Yamaha WR 450 2005

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Γενιές και γενιές “εντουράδων” έκαναν τα πρώτα τους χωμάτινα βήματα στη σέλα ενός Yamaha WR 450F, μιας μοτοσυκλέτας που κατάφερε να κοντράρει στα ίσια τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό, με όπλα της την καλή συμπεριφορά και την αξιοπιστία [blockquote]Ναι...
για την ευστροφία και τη γραμμική απόδοση
για την αξιοπιστία του κινητήρα και του συνόλου γενικότερα
γιατί είναι η μοναδική καθαρόαιμη enduro που “κάνει” και για κάθε μέρα
Οχι...
γιατί δεν έχει δυνατό εμπρός φρένο (πριν από το μοντέλο 2005)
γιατί τα πλαστικά της δεν είναι και τόσο ποιοτικά
γιατί είναι οπτικά ίδιο από το 1998
Γιατί...
Είναι μια καθαρόαιμη enduro με την οποία μπορείς την Κυριακή να κερδίζεις αγώνα και τη Δευτέρα να πας με ελάχιστους συμβιβασμούς στη δουλειά σου
Τι πρέπει να προσέξετε
Αν πρόκειται για μοντέλο του 2003, ρωτήστε αν έχει γίνει αλλαγή στα γρανάζια της μίζας, καθώς είχαν μια σχετική ευαισθησία. Τα υπόλοιπα μοντέλα έχουν επιδείξει μεγάλη αξιοπιστία, αλλά ιδιαίτερη προσοχή θέλει ο κινητήρας όσον αφορά το να μην έχει “μείνει” από λάδια, ενώ καλό θα ήταν να αποφύγετε αυτά που έχουν μετατραπεί σε supermoto, καθώς οι κινητήρες τους έχουν δουλέψει κυρίως στις υψηλές στροφές και μέσα στην πόλη.[/blockquote]
Η καριέρα της στην κατηγορία των μεσαίων enduro ξεκίνησε το 1998, όντας η πρώτη τετράχρονη γιαπωνέζικη με κινητήρα υψηλής απόδοσης, με τον τότε κινητήρα των 400 κυβικών. Κατόπιν ο κυβισμός αυξήθηκε στα 426 κυβικά εκατοστά και το 2003, το μπλε καθαρόαιμο έγινε 450, με ριζικές αλλαγές στον κινητήρα και στο πλαίσιο. Από εκείνη τη χρονιά και μέχρι και το 2007 που απέκτησε αλουμινένιο πλαίσιο, δέχτηκε πολλές βελτιώσεις και αλλαγές, με κύρια αυτή του πιρουνιού το 2005, που απέκτησε διάμετρο 48 χιλιοστά.
Όμως όλα τα WR από το 2003 και μετά είχαν σχεδόν την ίδια αίσθηση και συμπεριφορά, με κύριο χαρακτηριστικό τους την ομαλότητα και την ήσυχη λειτουργία του κινητήρα, που καθόλου δεν υστερούσε σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Τα σχεδόν 45 άλογα στον τροχό που απέδιδε περίπου, έβγαιναν στο χώμα γραμμικά και χωρίς ξεσπάσματα και με αξιόλογη ευστροφία.
Αυτό που κανένα WR δεν είχε (ακόμα και σήμερα) είναι ο υδραυλικός συμπλέκτης. Ο μηχανικός με τη ντίζα μπορεί να μην ήταν σκληρός, αλλά ή μειωμένη αίσθηση και προοδευτικότητα σε σχέση τους υδραυλικούς, φόρτωνε τη μοτοσυκλέτα με ένα αρνητικό στοιχείο. Βέβαια αυτό γινόταν ενοχλητικό μόνο σε δύσκολα μονοπάτια και σκληρές καταστάσεις, όπου ήθελες να μετριάσεις τη δύναμη του κινητήρα.
Οδηγικά και πάλι κανένα μοντέλο δεν διαφέρει σημαντικά και όλα έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό τη σταθερότητα στα ανοιχτά κομμάτια αλλά και την άνεση που προσφέρουν οι πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις τους. Δεν είναι τα πιο πρόθυμα και ευέλικτα στις πολύ απότομες αλλαγές κατεύθυνσης, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό, αλλά όλα τα WR προσφέρουν ομοιογένεια σε κάθε έδαφος, ανεξαρτήτως οδηγικού επιπέδου.
Τα αρνητικά τους στοιχεία είναι ελάχιστα και εστιάζονται κυρίως στην αδυναμία που εμφανίζει το εμπρός φρένο, λόγω της δαιδαλώδους διαδρομής που κάνει το σωληνάκι του κάτω από τη μπότα του πιρουνιού, αλλά και στη μέτρια ποιότητα των πλαστικών. Πέρα από όλα αυτά, η WR 450 είναι από τις πιο τίμιες καθαρόαιμες, τετράχρονες enduro μοτοσυκλέτες, καθώς μπορείς όχι μόνο να τη χρησιμοποιείς στο χώμα σε αγωνιστική χρήση, αλλά και να κυκλοφορείς μαζί της καθημερινά (αν και όχι ανώδυνα, καθώς η άνεση είναι στοιχειώδης, ενώ αυξημένα είναι το κόστος καθημερινής χρήσης και ο κίνδυνος κλοπής).
Τελευταίο και πιο σημαντικό στοιχείο των WR είναι η αξιοπιστία. Εκτός από αυτά του 2003 που είχαν κάποια προβλήματα με τα γρανάζια της μίζας, όλα τα υπόλοιπα έχουν δείξει τη μεγάλη αντοχή τους στον χρόνο, δουλεύοντας σαν σκυλιά καθημερινά στην τρέλα της πόλης και λυσσώντας τα Σαββατοκύριακα στα βουνά. Έτσι, αν ψάχνετε μια μοτοσυκλέτα enduro και δεν έχετε άλλο μεταφορικό μέσο, το καθαρόαιμο της Yamaha μπορεί κάλλιστα να είναι η επιλογή σας.

Η Εξέλιξη

Οι πιο ουσιαστικές αλλαγές που έγιναν στα WR 450F από το 2003 μέχρι το 2007
2003: Ριζική ανανέωση στον κινητήρα και στο πλαίσιο. Αποκτά μίζα και είναι 1,5 κιλά ελαφρύτερο
2004: Διαφορετική χαρτογράφηση στην ανάφλεξη, νέα τρόμπα φρένου, νέες ρυθμίσεις αναρτήσεων
2005: Επανασχεδιασμός του θαλάμου καύσης και της κεφαλής, νέο ψαλίδι και πιρούνι 48 χιλιοστών, ρεζερβουάρ οκτώ λίτρων
2006: Αλλαγή χαρτογράφησης της ανάφλεξης, νέο εσωτερικά πιρούνι, νέα όργανα
2007: Νέο αλουμινένιο πλαίσιο, σε διαφορετική κλίση τοποθετημένος ο κινητήρας και νέα ψυγεία, εξάτμιση, εκκεντροφόροι, έμβολο, μπιέλα


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ (2005)
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος, με 2 ΕΕΚ και 5 Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 95x63,4
Κυβικά (cc): 449
Σχέση συμπίεσης: 12,3:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Καρμπιρατέρ Keihin FCR MX 39mm
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα, μανιβέλα
Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα / 3,571
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, μονό σε διπλό μπροστά και κάτω από τον κινητήρα κλειστό, με αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): -
Ίχνος (mm): -
Μεταξόνιο (mm): 1.490
Ύψος σέλας (mm): 990
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 112,5 / -
Ρεζερβουάρ (l): 8
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 48
Διαδρομή (mm): 300
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 305
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Ένας δίσκος 224mm, με δαγκάνα της Nissin δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 220mm, με δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 90/90-21
Ζάντα: 1,60x21’’
Πίσω
Ελαστικό: 130/90-18
Ζάντα: 2,50x18’’
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ψηφιακό ταχύμετρο, μερικός και ολικός χιλιομετρητής, λυχνία σκάλας φώτων
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 44,2 / 8.200
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 4,1 / 7.000
Χωρίς ίχνος δισταγμού, το καθαρόαιμο ανεβάζει ταχύτατα στροφές. Η καμπύλη ισχύος είναι πολύ γραμμική χωρίς “εκρήξεις” πουθενά ενώ από τις 6.000 και πάνω, η απόδοση εκτοξεύεται και για 3.500 στροφές διατηρούνται περισσότεροι από 40 ίπποι.

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225