Το ολοκαίνουριο Brixton BX 250 ήταν το λογικό επόμενο βήμα της εταιρείας του αυστριακού ομίλου KSR. Μετά την επιτυχία των μονοκύλινδρων αερόψυκτων BX One Two Five σε πολλές διαφορετικές εκδόσεις όπως το BX125R και BX125X (που από φέτος θα έχουν στον εξοπλισμό τους και ABS), έρχεται το επίσης μονοκύλινδρο BX 250 να προσφέρει καλύτερες επιδόσεις στους ανοιχτούς δρόμους.
Η τροφοδοσία γίνεται με ψεκασμό και σύμφωνα με την Brixton η εξέλιξη του κινητήρα έγινε στην Ιαπωνία. Φυσικά θα έχει κι αυτό ABS στα φρένα όπως ορίζει η νομοθεσία της Ε.Ε. Από τις πρωτότυπες λεπτομέρειες του BX 250 είναι το ξύλινο διακοσμητικό κομμάτι πάνω στο ρεζερβουάρ, όπου ο κάθε ιδιοκτήτης μπορεί να διαλέξει το σχέδιο που θέλει ή να φτιάξει ένα δικό του.
Όλα τα φώτα είναι LED και η βάση της πινακίδας είναι στο πλάι.
Ταυτόχρονα η Brixton παρουσίασε και μια ειδική έκδοση του ΒΧ125, το Haycroft, το οποίο θα παραχθεί σε μόλις 444 κομμάτια, με μια ιδιαίτερη σχεδίαση με μπικίνι φαίρινγκ και βαμμένο μπλε πλαίσιο, η οποία μεταφέρει πιστά το πνεύμα των cafe racers του παρελθόντος.
Νέο entry-level μοντέλο με δικύλινδρο σε σειρά, βασισμένο στην Aprilia RS457
Από τον
Φίλιππο Σταυριδόπουλο
1/8/2025
Η Moto Guzzi ετοιμάζει το μεγαλύτερο τεχνολογικό άλμα εκτός παράδοσης εδώ και δεκαετίες. Αντί για τον κλασικό εγκάρσια τοποθετημένο V2, η νέα της μικρή μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιεί δικύλινδρο σε σειρά 457 κ.εκ., προερχόμενο από την Aprilia, με στόχο την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα την Ασιατική
Το καλοκαίρι του 2023 η Aprilia παρουσίασε την RS457, εξοπλισμένη με νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Το μοτέρ αυτό γρήγορα έγινε η βάση για ολόκληρη οικογένεια μοντέλων, την RS457, την Tuono 457 και σύντομα την Tuareg 457. Όλα παράγονται στο εργοστάσιο της Piaggio στην Ινδία, διασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος και άμεση πρόσβαση σε αναδυόμενες αγορές.
Η Moto Guzzi, μέλος του ίδιου ομίλου (Piaggio) από το 2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τον κινητήρα, φέρνοντας για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν έναν αιώνα έναν δικύλινδρο σε σειρά σε μοντέλο παραγωγής της. Αν και η Guzzi είχε φτιάξει εν σειρά κινητήρες τη δεκαετία του ’30, αυτοί περιορίζονταν σε αγωνιστικές εφαρμογές. Από το 1967 και μετά, η εταιρική ταυτότητα της, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2. Η εισαγωγή της υδρόψυξης με το V100 Mandello ήταν ήδη μεγάλο βήμα αλλά η εγκατάλειψη του V2 αποτελεί πραγματική επανάσταση.
Η νέα naked της Guzzi θα μοιράζεται τον κινητήρα και ορισμένα περιφερειακά με την Tuono 457, αλλά θα έχει ολοκληρωτικά δική της αρχιτεκτονική στηριζόμενη σε σωληνωτό ατσάλινο πλαίσιο αντί για αλουμινίου, με στόχο να προσδώσει διαφορετική γεωμετρία αναβάτη για μια πιο άνετη θέση οδήγησης αλλά και μια μια πιο παραδοσιακή σχεδίαση ρεζερβουάρ και φωτιστικών σωμάτων.
Η κατηγορία 350-500 κ.εκ. αναπτύσσεται ραγδαία, ιδιαίτερα στην Ασία. Για μικρές εταιρείες όπως η Guzzi (15.000 μονάδες ετησίως), η διείσδυση σε αυτές τις αγορές είναι ζήτημα επιβίωσης. Η παραγωγή στην Ινδία, όπως ήδη γίνεται με την Aprilia, ανοίγει τον δρόμο για οικονομικά προσιτά μοντέλα που θα μπορούν να πωλούνται τόσο σε Ασία όσο και σε Ευρώπη.
Παράλληλα, η Moto Guzzi ακολουθεί το παράδειγμα άλλων κατασκευαστών: KTM- Bajaj, Triumph-Bajaj και εργοστάσια στην Ταϊλάνδη, BMW-TVS. Όλοι προσαρμόζουν την παραγωγή τους σε μικρότερες και πιο οικονομικές μοτοσυκλέτες για να κερδίσουν μερίδιο αγοράς σε χώρες με εκρηκτική ζήτηση.
Αν και είχε ακουστεί ότι η Guzzi θα επαναφέρει το όνομα “Eldorado”, αυτό φαίνεται απίθανο, καθώς ιστορικά αφορούσε μεγάλες cruiser. Μια πιο ταιριαστή επιλογή θα ήταν ίσως το “Airone”, το πρώτο μεταπολεμικό Guzzi μαζικής παραγωγής που έφερε την ελευθερία ταξιδιού σε χιλιάδες αναβάτες, ακριβώς όπως στοχεύει να κάνει και η νέα, μικρή Moto Guzzi.