Honda NSR 500

Το απόλυτο αγωνιστικό
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/9/2017

 

Μία πρόσφατη βόλτα για λόγους συντήρησης που πραγματοποίησαν οι μηχανικοί της Honda, σε ένα από τα NSR500 που διατηρούν σε άψογη κατάσταση και καταγράφηκε στην κάμερα, μας θύμισε την απόλυτη αυτή αγωνιστική…

Ακόμη και σήμερα, την εποχή των MotoGP, των 250+ ίππων, των 340+km/h τελικών ταχυτήτων, των απόλυτων χρόνων και των εξωπραγματικών επιδόσεων, είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν ότι οι τελευταίες πραγματικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, ήταν τα δίχρονα 500 των GP. Εκείνα τα ατίθασα, υστερικά και ιδιαιτέρως δύστροπα δίχρονα τετρακύλινδρα, που χάρισαν μοναδικό θέαμα και αγώνες που έχουν μείνει στην ιστορία.

Κατά γενική ομολογία, το δυνατότερο, το πιο διαχρονικό και το πιο ασυμβίβαστο στην ιστορία των Grand Prix, ήταν το NSR500 της Honda, το οποίο πρωτοπαρουσιάστηκε το 1984 ως ο επιτυχημένος διάδοχος του τρικύλινδρου V NS500. Το NSR500 ήταν ένα τετρακύλινδρο V και αποτέλεσε την αιχμή του δόρατος για την Honda για 18 ολόκληρα χρόνια, ώσπου άλλαξαν οι κανονισμοί που απαγόρεψαν τις δίχρονες μοτοσυκλέτες ξεκινώντας την απόλυτη κυριαρχία των τετράχρονων MotoGP.

 

Η απόδοση του κινητήρα ήταν κοντά στους 200 ίππους στις 13.500 και η περιεχόμενη γωνία των κυλίνδρων ήταν στις 112 μοίρες (εκεί κατέληξαν από την έκδοση του 1987 κι έπειτα), ένα ασυνήθιστο νούμερο για V κινητήρες. Ο στρόφαλος ήταν crossplane (αυτό ίσχυε από το 1992 κι έπειτα), ενώ ο ακριβής κυβισμός ήταν 499 κυβικά εκατοστά με διαστάσεις 54x54,5mm. Σε συνδυασμό με το εκπληκτικό αλουμινένιο περιμετρικό πλαίσιο της Honda, το NSR έγινε σχεδόν αμέσως ο απόλυτος κυρίαρχος στα GP κερδίζοντας 10 παγκόσμιους τίτλους, εκ των οποίων οι έξι (1994-1999) ήταν σερί, με πέντε από αυτούς να ανήκουν στον θρύλο των GP Mick Doohan. Ο Αυστραλός, παραμένει μέχρι και σήμερα ο μοναδικός αναβάτης στην ιστορία του σπορ που έχει κερδίσει πέντε τίτλους στην σειρά.

Συνολικά, η μοτοσυκλέτα μάζεψε περισσότερες από 100 νίκες και το 2001, με αναβάτη τον Valentino Rossi πέτυχε το ορόσημο των 500 νικών της Honda στα GP από το 1961, ενώ η επόμενη σεζόν, το 2002, ήταν η τελευταία θητεία του δίχρονου NSR, το οποίο αγωνίστηκε κόντρα στα πρωτοεμφανιζόμενα –τότε- τετράχρονα MotoGP.

 

Εμείς, είμασταν μάλιστα από  τους ελάχιστους τυχερούς δημοσιογράφους που είχαν καταφέρει να οδηγήσουν το NSR του Mick Doohan (1996) και του Valentino Rossi (2001) σε δύο μεγάλες αποκλειστικότητες για τα ελληνικά δεδομένα.

 

Διασώστες-Μοτοσυκλετιστές του Ε.Κ.Α.Β.

Σώζοντας ζωές με τη μοτοσυκλέτα
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/2/2018

Ρισκάρουν τη δική τους υγεία και σωματική ακεραιότητα οδηγώντας όσο πιο γρήγορα μπορούν την μοτοσυκλέτα τους, κάθε φορά που κινδυνεύει η υγεία (ή και η ζωή ακόμη) κάποιου άλλου. Οι διασώστες-μοτοσυκλετιστές του Ε.Κ.Α.Β. είναι ένας ακόμη τομέας από δημόσιο φορέα, που χρησιμοποιεί την μοτοσυκλέτα ως μέσο για την προσφορά ενός ευαίσθητου κοινωνικού έργου.

 

Πριν λίγο καιρό είχαμε κάνει το αφιέρωμα στους αστυνομικούς της Ομάδας ΔΙ.ΑΣ., με την μοτοσυκλέτα να κατέχει έναν "πολεμικό" ρόλο. Τώρα, με το αντίστοιχο αφιέρωμα στους διασώστες του Ε.Κ.Α.Β. που φιλοξενείται στο τεύχος που κυκλοφορεί αυτή την στιγμή στα περίπτερα, αναδεικνύεται ένας διαφορετικός, αλλά εξίσου νευραλγικός στο κοινωνικό σύνολο, ρόλος που καλείται να υπηρετήσει.


Σίγουρα οι περισσότεροι από εμάς, αν όχι όλοι, έχουμε δει στο δρόμο να κυκλοφορούν οι μοτοσυκλέτες του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας με το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα και το έμβλημα στα ρεζερβουάρ τους, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί το πόσο δύσκολη κι απαιτητική είναι μια "μέρα στη δουλειά" αυτών των ανθρώπων. Εμείς το διαπιστώσαμε από κοντά, μιλώντας και βλέποντας στην πράξη την αποτελεσματικότητα των διασωστών, μένοντας πραγματικά εντυπωσιασμένοι.

Πρόκειται για έναν τομέα που δημιουργήθηκε ακολουθώντας τα πρότυπα του εξωτερικού, υιοθετώντας από την αρχή ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης σε ό,τι αφορά την παροχή άμεσης βοήθειας σε ανθρώπους που κινδυνεύει η υγεία τους.

Μετά από 22 χρόνια λειτουργίας, οι άνθρωποι που στελεχώνουν τον τομέα έχουν αναπτύξει μια υψηλού επαγγελματισμού μεθοδολογία, ξεπερνώντας κατά πολύ τα στάνταρ που μπορούν να προσφέρουν τα μέσα που διαθέτουν, όπως είδαμε και από την προσομοίωση περιστατικού σε πραγματικές συνθήκες στο οποίο συμμετείχαμε.
Όπως θα διαβάσετε, οι ελλείψεις είναι πολλές και σημαντικές, ξεκινώντας από έναν στόλο μοτοσυκλετών που έχει να ανανεωθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια, με ό,τι συνεπάγεται αυτό…

Η μεγαλύτερη έλλειψη όμως είναι η ανύπαρκτη μοτοσυκλετιστική εκπαίδευση που παρέχει η Υπηρεσία, με το στατιστικό των μηδενικών ατυχημάτων εν ώρα εργασίας να μοιάζει με άθλο, που επιτυγχάνεται όμως χάρη στην μοτοσυκλετιστική κουλτούρα που διαθέτει ο καθένας από τους διασώστες ξεχωριστά. Φροντίζοντας οι ίδιοι για την εκπαίδευσή τους, έχουν καταφέρει να γίνουν "ένα σώμα" με τα θηρία των 300+ κιλών που οδηγούν, κουβαλώντας ένα μεγάλο φορτίο ιατροτεχνικού εξοπλισμού.

Έχουν αναπτύξει μια υψηλού επαγγελματισμού μεθοδολογία, ξεπερνώντας κατά πολύ τα στάνταρ που μπορούν να προσφέρουν τα μέσα που διαθέτουν

Ιδιαίτερα δύσκολες -και όχι εύκολα διαχειρίσιμες από τον καθένα- είναι και τα περιστατικά που καλούνται να αντιμετωπίσουν, ενώ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τρόπος που έχουν καταφέρει να αναπτύξουν ως προσωπική άμυνα απέναντι σε καταστάσεις, που σε πολλούς από εμάς θα επέφεραν και ψυχολογικές συνέπειες.
Κι όμως, όπως θα διαπιστώσετε όσοι διαβάσετε το συγκεκριμένο αφιέρωμα, το ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι πάνω απ' όλα μοτοσυκλετιστές με την ανόθευτη έννοια του όρου (ένα χαρακτηριστικό που όπως γνωρίζουμε όλοι μας έχει πολύ μεγάλο ρόλο στη συνολική διαμόρφωση του χαρακτήρα κάθε ατόμου), συμβάλλει τα μέγιστα στην εκπληκτική αποτελεσματικότητά τους σε όλα τα επίπεδα.