Custom Yamaha GTS1000: Italian Resilience

Η ικανότητα να ξεπερνάς κάθε δυσκολία
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

10/4/2020

Ακόμη και στις πιο σκοτεινές περιόδους της Ιστορίας μας, υπάρχουν στιγμές και γεγονότα από ανθρώπους που μας γεμίζουν με φως και αισιοδοξία για το μέλλον. Στο κόσμο της μοτοσυκλέτας η Italian Resilience του Lorenzo Frugraroli και η ιστορία πίσω απ’ τη δημιουργία της αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Η Italian Resilience είναι γέννημα θρέμμα του κορωνοϊού, αφού ολοκληρώθηκε τώρα με την απαγόρευση της κυκλοφορίας, ενώ το όνομά της προέρχεται από έναν όρο της ψυχιατρικής, ο οποίος περιγράφει την ικανότητα του ανθρώπου να ξεπερνά τις δυσκολίες σε περιόδους μεγάλων κρίσεων και να βγαίνει πιο δυνατός μέσα απ’ αυτές.

Συγκεκριμένα, ήταν ο Γάλλος ψυχίατρος Boris Cyrulnik που κατοχύρωσε όρο resilience στην ψυχιατρική, ενώ είχε αναφέρει και το εξής: “Η λύση σε μια καταστροφή δεν έγκειται στην επαναφορά των πραγμάτων όπως ήταν πριν, αλλά στη δημιουργία μιας νέας τάξης που δεν υπήρχε στο παρελθόν.” Τα λόγια του Cyrulnik, εκτός απ’ το να μας προβληματίζουν, ταιριάζουν γάντι και στην περίπτωση της εταιρείας του Lorenzo Furgaroli, την FMW Motorcycles, που το αντικείμενό της δεν είναι άλλο απ’ τη δημιουργία μοναδικών custom μοτοσυκλετών.

Στόχος του Furgaroli είναι να πάρει μέρος στο παγκόσμιο πρωτάθλημα AMD, αυτό που είχε κερδίσει το 2016 ο δημιουργός του "BMW των Αιθέρων" και για να αυξήσει τις πιθανότητες επιτυχίας, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ως “καμβά” κάτι που ήταν απ’ τη φύση του ξεχωριστό. Επέλεξε την Yamaha GTS1000 που στην εποχή της ήταν μια εμπορική αποτυχία, όμως τώρα βιώνει μια δεύτερη “εφηβεία” καθώς προτιμάται από πολλούς custom builders για διάφορα project τους.

Το αποτέλεσμα είναι πάντοτε εντυπωσιακό, αφού μόλις αφαιρέσεις τα φαίρινγκ του GTS αποκαλύπτεται ένα μοναδικής φιλοσοφίας πλαίσιο τύπου “Ω” και αναδεικνύεται το σύστημα των αναρτήσεων που αποτελείται από δύο ψαλίδια, ένα μονόμπρατσο μπροστά για το hub steering και ένα συμβατικό πίσω στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Από αυτά, το πίσω έδωσε τη θέση του σε ένα μονόμπρατσο από κάποιο Honda VFR, συνοδευόμενο από την ανάρτηση, την ζάντα και το σύστημα πέδησης ώστε να μην χρειάζονται επιπλέον αλλαγές. Στο εμπρός αντικαταστάθηκε το αμορτισέρ, με ένα ρυθμιζόμενο από Yamaha YZF-R6, ενώ η ζάντα παρότι έχει ίδια εμφάνιση με την πίσω δεν προέχεται από το VFR αλλά από το NSR180SP της Honda, που κυκλοφορούσε στις αγορές της Ασίας.

Ακόμη, οι τροποποιήσεις του Furgaroli δεν περιορίζονται μόνο στην εμφάνιση αλλά επεκτείνονται και στον κινητήρα, όπου ο ηλεκτρονικός ψεκασμός έδωσε τη θέση του σε μια τετράδα καρμπυρατέρ! Ο στόχος ήταν αφενός μεν να εντυπωσιάσει, καθώς το ψεύτικο ρεζερβουάρ (το πραγματικό χειροποίητο ρεζερβουάρ βρίσκεται πίσω απ’ τον αναβάτη, μέσα στο υποπλαίσιο) σου επιτρέπει να χαζέψεις μέσα απ’ το plexiglass τον τρόπο λειτουργίας των καρμπυρατέρ.

Αφετέρου η μετάβαση σε μηχανικό ψεκασμό απλοποιεί τα πράγματα, καθώς η δημιουργία μιας νέας καλωδίωσης, που τις περισσότερες φορές είναι απαραίτητη κατά τη κατασκευή τόσο εκτενών τροποποιημένων custom, είναι πιο απλή και απαιτεί λιγότερο χρόνο. Παράλληλα, με την κατάργηση της ECU εξοικονομείται βάρος και χώρος. Στο σύστημα εξαγωγής έχουμε τα τελικά της Akrapovic να προσθέτουν πόντους στη συνολική εμφάνιση, αφήνοντας σε κοινή θέα την πίσω ζάντα.

Η επιλογή του να μεταφερθεί το ρεζερβουάρ στο πίσω μέρος του νέου υποπλαισίου είναι πολύ ενδιαφέρουσα, όμως δημιουργεί ερωτηματικά στο κατά πόσο θα επηρεάζει τη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας, λόγω της μεταφοράς τους κέντρου βάρους ψηλά και πίσω. Ωστόσο, δεν παύει να είναι μια εντυπωσιακή custom που η επιλογή των χρωμάτων έπαιξε σημαντικό ρόλο, καθώς το βλέμμα καρφώνεται στα κατακόκκινα πλαίσιο και ψαλίδια που πλαισιώνονται διακριτικά απ’ τα υπόλοιπα μαύρα μέρη, αναγκάζοντάς σε να τη παρατηρείς απ’ τα μέσα προς τα έξω και όχι το αντίστροφο όπως συνηθίζεται.

Η FMW Motorcycles σκοπεύει να πάρει μέρος στο AMD – αν πραγματοποιηθεί τελικά – με την Italian Resilience και η αλήθεια είναι πως έχει τα φόντα να φτάσει πολύ ψηλά, κρίνοντας απ’ όλα όσα αντιπροσωπεύει το όνομά της… Το μόνο αδιαμφησβήτητο είναι πώς οι Ιταλοί έχουν την ικανότητα να αντλούν έμπνευση απ’ όλες τις συνθήκες και να δημιουργούν μοναδικές κατασκευές.

Ετικέτες

Honda RC30: Εξαψήφιο ποσό για τη νικηφόρα VFR750R του Joey Dunlop

Η 1η VFR750R που κέρδισε στο Isle of Man TT - Βγήκε 1η φορά σε δημοπρασία από τον Bonhams
Honda RC30 Joey Dunlop δημοπρασία 2025
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

14/10/2025

Ένα πραγματικά πολύτιμο κομμάτι αγωνιστικής ιστορίας βγήκε στο σφυρί στη δημοπρασία Autumn Stafford Sale του οίκου Bonhams με τη Honda RC30 που οδήγησε ο Joey Dunlop σε διπλή νίκη στο IOMTT να αλλάζει χέρια για εξαψήφιο ποσό.

Σχεδιασμένη και κατασκευασμένη τη 10ετία του '80 από την HRC χωρίς συμβιβασμούς στο κόστος (καινούργια κόστιζε όσο δύο GSX-R750) και με στόχο να κερδίσει το νεοσύστατο τότε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Superbike, η εξωτική για την εποχή της RC30 είναι μια μοτοσυκλέτα σταθμός στην ιστορία της Honda από τεχνολογική σκοπιά -έφερε τεχνολογίες από το MotoGP στον δρόμο- αλλά και για την επιρροή που άσκησε στην εξέλιξη των superbikes από την εμφάνισή της και έπειτα.

Honda RC30 Joey Dunlop δημοπρασία 2025

Η VFR750R RC30 ήταν η μοτοσυκλέτα με την οποία η Honda κέρδισε τα δύο πρώτα Παγκόσμια Πρωταθλήματα Superbike με τον Fred Merkel στη σέλα της, ενώ δύο ακόμη Παγκόσμια Πρωταθλήματα TT Formula 1 κέρδισε με αυτή ο Carl Fogarty. Με την RC30 η Honda συμμετείχε με επιτυχία και σε αγώνες αντοχής κερδίζοντας σε Le Mans, Spa και Suzuka αποδεικνύοντας ότι η μοτοσυκλέτα της ήταν πολυτάλαντη αλλά και αξιόπιστη. 

Στη φήμη της RC30 τη δική του συνεισφορά είχε ο θρύλος Joey Dunlop. Ο Βορειοιρλανδός με 26 νίκες στο ΤΤ βρίσκεται στη δεύτερη θέση της σχετικής λίστας πίσω μόνο από τον ανιψιό του Michael Dunlop που έχει 33 και είχε δηλώσει ότι η RC30 άλλαξε τα πάντα για αυτόν στο Isle of Man καθώς του έδινε την ακρίβεια και την αυτοπεποίθηση που χρειαζόταν για να πιέσει στο όριο και να οδηγήσει στον γνωστό καταιγιστικό του ρυθμό που έκανε τον "Yer Maun" τόσο αγαπητό στο κοινό.

Τον Ιούνιο του 1988 ο Dunlop οδήγησε την RC30 σε νίκη στη Formula 1 TT με μέση ωριαία τα 187,09 χλμ./ώρα και έπειτα κέρδισε με την ίδια μοτοσυκλέτα και στην Senior TT κάνοντας ρεκόρ ταχύτερου γύρου με μέση ωριαία 190,77 χλμ./ώρα. Με αυτή τη μοτοσυκλέτα ο Dunlop έτρεξε και σε κάποιους αγώνες του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Superbike την ίδια χρονιά καταφέρνοντας μάλιστα να ανέβει στο βάθρο στον γύρο του Donington.

Η νικηφόρα RC30 παρέμεινε στην οικογένεια Dunlop και μετά τον τραγικό χαμό του Dunlop. Είναι μάλιστα η μοτοσυκλέτα που βρισκόταν μέχρι πρότινος σε περίοπτη θέση στην παμπ της οικογένειας Dunlop, "Joey's Bar", στο Ballymoney της Β.Ιρλανδίας και αυτή ήταν η πρώτη φορά που βγήκε σε δημοπρασία.

Με πλαίσιο σταμπαρισμένο από την HRC και φουλ αγωνιστικό κιτ, αλλά και καρμπυρατέρ μαγνησίου που εξέλιξαν οι Ιάπωνες αποκλειστικά για τις κορυφαίες τους αγωνιστικές, η μοτοσυκλέτα απέσπασε το ποσό των 151.830 ευρώ στη δημοπρασία του Bonhams.