Intermot 2018: Aprilia 2019

Χατ τρικ της Aprilia!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

9/10/2018

Η Aprilia δεν έμεινε άπραγη όλο αυτό το διάστημα και στην Intermot έδειξε τρία από τα πιο εμπορικά της μοντέλα με σημαντικές αναβαθμιστικές πινελιές. Τόσο το Tuono V4 Factory, όσο το RSV4 RR αλλά και το Shiver 900 απέκτησαν μικρές ή μεγάλες προσθήκες και βελτιώσεις, χωρίς πάντως κανένα από τα τρία να χαρακτηρίζεται ως ένα ριζικά αλλαγμένο μοντέλο.


Το Shiver 900 είχε ήδη παρουσιαστεί ως μοντέλο του 2018, με κυριότερη αλλαγή, φυσικά, αυτή του κινητήρα του και την αλλαγή κατηγορίας από τα 750 στα 900 κυβικά. Πέρα από την αύξηση της ιποοδύναμης και της ροπής, το Shiver είχε αποκτήσει και μια καινούργια ECU από την Marelli –την 7SM- και για του χρόνου απέκτησε τα τελευταίο update για την συγκεκριμένη μονάδα, που έχει ως στόχο την βελτιστοποίηση της κατανάλωσης και την πιο γραμμική απόδοση. Τα έμβολα έχουν αντιτριβική επίστρωση, ενώ τα μπεκ έχουν διαφορετική ρύθμιση για πιο αποδοτικό ψεκασμό και κατά συνέπεια πιο αποδοτική καύση.


Σε ό,τι αφορά το Tuono V4, η πιο "ηχηρή" βελτίωση είναι η προσθήκη των ημιενεργητικών αναρτήσεων! Σύμφωνα με την Aprilia η έκδοση Factory είναι αυτή που θα εφοδιαστεί με τις νέες αναρτήσεις, οι οποίες εξελίχθηκαν από κοινού με την Öhlins αποκλειστικά για την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Όπως λοιπόν αναφέρει το εργοστάσιο, η τεχνολογία που διαθέτουν οι EC 2.0 –όπως είναι η κωδική ονομασία των αναρτήσεων- θα επιτρέπει την ρύθμισή του πιρουνιού και του αμορτισέρ με πολύ απλό τρόπο μέσω δύο επιλογών: ημιενεργητικής και manual λειτουργίας, η επιλογή των οποίων θα γίνεται από ένα κουμπί στα χειριστήρια. Θα υπάρχουν τρία modes τα οποία θα μπορεί να επιλέξει ο αναβάτης (Track, Sport και Road) και στην ημιενεργητική επιλογή θα ρυθμίζεται η λειτουργία τους από τα δεδομένα που θα παίρνει η EC2.0 από την ECU της μοτοσυκλέτας σε πραγματικό χρόνο.

Στην επιλογή manual, τα τρία riding modes θα προσφέρουν ένα πλήθος προκαθορισμένων ρυθμίσεων χωρίς όμως την ημιενεργητική λειτουργία, όπως μια ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενη ανάρτηση. Τόσο η επιλογή "semi-active" όσο και η "manual" επιτρέπουν στον αναβάτη να κάνει τις δικές του ρυθμίσεις και στα τρία riding modes, ανάλογα με τις προτιμήσεις του και το οδηγικό του στιλ. Ηλεκτρονικά ελέγχεται και το σταμπιλιζατέρ του τιμονιού από την Öhlins, ενώ προσφέρει κι αυτό πλήρη ελευθερία ρυθμίσεων προκειμένου να το φέρει ο αναβάτης στα μέτρα και να συνεργαστεί άριστα με τις ημιενεργητικές αναρτήσεις. Το OBTi (Objective Based Tuning Interface), είναι το καινούργιο interface στην TFT οθόνη των 4,3'' του Tuono για τις ημιενεργητικές αναρτήσεις, που κάνει ακόμη πιο εύκολες τις ρυθμίσεις από τον αναβάτη. Μπορεί να ρυθμίσει το πώς θα συμπεριφέρονται στις επιταχύνσεις ή στα φρεναρίσματα με απλό και γρήγορο τρόπο, ενώ τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά βοηθήματα παρέμειναν ως είχαν και την προηγούμενη γενιά της μοτοσυκλέτας.


Το τρίτο και τελευταίο μοντέλο που δέχτηκε τις πινελιές της αναβάθμισης και παρουσιάστηκε στην Intermot, ήταν το superbike RSV4 RR. Η πιο εμφανής –οπτικά- διαφορά είναι τα γραφικά, με το λογότυπο της Aprilia να εγκαταλείπει το κόκκινο χρώμα και να αποκτά μια γκρι απόχρωση, ενώ κατάμαυρη είναι πλέον η ουρά, χωρίς καμία κόκκινη λεπτομέρεια. Οι κόκκινες ζάντες παρέμειναν αλλά τώρα διαθέτουν νέους δίσκους πάχους 5mm με monoblock δαγκάνες Μ50 της Brembo. Στα ενδότερα του κινητήρα υπάρχουν πλέον πιο ελαφριά έμβολα με νέα ελατήρια για μείωση των απωλειών της συμπίεσης, ενώ οι μπιέλες έχουν υποστεί κατεργασία για μείωση της τριβής. Για πρώτη φορά υπάρχει επίσης η δυνατότητα στο RSV4 για διασύνδεση με smartphone και κατέβασμα των στοιχείων της τηλεμετρίας της μοτοσυκλέτας, μαζί με δυνατότητα για φωνητικές εντολές και διαχείριση κλήσεων από την TFT οθόνη. Μάλιστα, όπως αναφέρουν από την Aprilia, χάρη στο νέο πρωτόκολλο επικοινωνίας που διαθέτουν, η διασύνδεση δεν απορροφά μεγάλα ποσά ενέργειας από την μπαταρία του κινητού. Φυσικά, το RSV4 συνοδεύεται από ένα πλήρες πακέτο ηλεκτρονικών βοηθημάτων όπως το wheelie control, το launch control, quickshifter και cruise control!

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.