Honda CBF 1000 ABS 2007 - 2009

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Η μικρότερη CBF των 600 κυβικών είχε προηγηθεί από το 2004. Τρία χρόνια μετά η Honda, ακολουθώντας την ίδια συνταγή, παρουσίασε την CBF 1000 διατηρώντας την στην παραγωγή έως και το 2009. Η συνταγή της Honda είχε σαν αποτέλεσμα μια άνετη, οικονομική και εύχρηστη μοτοσυκλέτα με δυνατότητες πολλαπλών χρήσεων
[blockquote]Ναι...
Για το μεγάλο εύρος των χρήσεών της, τα φρένα και την ομοιογένειά της
Όχι...
Για τους φανατικούς της ενθουσιώδους οδήγησης
Γιατί...
Ακολουθεί μια διαχρονική συνταγή έχοντας συστατικά στην κατάλληλη ποσότητα για μια άνετη, ήρεμη και πολλαπλών ρόλων μοτοσυκλέτα
ΤΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΞΕΤΕ
Τίποτα δεν χρειάζεται την προσοχή σας, θα μπορούσε κάποιος να πει. Επειδή δεν είμαστε κάποιοι, ας αρχίσουμε βλέποντας ότι είναι η σωστή έκδοση με το ABS. Συνεχίζουμε ελέγχοντας την πληρότητα και αρτιότητα της μοτοσυκλέτας και συνεχίζουμε με την ύπαρξη προαιρετικών αξεσουάρ. Από αυτά εξαρτάται και η τελική τιμή της. Η έκδοση Deluxe (2008 και μετά) είχε -εκτός από στάνταρ ABS- και πλαϊνές βαλίτσες. Η έκδοση ST είχε ολόκληρο φαίρινγκ.[/blockquote]
Όπως και στην περίπτωση της μικρότερης τετρακύλινδρης CBF, ήταν μια supersport μοτοσυκλέτα αυτή που “δάνεισε” τον κινητήρα για να εκτελεστεί η συνταγή. Ο κινητήρας της CBR 1000RR Fireblade βρήκε τη θέση του στο ατσάλινο πλαίσιο μονής ραχοκοκαλιάς που σχεδιάστηκε για αυτή τη μοτοσυκλέτα πολλαπλών ρόλων. Η απόδοσή του φυσικά δεν έμεινε η ίδια και πολύ καλά έκανε, αφού η χρήση της CBF δεν έχει ομοιότητα με αυτήν του Fireblade. Η μείωση της μέγιστης ισχύος πλησιάζει τους εξήντα ίππους, και ο τετρακύλινδρος αποδίδει στην CBF κάτι πάνω από ενενήντα ίππους. Μια μοτοσυκλέτα με ενενήντα ίππους στον τροχό κανείς δεν μπορεί να πει ότι είναι αργή και η CBF 1000 δεν είναι, αφού καλύπτει την κλασική δοκιμασία επιτάχυνσης των 400 μέτρων σε λιγότερο από δώδεκα δευτερόλεπτα, ενώ θα ανεβάσει τη βελόνα του ταχύμετρου κοντά στην ένδειξη των 240 εάν ο αναβάτης της επιμείνει.
Στην CBF 1000 όμως δεν είναι τα απόλυτα νούμερα και οι αυστηρές μετρήσεις που την χαρακτηρίζουν. Η ποιότητα της μοτοσυκλέτας αυτής έχει άλλες μονάδες μέτρησης, και όσον αφορά τον κινητήρα αξίζει να πούμε ότι η μείωση της απόδοσης συνηγορεί στην αύξηση της αντοχής και αξιοπιστίας σε διαστημικά νούμερα. Αξιόπιστος ήταν και στο Fireblade με την απόδοση των εκατόν πενήντα ίππων, στην CBF με τους ενενήντα το διάστημα της ζωής του θα είναι μεγαλειώδης. Η αξιοπιστία των μοτοσυκλετών της κατηγορίας που ανήκει η CBF οφείλει να είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό επιλογής, και στην περίπτωσή της αυτή είναι εξασφαλισμένη. Δεν είναι μόνο τα έξοδα αποκατάστασης μια ζημιάς που θα επιβαρύνουν τον κάτοχο μιας όχι και τόσο αξιόπιστης μοτοσυκλέτας, αλλά και απώλεια της εμπιστοσύνης. Η CBF 1000 έχει σχεδιαστεί ώστε ο αναβάτης της να την εμπιστεύεται, όχι για να γράψει τον μικρότερο χρόνο στην στροφή μιας πίστας, αλλά ότι θα είναι έτοιμη να επιτελέσει την αποστολή της. Και αυτή η μοτοσυκλέτα είναι προικισμένη ώστε να κάνει πολλές δουλειές, όχι ταυτόχρονα, αλλά με τη σειρά τους. Είναι βαριά, όταν είναι σταματημένη, έχει κινητήρα χιλίων κυβικών μα μπορεί να κυκλοφορεί στην καθημερινή κίνηση της πόλης χωρίς ποτέ να κάνει τον αναβάτη της να υποφέρει. Ακόμη και ο σχετικά βαρύς υδραυλικός συμπλέκτης φαίνεται βαρύτερος, συγκρινόμενος με τα υπόλοιπα πανάλαφρα χειριστήρια. Χρησιμοποιείται άλλωστε λιγότερο από ότι σε άλλες μοτοσυκλέτες, αφού η μεταμόρφωση της απόδοσης του κινητήρα αφήνει τον αναβάτη να έχει την έκτη στο κιβώτιο με ταχύτητα εβδομήντα χιλιομέτρων.
Ο κάτοχός της δεν “βράζει” από τη ζέστη του κινητήρα, τα πόδια του δεν ακουμπάνε σε πυρωμένα μέταλλα, ούτε καν δείκτη θερμοκρασίας για το ψυκτικό δεν έχει να τον απασχολεί. Η ίδια μοτοσυκλέτα εάν αφήσει την πόλη πίσω της φιλοξενεί δυο ανθρώπους στην άνετη σέλα της και τους ταξιδεύει όπου θέλουν υπηρετώντας την αναψυχή τους. Οι αναρτήσεις της δεν έχουν καμιά ρύθμιση, εκτός της προφόρτισης του ελατηρίου στο αμορτισέρ, ίσα για να κρατά στο σωστό ύψος τη φορτωμένη μοτοσυκλέτα και κάνουν τη δουλειά τους, που είναι το να διατηρούν τους αναβάτες άνετους. Οι επιδόσεις είναι αρκετές για να ταξιδεύει και με περισσότερα από 200 χαω, ενώ η μικρή στο μάτι ζελατίνα τα καταφέρνει περίφημα έως τα εκατόν εξήντα, όπου όλα παραμένουν ήρεμα. Η ομοιογένεια της συμπεριφοράς και η γλυκύτητα της λειτουργίας τη συνοδεύει σε όλες τις συνθήκες, ενώ όταν ο αναβάτης “το παρακάνει”  οι προειδοποιήσεις θα αρχίσουν από το πίσω μέρος και συγκεκριμένα από την ανάρτηση. Η CBF δίνει την ευχέρεια για πολλές ρυθμίσεις σε ύψος σέλας και ζελατίνας και θέσης τιμονιού θέλοντας να βολεύονται πάνω της οι περισσότεροι.
Η συνταγή της CBF 1000 ολοκληρώνεται με τα φρένα της. Τα συνδυασμένα φρένα με το ABS που ρυθμίζει την πίεση πέντε φορές το δευτερόλεπτο είναι ουσιαστικό για την ασφάλεια του αναβάτη, αλλά και την άνεση. Εάν είσαι ασφαλής αισθάνεσαι και άνετος κι αυτό είναι κάτι που η CBF το επιτυγχάνει με χαρακτηριστική άνεση...



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, τετρακύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75 x 56,5
Κυβικά (cc): 998
Σχέση συμπίεσης: 0,459027778
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός PGM με αυλούς 36mm
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 1 σε 2


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη : Υγρός πολύδισκος, υδραυλική οδήγηση
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Tελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο μονής ραχοκοκαλιάς
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 110
Μεταξόνιο (mm): 1483
Ύψος σέλας (mm): 805
Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): 242(250 με ABS)
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 19/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: ένα αμορτισέρ Showa, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm, δαγκάνες με τρία έμβολα, ABS
Πίσω: Δίσκος 276mm, δαγκάνα με ένα έμβολο, ABS, συνδυασμένα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: Χυτή αλουμινένια, 3,5 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60-17
Ζάντα: Χυτή αλουμινένια, 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό ταχύμετρο και στροφόμετρο, με ολικό και δυο μερικούς χιλιομετρητές, ρολόϊ, αναλογική ένδειξη στάθμης καυσίμου, ενδεικτικές λυχνίες για φλας/νεκρά/χαμηλής πίεσης λαδιού/μεγάλη σκάλα φώτων/λειτουργία ψεκασμού και ABS, immobilizer, πλαϊνό και κεντρικό σταντ, ρυθμιζόμενη σέλλα, ζελατίνα και θέση τιμονιού


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 98/8.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,5/6.500


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 90,7/8600
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,2/6.200
Η απόδοση του κινητήρα είναι αριστοτεχνικά προσαρμοσμένη με τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας. Από τις πολύ χαμηλές στροφές αποδίδει ουσιαστικά και ρωμαλέα, ενώ μετά τις 5000 στροφές υπάρχει μια επιτάχυνση της απόδοσης. Γλυκιά είναι και η απόκριση του ψεκασμού στο άνοιγμα, αλλά και στο κλείσιμο του γκαζιού.


ΒΑΡΟΣ (Ζυγισμένο)
Γεμάτο (Kg): 253,5
Χωρίς καύσιμα(Kg): 239,3


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 7,2
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 279

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225