Με αφορμή τον Guy Martin που οδήγησε πρόσφατα μια Britten στην Νέα Ζηλανδία, κάνουμε ένα flash-back σε μια από τις σπουδαιότερες μοτοσυκλέτες των '90ies, η ιστορία της οποίας κάλλιστα θα μπορούσε να γίνει κινηματογραφική ταινία. Ο νεοζηλανδός John Britten ήταν από τα κλασσικά παραδείγματα ανθρώπου που τίποτα δεν μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στα όνειρά του. Παρά το γεγονός ότι η χώρα του δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα βοσκοτόπι για αρνάκια, εκείνος σχεδίασε και κατασκεύασε μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα V2 1000 κυβικών, που συμμετείχε στην κατηγορία Battle Of Twins και αμφισβητούσε στα ίσια την κυριαρχία των Ducati 851 και 888. Όμως τα αποτελέσματα των αγώνων δεν λένε ούτε την μισή αλήθεια για την μοτοσυκλέτα του Britten. Την πραγματική αλήθεια λένε οι αφίσες με φωτογραφίες της V1000 που είδαμε σε αρκετά γραφεία στο εργοστάσιο της Ducati όταν το είχαμε επισκευτεί το 1999, αλλά και οι συχνές αναφορές σε αυτή την μοτοσυκλέτα που κάνουν ακόμα και σήμερα πολλοί σχεδιαστές και μηχανικοί όλων των εταιρειών όταν πιάνουμε μαζί τους γενικές συζητήσεις.
Αυτό συμβαίνει διότι η Britten V1000 είναι ο ορισμός του μηχανολογικού και σχεδιαστικού μινιμαλισμού. Όλα ξεκινούν από την απουσία πλαισίου και την εκμετάλλευση του όγκου και της ακαμψίας του κινητήρα στο έπακρο. Με αρθρωτές αναρτήσεις μπρος-πίσω, μια πλεξούδα για εξατμίσεις και ένα σμιλεμένο κάλυμμα από carbon/Kevlar σε ρόλο φαίρινγκ, ρεζερβουάρ, σέλας και ουράς, το σχήμα της Britten V1000 ακροβατεί μεταξύ τέχνης και τεχνολογίας. Βέβαια η πρώτη μοτοσυκλέτα του Britten ήταν χοντρή και άσχημη, όμως αυτή που κατάφερε να βγάλει σε περιορισμένη παραγωγή είναι το νούμερο ένα must-have για τους συλλέκτες και η τιμή της στις δημοπρασίες εκτιμάται κοντά στις 800.000 ευρώ, όταν καινούρια πριν 22 χρόνια έκανε 100.000. Λιγότερες από δέκα τέτοιες μοτοσυκλέτες κατάφερε να φτιάξει ο John Britten στο εργαστήριό του στην αυλή του σπιτιού του, πριν πεθάνει από καρκίνο σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών. Κρίμα, όμως κατάφερε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα και να μείνει για πάντα στην ιστορία, όταν άλλοι ζουν 100 χρόνια και δεν τους θυμάται κανείς και για τίποτα…
Test ελαστικού: Bridgestone Battlax SCOOTER SC2 – Τα “φορέσαμε” στο SYM Maxsym 400 GT
Στην θέση των πρώτης τοποθέτησης ελαστικών της MAXXIS
Από τον
Θοδωρή Ξύδη
20/10/2025
Βάλαμε ένα ζευγάρι ολόφρεσκα Bridgestone Battlax SC2 στο SYM Maxsym 400 GT ρίχνοντας το ελαστικό των Γιαπωνέζων κατευθείαν στα βαθιά ήτοι στο μεγαλύτερο και βαρύτερο scooter που χρησιμοποιούμε στο MOTO.
Το Maxsym 400 GT Euro 5+ είναι αναπόσπαστο κομμάτι του περιοδικού τον τελευταίο χρόνο. Δίνει καθημερινά τη μάχη εντός και όταν απαιτηθεί και εκτός του αστικού ιστού προσφέροντας τις υπηρεσίες του όπου χρειάζεται και είναι απαραίτητο. Το μονοκύλινδρο 400άρι είναι ένας πραγματικός GT εργάτης που ενίοτε αντιμετωπίζει και σκληρή μεταχείριση όπως άλλωστε και όλα τα δίτροχα που παιρνούν την πόρτα του ΜΟΤΟ.
Στα 10.000 χλμ. που ήδη έχει γράψει στο οδόμετρό του από τον περασμένο Φεβρουάριο που εντάχθηκε στο στόλο του περιοδικού το Maxsym 400 GT δεν έχει δημιουργήσει κανένα απολύτως πρόβλημα με την ποιότητα κατασκευής του να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων και τους τριγμούς να λάμπουν δια της απουσίας τους. Φυσικά αυτό που δεν έχουμε στερήσει στο σκούτερ της SYM είναι η ευλαβική συντήρηση πάντα σύμφωνα με αυτά που ορίζει η εταιρεία για το μοντέλο της.
Το Maxsym 400 GT ανανεώθηκε το 2024 τόσο αισθητικά όσο και λειτουργικά, ενώ τότε εναρμονίστηκε και με τις προδιαγραφές Euro5+. Μια κατηγορία πάνω σε κυβισμό πάνω από τα δημοφιλή 300άρια, το Maxsym ανήκει στα GT και προτάσσει πολύ καλή κάλυψη από τον αέρα, ισορροπημένη συμπεριφορά και πρακτικότητα που προκύπτει από τους χώρους του.
Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος, τετράχρονος κινητήρας του 399 κυβικών Euro 5+ αποδίδει 34 ίππους στις 6.750 σ.α.λ. και 4 χιλιογραμμόμετρα ροπής στις 5.250 σ.α.λ. Συνεργάζεται με καλορυθμισμένο CVT κιβώτιο και προσφέρει επιδόσεις που βγάζουν το σκούτερ της SYM με αξιώσεις και εκτός των τειχών.
Το πλαίσιο είναι κλασικό σωληνωτό, με ένα συμβατικό πιρούνι με δύο πλάκες και δύο αμορτισέρ να αναλαμβάνουν τον ρόλο της ανάρτησης. Στα φρένα έχουμε δίσκο 288 χλστ. εμπρός με ακτινική δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και πίσω έναν 275 χλστ. πίσω. Το υποχρεωτικό ABS δεν λείπει, ενώ στάνταρ είναι και το Traction Control. Κάτω από την σέλα μπορείτε να αποθηκεύσετε δύο κράνη full face και περισσεύει και επιπλέον χώρος τουλάχιστον για ένα σετ αδιάβροχα. Χώρος υπάρχει και στα δύο ντουλαπάκια της ποδιάς με θύρα USB ταχείας φόρτισης, ενώ στάνταρ είναι και η σχάρα στο πίσω μέρος με έτοιμες βάσεις για Top Case.
Το SYM έρχεται από το εργοστάσιο με ελαστικά πρώτης τοποθέτησης της Maxxis (120/70-15 και 160/ 60-14), τα οποία, σε αυτά τα 10.000 χλμ. έδειξαν καλή συμπεριφορά με φυσιολογικό ρυθμό κίνησης παρά τη σκληρή, για τη δική μας άσφαλτο σύσταση γόμας γεγονός που υποστηρίχθηκε από τις καλές στη λειτουργία τους αναρτήσεις του Maxsym 400 GT, ενώ και το ABS δεν έδειξε να προβληματίζεται από τη συμπεριφορά του. Θα έρθει και η ώρα για την πλήρη δοκιμή του Maxsym 400 GT, ας επιστρέψουμε όμως τώρα στο ελαστικό της Brigdestone που είναι και η αφορμή για αυτό το άρθρο.
Bridgestone Battlax Scooter SC2
Το Bridgestone Battlax Scooter SC2 αποτέλεσε συνειδητή επιλογή γιατί έχει σχεδιαστεί ειδικά για μεγάλα σε μέγεθος και βάρος σκούτερ με στόχο να προσδώσει μια πιο ελαφριά συμπεριφορά στην αλλαγή κατεύθυνσης αλλά και περισσότερη πρόσφυση αναδεικνύοντας τις δυνατότητες των maxi σκούτερ ειδικά στο στεγνό, ενώ είναι και το κορυφαίο ελαστικό που προσφέρει η ιαπωνική εταιρεία. Σε σχέση με τα Battlax SC έχει διαφορετική σύσταση γόμας που βελτιώνει την πρόσφυση στο στεγνό σε όλες τις θερμοκρασίες, ενώ υψηλότερη είναι και η πρόσφυση που προσφέρει στο βρεγμένο όπου υπολείπεται μόνο των Scooter SC2 Rain. Προσφέρει επίσης πιο προοδευτική συμπεριφορά στο όριο σε βρεγμένο και στεγνό οδόστρωμα, ενώ και η χάραξή του έχει μελετηθεί ώστε να βελτιώνει την πρόσφυση υπό κλίση.
Η γόμα του Scooter SC2 έχει διαφορετική σύσταση στο κέντρο από εκείνη που βρίσκεται κοντά στους ώμους με την πρώτη να φροντίζει για τη χιλιομετρική απόδοση και την κατευθυντικότητα και τη δεύτερη για την πρόσφυση υπό κλίση, ενώ το πίσω ελαστικό έχει έξτρα διοξείδιο του πυριτίου και αυξάνει με αυτόν τον τρόπο ακόμη περισσότερο την πρόσφυση στο βρεγμένο. Φέρει επίσης ζώνη μονού σπιράλ στην περιφέρεια, η οποία βελτιώνει την ποιότητα κύλισης, μειώνει το βάρος έναντι των συμβατικής σχεδίασης ελαστικών, ενώ βελτιώνει και το επίπεδο άνεσης.
Το νέο ζευγάρι “παπούτσια” του Maxsym 400 GT τοποθετήθηκε στο κατάστημα Moto Racer του Δημήτρη Κορδερά (Αγίας Γλυκερίας 21, Γαλάτσι 111 47), ο οποίος μας στηρίζει πάντα στα MEGA TEST αναλαμβάνοντας να αλλάξει τα ελαστικά όλων των μοτοσυκλετών του συγκριτικού, με τη επαγγελματική συνέπεια και την ταχύτητα πάνω στη δουλειά του να είναι και τα χαρακτηριστικά που δεν μας αφήνουν περιθώριο να σκεφτούμε κάποιον άλλο τις απαιτητικές ημέρες της προετοιμασίας του MEGA TEST όπου όλα πρέπει να γίνονται σωστά, με γρήγορο ρυθμό και χωρίς πισωγυρίσματα. Τα ελαστικά τοποθετήθηκαν στο σκούτερ της SYM και θα επανέλθουμε σε δεύτερο χρόνο για μία πρώτη αποτίμηση της συμπεριφοράς τους αλλά και των νέων στοιχείων που θα προσδώσουν στη συμπεριφορά του Maxsym 400 GT.