Custom special: DMOL Airforce!

Φόρος τιμής στον Giovanni Ravelli
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

19/1/2018

Η ιστορία αυτού του Moto Guzzi LeMans Mk II του 1982, είναι μία σκέτη περιπέτεια. Αφού στούκαρε με φορτηγό, έμεινε να σαπίζει στον ήλιο και την βροχή της ιταλικής εξοχής, για σχεδόν δύο δεκαετίες. Ξεθάφτηκε, κυριολεκτικά, φορτώθηκε για να ταξιδέψει μέχρι το Λονδίνο και γλιτώνοντας άλλο ένα στουκάρισμα, έφτασε στο γκαράζ όπου λύθηκε πλήρως, πέρασε από λεπτομερές καθάρισμα με ατμό κι αποκάλυψε ότι πέρα από κάθε προσδοκία ο κινητήρας του ήταν σε πολύ καλή κατάσταση, αντέχοντας μία ζωή έκθεσης στις καιρικές συνθήκες.

Οι DMOL (Death Machines of London) αποφάσισαν ότι αυτό το Moto Guzzi έπρεπε να γίνει μία custom μοτοσυκλέτα που να αποτελεί φόρο τιμής στον Giovanni Ravelli, συνιδρυτή της φίρμας. Ο Ravelli ήταν μία χαρισματική προσωπικότητα, που ενέπνευσε το σήμα της ιστορικής μάρκας η οποία προϋπήρχε του Β’ΠΠ, σε αντίθεση με αρκετές από μάρκες που ξεπήδησαν αμέσως μετά, εξαιτίας της ανέχειας που ακολούθησε την λήξη του. Πρόκειται λοιπόν για μία ιταλική μάρκα που βασίστηκε στο πάθος αντί για την ανάγκη κι ο Ravelli είχε παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτό.

Όταν ιδρύθηκε στις 15 Μαρτίου του 1921 η Moto Guzzi από τους κεφαλαιούχους Emanuele-Vittorio και Giorgio Parodi με τον Carlo Cuzzi, σύντροφοι στην Ιταλική στρατιωτική αεροπορία, ο κοινός τους φίλος Ravelli, μετρούσε ήδη δύο χρόνια νεκρός. Κι όμως, ένας από τους καλύτερους πιλότους του Α’ΠΠ με το παρατσούκλι “The Italian Devil” στους αγώνες που έπαιρνε μέρος, ταχύτατος σε ξηρά κι αέρα, ήταν ο άνθρωπος που ενέπνευσε το όραμα της δημιουργίας μίας νέας μάρκας στους δύο φίλους του. Όταν σκοτώθηκε σε ατύχημα δοκιμαστικής πτήσης, οι δυο τους συνέχισαν το όραμά του και το λογότυπο της Moto Guzzi δημιουργήθηκε στην μνήμη του κι ως ένδειξη τιμής προς την αεροπορία.

Με λίγα λόγια οι αιθέρες και η Moto Guzzi ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες έννοιες εκείνη την εποχή, ενώ το πνεύμα του Giovanni Ravelli συνέχισε να ακολουθεί για πολλά χρόνια τα πρώτα βήματα της μάρκας, καθώς τα πλαίσια φτιάχνονταν με βάση την κληρονομιά που άφησε πίσω του.

Οι DMOL λοιπόν δεν θα μπορούσαν να δώσουν καλύτερο όνομα από το «AIRFORCE» στο εμπνευσμένο αυτό μοντέλο που κατασκεύασαν, κρατώντας και το πλαίσιο, επίσης σε μία ένδειξη τιμής προς τον Ravelli, με την ευρύτερη έννοια πως ήταν το μυαλό πίσω από τα πλαίσια στα πρώτα βήματα της φίρμας. Πρακτικά η στάση τους ήταν, πως από την στιγμή που το Mk II LeMans έστριβε, δεν χρειαζόταν να το πειράξουν και πολύ. Επίσης είχαν σκοπό να το παρουσιάσουν στην επέτειο των γενεθλίων του, στις 14 Ιανουαρίου δηλαδή, αν κι αρχικά δούλεψαν με περιθώριο ακριβώς 112 ημερών εργασίας, για να το προωθήσουν στην μεγάλη έκθεση custom της Αγγλίας.

Το φαίρινγκ και το ρεζερβουάρ είναι αλουμινένια, σφυρήλατα στο χέρι, πράγμα που σημαίνει πως υπάρχει πολύ δουλειά αλλά όχι βέβαια στο επίπεδο που έχουν επιδείξει οι δικοί μας εδώ, στην DNA Filters -παρόλο που δεν είναι «καστομάδες»- ούτε φυσικά με τόσο εξιδεικευμένα εργαλεία κι αψεγάδιαστο αποτέλεσμα, ωστόσο κρύβει απίστευτη δουλειά και πρέπει να τους αναγνωριστεί.

Χρησιμοποίησαν την παλιά καλή τεχνική, όπου σε ένα ξύλινο ομοίωμα το μέταλλο χτυπιέται με το χέρι, αφήνοντας μία σειρά από ατέλειες που κανονικά στοκάρονται και βάφονται. Εδώ όμως τρίφτηκαν κι αφέθηκαν εκτεθειμένες στο μάτι, άλλο ένα σημείο που θυμίζει λίγο τα μαχητικά της εποχής του Giovanni…   

Αυτό που κλέβει την παράσταση σε αυτή την μοτοσυκλέτα, είναι πως οι DMOL μελέτησαν την ιστορία του Giovanni, τις μοτοσυκλέτες που έτρεχε και την κληρονομιά που άφησε με τον πρόωρο θάνατό του, ξεκινώντας κάθε εξάρτημα με το ερώτημα «τι θα έκανε εκείνος…»

Πρόκειται λοιπόν για μία Moto Guzzi που μοιάζει στο υποθετικό παρελθόν της, κατά το οποίο ο Giovanni ζούσε στην ίδρυσή της!

Οι DMOL έφτιαξαν την τροφοδοσία από την αρχή, επανασχεδιάζοντας μία πιο λιτή εισαγωγή αέρα, τοποθέτησαν καρπυρατέρ 36 χιλιοστών Dell’Orto που ξεκάθαρα φαίνεται που επενέβησαν... Από το πλαίσιο κόπηκαν σύνδεσμοι και βάσεις που πλέον δεν χρειάζονταν πουθενά και ο λαιμός άλλαξε με την κάστερ να αυξάνεται κατά 3 μοίρες, στις 30 ενώ ελαφρώς μάκρυνε και το ψαλίδι που προέρχεται από ένα Moto Guzzi California και το θυμίζει αμυδρά. Το California έχει δύο αμορτισέρ, οπότε η μετατροπή στο «Airforce» ήταν εκτεταμένη, όπως και τα κέντρα των τροχών που επίσης προέρχονται από τον ίδιο δότη, και τοποθετήθηκαν σε αλουμινένιες ζάντες. Όλα αυτά αναδεικνύονται οπτικά με το «Airforce Γκρι» που το έβαψαν και τα ελαστικά με όψη εποχής. Τα φρένα είναι της Brembo και οι τριακοσάριδες δίσκοι χειροποίητοι με το πιρούνι να ανήκει σε Aprilia RS250 ρυθμισμένο για το νέο βάρος που πρέπει να σηκώσει.

Όλα τα περιφερειακά είναι επίσης χειροποίητα, τα γκριπ, οι μανέτες, τα μαρσπιέ.. Μπροστά ο προβολέας είναι Xenon και πίσω LED ενώ, έτσι για πλάκα, το immobiliser μπήκε σε ένα στερεοφωνικό καρφί, κι έτσι το να την βάζεις μπροστά, είναι σαν να βισματώνεις κιθάρα. Το όργανο είναι έξυπνα φτιαγμένο, με ένα οικιακό dimmable LED κι έναν επίσης οικιακό οδηγό, που συνδέθηκαν με τρόπο ώστε η φωτεινή ένδειξη να αποτυπώνει την ταχύτητα. Η σέλα είναι ραμμένη στο χέρι, κι ακολουθεί το ρεζερβουάρ δημιουργώντας μία έξυπνη συνέχεια. Αρχικά σχεδιασμένη για την έκθεση Bike Shed τον περασμένο Μάιο, το AIRFORCE δεν είχε φτάσει στο αποτέλεσμα που ήθελαν, τελειοποιώντας το για την επέτειο των γενεθλίων του Giovanni...

Photo:Ivo Ivanov

Ετικέτες

Ελληνική racing μοτοσυκλέτα: P2/400!

Ένα αγωνιστικό supermono Made in Greece!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

5/10/2017

Μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα φτιαγμένη στην Ελλάδα! Μπορεί σε κάποιους αυτό ν' ακούγεται σαν η αρχή ενός ανέκδοτου, αλλά στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για μια απολύτως απτή πραγματικότητα. Μια παρέα φοιτητών του Τ.Ε.Ι. Κεντρικής Μακεδονίας, τα εργαστήρια της σχολής και η υποστήριξη από τους καθηγητές τους, ήταν αρκετά για να κάνουν ένα όνειρο πραγματικότητα. Να αποδείξουν ότι όταν υπάρχει όρεξη για δουλειά και αγάπη για το αντικείμενο, τότε δεν υπάρχουν όρια στο πού μπορεί να φτάσει κανείς.

Πριν λίγες μέρες βρεθήκαμε στο Αυτοκινητοδρόμιο Σερρών για το συγκριτικό των superbikes που μπορείτε να διαβάσετε στο τεύχος που βρίσκεται αυτή την στιγμή στα περίπτερα. Εκείνο το διήμερο στην πίστα, ήταν παρέα μας και η μοτοσυκλέτα που κατασκεύασαν οι τέσσερις φίλοι και συνάδελφοι για μια στατική φωτογράφιση λίγο πριν ξεκινήσει την περιπέτεια στον κόσμο των διεθνών αγώνων. Εκεί είχαμε την ευκαιρία να τα πούμε από κοντά με τον Αλέξανδρο Μαΐδη και τον Θανάση Αραμπατζή, δύο από τα μέλη της ομάδας πίσω από την κατασκευή της, και να μάθουμε όλη την ιστορία πίσω απ' αυτήν. Την σύλληψη της ιδέας, τον σχεδιασμό, τις δυσκολίες, την υποστήριξη και τελικά την υλοποίηση του project που θα δοκιμαστεί στον πιο δύσκολο στίβο της πραγματικής ζωής: τους αγώνες.

Η ιστορία ξεκινά λίγο πριν την ολοκλήρωση ενός άλλου Project που οι τέσσερις φοιτητές παρουσίασαν ως πτυχιακή εργασία: το Talos. Αυτή ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα που κατασκεύασαν και στη συνέχεια αναζήτησαν πόρους και εγκαταστάσεις έτσι ώστε να βελτιώσουν την αρχική αυτή έκδοση. Η λύση ήρθε από τη Σχολή τους και τα εργαστήρια-μηχανουργία που διαθέτει, χάρη στην συμβολή και την υποστήριξη από τον καθηγητή τους κ. Δαβίδ. Στην πορεία των συζητήσεων για την βελτίωση του Talos, προέκυψε ένα ακόμη πιο φιλόδοξο σχέδιο. Η δημιουργία ενός εντελώς καινούργιου project, μιας εντελώς διαφορετικής μοτοσυκλέτας, με στόχο την συμμετοχή σε κάποιο διεθνή διαγωνισμό. Αυτός ο διεθνής διαγωνισμός κατέληξε τελικά να είναι το… European Supermono Cup, ένας θεσμός που συμμετέχουν επαγγελματικές ομάδες και εργοστάσια, με το επίπεδο της πρόκλησης να ανεβαίνει κατακόρυφα. Είναι επίσης ένας θεσμός που αφήνει μεγάλη ελευθερία σε ό,τι αφορά τα πλαίσια και τις αναρτήσεις, κάτι που βόλευε ιδιαίτερα καθώς προϋπήρχε ήδη η εμπειρία και το υλικό από το εναλλακτικό μπροστινό –τύπου Duolever- του Talos.

Με την αρωγή επαγγελματιών από το χώρο της μοτοσυκλέτας και καθηγητών από τη Σχολή, βρέθηκε ο κινητήρας, σχεδιάστηκε η μοτοσυκλέτα και το σχέδιο υλοποιήθηκε ξεπερνώντας τις αρκετές δυσκολίες που συνάντησαν σε όλα τα στάδια, χρησιμοποιώντας μάλιστα και εξωτικά υλικά, όπως το ανθρακόνημα και το αεροπορικού τύπου αλουμίνιο. Το αποτέλεσμα είναι μια μοτοσυκλέτα με βάρος και διαστάσεις παρόμοια με αυτά των μοτοσυκλετών της Moto3 από το παγκόσμιο πρωτάθλημα GP, με ένα εναλλακτικό μπροστινό και με πλαίσιο χωροδικτύωμα!

Οι πρώτες δοκιμές στην πίστα έχουν ήδη γίνει, αν και η συμμετοχή σε κάποιον αγώνα του Supermono Cup μέσα στο 2017 είναι πλέον αδύνατη, λόγω του ότι έχει ολοκληρωθεί και ο τελευταίος αγώνας για φέτος. Ο δρόμος όμως είναι ακόμη μακρύς και το μέλλον ανοίγει ορίζοντες με αστείρευτες δυνατότητες και προοπτικές, τις οποίες η ομάδα έχει ήδη σχεδιάσει πώς θα εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έτσι ώστε να είναι ανταγωνιστικοί από το ξεκίνημα κιόλας της προσπάθειας.

Στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ (θα κυκλοφορήσει 1η Νοεμβρίου) θα έχετε την δυνατότητα να δείτε την αναλυτική παρουσίαση του project και να διαβάσετε τόσο για το πώς "έχτισαν" κάθε στάδιο της μοτοσυκλέτας, ποια εμπόδια αντιμετώπισαν και πώς ξεπεράστηκαν αυτά, καθώς και τι επιφυλάσσει η συνέχεια και τους φιλόδοξους στόχους για το μέλλον.

 

Δείτε παρακάτω μία πλούσια σειρά φωτογραφιών, από την φωτογράφιση του MOTO στις Σέρρες: