Η KTM τα βάζει με την Ferrari και την Porsche

Αναβαίνει κατηγορία με τα νέα X-BOX GTX/GT2
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

26/2/2020

Όταν πρωτοεμφανίστηκε το X-BOW στα καταστήματα της KTM δίπλα στις καθαρόαιμες Motocross και Enduro μοτοσυκλέτες της, όλοι απορούσαν τι στο καλό έχει στο μυαλό του ο δαιμόνιος επιχειρηματίας Stefan Pierer. Ήταν ένα track-day αυτοκίνητο με φώτα-φλας-καθρέπτες, που του επέτρεπε να πάει από το γκαράζ του σπιτιού έως την κοντινή πίστα χωρίς να χρειάζεται τρέιλερ. Οτιδήποτε άλλο αφορούσε τους πρακτικούς τομείς των αυτοκινήτων, ήταν πέρα από τις δυνατότητες του X-BOX. Δεν είχε πόρτες, δεν είχε οροφή και δεν είχε τζάμια, οπότε έπρεπε να πατάς στο κάθισμα για να μπεις, να φοράς full-face κράνος για να το οδηγείς, να γίνεσαι μούσκεμα όταν βρέχει και φυσικά να μην έχεις πάνω σου ούτε πορτοφόλι ή κινητό τηλέφωνο, καθώς οι αποθηκευτικοί χώροι είναι ένα απόλυτο μηδέν.

Με τιμή που ξεκινούσε από τα 90.000€ και ξεπερνούσε τα 120.000 στην full-carbon έκδοση, το X-BOW ήταν ένα παιχνίδι για πολύ πλούσιους. Όμως όσο τσουχτερή κι αν ακούγεται η τιμή του, το X-BOW ήταν “τσάμπα” για εκείνους που έχουν τέτοιου είδους και χρήσης οχήματα. Το πλαίσιό του σχεδιάστηκε και κατασκευάζεται από αγωνιστικών προδιαγραφών carbon στις εγκαταστάσεις της Dallara Automobili στην Ιταλία. Η συγκεκριμένη ιταλική εταιρεία κάνει αυτή τη δουλειά για ολόκληρες δεκαετίες στη Formula 1 και Formula3. Έτσι το X-BOW είχε από την αρχή κορυφαίου επιπέδου στήσιμο για την πίστα και την ίδια στιγμή, οι πολυρυθμιζόμενες αναρτήσεις είχαν τη δυνατότητα να προσαρμοστούν τέλεια σε κάθε πίστα. Ο κινητήρας των X-BOW ήταν ο δημοφιλής δίλιτρος τετρακύλινδρος εν σειρά, turbo του VW Group με 260-272 ίππους, που έχουν τα Audi S3, TT-S και Golf R. Με βάρος 860 κιλά, το X-BOW είχε μόλις 3,3 κιλά ανά ίππο, που του χαρίζουν επιταχύνσεις Hypercar πολλαπλάσιας τιμής. Με την ευκολία συντήρησης και tuning του κινητήρα και με το μικρό βάρος να μην καταπονεί τα ελαστικά του στην πίστα όσο μια Porsche GT3 ή μια Ferrari 430 Stradale, το X-BOW άρχισε να εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στις πίστες. Όπως ήταν φυσικό ακολούθησε η αγωνιστική εμπλοκή, αρχικά με αγώνες επιπέδου club και αργότερα με αγώνες εθνικών πρωταθλημάτων στη Γερμανία και την Αυστρία, παρουσιάζοντας την έκδοση GT4 που έχει κανονική οροφή. Έτσι αυτό που αρχικά έμοιαζε σαν ένα προσωπικό παιχνίδι του Pierer, αποδείχτηκε πως είχε εμπορική και αγωνιστική οντότητα.

Τώρα η KTM ετοιμάζεται να κάνει το επόμενο βήμα της και να αναμετρηθεί με την Porsche και την Ferrari στην κορυφαία κατηγορία GT2 με αντίπαλο τα κτήνη των 700 ίππων. Μέσω της αγωνιστικής ομάδας Reiter έχει εξελίξει ένα νέο αυτοκίνητο που χρησιμοποιεί μεν ως βάση το πλαίσιο του X-BOW αλλά στην πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετικό σε όλους τους υπόλοιπους τομείς. Ο κινητήρας τώρα είναι ο πεντακύλινδρος εν σειρά των Audi TT-RS και RS-3 που σε νορμάλ μορφή ξεπερνά τους 380-400 ίππους. Στο νέο X-BOW GTX θα βγάζει 700 ίππους, όμως στην αγωνιστική έκδοση GT2 θα περιοριστούν στους 600 ίππους, καθώς το αυτοκίνητο είναι πολύ ελαφρύ και οι κανονισμοί περιορίζουν την αναλογία κιλών ανά ίππο. Με άλλα λόγια, η έκδοση για Track Day θα είναι πολύ πιο δυνατή από την αγωνιστική! Το αυτοκίνητο παραγωγής θα συναρμολογείται στην ειδική γραμμή παραγωγής στο εργοστάσιο της Αυστρίας, όπου η KTM δίνει την δυνατότητα στους αγοραστές να παρακολουθήσουν από κοντά την κατασκευή του αυτοκινήτου τους και αμέσως μετά να το οδηγήσουν στην πίστα του παγκοσμίου πρωταθλήματος της Formula 1 του Red Bull Ring της Αυστρίας.  

   

Και όμως - Μια Moto Guzzi χωρίς V2 κινητήρα!

Νέο entry-level μοντέλο με δικύλινδρο σε σειρά, βασισμένο στην Aprilia RS457
New Model Inline Moto Guzzi
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

1/8/2025

Η Moto Guzzi ετοιμάζει το μεγαλύτερο τεχνολογικό άλμα εκτός παράδοσης εδώ και δεκαετίες. Αντί για τον κλασικό εγκάρσια τοποθετημένο V2, η νέα της μικρή μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιεί δικύλινδρο σε σειρά 457 κ.εκ., προερχόμενο από την Aprilia, με στόχο την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα την Ασιατική

Το καλοκαίρι του 2023 η Aprilia παρουσίασε την RS457, εξοπλισμένη με νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Το μοτέρ αυτό γρήγορα έγινε η βάση για ολόκληρη οικογένεια μοντέλων, την RS457, την Tuono 457 και σύντομα την Tuareg 457. Όλα παράγονται στο εργοστάσιο της Piaggio στην Ινδία, διασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος και άμεση πρόσβαση σε αναδυόμενες αγορές.

Η Moto Guzzi, μέλος του ίδιου ομίλου (Piaggio) από το 2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τον κινητήρα, φέρνοντας για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν έναν αιώνα έναν δικύλινδρο σε σειρά σε μοντέλο παραγωγής της. Αν και η Guzzi είχε φτιάξει εν σειρά κινητήρες τη δεκαετία του ’30, αυτοί περιορίζονταν σε αγωνιστικές εφαρμογές. Από το 1967 και μετά, η εταιρική ταυτότητα της, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2. Η εισαγωγή της υδρόψυξης με το V100 Mandello ήταν ήδη μεγάλο βήμα αλλά η εγκατάλειψη του V2 αποτελεί πραγματική επανάσταση.

New Model Inline Moto Guzzi

Η νέα naked της Guzzi θα μοιράζεται τον κινητήρα και ορισμένα περιφερειακά με την Tuono 457, αλλά θα έχει ολοκληρωτικά δική της αρχιτεκτονική στηριζόμενη σε σωληνωτό ατσάλινο πλαίσιο αντί για αλουμινίου, με στόχο να προσδώσει διαφορετική γεωμετρία αναβάτη για μια πιο άνετη θέση οδήγησης αλλά και μια μια πιο παραδοσιακή σχεδίαση ρεζερβουάρ και φωτιστικών σωμάτων.

Η κατηγορία 350-500 κ.εκ. αναπτύσσεται ραγδαία, ιδιαίτερα στην Ασία. Για μικρές εταιρείες όπως η Guzzi (15.000 μονάδες ετησίως), η διείσδυση σε αυτές τις αγορές είναι ζήτημα επιβίωσης. Η παραγωγή στην Ινδία, όπως ήδη γίνεται με την Aprilia, ανοίγει τον δρόμο για οικονομικά προσιτά μοντέλα που θα μπορούν να πωλούνται τόσο σε Ασία όσο και σε Ευρώπη.

New Model Inline Moto Guzzi

Παράλληλα, η Moto Guzzi ακολουθεί το παράδειγμα άλλων κατασκευαστών: KTM- Bajaj, Triumph-Bajaj και εργοστάσια στην Ταϊλάνδη, BMW-TVS. Όλοι προσαρμόζουν την παραγωγή τους σε μικρότερες και πιο οικονομικές μοτοσυκλέτες για να κερδίσουν μερίδιο αγοράς σε χώρες με εκρηκτική ζήτηση.

Αν και είχε ακουστεί ότι η Guzzi θα επαναφέρει το όνομα “Eldorado”, αυτό φαίνεται απίθανο, καθώς ιστορικά αφορούσε μεγάλες cruiser. Μια πιο ταιριαστή επιλογή θα ήταν ίσως το “Airone”, το πρώτο μεταπολεμικό Guzzi μαζικής παραγωγής που έφερε την ελευθερία ταξιδιού σε χιλιάδες αναβάτες, ακριβώς όπως στοχεύει να κάνει και η νέα, μικρή Moto Guzzi.

New Model Inline Moto Guzzi