Royal Enfield GT 650 & Interceptor 650 2019 στην EICMA 2018

Εφοδιασμένα με τον νέο δικύλινδρο κινητήρα
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

8/11/2018

Τα νέα μοντέλα της Royal Enfield έκαναν το ντεμπούτο τους στην EICMA, εξοπλισμένα με το δικύλινδρο κινητήρα, που έχει μεγάλη σημασία για την ινδική εταιρεία, καθώς αποτελεί τον πρώτο που κατασκευάστηκε στο νέο τμήμα έρευνας και εξέλιξης και βρίσκεται στην Αγγλία, ενώ λειτουργεί από το 2015 (περισσότερες πληροφορίες για το τμήμα μπορείτε να βρείτε εδώ). Ο νέος δικύλινδρος, αεροελαιόψυκτος κινητήρας των 648 κυβικών έχει έναν επικεφαλής εκκεντροφόρο (με την καδένα από την οποία παίρνει κίνηση κεντρικά τοποθετημένη) που ελέγχει τις τέσσερις βαλβίδες του κάθε κύλινδρου. Επίσης έχει έναν αντικραδασμικό άξονα αντίθετης φοράς με αυτή του στροφάλου των 270ο, αποσκοπώντας στην μείωση των κραδασμών, ενώ τόσο κατά τη λειτουργία του όσο και στον τρόπο απόδοσης της δύναμής του, θυμίζει V2. Ο λόγος της συμπίεσης είναι χαμηλός με αναλογία 9,5:1, με την εταιρεία να αναφέρει πως έγινε εσκεμμένα ώστε να μπορεί να λειτουργήσει ακόμη και με χαμηλής ποιότητας καύσιμο, που υπάρχει κυρίως στην Ινδία, ενώ η ίδια δεν στόχευε στην επίτευξη των υψηλών επιδόσεων.

Επίσης είναι ο πρώτος κινητήρας της εταιρείας, εξοπλισμένος με εξατάχυτο κιβώτιο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα μοντέλα της που είναι εφοδιασμένα με πεντατάχυτο κιβώτιο και εστιάζουν περισσότερο στην ινδική αγορά. Ο συμπλέκτης είναι μονόδρομος και υποβοηθούμενος, ελαχιστοποιώντας τα μπλοκαρίσματα του πίσω τροχού κατά τη διάρκεια των απότομων κατεβασμάτων και προσφέροντας ελαφριά αίσθηση στην μανέτα ώστε να μην κουράζει μέσα στην πόλη. Οι επιδόσεις του ανέχροχνται στους 47 ίππους στις 7.250 στροφές, ενώ τα 5,3 χιλιογραμμόμετρα ροπής αποδίδονται στις 5.250, με το 80% της μέγιστης τιμής να εμφανίζεται νωρίς, από τις 2.500 στροφές, προσφέροντας έτσι στον αναβάτη άμεσες επιταχύνσεις.

Σχεδιαστικά το GT 650 αποτελεί την café racer πρόταση της εταιρείας, αποτελώντας ένα απ' τα πιο πιστά αντίγραφα των race replica της δεκαετίας του ’50, με την πιο εμφανή διαφορά να βρίσκεται στο σύστημα πέδησης, το οποίο είναι κοινό στις δύο εκδόσεις και αποτελείται απ’ τον μεγάλο πλευστό δίσκο 320mm μπροστά με τη δαγκάνα δύο εμβόλων της Bybre (που είναι η θυγατρική της Brembo), ενώ πίσω έχει έναν πλευστό δίσκο 240mm με δαγκάνα ενός εμβόλου της ίδια εταιρείας. Τέλος, το σύστημα ολοκληρώνεται από το δικάναλο ABS της Bosch που είναι υπεύθυνη και για τον ηλεκτρονικά ελεγχόμενο ψεκασμό του κινητήρα.

Όσον αφορά τους τροχούς, οι δύο εκδόσεις είναι εξοπλισμένες με τα Phantom Sportcomp της Pirelli, πάνω στις 18αρες ζάντες με τα αλουμινένια στεφάνια και τις 36 ακτίνες, που υπερτονίζουν τον κλασσικό σχεδιασμό των μοντέλων. Αντίστοιχα, μοιράζονται τις ίδιες αναρτήσεις που αποτελούνται από ένα τηλεσκοπικό πιρούνι διαδρομής 110mm και διαμέτρου 41mm, ενώ πίσω έχουμε δύο αμορτισέρ με θάλαμο εκτόνωσης και τη δυνατότητα ρύθμισης της προφόρτισης σε πέντε θέσεις. Το πλαίσιο είναι ατσάλινο σωληνωτό δύο δοκών, με τις διαστάσεις να διαφοροποιούνται ελάχιστα, και το μεταξόνιο του Interceptor να είναι 2mm μεγαλύτερο του GT φτάνοντας τα 1.400mm, ενώ η γωνία κάστερ είναι 24ο μοιρών, συνδυάζοντας όμορφα την ευκολία στην αλλαγή κατεύθυνσης αλλά και την σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες, αν και αυτό αυτό είναι κάτι το οποίο θα χρειαστεί να διαπιστώσουμε και στην πράξη.

Ακολουθεί πλούσιο gallery με φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης

Μια ακόμη διαφορά μεταξύ των δύο εκδόσεων, πέραν της σχεδίασης, βρίσκεται και στο ρεζερβουάρ, όπου στο GT είναι 12,5 λίτρα ενώ στο Interceptor είναι 13,7 λίτρα. Όσον αφορά το βάρος τους οι δύο εκδόσεις έχουν διαφορά τεσσάρων κιλών μεταξύ τους, με την café racer να είναι η ελαφρύτερη.

Η Royal Enfield εναποθέτει τις φιλοδοξίες της στα νέα μοντέλα για μια επιτυχημένη είσοδο στην παγκόσμια αγορά, καθώς έχει επενδύσει πολύ χρόνο για τον σχεδιασμό και εξέλιξή τους, εξοπλίζοντας τον κλασσικό κινητήρα με σύγχρονες τεχνολογίες, ενώ φροντίζει να το γνωστοποιήσει σε όλο τον κόσμο, δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στους ανθρώπους που το σχεδίασαν. Στο άρθρο που έχουμε γράψει για το νέο της τμήμα στην Αγγλία αναφερθήκαμε ονομαστικά σε δύο πρόσωπα που παλιότερα είχαν συνεργαστεί με την Triumph. Ο Simon Warburton ξεκίνησε την καριέρα του ως σχεδιαστής πλαισίων και μετέπειτα εντρύφησε στον σχεδιασμό κινητήρων, εφόδια που τον έκανα να ηγηθεί της στρατηγικής της Triumph στην Αγγλία.

Από το 2015 –που άνοιξε το R&D τμήμα- εργάζεται για την Royal Enfield και αποτελεί ιδρυτικό μέλος του τμήματος. Περνά αρκετό χρόνο τόσο στο R&D στην Αγγλία όσο και στην Chennai στην Ινδία, ηγούμενος μια ομάδας μηχανικών, τεχνικών και αναλυτών που ξεπερνά τα 250 άτομα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιβλέπει την πορεία της εξέλιξης των νέων μοντέλων αλλά και την παραγωγή τους που γίνεται στο εργοστάσιο της Ινδίας. Με αυτόν τον τρόπο περνάει όλη την εμπειρία που έχει στην κατασκευή μοτοσυκλετών σε όλα τα στάδια της δημιουργίας τους, προσφέροντας έτσι στην Royal Enfield μια ανώτερη ποιότητα κατασκευής και τεχνολογία για τα νέα της μοντέλα.

Ο Mark Wells αποτελεί τον δεύτερο άνθρωπο-κλειδί τόσο για την δημιουργία των νέων μοντέλων όσο και για την πορεία τους στην παγκόσμια αγορά, καθώς είναι επικεφαλής του βιομηχανικού σχεδιασμού και της στρατηγικής για την πορεία των προϊόντων στην παγκόσμια αγορά. Ξεκίνησε να εργάζεται για την Royal Enfield πριν από μια τριετία αντίστοιχα όπως ο Simon Warburton, ενώ η σχέση του με την εταιρεία ξεκίνησε από παλιότερα. Συγκεκριμένα, τελειώνοντας τις σπουδές του πάνω στο Transportation Design στο πανεπιστήμιο του Northumbria, ίδρυσε με τον συμφοιτητή του Ian Wride την Xenophya Design το 2001. Τότε προέκυψε και η πρώτη συνεργασία του με την Royal Enfield σχεδιάζοντας διάφορες μοτοσυκλέτες όπως τα Classic 500/350 και Continental GT535, ενώ συνεργάστηκε και με την Triumph για τον σχεδιασμό διάφορων μοντέλων της. Τώρα παραδίδει τα νέα GT 650 και Interceptor 650 με την σχεδιαστική του πινελιά, ενώ όντας υπεύθυνος για την πορεία τους στην παγκόσμια αγορά, καθιστά πιο ανταγωνιστική την Royal Enfield.

 

Τέλος, ο CEO της εταιρείας Siddhartha Lal, έλαβε μέρος τόσο στην παρουσίαση των δύο μοντέλων στην EICMA, όσο και στην φωτογράφισή τους, γεγονός που αποδεικνύει πόσο πολύ πιστεύει σε αυτά τα μοντέλα, ενώ σε δηλώσεις του ανέφερε πως οι δοκιμές τους, τόσο σε πραγματικές συνθήκες όσο και στο δυναμόμετρο έχουν ξεπεράσει το 1.000.000 χιλιόμετρα, υπερτονίζοντας έτσι την ποιότητα κατασκευής τους. Το μόνο που μένει είναι να τις δούμε και να τις δοκιμάσουμε για να διαπιστώσουμε αν θα είναι αντάξιες των προσδοκιών που μας δημιούργησε η Royal Enfield.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                     Royal Enfield GT650 / Interceptor  650

Αντιπρόσωπος:

MUVUS Α.Ε.

Τιμή:

Αναμένεται

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.122

Ύψος (mm):

1.024 / 1.165

Μεταξόνιο (mm):

1.398 / 1.400

Απόσταση από το έδαφος (mm):

174

Ύψος σέλας (mm):

744 / 804

Ίχνος (mm):

105 / 106

Γωνία κάστερ (˚):

24

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό δύο δοκών

Πλάτος (mm):

744 / 789

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

198 / 202 / -

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

12,5 / 13,7

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, αεροελαιόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά 270ο με 1 ΕΕΚ και 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

78 x 67,8

Χωρητικότητα (cc):

648

Σχέση συμπίεσης:

9:5,1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

47/7.250

Ροπή (kg.m/rpm):

5,3/5.250

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

72,5

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός της Bosch

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 2

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος μονόδρομος και υποβοηθούμενος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα /-

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Δύο αμορτισέρ με θάλαμο αποσυμπίεσης αερίων

Διαδρομή (mm):

88

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση 5 θέσεων

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

18”

Ελαστικό:

130/70-18

ΦΡΕΝΟ

Ένας πλευστός δίσκος 240mm, με δαγκάνα ενός εμβόλου της Bybre

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

41/110

Ρυθμίσεις:

Δ.Α.

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

18”

Ελαστικό:

100/90-18

ΦΡΕΝΟ

Ένας πλευστός δίσκος 320mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων της Bybre

 

Ετικέτες

EICMA: Moto Morini Corsaro GT 2026 – Ξανά στο Μιλάνο η δικύλινδρη crossover [Gallery]

Ισχυρότερη από τα δικύλινδρα 600-700 της κατηγορίας με 95 ίππους – Με σύστημα παρατήρησης τυφλού σημείου
Moto Morini Corsaro GT 2026 EICMA
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

5/11/2025

Το Moto Morini Corsaro GT που παρουσιάστηκε πέρσι στο Μιλάνο έδωσε και πάλι το “παρών” στο περίπτερο της εταιρείας αναμένοντας ακόμη την ημέρα που θα περάσει στη μαζική παραγωγή ως μία από τις πιο ελκυστικές σχεδιαστικά προτάσεις στις μεσαίες crossover.

Όπως γνωρίζουν πολύ καλά οι αναγνώστες του περιοδικού που έχουν διαβάσει και τη συνέντευξη του γενικού διευθυντή της εταιρείας Alberto Monni, η Moto Morini κάνει τα πράγματα πολύ διαφορετικά από άλλες ευρωπαϊκές που ανήκουν πλέον σε κινέζικο όμιλο. Για να το θέσουμε όπως αρμόζει στην περίπτωση το όνομα της Moto Morini δεν είναι απλά ένα αυτοκόλλητο σε μια μοτοσυκλέτα που κατασκευάζεται στην Κίνα. O ιστορικός κατασκευαστής, ο οποίος ανήκει από το 2018 στο Zhongneng Vehicle Group, έχει την έδρα του στην Ιταλία εκεί όπου σχεδιάζει ο ίδιος της μοτοσυκλέτες της γκάμας του, με δικό του προσωπικό, ενώ ο ίδιος πραγματοποιεί και την εξέλιξή τους.

Το Corsaro GT που αναμένεται να περάσει στην παραγωγή φέτος είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φιλοσοφίας και κερδίζει και φέτος το ενδιαφέρον των επισκεπτών της έκθεσης, ως μία από τις πιο ελκυστικές μεσαίου κυβισμού crossover.

Moto Morini Corsaro GT 2026

Σχεδιασμένο από τον πρώην διευθυντή σχεδίασης της MV Agusta, Adrian Morton, το Corsaro GT είναι το πιο τουριστικό μοντέλο της πλατφόρμας και τοποθετείται δίπλα στο γυμνό και το σπορ μοντέλο της ομώνυμης οικογένειας, με τα οποία μοιράζεται τον V2 κινητήρα με την περιεχόμενη γωνία των 90 μοιρών, το πλαίσιο, το πιρούνι και το αλουμινένιο ψαλίδι του, ενώ έχει μισό φαίρινγκ, διαφορετική σέλα και διαφορετική, πιο όρθια θέση οδήγησης.

Το ανεστραμμένο πιρούνι είναι πλήρως ρυθμιζόμενο με καλάμια στα 43 χλστ. και το αμορτισέρ με το μοχλικό ρυθμίζεται σε προφόρτιση ελατηρίου. Η διαδρομή του πίσω τροχού είναι ίδια με του γυμνού Corsaro και του Sport, στα 145 χλστ., ενώ 145 χλστ. είναι και η διαδρομή του πιρουνιού. Στα φρένα έχουμε δίσκους 320 χλστ. και ακτινικά τοποθετημένες μονομπλόκ δαγκάνες της Brembo τεσσάρων εμβόλων.

Ο V2 κινητήρας των 749 κ.εκ. αποδίδει 95 ίππους και 7,5 kg.m ροπής στις 9.500 και 7.000 σ.α.λ. με τη μοτοσυκλέτα να ζυγίζει 205 κιλά χωρίς υγρά. Το ρεζερβουάρ έχει χωρητικότητα 18 λίτρων, η σέλα απέχει από το έδαφος 840 χλστ. και το μεταξόνιο των 1.500 χλστ. θέλει να συνδυάζει ευελιξία στις χαμηλές ταχύτητες και σταθερότητα στις υψηλότερες.

Το Corsaro GT έχει καλό επίπεδο εξοπλισμού με full LED φωτιστικά σώματα, TFT οθόνη με ενσωματωμένο σύστημα πλοήγησης και συνδεσιμότητα, Cornering ABS και ρυθμιζόμενη ζελατίνα, ενώ στον εξοπλισμό περιλαμβάνεται και σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου. Η μοτοσυκλέτα θα έπρεπε να βρίσκεται στις ευρωπαϊκές εκθέσεις από τον περασμένο Ιούλιο, σύμφωνα με όσα μας είχε πει ο Monni στο τεύχος #663. Το χρονοδιάγραμμα δεν τηρήθηκε και εμείς θα σας ενημερώσουμε για τις προθέσεις της Moto Morini με την πρώτη ευκαιρία που θα βρούμε να μιλήσουμε μαζί τους εδώ στο Μιλάνο.