Δοκιμή Yamaha R6 2017

Την οδηγήσαμε στα Μέγαρα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

30/5/2017

Ακόμα δεν έχει στεγνώσει η φόρμα από τον ιδρώτα και η αίσθηση από την οδήγηση του νέου R6 στην πίστα των Μεγάρων πριν λίγη ώρα είναι εξίσου νωπή. Ανυπομονούσαμε να οδηγήσουμε αυτή τη μοτοσυκλέτα από την πρώτη μέρα που την είδαμε στις διεθνείς εκθέσεις και είχαμε κάνει τα αδύνατα δυνατά για να βρεθούμε στην παγκόσμια περουσίασή της που είχε γίνει στην Αλμερία, χωρίς όμως επιτυχία. Βλέπετε, η άλλοτε δημοφιλή κατηγορία των supersport 600 δεν έχει πλέον κανένα εμπορικό ενδιαφέρον και τα εργοστάσια την έχουν παρατήσει εντελώς.

Όμως η Yamaha ήταν η μόνη που πήγε κόντρα στο ρεύμα και ανανέωσε μια μοτοσυκλέτα που πάντα λατρεύουμε να οδηγάμε μέσα σε πίστα. Ευτυχώς οι αλλαγές που έκανε η ιαπωνική εταιρεία δεν κατέστρεψαν το καθαρόαιμο αγωνιστικό στήσιμο του πλαισίου.

Περισσότερο έκανε βελτιώσεις στα σημεία που είχε μείνει πίσω και αυτό ήταν που χρειαζόταν το R6. Που έπασχε; Στη συνολική απόδοση των φρένων, στην απουσία σύγχρονων ηλεκτρονικών και στην ποιότητα λειτουργίας των αναρτήσεων σύμφωνα με τις νέες δυνατότητες των σύγχρονων ελαστικών.

Οπότε έχουμε ολόκληρο το εμπρός πιρούνι του R1-S (43mm αντί 41mm) μαζί με τα ακτινικά της φρένα, ρυθμιζόμενο Traction Control, Quick-Shifter (μόνο για τα ανεβάσματα) νέο προγραμματισμό και σώματα ψεκασμού ride by wire και εντελώς επανασχεδιασμό φαίρινγκ, με μικρές διαφοροποιήσεις στην εργονομία της θέσης οδήγησης.

Εμείς οδηγήσαμε δύο διαφορετικά R6. Το ένα ήταν εντελώς normal με ελαστικά δρόμου Dunlop Sportmax 214 και το άλλο είχε slick επίσης της Dunlop. Η διαφορά στη συμπεριφορά των δύο μοτοσυκλετών ήταν αρκετά μεγάλη λόγω των ελαστικών, όπως επίσης και η αίσθηση από τον κινητήρα, καθώς η μοτοσυκλέτα με τα slick είναι πιο κοντή σε τελική μετάδοση.

Θα πούμε αναλυτικά και λεπτομερώς για αυτές τις διαφορές στο αντίστοιχο τεστ που θα δημοσιεύσουμε στο περιοδικό, όμως εδώ αξίζει να πούμε πόσο πολύ μας έχουν λείψει τα Supersport 600. Καλό και άγιο το γκάζι των Superbike, αλλά τίποτα δεν μπορεί να σε κάνει να χαμογελάσεις περισσότερο σε μια πίστα από ένα καλοστημένο Supersport 600. Ακόμα και η R6 με τα ελαστικά δρόμου που παρουσίαζαν υπερθέρμανση μετά από 6-7 γύρους ήταν απόλαυση! Η Yamaha λέει ότι η νέα R6 είναι η πιο αεροδυναμική μοτοσυκλέτα που έχει φτιάξει στην ιστορία της.

Εμείς να προσθέσουμε ότι είναι και κούκλα!

Και όμως - Μια Moto Guzzi χωρίς V2 κινητήρα!

Νέο entry-level μοντέλο με δικύλινδρο σε σειρά, βασισμένο στην Aprilia RS457
New Model Inline Moto Guzzi
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

1/8/2025

Η Moto Guzzi ετοιμάζει το μεγαλύτερο τεχνολογικό άλμα εκτός παράδοσης εδώ και δεκαετίες. Αντί για τον κλασικό εγκάρσια τοποθετημένο V2, η νέα της μικρή μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιεί δικύλινδρο σε σειρά 457 κ.εκ., προερχόμενο από την Aprilia, με στόχο την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα την Ασιατική

Το καλοκαίρι του 2023 η Aprilia παρουσίασε την RS457, εξοπλισμένη με νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Το μοτέρ αυτό γρήγορα έγινε η βάση για ολόκληρη οικογένεια μοντέλων, την RS457, την Tuono 457 και σύντομα την Tuareg 457. Όλα παράγονται στο εργοστάσιο της Piaggio στην Ινδία, διασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος και άμεση πρόσβαση σε αναδυόμενες αγορές.

Η Moto Guzzi, μέλος του ίδιου ομίλου (Piaggio) από το 2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τον κινητήρα, φέρνοντας για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν έναν αιώνα έναν δικύλινδρο σε σειρά σε μοντέλο παραγωγής της. Αν και η Guzzi είχε φτιάξει εν σειρά κινητήρες τη δεκαετία του ’30, αυτοί περιορίζονταν σε αγωνιστικές εφαρμογές. Από το 1967 και μετά, η εταιρική ταυτότητα της, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2. Η εισαγωγή της υδρόψυξης με το V100 Mandello ήταν ήδη μεγάλο βήμα αλλά η εγκατάλειψη του V2 αποτελεί πραγματική επανάσταση.

New Model Inline Moto Guzzi

Η νέα naked της Guzzi θα μοιράζεται τον κινητήρα και ορισμένα περιφερειακά με την Tuono 457, αλλά θα έχει ολοκληρωτικά δική της αρχιτεκτονική στηριζόμενη σε σωληνωτό ατσάλινο πλαίσιο αντί για αλουμινίου, με στόχο να προσδώσει διαφορετική γεωμετρία αναβάτη για μια πιο άνετη θέση οδήγησης αλλά και μια μια πιο παραδοσιακή σχεδίαση ρεζερβουάρ και φωτιστικών σωμάτων.

Η κατηγορία 350-500 κ.εκ. αναπτύσσεται ραγδαία, ιδιαίτερα στην Ασία. Για μικρές εταιρείες όπως η Guzzi (15.000 μονάδες ετησίως), η διείσδυση σε αυτές τις αγορές είναι ζήτημα επιβίωσης. Η παραγωγή στην Ινδία, όπως ήδη γίνεται με την Aprilia, ανοίγει τον δρόμο για οικονομικά προσιτά μοντέλα που θα μπορούν να πωλούνται τόσο σε Ασία όσο και σε Ευρώπη.

New Model Inline Moto Guzzi

Παράλληλα, η Moto Guzzi ακολουθεί το παράδειγμα άλλων κατασκευαστών: KTM- Bajaj, Triumph-Bajaj και εργοστάσια στην Ταϊλάνδη, BMW-TVS. Όλοι προσαρμόζουν την παραγωγή τους σε μικρότερες και πιο οικονομικές μοτοσυκλέτες για να κερδίσουν μερίδιο αγοράς σε χώρες με εκρηκτική ζήτηση.

Αν και είχε ακουστεί ότι η Guzzi θα επαναφέρει το όνομα “Eldorado”, αυτό φαίνεται απίθανο, καθώς ιστορικά αφορούσε μεγάλες cruiser. Μια πιο ταιριαστή επιλογή θα ήταν ίσως το “Airone”, το πρώτο μεταπολεμικό Guzzi μαζικής παραγωγής που έφερε την ελευθερία ταξιδιού σε χιλιάδες αναβάτες, ακριβώς όπως στοχεύει να κάνει και η νέα, μικρή Moto Guzzi.

New Model Inline Moto Guzzi