SUZUKI GSX-S 1000F 2017-2018

Μοτοσυκλέτα Bazooka!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

28/12/2018

Η έκδοση F της GSX-S 1000 είναι μια μοτοσυκλέτα με ιδιόρρυθμη προσωπικότητα. Θα μπορούσες να πεις πως πρόκειται για μια κλασσική sport touring, όμως τόσο η εμφάνισή της, όσο και οι δυνατότητές της την απομακρύνουν από τα στερεότυπα αυτής της συντηριτικής κατά τα άλλα κατηγορίας μοτοσυκλετών. Σε αυτό το τεστ που αναδημοσιεύουμε από το τεύχος 567 του ΜΟΤΟ, κάνουμε μια προσπάθεια να αποκρυπτογραφήσουμε τις προθέσεις της Suzuki και να δούμε σε ποιο είδος αναβάτη απευθύνεται πραγματικά η GSX-S 1000F:  

Παρά το γεγονός ότι είχαμε ήδη οδηγήσει τη γυμνή GSX-S 1000 και γνωρίζαμε τις δυνατότητες αυτή της μοτοσυκλέτας, η προσθήκη του ολόσωμου φαίρινγκ έχει δώσει άλλη διάσταση στην προσωπικότητά της. Τώρα πλέον το μπαζούκα της Suzuki έχει διηπειρωτικό βεληνεκές

Οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πεθάνει. Αυτό γράφουμε και ξαναγράφουμε κάθε φορά που κάνουμε τεστ ένα Tracer 900, ένα BMW S1000XR, ένα Multistrada ή ακόμα και κάποια mega on-off με περισσότερα από 100 άλογα, αφού προσφέρουν αντίστοιχες επιδόσεις, περισσότερους χώρους για δύο άτομα και μια όρθια θέση οδήγησης με πανοραμική θέα. Όμως η GSX-S 1000F δεν είναι ακριβώς sport-touring όπως εκφράζει την έννοια ένα Honda VFR 800F ή ένα BMW R 1200 RS. Η Suzuki έχει βάλει μέσα στο τσουκάλι πολλά υλικά από το GSX-R 1000 και Hayabusa, μαζί με μπαχαρικά από τα Ευρωπαϊκά streetfighter, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει ένα πρωτότυπο πιάτο, αλλά με γεύσεις που είναι οικίες και γνώριμες. Στην πραγματικότητα, η GSX-S 1000F δεν έχει καμία διαφορά στα μηχανικά μέρη από την γυμνή  GSX-S 1000 που είχαμε κάνει τεστ πέρσι τέτοια εποχή. Ούτε καν η θέση οδήγησης δεν διαφέρει, αφού και η F διαθέτει το fat bar τιμόνι της Renthal και δεν έχει αντικατασταθεί από κάποιου είδους κλιπ-ον. Όμως ήδη πριν καβαλήσεις την σέλα της F, έχεις δημιουργήσει υποσυνείδητα διαφορετική ψυχολογία και διάθεση στον τρόπο που την προσεγγίζεις. Με το γυμνό GSX-S 1000 είσαι “αγριεμένος” από την αρχή και περιμένεις από την μοτοσυκλέτα να είναι αντίστοιχα άγρια, ατίθαση και βάρβαρη, όπως αρμόζει σε ένα μεγάλο τετρακύλινδρο streetfighter που διαφημίζει ότι έχει κινητήρα από GSX-R 1000 K5. Την έκδοση F την προσεγγίζεις με ηρεμία και εγκράτεια, θα μπορούσαμε να πούμε ακόμα και χαμηλές προσδοκίες σε ότι αφορά την σπορ πλευρά της και περιμένεις να απευθύνεται σε ένα πιο συντηρητικό κοινό, με τονισμένα τα touring χαρακτηριστικά και πολύ λιγότερο τα sport. Όμως όλα αυτά αλλάζουν μόλις γυρίσεις το κλειδί και πατήσεις το κουμπί της μίζας.

Βαρβατίλα!

Αν είσαι λάτρης των τετρακύλινδρων, θα ανατριχιάσεις από τον ήχο της εξάτμισης και το “βαθύ” ρούφηγμα του αέρα μέσα στο φιλτροκούτι  κάθε φορά που ανοίγεις το γκάζι. Ακόμα όμως κι αν είσαι από εκείνους που πιστεύουν ότι τα ιαπωνικά τετρακύλινδρα κάνουν σαν ηλεκτρικές σκούπες αν δεν τους βάλεις ελεύθερη εξάτμιση, θα αναθεωρήσεις τις δογματικές απόψεις σου από το πρώτο δευτερόλεπτο. Συνήθως απορούμε πως η Ducati καταφέρνει και παίρνει έγκριση τύπου με την φασαρία που κάνουν οι μοτοσυκλέτες της, όμως τούτη εδώ η Suzuki μας κάνει για πρώτη φορά να αναρωτηθούμε, μήπως και οι Ιάπωνες λάδωσαν τους υπαλλήλους της ΕΕ για να περάσουν προδιαγραφές Euro 4 με τόσο δυνατό ήχο που έχει η εξάτμιση της GSX-S 1000F. Πραγματικά ακούγεται σαν Hayabusa με ελεύθερη Yoshimura! Και δεν είναι μόνο η ένταση, είναι και η χροιά του ήχου που σε ανατριχιάζει και προκαλεί ανεξέλεγκτη παραγωγή τεστοστερόνης στο σώμα σου. Αγριεύει το μάτι σου πάνω στην σέλα και ενώ η πρόθεσή σου πριν την καβαλήσεις ήταν να κάνεις μια ήρεμη βόλτα, τώρα αισθάνεσαι σαν να έχεις βγάλει βόλτα ένα οξύθυμο ροτβάιλερ, που αν δεν προσέξεις είναι έτοιμο να κατασπαράξει το κανίς της γειτόνισσας με μια δαγκωνιά.

Χάρη στο φαρδύ τιμόνι, η GSX-S 1000F δείχνει πολύ ανάλαφρη στα χέρια σου μέσα στην πόλη. Στην γυμνή έκδοσή της το περιμένεις και δεν εντυπωσιάζεσαι τόσο, όμως στην F με το ολόσωμο φαίρινγκ να προσθέτει μεγαλύτερο οπτικό όγκο, η αντίθεση μεταξύ εικόνας και αίσθησης είναι πολύ μεγάλη. Συνήθως οι streetfighter που έχουν πλαίσιο απευθείας από superbike δεν είναι ιδιαίτερα ευέλικτες μέσα στην πόλη, λόγω του περιορισμένου κοψίματος του τιμονιού δεξιά-αριστερά και της προσθήκης του πιο φαρδιού τιμονιού που βρίσκει στους καθρέφτες των αυτοκινήτων. Όμως  στην περίπτωση της GSX-S 1000F δεν αντιμετωπίζεις ιδιαίτερο πρόβλημα να χωθείς ανάμεσα στα αυτοκίνητα και να αλλάξεις λωρίδα διέλευσης. Σε αυτό βοηθάει πολύ το κοντό τελικό της εξάτμισης που μειώνει τον όγκο του πίσω μέρους της μοτοσυκλέτας. Γενικά έχεις την αίσθηση ότι αν περάσει το τιμόνι, τότε περνάει και η υπόλοιπη μοτοσυκλέτα και στην πραγματικότητα αυτό ακριβώς συμβαίνει. Με τον “παράνομο” ήχο της εξάτμισης, τον βρυχηθμό του αέρα στο φιλτροκούτι και την ευελιξία της GSX-S 1000F μέσα στην κίνηση, πραγματικά αισθάνεσαι σαν μπράβος την νύχτας που ψάχνει για φασαρίες!

Η θέση οδήγησης είναι μεν πιο χαλαρή από του GSX-R 1000 ή της Hayabusa, όμως έχει ένα δυναμισμό η εργονομία της και δίνει μια ελαφριά επιθετική στάση στο σώμα. Έτσι και ο έλεγχος είναι πολύ καλός και η άνεση βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα και η ψυχολογία σου διατηρείται σε κατάσταση εγρήγορσης. Οι ρυθμιζόμενες αναρτήσεις εμπρός και πίσω που δίνουν την δυνατότητα να βρεις εύκολα την χρυσή τομή ανάμεσα στην άνεση για τις λακκούβες της πόλης και την σταθερότητα που απαιτείται για τις άμεσες αλλαγές πορείας, τα απότομα φρεναρίσματα και τις βίαιες επιταχύνσεις ανάμεσα στα φανάρια. Αν έψαχνες ένα Hayabusa για να το οδηγάς μέσα στην πόλη, μόλις το βρήκες.

Μόνο αυτό μπορεί

Αν έπρεπε να κυνηγήσω ένα BMW S1000XR σε ελληνικούς επαρχιακούς δρόμους, το GSX-S1000F θα διάλεγα. Με εξαίρεση τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης που φοράει και είναι υπερβολικά τουριστικής φιλοσοφίας για τις δυνατότητές της, όλα τα υπόλοιπα στοιχεία πάνω στην GSX-S 1000F την κάνουν απίστευτα γρήγορη και αποτελεσματική στους δρόμους αυτής της χώρας. Ο κινητήρας σύμφωνα με την Suzuki βασίζεται στο GSX-R 1000 του 2005 που είχε την μεγάλη διαδρομή εμβόλου και όχι στις επόμενες γενιές με την μικρότερη διαδρομή και την έμφαση της απόδοσης μόνο στις υψηλές στροφές που είναι το ζητούμενο σε μια πίστα. Όποιος είχε ένα Κ5, νομίζω ακόμα και σήμερα θα θυμάται πόσο άμεση απόκριση στο γκάζι είχε στις μεσαίες στροφές σε σύγκριση με τα υπόλοιπα τετρακύλινδρα superbike και πόσο εύκολα γλιστρούσε ο πίσω τροχός. Στο GSX-S 1000F αυτή η πρωτόγνωρη αμεσότητα για τετρακύλινδρο κινητήρα στις χαμηλές και μεσαίες στροφές έχει επιστρέψει, όμως χάρη στον semi ride by wire ψεκασμό και το πολύ καλά ρυθμισμένο traction control, είναι πλέον απόλυτα καλοδεχούμενη. Η μοτοσυκλέτα πετάγεται αμέσως εμπρός μόλις ανοίξεις το γκάζι, όμως αντί να ακολουθεί ένα ανεξέλεγκτο σπινάρισμα του πίσω τροχού, έχουμε μια ομαλότατη μεγάλης διάρκειας επιτάχυνση με τον γνώριμο “ελαστικό” τρόπο των τετρακύλινδρων. Παρά τα μέτριας πρόσφυσης τουριστικά ελαστικά, το traction control δουλεύει θαυμάσια, με πολύ προοδευτική επέμβαση και χωρίς να σου σπάει τα νεύρα όταν περνάς πάνω από ανωμαλίες. Τις περισσότερες φορές η επέμβασή του περνάει εντελώς απαρατήρητη από τον αναβάτη. Ρυθμίζεται εύκολα σε δύο θέσεις ευαισθησίας και φυσικά απενεργοποιείται πλήρως. Πολύ θα ήθελα να δω πως θα δουλεύει με ελαστικά υψηλότερης πρόσφυσης, διότι έχω την εντύπωση ότι είναι το καλύτερο traction control που έχω οδηγήσει σε ελληνικούς δρόμους. Τα εμπρός φρένα της Brembo είναι τεράστια αναβάθμιση σε σύγκριση με οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα του πρόσφατου παρελθόντος είχε στο λογότυπό της τα γράμματα GSX-R, όμως για κάποιο λόγο η Suzuki έχει αφαιρέσει το αρχικό δάγκωμα που συναντάμε στα Brembo που έχουν οι ευρωπαϊκές μοτοσυκλέτες. Προφανώς ήθελαν πιο ήπια συμπεριφορά που να μην τρομάζει το συντηρητικό κοινό των sport touring μοτοσυκλετών, όμως το GSX-S 1000F είναι πραγματικά μια γνήσια σπορ μοτοσυκλέτα και δεν έχει καμία σχέση με τα Bandit 1200F. Άλλωστε το στήσιμο του πλαισίου στα πρότυπα των GSX-R (με την άριστη κατανομή 50% εμπρός, 50% πίσω) και η παράδοση της Suzuki να φτιάχνει σπορ μοτοσυκλέτες που οδηγούνται εύκολα ανεξάρτητα από το επίπεδο του αναβάτη, προσδίδουν στο GSX-S 1000F άλλου επιπέδου δυνατότητες.   

Open roads with mind control

Μια sport touring θα πρέπει φυσικά να δικαιολογεί και το δεύτερο συνθετικό του χαρακτηρισμού της, δηλαδή την τουριστική χρήση. Το ολόσωμο φαίρινγκ στην περίπτωση της GSX-S1000F είναι εκεί για να προσφέρει σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες και να εξομαλύνει τη ροή του αέρα, ώστε η διατήρηση των υψηλών ταχυτήτων για μεγάλα χρονικά διαστήματα να μην κουράζει τον αναβάτη. Αυτή είναι η διαφορά της S από την γυμνή αδερφή της στις εθνικές οδούς και δεν μπαίνει στα χωράφια της Hayabusa που προσφέρει υπερηχητικά ταξίδια από την μια άκρη της Ευρώπης στην άλλη. Οι ρεαλιστικές ταχύτητες ταξιδιού με την GSX-S1000F είναι μεταξύ 180-220km/h. Οτιδήποτε πάνω από αυτό θα σε κουράσει σωματικά και οτιδήποτε κάτω από αυτό… είναι βαρετό! Παρά το ψηλό και φαρδύ τιμόνι, η θέση οδήγησης έχει τα κλασικά χαρακτηριστικά των GSX-R, με τα μαρσπιέ αρκετά ψηλά και εμπρός τοποθετημένα. Στην σπορ οδήγηση σε δρόμους με πολλές στροφές βολεύει πάρα πολύ, όμως στους ανοιχτούς δρόμους όπου το σώμα δεν μετακινείται από την σέλα, θα βολέψει αναβάτες με ύψος έως το 1,80, ενώ οι πιο ψηλοί θα νιώσουν κάπως στριμωγμένοι από την μέση και κάτω. Επίσης η θορυβώδης εξάτμιση με τον βαρύ και μπάσο ήχο της, γίνεται κάπως κουραστική όσο περνάνε οι ώρες. Όπως είπαμε ήδη, ο σχεδιασμός του φαίρινγκ δεν είναι προσανατολισμένος στην προστασία από την πίεση του αέρα στις πολύ υψηλές ταχύτητες ή από το κρύο και την βροχή. Η ζελατίνα είναι μικρή και χαμηλή και σκοπός της είναι η ομαλοποίηση της ροής, ενώ το φαίρινγκ δουλεύει με σκοπό την σταθερότητα της μοτοσυκλέτας, αποτρέποντας τον αέρα να ανασηκώσει την μοτοσυκλέτα και να αποφορτίσει τον εμπρός τροχό, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες “τύπου on-off” τουριστικές μοτοσυκλέτες. Ο συνεπιβάτης κάθεται αρκετά άνετα πίσω σου, όμως το μήκος και το πλάτος της σέλας του είναι περιορισμένο και θα έχει δίκιο αν αρχίσει να διαμαρτύρεται προς το τέλος ενός μακρινού ταξιδιού. Γενικά η GSX-S 1000F είναι μια μεσαίων αποστάσεων τουριστική μοτοσυκλέτα (250-350km), με ιδιαίτερη προτίμηση σε δρόμους με στροφές και όχι τόσο σε απέραντες ευθείες. Άλλωστε το μικρό ρεζερβουάρ των 17 λίτρων περιορίζει την πραγματική αυτονομία περίπου στα 200 χιλιόμετρα.

Για ώριμα παιδιά

Ο κλασικός πελάτης μιας sport touring ανήκει σε μια κατηγορία ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας, με κατασταλαγμένη και ώριμη σκέψη για το τι ακριβώς χρειάζεται από μια μεγάλη μοτοσυκλέτα δρόμου. Η Suzuki έχει ήδη το Bandit 1200S για όσους αναζητούν άνεση και bulletproof αξιοπιστία και την Hayabusa για όσους θέλουν να διασχίζουν τις εθνικές οδούς με την ταχύτητα του φωτός. Η GSX-S 1000F προσπαθεί να δώσει τη λύση σε όσους νιώθουν πολύ νέοι για να οδηγούν Bandit 1200, αλλά και αρκετά ώριμοι για να ξέρουν ότι η Ηayabusa δεν είναι ό,τι καλύτερο για να κυκλοφορείς στην πόλη ή ό,τι πιο ελαφρύ και ευέλικτο για να οδηγείς στους στενούς και γλιστερούς επαρχιακούς δρόμους. Υπάρχει το κοινό που ψάχνει η GSX-S 1000F στην Ελλάδα; Λογικά ναι, υπάρχουν πολλοί που θα απολαύσουν την GSX-S 1000F πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη sport-touring. Ειδικά με την τιμή των 14.395 ευρώ, δεν βρίσκεις άλλη μοτοσυκλέτα που να συγκρίνεται μαζί της σε επιδόσεις, τεχνολογία, εξοπλισμό και ποιότητα κατασκευής. Πολλή μοτοσυκλέτα για τα λεφτά της η GSX-S1000F…

 

 

Οι ακτινικές δαγκάνες της Brembo είναι μεγάλη αναβάθμιση για την οικογένεια των GSX κι ας μην έχουν το χαρακτηριστικό δάγκωμα

Η γνώριμη “οργανική” αισθητική των φαίρινγκ της Suzuki είναι love it or hate it…

Κινητήρας long stroke από GSX-R K5 αλλά με νέα τροφοδοσία και εκλεπτυσμένα ηλεκτρονικά

Ο ήχος της εξάτμισης “σβήνει” τις street legal εξατμίσεις της Yoshimura! Το μικρό μήκος της βοηθάει και στην ευελιξία της GSX-S 1000F μέσα στην πόλη

Άνετη η σέλα για δύο άτομα αν μιλάμε για εκδρομές μικρών και μεσαίων αποστάσεων

Πολύ εύκολος και κατανοητός ο χειρισμός των ηλεκτρονικών χάρη στους νέους διακόπτες

Αυτά τα όργανα είναι universal σε όλα τα νέα μοντέλα της Suzuki, όμως έχουν ΟΛΕΣ τις ενδείξεις που στις BMW πληρώνεις έξτρα

Η ποιότητα αυτής της μοτοσυκλέτας είναι απίστευτη για τα λεφτά που κάνει

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                                                          SuzukiGSX-S 1000F

                Σφακιανάκης ΑΕΒΕ        

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος

2.115mm

Ύψος

1.080mm

Μεταξόνιο

1.460mm

Απόσταση από το έδαφος

140mm

Ύψος σέλας

815mm

Ίχνος

100mm

Γωνία κάστερ

25o

Απόσταση σέλας - τιμονιού

750mm

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ

480mm

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού

890mm

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ

460mm

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

213kg

(χωρίς καύσιμο:197,7 kg)

Πίσω

49,7%

Εμπρός

50,3%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

-1,8%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο, περιμετρικό

Πλάτος (mm):

795

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

- / 210

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος εν σειρά υγρόψυκτος, 2 ΕΕΚ, 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

73,4x59,0

Χωρητικότητα (cc):

999

Σχέση συμπίεσης:

12,2:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

-

Ροπή (kg.m/rpm):

-

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

-

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός SDTV (Suzuki Dual Throttle Valve)

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα,

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / 1.553

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 2.588

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1

6

0-100

2,6

45

0-150

5

131

0-200

9,8

331

 

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

Κm/h

0-400

10,2

210,46

0-1.000

19,6

242

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,8

86

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

-

3,4/56

-

80-120

-

2,8/79

3,0/84

120-160

-

3,4/133

3,4/133

160-200

-

3,6/180

3,6/180

 

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

53

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

-

Πραγματικά

1,35

1,44

 

 

 

 

         

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

απόσβεση  επαναφοράς, προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

190/50-ZR17

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος με δαγκάνα μονού εμβόλου και ABS της Bosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό ταχύμετρο και στροφόμετρο, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / χαμηλή πίεση λαδιού / υψηλή θερμοκρασία ψυκτικού / διαγνωστικό κινητήρα, πλαϊνό σταντ, ABS, ρυθμιζόμενο traction control

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή / Διάμετρος (mm):

- / -

Ρυθμίσεις:

Πλήρως ρυθμιζόμενο

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

120/70-ZR17

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320 με ακτινικές τετραπίστονες Brembo και ABS της Bosch

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7,9

Ελάχιστη

7,4

Μέγιστη

11

Αυτονομία:

190

Αυτονομία ρεζέρβας:

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17 / -

   

 

 

     ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

 

Ισχύς(HP/rpm): 146,4

Ροπή(kg.m/rpm): 10,7          

 

Δοκιμή Kawasaki Z900RS: Υπενθυμίζοντας την ιστορία

Αναμνήσεις 50 ετών
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

28/1/2022

Η δοκιμή της έκδοσης RS του Kawasaki Z900, μαζί με ένα “ταξίδι στο παρελθόν” ή αν θέλετε ένα συγκριτικό με την πρώτη Z 900 του 1972 όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 583 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

 

Ο βασιλιάς επέστρεψε

Φτάσαμε η λαγνεία των ρετρό που κυριαρχεί στην εποχή μας να γίνει προϊόν που εκφράζεται απλά μ’ ένα στρογγυλό φανάρι, δύο στρογγυλά όργανα και μία υψηλότερη τιμή. Η Kawasaki όμως αποποιείται την πεπατημένη οδό, ρίχνει χρόνο και μπόλικη σκέψη και μας φέρνει μία σύγχρονη Ζ1, φτιαγμένη με πρωτόγνωρο σεβασμό απέναντι στην πορεία της μοτοσυκλέτας στο χρόνο!

Χρωμιωμένες εξατμίσεις με τριπλό πέρασμα για να παραμείνουν αναλλοίωτες, φτιαγμένες με τρόπο που δεν θα κιτρινίσουν με την χρήση κι ατελείωτες ώρες σε ηχομονωμένο θάλαμο μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη ακουστική συχνότητα… Ποιος νέος αναβάτης στις μέρες μας μπορεί όλα αυτά να τα αντιληφθεί και αμέσως μετά να τα εκτιμήσει; Όταν το μόνο που βλέπει είναι ένας ασημένιος σωλήνας και σκέφτεται πώς να τον αντικαταστήσει; Σχεδιάζοντας μία γυμνή μοτοσυκλέτα πέφτεις γρήγορα σε μία μεγάλη σπαζοκεφαλιά καθώς προσπαθείς να κρύψεις καλώδια και να ομορφύνεις εξαρτήματα που διαφορετικά θα παρέμεναν κρυμμένα. Ο κόπος αυτός μάλιστα πολλαπλασιάζεται όταν πρόκειται για νεορετρό και κλασσικές. Επιπρόσθετα όμως, μόλις αποφασίσεις να φτιάξεις τα πράγματα όπως "τότε", ο πήχης της δυσκολίας ανεβαίνει ακόμα περισσότερο, και ο άθλος της οπτικής απλότητας στην σχεδίαση της μοτοσυκλέτας διογκώνεται σε βαθμό υπερθετικό…

Υπάρχουν επίσης ένα σωρό μοτοσυκλέτες του παρελθόντος που φτιάχτηκαν όπως φτιάχτηκαν, σε μία εποχή που η έννοια των προδιαγραφών και της βιομηχανικής πιστότητας των προϊόντων είχε μικρότερο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων. Είναι αδιανόητο λοιπόν να εξιδανικεύσεις όλες τις μοτοσυκλέτες του παρελθόντος, παρόλο που ο πραγματικός ρετρολάγνος επιμένει ακριβώς σε αυτό. Το ’72 η Kawasaki έβγαλε στην παραγωγή το πρώτο των "Ζήτα", μία μοτοσυκλέτα που εξύψωνε κατασκευαστικά την ποιότητα και ήταν η πρώτη που καθιστούσε προσιτούς τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους. Δεν είναι λοιπόν μία τυχαία μοτοσυκλέτα από το παρελθόν, ούτε μία μοτοσυκλέτα σημαντική μονάχα για την Kawasaki. Πρόκειται για έναν σταθμό στην ιστορία των τετρακύλινδρων, έναν από τους θεμέλιους λίθους της μετέπειτα παγκόσμιας εξάπλωσης των γιαπωνέζων κατασκευαστών. Για αυτό και κάθε προσπάθεια αναπαραγωγής της πρέπει να συμβαίνει με τον αντίστοιχο σεβασμό κι ευτυχώς η Kawasaki πήρε πολύ σοβαρά αυτό το ρόλο, φτιάχνοντας τώρα ένα νέο σημείο αναφοράς: Κάθε νεορετρό μοτοσυκλέτα πρέπει να κατασκευάζεται με την ίδια προσοχή!

Το νέο Z900RS διαφέρει πολύ από το Z900 και όχι μόνο στην εμφάνιση, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Απεναντίας η ανάγκη της εμφανισιακής αλλαγής έχει παίξει σημαντικό ρόλο και στην συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας, με πρώτο και καλύτερο το νέο πλαίσιο. Σε σύγχρονο τετρακύλινδρο χιλίων κυβικών, η τοποθέτηση ενός ρεζερβουάρ σε σχήμα δάκρυ είναι δύσκολη υπόθεση ώστε να βρεθεί ο απαραίτητος χώρος για την κεφαλή, το φιλτροκούτι, τους αυλούς εισαγωγής και όλα όσα είναι πλέον απαραίτητα και δεν υπήρχαν στους αερόψυκτους κινητήρες πριν από σαράντα χρόνια. Για να είναι το αποτέλεσμα αισθητικά όμορφο, στα στενά όρια που θέτει η μαζική, βιομηχανική παραγωγή, πρέπει να καταναλωθεί μπόλικη φαιά ουσία και πολλές εργατοώρες.

Το πλαίσιο λοιπόν στο Z900RS σχεδιάστηκε από την αρχή, τόσο για να αλλάξει εμπρός ώστε να μαζευτεί στο χείλος του ρεζερβουάρ δίχως να προεξέχει, αλλά και για να προσδώσει διαφορετικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά, πράγμα απαραίτητο για να ξεφύγει από την streetfighter λογική. Επιπρόσθετα η σέλα έπρεπε να γίνει επίπεδη, πράγμα που δεν θέλει ερώτημα, κι έτσι συνολικά το πλαίσιο σχεδιάστηκε από την αρχή. Το ρεζερβουάρ καταλήγει να είναι πιο φαρδύ από αυτό που θα περίμενε κανείς για το σχήμα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πρόκειται για μοτοσυκλέτα παραγωγής που περνά όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές κι όχι για κάτι που έχει φτιαχτεί με μοναδικό γνώμονα την εμφάνιση. Συγκριτικά με το αερόψυκτο Ζ1 πριν από σαράντα χρόνια, ναι είναι φαρδύτερο και πιο επίπεδο, αλλοιώνοντας λίγο το σχήμα, όμως αυτό συμβαίνει όταν το κοιτάς όρθιος πάνω από την μοτοσυκλέτα. Από όλες τις υπόλοιπες γωνίες, το ρεζερβουάρ παραπέμπει άμεσα στην κατάλληλη εποχή, ιδιαίτερα με την εξαιρετική του βαφή σε κάθε χρωματικό συνδυασμό. Η Kawasaki έχει επιλέξει τρεις, αν και φυσικά το κλασσικό πορτοκαλί, ένα χρώμα με το οποίο έχει συνδέσει -και με αυτό- την ιστορία της και την ιστορία των Ζήτα, αναδεικνύει ακόμα καλύτερα την αυθεντικότητα του Z900RS.

Τετρακύλινδρη μουσική…

Δεν είναι ευρέως γνωστό, πέρα από τους πιστούς αναγνώστες του ΜΟΤΟ, όμως η οικογένεια των "Ζ" στην νεότερη εποχή έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ενίσχυση του ήχου από τον κινητήρα προς τα αυτιά του αναβάτη, ώστε να εμπλουτίζεται η εμπειρία της οδήγησης. Το φιλτροκούτι του Z900RS δεν ξεφεύγει από αυτή την νέα παράδοση, αν και στην περίπτωσή του προστέθηκε και ο σχεδιασμός των εξατμίσεων, που έχουν προσεχθεί και στον τομέα της πιστότητας του ήχου που παράγουν! Το αποτέλεσμα είναι να εισπράττεις έναν πραγματικά γνήσιο τετρακύλινδρο ήχο που στο άνοιγμα του γκαζιού γίνεται ευχάριστα μπάσος και σου δημιουργεί την εντύπωση πως τα κυβικά δεν είναι αυτά που ξέρεις, αλλά αρκετά περισσότερα. Η αιτία γι' αυτό είναι ο βαρύτερος στρόφαλος κατά 12% σε σχέση με του Ζ900, με παράλληλη γενναία μείωση της συμπίεσης και πιο ήπιους εκκεντροφόρους χρονισμού. Το αυξημένο φρένο κινητήρα συγκριτικά με το Ζ900, περιορίζει την επίδρασή του με την μείωση της συμπίεσης και του μικρότερου ορίου στροφών κι έτσι σε έναν επαρχιακό, γεμάτο στροφές δρόμο, οδηγείς σβέλτα ανοιγοκλείνοντας το γκάζι χωρίς πολλές αλλαγές, δίχως να διαταράσσεις περισσότερο την ισορροπία των αναρτήσεων.

Η Kawasaki έχει καταφέρει να αναπαραστήσει αυτό τον τρόπο λειτουργίας απευθείας από το Ζ1, μεταμορφώνοντας πλήρως την streetfighter οπτική που είχε προηγουμένως αυτός ο κινητήρας. Κατεβαίνοντας από την σέλα του Z1 για την σέλα του Z900RS, γίνεται άμεσα αντιληπτό πως μοιράζονται τα ίδια γονίδια, παρά την τεράστια χρονολογική τους απόσταση. Είναι αστείο που το Ζ1 δυσκολευόταν να κρατήσει ρελαντί όσο ήταν κρύο και αντίστοιχα το Ζ900RS έσβηνε εκείνη την ημέρα, σαν να το είχε πιάσει η τάση να αντιγράψει τον πρόγονό του. Το πρώτο "Ζ" είχε όλα τα χρόνια την φήμη μίας αξιόπιστης, πολύ γρήγορης μοτοσυκλέτας που όμως παρουσίαζε αστάθεια στα πολλά χιλιόμετρα απαιτώντας προσοχή. Αντίστοιχα το Z900RS ελαφραίνει τον εμπρός τροχό μόλις ανοίξεις τέρμα το γκάζι και γίνεται πιο νευρικό μετά τα 200km/h. Ωστόσο τώρα τα πράγματα είναι με το μέρος του αναβάτη, αφού μία μικρή αύξηση της προφόρτισης στο πιρούνι και μείωση των αποσβέσεων, με ταυτόχρονη μείωση της προφόρτισης στο αμορτισέρ, αλλάζουν πολύ την συμπεριφορά του RS και την κάνουν πιο προβλέψιμη. Με τις ποιοτικές αναρτήσεις που ρυθμίζονται, η Kawasaki αφήνει στον ιδιοκτήτη την επιλογή για τον τρόπο που θέλει να οδηγήσει, με τις στάνταρ ρυθμίσεις να είναι ιδανικές για έως και γρήγορη βόλτα.

Σε κάθε ρυθμό οδήγησης, βολτάροντας ή κυνηγώντας τις streetfighter όταν βαλθείς να αποδείξεις από πού προέρχεται το RS, η θέση οδήγησης παραμένει εξαιρετική. Το τιμόνι είναι πιο ψηλά τοποθετημένο, αλλά με την στάση του σώματος του αναβάτη να είναι πιο όρθια και τα μαρσπιέ χαμηλότερα, αισθάνεσαι άνετα ακόμα κι όταν σκύβεις μπροστά για να περιορίσεις την αντίσταση του αέρα. Με την αλλαγή της εργονομίας, δεν είναι πλέον δύσκολο να βυθίσεις τα μαρσπιέ στην άσφαλτο όταν η πρόσφυση δεν είναι η καλύτερη που θα μπορούσες να έχεις. Πρώτα γιατί είναι τοποθετημένα λίγο πιο χαμηλά κι έπειτα γιατί το γλίστρημα του εμπρός τροχού δεν έρχεται ποτέ απότομα, δίνοντάς σου μεγάλα περιθώρια αντίδρασης και την δυνατότητα να αισθάνεσαι εμπιστοσύνη ανεξαρτήτως της ποιότητας του δρόμου.

Γνήσιο Ζήτα…

Ιδιαίτερα προοδευτικό το αμορτισέρ, αναλαμβάνει να μην τερματίζει την λειτουργία του είτε με ένα, είτε με δύο άτομα στη σέλα, ενώ μόλις αρχίσεις να χρησιμοποιείς έντονα το εμπρός φρένο, συνολικά η πίσω ανάρτηση αναλαμβάνει με την σειρά της να κρατήσει τον τροχό στο έδαφος. Με αυτή την μικρή διαφοροποίηση στις ρυθμίσεις που περιγράφεται πιο πάνω το Z900RS δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από ένα streetfighter, ενώ κατά περίπτωση μπορεί να είναι ταχύτερο και από το Ζ900, από την στιγμή που έχει κοντύτερη πρώτη σχέση και λίγο μεγαλύτερη ροπή μέχρι τις 7.000 στροφές, ενώ η έκτη είναι λίγο πιο μακριά σε σχέση με το γυμνό αδερφάκι του. Η ακαμψία του πλαισίου είναι δεδομένη, οι αναρτήσεις βυθίζονται προοδευτικά στο δυνατό φρενάρισμα και ο κινητήρας σου χαρίζει για συντροφιά έναν μπάσο ήχο με το δεξί σου χέρι να έχει μπόλικη περίσσεια ροπής. Πρόκειται για μοτοσυκλέτα που σε προκαλεί να κάνεις μία όμορφη βόλτα μαζί της, την ίδια στιγμή που σε βάζει στην πρίζα μόλις ανοίξεις το γκάζι, καθώς ανταποκρίνεται άμεσα ξυπνώντας τις σπορ καταβολές της. Αυτή η μεταμόρφωση είναι χαρακτηριστική του Ζ900RS, κι αποτελεί ένα από τα βασικά προτερήματά του, καθώς συγχωνεύει πλήρως το παλιό και το νέο…

Από τις αγαπημένες λεπτομέρειες, είναι οι ψύκτρες που τοποθετήθηκαν στο μπλοκ των κυλίνδρων του υδρόψυκτου κινητήρα, ανήκοντας σε εκείνη την περίπτωση που τώρα που τις βλέπεις, δεν γίνεται να τον φανταστείς χωρίς αυτές. Το φίλτρο λαδιού δείχνει λίγο παράταιρο, αλλά μονάχα από την αριστερή πλευρά και μονάχα αν πέσει το μάτι σου επάνω του. Αυτό βέβαια δεν είναι δύσκολο, καθώς το Z900RS σε προκαλεί να το περιεργαστείς, πολύ περισσότερο από άλλες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας του, με τον τρόπο που προσεγγίζει την κουλτούρα των ρετρό, έχοντας όμως φτιαχτεί αντίστοιχα και όχι απλά μασκαρευτεί σε παλαιότερη μοτοσυκλέτα. Το μεγάλο του μυστικό είναι πως δεν ντύθηκε σαν το Ζ1, δεν είναι μία streetfighter με μάσκα και βαμμένα μαλλιά, αλλά η Kawasaki το έχει φτιάξει με την ίδια προσοχή και φροντίδα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ήταν τέτοια η επιτυχία των πρώτων ιαπωνικών τετρακύλινδρων σε σειρά κινητήρων, που πολύ σύντομα οι Αμερικάνοι δημιούργησαν ένα γενικευμένο όρο για να περιγράψουν ολόκληρη την κατηγορία που αποτέλεσε το εφαλτήριο για την ιαπωνική εξάπλωση σε όλο τον κόσμο. Οι UJM ("Universal Japanese Motorcycle") κυρίευσαν την Αμερική κι όλο τον κόσμο, όμως η αρχική τους επιτυχία στηρίχθηκε σε πολύ λίγα μοντέλα, όπως το CB750 της Honda και το Kawasaki Ζ1. Παρά τον έντονο ανταγωνισμό με δικύλινδρες ευρωπαϊκές, σε μία εποχή που οι μοτοσυκλέτες δεν πωλούσαν εκατομμύρια, αυτές οι μοτοσυκλέτες ξεχώριζαν ως κατασκευή και τρόπο λειτουργίας. Η τεράστια επιτυχία της Kawasaki με το Z900RS, δεν είναι πως κατάφερε να αλλάξει μία streetfighter ώστε να μοιάσει με το θρυλικό Ζ1, αλλά πως μετέφερε αυτή ακριβώς την λειτουργία στο νέο μοντέλο. Ο ρομαντισμός με τον οποίο σε περιβάλλει όταν την οδηγείς, φτιάχνοντάς σου την ημέρα μόλις ανεβαίνεις στη σέλα της, ήταν ο στόχος και τον έχει πετύχει πλήρως!

---------------

Kawasaki Z1 – Το αστέρι στο δρόμο του θρύλου

Η εμπορική πορεία του πρώτου Ζ, δεν είναι ούτε άγνωστη, ούτε δύσκολο να την φανταστεί κανείς από την στιγμή που το όνομά του μεσουρανεί για περισσότερα από 40 χρόνια τώρα. Αυτό που δεν έχει φωτιστεί ιδιαίτερα, είναι οι συγκυρίες και οι ταραγμένες συνθήκες στις οποίες κατάφερε να δημιουργήσει παγκόσμιο πάταγο.

Την δεκαετία του ’70 η παγκόσμια αγορά της μοτοσυκλέτας είχε πολλές ομοιότητες με την κατάσταση που ζούμε σήμερα στην Ελλάδα: Εκείνοι που αγόραζαν νέες μοτοσυκλέτες ήταν λίγοι και μετακινούνταν όπως τα αποδημητικά πουλιά: Όλοι μαζί! Όταν λοιπόν σημείωνε επιτυχία ένα μοντέλο ήταν καθολική και ολοκληρωτική, με τους υπόλοιπους να απέχουν με διαφορά χιλιάδων μονάδων. Η εμφάνιση, η οδηγική συμπεριφορά, ακόμα και η ποιότητα κατασκευής ερχόντουσαν μάλιστα σε δεύτερη μοίρα, με κυριότερο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό τις επιδόσεις.

Με την εμφάνιση του Honda CB750 το ’68 ως πρωτότυπο με στόχο να ριχθεί στην αρένα των αμερικάνικων αγώνων, η ΑΜΑ θεώρησε πως είχε έρθει η ώρα να βελτιωθεί η ποικιλομορφία στους αγώνες, αλλάζοντας τον κανονισμό για τα κυβικά. Οι ευρωπαϊκές εταιρίες και η H-D που κυριαρχούσαν στους αγώνες, απάντησαν αμέσως με νέα μοντέλα, οι Ιάπωνες ωστόσο χρειαζόντουσαν λίγο χρόνο βελτίωσης. Η Kawasaki είχε ήδη κάνει πάταγο με το δίχρονο, τρικύλινδρο H2, την μοτοσυκλέτα που την αποκαλούσαν "widowmaker" και την θεωρούσαν την ταχύτερη "σκοτώστρα" παραγωγής, αυξάνοντας τις πωλήσεις της, ακριβώς για αυτό το λόγο. Εκεί ήταν που ο τετράχρονος, τετρακύλινδρος εν σειρά την Honda θα έκανε την διαφορά με την γραμμική του συμπεριφορά, πράγμα που κάνει ακόμα πιο εύκολα κατανοητό την απογοήτευση των μηχανικών της Kawasaki, καθώς επί δύο χρόνια εξέλισσαν το δικό τους 750! Αν το έβγαζαν στην παραγωγή, θα ήταν σαν να αντιγράφουν, ενώ στην πράξη ήταν πρώτοι. Πιο σημαντική διαφορά όμως, είναι μία ελάχιστα γνωστή λεπτομέρεια, μία λεπτομέρεια που φανερώνει την τεράστια διαφορά νοοτροπίας παρά την κοινή κατάληξη της σκέψης. Τα στελέχη της Honda και μαζί ο ίδιος ο Soichiro, χρειάστηκε να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ και να τους πείσουν οι dealers πως η αγορά χρειαζόταν μία μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα και μάλιστα καθόρισαν τα 750 κυβικά ως ιδανικό όριο. Για την Kawasaki αυτό ήταν ένα λογικό βήμα με κινητήρια δύναμη το πάθος, αντί του άγχους των καλύτερων πωλήσεων. Ωστόσο η Honda τους είχε προλάβει κερδίζοντας τον τίτλο της πρώτης superbike. Λίγο αργότερα η BMW με το R90S θα κέρδιζε τον τίτλο του πρώτου "πραγματικού superbike" με βασικό κριτήριο την εξωτική για την εποχή κατασκευή και την υψηλή τιμή. Ταυτόχρονα όμως, σε αυτό το τόσο ταραχώδες κι αβέβαιο σκηνικό, η Kawasaki θα έβγαζε στην παραγωγή το Z1, την απάντησή της απέναντι σε όλους!

Πατώντας πάνω στο σχέδιο του δικού της 750 που δεν το έβγαλε στην παραγωγή, αυξάνει τον κυβισμό στα 903 κυβικά και δημιουργεί παγκόσμιο πάταγο. Με τίτλο "η ταχύτερη παραγωγής" κλέβοντας τα σκήπτρα από την δική της Η2, το πρώτο Ζ1 έγινε ανάρπαστο από το πρώτο λεπτό που το αντίκρυσε ο κόσμος. Ένα κοινό που μετρούσε πολύ τις επιδόσεις, αλλά είχε επίσης αρχίσει να προσμετρά την ποιότητα κατασκευής και τις νέες μηχανολογικές λύσεις. Μέχρι τότε η MV Agusta ήταν η μόνη μοτοσυκλέτα παραγωγής με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, κοστίζοντας όσο μία μικρή έπαυλη, όμως το Ζ1 της Kawasaki είχε και την μισή τιμή και τους δύο εκκεντροφόρους κερδίζοντας σε ευστροφία τον ανταγωνισμό του! Οι εκτεταμένες δοκιμές των μηχανικών στην προηγούμενη έκδοση των 750 κυβικών που παραλίγο να βγει στην παραγωγή, ήταν η καλύτερη βάση για το Ζ1 που απευθείας κέρδισε σε αξιοπιστία. Την ίδια στιγμή που η Honda είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με το 750 δύο χρόνια πριν, όταν το έβγαλε για πρώτη φορά στην παραγωγή.

Ο κινητήρας της Kawasaki ήταν τότε ο πρώτος που δικαιολογούσε τον χαρακτηρισμό που θα γινόταν κλισέ μία δεκαετία αργότερα, καθώς ήταν σκληρός σαν "διαμάντι"!        Όλες οι δοκιμές έδειχναν το ίδιο, πως ο κινητήρας αυτός ήταν πιο αποδοτικός και ταυτόχρονα πιο αξιόπιστος από κάθε άλλον, μονάχα που οδηγικά το Ζ1 ήταν ατίθασο και έπασχε από έλλειψη σταθερότητας στις υψηλές ταχύτητες. Η Kawasaki θέλησε να κάνει κάτι για αυτό, ιδιαίτερα από την στιγμή που είχε ήδη την Η2 στην γκάμα της, μία ατίθαση μοτοσυκλέτα με ένα κάρο παρατσούκλια, κι έτσι ανέθεσε σε Αμερικάνο δημοσιογράφο του ειδικού τύπου να την βελτιώσει οδηγικά. Μέσα στην πάροδο ενός έτους πολλές μοτοσυκλέτες προπαραγωγής ταξίδεψαν στις ΗΠΑ και τα Ζ1 έφτασαν μέχρι και την πόρτα των αγώνων. Ο θρύλος λέει μάλιστα πως τις είχαν μασκαρέψει σαν CB750 για να τα καταφέρουν… Η Ζ1 αν και βελτιωμένη, συνέχισε τελικά να μην είναι η πιο σταθερή και προβλέψιμη μοτοσυκλέτα παραγωγής εκείνη την στιγμή. Ήταν όμως η ταχύτερη, η πιο αξιόπιστη και τεχνολογικά μπροστά από την εποχή της. Έσπασε κάθε πρόγνωση για τις πωλήσεις και εδραίωσε την οικογένεια των "Ζ" σε μία δύσκολη εποχή που ολόκληρες εταιρίες έκλειναν από την αποτυχία ενός και μόνο μοντέλου. Από το ’76 και μετά η Kawasaki το ονόμασε Z900, συνεχίζοντας να διαπρέπει ως μία από τις πιο δυνατές τετρακύλινδρες ιαπωνικές, προετοιμάζοντας το έδαφος για την KZ του Eddie Lawson και έναν νέο κύκλο δόξας…

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

ΤΕΟΜΟΤΟ Α.Ε.

Τιμή:

€9.890

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.100

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.470

Απόσταση από το έδαφος (mm):

130

Ύψος σέλας (mm):

790

Ίχνος (mm):

98

Γωνία κάστερ (˚):

25

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

700

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

470

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

870

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

450

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

215,5kg (χωρίς καύσιμο: 203,8kg)

Πίσω

48%

Εμπρός

52%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+0,5%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/215

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετρακύλινδρος, υγρόψυκτος σε σειρά με 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

73,4 Χ 56

Χωρητικότητα (cc):

948

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

111/8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

10/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

117

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός 36mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Μονόδρομος με υποβοήθηση

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / 1.627

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/ 2.800

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2.917

2α

2.059

3η

1.650

4η

1.409

5η

1.222

6η

0.967

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,7

11

0-100

3,5

48

0-150

5,8

135

0-200

12

399

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11,01

199

0-1.000

22

222

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,4

75

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

6,4/40

2,8/46

3,3/55

80-120

2,2/62

2,7/74

3,3/94

120-160

2,3/95

2,9/113

4,20/265

160-200

-

4,2/213

23/824

200-240

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

52,3

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

1,8

Πραγματικά

1,7

2,1

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

140

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 Χ 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 250mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

ταχύμετρο, στροφόμετρο και πλήρες trip-master full LED φώτα εμπρός και πίσω, ρυθμιζόμενο traction control, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Upside-Down τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

41 / 120

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου / απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 300mm με monoblock radial δαγκάνες 4 εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

95,35 / 7.700

Ροπή (kg.m/rpm):

9.1 / 6.200

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Σκαρφαλώνει απότομα η ροπή και στις 2.800 ρίχνει άλλη μία κλωτσιά που διαρκεί έως τις 4.100! Εξαιρετική δύναμη παντού για τον γραμμικό τετρακύλινδρο με μία ελάχιστη καμπύλη στις 4.500 που υπάρχει μόνο στο διάγραμμα και δεν γίνεται αντιληπτή στο δρόμο! Το ίδιο συμβαίνει και στις 2.800 που η εξαιρετική ευστροφία διώχνει από το χέρι στο γκριοπ κάθε υποψία σκαλοπατιού απόδοσης

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7,7

Ελάχιστη

5,5

Μέγιστη

10

Αυτονομία (km):

220

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

40

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17/3