Honda - Βοήθημα ισορροπίας!

CES2017: Η μοτοσυκλέτα που ισορροπεί μόνη της
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

6/1/2017

Χθες ήταν η πρώτη ημέρα της Έκθεσης CES (Consumer Technology Association) και μέσα στην μαγεία όλων όσων συνέβησαν, τα βλέμματα απέσπασε η παρουσίαση της Honda με την τεχνολογία Riding Assist, δείχνοντας ένα NC 750S, να μπαίνει στην σκηνή μόνο του, ακολουθώντας το UNI-CUB, την κινητή καρέκλα της Honda που το MOTO είχε «οδηγήσει» ανάμεσα σε ελάχιστους Ευρωπαίους στο Tokyo Motor Show το 2015, δύο χρόνια περίπου αφότου είχαν κυκλοφορήσει οι πρώτες φωτογραφίες.

Οι παρουσία αυτών των δύο μαζί, είναι σημαντική όπως θα δούμε παρακάτω.

(Για την παρουσίαση στο κοινό, είχαν τοποθετήσει τα μακριά αυτά μανιτάρια για την ώρα που θα τέλειωνε η μπαταρία του συστήματος)

Πριν την είσοδο του αυτο-οδηγούμενου NC750S στην σκηνή, είχαν προηγηθεί είκοσι λεπτά παρουσίασης από τον πρόεδρο της Honda Αμερικής και τον κ. Yoshiyuki Matsumoto πρόεδρο του R&D της Honda. Κατά την διάρκεια αυτής της παρουσίασης αναπτύχθηκε εν συντομία το πλάνο της Honda για το μέλλον και οι κινήσεις που έχει κάνει εξαγοράζοντας start-up εταιρίες για να εισέλθει άμεσα στην εποχή για την οποία (σύμφωνα με την ίδια) έχει ορίζοντα ωρίμανσης το 2040.

Ο πίθηκος που εξερευνά την τεχνολογία, είναι ο τρόπος της Honda να δείξει ότι αυτή την στιγμή απλά παίζουμε προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τα εργαλεία του μέλλοντος

Όλα αυτά βέβαια θα είχαν περάσει λίγο-πολύ απαρατήρητα, αν το NC750 δεν ερχόταν μόνο του στην σκηνή, κι αν η Honda δεν μας έδειχνε ένα video που σαν υπάκουο σκυλάκι, το NC750 ακολουθούσε εκτός κτηρίου μία χαμογελαστή ερευνήτρια της Honda. Δεν λείπει και το έξυπνο μοντάζ που παρουσιάζει το NC να «κοιτά δεξιά και αριστερά» βγαίνοντας από την πόρτα… Μία τέτοια εικόνα, ενός κανονικού μοντέλου, πολλαπλασίασε τον αντίκτυπο.

Σε αντίθεση λοιπόν με το BMW VISION NEXT 100 που είναι απλά ένα στατικό πρωτότυπο το Riding Assist της Honda είναι λειτουργικό (ή στο περίπου, όπως θα εξηγήσουμε) και παράλληλα ένα μεγάλο βήμα πίσω από το Motobot της Yamaha. Η διαφορά με το Vision Next της BMW, είναι ότι η Honda δεν χρησιμοποιεί γυροσκόπια για να ισορροπήσει, ενώ το Motobot πρακτικά δεν ισορροπεί στατικά, μπορεί όμως και οδηγεί πολύ-πολύ καλύτερα… ας δούμε όμως τι έχει φτιάξει η Honda.

Καταρχήν η επιλογή του NC ως πλατφόρμα υλοποίησης δεν είναι καθόλου τυχαία και μάλιστα είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η Honda μπορεί να δείξει ένα υπάρχον μοντέλο να κινείται μόνο του - αν δεν υπήρχε το NC στην γκάμα της, τότε θα βλέπαμε κάτι τελείως φουτουριστικό να ανεβαίνει στην σκηνή και όχι ένα υπάρχον μοντέλο. Ο λόγος είναι η τεράστια κλίση του δικύλινδρου προς τα εμπρός, με τους κυλίνδρους σχεδόν παράλληλους με το έδαφος και το ρεζερβουάρ τοποθετημένο κάτω από την σέλα, που αφήνουν άπλετο χώρο για την ανάπτυξη ενός τέτοιου συστήματος σε ένα νευραλγικό σημείο για την γεωμετρία της μοτοσυκλέτας. Ψηλά και ακριβώς στο κέντρο. Η Honda δεν αποκαλύπτει τίποτα πίσω από την τεχνολογία αυτή την στιγμή, όμως λέγοντας ο κ. Matsumoto ότι δεν χρησιμοποιεί γυροσκόπια αλλά την τεχνολογία του UNI-CUB και σε συνδυασμό με την μαρτυρία συνεργάτη που βρίσκεται στην CES και είδε από κοντά την μοτοσυκλέτα, μπορούμε να πούμε πάρουμε μία ιδέα από το τι συμβαίνει. Στο NC που χρησιμοποιούν για την επίδειξη της τεχνολογίας, έχουν τοποθετήσει ένα ηλεκτρικό μοτέρ στην έξοδο του κιβωτίου το οποίο και δίνει κίνηση στον πίσω τροχό. Η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου μοτέρ είναι η ταχύτητα εναλλαγής της φοράς κίνησης σε εκατοστά του δευτερολέπτου καθώς και ο πολύ ακριβής έλεγχός του, ώστε να πραγματοποιεί μικροσκοπικές κινήσεις του πίσω τροχού μπρος και πίσω. Τόσο μικροσκοπικές που είναι σαν απλά να διατηρεί την τάση στην αλυσίδα.

Αυτή βέβαια είναι η λεπτομέρεια του συστήματος, αλλά σημαντική: Γιατί μαρτυρά, μαζί με άλλες λεπτομέρειες, ότι δεν πρόκειται για πλήρως λειτουργική μοτοσυκλέτα αλλά ένα μοντέλο επίδειξης, εντυπωσιακής, το μόνο σίγουρο. Όλο το «μυστικό» βρίσκεται κρυμμένο πάνω από τον κινητήρα, εκεί που κανονικά θα ήταν ο αποθηκευτικός χώρος για ένα κράνος, ενώ πίσω από τον φουτουριστικό προβολέα κρύβονται τα όργανα πλοήγησης και η κάμερες, που στο video φαίνεται να ενεργοποιούνται σε καθεστώς «παρακολούθησης» από ένα διακόπτη στη βάση του προβολέα.

Γνωρίζοντας την καινοτομία των τροχών του UNI-CUB, δεν γίνεται να μην κάνεις έναν παραλληλισμό με την εμφάνιση του προβολέα, καθώς οι φωτεινοί κύλινδροι παραπέμπουν στην πατέντα του εμπρός τροχού. Το UNI-CUB είναι σαν εκείνα τα παλιά ποδήλατα, με έναν τεράστιο εμπρός τροχό κι έναν μικρό πίσω. Ο εμπρός τροχός όμως, αποτελείται από πολλούς κυλίνδρους που εξασφαλίζουν την πλάγια κίνηση εκτός από την εμπρός, σε συνδυασμό και με τον αντίστοιχο μικρότερο πίσω.

Το Riding Assist δεν σηματοδοτεί στροφή στην πορεία της Honda αλλά πίστη στον δρόμο που είχε πάντα, εκείνον της τεχνολογικής υπεροχής

Αντί για γυροσκόπια που βασίζονται στην αδράνεια κι έτσι προσθέτουν βάρος, για να ισορροπήσουν την μοτοσυκλέτα βασίστηκαν στην τεχνολογία του UNI-CUB που σημαίνει δεκάδες μικροσκοπικές κινήσεις κάθε δευτερόλεπτο σε πίσω τροχό και σε τιμόνι παράλληλα με τον εσωτερικό μηχανισμό σταθεροποίησης. Ένα άλλο στοιχείο, είναι το μοχλικό σύστημα που μετατρέπει την γωνία κάστερ και αυξάνει το ίχνος σε επίπεδα cruiser μοτοσυκλέτας, μία πρόσθετη λύση σε ένα πιθανό μέλλον που οι μοτοσυκλέτες οδηγούνται μόνες τους… Αυτή την στιγμή το Riding Assist της Honda είναι μονάχα μία επίδειξη τεχνολογικής υπεροχής και δεν μιλάμε για μία λειτουργική μοτοσυκλέτα, παρόλο που η υλοποίησή του πάνω σε ένα NC δείχνει σαν να είναι αυτό ακριβώς, κάτι έτοιμο.

Θα θυμίσω ένα κομμάτι από την ανάλυση του Motobot της Yamaha, που είχα κάνει για το περιοδικό μέσα από την συνέντευξη του επιστήμονα της ρομποτικής στην Yamaha. Στο διασυνδεδεμένο μέλλον της κίνησης στους δημόσιους δρόμους που έρχεται σύντομα, ή καλύτερα που θα γενικευτεί, αφού υπάρχει ήδη στο παρόν, η μόνη αστάθμητη παράμετρος θα μείνει η μοτοσυκλέτα. Το Motobot της Yamaha είναι η πρώτη προσπάθεια στην ιστορία της ανθρωπότητας, να μάθει σε μία μηχανή όλες εκείνες τις απίστευτα πολλές λειτουργίες του ανθρώπινου εγκεφάλου όταν οδηγεί μοτοσυκλέτα και το πέτυχε σε μεγάλο βαθμό. Το Riding Assist της Honda είναι η πρώτη προσιτή κατασκευαστικά λύση για την αυτόνομη κίνηση. Μαζί με σχεδιαστικές ασκήσεις όπως της BMW και όλα όσα έχουμε δει από την Kawasaki και σιγά-σιγά από όλους τους κατασκευαστές, τα βήματα αυτά αποτελούν κινήσεις προς την επίλυση του παραπάνω προβλήματος. Την θέση δηλαδή της μοτοσυκλέτας στο διασυνδεδεμένο και εν πολλοίς –δυστυχώς- ελεγχόμενο μέλλον στους δημόσιους δρόμους. Τοποθετώντας την ασπίδα της ασφάλειας και του μηδενισμού των τροχαίων, ο κόσμος θα πεισθεί να παραδώσει ένα κομμάτι ελευθερίας, όπως έχει αντίστοιχα παραδώσει ελευθερίες για να χρησιμοποιήσει το μέσο που επικοινωνούμε αυτή την στιγμή, για παράδειγμα. Τα λόγια του υπευθύνου της Honda Αμερικής έρχονται για να μην αφήσουν περιθώρια παρερμηνείας. Το R&D της Honda δημιούργησε, καιρό τώρα, ένα τμήμα στην silicon valley που σκοπό έχει την εξαγορά καινοτόμων start-up εταιριών, τις στρατηγικές συνεργασίες και την παρακολούθηση ουσιαστικά της τεχνολογίας. Να θυμίσω ότι και το Motobot της Yamaha ξεκίνησε σαν ιδέα από ένα σκοτεινό κτήριο στο Τόκυο, γιατί ήταν αργά το απόγευμα και είχαν φύγει όλοι, και υλοποιείται στην silicon valley, από το αντίστοιχο τμήμα της Yamaha…

Όπως αναφέρθηκε στην παρουσίαση της Honda, το διασυνδεδεμένο μέλλον δεν ανήκει ούτε στην ίδια, ούτε μπορεί να το υλοποιήσει και μόνη της. Χρειάζεται να μπουν τα πρωτόκολλα για την επικοινωνία οχήματος με όχημα, και οχήματος με υποδομή (V2V και V2I) πράγμα που για να γίνει απαιτείται η συμμετοχή όλων των κατασκευαστών αλλά και των κυβερνήσεων. Βήμα το οποίο έχει προχωρήσει το τελευταίο διάστημα με γεωμετρική πρόοδο, έναντι του αρχικού προγραμματισμού. Στο τέλος, ναι, θα έχουμε αυτόνομες μοτοσυκλέτες που θα παρκάρουν μόνες τους και θα στέκονται μόνες τους, που δεν θα κλέβονται και δεν ίσως να μας αποτρέπουν και από παραβάσεις, όμως πρόκειται για ένα μέλλον που δεν θα έρθει το ίδιο γρήγορα για όλους. Κι εδώ που είμαστε εμείς, ευτυχώς(;) θα αργήσει πολύ περισσότερο…  

Ετικέτες

Ariel Ace 1200 V4

Σοβαρή διασκέδαση
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/8/2017

Triumph, Norton, Metisse, Hesketh, Brough Superior και τώρα η Ariel. Η αναβίωση των βρετανικών μοτοσυκλετιστικών εταιρειών του χθες συνεχίζεται, με ένα ακόμη μοντέλο να φέρει το λογότυπο μιας ιστορικής –made in England- φίρμας, με τη μορφή του άρτι αποκαλυφθέντος Ariel Ace 1200 V4

 

Στην πραγματικότητα όμως, η Ariel είχε κάνει την επιστροφή της πριν από 15 χρόνια με το ντεμπούτο του Ariel Atom το 1999, ένα διθέσιο αγωνιστικό αυτοκίνητο που θεωρήθηκε σημείο αναφοράς για την επιτάχυνση και την συμπεριφορά του ανάμεσα σε οτιδήποτε διαθέτει τέσσερις τροχούς. Μέχρι στιγμής, 1800 φανατικοί και ικανοποιημένοι πελάτες έγιναν ιδιοκτήτες του, με τον καθένα τους να διαθέτει ένα μοναδικό, κατά παραγγελία φτιαγμένο, αυτοκίνητο που όμοιό του δεν υπάρχει στον κόσμο. Ο ειδικός επί των μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων, Jay Leno, λέει ότι είναι το αγαπημένο του όχημα μέσα από το τεράστιο γκαράζ του κι αυτά είναι τα καλύτερα εύσημα που μπορούν να αποκομίσουν οι 19 εργαζόμενοι της Ariel Motor Co. στο Crewkwerne, με ιδιοκτήτη τον Simon Saunders. Με την παγκόσμια επιτυχία του Atom, η Ariel έχει ένα εξασφαλισμένο μέλλον, αν και η συνολική παραγωγή είναι μόλις 100 αυτοκίνητα το χρόνο, ένα γεγονός που συντηρεί την ιδιαιτερότητα και την αξία σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Ο εξηντάχρονος Saunder, είναι ένας πρώην σχεδιαστής των GM, Porsche και Aston Martin με ακαδημαϊκή καριέρα και πάθος για τις μοτοσυκλέτες, όπως μαρτυρά και το πλάνο του για την απόκτηση του ονόματος της Ariel πριν από 15 χρόνια με σκοπό να το βάλει πάνω στο αυτοκίνητο που κατασκεύασε ένας φοιτητής του στο πανεπιστήμιο του Coventry και να το λανσάρει στην αγορά. "Το σχέδιό μου ήταν πάντοτε το να εξελίξω μια μοτοσυκλέτα Ariel", λέει ο Saunders. "Το Atom ήταν ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, για να δημιουργηθούν τα κέρδη και οι βιομηχανικές σχέσεις ώστε να επιτευχθεί ο στόχος." Ο πιο σημαντικός δεσμός που αναπτύχθηκε ήταν αυτός με την Honda, η οποία προμήθευσε την εταιρεία με τον κινητήρα του Civic Type R για το Atom. Γι' αυτό η καινούργια μοτοσυκλέτα Ace της Ariel χρησιμοποιεί τον V4-76° κινητήρα με διαστάσεις 81x60mm από το Honda VFR1200F, με απόδοση 173 ίππων στις 10.000 στροφές. Αυτή η κίνηση είναι αντίθετη με την συνήθη πολιτική του ιαπωνικού γίγαντα να μην προμηθεύει με κινητήρες άλλους κατασκευαστές, γεγονός που μαρτυρά τον σεβασμό απέναντι στην Ariel. "Νομίζω ότι το γεγονός πως το Atom είναι ένα ακραίο προϊόν που ποτέ δεν θα έφτιαχνε η Honda, που αποδείχθηκε όμως πολύ επιτυχημένο με τον κινητήρα της, είναι αυτό που τους έπεισε να μας προμηθεύσουν κινητήρες για το Ace", λέει ο Saunders.

Με γνώμονα την μοναδικότητα

Έτσι, η Ariel Motor Company ανακοίνωσε την παρουσίαση της νέας Ace στο φεστιβάλ του Goodwood και μου ζήτησε να την οδηγήσω για λογαριασμό τους στην διαδρομή του Lord March για το ετήσιο πάρτι. Πριν όμως από αυτή τη διαδρομή του 1,6 χιλιομέτρου μπροστά σε 180.000 θεατές, είχα ήδη επισκεφθεί το εργοστάσιο όντας ο πρώτος εκτός εταιρείας που οδήγησε το πρωτότυπο Ace σε πραγματικές συνθήκες, συμβάλλοντας με τις παρατηρήσεις μου στο πρόγραμμα του R&D, με το περίεργο πλαίσιο και το girder πιρούνι καμουφλαρισμένα από τα περίεργα βλέμματα.

To Ace είναι η πρώτη νέα μοτοσυκλέτα της Ariel τα τελευταία 50 χρόνια, συνεχίζοντας μια ιστορία γεμάτη με καινοτομίες που ξεκίνησε το 1870 και περιλαμβάνει ριζοσπαστικά ποδήλατα, ένα V8 GP αυτοκίνητο και το πατεντάρισμα των ακτινωτών τροχών (ναι, είναι αλήθεια, η Ariel "εφέυρε" τον τροχό!). Τον τελευταίο αιώνα, η Ariel ήταν γνωστή για τις πρωτοποριακές μοτοσυκλέτες της όπως το τετρακύλινδρο Ariel Square-5 με 500, 600 και τελικά 1.000 κυβικά, τον πανάλαφρο, μονοκύλινδρο κινητήρα HP5 με τον οποίο ο Sammy Miller Κυριάρχησε στα Trial για πάνω από μια δεκαετία, και τα δίχρονα Arrow και Leader με τα πρεσαριστά, ατσάλινα πλαίσια. Το νέο Ace ενισχύει την παράδοση της Ariel στο σχεδιασμό μοτοσυκλετών εκτός της πεπατημένης και ο Saunders σκοπεύει να φτιάξει 100 μονάδες το χρόνο με τιμή που θα ξεκινά από τις 20.000 λίρες (27.215 ευρώ).

Όπως όμως συμβαίνει και με το Atom, χάρη στο μοναδικό σύστημα παραγγελιών που δεν το συναντάμε πουθενά αλλού σε μοτοσυκλέτες παραγωγής και που επιτρέπει σε κάθε μοτοσυκλέτα να κατασκευάζεται ακριβώς όπως τη θέλει ο ιδιοκτήτης της, καμία Ace δεν θα είναι ίδια με μια άλλη. Αυτό θα επιτρέψει στην Ariel να προσφέρει την Ace σε διάφορες εκδόσεις, από χαμηλό cruiser, μέχρι streetfighter, roadster και sport –όλες με το ίδιο πλαίσιο και κινητήρα, αλλά με ξεχωριστά χαρακτηριστικά μέσω μιας μακράς λίστας επιλογών. Μέσα εκεί περιλαμβάνονται το μοντέρνο girder πιρούνι της Ariel ή το συμβατικό πιρούνι της Ohlins, η διαφορετική τοποθέτηση των ρυθμιζόμενων μαρσπιέ και μανετών, συν οι διαφορετικές σέλες –με ή χωρίς σέλα συνεπιβάτη- που προσφέρουν και διαφορετικό ύψος. Θα υπάρχει μια μεγάλη γκάμα επιλογών για το τιμόνι, το σχήμα και το μέγεθος του ρεζερβουάρ, τους τροχούς, την εξάτμιση και το κοστούμι, καθώς και για τα χρώματα, τα τελειώματα και τα υλικά, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται πως κάθε μοτοσυκλέτα Ace θα είναι μοναδική, κομμένη και ραμμένη στα γούστα του εκάστοτε πελάτη. "Οι μοτοσυκλετιστές διακατέχονται από αληθινό πάθος για τις μοτοσυκλέτες τους", λέει ο Simon Saunders. "Θέλουν να είναι ξεχωριστές και να είναι η δική τους μοτοσυκλέτα κι όχι απλώς μια ακόμη που μοιάζει με εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλες. Η συνήθης διαδικασία είναι να αγοράσεις μια στάνταρ μοτοσυκλέτα και μετά να προσθέσεις διάφορα εξαρτήματα για να την μεταμορφώσεις σε αυτό που θέλεις να είναι. Με την Ace, όμως, η μοναδικότητα συμπεριλαμβάνεται στην παραγωγή της και η κάθε μία θα είναι ξεχωριστή όπως ο ιδιοκτήτης της."

Για τον πραγματικό κόσμο

Στον σχεδιασμό της Ace ο Saunders αποφάσισε, σε ό,τι αφορά την απόδοση, να απευθύνεται στον μέσο αναβάτη, αντί στους κατέχοντες μεγάλη εμπειρία όπως συμβαίνει με το κοινό του Atom. "Εξετάσαμε το ενδεχόμενο να φτιάχναμε ένα ξεχωριστό, πανάλαφρο superbike, αλλά αυτά που ήδη υπάρχουν απέχουν παρασάγγες από τις ικανότητες των περισσότερων αναβατών, οπότε πήραμε την απόφαση να κατασκευάσουμε μια πραγματικά γρήγορη μοτοσυκλέτα δρόμου αντί για ένα εργαλείο για τα track days, που θα είναι εύκολη στην οδήγηση και εντός των δυνατοτήτων της πλειοψηφίας των αναβατών", μας είπε. "Το ρητό μας είναι Σοβαρή Διασκέδαση και αυτές οι δύο λέξεις περιλαμβάνουν ακριβώς αυτό που είναι η Ace." Αυτό συνεπάγεται ότι το Ariel V4 προσφέρει άνεση και απόδοση ικανή για τις πραγματικές συνθήκες, γι' αυτό και ανακοινώνονται επιδόσεις της τάξης 265 χιλιομέτρων την ώρα για την τελική ταχύτητα και 3,4 δευτερόλεπτα για τα 0-100km/h. Ενώ διατηρήθηκε το πακέτο του ψεκασμού PGM-FI της Honda, η χαρτογράφηση έγινε με τις προδιαγραφές της Ariel, αν και η συνολική απόδοση είναι παρόμοια με του Honda VFR1200F στους 173 ίππους στις 10.000 και με 13,3 χιλιογραμμόμετρα στις 8.750 στροφές. Το traction control και το συνδυασμένο ABS της Nissin που έχει το Honda, συμπληρώνουν το πακέτο των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Ένας σημαντικός παράγοντας στον αντίκτυπο που δημιουργεί η Ace είναι ο υπέροχος, ξεχωριστός ήχος του V4 που απελευθερώνουν τα διάφορα συστήματα των εξατμίσεων που προσφέρει η Ariel ως επιλογή στους πελάτες της, κάνοντας το Ace εξίσου μοναδικό στο άκουσμα όσο και στην εμφάνιση. Πατώντας τον διακόπτη της μίζας απελευθερώνεται ένα υπέροχο, άρρυθμο μπουμπουνητό από τον V4 κινητήρα, που ποτέ δεν ακούστηκε τόσο επιθετικό ή θυμωμένο σε κάποιο Honda. Προφανώς περνάει τις προδιαγραφές ήχου στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως λέει ο Saunders, κάτι που είναι θετικό για όσους έχουν ευαίσθητο μηχανολογικά αυτί –μπαίνεις στον πειρασμό να κατεβάσεις μια ή δύο σχέσεις μόνο και μόνο για να ακούσεις τον ήχο. Είναι συναρπαστικός.

Όλα τα χιλιόμετρα που έκανα με το πρωτότυπο Ace ήταν πάνω στη σέλα μιας έκδοσης Cruiser με το girder πιρούνι, το οποίο είναι φτιαγμένο από αλουμινένια κομμάτια. Χάρη, εν μέρει, στο γεγονός ότι την συμπίεση την αναλαμβάνει ένα ειδικά εξελιγμένο αμορτισέρ TTX της Ohlins, η συγκεκριμένη ανάρτηση δείχνει ότι έχει καλύτερη λειτουργία ακόμη και από κάποιο ακριβό, τηλεσκοπικό πιρούνι της σουηδικής εταιρείας, κυρίως λόγω των μειωμένων στατικών τριβών στους πάνω και κάτω βραχίονες. Δεν είναι σύμπτωση ότι ο John Britten είχε επιλέξει ένα παρόμοιο σχεδιασμό για το αγωνιστικό V-1000, ενώ και στην πράξη η οδήγηση του Ariel Ace θυμίζει πολύ το Britten. Υπάρχει η ίδια αίσθηση ότι κρατάς τον μπροστινό άξονα στα χέρια σου, έτσι ώστε λαμβάνεις μια ξεκάθαρη και απόλυτη πληροφόρηση από το μπροστινό Dunlop D218. Μάλιστα, έχεις και την μοναδική οπτική να βλέπεις το πάνω μέρος του girder να ανεβοκατεβαίνει καθώς περνάς πάνω από σαμαράκια με το Ariel, όχι μόνο για να σου θυμίσει σου ότι οδηγείς μια μοναδική μοτοσυκλέτα, αλλά και ως μια επιπλέον επιβεβαίωση για το πόσο καλά απορροφά η ανάρτηση τις ανωμαλίες χωρίς καν να το αντιλαμβάνεσαι.

Πάντως, η πίσω ανάρτηση της Ace ήταν λιγότερο αποτελεσματική στο πρωτότυπο που οδήγησα, το οποίο όπως όλες οι εκδόσεις χρησιμοποιούσε το στιβαρό μονόμπρατσο ψαλίδι με μοχλισμό τύπου Pro Link, σε συνδυασμό με το αμορτισέρ της Showa που "φορά" το VFR1200F. Το ειδικά εξελιγμένο για την Ariel Ohlins TTX36 δεν είχε φτάσει ακόμη στο εργοστάσιο όταν το οδήγησα αλλά κρίνεται απολύτως απαραίτητο λόγω των 38 λιγότερων κιλών που ζυγίζει το Ace (229kg πλήρες υγρών, χωρίς καύσιμο) σε σχέση με το Honda. Αυτό σημαίνει ότι το Showa ήταν πολύ σκληρό για το Ace, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ταλαντώσεις και αναπηδήσεις του πίσω τροχού σε οριακές καταστάσεις πάνω από μερικά πολύ άσχημα σαμαράκια στους δρόμους γύρω από το εργοστάσιο της Ariel, κάτι που Ohlins θα το έλυνε οριστικά. Η εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop έφερε επίσης στην επιφάνεια τα θέματα με την απόσταση από το έδαφος, με τα πολύ χαμηλά τοποθετημένα και μακριά μαρσπιέ, τα οποία πρέπει να μικρύνουν σε μήκος και να τοποθετηθούν ψηλότερα, ακόμη και στην έκδοση Cruiser. Το ότι το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό μπορεί να αλλάξει με εκατομμύρια διαφορετικές θέσεις, αποτελεί κι αυτό μια λύση. Επίσης, η αφράτη σέλα ήταν απίστευτα φιλόξενη και η όρθια θέση οδήγησης, χάρη στο ίσιο και πλατύ τιμόνι που εδράζεται σε καβαλέτα στην κορυφή του επάνω μέρους της ανάρτησης, ήταν απόλυτα χαλαρωτική.

H Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική

Ξεχειλίζει από ποιότητα

Πράγματι, η συνολική συμπεριφορά του Ariel Ace χαρακτηρίζεται από μια ευελιξία και μια σβελτάδα μεγαλύτερη απ' ό,τι περίμενα από μια μοτοσυκλέτα με μεταξόνιο 1.563 εκατοστών. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στην γεωμετρία, αλλά το υπόλοιπο το χρωστάει στην αρχιτεκτονική της που συγκεντρώνει τις μάζες χωρίς να μεγαλώνει το πλάτος, χάρη στον V4 κινητήρα. Πραγματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το νέο Ariel είναι η "μυώδης" μοτοσυκλέτα στην οποία παρακαλούσε αυτός ο δυνατός κινητήρας να φορεθεί για πολλά χρόνια. Ένα πακέτο που επιτρέπει στις αδιαμφισβήτητες επιδόσεις και στην ελαστικότητα της απόδοσης να γίνουν πλήρως εκμεταλλεύσιμες σε μια γρήγορη, άνετη και ιδιαίτερη μοτοσυκλέτα, με εκρηκτική επιτάχυνση και σαγηνευτική οδήγηση. Ω, με συγχωρείτε κυρίες μου –είναι επίσης ιδανικό για εκπροσώπους του αντίθετου φύλου, επίσης, χάρη στην δυνατότητα αλλαγής της τοποθέτησης της σέλας για οποιοδήποτε σωματότυπο.

Το καλύτερο απ' όλα όμως είναι ο τρόπος που μπορείς να χρησιμοποιήσεις τις υπέροχες εξαέμβολες, ακτινικές δαγκάνες της Nissin –η επιλογή του Troy Corser- φρενάροντας αργά και βαθιά μέσα στη στροφή και ταυτόχρονα να νιώθεις το μπροστινό να καταπίνει τις ανωμαλίες του δρόμου ακόμη και υπό κλίση, χωρίς ίχνος ταλαντώσεων έστω κι αν στρίβεις με ταχύτητες που θα ταίριαζαν σε αγωνιστικό ρυθμό. Η ελαφριά πίεση με ένα δάχτυλο στη μανέτα, για να κόψεις λίγο ταχύτητα πριν την είσοδο μιας στροφής, δεν σηκώνει το Ace ούτε το κάνει να υποστρέφει, αλλά αντιθέτως το βοηθά να διατηρήσει τη γραμμή του όντας απόλυτα προβλέψιμο. Αυτή η εκπληκτική ικανότητα επιβράδυνσης σε μια τόσο γρήγορη μοτοσυκλέτα που παρέχει το πακέτο Nissin με το απενεργοποιούμενο ABS που έχει επιλέξει η Ariel, είναι άλλο ένα από τα κορυφαία χαρακτηριστικά της. Οι δύο ακτινικές δαγκάνες που συνδυάζονται με δίσκους 320mm σταματούσαν το πρωτότυπο Ariel από την τελική του με μπόλικη αίσθηση και ελεγχόμενο δάγκωμα, εμπνέοντας τόνους εμπιστοσύνης, δίχως σημαντικό βύθισμα από το μπροστινό. Υπάρχει ακόμη περίσσευμα διαδρομής από το girder πιρούνι για να σε κάνει να νιώσεις ότι πράγματι φρενάρεις, αλλά δεν μεταφέρει αυτή την φλατ και αποκομμένη αίσθηση που έχουν μοτοσυκλέτες με εναλλακτικά μπροστινά συστήματα όπως η Bimota Tesi, ενώ το πιο σημαντικό είναι ότι δεν υπάρχουν οι αναπηδήσεις και οι "πρωτοβουλίες" που έπαιρνε το μπροστινό του Tesi, ειδικά όταν φρενάρεις βαθιά μέσα στην στροφή. Ο στόχος επετεύχθη σε ό,τι αφορά την άψογη συμπεριφορά του Ace.

Αντίθετα με τους αναγεννημένους, Βρετανούς, ανταγωνιστές όπως η Norton ή ακόμη και η Triumph, η Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική, με υψηλές επιδόσεις και κορυφαίο σχεδιασμό. Ακολουθεί τα χνάρια του Atom, του οποίου η εμπορική επιτυχία έδωσε αυτή τη δυνατότητα –αυτό ήταν κάτι γενναίο και πολύ… Ariel!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Ariel Ace V4 1200

Κατασκευαστής:

Ariel Motor Co.

  
 
 

Μεταξόνιο (mm):

1.541

Ύψος σέλας (mm):

825

Ίχνος (mm):

 

  

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο κατεργασμένο σε CNC

Βάρος (Kg):

229 χωρίς βενζίνη

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15 (προαιρετικά 21,3)

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος V76o υγρόψυκτος, με 2EEK και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 x 60

Χωρητικότητα (cc):

1.237

Σχέση συμπίεσης:

12:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

173/10.000

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire, σώματα 44mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων:

έξι

Τελική ματάδοση:

Άξονας

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό ProLink, μονόμπρατσο ψαλίδι

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6,00 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

190/55ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 276mm με δαγκάνα Nissin με δυο έμβολα, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αλουμινένιο αρθρωτό – girder – με ένα αμορτισέρ Ohlins

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,50 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

120/70ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δύο δισκόφρενα 320mm με ακτινικές δαγκάνες έξι εμβόλων Nissin και ABS