Οι Ironwood στην Ελλάδα

Καλεσμένοι της DNA
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

31/7/2019

Η επαρχία του Flevoland στην Ολλανδία δεν είναι μόνο γνωστή γιατί ουσιαστικά δημιουργήθηκε όταν οι Ολλανδοί "διεκδίκησαν" ένα κομμάτι ξηρά από τη θάλασσα (η Ολλανδία ανήκει τις κάτω χώρες), αλλά και γιατί εκεί είναι η έδρα της Ironwood Custom Motorcycles, μια εταιρείες που ανήκει στα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας custom σκηνής.
Η ψυχή και ιδρυτής της εταιρείας είναι ο Arjan Van Den Boom, ο οποίος μέσα σε δύο λέξεις δίνει ακριβώς το στίγμα και την φιλοσοφία του πίσω από κάθε δημιουργία της Ironwood: "Απλό και μινιμαλιστικό". Εμείς είχαμε την ευκαιρία να τον συναντήσουμε κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στην Ελλάδα στις εγκαταστάσεις της C-Racer, ως καλεσμένος της DNA των Ντίνου και Μάριου Νικολαΐδη, με την οποία έχει ξεκινήσει μια στρατηγική συνεργασία. Η συζήτηση που είχαμε μαζί του ήταν πραγματικά διαφωτιστική και… συνταρακτική, μιας και κατά την διάρκειά της έγινε και ο πρόσφατος σεισμός που ταρακούνησε την Αθήνα (μάλιστα για τον Arjan ήταν η πρώτη αντίστοιχη εμπειρία…).


Ο Arjen ήταν από νεαρή ηλικία ένας ενθουσιώδης λάτρης των μοτοσυκλετών, έχοντας και μια μικρή αγωνιστική καριέρα στο ενεργητικό του, ως αγωνιζόμενος στα supersport, ενώ ήταν και instructor σε σχολή αγωνιστικής οδήγησης. Παράλληλα όμως είναι και ένα πνεύμα ανήσυχο και πάντοτε έψαχνε και κάτι άλλο να του κεντρίσει το ενδιαφέρον. Γι' αυτό ακριβώς τον λόγο, το 2012 στράφηκε στο customizing. Όπως μας είπε ο ίδιος στην αρχή της κουβέντας μας, ήταν κάτι που του ερέθισε την φαντασία, ήταν δημιουργικό και κάτι διαφορετικό, απ' ό,τι έκανε μέχρι τότε. Είχε δει, όπως δήλωσε, μερικά café racers σε αμερικάνικες ιστοσελίδες κι αυτό ήταν που του έκανε το "κλικ" την δεδομένη στιγμή.
Με customized café racers έκανε και το ξεκίνημά του ως custom builder, σε κάτι που αρχικά το θεωρούσε ως χόμπι. Το πρώτο του project ήταν ένα Honda CB550, με εξαρτήματα και ανταλλακτικά που παρήγγειλε από την Αμερική. Μάλιστα, θέλοντας να δώσει το στίγμα του από την αρχή για το πάθος και την τρέλα που τον χαρακτηρίζει ως σήμερα, βασίστηκε πάνω στην φιλοσοφία των brats: λιτές, απλές και δυναμικές κατασκευές, ένα πάντρεμα των street trackers και των bobber.


Την ακόμη πιο ενεργή ενασχόλησή του με το customizing την ώθησε κι ένα σοβαρό ατύχημα που είχε με την μοτοσυκλέτα του το 2013, που είχε σαν αποτέλεσμα να πάρει σοβαρές αποφάσεις για την ζωή και το μέλλον που ήθελε να σχεδιάσει. Έτσι αποφάσισε να αφοσιωθεί σε κάτι πιο "γήινο", όπως το λέει ο ίδιος, όπως είναι το customizing. Η πρώτη του μοτοσυκλέτα πουλήθηκε σε έναν φίλο του, χωρίς καν ακόμη τότε να έχει επιχειρηματικά πλάνα στο μυαλό του, κι με εκείνα τα χρήματα ξεκίνησε να σχεδιάζει το δεύτερο project του.
Σαν βάση επέλεξε ένα BMW R80, ενώ κατά δήλωσή του μέχρι τότε κυριολεκτικά σιχαινόταν τους boxer κινητήρες. Στη συνέχεια όμως εκτιμώντας την ελευθερία σε δημιουργικότητα που του προσέφερε, τον λάτρεψε και άρχισε να δουλεύει αποκλειστικά με αυτούς τους κινητήρες. Σιγά-σιγά, με το πέρασμα του χρόνου, διαπίστωνε ότι οι δημιουργίες του τραβούσαν αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον και με πωλήσεις που έκανε κυρίως μέσω e-bay, άρχισαν να βγαίνουν και κάποια αξιοπρεπή χρήματα. Τότε αποφάσισε να φτιάξει την εταιρεία και να μεγαλώσει το σχήμα.


Παρ' όλα αυτά όμως, το εισόδημα που του εξασφάλιζε το customizing δεν του επέτρεπε να ζήσει κι έτσι έπιασε παράλληλα δουλειά ως project leader σε μια εταιρεία που κατασκεύαζε συστήματα turbo. "Ήταν μια καλή δουλειά που μου επέφερε πολλά λεφτά", μας είπε ο Arjan, αλλά το 2016 συνέβη κάτι άσχημο που τον έκανε να αναθεωρήσει τις αποφάσεις του. Ο θάνατος του πατέρα του τον επηρέασε πολύ, σε ό,τι αφορά τις προτεραιότητές του στη ζωή και πήρε την μεγάλη απόφαση να κάνει το χόμπι επάγγελμα. Από τότε και μετά, η Ironwood γνωρίζει μια διαρκώς αυξανόμενη άνθιση, με το Instagram να αποτελεί το βασικό εργαλείο promotion για τον Arjan και την εταιρεία του.


Ποιοι είναι όμως οι άξονες πάνω στους οποίους βασίζεται η δημιουργικότητα του Van Den Boom; "Επιθετική σχεδίαση, λιτή εμφάνιση και καθαρές γραμμές. Αυτοί είναι οι πυλώνες του σχεδιασμού μας", λέει ο Arjan. "Το κοινό που απευθυνόμαστε είναι πολύ συγκεκριμένο και με σαφή χαρακτηριστικά. Στοχεύουμε στους ανθρώπους με μια καλή οικονομική επιφάνεια, με ηλικιακό προσδιορισμό άνω των 35 ετών. Άλλωστε, η φτηνότερη μοτοσυκλέτα μας κοστίζει πάνω από 20.000 ευρώ. Οι υποψήφιοι πελάτες μας δεν αγοράζουν τις δημιουργίες μας για να αποκτήσουν απλώς μια μοτοσυκλέτα. Γι' αυτούς είναι περισσότερο ένα γκάτζετ, ένα αντικείμενο πάθους και λιγότερο μια λειτουργική μοτοσυκλέτα." Παρ' όλα αυτά, τα custom που φτιάχνει ο Arjan και η ομάδα των τεσσάρων ατόμων που συνεργάζεται, είναι απολύτως λειτουργικά και με πολύ υψηλό ποιοτικό επίπεδο. "Οτιδήποτε βγαίνει από το εργαστήριό μας είναι 100% λειτουργικό και διαθέτει τα ποιοτικότερα εξαρτήματα που μπορεί να βρει κανείς. Το πρώτο πράγμα που με ενδιαφέρει εμένα και τους πελάτες μου είναι εμφάνιση, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η κάθε μοτοσυκλέτα δεν είναι οδηγήσιμη και μάλιστα με υψηλά στάνταρ", μας δήλωσε ο Arjan.


Σε αυτό το σημείο είναι που "κουμπώνει" και η συνεργασία με την DNA την κορυφαία εταιρεία κατασκευής φίλτρων, αν όχι παγκοσμίως, τουλάχιστον στα ευρωπαϊκά δεδομένα. "Θέλω οτιδήποτε βάζω πάνω στις μοτοσυκλέτες μας να είναι κορυφαίας ποιότητας και προέλευσης. Κάπως έτσι άρχισα να χρησιμοποιώ τα φίλτρα της DNA και τώρα βρίσκομαι στην Ελλάδα για να δω από κοντά τις εγκαταστάσεις και να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας." Ο Van Den Boom προσέγγισε την ελληνική εταιρεία μέσω ενός Ολλανδού κατασκευαστή εξατμίσεων, του Raenoud, ο οποίος προμηθεύει την Ironwood με τα συστήματά του. Όταν είδε –και οδήγησε- από κοντά την DCR-018 δεν μπόρεσε να κρύψει τον θαυμασμό του. "Η μοτοσυκλέτα είναι απόλυτα cool. Είναι μοναδική και με hi-end εξοπλισμό. Είναι ακριβή και δεν έχει κανένα περιορισμό στην σχεδίασή της. Μου αρέσει υπερβολικά, αλλά δεν θα μπορούσα να φτιάξω κάτι τέτοιο για τους πελάτες μου, καθώς το κοινό μου θέλει μεν ακριβές αλλά όχι πανάκριβες μοτοσυκλέτες, ενώ ταυτόχρονα θέλει να είναι απλές, όπως οι γραμμές των brat bikes".

Γερμανία: Δημοπρατήθηκε Yamaha XT500 του 1988 με 0 χιλιόμετρα για 115.000 ευρώ!

Η τιμή της ξεκίνησε από τα 15.000 ευρώ
cover
Από τον

Παύλο Καρατζά

22/10/2025

 

Σας είχαμε ενημερώσει πως στην Γερμανία δημοπρατούταν μία Yamaha XT500 του 1988 με μηδέν χιλιόμετρα. Μάλιστα, η μοτοσυκλέτα δεν έχει καν συναρμολογηθεί όπως μπορείτε να δείτε στις φωτογραφίες και η διαδικασία αυτή θα γίνει από τον νέο της ιδιοκτήτη.

Η δημοπρασία αυτή έλαβε τέλος και η XT500 δημοπρατήθηκε έναντι του ποσού των 84.000 ευρώ. Όμως, ο νέος ιδιοκτήτης θα πρέπει να καταβάλει επιπλέον 31.000 ευρώ για προμήθειες και φόρους, κάτι που εκτινάσσει την τελική τιμή της μοτοσυκλέτα στα 115.000 ευρώ.

Η αρχική εκτίμηση έκανε λόγο για μία τιμή που θα έφτανε έως και τα 25.000 ευρώ, όμως η τελική τιμή που δημοπρατήθηκε το μοντέλο ήταν 500% παραπάνω. Η συγκεκριμένη τιμή-ρεκόρ δείχνει πόσο μεγάλη συλλεκτική αξία έχει αποκτήσει η ιστορική αυτή μοτοσυκλέτα.

Επειδή οι απανταχού XTάκηδες δεν θα σταματήσουν να σχολιάζουν την ημερομηνία, όπως ακριβώς έγινε και όταν αρχικά αναρτήσαμε την αναγγελία της δημοπρασίας, γράφοντας πως περιμένουμε να φτάσει τις 25.000 Ευρώ, να διευκρινίσουμε πως ο οίκος δημοπρασιών αναφέρει το μοντέλο ως 1988 και μάλιστα συνοδεύεται από αντίστοιχα πιστοποιητικά. Ένα από τα στοιχεία που καθιστούν αυτή τη μοτοσυκλέτα μοναδική, πέρα από το ότι έχει μείνει στο κουτί της καινούρια, είναι πως μπορεί να βγάλει πινακίδα μετά από τόσα χρόνια. Κι αυτό γιατί είχε κάνει εγγραφή σε μητρώο της Γαλλίας, παρόλο που δεν βγήκε ποτέ από το κουτί της.

Σε μία χώρα όπως η Γερμανία που έχει ένα πολύ σαφές πλαίσιο για τις ιστορικές πινακίδες, όχι όπως σε εμάς εδώ που πριν από τρεις θητείες Υπουργών, είχαν προσπαθήσει να σταματήσουν τα οχήματα με ιστορικές πινακίδες, η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα μπορεί να βγάλει πινακίδα ως μοντέλο 1988.

Η πραγματικότητα είναι πως το XT500 έμεινε στην παραγωγή πολύ αργά, έως το 1989 υπερπηδώντας το XT550 που το διαδέχτηκε το 1981 αλλά και τις πρώτες γενιές του XT600. Η ιστορία λέει πως αυτό το XT500 από την ώρα που ήρθε το 550 και μετά, ήταν στην ουσία ένα XT600 που για λόγους συνοχής στις αγορές εκείνες, ή απλά για δημιουργία διαφοράς τιμής χτυπώντας έναν φθηνότερο ανταγωνισμό, έμενε παράλληλα με το XT600. Αυτή την περίοδο οι Ιάπωνες κάνουν το ίδιο με τα πενηντάρια παπιά, όπως γράψαμε για πρώτη φορά πέρσι. Για λόγους κόστους σταματούν τον κινητήρα εκείνον, πνίγουν τον 110 και βγάζουν μία νέα έκδοση, την Lite, που είναι ίδια με την ακριβότερη 110 αλλά κυκλοφορεί ως 50 κυβικά και την λειτουργία του διέπουν οι κανόνες που ισχύουν στην Ιαπωνία για τα 50άρια! Στην πορεία της ιστορία αυτό έχει γίνει πολλές φορές, το έχει κάνει και η BMW αν θυμάστε με την σειρά F! Εκείνη την εποχή ήταν πολύ πιο εύκολο να εισάγεις επίσης το οτιδήποτε από οπουδήποτε και έτσι μπορεί κάλλιστα το συγκεκριμένο XT500 να είναι πράγματι του 1988. Σε κάθε περίπτωση είναι από τα πλέον ακριβά που έχουμε δει ποτέ…