MV Agusta: Έχει πλάνο ανερχόμενης δύναμης

Συνδέοντας τα κομμάτια ενός πολύ μεγάλου παζλ
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/10/2020

Όταν μιλάμε για ιταλική βιομηχανία μοτοσυκλετών, στο μυαλό μας υπάρχουν δύο μεγάλες εταιρείες. Η μία είναι ο όμιλος της Piaggio που έχει κάτω από την ομπρέλα της την Aprilia και την Moto Guzzi (τυπικά ξεχωριστές εταιρείες είναι η Vespa και οι Gilera) και φυσικά η Ducati που έχει ισχυρή παρουσία στα παγκόσμια πρωταθλήματα MotoGP και WSBK, έστω κι αν παραγωγή των δύο εργοστασίων της σε Ιταλία και Ταϊλάνδη δεν είναι στο μέγεθος της Piaggio. Το όνομα της Benelli προστέθηκε στη λίστα των μεγάλων ιταλικών εταιρειών τα τελευταία χρόνια χάρη στην επιτυχημένη εμπορική πορεία του TRK 502 (κυρίως στην ιταλική αγορά), έστω κι αν υπάρχουν αντιρρήσεις από κάποιους ως προς την ιταλική “γνησιότητά” τους. Η MV Agusta από την άλλη μεριά είχε πάντα την εικόνα που έχουν οι εταιρείες της οικογένειας Castiglioni. Δηλαδή την εικόνα μικρών boutique που φτάνουν έως το σημείο να κάνουν ένα άλμα ανάπτυξης, αλλά πάντα κάτι συμβαίνει με τα οικονομικά και η παραγωγή σταματά, γυρίζοντας πίσω στο μηδέν… Σε αυτό το σημείο βρέθηκε για πολλοστή φορά η MV Agusta το 2016, παρά το γεγονός πως λίγους μήνες πριν είχε ανακοινωθεί μια σημαντική οικονομική σύμπραξη με την AMG (θυγατρική εταιρεία του γερμανικού κολοσσού της Mercedes-Benz). Τράπεζες, προμηθευτές και ιταλικό κράτος στρίμωξαν στη γωνία τον Giovanni Castiglioni, ο οποίος αναγκάστηκε να συνεργαστεί με έναν νεαρό Ρώσο επιχειρηματία, που μέχρι τότε δεν είχαμε ακούσει το όνομά του.

Ο Timur Sardarov και ο αδερφός του Ratmir Sardarov κατέληξαν να έχουν το 100% των μετοχών της MV Agusta το 2019, βγάζοντας έξω από κάθε διοικητικό ρόλο των Giovanni Castiglioni. Έως τότε ο κόσμος παρακολουθούσε με καχυποψία τους δύο Ρώσους, καθώς δεν φαινόταν να ρίχνουν με το τσουβάλι λεφτά για την εξέλιξη νέων μοντέλων και την αύξηση της παραγωγής. Δηλαδή δεν έκαναν ό,τι έκαναν οι κινέζοι της QJ με την Benelli, όπου μέσα σε δύο χρόνια παρουσίασαν δέκα διαφορετικά νέα μοντέλα σε όλες τις κατηγορίες. Όμως στην πορεία αποδείχτηκε πως οι δύο Ρώσοι επενδυτές κάθε άλλο παρά “αεριτζήδες” είναι. Κοιτώντας σήμερα το ανθρώπινο δυναμικό της MV Agusta, θα δούμε σε θέσεις κλειδιά πολύ γνωστά ονόματα του χώρου της βιομηχανίας, με τεράστιες επιτυχίες στην καριέρα τους. Το πιο οικείο είναι φυσικά του Massimo Bordi που όχι μόνο σχεδίασε τους Desmo τετραβάλβιδους κινητήρες των Ducati 851/916 αλλά κατείχε και τη θέση του CEO της Ducati όταν την είχαν αγοράσει οι Αμερικάνοι επενδυτές. Ήταν αυτός που έκανε την Ducati κερδοφόρα, ώστε να μπορέσουν οι Αμερικάνοι επενδυτές να την πουλήσουν… με το αζημίωτο.  

Το Νοέμβριο του 2019, ο Timur Sardarov ανακοίνωσε το νέο οργανόγραμμα της εταιρείας και το πενταετές αναπτυξιακό πλάνο, το οποίο σηματοδοτεί το τέλος της εποχής Castiglioni και την επιστροφή μιας θρυλικής προσωπικότητας, του Massimo Bordi, στη θέση του Εκτελεστικού Αντιπροέδρου, με πλήρη έλεγχο πάνω στην παραγωγή και τον ποιοτικό έλεγχο του εργοστασίου. Ο Bordi έδωσε μια άκρως αποκαλυπτική και διαφωτιστική συνέντευξη στο αμερικάνικο Cycle Word, μιλώντας για όλους και για τα πάντα, καθώς πέρα από τον Sardarov είναι κι αυτός ένας εκ των εμπνευστών του πλάνου. Το πρώτο μέρος του σχεδιασμού είναι να ολοκληρώσουν την χρονιά έχοντας πετύχει τον στόχο των 3.000 μοτοσυκλετών στην παραγωγή, κάτι που δεν ήταν –όπως προκύπτει μέχρι τώρα- κάτι ιδιαίτερα δύσκολο, ενώ οι πωλήσεις των εκδόσεων Serie Oro, των Superveloce 800 και Brutale 1000, έχουν συνεισφέρει τα μέγιστα στα έσοδα της εταιρείας. Το επόμενο βήμα είναι να αυξάνεται η παραγωγή κατά 3.000 μονάδες (ή και παραπάνω) κάθε χρόνο!

Δεν πρόκειται για ένα εύκολο καθήκον και ο Bordi τόνισε ότι θα στηριχθούν σε τρεις πυλώνες για να πετύχουν κάτι τέτοιο. Αρχικά, θα παρουσιάσουν ένα δυνατό πρόγραμμα που θα είναι στοχευμένο στην διαρκή εξέλιξη των τρικύλινδρων κινητήρων, τόσο από πλευράς ποιότητας, όσο και αξιοπιστίας, απόδοσης και ευκολίας. Μέχρι στιγμής, ο συγκεκριμένος κινητήρας έχει αποδειχθεί ως το δυνατό χαρτί της MV Agusta και η γκάμα των μοτοσυκλετών που τον χρησιμοποιούν δημιουργεί μια ισχυρή εικόνα για την εταιρεία. Το πρώτο βήμα θα είναι η αύξηση του κυβισμού στα 950cc, μια δύσκολη πρόκληση διότι θέλουν να το καταφέρουν χωρίς να αυξήσουν αντίστοιχα το βάρος και τις διαστάσεις. Υπολογίζεται ότι η απόδοσή του θα είναι κοντά στους 170 ίππους, δημιουργώντας έναν εξαιρετικό λόγο κιλών ανά ίππο.

"Το επόμενο βήμα θα είναι ένας κινητήρας με υπερσυμπιεστή ο οποίος θα κινείται ηλεκτρικά", λέει ο Bordi και εξηγεί ότι αυτή η λύση είναι η ιδανικότερη για μοτοσυκλέτες, καθώς η λειτουργία του θα ελέγχεται πλήρως από την ECU. Έτσι, το τελικό αποτέλεσμα θα είναι μια ευθεία γραμμή στο διάγραμμα της ροπής σε συνδυασμό με πρωτόγνωρα επίπεδα ισχύος και εξαιρετική κατανάλωση. Με δεδομένο το παρελθόν του Bordi στην μηχανολογία τα τελευταία 50 χρόνια, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για όλα αυτά που λέει υπάρχει τεκμηριωμένο υπόβαθρο.

"Ο δεύτερος πυλώνας θα είναι η συνεργασία που πρόσφατα υπέγραψε ο Timur με τον κινέζικο κολοσσό την Loncin Motor Co, της οποίας τα αποτελέσματα θα τα δούμε πολύ σύντομα και θα αφορούν μια νέα γενιά δικύλινδρων κινητήρων 350cc, και αργότερα 500cc". Οι κινητήρες αυτοί σχεδιάζονται και εξελίσσονται από την MV Agusta στο εργοστάσιό της, ενώ αυτός των 350cc θα έχει προτεραιότητα, καθώς ο Bordi θεωρεί ότι ο συγκεκριμένος κυβισμός είναι από τους πιο δημοφιλείς στην παγκόσμια αγορά. "Η συνεργασία με την Loncin Motor Co στο συγκεκριμένο project", δήλωσε ο Bordi, "θα επιτρέψει στην MV Agusta να πετύχει τέτοια νούμερα στην παραγωγή της που δεν είχε δει ποτέ το εργοστάσιο στην Schiranna, ούτε καν την εποχή της Aermacchi – Harley Davidson."

Όμως φαίνεται η συνεργασία με τις κινέζικες εταιρείες δεν σταματά εδώ. Τον Σεπτέμριο του 2020 η MV Agusta ανακοίνωσε τη νέα στρατηγική συνεργασία με την QJ-Motor Co. για την διάθεση των μοτοσυκλετών του ιταλικού εργοστασίου στην Κίνα. Το γκρουπ QJ είναι ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές στην Κίνα και η συμφωνία περιλαμβάνει –αρχικά όπως τονίζεται- την εμπορική διάθεση των MV Agusta μέσω ενός δικτύου μεγάλων καταστημάτων σε όλη την χώρα. Σε δεύτερο στάδιο, η συνεργασία θα περιλαμβάνει την από κοινού εξέλιξη σε βιομηχανικό επίπεδο και την συνεργασία σε νέα projects. Ήδη η QJ έχει υποσχεθεί πως θα έχει έναν νέο τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα 1000 κυβικών και η φωτογραφία που έδειξε, έμοιαζε σε όλους μας πολύ με τον προηγούμενο κινητήρα των F4 1000 και Brutale 1000 της MV Agusta.

Μέσα σε όλες αυτές τις κινήσεις ο CEO της MV Agusta, Sardarov προσέλαβε τον Enrico Pellegrino για τη θέση του Head of Business & Network Development. Ο κ. Pellegrino έχει 30 χρόνια εμπειρίας στο χώρο της βιομηχανίας και η πρώτη του θέση ήταν στην Ford. Στην καριέρα του έχει συνεργαστεί με την Ducati και την Yamaha Motor Company. Πριν από δέκα χρόνια ξεκίνησε να εργάζεται στην Peugeot Motorycles, που πρόσφατα αγοράστηκε απ’ την Mahindra και ήταν Managing Director πριν γίνει Global Commercial Director του Ομίλου. Βλέπουμε λοιπόν, πως μαζί με τις καθαρά επιχειρηματικές κινήσεις σε επίπεδο συνεργασιών, ο Timur Salvador φροντίζει να τοποθετεί στους σωστούς ανθρώπους στις σωστές θέσεις. Είναι πλέον πέρα για πέρα ξεκάθαρο, πως η MV Agusta έχει κάνει την απαραίτητη προεργασία για το επόμενο μεγάλο βήμα που θα την καθιερώσει ως μία από τις μεγάλες ιταλικές εταιρείες, όχι μόνο ως προς την αίγλη και την ιστορία του ονόματός της, αλλά και ως προς την εμπορική της παρουσία στις παγκόσμιες αγορές.

IMZ Ural: Μια τρίτροχη ιστορία γύρω από τρείς πολέμους - Πώς έφτασε στη σημερινή αλλαγή πορείας

Από την αντιγραφή της BMW R 71 στην κινέζικη 500 Neo της Yingang
Ural
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

4/12/2025

Η σύντομη ιστορία της ρωσικής εταιρείας κατασκευής μοτοσυκλετών και οι ελιγμοί που της επέβαλαν οι διεθνείς συγκρούσεις για να κρατηθεί ζωντανή.

Τα sidecars αποτελούν μια ιδιαίτερη συνομοταξία μοτοσυκλετών, με περιορισμένους αλλά αφοσιωμένους φίλους. Ο πλέον γνωστός κατασκευαστής μοτοσυκλετών με πλευρικό κάνιστρο είναι η ρωσική Ural, με την ιστορία της να είναι ριζωμένη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πριν ακόμα από τον πόλεμο η Σοβιετική κυβέρνηση βρισκόταν σε αναζήτηση μιας μοτοσυκλέτας που να μπορεί να ανταπεξέλθει στις αντίξοες συνθήκες του ρωσικού χειμώνα και το αφιλόξενο τερέν, με ανεπαρκείς υποδομές οδικού δικτύου, για να εξοπλίσει τον Κόκκινο Στρατό. Η BMW R 71 της Wehrmacht έμοιαζε ό,τι πιο κοντά σε αυτό, έτσι λοιπόν αποκτήθηκαν μυστικά πέντε μοτοσυκλέτες μέσω της Σουηδίας και παραδόθηκαν στο εργοστάσιο μοτοσυκλετών της Μόσχας όπου οι σοβιετικοί μηχανικοί, με τη διαδικασία του reverse engineering δημιουργήσαν τις υποδομές για την παραγωγή της δικής του στρατιωτικής μοτοσυκλέτας της Μ-72, με δικύλινδρο boxer κινητήρα.

Τον Ιούνιο του 1941 οι δυνάμεις του Άξονα εξαπέλυσαν την επιχείρηση  Barbarossa εισβάλοντας, σε παράβαση του σύμφωνου μη επίθεσης Molotov-Ribbentrop, στα εδάφη των σοσιαλιστικών δημοκρατιών με στόχο την κατάκτηση της “ευρωπαϊκής κεφαλής” της Σοβιετικής Ένωσης που όριζαν με την Ευθεία Α-Α (Αρχάνγκελσκ – Αστρακάν), από την Λευκή έως την Κασπία Θάλασσα σε αναζήτηση του ζωτικού χώρου (Lebensraum) και την εκτόπιση των σλαβικών φύλων, ως κατώτερων της άριας φυλής, στην Σιβηρία.

Ural

Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την ταχεία προέλαση των γερμανικών στρατευμάτων και την επιτυχία των τακτικών Blietzkrieg που αξιοποιούσαν σε μεγάλο βαθμό την ραγδαία εξέλιξη των μηχανοκίνητων μέσων, αλλάζοντας τους όρους διεξαγωγής του πολέμου, ώθησε στην μετατόπιση του σοβιετικού εργοστασίου μοτοσυκλετών, μακριά από την εμβέλεια των βομβαρδιστικών της Luftwaffe, σε μια παλιά ζυθοποιία στο Irbit, στα σύνορα της Σιβηρίας με τα, πλούσια σε ορυκτά κοιτάσματα, Ουράλια όρη που έδωσαν και το όνομα στην εταιρεία.Ural

Στις 25 Φεβρουαρίου 1942, η πρώτη παρτίδα μοτοσυκλετών, συναρμολογημένων από τα εξαρτήματα που μεταφέρθηκαν από τη Μόσχα, στάλθηκε στο ανατολικό μέτωπο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου παραδόθηκαν συνολικά 9.799 μοτοσυκλέτες M-72 σε αποσπάσματα αναγνώρισης τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων ταξιαρχιών.

Ural

To Irbit παρέμεινε η βάση της εταιρείας από το μακρινό 1941, εξελίσσοντας και βελτιώνοντας τις μοτοσυκλέτες της με βραδείς ρυθμούς, προσφέροντας τις boxer μοτοσυκλέτες της με κάνιστρο, σε διάφορες εκδόσεις εξοπλισμού, κάποιες με κίνηση και στους δύο πίσω τροχούς και με αρκετές ειδικές εκδόσεις στο πέρασμα του χρόνου, ακόμη και μια ηλεκτρική concept μοτοσυκλέτα που εμφανίστηκε το 2018, χωρίς όμως ποτέ να φτάσει στην παραγωγή.

Ural

Μετά τον πόλεμο, το εργοστάσιο την ΙΜΖ Ural επεκτάθηκε και εκσυγχρονίστηκε, με την κατασκευή χυτηρίου για αλουμινένια μέρη, τμήματος παρασκευής πλαισίων καθώς και άλλων τμημάτων για την παραγωγή διαφόρων εξαρτημάτων της μοτοσυκλέτας. Καθ’ όλη τη δεκαετία του 1950, οι μοτοσυκλέτες που παρήχθησαν προορίζονταν κυρίως για στρατιωτική χρήση. Στο τέλος όμως της δεκαετίας, η στρατιωτική παραγωγή μεταφέρθηκε σε ένα αδελφό εργοστάσιο στο Κίεβο της Ουκρανίας (KMZ), ενώ το Irbit συνέχισε την παραγωγή μοτοσυκλετών για την εγχώρια αγορά.

Ural

Την περίοδο αυτή, οι εγκαταστάσεις του επεκτάθηκαν σε ένα τεράστιο εργοστάσιο σοβιετικού τύπου. Τα διάφορα τμήματα παρασκεύαζαν τα πάντα καθετοποιώντας την παραγωγική διαδικασία, από ελαστικά και πλαστικά εξαρτήματα έως αμορτισέρ, εξαρτήματα φρένων και ντίζες. Σχεδόν 10.000 άτομα απασχολούνταν στο εργοστάσιο και στο ζενίθ του, παρήγαγε περίπου 130.000 μοτοσυκλέτες ετησίως, κυρίως για κρατικές παραγγελίες και τη ρωσική εγχώρια αγορά ως μια οικονομικότερη εναλλακτική λύση απέναντι στα αυτοκίνητα.

Ural

Η IMZ άρχισε να εξάγει μοτοσυκλέτες το 1953, κυρίως σε κράτη του συμφώνου της Βαρσοβίας και σε συμμάχους της Ε.Σ.Σ.Δ. στην Αφρική και τη Νοτιοανατολική Ασία. Τη δεκαετία του 1970, η βρετανική εταιρεία Satra Motors εισήγε Ural στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία και τις πουλούσε με την επωνυμία Cossack Motorcycles. Το 1994, ένας ανεξάρτητος διανομέας με την ονομασία Ural America, με έδρα στην Ουάσινγκτον, ξεκίνησε να διαθέτει μοτοσυκλέτες στις Ηνωμένες Πολιτείες, θέτοντας τα θεμέλια της παρουσίας της Ural στην Αμερική που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Ural

Ένα ακόμη σημείο καμπής για την εταιρεία ήταν ο ψυχρός πόλεμος και πιο συγκεκριμένα το τέλος αυτού, η κατάρρευση της Ε.Σ.Σ.Δ. το 1991 που άλλαξε τον παγκόσμιο χάρτη. Τον Νοέμβριο του 1992, η κρατική IMZ μετατράπηκε σε ιδιωτική εταιρεία, με το 40 % να ανήκει στη διοίκηση και στους εργαζομένους, το 38 % να διατίθεται σε δημοπρασία με κουπόνια ιδιωτικοποίησης και το 22 % να παραμένει στην κατοχή του κράτους.

Ural

Παρότι δεν μετακίνησε την εταιρεία, η αλλαγή αυτή δημιούργησε πολλές δυσκολίες, καθώς πέρα από κρατική, μέχρι τότε, η Ural παρέμενε και κρατικοδίαιτη σε μεγάλο βαθμό με τον κύριο όγκο του εργοστασίου να προμηθεύει κρατικούς φορείς και σώματα ασφαλείας και ένα σχετικά μικρό ποσοστό από την γραμμή παραγωγής να καταλήγει στα χέρια ιδιωτών. Η νέα συνθήκη αυτή αβεβαιότητας έθεσε έναν νέο σκόπελο στην ίδια την ύπαρξη της εταιρείας, που τελικά ανταπεξήλθε με το επιτυχημένο άνοιγμα της σε διεθνείς αγορές, με τις ΗΠΑ να απορροφούν μέχρι και σήμερα άνω του ήμισυ της παραγωγής και δίκτυο διανομής να υπάρχει, πέρα από τις ΗΠΑ, σε Καναδά, Ευρώπη, Αυστραλία, Κίνα, Ιαπωνία και Νέα Ζηλανδία.

Ural

Στις αρχές του 1998, η επιχείρηση αγοράστηκε από τον Ρωσο-Γεωργιανό πολιτικό και επιχειρηματία Kakha Bendukidze που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οικονομική αναμόρφωση της Γεωργίας μετά την Επανάσταση των Ρόδων και των πολιτικών αναταράξεων που ακολούθησαν. Μέχρι τότε, η Ural είχε σχεδόν χάσει ολοκληρωτικά την εγχώρια αγορά της, καθώς οι Ρώσοι άρχισαν να αγοράζουν μεταχειρισμένα δυτικά αυτοκίνητα αντί για μοτοσυκλέτες με καλάθι. Το 1998 η Ural παρήγαγε λιγότερες από 2.000 μονάδες, αλλά το εργοστάσιο απασχολούσε ακόμη σχεδόν 4.000 άτομα. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, ο Bendukidze έφερε νέα διοίκηση και επέβαλε νέες ιδέες. Πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις για την ανάπτυξη μιας δίκυκλης μοτοσυκλέτας, της Ural Wolf, με cruiser αισθητική, που δεν κατάφερε όμως να πουλήσει αρκετές μοτοσυκλέτες ώστε να διατηρήσει την εταιρεία βιώσιμη.

Ural

Τον Οκτώβριο του 2000, το εργοστάσιο αναγκάστηκε να διακόψει την παραγωγική διαδικασία, καθώς δεν ήταν σε θέση να πληρώσει τους λογαριασμούς του και ο Bendukidze δεν ήταν διατεθειμένος να επενδύσει περισσότερα χρήματα σε μια εταιρεία που κατέρρεε. Τον Δεκέμβριο εκείνης της χρονιάς, το εργοστάσιο πουλήθηκε σε τρία άτομα μέσω μιας διαδικασίας εξαγοράς από τη διοίκηση, μεταξύ των οποίων και ο σημερινός διευθύνων σύμβουλος και βασικός μέτοχος της εταιρείας, Ilya Khait.

Bendukidze

H νέα διοίκηση ξεκίνησε αμέσως την αναδιοργάνωση του εργοστασίου, πουλώντας περιουσιακά στοιχεία, μειώνοντας το εργατικό δυναμικό κατά τα δύο τρίτα και συγκεντρώνοντας την παραγωγή στο μικρότερο κτήριο των εγκαταστάσεων, αποφασίζοντας να επικεντρωθούν κυρίως στις αγορές εξαγωγών και σε αυτό που το εργοστάσιο έκανε καλύτερα, την παραγωγή μοτοσυκλετών με καλάθι, επανεκτιμώντας την παραγωγή μοτοσυκλετών, την άνοιξη του 2001.

Ural

Ένας ακόμη πόλεμος έμελλε να μετακινήσει την βάση της ιστορικής εταιρείας το 2022. Η αναζωπύρωση των διαμαχών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που κλιμακώθηκε σε έναν πόλεμο εντός της Ευρώπης που ακόμα μαίνεται, έφερε σειρά εμπορικών κυρώσεων που απέκλεισαν την Ural από τις διεθνείς αγορές ενώ προκάλεσαν και σημαντική αστάθεια στην εφοδιαστική αλυσίδα του εργοστασίου. Διατηρώντας το ιστορικό εργοστάσιο στο Irbit για την παραγωγή της εγχώριας αγοράς και την κατασκευή ανταλλακτικών, μια νέα παραγωγική μονάδα στήθηκε 600 χιλιόμετρα νοτιονατολικότερα στο Petropavl στα βόρεια του Καζακστάν εξασφαλίζοντας έτσι την απροβλημάτιστη πρόσβαση σε παγκόσμια ανεφοδιαστικά δίκτυα, ελεύθερη μεταφορά εξαρτημάτων για συναρμολόγηση από την Ρωσία αλλά και την πολυπόθητη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές ανεπηρέαστη από τις διεθνείς κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας.

Ural

Το πλάνο αυτό δεν μακροημέρευσε καθώς το προσθετό κόστος που επέφεραν οι ανωτέρω διαδικασίες καθιστά την παραγωγής των όχι ιδιαίτερα προσιτών μοτοσυκλετών, μη βιώσιμη και έτσι, ανακοινώθηκε στα μέσα του Νοεμβρίου 2025 ότι τερματίζεται μέχρι νεωτέρας, η παραγωγή της σειράς boxer μοτοσυκλετών legacy προς εξαγωγή.

Ural

Αλλά πριν την ανακοίνωση αυτή, έχει ήδη χαραχτεί το επόμενο βήμα. Μια μοτοσυκλέτα με κάνιστρο που ξεχωρίζει από το παρελθόν της εταιρείας σε αισθητικό επίπεδο αλλά και σε λογική, τόσο κατασκευής όσο και χρήσης. Η Ural 500 Neo είναι η νέα πλατφόρμα που θα παράγεται στην Κίνα από την Yingang με κινητήρα Zongshen. H λογική πίσω από την νέα μοτοσυκλέτα είναι η δημιουργία μιας προσιτής, ευκολόχρηστης και ελαφρύτερης επιλογής για νέους αναβάτες, για όσους θέλουν τρίκυκλο χωρίς το υψηλό κόστος που αυτό μέχρι τώρα σήμαινε, με πιο ασφάλτινο και πολιτισμένο χαρακτήρα και όχι απαραίτητα για ταξίδια σε σκληρές off-road συνθήκες ή πάγο και χιόνι. Η εκτίμηση της Ural είναι ότι θα διατεθεί εντός του πρώτου μισού του 2026 στις ΗΠΑ σε τιμή κάτω των 15.000$ με πρωτότυπα προπαραγωγής να έχουν ήδη δοκιμαστεί από μερίδα του Ειδικού Τύπου.

Ural

Ελπίζουμε το εγχείρημα να ευοδώσει και να καταφέρει να αναστηλώσει την Ural οικονομικά ώστε να φέρει πίσω στην παραγωγή ή μάλλον την εξαγωγή και την κλασσική legacy σειρά των boxer μοτοσυκλετών της.

Ural