Ducati Streetfighter V4/S 2020 – EICMA: Πραγματικό, μαχητικό δρόμου!

Η brutal γοητεία του V4
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

23/10/2019

Το Ducati Streetfighter V4, ανήκει στα μοντέλα του 2020 με την μεγαλύτερη προσμονή, μιας και στο Borgo Panigale είχαν φροντίσει από πολύ νωρίς να τροφοδοτήσουν το κοινό με στοιχεία για την επαναφορά του θρυλικού ονόματος στην γκάμα της. Πριν από λίγο –και αρκετές μέρες πριν την EICMA, όπως είχε αποφασίσει η Ducati- έγινε η επίσημη παρουσίαση όλης της γκάμας, με τις δύο εκδόσεις του Streetfighter V4 και "S", να μονοπωλούν όπως είναι φυσικό το ενδιαφέρον.

Ο σχεδιασμός του βασίστηκε εξ' ολοκλήρου στην ανάδειξη του V4 κινητήρα, με την Ducati να ανακοινώνει τους δύο απλούς άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκε: Ο V4 χωρίς ίχνος κοστουμιού κι ένα φαρδύ και ψηλό τιμόνι. Τόσο απλά! Οι μινιμαλιστικοί LED προβολείς τονίζουν και με το παραπάνω την επιθετική σχεδίαση, ενώ δεν παρέλειψαν οι άνθρωποι της Ducati και την αναφορά στο βλέμμα του Joker –επίκαιρο…- που θυμίζουν τα δύο φωτιστικά σώματα. Η έγχρωμη TFT οθόνη έχει διάσταση 5'' και υψηλή ανάλυση, όπως στο Panigale V4, και προσφέρει δύο επιλογές προβολής των ενδείξεων, με ένα μικρό μασκάκι να κρύβει επιμελώς την καλωδίωσή της.

Ειδική αναφορά αξίζουν φυσικά τα αεροδυναμικά φτερά, μια απ' ευθείας σύνδεση με το project της Ducati στα MotoGP, που συνδυάζονται με τους αεραγωγούς πίσω από το ψυγείο, θυμίζοντας τους αντίστοιχους από τα μονοθέσια της F1. Τα αεροδυναμικά βοηθήματα είναι μια… ευγενική προσφορά της Ducati Corse, μετά από μελέτη σε υπολογιστή με προσομοίωση CFD (Computational Fluid Dynamic). Αυτά τα φτερά που θυμίζουν διπλάνο (!) προσφέρουν 28kg κάθετης δύναμης στα 270km/h (20 κιλά εμπρός και 8 κιλά πίσω), ενώ συμβάλλουν και στην απαγωγή της θερμότητας με ένα ποσοστό που κυμαίνεται από 2-10%, ανάλογα με την ταχύτητα.

Η σέλα διαθέτει αφρώδες πάχους 60mm και απέχει 845mm από το έδαφος ενώ έχει αλλάξει –σε σχέση με το Panigale- και η θέση των μαρπιέ για να δημιουργήσει μια πιο άνετη θέση οδήγησης, χωρίς όμως να χάσει τον επιθετικό χαρακτήρα της. Διαφορετικό σχεδιασμό έχει και η ούρα, με το ατσάλινο υποπλαίσιο να στηρίζει τη σέλα, η οποία προσφέρει περισσότερη άνεση στον συνεπιβάτη, αλλά και μεγαλύτερο χώρο για να κινείται ο αναβάτης.

Δεν είναι τυχαία η αναφορά της Ducati στον Joker και το βλέμμα των... δίδυμων LED προβολέων

Ο κινητήρας είναι ο γνωστός V4 Desmosedici Stradale των 1.103cc, ο οποίος αποδίδει 208 ίππους στις 12.750 στροφές, ενώ η μέγιστη ροπή φτάνει τα 12,5kgm στις 11.500 αντίστοιχα. Η τελική μετάδοση είναι, φυσικά, κοντύτερη απ' ό,τι στο Panigale,ενώ όπως σημειώνει η Ducati για τις επιδόσεις, αυτές μπορούν να φτάσουν στα δυσθεώρητα ύψη των 220 ίππων και 13,2kgm με την αγωνιστική, ολόκληρη, εξάτμιση της Akrapovic από την λίστα των Ducati Performance εξαρτημάτων. Τα υπόλοιπα στοιχεία για τον κινητήρα που έχει εξελιχθεί μέσα από τους αγώνες MotoGP είναι ήδη γνωστά, όπως η αντίθετη περιστροφή του στροφάλου για μείωση του γυροσκοπικού φαινομένου με τα αντίβαρα να έχουν διαφορά 70°, ο λόγος συμπίεσης 14:1 και τα αλουμινένια έμβολα με τα τρία ελατήρια.

Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο, το Streetfighter ακολουθεί την προηγούμενη προσέγγιση της Ducati στα MotoGP, με ένα μικρό χωροδικτύωμα που ενώνει το λαιμό με τις κεφαλές των πίσω κυλίνδρων και το πάνω μέρος του κάρτερ των μπροστινών κυλίνδρων, με τον κινητήρα δηλαδή να αποτελεί ενεργό μέρος του. Το βάρος του πλαισίου είναι μόλις τέσσερα κιλά, ενώ πάνω στα κάρτερ εδράζεται και το μονόμπρατσο ψαλίδι. Σύμφωνα με την Ducati, η συγκεκριμένη λύση προσφέρει απόλυτα ελεγχόμενη ακαμψία και ελαστικότητες, ενώ έτσι επιτυγχάνεται και η διατήρηση του μικρού πλάτους, ειδικά στην περιοχή της σέλας. Πάνω στον κινητήρα εδράζεται επίσης και το μοχλικό της πίσω ανάρτησης, ενώ το υποπλαίσιο (επίσης χωροδικτύωμα) είναι βιδωμένο πάνω στο πλαίσιο.

Οι αναρτήσεις προέρχονται από την Showa (με ένα ανεστραμμένο Big Piston Fork πιρούνι 43mm που είναι πλήρως ρυθμιζόμενο) και την Sachs (το επίσης πλήρως ρυθμιζόμενο αμορτισέρ), ενώ διαθέτει και σταμπιλιζατέρ της Sachs, με τις ακτινικές δαγκάνες Stylema της Brembo να συμπληρώνουν το σπορ πακέτο. Η έκδοση "S" έχει τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις της Öhlins Smart EC 2.0, με το πιρούνι NIX-30 και το TTX36 αμορτισέρ πίσω, ενώ της ίδιας εταιρείας είναι και το σταμπιλιζατέρ.

Οι τροχοί στην στάνταρ έκδοση είναι αλουμινένιοι χυτοί με πέντε μπράτσα, ενώ στην έκδοση "S" είναι σφυρήλατοι αλουμινένιοι της Marchesini με τρία μπράτσα. Και οι δύο εκδόσεις έχουν ως ελαστικά πρώτης τοποθέτησης τα Pirelli Diablo Corsa II, με διαστάσεις 120/70 ZR17 μπροστά και 200/60 ZR17 πίσω.

Το ρεζερβουάρ των 16 λίτρων, όπως και στο Panigale, εκτείνεται κάτω από τη σέλα, με διαφορετικό ελαφρώς σχεδιασμό σε εκείνο το σημείο προκειμένου να ταιριάξει η σέλα με το περισσότερο αφρώδες. Μπροστά, εκεί που δεν υπάρχει καύσιμο, χρησιμοποιήθηκε ο χώρος για να φιλοξενηθούν όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα και η μπαταρία.

Ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός συμπεριλαμβάνει, όπως είναι αναμενόμενο, όλη την αφρόκρεμα του είδους χάρη στην IMU των έξι αξόνων, όπως το cornering ABS EVO (ίδιο με του Panigale V4) τριών επιπέδων, το traction control (DTC EVO2) οκτώ σταδίων που είναι αυτό που χρησιμοποιεί η Ducati στα MotoGP και τα Superbikes με επέμβαση στην ανάφλεξη και την τροφοδοσία, το slide control (DSC) που συνεργάζεται με το DTC και ελέγχει το ποσοστό της πλαγιολίσθησης σε δύο επίπεδα, το wheelie control (DWC EVO) που περιορίζει την ανύψωση του μπροστινού τροχού και το power launch (DPL) που βοηθά στις γρήγορες εκκινήσεις και ρυθμίζεται σε τρία επίπεδα. Για την προστασία του συμπλέκτη, το σύστημα επιτρέπει συγκεκριμένο αριθμό γρήγορων εκκινήσεων, ενώ απενεργοποιείται αυτόματα όταν κουμπώσει η τρίτη σχέση στο κιβώτιο ή όταν φτάσει στη μέγιστη ταχύτητα της εκκίνησης. Επιπλέον, το Streetfighter διαθέτει quickshifter up/down (DQS EVO2) που λαμβάνει υπόψη του και την κλίση της μοτοσυκλέτας για τις αλλαγές, αλλά και σύστημα ελέγχου φρένου του κινητήρα (EBC EVO) τριών επιπέδων, το οποίο είναι ενσωματωμένο στα διαφορετικά riding modes της μοτοσυκλέτας (Race, Sport, Street). Τα δύο πρώτα modes έχουν διαφορετική απόκριση αλλά την ίδια μέγιστη απόδοση στα 208 άλογα, ενώ το Street mode έχει μέγιστη απόδοση στους 155 ίππους και ακόμη πιο γραμμική απόκριση.

Με το Streetfighter V4, η Ducati θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για τα σκήπτρα της κατηγορίας και ήδη από τώρα οραματιζόμαστε το επερχόμενο συγκριτικό των super naked…

Το άρθρο συνοδεύεται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό στο Gallery

Ετικέτες

Η Suzuki βγάζει GSX500 στην Κίνα! Γιατί είναι σημαντικό μοντέλο και ποια είναι η Haojue

Θα ξυπνήσουμε στο 1980!
Η Suzuki βγάζει GSX500 στην Κίνα! Γιατί είναι σημαντικό μοντέλο και ποια είναι η Haojue
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/7/2025

Ασχέτως τι προσπαθεί να πουλήσει το marketing ορισμένων από τις κινέζικες εταιρείες που έχουν έρθει εδώ, η αλήθεια είναι πως η μεγαλύτερη εταιρεία δικύκλων εντός Κίνας είναι η άγνωστη σε εμάς Haojue που έχει σχηματίσει κοινοπραξία με την Suzuki. Η Suzuki είναι επίσης ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής που έπραξε εκείνο που έχουμε πει στο MOTO πως είναι η κόκκινη γραμμή για ένα μέλλον όπου η Ευρωπαϊκή αγορά μοτοσυκλέτας περνά σε 2η μοίρα: Έδωσε λιγότερη βάση στην ανάπτυξη μοντέλων για την Ευρώπη, έναντι στις ασιατικές αγορές. Από επιχειρηματική άποψη ήταν το σωστό αν αναλύσει κανείς τα νούμερα - αυτή είναι δυστυχώς η αλήθεια. Η Suzuki βγάζει από τα μικρά δίκυκλα στην Κίνα ένα τεράστιο έσοδο που δεν γίνεται να ξεπεραστεί, ακόμη και οι μισοί από εμάς εδώ, ξεκινήσουμε να κυκλοφορούμε με Hayabusa. Που κατά επέκταση, είναι άλλος ένας λόγος για το γεγονός της εξαφάνισης του μοντέλου αυτού από την Ευρωπαϊκή αγορά για μία χρονική περίοδο, καθώς περίμεναν να εξισώσουν τις προδιαγραφές με την Ινδία όπου επίσης πωλείται πριν το ανανεώσουν. Η Hayabusa κατασκευάζεται στην Ιαπωνία αλλά υπάρχει και CKD γραμμή παραγωγής στην Ινδία και για να μην μπουν σε διπλά έξοδα, έκοψαν για λίγο το μοντέλο από την Ευρώπη, μέχρι να χρειαστεί να γίνουν οι αλλαγές και στην αγορά της Ινδίας.

Όλα αυτά εξηγούν το πόσο σημαντικό είναι να επιστρέφει μία μοτοσυκλέτα που ήταν κάποτε μία από εκείνες που εξέφραζαν το UJM, το Universal Japanese Motorcycle. Τον όρο δηλαδή που γέννησε ο αγγλικός Τύπος της εποχής για να περιγράψει τους νέους τότε κατασκευαστές που έμελλε να σκοτώσουν την Αγγλική βιομηχανία μοτοσυκλέτας.

Φωτογραφία που διέρρευσε μέσα από συνάντηση στελεχών, δείχνει πως η Haojue-Suzuki, ετοιμάζεται να βγάλει στην Κίνα το GSX500 ξυπνώντας μνήμες από την δεκαετία του ΄80.

Τότε βέβαια υπήρχε το GSX550 όπως και το φανταστικό GPz550 με το οποίο είχαν κόντρα. Τώρα μόνο το όνομα θα συνεχίσει η Suzuki καθώς δεν πρόκειται να κάνει την κίνηση για έναν πολύστροφο τετρακύλινδρο που θα βγάζει κοντά εξήντα ίππους πολύ ψηλά στο στροφόμετρο.

Το νέο GSX550 θα είναι ένα μοντέλο με έναν δικύλινδρο εν σειρά που έχει αναπτύξει η Suzuki και μάλιστα το πρώτο από μία σειρά άλλων μοντέλων, ανάμεσά τους και ένα τύπου On-Off.

Η Suzuki βγάζει GSX500 στην Κίνα! Γιατί είναι σημαντικό μοντέλο και ποια είναι η Haojue
Το πρώτο βήμα για επέκταση της πετυχημένης συνεργασίας και εκτός Κίνας και ταυτόχρονα προάγγελος ενός V-Strom 500!

Για άλλους λόγους είναι πολύ σημαντική αυτή η κίνηση. Διότι αποδεικνύει αυτό που λέμε εδώ και καιρό, την δημιουργία μοτοσυκλετιστικής κουλτούρας στην κινέζικη αγορά.

Για να μπει στην διαδικασία η Haojue-Suzuki που παράγει 3 εκατομμύρια μικρά δίκυκλα, από σκούτερ και τρίκυκλα μέχρι παπιά και μικρές μοτοσυκλέτες, να φτιάξει κάτι πιο εξελιγμένο, σημαίνει πως υπάρχει τοπική ζήτηση καθώς δεν ασχολείται -ακόμη- με εξαγωγές.

Ήδη η αγορά της Κίνας στην κατηγορία των άνω 500ων κυβικών έχει αρχίσει να προσπερνά την Ευρώπη και είναι ο λόγος που οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές τους άνοιξαν την πόρτα εδώ. Δεν ξέρω αν το ακούτε για πρώτη φορά, αλλά οι Κινέζοι δεν ήρθαν εδώ έτσι απλά, προσκλήθηκαν από τους Ευρωπαίους με στόχο να μπουν και εκείνοι στην αγορά τους. Ο λόγος; Ελπίζουν σε ένα μικρό ποσοστό εκεί. Όλα δείχνουν πως μπορούν εύκολα οι Κινέζοι να φτάσουν τα 2 εκατομμύρια μεσαίες και μεγάλες μοτοσυκλέτες τα επόμενα χρόνια, μέσα σε μία αγορά που αγγίζει κατά διαστήματα τα 20 εκατομμύρια δίκυκλα. Τα 2 εκατομμύρια είναι ένα τεράστιο νούμερο, πολλαπλάσιο του μεγέθους της Ευρώπης και μπορεί να υποστηρίξει αντίστοιχα νούμερα εξέλιξης.

Η Haojue-Suzuki μπαίνει λοιπόν στην κατηγορία των 500ων με κάτι πιο εξελιγμένο και όχι με ένα απλό μοντέλο για την τοπική αγορά, γιατί βλέπει αυτό το μέλλον να έρχεται. Μάλιστα κάνει το βήμα μόνο όταν υπάρχει ήδη αγοραστικό κοινό, δηλαδή όταν η αλλαγή της αγοράς έχει ξεκινήσει. Άλλες εταιρείες, όπως η CFMOTO ξεκίνησαν ελπίζοντας να γίνει αυτό το βήμα, και έπεσαν μέσα κάνοντας την διαφορά. Η Haojue-Suzuki είχε ήδη το όνομα και ένα τεράστιο πελατολόγιο, στο μέλλον θέλει να βρει και την χάρη στις μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες.

Το GSX550 θα είναι επίσης ένα από τα πρώτα μοντέλα που θα φτιάχνει το οποίο μπορεί να έχει ευρωπαϊκή πορεία. Ιδιαίτερα αν δούμε και ένα V-Strom 500 με αυτόν τον κινητήρα, τώρα που δεν θα υπάρχει 650, μόλις λίγα στοκ παραμένουν πλέον διαθέσιμα.

Με την κατηγορία αυτή να πιέζεται πολύ τιμολογιακά, το Made in Japan V-Strom 800 μπορεί να παίξει τον ρόλο του ενδιάμεσου ανάμεσα σε ένα μικρότερο που θα φτιάχνεται στην Κίνα και ένα μεγαλύτερο που συνεχίζει από την Ιαπωνία.

Το GSX550 θα το δούμε τον Σεπτέμβριο να εμφανίζεται σε μία σημαντική εμπορική Έκθεση και θα είναι διαθέσιμο από τον Οκτώβριο στην τοπική αγορά. Δεν είναι δύσκολο να γίνει απευθείας και ευρωπαϊκό λανσάρισμα, ιδιαίτερα από την στιγμή που η Kawasaki θα έχει στις αρχές του νέου έτους, έτοιμο το KLE500.

Όπως έχω πει πολλές φορές Suzuki και Kawasaki κοιτούν ο ένας τον άλλο και προχωρούν με κοινά βήματα. Το έκαναν αυτό πριν από την μεταξύ τους συνεργασία, η οποία βασίστηκε ακριβώς σε αυτή την σχέση, και το κάνουν και τώρα. Οι Ιάπωνες κινούνται σε δύο παράλληλους άξονες, τον Honda-Yamaha και τον Suzuki-Kawasaki και δεν αποκλείεται να βλέπουμε το πρώτο βήμα στην απάντηση της Suzuki να πιάσει το άλμα που σκοπεύει να κάνει η Kawasaki με το προσιτό οικονομικά KLE500 που θα κατασκευάζει στην Ταϊλάνδη. Απλά θυμηθείτε όταν γίνει, πως πρώτη φορά το διαβάσατε εδώ.

GSX550 λοιπόν τον Οκτώβριο, με πρώτη εμφάνιση σε Εκθέσεις, στα μέσα Σεπτεμβρίου.

Ετικέτες