήταν βασισμένο στο Sturno 500 παραγωγής, με το οποίο κατέκτησα τη νίκη στον πρώτο αγώνα στην Monza. Τώρα η μοτοσυκλέτα είναι έκθεμα στο μουσείο της Piaggio στην Pontedera.

Συνήθως, όταν οδηγούσα ένα 250GP έπρεπε να ρουφήξω την κοιλιά μου και να κρατήσω την ανάσα για να καταφέρω να χωρέσω πάνω του. Γι' αυτό χαιρόμουν όταν οδηγούσα τα δίχρονα αγωνιστικά του Rossi (σ.σ. που είχαν περισσότερο χώρο) και ο SuperSic είχε μπόλικο… Rossi μέσα του, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την προσωπικότητά του και το εκπληκτικό οδηγικό του στιλ, αλλά και σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις, καθώς είχε ύψος 1,83μ. Οπότε το Gilera του ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρο μου, πράγμα που σήμαινε πως μπορούσα να κινούμαι άνετα πάνω του και να κρυφτώ πίσω από την ζελατίνα στην μεγάλη ευθεία του ενός χιλιομέτρου.

Όλα ήταν στην θέση τους κι ένιωθα άνετα, αντανακλώντας όλα αυτά τα χρόνια προσεκτικής εξέλιξης που είχε μετατρέψει την πολυπρωταθλήτρια μοτοσυκλέτα της Aprilia/Gilera σε ένα εργαλείο επιτυχιών.

Τα κλιπόν ήταν αρκετά χαμηλά, προφανώς για να βοηθήσουν τον Marco στις ευθείες, παρόλα αυτά υπήρχε ικανοποιητικός μοχλός και έλεγχος ακόμη και όταν τα χέρια ήταν τυλιγμένα γύρω από το ρεζερβουάρ, με τα μαρσπιέ να είναι πολύ πίσω ώστε να δημιουργηθεί χώρος για τα μακριά πόδια του Marco.

Το αναλογικό στροφόμετρο και η οθόνη με τις ψηφιακές ενδείξεις, ίδιες με του RSV4, ήταν τα κλασικά όργανα των Aprilia που για την εποχή τους θεωρούνταν τα καλύτερα και τα πιο ευανάγνωστα, με μόλις δύο έξτρα πληροφορίες.

Η μία ήταν η θερμοκρασία του νερού, που διατηρούνταν στους 55-60ºC με θερμοκρασία περιβάλλοντος στους 26ºCμ και η άλλη ήταν το απλό "Νο.5" που υποδείκνυε την ρύθμιση για το traction control των έξι επιπέδων, που όπως μου είπε ο Marco χρησιμοποιούσε πάντα. "Με την ρύθμιση στο 6 ντριφτάρω τον πίσω τροχό μερικές φορές, αλλά οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση επηρεάζει την επιτάχυνση", μου είπε. "Αλλά είναι καλό το σύστημα και δουλεύει".

Είχαν περάσει έξι χρόνια από την τελευταία φορά που είχα οδηγήσει ένα Aprilia 250, το RSW του 2003 με το οποίο είχε πάρει το πρωτάθλημα ο Poggiali και η μεγαλύτερη έκπληξη που μου επεφύλασσε το Gilera ήταν η περίσσια ροπή και η απόδοση στις μεσαίες από τον V-2 90° με τους δύο στροφάλους και τις περιστροφικές βαλβίδες που σχεδίασε ο Gigi Dall’Igna (τότε ήταν ο γκουρού της Aprilia Corse.

Ο κινητήρας ήταν ένα πραγματικό διαμάντι, δυνατός αλλά και με περιθώρια να συγχωρεί, πρόθυμος να ανεβάσει στροφές. Τραβούσε από χαμηλά και είχε δύναμη ψηλά, χάρη στις θυρίδες τύπου "γκιλοτίνα". Από τις 9.000 στροφές και πάνω είχε εξαιρετικό τράβηγμα, με την περισσότερη δύναμη να έρχεται στις 10.000 η οποία παραμένει μέχρι τον κόφτη στις 13.800. Χάρη στον μηχανικό έλεγχο του γκαζιού ο κόφτης μεταφράζεται απλώς σε διακοπή της επιτάχυνσης –όχι κάτι βίαιο όπως το απότομο κόψιμο της ανάφλεξης ή της τροφοδοσίας που μπορεί να "έσπαγε" έναν δίχρονο κινητήρα. Ήταν απλώς ένα γιγαντιαίο ηλεκτρονικό χέρι που απλωνόταν και σου έλεγε πως ήταν μέχρι ΕΔΩ σε ό,τι αφορά τις στροφές του κινητήρα.

Αυτό συνέβαινε λίγες στροφές νωρίτερα απ' ότι στο μηχανάκι του Poggiali, αλλά η επιπλέον ροπή που είχαν καταφέρει να βγάλουν οι μηχανικοί της Aprilia Corse, καθιστούσε ανούσιο το να μειώσουν την ζωή του στροφάλου ανεβάζοντας παραπάνω στροφές , έστω και για να αποφύγουν κάνα δυο αχρείαστες αλλαγές ταχυτήτων μεταξύ των στροφών. Απλώς "γρανάζωναν" κατάλληλα το κιβώτιο τύπου "κασέτας" στο Gilera, έτσι ώστε να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις γεμάτες μεσαίες του κινητήρα και να πηγαίνει γρηγορότερα με λιγότερες στροφές. Ένα εκπληκτικό μοτέρ.

Η επιτάχυνση ήταν άκρως εντυπωσιακή για τα δεδομένα της κατηγορίας των 250 κι αυτό ήταν το δυνατό χαρτί του Gilera και όχι η έξτρα δύναμη ψηλά που διέθετε συγκριτικά με το Honda του Aoyama. Το να φτάνεις γρηγορότερα στην τελική της μοτοσυκλέτας σου απ' ό,τι οι αντίπαλοί σου, είναι εξίσου σημαντικό με το να είσαι ταχύτερος από αυτούς για να τους νικήσεις.

Ένα βασικό συστατικό γι' αυτό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο ανέβαζε στροφές το Gilera με δευτέρα, τρίτη και τέταρτη σχέση με το συγκεκριμένο γρανάζωμα που το οδήγησα, χρησιμοποιώντας το αγωνιστικό powershifter μόλις άρχιζε να αναβοσβήνει το πράσινο λαμπάκι στις 13.200 (το οποίο γινόταν κόκκινο στις 13.400). Υπήρχε ένα μεγάλο κενό στην πέμπτη, αλλά μετά η έκτη είχε πολύ κοντινό γρανάζωμα (κλασικό, γρήγορο γρανάζωμα για δίχρονα). "Μου αρέσει να κρατάω τον κινητήρα μεταξύ 11.000 και 13.000 στροφών, όπου υπάρχει η περισσότερη δύναμη και επιτάχυνση", είχε πει ο Marco, ενώ προσπαθούσε να δώσει την εντύπωση ενός "δίχρονου δασκάλου" στα πιτς. "Αλλά ο κινητήρας είναι πολύ ήπιος, θεωρώ. Σου συγχωρεί τα λάθη σου κι εγώ κάνω πολλά"

Δεν έκανε τουλάχιστον τόσα πολλά όσο εγώ, όση ώρα προσπαθούσα να βρω ποια ταχύτητα να χρησιμοποιήσω πού και πότε, αλλά τελικά βρήκα τον τρόπο. Κράτησα μέχρι τις 12.500 την τελευταία σχέση στην μεγάλη ευθεία, ενώ είμαι λιγότερο… αεροδυναμικός από τον Marco ο οποίος ήταν εκτός των δέκα καλύτερων τελικών στο Mugello εκείνη την χρονιά.

Πιέζεις τον εαυτό να μην σκεφτεί καν το φρενάρισμα πριν την ταμπέλα των 150 μέτρων και μετά πιέζεις δυνατά τη μανέτα ενώ κατεβάζεις ταχύτητες με τη μία μέχρι να φτάσεις στην δευτέρα, λίγο πριν στρίψεις στην San Donato κι αρχίσεις να ανεβαίνεις τον ανήφορο. Το ανέβασμα στην συνέχεια των σχέσεων γίνεται απρόσκοπτα, χωρίς να βρίσκεις νεκρές όπως συμβαίνει σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Για έναν γύρο είχα παρέα, όταν με πέρασε ο Marco με το RSV4 στο τέλος της ευθείας, στον πρώτο του γύρο με superbike, αλλά φρέναρε πολύ αργά και αναγκάστηκε να ανοίξει την γραμμή του και να ξαναμπεί μπροστά μου. Πλέον μπορούσα να αντιγράψω την τεχνική του στα φρεναρίσματα, αν και πρέπει να ομολογήσω πως με το εκπληκτικό πακέτο της Brembo, έστω και με τους μικρότερους δίσκους των 255mm, μπορούσα να φρενάρω πιο δυνατά, πιο αργά και πιο βαθιά μέσα στην στροφή σε κάθε γύρο.

Αυτά τα αγωνιστικά 250 ήταν το κατάλληλο εργαλείο, με την απόδοσή του να είναι εντός πλαισίων ενός κανονικού αναβάτη, για να εξερευνήσει τα όριά του.

Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που οδήγησα την Aprilia του Poggiali προκειμένου να κάνω απευθείας συγκρίσεις, αλλά το αναβαθμισμένο πακέτο πλαισίου του RSA250 έδειχνε πολύ άμεσο στις γρήγορες εναλλαγές κλίσεων στα τέσσερα εσάκια του Mugello, αλλά παρόλα αυτά ήταν σούπερ σταθερό στις γρήγορες στροφές Savelli και Arabbiata. Πάνω απ' όλα ήταν προβλέψιμο στα φρένα και στις εισόδους των στροφών, ενώ ακόμη και με το παραπάνω βάρος μου σε σύγκριση με του Marco, δεν άνοιξε πουθενά την γραμμή του.

Το Gilera κρατούσε την τροχιά του άψογα, ακόμη και κατά την διάρκεια της επιτάχυνσης από χαμηλές ταχύτητες, καθώς περίμενα ότι το βάρος μου και η δύναμη που συμπίεζαν το αμορτισέρ της Öhlins θα το έκαναν να υποστρέφει. Δεν συνέβη ποτέ. Έστριβε υποδειγματικά στα εσάκια με δευτέρα, χωρίς καμία αίσθηση υπερστροφής, και ούτε είχε ελαστικότητες στα δυνατά φρένα. Το Gilera το ένιωθες απόλυτα ισορροπημένο, παρά την αναλογία 53/47% (εμπρός/πίσω), και δεν σήκωνε τον πίσω τροχό παρά μόνο δυο φορές στο τέλος της ευθείας, καθώς με τον αναβάτη η αναλογία πήγαινε στο 50/50.

Ακόμη και τότε όμως, σου έδινε τα περιθώρια να διορθώσεις, όχι μόνο χάρη στην δύναμη αλλά και στην σωστή εξέλιξη του πλαισίου. Οι αναρτήσεις της Öhlins μετέφεραν πολλή πληροφορία και σε συνδυασμό με την εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop, μπορούσες να εμπιστευτείς απόλυτα το Gilera μέσα στην πίστα και να επικεντρωθείς στο γυρολόγιό σου.

Παρά την απόδοσή του που ήταν σημείο αναφοράς για την κατηγορία, ήταν μια μοτοσυκλέτα που αισθανόσουν ασφαλής για να αρχίσεις να πιέζεις ώστε να βρεις τα όριά σου, γνωρίζοντας πως θα κάνει ό,τι του ζητήσεις. Αυτή είναι η τέλεια βόλτα…

Πράγματι, αυτή ήταν η ουσία κάθε δίχρονου αγωνιστικού 205GP, το πώς δηλαδή ήταν εθιστικό να οδηγείς επιθετικά και γρήγορα λες και ήσουν… θυμωμένος. Μόλις αποκτούσες μια λογική εμπειρία οδήγησης σε πίστα και της οδήγησης ενός δίχρονου, μοτοσυκλέτες σαν κι αυτή ήταν οι ιδανικές για να σε κάνουν να νιώσεις ως ο κυρίαρχος του σύμπαντος. Ήταν αρκετά γρήγορη για να σε συναρπάσει χωρίς να σε τρομάξει, η συμπεριφορά της ήταν λες και είχε αυτόματο πιλότο και άλλαζε κατεύθυνση χωρίς να απαιτεί δύναμη ή προσπάθεια, μόνο ικανότητα και συγχρονισμό για να το κάνει σωστά.

Όσο περισσότερο χρόνο πέρναγα με το Gilera τόσο πιο εθιστικό γινόταν, ενώ βελτίωνα την τεχνική μου, καθάριζα τις γραμμές μου, δούλευα πάνω στα σημάδια των φρένων και εκμεταλλευόμουν στο έπακρο το εξαιρετικό Traction control για να ανοίγω το γκάζι περισσότερο και νωρίτερα σε κάθε γύρο. Αυτό συμβαίνει γιατί αισθάνεσαι πως έχεις τον απόλυτο έλεγχο της μοτοσυκλέτας κι όχι αυτή τον δικό σου –όπως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες των MotoGP- ενώ η σύνδεση μεταξύ δεξιού τροχού και πίσω ελαστικού ήταν πάντα άμεση και ακριβής.

Με δεδομένο ότι θα είχες το νου σου να κρατάς τον κινητήρα στο ωφέλιμο εύρος στροφών και να εκμεταλλεύεσαι το κιβώτιο σωστά, γινόσουν ένα με την μοτοσυκλέτα και δεν καθόσουν απλά πάνω της, ήσουν κομμάτι της.

Πέρα από ένα αντίστοιχα εξιταριστικό αλλά πιο αργό μονοκύλινδο, τετράχρονο, Supermono , δεν ξέρω άλλη μοτοσυκλέτα για μεσαίου μεγέθους αναβάτες που να σε βάζει τόσο πολύ μέσα στην οδήγηση όσο ένα αγωνιστικό 250GP, κι αυτό σίγουρα δεν ισχύει για τα πιο βαριά Moto2 που τα αντικατέστησαν.

Λυπάμαι που έπρεπε να αποχαιρετήσω τις πιο διασκεδαστικές, πιο απολασυτικές και πιο συναρπαστικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες (από την πλευρά του αναβάτη), αλλά είναι τιμή και προνόμιο που απέδωσα έναν φόρο τιμής οδηγώντας την Gilera του Simoncelli στα 100α γενέθλια της εταιρείας. Αν ο SuperSic δεν ξεκίναγε την χρονιά με έναν σπασμένο καρπό, θα είχε κατακτήσει τον δεύτερο σερί τίτλο του!

Όταν όμως οδηγούσα στην στα πιτς του Mugello για να μπω στο box της Gilera, συνειδητοποίησα πως αυτό ήταν το τέλος μιας εποχής –η τελευταία φορά που οδήγησα ένα δίχρονο 250GP. Η μοτοσυκλέτα που έκανα μαζί της 17 γύρους στο Mugello ήταν η Ιστορία σε δύο ρόδες… Κάποιος να μου δώσει ένα χαρτομάντηλο παρακαλώ…

Δοκιμή BMW R1250GS Adventure: Γερμανικός οδοστρωτήρας

Αναθεώρηση της απόστασης
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/1/2022

Η BMW R1250GS Adventure ανήκει ξεκάθαρα σε εκείνη την κατηγορία μοτοσυκλετών που είτε θα την λατρεύεις, είτε την μισείς. Σίγουρα δεν είναι αδιάφορη και σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη! Το ερώτημα βέβαια είναι να μάθουμε γιατί κάποιοι την λατρεύουν τόσο πολύ και γιατί κάποιοι την μισούν… επίσης τόσο πολύ! Τις απαντήσεις που έχουν προκαλέσει αυτόν το διχασμό θα βρείτε στη δοκιμή του ΜΟΤΟ, όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 592:

 

Κάτι τέτοιες μοτοσυκλέτες σε κάνουν να αναθεωρείς τη σχετικότητα της απόστασης και κατά πόσο τελικά τα εκατοστά, τα μέτρα και τα χιλιόμετρα είναι μονάδες άμεσα συγκρίσιμες για όλους, όταν δεν έχουν όλοι τις ίδιες εικόνες. Το νέο πληθωρικό Adventure προσθέτει μερικά κυβικά και γκάζια στον κινητήρα του και είναι έτοιμο να σε κάνει να καταλάβεις ότι οι αποστάσεις είναι σχετικές…

 

Η απόσταση με απλά λόγια ορίζεται ανάμεσα σε δύο σταθερά σημεία και μετριέται ανά τον κόσμο σε διάφορα μετρικά συστήματα. Στο νέο GS τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Οι αποστάσεις μικραίνουν, συμπιέζονται και τα χιλιόμετρα ή τα μίλια μοιάζουν πιο λίγα από ποτέ. Είχα δοκιμάσει και στο παρελθόν τα προηγούμενα GS Adventure και ήξερα ακριβώς τι με περιμένει. Ψηλό, ακόμα και στην χαμηλή ρύθμιση της σέλας (ούτε να το σκεφτείς να την βάλεις στην δεύτερη σκάλα αν δεν είσαι 1,85+). Τεράστιο σε όψη και μετωπική επιφάνεια, πελώριο σε διαστάσεις και ικανό με χώρους φόρτωσης να μετακομίσει μικρή γκαρσονιέρα... Δεν είδα τίποτα διαφορετικό στην πρώτη ματιά όταν ο υπάλληλος της αντιπροσωπείας ερχόταν καβάλα πάνω της να μου την παραδώσει. Βασικά ίσα που τον είδα πίσω από τη μοτοσυκλέτα και την πελώρια τζαμαρία! Σίγουρα ίσα που έβλεπαν κι εμένα οι μποτιλιαρισμένοι οδηγοί στην εθνική οδό όταν πήρα το δρόμο της επιστροφής, νομίζοντας ότι πάει μόνη της.

Όμως παρόλο που είναι… "πολυκατοικία", παρά τον όγκο της, παραμένει ένα παιχνιδάκι. Η πρώτη έκπληξη έρχεται όταν πας να την σηκώσεις από το σταντ για να την μετακινήσεις και νιώθεις τα κιλά της άριστα ζυγισμένα και κατανεμημένα, ενώ η δεύτερη και πιο ουσιαστική είναι όταν βάλεις τα πόδια σου πάνω στα φαρδιά μαρσπιέ και οι ρόδες αρχίσουν να τσουλάνε. Τα πάντα εκεί που τα θες, όπως τα θες, με τα γόνατα να σχηματίζουν μικρή περιεχόμενη γωνία σε σχέση με το ρεζερβουάρ και τα χέρια να πιάνουν σε σωστές γωνίες το ποιοτικό τιμόνι. Όσο οι ρόδες γυρνάνε νιώθεις να το 'χεις για πλάκα. Το βάρος είναι πολύ καλά μοιρασμένο, ενώ ο όγκος του τελικά δεν είναι τόσο πελώριος όσο τον έβλεπες απ' έξω.

Εδώ και ώρα κάνω διήθηση στα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα της εθνικής και… οκ, τελικά δεν πρόκειται για κανένα κατόρθωμα. Το τιμόνι είναι όσο ψηλά χρειάζεται για να περνάει πάνω και από τις ταράτσες των κτηρίων και γενικά τα πάντα είναι υπό έλεγχο. Πάω ντουγρού στις ζυγαριές αλήθειας του ΜΟΤΟ και το νούμερο 282, με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 30 λίτρων, είναι ένας αριθμός να σε κάνει να αναθεωρήσεις τους στόχους σου με αυτή τη μοτοσυκλέτα... Ονειρευόσουν βουνά λαγκάδια, έρημο και κατσάβραχα, σκέφτεσαι το 282 και λές: ”άααασε καλύτερα” Όμως καβάλησέ το πριν βγάλεις τα συμπεράσματά σου και θα δεις ότι το 1250 είναι μεν θεριό, αλλά ένα θεριό που κάνει χατίρια σε όλους!

Αυτό είναι γκάζαρος

Είχα μεγαλεπήβολα σχέδια με το νέο Adventure. Κατέβηκα στα Χανιά με σκοπό να πάρω σβάρνα τα βουνιά και τις πλαγιές, αλλά ό χειμώνας είχε άλλη άποψη και όταν στη δυτική Κρήτη βρέχει, βρέχει του διαόλου. Βγαίνοντας ξημερώματα από το βαπόρι με υποδέχθηκε μια μπόρα διαρκείας 2-3 ημερών. Στο δρόμο για το σπίτι κούμπωσα μπουφάν, καβάτζαρα πράγματα να μη βραχούν, ενώ δε παρέλειψα να σετάρω αναρτήσεις και mode σε “βρόχινες” συνθήκες. Σφιγμένος στην αρχή μη φάω κάνα μπίστο, αντιλήφθηκα γρήγορα ότι το “πράμα” δε χαμπάριασε τίποτα από τα νερά που υπήρχαν στο οδόστρωμα. Σχεδόν καθόλου γλιστρήματα, φρένα με άμεση απόκριση και χωρίς το “δάγκωμα” που σου ξεπάτωνε τα σφραγίσματα στο προηγούμενο μοντέλο (νέες δαγκάνες της αμερικάνικης Hayes εμπρός και μόνο πίσω Brembo) φτάνω σπίτι “αέρα” και στεγνός. Στεγνά παπούτσια, μπουφάν παντελόνι. Μόνο το κράνος είχε νερά κι αυτό λόγο της ζελατίνας που την είχα στην χαμηλή θέση γιατί είναι φιμέ και δεν βλέπεις την τύφλα σου μέρα-νύχτα αν χρειαστεί να κοιτάξεις μέσα από αυτή.

Με τις μετεωρολογικές προβλέψεις να δίνουν παύση των φαινομένων αρχές Απριλίου, δεν μπορούσα να κάτσω με τα χέρια σταυρωμένα. Την άλλη μέρα κιόλας καβάλα στο 1250 πήρα τους δρόμους υπό βροχή, δίχως μάλιστα να φορέσω αδιάβροχα. Όσο αυξάνεται η ταχύτητα σου τόσο το νερό φεύγει μακριά και αν οι διαστάσεις σας είναι λίγο μεγαλύτερες από τις δικές μου (λίγο ψηλότερος από νάνο) τότε φτάνεις παντού στεγνός! Ευτυχώς παίρνοντας το δρόμο για Ομαλό, η βρόχα έκοψε και ο δρόμος ήταν σχεδόν στεγνός. Κατάλληλη ώρα λοιπόν να παίξουμε με τα ηλεκτρονικά, σετάροντας αναρτήσεις και καταστάσεις λειτουργίας στον κινητήρα. Έχοντας βάλει την προφόρτιση στο low για να πατάω κάτω, έβαλα το mode του κινητήρα στο road και ανηφόρησα προς τα βουνά.

Η πιο σημαντική διαφορά, αλλά και αυτό που μου έκανε πραγματική εντύπωση σε σχέση με το παρελθόν, είναι η ελαστικότητα του κινητήρα και η γραμμικότητα που έχει. Φτάνεις σε κλειστή φουρκέτα, αφήνεις μια δευτέρα στο κιβώτιο για να γράψεις την στροφή και στην έξοδο η απόκριση είναι άμεση χωρίς βηξίματα και σκορτσαρίσματα. Ο νέος κινητήρας με shiftcam τεχνολογία μεταβλητού χρονισμού και βυθίσματος βαλβίδων, είναι ουσιαστικά και η μεγαλύτερη αλλαγή που δέχθηκε το νέο Adventure. Έχει 7% μεγαλύτερη χωρητικότητα και δηλώνει 14% περισσότερη ροπή και 9% μεγαλύτερη ιπποδύναμη. Αυτά βέβαια είναι απλοί αριθμοί που στη πραγματική ζωή δεν δημιουργούν διαφορά σε μεγέθη κι αλλού βρίσκονται οι αντιθέσεις με τον προκάτοχό του. Το κιβώτιο ταχυτήτων έγινε πιο μαλακό και λιγότερο θορυβώδες, ενώ μειώθηκε και ο θόρυβος του κινητήρα παρά τα λεπτότερα καπάκια που χρησιμοποιήθηκαν προς διατήρηση του βάρους στα ίδια επίπεδα. Το πιο σημαντικό όμως είναι το “γέμισμα” της ισχύος σε όλο το φάσμα των στροφών, κάτι που οφείλεται στο μεταβλητό χρονισμό των βαλβίδων. Μη πάει το μυαλό σας σε συστήματα v-tech με σκαλοπάτια απόδοσης και τέτοια. Στο 1250 δε καταλαβαίνεις τίποτα, εκτός από μια συνεχή ροή απόδοσης και μια γραμμικότητα που εντυπωσιάζει. Η διαφορά στα γκάζια είναι αισθητή πάντως. Σουζάρει για πλάκα ακούσια με τις πρώτες τρεις σχέσεις και γενικά ο αριθμός 200 θα έρθει εντυπωσιακά γρήγορα στο όμορφο ψηφιακό ταχύμετρο. Επίσης, το νέο 1250 έχει λιγότερους κραδασμούς και πιο ποιοτική λειτουργία χωρίς την τραχιά λειτουργία που είχε το 1200.

Αναρτήσεις ποίημα

Παραδόξως όσο ανεβαίνω ψηλά, ο ήλιος λάμπει και η αδρεναλίνη έχει αρχίσει να υπερπληρώνει τον κάθε αδένα μου… Ο δρόμος στεγνός και άδειος, η άσφαλτος σχετικά κρύα με ανοιχτές καμπές και αρχίζω να μοιράζω τρόμο σε όποιον με βλέπει να στρίβω με το θηρίο ξαπλωμένος σε κάθε στροφή. Ζω πραγματικές στιγμές ευτυχίας και η ικανοποίηση που παίρνω οδηγώντας είναι αντίστοιχη με τον όγκο και τα κιλά της μοτοσυκλέτας, έχοντας για soundtrack τον μπάσο ήχο του boxer που ξεροβήχει σε κάθε δυνατό κατέβασμα σχέσης πριν από κάθε στροφή. Στρίβεις με φοβερή ακρίβεια και αλλάζεις χωρίς φόβο τη γραμμή σου μέσα στη στροφή, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη και σταθερότητα για το τι θα κάνει και πώς θα το κάνει. Κάπου εκεί θα θυμηθώ και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις και κάνω στάση για να μπω σε πιο sport mode. Πριν αυξήσω την προφόρτιση αλλάζω σε Dynamic και πραγματικά η διαφορά είναι εντυπωσιακή. Πλέον στα δυνατά φρένα και στις επιταχύνσεις στην έξοδο της στροφής η γεωμετρία αλλάζει ελάχιστα, με τις αποσβέσεις να έχουν σκληρύνει ακριβώς όσο ήθελα, ώστε από την μια να μην πλέει η μοτοσυκλέτα και από την άλλη να μην είναι κούτσουρο για τα δεδομένα των δημόσιων δρόμων. Για να μην νομίζω ότι είναι η ιδέα μου, πειραματίστηκα πολύ με τις αναρτήσεις και τα mode και εντυπωσιάστηκα με το πόσο καλή δουλειά κάνουν και είναι και αυτό που χαρακτηρίζει την μοτοσυκλέτα, ήδη από την περσινή προσθήκη των νέων –τότε- αναρτήσεων.

Από τη μια ο νέος κινητήρας που έχει φτάσει στο απόγειο της εξέλιξής του και από την άλλη οι μαγικές αναρτήσεις που διαβάζουν και βοηθούν στο να βρίσκουν άριστη πρόσφυση οι τροχοί και στις πιο δύσκολες συνθήκες, ενώ ταυτόχρονα η αίσθηση που σου μεταφέρουν είναι μοναδική. Σίγουρα το Telelever δεν μπορεί να συγκριθεί με ένα συμβατικό στην πληροφορία που μεταδίδει, αλλά δεν χρειάζεται κιόλας σε αυτή την κατηγορία, ιδιαίτερα όταν νιώθεις μια φοβερή αίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας που πραγματικά δεν πρόκειται να βρεις σε κανονικές συνθήκες το όριο που θα σε πετάξει κάτω. Προτίμησα να μην το ψάξω ακόμη περισσότερο...

Στην κορυφαία αίσθηση ασφάλειας βοηθούν και τα φρένα. Οι νέες δαγκάνες εμπρός έχουν “απαλύνει” ελαφρά το τρομακτικό αρχικό δάγκωμα που είχε στο παρελθόν, το οποίο σου χάλαγε τη ροή, χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να νιώθεις πως το νέο GS δεν φρενάρει. Τώρα το φρενάρισμα είναι πιο γραμμικό και διαχειρίσιμο χωρίς να φέρνει στα όριά του το άριστο ABS, του οποίου η παρουσία παραμένει απλά διακριτική. Αξίζει να πούμε πως σε αυτές τις ημέρες τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης της Bridgestone (Battlax Adventure) προσέφεραν υποδειγματική πρόσφυση για τα δεδομένα δρόμου και ειδικά στις μεταβαλλόμενες συνθήκες ποιότητας ασφάλτου. Ακόμη και στο χώμα είναι πολύ καλά για την κατηγορία τους και δεν πρόκειται ποτέ να αντιδράσουν απότομα, ενώ το δυνατό τους σημείο είναι το βρεγμένο οδόστρωμα.

Ζήτημα το 10%

Φτάνοντας στην Ανώπολη, στην νότια Κρήτη, ήρθε και η ώρα να πάρω τα βουνά. Υπάρχει ένας υπέροχος χωματόδρομος που σε οδηγεί τόσο “μέσα” και τόσο ψηλά στα βουνά, που νομίζεις ότι μπαίνεις σε άλλη διάσταση, ένα μέρος που είχαμε επισκεφτεί με τα παπιά το 2014, σε εκείνο το Adventure συγκριτικό που άφησε εποχή... Βέβαια τώρα τα πάντα καλύπτονται από μπόλικο χιόνι και δεν ξέρω μέχρι πού θα μου επιτρέψουν οι καταστάσεις να ανέβω. Η βόσκηση του μέρους κάνει τον δρόμο πολυσύχναστο και παρά την κακοκαιρία παραμένει σε αρκετά καλή κατάσταση. Ευτυχώς δηλαδή γιατί με το Enduro Pro επιλεγμένο, με έχει πιάσει λύσσα και τρέχω Dakar μόνος μου, μονάχα που τώρα εδώ σε περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά, κανένα ελικόπτερο δεν θα έρθει να σε ψάξει. Το 1250 πλανάρει πάνω στις πέτρες σαν να κάνει το πιο φυσιολογικό πράγμα του κόσμου και η απόλαυση που λαμβάνεις είναι σχεδόν εθιστική. Ο ήχος του boxer διαπερνά κάθε ακουστική ίνα κι όσο ορμάς, τόσο το μεγάλο BMW σου δίνει το ΟΚ να πας ακόμη πιο γρήγορα. Ακούγονται κάτι πέτρες που χτυπάνε στην ποδιά και στο σταντ αλλά τίποτα δεν δημιουργεί ανησυχία. Και πάλι αυτό που μονοπωλεί και εντυπωσιάζει είναι η λειτουργία των αναρτήσεων που καταπίνουν τα πάντα και δεν διαταράσσουν καθόλου την πορεία της μοτοσυκλέτας. Πρέπει να είσαι πολύ άτσαλος για να τις κάνεις να τερματίσουν και ο ρυθμός που μπορείς να αναπτύξεις στο χώμα, ακόμα και με τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, είναι τρελός! Και είναι τρελός, γιατί έχοντας ως δεδομένα το βάρος και τον όγκο δεν πιστεύεις ότι αυτό το “πράγμα” μπορεί να πάει έτσι! Στο Enduro Pro σε αφήνει να μπλοκάρεις τον πίσω τροχό, διατηρώντας όμως το άριστο ABS μπροστά, που στο χώμα ειδικά σώζει ζωές.

Φτάνοντας στο τέρμα του δρόμου που ορίστηκε από το απάτητο χιόνι πολύ νωρίτερα από την κορυφή, σήμανε η ώρα της αναστροφής, μια ώρα δύσκολη. Μπορεί το 1250 να ίπταται σε χώμα και πέτρες, όμως όταν σταματήσεις για να γυρίσεις τα 282 κιλά του, τότε εκείνα δεν συνεχίζουν να παίζουν κρυφτό και είναι έτοιμα να σου πλακώσουν με τον όγκο τους κάθε πιθανό άκρο του σώματός σου! Παρόλα αυτά βέβαια, τα πάντα είναι τόσο καλά προστατευμένα στην έκδοση exclusive, που το μόνο θέμα είναι πως θα το σηκώσεις από κάτω αν σου πέσει. Είπαμε όμως: Άσε καλύτερα… Ευτυχώς το τιμόνι κόβει πολύ από άκρη σε άκρη και με τη σέλα στη χαμηλή ρύθμιση το καταφέρνεις. Δεν πρέπει βέβαια ποτέ να προσπαθήσεις για αναστροφή βάζοντας το μπροστινό τροχό σε κατηφόρα, γιατί είναι αδιανόητο να πας την μοτοσυκλέτα πίσω χωρίς να ξεκαβαλήσεις. Τουλάχιστον όχι στις δικές μου διαστάσεις. Πάντως εδώ αξίζει ένα μπράβο για την BMW. Είμαι σίγουρος ότι το 90% των αγοραστών αυτής της μοτοσυκλέτας ούτε που θα τους περάσει από το μυαλό να μπουν σε χώμα κι αν μπουν για να διασχίσουν κάποιο κομμάτι, τότε θα το κάνουν διεκπεραιωτικά και όχι για διασκέδαση. Όμως το 1250 μπορεί να είναι πύραυλος στο χώμα και έχει δυνατότητες που συναντάς σε λίγες on off! Καταπληκτικό ζύγισμα, άριστες αναρτήσεις και φρένα και όσο είσαι στη σέλα της, τόσο σε τρώει να κάνεις παράτολμα πράγματα.. Ακόμα και ένα πιθανό ποσοστό χωμάτινων ιδιοκτητών, που κάπως αισιόδοξα θα το τοποθετήσουμε στο 10%, οι Γερμανοί τους αντιμετωπίζουν αληθινά και τίμια και το λογότυπο Adventure δίκαια αναγράφεται στα πλαστικά αυτού του GS!

Τα κάνει όλα αυτό           

Την ίδια ημέρα από τα χιόνια στα 1600μ κατέβηκα στην ακτή έχοντας μια πληρότητα και μια ικανοποίηση από την οδήγηση. Αυτός, γενικά, είναι και ο βασικότερος λόγος να αγοράσεις μια μοτοσυκλέτα! Αν δεν σε “φτιάχνει” στη κάθε σου βόλτα τότε άστο, βάλε τα πράγματά σου σε ένα κουτί με τέσσερις ρόδες να ταξιδέψεις και πιο άνετος. Το 1250 απευθύνεται σε μοτοσυκλετιστές ή μάλλον σε εραστές των δύο τροχών που θέλουν να κάνουν τα πάντα καβάλα, παίρνοντας ικανοποίηση οδηγώντας και όχι απλά φτάνοντας στεγνοί και ξεκούραστοι. Το νέο 1250 κάνει τα πάντα ή, ακόμη καλύτερα, εσύ μπορείς να κάνεις τα πάντα στη σέλα του. Πρώτα από όλα είναι φτιαγμένο για να ταξιδεύει. Μεγάλη μετωπική επιφάνεια με άριστη κάλυψη και την ζελατίνα να ανεβοκατεβαίνει πανεύκολα εν κινήσει, αλλά και μικροί “ανεμοφράκτες” επιπλέον που εμποδίζουν τον ενοχλητικό αέρα, ο οποίος ταξιδεύοντας για ώρες καταντάει κουραστικός, όσο εκπαιδευμένος κι αν είσαι. Δεν μιλάμε φυσικά ούτε για 50 ούτε για 100 χιλιόμετρα, αποστάσεις δηλαδή που δεν θα ενοχληθείς καν, όταν όμως ταξιδεύεις δυο τρεις εβδομάδες με περισσότερα από 500 χιλιόμετρα την ημέρα, τότε φαίνεται η διαφορά.

Και το 1250 τρέχει. Ταξιδεύεις με το μοτέρ να γουργουρίζει στις 5.000 στροφές έχοντας 145 χιλιόμετρα, ενώ με μια γκαζιά τα 200+ έρχονται πανεύκολα, με την κοντή έκτη βέβαια να μην σε προδιαθέτει να το πηγαίνεις συνέχεια 170-180. Λογικό το βρίσκω, δεν μπορεί μια on off μοτοσυκλέτα να είναι παντού άριστη, όπως επίσης δεν παίρνεις on off για να ταξιδεύεις στην άσφαλτο με 180+. Θα μου πείτε εδώ ότι το ΚΤΜ 1290 Adventure μπορεί κι εγώ θα συμπληρώσω "με το παραπάνω", αλλά μην ξεχνάμε πως ο κάθε κατασκευαστής βάζει και τις προτεραιότητες του και η BMW προτιμά πιο “χαλαρή” αντιμετώπιση στο κομμάτι γκάζι και ταξίδι. Το τεράστιο ρεζερβουάρ των 30 λίτρων σε κάνει να ξεγνοιάζεις από σκοτούρες ανεφοδιασμού και ειδικά στο ταξίδι με ρυθμούς τουριστικούς, η κατανάλωση δεν ξεπερνά τα 6lt/100km, έχοντας έτσι μια αυτονομία που πλησιάζει τα 450 χιλιόμετρα. Όταν όμως πας 180+ τα 9-10lt/100km της κατανάλωσης θα ρίξουν σημαντικά την αυτονομία, θυμίζοντας ότι δεν μπορείς να τα έχεις όλα σε αυτή τη ζωή. Χώροι τεράστιοι να δέσεις όσα “μπαγάζια” θες, αλλά και φοβερή άνεση από τη σέλα αναβάτη και συνεπιβάτη.

Ξεκάθαρα λοιπόν έχουμε μια άριστη τουριστική μοτοσυκλέτα δρόμου που μπορεί δικάβαλη να διασχίζει χώρες άνετα και απολαυστικά, αλλά όταν έρθει η ώρα δεν θα πει όχι και σε “βρωμοδουλειές”. Ναι μεν ταξιδευτής αλλά ταυτόχρονα και εξερευνητής και γιατί όχι παιχνίδι στα χώματα. Προσοχή! Δεν έγραψα enduro σε μονοπάτια και δύσκολα περάσματα! Αλλά με το 1250 αν είσαι χωματερός αναβάτης μπορείς να κάνεις εκδρομές στα βουνά σε χωματόδρομους, έχοντας μια μοτοσυκλέτα που δεν θα πει όχι πουθενά και με τον εξοπλισμό που διαθέτει (ABS, traction control) θα νιώσεις ασφαλής και άνετος. Η προστασία με την τεράστια ποδιά και όλα τα κάγκελα γύρω-γύρω αποτρέπει την συμφορά σε περίπτωση πτώσης, τονίζοντας ακόμα περισσότερα τον περιπετειώδη χαρακτήρα του και πως ναι, υπάρχει και αυτή η πλευρά του. Το νέο Adventure κυκλοφορεί φυσικά καθημερινά πρώτον γιατί μπορεί, αφού όγκος και βάρος μπορούν να γίνουν μια συνήθεια και δεύτερον γιατί θες να κυκλοφορείς καθημερινά με τη μοτοσυκλέτα που γουστάρεις! Μόνο κάτι ξενέρωτοι Άγγλοι και Γερμανοί βγάζουν τις μοτοσυκλέτες τους για βόλτα την Κυριακή και δε βρίσκω κανένα λόγο στην Ελλάδα να μην καβαλάς καθημερινά τη μοτοσυκλέτα που έχεις και αγαπάς! Βεβαία δεν είπα ότι είναι εύκολο, τουλάχιστον όχι για όλους. Πρέπει να έχεις το μπόι σου και τουλάχιστον ένα – δύο γυμνασμένους μύες για τυχόν μανούβρες!

Γιατί GS Adventure;

Το αν σου αρέσει είναι καθαρά θέμα υποκειμενικό και δεν μπορώ να ανοίξω κουβέντα περί εμφάνισης. Μπορώ όμως να γράψω ότι η ποιότητα κατασκευής και γενικά ο τρόπος που είναι φτιαγμένη, είναι ανάλογη με τα χρήματα που κοστίζει. Από την άλλη θα επιστρέψω και πάλι στο πεδίο χρήσης που μπορείς να έχεις με αυτή τη μοτοσυκλέτα. Πηγαίνοντας στην αντιπροσωπεία να παραλάβω την μοτοσυκλέτα, άφησα το νέο BMW 1250RT που μόλις είχα πάρει από τον Μέντη, ο οποίος με δυσκολία το αποχωρίστηκε μετά από πολλές μέρες. Δεν σας κρύβω ότι εντυπωσιάστηκα και με αυτή την μοτοσυκλέτα παρά τα λίγα λεπτά που βρέθηκα στη σέλα της. Κι αυτή τεράστια σε όγκο και ικανή να σε οδηγήσει στον γύρο του κόσμου χωρίς να σηκωθείς από τη σέλα. Όμως ταυτόχρονα πανεύκολη βολική και ευέλικτη. Άθελα μου έκανα τη σύγκριση με το GS που πρέπει να είσαι πιο “μάγκας” για να το κουμαντάρεις και γενικά λόγω ύψους και μεγάλου τιμονιού, οι κινήσεις είναι πιο δύσκολες για έναν συγκεκριμένο σωματότυπο. Η διαφορά τώρα είναι στο εύρος χρήσης. Αν αγοράζεις GS για να ταξιδεύεις (προφανώς...) και δε σκοπεύεις να πατήσεις ποτέ χώμα νομίζω είναι τζάμπα κόπος. Αν είναι να “φας” τα χιλιόμετρα σου στην άσφαλτο πάρε RT, ή γενικά κάτι που να μην είναι τόσο ψηλό και τεράστιο. Ακόμα και το απλό GS είναι σκληρός ανταγωνιστής του Adventure, όντας ελαφρύτερο μικρότερο και σαφώς πιο πρακτικό. Όμως καταλαβαίνω ότι στη μοτοσυκλέτα δεν υπάρχει τεχνοκρατική λογική και δεν κερδίζει αυτός που συμφέρει και βολεύει. Για αυτό το λόγο υπάρχουν και διαιωνίζονται μοτοσυκλέτες σαν το νέο GS 1250 Adventure      

Με το νέο BMW 1250GS Adventure στη Κρήτη

Αυτοκινητόδρομους στη Κρήτη δεν έχει. Ούτε καν εθνική οδό που να είναι εθνική οδός. Σε κάποια σημεία δεν είναι ούτε οδός… Έχει όμως κολασμένα στροφιλίκια που σε πάνε από την θάλασσα ψηλά στα βουνά και δρόμους που σε πάνε μέσα στα βουνά. Έχει και πέτρες. Πολλές πέτρες. Tόσες πολλές που οι χωματόδρομοι δεν είναι χωματόδρομοι αλλά πετρόδρομοι. Ο φετινός χειμώνας είναι στα καλά του και έχει ντύσει στα λευκά όλα τα βουνά του νησιού, κάνοντας ενδιαφέρουσα τη βόλτα με on off. Κινηθήκαμε περισσότερο στη νότια πλευρά του νησιού που είναι σαφώς λιγότερο ανεπτυγμένη τουριστικά, κάνοντας βόλτες στην περιοχή του Ομαλού, στα Σφακιά αλλά και την επαρχία Σελίνου. Είχε πλάκα ο τρόπος που αντιμετώπισαν τη μοτοσυκλέτα κάποιοι ντόπιοι, λέγοντας ωραίες μαντινάδες αλλά και ατάκες από εκείνες που μόνο στα χωριά ακούς…

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                                 BMW R1250GS Adventure

Αντιπρόσωπος:

BMW HELLAS A.E.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.270

Ύψος (mm):

1.460

Μεταξόνιο (mm):

1.504

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

890 - 910

Ίχνος (mm):

95,4

Γωνία κάστερ (˚):

24,9

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

770

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

540

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

920

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

530

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

282

(χωρίς καύσιμο: 260,4 )

Πίσω

51,2 %

Εμπρός

48,8 %

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+4,2

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο

Πλάτος (mm):

980

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

247,7 / 270,25

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος boxer, αερόψυκτος- υδρόψυκτος, 2ΕΕΚ, 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

102,5 x 76

Χωρητικότητα (cc):

1.254

Σχέση συμπίεσης:

12,5:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

136 / 7.750

Ροπή (kg.m/rpm):

14,5 / 6.250

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

108,3

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός Ride by wire

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος υδραυλικός

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / 1,650

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με άξονα / 1,061

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2,438

2α

1,714

3η

1,296

4η

1,059

5η

0,943

6η

0,848

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

Κάθε 20.000

Αλλαγή λαδιού (km):

Στα πρώτα 1.000 και κάθε 10.000

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

-/ 4

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

-/ Κάθε 10.000

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2.29

14.24

0-100

4.05

51.56

0-150

6.67

144.58

0-200

12.44

429.13

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11.91

196.08

0-1.000

21.98

224.19

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2.82

87.76

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

Αδυναμία ομαλής επιτάχυνσης από 40

Αδυναμία ομαλής επιτάχυνσης από 40

Αδυναμία ομαλής επιτάχυνσης από 40

80-120

2,28/63.4

2.79/77.2

3.55/98.98

120-160

2,51/98,21

 

2.89/111.66

3.53/138.30

160-200

4.73/241.29

4.36/221.19

4.62/233.65

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,82

87.76

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

1,82

1,98

Πραγματικά

2,12

2,3

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Κεντρικό αμορτισέρ, BMW Paralever

Διαδρομή (mm):

220

Ρυθμίσεις:

Ημι-ενεργητικές αναρτήσεις Dynamic ESA

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4,5 x 17

Ελαστικό:

170/60-17

Πίεση:

36

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 276mm με διπίστονη δαγκάνα και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη οθόνη 6,5 ιντσών με Bluetooth για ταυτόχρονο έλεγχο κινητών τηλεφώνων και ακουστικών αναβάτη και συνεπιβάτη. Πλοήγηση μέσω εφαρμογής με χρήση χαρτών BMW ή Google Plus. Ενημέρωση για βενζινάδικα, σημεία ενδιαφέροντος εκτιμώμενο χρόνο βάση πυκνότητας κυκλοφορίας. Περιστροφικό χειριστήριο, cruise control, ενδείξεις θερμοκρασίας κινητήρα / στάθμης καυσίμου / ταχύτητας κιβωτίου / ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές / υπολειπόμενο αριθμό χιλιομέτρων / ρολόι, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, ρυθμιζόμενο ύψος σέλας αναβάτη, ρυθμιζόμενη θέση τιμονιού, immobilizer, σχάρα, παροχή ρεύματος. Ένδειξη πίεσης ελαστικών, ABS, ASC

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Κεντρικό αμορτισέρ, BMW Telelever με Dynamic ESA

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

210

Ρυθμίσεις:

Ημι-ενεργητικές αναρτήσεις Dynamic ESA

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3 x 19

Ελαστικό:

120/70-19

Πίεση:

36

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 305mm με τετραπίστονες monobloc δαγκάνες και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

122.60/7.700

Ροπή (kg.m/rpm):

12.91/6.600

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Από τις 1.400 στροφές ξεκινά μία σχεδόν ευθεία γραμμή με κορυφή στις 6.600 και μία ανεπαίσθητη κοιλιά στις 5.300 φανερώνοντας την φοβερή ευστροφία και ελαστικότητα. Από εκεί και για πάνω από χίλιες η ανοδική πορεία συνεχίζει με ποιο χαλαρό ρυθμό, μέχρι μαλακά να «πέσει» στον κόστη σε μία καθοδική πορεία που διαρκεί πάνω από χίλιες στροφές. Αντίστοιχα η ροπή σκαρφαλώνει απότομα στις χαμηλές στροφές, και δεν σταθεροποιείται ποτέ, συνεχίζοντας ανοδικά μέχρι την μέγιστη τιμή της, που παραδόξως δεν την κρατά καθόλου…

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

 

 

 

1η

 

2α

 

3η

 

4η

 

5η

 

6η

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

 

Ελάχιστη

 

Μέγιστη

 

Αυτονομία (km):

 

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

30 / 4