Zündapp ZXA Adventure 530: Άλλη μία αναβίωση ονόματος μέσω Κίνας

Πωλείται στην Γερμανία για 7.500 Ευρώ
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/10/2022

Η Γερμανική αγορά δεν αγαπά τις μικρομεσαίες Adventure μοτοσυκλέτες, λατρεύει όμως την αναβίωση ονομάτων και ειδικά ενός ιστορικού ονόματος όπως η Zündapp.

Ταυτόχρονα η αναβίωση ονομάτων με την πρακτική του ντυσίματος αυτοκόλλητων σε μία κινέζικης κατασκευής μοτοσυκλέτα, είναι και ο ποιο εύκολος τρόπος για έναν κινέζο κατασκευαστή να εισέλθει στην Ευρωπαϊκή αγορά. Αντίστοιχα και ένας Ευρωπαίου εμπόρου, να πουλήσει στο μαγαζί του μία κινέζικη μοτοσυκλέτα…

Την ίδια ώρα που οι Ευρωπαίοι θέλουν να μπουν στην αγορά της Κίνας που νομοθετικά και φορολογικά είναι πολύ πιο δύσκολο εγχείρημα, οι Κινέζοι κατασκευαστές κάνουν την απόβασή τους που έχει ενορχηστρωθεί από χρόνια προσπαθειών και έχει ήδη πετύχει τις πρώτες κατακτήσεις εδαφών. Έτσι κι αλλιώς έχουν πιο εύκολο έργο, καθώς το δυσκολότερο που έχουν να αντιμετωπίσουν είναι οι προδιαγραφές Euro5 και το υψηλό αντίτιμο της έγκρισης τύπου, αλλά τουλάχιστον δεν χρειάζεται να φτιάξουν ολόκληρο εργοστάσιο, όπως απαιτείται για τους Ευρωπαίους που θέλουν να μπουν στην Κίνα και θέλουν να αποφύγουν την εξοντωτική φορολόγηση.

Η Zündapp έχει επιλέξει την τακτική της αλλαγής ονόματος σε ένα υφιστάμενο μοντέλο της Κινέζικης αγοράς το οποίο στην προκειμένη περίπτωση είναι το MG500 της MOTRAC Motorcycles. Είναι λοιπόν ένα παλαιότερο μοντέλο που πρώτη φορά είδαμε το 2016 και που από την πρώτη στιγμή αντέγραφε κατάφορα το Ducati Multistrada. Αν και κοιτώντας από κοντά με τα νέα χρώματα και τα κάγκελα, μπορείς να πεις πως το φετινό παράδειγμα που με το όνομα ZXA Adventure 530 και αυτοκόλλητο 530TT εμφανίστηκε στην INTERMOT, το κάνει καλύτερα.

Αυτό είναι το μοντέλο του Κινέζου κατασκευαστή σε μία νεότερη γενιά, αντίστοιχης του Zündapp. Το πρώτο του 2016 στο τέλος του άρθρου:

Αυτή την στιγμή η Zündapp έχει κλείσει μία πενταετία που εμπορεύεται μία γκάμα μικρών μοτοσυκλετών 50 και 125 κυβικών, τα οποία στην Γερμανία μπορούν να οδηγηθούν εδώ και πολύ καιρό με δίπλωμα αυτοκινήτου, περίπου με τις ίδιες προϋποθέσεις της εξίσωσης διπλωμάτων που ισχύουν και εδώ, ενώ ειδικά τα πενηντάρια σκούτερ στοχεύουν στους πιτσιρικάδες που στην Γερμανία είναι πανεύκολο να τα αποκτήσουν. Τώρα η Zündapp ανεβαίνει κατηγορία με το νέο Adventure 500, που όπως εξηγήσαμε μόνο νέο δεν είναι.

Το εργοστάσιο της Γερμανίας έχει σταματήσει από το 1984 να παράγει μοτοσυκλέτες και αναμεσά τους ορισμένα ιστορικά δίχρονα. Στο απόγειό της έφτασε ακριβώς πριν ξεσπάσει ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος πουλώντας 200.000 μονάδες ενώ είχε ξεκινήσει μόλις το 1917, στην αυγή δηλαδή του Α’ Παγκοσμίου. Με 2.000 εργάτες η Zündapp μπορεί να είχε γίνει ένας κορυφαίος Ευρωπαίος κατασκευαστής αν δεν μεσολαβούσε ο πόλεμος που έγινε βέβαια αιτία να δημιουργηθούν άλλες, πολύ γνωστές μάρκες τώρα, όπως η Ducati και η Honda, ορισμένα τρανταχτά παραδείγματα με την ιστορία αυτής της μεταστροφής να την έχουμε καταγράψει εδώ, ένα άρθρο που σύμφωνα με εσάς τους ίδιους, έχετε εκτιμήσει ιδιαίτερα.

Τα δικαιώματα της Zündapp έχουν αλλάξει χέρια περίπου την ίδια εποχή που έγινε εκ νέου η ανασύσταση με μοντέλα από την Κίνα, όμως το όνομα αυτό ποτέ δεν έσβησε πλήρως καθώς συντηρούνταν μία μεγάλη κοινότητα ιδιοκτητών και εμπόρων που συνέχιζε να εμπορεύεται ανταλλακτικά και να συντηρεί μακροσκελείς καταλόγους με κάθε τι που χρειάζεται κανείς για να κρατήσει την Zündapp που είχε, σε λειτουργική κατάσταση.

Σε αντίθεση λοιπόν με άλλα ιστορικά ονόματα που έπρεπε να βγουν από τον λήθαργο και να τα ξανά θυμηθεί ο κόσμος, η αγορά της Γερμανίας ποτέ δεν έσβησε με διπλή γραμμή το όνομα Zündapp από τον χάρτη της. Η προσπάθεια για μία μεσαία μοτοσυκλέτα γίνεται με το καλύτερο που έχει να προσφέρει η Κίνα. Δηλαδή έναν κινητήρα που έχει γίνει χιλιο-αντιγραφή από το CB500X και έχει κυκλοφορήσει από διάφορους κατασκευαστές. Ανάμεσά τους υπάρχουν και «συναρμολογητές – κατασκευαστές», δηλαδή τεράστιες αποθήκες που δεν κατασκευάζουν τα δικά τους εξαρτήματα αλλά προμηθεύονται διάφορα ανταλλακτικά από άλλους μεγάλους Κινέζους κατασκευαστές, όπως η Loncin, και ενώνοντας διάφορα εξαρτήματα βγάζουν το δικό τους μοντέλο. Το οποίο φυσικά πάντα θα εξαρτάται από την διαθεσιμότητα των υπόλοιπων προμηθευτών. Η Κινέζικη αγορά έχει να επιδείξει όλες τις περιπτώσεις, όπως και οι Ευρωπαίοι που κατασκευάζουν εκεί έχουν κι αυτοί ολότελα διαφορετική συνεργασία που διαφέρει από ζευγάρι σε ζευγάρι, κι έτσι κάθε περίπτωση καταλήγει διαφορετική. Παρόλο που ο κινητήρας αυτός, όπως είπαμε, έχει ξεκινήσει από αντιγραφή της Honda και έχει τεράστιες ομοιότητες με τόσα και τόσα άλλα μοντέλα με τελείως διαφορετικά ονόματα, η σύνθεσή του καταλήγει να μας δίνει κάτι νέο. Η περίπτωση της Zündapp λοιπόν είναι άλλη μία τέτοια περίπτωση που με τους παραπάνω τρόπους μας δίνει έναν -τελικά- γνώριμο δικύλινδρο 476 κυβικών με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και απόδοση 47,5 ίππων στις 8.500 στροφές με περίπου 4,5Kg.m ροπής στις 7.500 στροφές.

Όπως έχουμε πει στο MOTO πολλές φορές, οι Ιάπωνες κατασκευαστές όχι μόνο δεν αντιδρούν στην αντιγραφή ενός κινητήρα τους, διότι έτσι κι αλλιώς δεν γίνεται να κάνεις κάτι τέτοιο εντός Κίνας, μπορείς να το σταματήσεις μόνο εκτός, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Τις περισσότερες φορές πωλούν οι ίδιοι τα λεπτομερή σχέδια παλαιότερης γενιάς κινητήρων, διότι πολύ απλά γνωρίζουν πως η διαχείριση του κινητήρα είναι το δυσκολότερο πράγμα και πως αυτή η απόσταση δεν καλύπτεται εύκολα.

Εκείνο που πραγματικά κάνει εντύπωση και φέρνει κάτι νέο, κάτι που δείχνει πως η Zündapp ίσως να έχει βρει τον τρόπο να κάνει την διαφορά, είναι το βάρος. Η δική της έκδοση του CB500X, δεν ξεπερνά τα 200 κιλά με 18 λίτρα ρεζερβουάρ, τουλάχιστον κατά δική τους δήλωση. Με έδρα το Μόναχο και σταδιακή άνοδο στην γερμανική αγορά, η Zündapp δεν έχει περιθώριο για πισωγυρίσματα και πρέπει να κάνει προσεκτικά βήματα καθώς όσο ανεβαίνει σε κυβισμό, τόσο λιγότερο της συγχωρείται η φόρα του ονόματος και τόσο περισσότερο απαιτείται να υπάρχει άρτια κατασκευή και υποστήριξη.

Φαίνεται λοιπόν πως δεν βιάστηκε να φέρει στην Γερμανία μία μοτοσυκλέτα που υπήρχε ήδη στην γκάμα του Κινέζου κατασκευαστή αλλά προτίμησε να περάσει αυτή διάφορα στάδια εξέλιξης, να οριστικοποιηθεί με νέα υλικά και να εφαρμόσει τις εξελίξεις που εκεί, στην Κίνα, τρέχουν με πολύ υψηλό ρυθμό, πριν κάνει την κίνηση για το επόμενο βήμα στην γκάμα. Η τιμή της, απαλλαγμένη με πρόσθετους φόρους ταξινόμησης, όπως εδώ, και με 5% λιγότερο ΦΠΑ από ότι στην Ελλάδα, την ίδια στιγμή που η αγοραστική δύναμη στην Γερμανία είναι και μεγαλύτερη, την καθιστά κελεπούρι πριν κάποιος αρχίσει να στοχεύει σε πιο καίρια σημεία, όπως η αξιοπιστία η εύρεση ανταλλακτικών κτλ. Ζητήματα που επίσης στην συγκεκριμένη αγορά αντιμετωπίζονται διαφορετικά, ακριβώς γιατί το όνομα δεν εξαφανίστηκε πλήρως, όπως έγινε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Βασικότερο όμως προσόν για τους Γερμανούς, είναι πως την διακίνηση και την υποστήριξη του δικτύου, έχει αναλάβει η Karcher.

Στον τομέα της εμφάνισης δεν έχει επίσης αφήσει κάτι στην τύχη καθώς αντιγράφει το γενικά αποδεκτό Multistrada, ακριβώς όπως έχουν κάνει κι άλλοι Κινέζοι κατασκευαστές. Δεν πρόκειται να αρέσει σε όλους αλλά στοχεύει να αρέσει σε αρκετούς. Η πορεία για την Zündapp μπορεί να είναι μονάχα ανοδική από εδώ και πέρα, εντός αλλά και εκτός Γερμανίας.

Το MOTRAC MG-500 όπως υπάρχει από το 2016 και έκανε εμπορική πορεία και σε χώρες της Λ.Αμερικής, όπως και κάποιες Ευρωπαϊκές:

Νέα Ducati Panigale V4 R: 218 άλογα – 318 τελική! Πιάνει 330 με το πρόγραμμα της εξάτμισης – 16.000 ο κόφτης! Μετακόμισε η νεκρά!

Πρώτη πάνω και μετά δευτέρα!
Νέα Ducati Panigale V4 R: 218 άλογα – 318 τελική! Πιάνει 330 με το πρόγραμμα της εξάτμισης – 16.000 ο κόφτης! Μετακόμισε η νεκρά!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/9/2025

Σχεδιασμένη και έτοιμη για αγώνες Superbike, για να κερδίζει στα εθνικά πρωταθλήματα και να ζει αποκλειστικά στα box μίας πίστας, η νέα Panigale V4 R συνεχίζει επάξια στον δρόμο που χάραξε η προηγούμενη έκδοση, δηλαδή πηγαίνοντας τα πράγματα ένα βήμα πιο κάτω. Μεγάλο, από εκείνα που γίνονται σπαγκάτο!

Εκτός από τα απίστευτα νούμερα με τελική που μέχρι πριν από λίγο καιρό ήταν προνόμιο των μοτοσυκλετών MotoGP, και μην πει κανείς – σας παρακαλούμε λυπηθείτε μας – για την Kawasaki H2R γιατί αυτή ΔΕΝ είναι superbike. Είναι μία άλλη κατηγορία, δική της, όπως έχουμε πει στην δοκιμή – και συγκριτικό που έχουμε κάνει για αυτή και είμαστε και οι μόνοι στην Ελλάδα άλλωστε που την ξέρουμε τόσο καλά. Εκτός από hyperbike, όπως η H2R και άλλες κατασκευές σχεδόν όλες τους βασισμένες στην Hayabusa, ιστορίες για «άνοιγμα όπως μόνο ο Τάδε ξέρει» για παλαιότερα Kawasaki κτλ, σαν μοτοσυκλέτα της κατηγορίας superbike με τα αυστηρά πλαίσια που αυτή έχει, έχουμε τώρα την υψηλότερη τελική.

Η διαφορά με τις υπόλοιπες και συγκεκριμένα με την BMW M1000RR και την Aprilia σε δεύτερο πλάνο, με την M1000RR να έχει την ίδια -αρχική- ιπποδύναμη, είναι πως η Ducati έχει ετοιμάσει ένα ολόκληρο πλάνο για την ομάδα που θέλει να επενδύσει επάνω της με αντίστοιχα πακέτα εξοπλισμού και οδηγίες. Οπότε από τα 218 άλογα στις 15.750 στροφές ανεβαίνει στα 235 με το πρόγραμμα της εξάτμισης και αν βάλεις και το λάδι της Ducati ξεκλειδώνεις ακόμη 3,5 ίππους, όπως δηλαδή ήταν τα πράγματα και στην προηγούμενη έκδοση. Δεν διαφέρει ως προς αυτό, αλλά συνεχίζει την παράδοση, έχοντας δει πως αυτό είναι κάτι που εκτιμάται από τον κόσμο που ασχολείται με τους αγώνες, εκεί δηλαδή που στοχεύει η Panigale V4 R, η βάση για την μοτοσυκλέτα των WSBK.

Ο κινητήρας, γνωστός, Desmosedici Stradale R στα 998 κυβικά, με σφυρήλατο ατσάλινο στρόφαλο, τώρα με μεγαλύτερο βάρος άρα και υψηλότερη αδράνεια. Η Ducati έχει πει πως θέλει την αδράνεια του κινητήρα, θέλει να στρίβεις την μοτοσυκλέτα με το άνοιγμα του γκαζιού, εκμεταλλευόμενος εκείνη την στιγμή αυτό που αρχικά σου εναντιωνόταν πριν την πλαγιάσεις. Το συνολικό ποσό της αδράνειας δεν έχει αλλάξει πολύ προς τα πάνω σαν νούμερο, αν κάποιος μπορούσε να το μετρήσει, η βασική αλλαγή είναι πως μετακόμισε χαμηλότερα ως προς το κέντρο βάρους της μοτοσυκλέτας. Ως συνήθως αυτές είναι εξαιρετικά μικρές αλλαγές που μόνο μέσα στην πίστα έχουν νόημα, αλλά είπαμε, αυτός είναι και ο ρόλος της, ότι πιο σύγχρονο μπορεί να αποκτήσει ένας ιδιώτης ή μία ομάδα σε κάποιο εθνικό πρωτάθλημα για να την ανεβάσει πολύ κοντά στο επίπεδο των WSBK. Στην άυξηση λοιπόν του βάρους του στροφάλου, έρχονται τα χυτά αλουμινένια έμβολα, ελαφρύτερα κατά 5,1% με επίστρωση DLC στο πάνω μέρος και κάτω με δαχτυλίδι απόξεσης.

Βασική αλλαγή είναι η χρήση του DRG (Ducati Racing Gearbox) που ταυτόχρονα έρχεται και με το σύστημα κλειδώματος νεκράς. Αυτό είναι απαραίτητο, δηλαδή πηγαίνει με τον τύπο που αγωνιστικού κιβωτίου ώστε να μην μπορείς να βάλεις νεκρά κατεβάζοντας πριν την στροφή. Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος από πριν γιατί η νεκρά είναι τώρα κάτω από την πρώτη και δεν είναι καθόλου δύσκολο, ακόμη και για τον πλέον έμπειρο να συνεχίσει να πιέζει τον λεβιέ.

Με την νεκρά να φεύγει ανάμεσα από την πρώτη και την δευτέρα καθιστά αυτή την αλλαγή ταχύτερη και εξαλείφει την πιθανότητα να μην πάει κάτι καλά στην χρήση του quickshifter. Το κλείδωμα νεκράς, πατέντα της Ducati, τουλάχιστον με τον συγκεκριμένο τρόπο υλοποίησης, δεν σε αφήνει να βάλεις νεκρά αν δεν κάνεις τους ίδιους ακριβώς συνδυασμούς με την μανέτα που κάνουν και στα WSBK!

Νέα Ducati Panigale V4 R: 218 άλογα – 318 τελική! Πιάνει 330 με το πρόγραμμα της εξάτμισης – 16.000 ο κόφτης! Μετακόμισε η νεκρά!

Η νέα V4 R έχει το εμπρός υποπλαίσιο που έχει και η κανονική Panigale V4 με την γενναία μείωση της στρεπτικής ακαμψίας κατά 40%, και συνδυάζεται με το συμμετρικό και εξίσου άκαμπτο νέο ψαλίδι. Ο υπολογισμός έχει γίνει βάση των δυνατοτήτων των διαθέσιμων ελαστικών αυτή την στιγμή, που σημαίνει πως εδώ έχουμε και ακόμη μία παράδοση που συνεχίζει ακάθεκτη: Όσο περισσότερο θα παλαιώνει αυτή η μοτοσυκλέτα τόσο λιγότερο θα συνεργάζεται με τα ελαστικά που θα υπάρχουν απαιτώντας δομικές αλλαγές για να ταιριάξει εκ νέου το ίδιο!

Με την μάστιγα των Euro5+ προδιαγραφών, η Ducati έπρεπε να βρει ορισμένες ευφάνταστες λύσεις για μικρή αλλά καίρια βελτίωση της καύσης. Δεν γινόταν να κάνει και θαύματα σε έναν τέτοιο, ήδη υψηλής απόδοσης κινητήρα, ούτε όμως και χρειαζόταν κάτι τέτοιο. Μόνο να πετύχει τον στόχο για το συγκεκριμένο εύρος στροφών που οι νέες προδιαγραφές το απαιτούν. Για αυτό τον λόγο άλλαξε την θέση των μπεκ ψεκασμού και το προφίλ των εκκεντροφόρων τόσο για την εισαγωγή, όσο και για την εξαγωγή.

Αυτό αναπόφευκτα έφερε αλλαγή και στην αναπνοή του κινητήρα που άλλαξε από την εισαγωγή έως και το φιλτροκούτι. Μόλις 1,5% έχει αυξηθεί η ροή, αλλά ήταν αρκετή για να επιτευχθεί ο στόχος. Στο μεταξύ ο κόφτης είναι στις 16.000 στροφές για όλες τις σχέσεις εκτός της έκτης που μπορεί να ανέβει στις 16.500 στροφές, ενώ η μέγιστη απόδοση έρχεται λίγο πιο κάτω, καταδεικνύοντας και τα περιθώρια που υπάρχουν σε αυτό τον κινητήρα που έχει δεχτεί υψηλή τεχνογνωσία από τα MotoGP και είναι φτιαγμένος για να μπορεί να αποτελεί την βάση για τα WSBK.

Στις αναρτήσεις έχουμε την κορυφή του αγωνιστικού κόσμου με πιρούνι 43 χιλιοστών, Öhlins NPX25/30 και αμορτισέρ πίσω TTX36, όλα τους ρυθμισμένα για την νέα απόδοση του κινητήρα και με μία τεράστια βιβλιοθήκη εμπειρίας να συνοδεύει τις αναρτήσεις για πλήρη ρύθμιση στις ανάγκες του συγκεκριμένου αναβάτη, σε συγκεκριμένη πίστα.

Νέο είναι και το σταμπιλιζατέρ SD20 επίσης της Öhlins, ενώ ακριβώς για τον λόγο των πολλών ρυθμίσεων που απαιτούνται για να προσωποποιήσεις την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας, μπορείς να ρυθμίσεις την έδραση στο ψαλίδι σε 4 διαφορετικές θέσεις με βήμα δύο χιλιοστών κάθε φορά. Δεν υπάρχει σύγχρονη superbike που να μην προσφέρει τέτοιες αλλαγές ώστε να μπορεί να προσαρμοστεί από την ομάδα σε κάθε ξεχωριστή πίστα, οπότε αντίστοιχα και εδώ οι ρυθμίσεις όχι μόνο προσφέρονται αλλά έχουν και τριπλάσιο εύρος από την προηγούμενη έκδοση. Για εκείνους που θα συνεχίσουν και με αγωνιστική τηλεμετρία υπάρχει ήδη και η βάση για αναλογική, οριζόντια τοποθέτηση αισθητήρα στο πίσω αμορτισέρ.

Νέα Ducati Panigale V4 R: 218 άλογα – 318 τελική! Πιάνει 330 με το πρόγραμμα της εξάτμισης – 16.000 ο κόφτης! Μετακόμισε η νεκρά!

Στο μεταξύ έχουμε εδώ το γνωστό από παλαιότερα DDL (Ducati Data Logger) που συλλέγει όλες τις πληροφορίες από όλους τους σένσορες της μοτοσυκλέτας και είναι πλέον αναβαθμισμένο στην τελευταία του έκδοση, επιτρέποντας στους μηχανικούς να ρυθμίσουν την μοτοσυκλέτα σε ταχύτατο χρόνο με τον εξοπλισμό που παρέχει -φυσικά έξτρα- η Ducati. Εννοείται πως κάλλιστα μπορεί να το κάνει αυτό και ο αναβάτης από μόνος του, αλλά στο επίπεδο για το οποίο πλέον μιλάμε, είναι δεδομένο πως την εργασία αυτή θα την αναλάβει μηχανικός.

Στα φρένα έχουμε τις νέες δαγκάνες Brembo Hypure με δίσκους 330mm αλλά όπως πάντα είναι το Cornering ABS της Bosch που κάνει την διαφορά. Εδώ αποκλειστικά φτιαγμένο στις ανάγκες του Ducati Corse, με τους δικούς τους αλγόριθμους. Όπως και πριν, η Ducati σε συνεργασία με την Bosch έχει το δικό της Firmware πάνω στο οποίο τρέχουν οι δικοί της αλγόριθμοι και δεν βασίζεται σε ρύθμιση με βάση τους αλγόριθμους της Bosch. Βέβαια κομμάτι αυτού του προγραμματισμού πηγαίνει πίσω στην Bosch και από εκεί σε άλλους κατασκευαστές, ως μέρος της συμφωνίας μεταξύ των Ιταλών της Ducati και των Γερμανών της Bosch. Που σημαίνει πως η εξέλιξη των φρένων στις superbike παραγωγής έχει διαποτιστεί από το DNA της Ducati.

Εκτός από τον πρόσθετο εξοπλισμό που μπορείς να έχεις για να ρυθμίσεις την μοτοσυκλέτα σου, όλα είναι διαθέσιμα και από την οθόνη των 6,9 ιντσών που έχουμε ήδη δει στην Panigale V4 με δύο βασικά πακέτα μενού, το Track και το Road που με βάση τον προσανατολισμό αυτής της μοτοσυκλέτας, μόνο το πρώτο θα πρέπει να χρησιμοποιείται.

Στην ήδη αδιανόητη μοναχικότητά της, ως κάτι απόλυτα εξειδικευμένο, μπορεί κανείς να συνεχίσει να προσθέτει, από ζάντες κάρμπον για να γλιτώσεις ένα γραμμάριο από τις ήδη ελαφριές ζάντες (!) μέχρι πακέτα PRO στα φρένα, αγωνιστικά φαίρινγκ (αυτό είναι και το μόνο σίγουρο) ρυθμιζόμενα μαρπσιέ και ένα σωρό λεπτομέρειες για να κερδίσεις στο εθνικό σου πρωτάθλημα, αφού αυτός είναι και ο στόχος αυτής της μοτοσυκλέτας. Ναι εμείς δεν έχουμε, εθνικό πρωτάθλημα, τουλάχιστον όχι κάποιο που να μπορεί να συντηρήσει τέτοιες μοτοσυκλέτες, αλλά η Ducati Panigale V4 R έτσι και αλλιώς έχει το κοινό της…