Suzuki: Νέες πατέντες για ηλεκτρικό σκούτερ!

Στρέφεται προς το λίθιο πέρα απ’ το υδρογόνο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

29/4/2020

Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, διάφορες εταιρείες μοτοσυκλετών έχουν επενδύσει αμέτρητα ποσά στην έρευνα και εξέλιξη ηλεκτρικών μοντέλων, καθώς αυτή είναι η τεχνολογία του μέλλοντος – πάντα με βάση τα λεγόμενά τους. Από τις πιο πρόσφατες προσπάθειες για δημιουργία ηλεκτρικών μοτοσυκλετών υψηλών επιδόσεων μαζικής παραγωγής, ήταν η Harley Davidson με την LiveWire, περνώντας όμως πρώτα μια ταραχώδη σχέση με την Alta Motors, η οποία έληξε εκρηκτικά δημιουργώντας το R&D τμήμα της H-D στο Silicon Valley.

Ο κινητήρας της LiveWire τροφοδοτείται με ρεύμα από μια μπαταρία λιθίου όπως συμβαίνει και με τα περισσότερα ηλεκτρικά μοντέλα. Η Suzuki, όπως και η Harley, έχει επενδύσει αρκετά στην έρευνα και ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης εδώ και πολύ καιρό. Όμως, ο τρόπος προσέγγισης της Suzuki στην τροφοδοσία των ηλεκτρικών κινητήρων της με ρεύμα ήταν πολύ διαφορετικός, καθώς ανέπτυξε την τεχνολογία κυψελών καυσίμου με χρήση υδρογόνου, αποφεύγοντας την χρήση μπαταριών λιθίου. Πίσω στο 2007, μας είχε παρουσιάσει το Crosscage, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα είδαμε το Suzuki Burgman Fuel Cell που υιοθετούσε την ίδια φιλοσοφία με κυψέλες υδρογόνου. Μάλιστα, το Burgman εκείνη την εποχή είχε λάβει και πανευρωπαϊκή έγκριση τύπου για την κυκλοφορία του, ενώ πριν από τρία χρόνια ξεκίνησε η 18μηνη δοκιμή του απ’ την Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου.

Παρά λοιπόν τη μέχρι τώρα εξειδίκευση που μπορούμε να πούμε ότι έχει η Suzuki στις κυψέλες υδρογόνου, το εργοστάσιο απ’ το Hamamatsu φαίνεται πως εξετάζει και εξελίσσει και άλλες μεθόδους τροφοδοσίας των ηλεκτρικών κινητήρων. Ένας από τους λόγους που έχει στραφεί σε αυτό, αφορά τη μεταφορά και την αποθήκευση του υδρογόνου – ένας τομέας στον οποίο η Kawasaki έχει επενδύσει ιδιαίτερα. Όπως είχαμε γράψει και στο πρόσφατο παρελθόν, η “Πράσινη” εταιρεία δεν έχει δημιουργήσει μόνο τη πρώτη βιομηχανική μονάδα υγροποίησης υδρογόνου της Ιαπωνίας, αλλά και το πρώτο τάνκερ ικανό να το μεταφέρει. Έτσι, η μεταφορά και η αποθήκευση του υδρογόνου έχει γίνει πιο οικονομική και εύκολη, ωθώντας μας πιο κοντά στην χρήση του ως καύσιμο. Ένας ακόμη λόγος είναι το κόστος παραγωγής των ειδικά κατασκευασμένων ρεζερβουάρ υδρογόνου των αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, που ακόμη και σήμερα παραμένει αρκετά υψηλό. Μέχρι να λυθούν αυτά τα θέματα, έχουμε ακόμη δρόμο και γι' αυτό η Suzuki στράφηκε στη δημιουργία ενός ηλεκτρικού σκούτερ χαμηλών επιδόσεων με μπαταρία λιθίου, το οποίο προορίζεται για την ινδική αγορά.

Τελείως "σπαρτιάτικο", διαθέτει ένα πλαίσιο από ατσάλινους σωλήνες τετράγωνης διατομής, συμβατικό πιρούνι, δύο αμορτισέρ (χωρίς δοχείο εκτόνωσης) με τον κινητήρα να βρίσκεται πίσω απ’ τα πόδια του αναβάτη και την μετάδοση στον πίσω τροχό να γίνεται πιθανότατα μέσω ιμάντα - όχι άμεσα στον άξονά του όπως συμβαίνει με την Vespa Elettrica. Η μπαταρία είναι τοποθετημένη κάτω απ’ τη σέλα με στόχο την ταχύτατη αφαίρεσή της – είτε για επαναφόρτιση είτε για αντικατάσταση με μια γεμάτη από κάποιο σταθμό φόρτισης όπως της ionex. Οι πατέντες εστιάζουν στην ενίσχυση του πλαισίου με αρκετά μέρη, αποτελούμενα από ατσάλινα πρεσσαριστά τμήματα, τα οποία αναφέρεται ότι αποτελούν μια απ’ τις οικονομικότερες λύσεις.

Από τον μινιμαλιστικό εξοπλισμό μέχρι την παντελώς σπαρτιάτικη και αδιάφορη εμφάνιση, γίνεται ξεκάθαρο πώς η Suzuki στοχεύει να δημιουργήσει ένα πολύ ανταγωνιστικό σε τιμή ηλεκτρικό σκούτερ. Όπως αναφέραμε προορίζεται για την ινδική αγορά, όντας όμως ηλεκτρικό η Suzuki δεν χρειάζεται να πονοκεφαλιάζει για το αν θα πληροί τις εκπομπές ρύπων της εκάστοτε αγοράς, οπότε υπάρχει το ενδεχόμενο να του δούμε και στην Ευρώπη. Μπορεί να μην ενθουσιάζει,όμως οι πρώτες πληροφορίες αναφέρουν πώς η τελική του θα φτάνει τα 65km/h – όσα και η Elettrica – και αν το κόστος είναι αρκετά χαμηλό, τότε θα αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα εναλλακτική.

 

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.