Aprilia RSV Mille R Factory (2004 - 2009)

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Κατάφερε στο πέρασμά της όχι μόνο να εισβάλλει στην κυριαρχία των Ιαπώνων στα superbike, αλλά και να γίνει αγαπητή στον κόσμο. Δεν έχει υπερεπιδόσεις και υπερβολικό γκάζι, αλλά είναι ένα απόλυτα ισορροπημένο σύνολο με εξωτικά περιφερειακά που τα καταφέρνει περίφημα παντού
[blockquote]Ναι...
Γιατί είναι ένα ολοκληρωμένο superbike
Όχι...
Γιατί είναι από τα πιο βαριά superbikes...
Γιατί...
Ο συνδυασμός του συγκεκριμένου πλαισίου και του συγκεκριμένου κινητήρα, είναι πραγματικά ένα "ποίημα" για τον δρόμο και την πίστα
Tι πρέπει να προσέξετε
Αυτό ο δικύλινδρος έχει αποδειχθεί “τέρας" αξιοπιστίας, οπότε δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος τομέας που "πονάει" μηχανολογικά. Βεβαιωθείτε ότι η συντήρηση έχει τηρηθεί, όπως προτείνει η Aprilia, και ψάξτε για τυχόν σημάδια που θα μαρτυρούν σκληρή χρήση σε πίστα ή και πτώση (όπως για παράδειγμα ισιωμένο υποπλαίσιο κ.λπ.)[/blockquote]
Έκανε τα πρώτα της βήματα στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, όταν οι Γιαπωνέζοι μάχονταν σώμα με σώμα με τα τετρακύλινδρα 1000 και 900 της εποχής και έδειξε αμέσως άκρως ανταγωνιστική. Το ίδιο ακριβώς συνέχισε να κάνει και στη συνέχεια της καριέρας της, που μετά το 2004 ανανεώθηκε, έχοντας αυτή τη φορά απέναντί της τους ίδιους, αλλά πολύ πιο ισχυρούς τετρακύλινδρους κινητήρες των 1000 κυβικών των Γιαπωνέζων που πλέον είχαν αποκτήσει σχεδόν 150 άλογα στο τροχό. Ο δικύλινδρος κινητήρας της Rotax που έχει στα σπλάχνα του το Mille σίγουρα δεν μπορούσε να έχει τέτοια απόδοση, οπότε οι άνθρωποι της Aprilia συνέχισαν την Ιταλική συνταγή για μια καλή μοτοσυκλέτα. Αυτή δεν ήταν άλλη από την τοποθέτηση ενός πολύ ισχυρού και άκαμπτου αλουμινένιου πλαισίου, αλλά και την προσθήκη αναρτήσεων με την υπογραφή της Ohlins. Τα φρένα είναι της Brembo με δαγκάνες ακτινικά τοποθετημένες τεσσάρων εμβόλων, τα οποία μαζί με το ακριβέστατο πιρούνι συνέθεταν ένα καλορυθμισμένο μπροστινό σύστημα που σε προδιέθετε ανάλογα για το πώς πρέπει να οδηγήσεις αυτή την μοτοσυκλέτα. Το κερασάκι στην τούρτα είναι και οι σφυρήλατες ζάντες της ΟΖ, οι οποίες σημαντικά το αναρτώμενο βάρος της μοτοσυκλέτας.
Ανεβαίνοντας στη σέλα της, αίσθηση προκαλεί η ευρυχωρία που διαθέτει, καθώς από τα κλιπ ον είναι αρκετά μακριά, όπως και τα μαρσπιέ. Βέβαια, αίσθηση προκαλούν και τα παραπανίσια κιλά της που ξεπερνούν τα 215, νούμερο στο άνω άκρο της κατηγορίας, το οποίο ευτυχώς στην οδήγηση δεν γίνεται αντιληπτό. Το “ζύγισμά” της είναι πολύ καλό και γενικά η οικειότητα που αποκτάς μαζί της δεν θυμίζει και πολύ ιταλική μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχουν καθόλου μηχανικοί θόρυβοι και τα πάντα έχουν μια ποιοτική πινελιά που ξεφεύγει αρκετά από την μαζικότητα των γιαπωνέζικων superbike. Εξίσου ξεχωριστή και όμορφη, ακόμα και σήμερα, είναι η εμφάνισή της, με χαρακτηριστικό στοιχείο το μακρόστενο ρεζερβουάρ και την σχετικά φαρδιά σιλουέτα της, παρά τον στενό δικύλινδρο κινητήρα της. Οδηγώντας την και συγκρίνοντας με τα σημερινά δεδομένα, σίγουρα αυτό που δεν σε εκπλήσσει είναι το γκάζι του κινητήρα της. Δεν διαθέτει την ευστροφία και τη δύναμη των σύγχρονων δικύλινδρων (βλέπε Ducati 1198) και στις υψηλές στροφές υστερεί σημαντικά. Αυτό βέβαια δεν την εμποδίζει να σημειώνει αρκετά καλές επιδόσεις, κάτι που οφείλεται στις σωστά κλιμακωμένες σχέσεις του κιβωτίου ταχυτήτων που εκμεταλλεύονται πλήρως την ισχύ του κινητήρα της. Δεν είναι όπλο και ταχεία υπερυψηλών επιδόσεων, αλλά εύκολα το νούμερο 260 θα εμφανιστεί στην ψηφιακή οθόνη των πληρέστατων οργάνων του, και χωρίς πρόβλημα μπορεί να διατηρεί σταθερά ταχύτητες κοντά στα 240 χιλιόμετρα. Σε αυτά τα απαγορευτικά νούμερα ταχυτήτων, το πολύ ισχυρό πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά, προσφέροντας όχι μόνο  ασφάλεια και σταθερότητα, αλλά και πολύ καλή κατευθυντικότητα. Εκτός εθνικής και σε γρήγορες ανοιχτές στροφές το Mille μπορεί και δείχνει τα ακονισμένα δόντια του ακόμα καλύτερα, αφού η ακρίβεια που προσφέρουν οι αναρτήσεις του επιτρέπουν να στρίβει καταπληκτικά, ενώ η ροπή και η δύναμη στις μεσαίες στροφές που έχει ο δικύλινδρος κινητήρας του επιτρέπει δυνατές και απολαυστικές εξόδους από κάθε στροφή.
Όμως όλα αυτά τα απολαμβάνεις καλύτερα μέσα στην πίστα, αφού ουσιαστικά η μοτοσυκλέτα εκεί έχει εξελιχθεί και μπορείς να κινηθείς πραγματικά γρήγορα χάρη στο πολύ καλό “πακέτο” αναρτήσεων και πλαισίου, ενώ στους καλούς χρόνους στην πίστα που μπορεί να πετύχει βοηθάει και ο αδύναμος μεν αλλά πολύ γραμμικός κινητήρας του που σου επιτρέπει να κρατάς σχεδόν παντού το γκάζι ανοιχτό. Μην ξεχνάτε ότι το 2007 κατάφερε και βγήκε πρώτη στο Master bike κόντρα σε όλα τα γιαπωνέζικα και ευρωπαϊκά της εποχής εκείνης.
Σήμερα δεν είναι και πολύ εύκολο να βρεις μεταχειρισμένη μια Aprilia Mille Factory, καθώς οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους δύσκολα την αλλάζουν παρά την έλευση του νέου RSV4. Για αυτό το λόγο κρατά και υψηλή μεταπωλητική αξία που σχεδόν αγγίζει τα 7.500 ευρώ. Είναι μια μοτοσυκλέτα που μπορείς να ταξιδέψεις σχετικά άνετα, να ευχαριστηθείς χωρίς ουρλιαχτά και πολλή προσπάθεια για γρήγορη οδήγηση στο δρόμο, ενώ μπορείς ταυτόχρονα με ένα ζευγάρι racing ελαστικά να γράψεις και πολύ καλούς χρόνους σε μια πίστα. Επίσης, είναι και η τελευταία Aprilia που φέρει το λογότυπο Mille στα πλαστικά της…   



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V600, υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97x67,5
Κυβικά (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Sagem
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,687


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 101,7
Μεταξόνιο (mm): 1418
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 185
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Ohlins
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Μονόμπρατσο ψαλίδι, ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, δαγκάνα με δυο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 190/55-17
Ζάντα: 6 x17''


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, ενδείξεις για ποσότητα καύσιμου, θερμοκρασία περιβάλλοντος / ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ψεκασμό / ρεζέρβα / ανοιχτό σταντ / προειδοποίηση service


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 143/10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,8 / 7.250


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 124,5 / 9.700
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,9 / 7.600


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4

Aprilia RST 1000 FUTURA 2001 - 2005

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

Η Aprilia παρουσίασε αυτή τη μοτοσυκλέτα στο κοινό το 2000. Η παραγωγή της άρχισε το 2001 και συγχρόνως προστέθηκε μια ακόμη επιλογή στη κατηγορία των sport-touring μοτοσυκλετών, με ιδιαίτερη εμφάνιση [blockquote]Ναι...
Για όσους θέλουν να ξεχωρίζουν με ιταλικό δικύλινδρο V60o sport-touring
Όχι...
Για όσους δεν θέλουν σπάνιες μοτοσυκλέτες που δεν πουλήθηκαν σε μεγάλους αριθμούς
Γιατί...
Είναι μια μοτοσυκλέτα sport-touring με περισσότερη έμφαση στο sport
Τι πρέπει να προσέξετε
Η συνολική κατάσταση και η πληρότητα της μοτοσυκλέτας πρέπει να είναι άριστα. Η ύπαρξη προαιρετικού εξοπλισμού, ειδικά των βαλιτσών, είναι προτέρημα.[/blockquote]
O V2 που αποτέλεσε την καρδιά της Futura, προήλθε από τη superbike μοτοσυκλέτα της Aprilia, την RSV Mille, που υπήρχε στους δρόμους και στις πίστες από το 1998. Η εταιρεία που εδρεύει στο Noale, χρησιμοποίησε τον κινητήρα αυτόν ως βάση, για να δημιουργήσει μια σειρά μοτοσυκλετών για διάφορες κατηγορίες. Είχε προηγηθεί το Caponord, που σηματοδότησε την είσοδο της εταιρείας στη κατηγορία των μοτοσυκλετών παντός δρόμου. H Futura, ήταν η αντίστοιχη προσπάθεια για τη κατηγορία των sport-touring.
Ο κινητήρας που είχε ήδη αποδείξει την αξιοπιστία του, τοποθετήθηκε στη Futura διατηρώντας και το PPC. Ο μηχανισμός Pneumatic Power Clutch, περιγράφει τη διάταξη του μονόδρομου συμπλέκτη, χαρακτηριστικό αυτού του κινητήρα μαζί με τα δύο αντικραδασμικά αντίβαρα που διαθέτει. Επανασχεδιασμένοι ήταν οι αυλοί, όπως και η ξεχωριστή για κάθε κύλινδρο χαρτογράφηση της κεντρικής μονάδας, κινήσεις που στόχευαν στη βελτιστοποίηση της απόδοσης στις μεσαίες στροφές. Σε σχέση άλλωστε με την καθαρόαιμη superbike, η μέγιστη ισχύς της ήταν μειωμένη, για να δοθεί έμφαση στις μεσαίες στροφές.
Το πλαίσιό της, αλουμινένιο, δυο δοκών, ήταν κρυμμένο κάτω από τις μεγάλες πλαστικές επιφάνειες των φέρινγκ. Η γεωμετρία του λαιμού ήταν πιο ήπια σε σχέση με αυτή του Mille, ενώ το πλαίσιο είχε διαφορετικές βάσεις, τοποθετώντας τον κινητήρα πιο μπροστά. Μεγάλη διαφοροποίηση υπήρχε στο ψαλίδι. Μονόμπρατσο και αλουμινένιο, συνεισέφερε και στην αισθητική της Futura. Το μονόμπρατσο ψαλίδι ήταν παρόν και σε μοτοσυκλέτες που ήθελε να ανταγωνιστεί, όπως η Triumph Sprint ST, η BMW R1150 RS αλλά και η Honda VFR. Η τριγωνική απόληξη της εξάτμισης όμως, ψηλά στην ουρά, ήταν μοναδικό χαρακτηριστικό της, ενώ δεν εμπόδιζε την τοποθέτηση “σαμαριών”.
Οι αναρτήσεις της ήταν απλούστερες εκδόσεις αυτών που φόραγε η Mille, με το ανεστραμμένο πιρούνι να τονίζει τον sport χαρακτήρα της. Η Futura προσέφερε άφθονο χώρο για δυο αναβάτες, έχοντας και πολύ πρακτικές χειρολαβές για τον συνεπιβάτη. Η μοτοσυκλέτα ήταν σχετικά ακριβή στην εποχή της -και μάλιστα από μια εταιρεία που δεν είχε προηγούμενη παρουσία στην κατηγορία. Δυνατή και γρήγορη, είχε πολύ καλή συμπεριφορά, το φέρινγκ της προστάτευε άριστα τον αναβάτη αλλά και τον συνεπιβάτη μέχρι τα 180 χιλιόμετρα, ενώ η τελική της άγγιζε τα 250 χιλιόμετρα.
Ο V2 διατηρούσε την τραχιά λειτουργία του, ενώ μετά τις 5.000 στροφές δεν μπορούσε να κρύψει τη supersport καταγωγή του. Όλη της η συμπεριφορά, από τον ήχο έως τις πληροφορίες που έστελναν οι αναρτήσεις, έγερνε περισσότερο προς τον sport και απόλυτο χαρακτήρα μιας αυθεντικής ιταλικής μοτοσυκλέτας. Η άνεση ήταν καλή μόνο όσο και ο δρόμος όπου κινούταν ήταν τέτοιος. Σε δρόμους με κακοτεχνίες, η Futura έπαυε να είναι όσο άνετη πρέπει. Πολυτελής και πλήρης, εμφανίστηκε λοιπόν το 2001 στις εκθέσεις, αλλά η αποδοχή της από το κοινό ήταν πολύ μικρότερη από όσο φιλοδοξούσε η Aprilia. Διατηρήθηκε στη γκάμα της εταιρείας μέχρι το 2005, ενώ η παραγωγή της είχε διακοπεί από το 2003. Παρήχθη και σε έκδοση με ABS, ενώ οι τελευταίες, από το 2003 και μετά, είχαν καλύτερη χαρτογράφηση και μικρές αισθητικές αλλαγές. Ξεχωρίζουν εύκολα από τη βαφή τους (οι μαύρες και οι μπλε είναι οι αναβαθμισμένες).
Η μοτοσυκλέτα αυτή είναι ιδιαίτερα σπάνια, αφού πουλήθηκε σε μικρούς αριθμούς, ενώ αξίζει να σημειώσουμε δυο σημεία που πρέπει να προσεχθούν, από κάποιον που αναζητεί μια τέτοια μεταχειρισμένη: Το πρώτο από αυτά είναι ένα καφέ βύσμα, χαμηλά μέσα στο φέρινγκ στην αριστερή μεριά. Λόγω υψηλής θερμοκρασίας έλιωνε, προκαλώντας ζημιές στο κύκλωμα φόρτισης. Το δεύτερο είναι ένας πλαστικός σύνδεσμος του κυκλώματος του καυσίμου, κάτω από το ρεζερβουάρ. Απαιτούσε ιδιαίτερη προσοχή στην αφαίρεση του ρεζερβουάρ, διότι σε αντίθετη περίπτωση έσπαγε, με αποτέλεσμα να δημιουργεί μια επικίνδυνη κατάσταση, αφού μπορούσε να προκαλέσει ανάφλεξη της βενζίνης που διέρρεε, όταν άνοιγε ο κεντρικός διακόπτης. Για το θέμα αυτό είχε γίνει ανάκληση, για την αντικατάστασή του.
Τέλος, τα προβλήματα στην εκκίνηση (εκτός από το ότι δεν ανέχεται το παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού), διορθώνονται με την αντικατάσταση της μπαταρίας με κάποια που προσφέρει περισσότερο ρεύμα στην εκκίνηση, όπως είναι αυτή της STX1300 Pan European.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V600 , υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97x67,5
Κυβικά (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Sagem
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,687
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 97
Μεταξόνιο (mm): 1.435
Ύψος σέλας (mm): 830
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 210 / 235
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 21 / 4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Showa
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Απόσβεση επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Μονόμπρατσο ψαλίδι, ένα αμορτισέρ Sachs με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 300 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, δαγκάνα με δυο έμβολα
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 180/55-17
Ζάντα: 5,50 x17''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, ενδείξεις για ποσότητα καυσίμου, θερμοκρασία περιβάλλοντος / ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ψεκασμό / ρεζέρβα / ανοιχτό σταντ / προειδοποίηση service, πλαϊνό και κεντρικό σταντ
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 113 / 9.250
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,8 / 7.250
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 104,3 / 9.200
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,1 / 7.100
O κινητήρας προήλθε από τη superbike RSV Mille και αυτό δεν κρύβεται. Μετά τις 5.000 αφήνει τον τουρισμό και ψάχνει για πίστα. Ανεβάζει γρήγορα στροφές, δίνοντας με τον τραχύ του τρόπο πολύ καλές επιδόσεις στη Futura. Ιδιαίτερα αξιόπιστος αλλά και φειδωλός στις ανάγκες του για καύσιμα.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 280