Οδηγήσαμε Yamaha XSR XTribute 2019 – Πρώτες εντυπώσεις του αντι-scrambler από την Ισπανία

Η Yamaha μπαίνει στα Scrambler από το πλάι
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/5/2019

Απέναντι στην μόδα που γεννήθηκε τα τελευταία χρόνια από το customizing και έφερε τα Scrambler στο προσκήνιο μαζί με μερικές ξεχωριστές υπο-κατηγορίες μοτοσυκλετών, κάθε κατασκευαστής απάντησε με τον δικό του τρόπο. Η Ducati με την ξεχωριστή οντότητα των Scrambler, καθώς τα προωθεί ως ξεχωριστή οικογένεια δίπλα της, η Triumph επίσης με τα δικά της Scrambler και μία πλούσια σειρά αξεσουάρ, η BMW, η Kawasaki, ακόμη και η KTM, δια μέσου του βοηθού για έκτατες τέτοιες καταστάσεις, της Husqvarna… Η Yamaha ξεκίνησε πιο νωρίς την δική της απάντηση, απλά ήταν σε διαφορετικό πλαίσιο, καθώς προχώρησε με την ιδέα του «YardBuilt». Έφταιξε νέα μοντέλα, την σειρά XSR που πάτησε πάνω στα MT και μαζί τους επένδυσε σε «customάδες» παγκοσμίου φήμης για να φτιάξουν τις δικές τους μοτοσυκλέτες ώστε τα XSR να γίνουν βάση του customizing. Ανάμεσά τους και ένας Έλληνας που με την συνδρομή του MOTO, πήρε δύο συνεχόμενους τίτλους! Η Yamaha τα είχε καταφέρει, η σειρά XSR είχε εδραιωθεί και τώρα ήταν η ώρα να εισπράξει πίσω όλο αυτό που έδωσε. Για αυτό και ήρθε το XTribute μία έκδοση που ευελπιστεί να γίνει διαφορετικό μοντέλο και που μπορεί να βοηθά την Yamaha να εισπράξει τους καρπούς των προσπαθειών της, αλλά ταυτόχρονα συμφέρει και τον τελικό ιδιοκτήτη, καθώς όλα όσα φορά το XSR θα είχαν πολλαπλάσιο κόστος αν έπρεπε κανείς να τα αγοράσει…

Στο μεταξύ, πιο ήταν διαχρονικά το γνωστότερο Scrambler; Πριν όλα αυτά αρχίσουν να πεθαίνουν ως κατηγορία ολόκληρη, γιατί φύγαμε από τα δύο αμορτισέρ πίσω και αρχίσαμε να πηγαίνουμε στο ένα αμορτιστέρ και στα Motocross, υπήρχε ένα Scrambler που είχε γίνει απόλυτη καθημερινή μοτοσυκλέτα. Το XT500 με ιστορία από το 1976 και ορόσημο για την εποχή που μιλάμε το 1981. Από τα DT στα XT, η Yamaha επένδυε στο χώμα ολοένα και περισσότερο και φυσικά σταθερά, και όχι κατά κύματα. Αν λοιπόν αναρωτηθεί κανείς ποια είναι η άτιμη η σύνδεση ενός XSR με το XT500 είναι αυτή ακριβώς. Το σύγχρονο γυμνό που γίνεται Scrambler, και βάφεται στα χρώματα ενός άξιου εκφραστή της εποχής εκείνης. Την έννοια «γίνεται Scrambler» ο κάθε κατασκευαστής την εκφράζει όπως θέλει, κι αυτό είναι καλό για να υπάρχει ανταγωνισμός. Η Yamaha το κάνει με αυτό το XSR, και για να δούμε τι ακριβώς πέτυχε, μας επιφύλαξε μία πλούσια σε οδήγηση ημέρα, ακριβώς μετά την πρώτη μας γνωριμία με το Tenere 700!

Στις εκβολές του Έβρου, του μεγαλύτερου ποταμού της Ιβηρικής χερσονήσου, και όχι το δικό μας φυσικό σύνορο με την Τουρκία, και στην πλατιά λωρίδα, σκληρής άμμου που θυμίζει Αμερική, εκεί ξεκινήσαμε να δοκιμάζουμε το νέο XSR XTribune, το XSR που τιμά το XT! Είναι όλα μπερδεμένα τώρα, από την τοποθεσία μέχρι και την ίδια την μοτοσυκλέτα. Καταρχήν μπορεί να μην ξέρετε πως «Έβρο» έχουν και οι Καταλανοί, που η πλειοψηφία τους δεν θέλει να τους μπερδεύουν με τους Ισπανούς, παρόλο που η Καταλονία είναι (ακόμη;) κομμάτι της Ισπανίας. Σε αυτό το μπερδεμένο κομμάτι υπάρχει ένας μεγάλος ποταμός με πλούσια ροή και ένα τεράστιο Δέλτα. Λέγεται Έβρος και δεν είναι απλή συνωνυμία. Ο ποταμός αυτός έχει ονομαστεί από Έλληνες αποίκους, χιλιάδες χρόνια πριν, που του έδωσαν το όνομα  Έβρος, ή «Εβρε» στα Καταλανικά. Το όνομα το οφείλει σε αντίστροφο δανεισμό των Ελλήνων αποίκων από τα αρχαία χρόνια, αποδίδοντας την τεράστια λωρίδα γης που οριοθετεί το Δέλτα του ποταμού. Εκεί ακριβώς οδηγήσαμε το νέο XSR, σημειολογικά τελείως μπορεί να πει κανείς, μιας κι αυτό σε δανεισμό οφείλει την ύπαρξή του.

Το XSR είναι γνώριμη μοτοσυκλέτα, με πλούσια ροπή χαμηλά, όρθια θέση οδήγησης και καλή κατανομή βάρους που του προσδίδει ευελιξία. Το XTribute όμως με μερικές καίριες αλλαγές υπερτονίζει κάποια από τα παραπάνω. Ξεκινάμε από το τιμόνι που είναι 40mm πιο φαρδύ και είναι σαν να κρατάς ένα BMW ενώ κάθεσαι σε Γιαπωνέζικο. Συνήθως με τις Γιαπωνέζικες μοτοσυκλέτες οι αγκώνες σου πασχίζουν να μην έρθουν κοντά στο σώμα, τώρα απλά πιάνεις το ταύρο από τα κέρατα και παίρνουν αέρα οι μασχάλες σου… Είναι και λεπτό το τιμόνι, είναι και τα όργανα χαμηλά και στρογγυλά και ναι, αρχίζεις να βλέπεις ομοιότητες με το XT, την ίδια ώρα που ρίχνεις νοητές σφαλιάρες στον εαυτό σου για να μην λες τέτοιες υπερβολές και να μην θεωρείς πως ένα XSR μπορεί να έρθει κοντά στα XT! Αλλά δεν γίνεται, όρθια τελείως θέση οδήγησης και 30mm ψηλότερα τοποθετημένη η σέλα και αμέσως αυτός ο συνειρμός επανέρχεται πιο δυνατός. Το πλέον δυνατό στην υπόθεσή μας είναι η Akrapovic που προς τιμήν τους, την έφτιαξαν σε μαύρο και να βγαίνει ψηλά, επίσης θυμίζοντας με ακρίβεια τα XT ενώ σου στέλνει ένα δυνατό «μπράου-μπράου» πρώτα στα αυτιά και μετά στο ίδιο σου το δέρμα με δονήσεις, πορώνοντάς σε περισσότερο. Μία υπενθύμιση στους απανταχού υποστηρικτές της ηλεκτροκίνησης, πως δεν θα υπάρχει απλή μετάβαση αλλά κανονικός πόλεμος, όταν έρθει εκείνη η ώρα…

Στην πατημένη σαν χώμα άμμο στην γραμμή που οριοθετεί το μεγάλο ΔΕΛΤΑ, το XSR σπινάρει με τον πίσω τροχό και ψαρεύει με τον εμπρός, όταν ξεφύγει λίγο από τα αυλάκια που έχουν χαράξει τα αυτοκίνητα και πατήσει την ενδιάμεση παχύτερη άμμο. Εκεί είναι που θέλεις το φαρδύ τιμόνι και την αμεσότητα στο γκάζι για να ελαφρύνεις τον τροχό και να διατάξεις το τιμόνι πίσω στην σειρά του. Ακούραστα όλα και αβίαστα, παρόλο που τα Pirelli MT60RS δεν βοηθούν ιδιαίτερα την κατάσταση. Τα ψαρώνια, οι ερωδιοί και τα υπόλοιπα θαλασσοπούλια έχουν συνηθίσει μικρές υπόκωφες εκρήξεις από τα λατομεία αλατιού, διαφορετικά δεν θα άντεχαν τόσες Akrapovic μαζεμένες. Είμαστε και τυχεροί που δεν φυσάει και δεν είναι γεμάτο το μέρος με σέρφερ, και παίζουμε στις ευθείες, προσέχοντας να μην πατήσουμε την νοητή γραμμή της πατημένης άμμου, με την κανονική. Αυτό είναι και το σύνορο της άδειας που έχει πάρει η Yamaha στην συγκεκριμένη προστατευόμενη περιοχή, και στην πρώτη παρατυπία καραδοκούν μία σειρά από δημόσιες υπηρεσίες να μας την ακυρώσουν. Έτσι είναι όταν το δημόσιο δουλεύει κανονικά εκτός γραφείου και όχι πίσω από επιτηδευμένα κλειστές πόρτες…

Το παιχνίδι που κάνουμε είναι ακίνδυνο αν ξέρεις να προφυλάσσεις τον εαυτό σου γιατί το ABS δεν θέλει να ξέρει που βρίσκεσαι, ούτε να ακούσει πως δεν πατά σε δρόμο δηλαδή και προτιμά να μην το χρειαστείς, ενώ το κλείσιμο του γκαζιού είναι χειρότερο από το να το κρατάς ανοικτό. Τα βασικά δηλαδή, αυτά που ισχύουν πάντα. Το θέμα είναι πως αυτό το παιχνίδι εξελίσσεται πολύ διασκεδαστικά και είναι εθιστικό. Εμάς μας περιμένει όμως μία λίγο πιο πράσινη, λίγο πιο ήπια εκδοχή του Stelvio Pass μία μεθυστική ανάβαση που τα μαρσπιέ ξύνουν με ευκολία την εξαιρετική άσφαλτο. Η φαρδύτερη βάση του σταντ που η Yamaha είχε τοποθετήσει ώστε να μπορούμε να παρκάρουμε στην άμμο, είναι τώρα ένα πρόσθετο υλικό για να ξύσεις στην άσφαλτο κι αν το παρακάνεις μπορεί να γίνει και μοχλός για να σου ανοίξει την γραμμή.

Εύκολη, πολύ εύκολη μοτοσυκλέτα, ακριβώς όπως ήταν πάντα το XSR δηλαδή με το πρόσθετο εδώ της πιο άνετης θέσης οδήγησης και του εξαιρετικού μοχλού. Οι σούζες είναι φυσική συνέχεια του ανοίγματος του γκαζιού, ο ήχος είναι μεθυστικός κι αν υπάρχει κάτι αρνητικό, αυτό είναι ακριβώς ότι υπήρχε και στο XSR η Yamaha δεν πρόσθεσε, μην ανησυχείτε, απλά τόνισε ορισμένα καλά του σημεία προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Αν σου αρέσουν τα Scrambler θα λατρέψεις το συγκεκριμένο XSR στην περίπτωση που πριν ήσουν «έτσι κι έτσι», απέναντί του. Η κατηγορία αυτή έχει δεχτεί πολλές εισαγωγές το τελευταίο διάστημα και το XTribute έχει μία από τις καλύτερες σε σχέση τιμής και απόδοσης. Στο επόμενο τεύχος, θα δούμε πως η νέα κατανομή βάρους επηρεάζει και τα φρένα αλλά και την γρήγορη οδήγηση…

Ετικέτες

Honda CBR1000RR & CBR1000RR SP

Οδηγούμε στην Πορτογαλία!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2017

Στον δικό του δρόμο

Επιστρέψαμε από την παρουσίαση των νέων Honda CBR1000RR και Honda CBR1000RR SP - MY 2017 αφήνοντας πίσω μας το Portimao της Πορτογαλίας, να προσπαθεί να στεγνώσει. Από τα τερτίπια της τύχης και του καιρού, είμασταν ανάμεσα στους ελάχιστους που πραγματοποίησαν την δοκιμή στο βρεγμένο, καθώς πέσαμε στην αρχή μία κακοκαιρίας, την στιγμή που άλλοι ξένοι δημοσιογράφοι είχαν την εμπειρία της οδήγησής του στην ηλιόλουστη πίστα του παγκοσμίου WSBK. Αυτό αφαιρεί πολλούς πόντους από την ευχαρίστηση της δοκιμής, δεν μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς συμπεριφέρεται σε πολύ γρήγορο ρυθμό, όμως από την άλλη μας αποκαλύπτει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στις πιο δύσκολες συνθήκες… και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στο Fireblade είναι από τις βασικότερες των αλλαγών, συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο.

Μαζί μας στην οδήγηση ήταν ο Freddie “Fast” Spencer και ο Nicky Hayden -που μόλις είχε επιστρέψει από την Jerez και την δοκιμή του SP2- κι έτσι με την δική τους παρουσία η εμπειρία της οδήγησης στην καταρρακτώδη βροχή, έγινε σημαντικά πιο ανώδυνη. Έχοντας μπροστά σου τον Freddie Spencer να οδηγεί δεκάδες φορές πιο ομαλά από όλους τους υπόλοιπους, κρατώντας τις ιδανικές γραμμές και καταβάλλοντας ελάχιστη προσπάθεια, σε έκανε να ξεχνάς τον κόπο αλλά και τον θυμό που η δοκιμή δεν θα ήταν τόσο διασκεδαστική όσο την περίμενες. Η πίστα του Portimao αποτελεί παράδεισο για δοκιμές μοτοσυκλέτων και απόλαυση οδήγησης, αλλά όχι τόσο για αγώνες σύμφωνα με τον Fast Freddie, κι ας φιλοξενείται εκεί το WSBK… Όπως και να ‘χει είναι απολαυστική και έχοντας οδηγήσει εκεί BMW S1000RR, Kawasaki Ninja ZX-10R, Ducati Panigale αλλά και supersport μοτοσυκλέτες, ανυπομονούσα να αντιπαραβάλλω την εμπειρία τους με εκείνη του νέου Fireblade. Αντί αυτού, βρεθήκαμε όσοι είμασταν εκεί να υποβάλλουμε τα νέα ηλεκτρονικά στις δυσκολότερες των συνθηκών, με μόνη βοήθεια προς όφελός τους, τα αγωνιστικά βρόχινα ελαστικά της Bridgestone. Η απόδοση των ελαστικών στο βρεγμένο σου δίνει μία εντύπωση για τα περιθώρια πρόσφυσης που απολαμβάνουν οι αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και όρια. Μπορεί να παρουσιάζουν κορυφαία συμπεριφορά στην βρεγμένη άσφαλτο, αλλά δεν γίνονται και θαύματα όταν το νερό καλύπτει στην άσφαλτο και δημιουργεί ρυάκια.

Πρώτη μεγάλη προσθήκη, είναι η χρήση Ride by Wire και μπορεί να ακουστεί περίεργο, όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που η Honda χρησιμοποιεί RbW σε τετρακύλινδρο εν σειρά. Κάτι τέτοιο περνά ως λιγότερα σημαντικό μπροστά στα υπόλοιπα ηλεκτρονικά βοηθήματα που φέρνει η Honda στην οικογένεια Fireblade, όμως αν γνωρίζει κανείς την εμμονή της Honda με το RbW θα καταλάβει τον λόγο που δίνουμε έκταση. Στο Africa Twin δεν τοποθέτησαν RbW λέγοντας ότι δεν είχαν τρόπο να το κάνει να συμπεριφέρεται σαν να υπάρχει κανονική γκαζιέρα, πράγμα σημαντικό για την οδήγηση στο χώμα. Αντίστοιχα σημαντικό είναι και για την οδήγηση στην πίστα, καθώς όταν ανοίγεις το γκάζι στην έξοδο με την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη, χρειάζεται να έχεις πολύ καλό έλεγχο του γκαζιού. Εδώ είναι που έρχεται η εμμονή της Honda, που λέει ότι για να χρησιμοποιήσει RbW θα πρέπει αυτό να ανταποκρίνεται με την αίσθηση που σου δίνει μία κανονική γκαζιέρα, αλλιώς δεν βλέπει τον λόγο να το κάνει. Για να είναι λοιπόν παρόν το RbW στο νέο Fireblade, σημαίνει ότι η Honda κατάφερε να προσαρμόσει την λειτουργία του, και να την φέρει πολύ κοντά στο συνηθισμένο. Πράγματι, η αίσθηση από το γκάζι είναι εκπληκτική και δεν σ’ αφήνει να παραπονεθείς για κανένα από τα μειονεκτήματα που έχει η ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό. Μεταφέροντας ένα μέρος των στρεβλώσεων στο πλαίσιο, από το ψαλίδι που ήταν μέχρι τώρα, το Fireblade μετατρέπεται αρκετά σε συμπεριφορά. Αυξάνεται σημαντικά η ευελιξία και οι αλλαγές κατεύθυνσης γίνονται πιο άμεσα από πριν. Σε επόμενο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι έχουν κάνει με πλαίσιο και ψαλίδι οι Ιάπωνες της Honda, και πώς μεταφράζεται αυτό στην οδήγηση της μοτοσυκλέτας. Προς το παρόν ας κρατήσουμε το σχόλιο του “Fast” Freddie: «Οι αλλαγές σε ακαμψία που ήθελα από το 2008, είναι τώρα εδώ! Η μοτοσυκλέτα είναι πολύ πιο εύκολο να μετατοπίσει το βάρος εμπρός, ώστε να ελαφρύνεις τον πίσω τροχό στην είσοδο και να τον κατευθύνεις προς το εξωτερικό της στροφής στο σημείο ακριβώς που θέλεις»

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό

Το ABS και το traction control είχαν άψογη συμπεριφορά στις δύσκολες δικές μας συνθήκες. Είναι τελείως διαφορετικό να δοκιμάζεις το ABS με slick ελαστικά κρατώντας τα φρένα μέχρι το εσωτερικό της στροφής σε μεγάλη κλίση, από το να φρενάρεις οριακά με βρόχινα αγωνιστικά ελαστικά, πριν αφήσεις τα φρένα για να στρίψεις με πολύ μικρότερη κλίση. Στις δύο αυτές περιπτώσεις έχεις την ευκαιρία να καταλάβεις τα πάντα για την λειτουργία του, αλλά χρειάζεται να το γνωρίσεις και στις δύο περιπτώσεις κι όχι σε μία από τις δύο. Αντίστοιχα είναι τα πράγματα και για το traction control με την διαφορά ότι στο βρεγμένο αντιλαμβάνεσαι πολύ καλύτερα την προοδευτικότητα του συστήματος και τον βαθμό παρέμβασης. Δεν περίμενα η Honda να πράξει κάτι λιγότερο, από το να κυνηγήσει τα υψηλότερα των στάνταρ αυτή την στιγμή. Δεν είχε και επιλογή άλλωστε. Όταν μπαίνεις τελευταίος στον χορό των ηλεκτρονικών δεν υπάρχουν περιθώρια για αναθεωρήσεις. Θα πρέπει κατευθείαν να βρεθείς στο ίδιο σκαλί με τους υπόλοιπους, αν όχι στο πιο πάνω.
Όταν βρίσκεσαι σε μία τέτοια παρουσίαση, τόσο σημαντική, η χαρά της οδήγησης είναι μονάχα μία πτυχή της δουλειάς. Η συζήτηση με τους ανθρώπους του εργοστασίου έχει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Το «σημαντική παρουσίαση» στην αρχή της παραγράφου, χαρακτηρίζει την τεχνολογική πολυπλοκότητα του μοντέλου και τον βαθμό κατάρτισης όσων έδωσαν το παρόν. Δεν έχει να κάνει με το αγοραστικό ενδιαφέρον του κόσμου, ή την εμπορικότητα του μοντέλου. Οι μηχανικοί του CBR1000RR είναι από τους καλύτερους στην Honda και μαζί τους έφεραν τους καλύτερους από Bridgestone και Ohlins. Είχα την ευκαιρία να απευθύνω τις ερωτήσεις απευθείας στα αυτιά εκείνου που ήταν σε θέση να απαντήσει… Μαθαίοντας για παράδειγμα για τις χιλιάδες γραμμές κώδικα που χρειάζονται οι αναρτήσεις του SP, τον λόγο που λειτουργούν με προκαθορισμένα βήματα και όχι ελεύθερα ανάμεσα σε πλαίσια, όπως της Aprilia, και εκείνος να εκθέσει τα υπέρ και τα κατά κάθε επιλογής. Μιλάμε για μία σπάνια ευκαιρία. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις του SP έχουν ένα πολύπλοκο τρόπο λειτουργίας, για τον οποίο μπορείς –αν βαριέσαι- να μην μάθεις καμία λεπτομέρεια και να τις διαχειριστείς με εύκολο τρόπο που δεν μαρτυρά τι γίνεται παρακάτω.

Τα εθνικά πρωταθλήματα έχουν φτάσει σε σημείο που μονάχα με πολλά λεφτά και προετοιμασία, μπορείς να τα κυνηγήσεις. Υπάρχουν αγώνες που μπορείς να συμμετέχεις με πολύ μικρότερο κόστος, όμως σε γενικές γραμμές τα πρωταθλήματα έχουν ξεφύγει πλήρως από τότε που αγόραζες μία μοτοσυκλέτα από τον αντιπρόσωπο και την επόμενη μέρα την έτρεχες με σκοπό το κύπελλο. Πολλές δεκαετίες και τεράστια βήματα εξέλιξης έχουν γίνει από τότε, και τώρα έρχονται τα ηλεκτρονικά να μας φέρουν πιο κοντά σε αυτή την εξαιρετική περίπτωση: Να αγοράζουμε κάτι ανταγωνιστικό με αυτό που ο πρωταθλητής της χώρας κερδίζει το κύπελλο!

Είχαμε αυτή την συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον άνθρωπο που το μυαλό του και το χέρι του, ήταν το software και το hardware ενός traction control που διαχειριζόταν σε αγωνιστικές συνθήκες περισσότερα άλογα σε λιγότερα κιλά. Και το έκανε αλάνθαστα πατώντας στα χειρότερα ελαστικά. Λέγοντας πως τα ηλεκτρονικά θα μας δώσουν ή μας δίνουν, την ευκαιρία να είμαστε κοντά στην κορυφή ενός εθνικού πρωταθλήματος, απλά περνώντας την πόρτα του αντιπροσώπου, σηματοδοτεί μία νέα εποχή για αυτό το σπορ. Υπό λογικά πλαίσια μπορείς να πεις ότι είναι και προσιτή μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Όχι για την δική μας οικονομική κατάσταση, όχι για την εποχή μας, όμως και τότε που κέρδιζε κανείς - απλά αγοράζοντας την superbike της εποχής, χρειαζόταν ένα τεράστιο ποσό συγκριτικά με τον μέσο μισθό της εποχής. Αντί να υποστηρίζεσαι από μία ομάδα μηχανικών για να τρέχεις έναν αγώνα, έρχεται η Ohlins και σου λέει ότι θα το κάνεις μόνος σου - και μάλιστα θα σε βοηθήσει ξεμπλέκοντας τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας και απλοποιώντας τις ρυθμίσεις. Εννοείται ότι θέλεις έναν χάρτη στην αρχή για να πλοηγηθείς στο μενού, αφού δεν χωράνε συγκεντρωμένα όλα αυτά στην έγχρωμη, πανέμορφη οθόνη, όμως αμέσως θα το συνηθίσεις και θα αποστηθίσεις τις διαδικασίες.

Είχα επίσης πολύ περισσότερο χρόνο παρέα με τον κ. Masatoshi Sato, υπεύθυνο εξέλιξης του νέου CBR, από την αρχική μας συνομιλία στην EICMA, όταν τον ρωτούσα για τις αλλαγές στο σύστημα ψύξης του CBR και την σχεδιαστική λεπτομέρεια στην ψύξη του τέταρτου και τρίτου κυλίνδρου, που στο προηγούμενο επέφερε διαφορά στην δυνατότητα αποβολής θερμότητας. Τα είχαμε γράψει αυτά στο ρεπορτάζ από την EICMA στο τεύχος 565… Επειδή τέτοιες ερωτήσεις δεν είχε συνηθίσει να ακούει από δημοσιογράφους, θυμόταν το όνομα και τώρα ρωτούσε ο ίδιος πώς ήταν η μοτοσυκλέτα, αν μου άρεσε το design κτλ… Του μετέφερα εκτός από την δική μας άποψη, κι όσα έγραφαν στο Facebook του MOTO συμφωνώντας οι περισσότεροι πως δεν τους αρέσει το τελικό της εξάτμισης και διαφωνώντας για την συνολική εικόνα της μοτοσυκλέτας, που στους περισσότερους άρεσε και μάλιστα αρκετά…

Στο τεύχος Μαρτίου λοιπόν, στο επόμενο τεύχος του MOTΟ, θα δώσουμε μία εκτεταμένη ανάλυση σε όλα τα παραπάνω, όπως ακριβώς χρειάζεται, στην έκταση που τους αξίζει και μπορούν να πάρουν στην έντυπη έκδοση. Θα σχολιάσουμε επίσης και το «πρέπει να ακούς το κοινό σου» που είπε ο αρχιμηχανικός του CBR, την στιγμή που μάλλον τους πήρε πολύ καιρό από τότε που άκουσαν μέχρι τότε που έπραξαν… έμαθαν όμως το μάθημα – μου τόνισε κλείνοντας το μάτι. Οι Ιάπωνες έχουν αλλάξει: Κανονικά δεν μιλούν για τον ανταγωνισμό, δεν είναι διαχυτικοί για όσα φτιάχνουν και προπαντός δεν «κλείνουν το μάτι», ενώ γενικότερα οι γκριμάτσες περιορίζονται ανάμεσα σε φίλους… οπότε αυτά είναι νέα δεδομένα και φανερώνουν αλλαγές και στον τρόπο σκέψης.

Ο John McGuinness όπως είναι κάθε φορά όταν πρόκειται να οδηγήσει...
 
 
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από την παρουσίαση των Honda CBR1000RR και CBR1000RR SP: