Τα νούμερα από τις πωλήσεις και όσα έχουν καταφέρει οι έξι –μέχρι τώρα- γενιές των ΤΜΑΧ αντικατοπτρίζουν παραστατικά αυτό που είναι βαθιά ριζωμένο στη συνείδηση ολόκληρου του μοτοσυκλετιστικού κοινού και όχι μόνο των φανατικών των σκούτερ: Το ΤΜΑΧ ήταν ανέκαθεν το σημείο αναφοράς της κατηγορίας των mega scooter. Ακόμη και τις περιόδους που δεν ήταν το τεχνολογικά πιο προηγμένο, το μεγαλύτερο ή το δυνατότερο της κατηγορίας του, πάντα ήταν αυτό που βρισκόταν στο στόχαστρο των ανταγωνιστών του. Αν αυτό δεν είναι επιτυχία για μια εταιρεία, τότε τι;
Από την άλλη, το αυτί των ανθρώπων που βρίσκονται πίσω από το ΤΜΑΧ, δεν ιδρώνει καθόλου από όλα αυτά. Όπως μας δήλωσαν ξεκάθαρα στην κουβέντα που είχαμε με όλο το ιαπωνικό Team που σχεδίασε και υλοποίησε το νέο ΤΜΑΧ, ο μοναδικός ανταγωνισμός που αναγνωρίζουν είναι από το ΤΜΑΧ 530, δηλαδή τον προκάτοχό του…
Ήδη από την EICMA, όταν είδαμε για πρώτη φορά το νέο ΤΜΑΧ από κοντά, οι άνθρωποι της Yamaha φρόντισαν να μας το καταστήσουν σαφές ότι πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα μοντέλα τους για το 2020, έχοντας επενδύσει πάνω του πολλά. Στο Cascais της Πορτογαλίας, την "Ριβιέρα" της χώρας λίγο έξω από την Λισαβώνα όπου ταξιδέψαμε για την παγκόσμια παρουσίαση του ΤΜΑΧ 560 (και για την οποία θα διαβάσετε αναλυτικότατα στο τεύχος 602 του ΜΟΤΟ που θα κυκλοφορήσει στις 31 Δεκεμβρίου), έγιναν πιο συγκεκριμένοι, αποκαλύπτοντας τους τρεις άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν: Απόδοση, σχεδιασμός και κορυφαίος εξοπλισμός. Με λίγα λόγια, είχαμε μπροστά μας το γρηγορότερο (και μεγαλύτερο από άποψη κυβικών) ΤΜΑΧ που έχει κατασκευαστεί ποτέ, το πιο δυναμικό από πλευράς εμφάνισης και την πλέον εξοπλισμένη έκδοση, το TechMAX, πάνω στη σέλα του οποίου θα περνούσαμε μια ολόκληρη μέρα.
Ξεκινώντας από το σημαντικότερο, την απόδοση δηλαδή, οι αλλαγές στο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα με τον στρόφαλο των 360° και τον οριζόντια τοποθετημένο αντικραδασμικό άξονα (μιας και αυτός ο χρονισμός του στροφάλου παράγει ισχυρούς κραδασμούς πρώτης τάξεως), επικεντρώνονται κυρίως στην αύξηση του κυβισμού και σε πολλές επιμέρους βελτιώσεις των κινούμενων μερών. Τα 32 επιπλέον κυβικά (από 530 σε 562cc) προήλθαν από την αύξηση της διαμέτρου του εμβόλου από τα 68mm στα 70mm, ενώ αυξήθηκε κατά ένα χιλιοστό και η διάμετρος των βαλβίδων εισαγωγής, προκειμένου να γίνεται καλύτερη πλήρωση του μεγαλύτερου πλέον θαλάμου καύσης. Έμβολα, μπιέλες, και εκκεντροφόροι είναι καινούργια, με τον στρόφαλο να είναι κι αυτός νέο αλλά και ελαφρύτερος. Αρκετή δουλειά έγινε και στο κύκλωμα ψύξης, που έγινε πιο αποδοτικό αλλά με μειωμένη διαδρομή σωληνώσεων και μεγαλύτερης χωρητικότητας ψυγείο.
Στον συμπλέκτη της CVT μετάδοσης –για την οποία οι Ιάπωνες τόνισαν δεόντως ότι την θεωρούν ως την καλύτερη γι' αυτή την κατηγορία, αφήνοντας αιχμές για το DCT της Honda- ρύθμισαν το πατινάρισμα να τελειώνει 300 στροφές νωρίτερα (στις 4.000) ενώ μάκρυναν την σχέση της μετάδοσης για να συμβαδίζει με την αυξημένη ιπποδύναμη και ροπή. Και μιας και μιλάμε για τα συγκεκριμένα μεγέθη, πρέπει να αναφέρουμε ότι το νέο ΤΜΑΧ αποδίδει πλέον 47,6 ίππους (από 46) 750 στροφές ψηλότερα (στις 7.500) και 5,7kgm (από 5,4kgm) στις ίδιες ακριβώς στροφές με πριν (στις 5.200). Αλλαγές έγιναν και στην εξάτμιση με τον καταλύτη –ελέω Euro5 προδιαγραφών- οι οποίες εκτός από την "καθαρότερη" λειτουργία, επέφεραν και μια πιο μπάσα χροιά στον ήχο που απελευθερώνει. Το πλαίσιο παρέμεινε ως είχε, όχι όμως και οι αναρτήσεις που έχουν νέα settings και νέα ελατήρια.
Σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό, οι άνθρωποι από το Iwata προσπάθησαν να συνδυάσουν το στιλ με την εργονομία, διατηρώντας το κλασσικό πλέον σχήμα "boomerang" αλλά με πιο λεπτές διαστάσεις για να έχουν εύκολη πρόσβαση τα πόδια του αναβάτη στο έδαφος. Η ουρά απέκτησε πιο επιθετικό σχήμα και τα δύο πίσω φώτα αντικαταστάθηκαν από φανάρι LED σε σχήμα "Τ" με σαφή παραπομπή στο όνομα του ΤΜΑΧ. Το εμπρός μέρος απέκτησε κι αυτό πιο επιθετικές γραμμές, με τα ενσωματωμένα LED φλας να έχουν τώρα εντελώς διαφορετικό σχήμα, τονίζοντας κι αυτά την αιχμηρή σχεδίαση του νέου ΤΜΑΧ.
Στον τομέα του εξοπλισμού, τον τρίτο άξονα πάνω στον οποίο κινήθηκαν οι άνθρωποι της Yamaha, έχουμε μια διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με το τι γινόταν μέχρι σήμερα. Είχαμε γράψει πολλές φορές κι εμείς, ότι οι τρεις εκδόσεις της απερχόμενης γενιάς είχαν μια δόση υπερβολής που περισσότερο εξυπηρετούσαν το μάρκετινγκ παρά την ουσία. Η αλληλοκάλυψη ήταν αναπόφευκτη και η σύγχυση στους υποψήφιους ιδιοκτήτες δεδομένη. Ορθώς λοιπόν τώρα σκέφτηκαν ότι θα πρέπει να υπάρχει η επιλογή δύο μόνο εκδόσεων, της στάνταρ και της TechMAX. Οι διαφορές έχουν να κάνουν καθαρά με το επίπεδο του εξοπλισμού τους, ο οποίος ακόμη και στην περίπτωση της στάνταρ έκδοσης είναι αρκετά πλούσιος. Το ΤΜΑΧ διαθέτει τους δύο χάρτες για την απόδοση, Keyless τεχνολογία, αλουμινένια διακοσμητικά στο εσωτερικό της ποδιάς, κλείδωμα κεντρικού σταντ και traction control, ενώ το TechMAX διαθέτει επιπλέον ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, θερμαινόμενα γκριπ και σέλα, cruise control, ρυθμιζόμενη πίσω ανάρτηση και το σύστημα My TMAX connect για διασύνδεση με το smartphone του αναβάτη του. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε και στις χρωματικές επιλογές, με το επίπεδο της βαφής να είναι κι αυτό σημαντικά αναβαθμισμένο, ενώ είναι ιδιαίτερες εντυπωσιακές οι επιλογές του Icon Grey για το στάνταρ ΤΜΑΧ και Tech Kamo για το TechMAX. Φυσικά η Yamaha δεν θα μπορούσε να μην συνοδεύει και τις δύο εκδόσεις με έναν μακρύ κατάλογο από αξεσουάρ που διατίθενται μεμονωμένα ή μέσα από τα τρία πακέτα (Sport, Urban και Winter) που έχει δημιουργήσει το εργοστάσιο.
Οι αλλαγές της έβδομης γενιάς ΤΜΑΧ όμως, όπως διαπιστώσαμε κι εμείς, δεν περιορίζονται στην θεωρία αλλά αποτυπώνονται στην πράξη, στις πραγματικές συνθήκες για τις οποίες σχεδιάστηκε το ΤΜΑΧ και που στην Πορτογαλία όπου ταξιδέψαμε για να το οδηγήσουμε, αυτές οι συνθήκες ήταν όχι απλώς ρεαλιστικές αλλά… υπερρεαλιστικές, αφού καταφέραμε μέσα σε μια μέρα να αλλάξουμε τρεις εποχές ! (ας είναι καλά το κλίμα του Ατλαντικού…). Στο τεύχος 602 του ΜΟΤΟ θα μπορέσετε να διαβάσετε πώς όλα τα παραπάνω μεταφράζονται, όταν βρίσκεσαι πάνω στη σέλα του νέου TMAX ΤechMAX!
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
70 x 73
Χωρητικότητα (cc):
562
Σχέση συμπίεσης:
10.9:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
47,6/7.500
Ροπή (kg.m/rpm):
5,6/5.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
84,6
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός έλεγχος ψεκασμού
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Αυτόματος φυγοκεντρικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με ιμάντα
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με ιμάντα
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ με μοχλισμό
Διαδρομή (mm):
117
Ρυθμίσεις:
(ρυθμιζόμενη στην Tech Max)
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου
Ελαστικό:
160/60-15
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 282mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Μονόχρωμη TFT οθόνη με όλες τις ενδείξεις. LED φωτιστικά σώματα, keyless τεχνολογία, traction control (TCS), δύο riding modes, σύστημα κλειδώματος κεντρικού σταντ. Η Tech Max διαθέτει επιπλέον ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, σύστημα συνδεσιμότητας με smartphone, cruise control και θερμαινόμενα γκριπ και σέλα.
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120/41
Ρυθμίσεις:
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου
Ελαστικό:
120/70-15
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 267mm με δαγκάνα με ακτινικά τοποθετημένες δαγκάνες δύο εμβόλων και ABS
BMW M1000R 2023: Την οδηγούμε αποκλειστικά στην Αλμερία! Γυμνή με 210 άλογα!
Το δυνατότερο γυμνό με 210hp!
Έρχεται αποκλειστικά στο MOTO!
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
16/12/2022
Ο πόλεμος της ιπποδύναμης επανέρχεται στην sport κατηγορία, έχοντας τα τελευταία χρόνια μεταφερθεί στα μεγάλα Adventure, χωρίς βέβαια να έχουν κοπάσει οι αψιμαχίες εκεί καθώς η Ducati επέλεξε με το Multistrada V4 να αναθερμάνει την διαμάχη. Είτε εκεί στα Adventure, είτε στα Hyper Naked και στην υποκατηγορία των “streetfighter” όπως την ονομάζουμε εμείς πολύ πριν η Ducati βγάλει μοντέλο με αυτό το όνομα, η μάχη της ιπποδύναμης είναι στην πράξη ανούσια.
Ιδιαίτερα σε μία εποχή όπως η σημερινή που το να αναφέρεσαι σε υψηλές ταχύτητες μπορεί να σε βάλει σε μπελάδες.
Υπάρχει λοιπόν νόημα στο ποια γυμνή είναι η πιο δυνατή; Κανένα πρακτικό, για να είμαι ξεκάθαρος.
Δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορείς να κάνεις με μία μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα δεκαπενταετίας με μείον 100 άλογα και πολλές χιλιάδες Ευρώ σε κόστος απόκτησης, σε έναν στενό επαρχιακό δρόμο απέναντι στο νέο M1000R.
Οπτικά, τα αεροδυναμικά βοηθήματα ξεχωρίζουν από μπροστά και χάνονται από το μάτι μέσα στα γραφικά και τον έντονο σχεδιασμό του μισού φέρινγκ
Για να είμαι ακόμη πιο δεικτικός και απόλυτα ξεκάθαρος, η πρώτη παγκόσμια παρουσίαση του νέου M1000R στην οποία οδηγήσαμε κατά αποκλειστικότητα την νέα extreme γυμνή μοτοσυκλέτα, έγινε σε δρόμους που έχουμε περάσει με την σειρά F900 της BMW - Ενώ αποτελούν και ένα χαρακτηριστικό σημείο για οδήγηση μοτοσυκλέτας στην περιοχή της Αλμερίας και έχουμε περάσει από εκεί με δεκάδες διαφορετικά μοντέλα. Για να δω 53ο στο κλισιόμετρο του M1000R έπρεπε να μπούμε σε ένα συγκεκριμένο κλειστό στην κυκλοφορία σημείο όπου φωτογραφίζαμε, την ίδια στιγμή που με το F900R η ένδειξη των +50ο ήταν εύκολη σχεδόν παντού μέσα σε αυτή την διαδρομή! Χώρια που ο ρυθμός ήταν ο ίδιος και κάλλιστα το F900R και το M1000R που απέχουν μερικές χιλιάδες Ευρώ θα μπορούσαν να ήταν το ένα πίσω από το άλλο χωρίς αποστάσεις.
Επιθετική θέση οδήγησης που δεν είναι όμως ακραία και δεν θα κουράσει όταν μένεις για ώρα στην σέλα
Στον ανοικτό δρόμο η τελική ταχύτητα του M1000R που ηλεκτρονικά περιορίζεται στα 280χαω με έναν ήπιο κόφτη, δεν προβληματίζει από πλευράς αέρα όταν αυτή την πιάνεις για μερικά κλάσματα, πχ στο τέλος της ευθείας σε πίστα, ντυμένος με ένα κράνος που η αεροδυναμική του είναι φτιαγμένη για αυτό τον σκοπό, από εκείνα δηλαδή που δεν είναι πρακτικά στην καθημερινή χρήση και με δερμάτινη στολή κολλημένη επάνω σου αντί για μπουφάν-μπαλόνι. Στην Ελλάδα έχουμε συνηθίσει βέβαια να μας λένε για κάλυψη αέρα άνθρωποι που μετά την κουβέντα καβαλάνε χωρίς κράνος, γιατί το κεφάλι είναι πιο αεροδυναμικό και για δέρμα έχουν το δικό τους και μόνο, οπότε δεν χρειάζεται να το επεκτείνουμε περισσότερο. Με σωστό εξοπλισμό η κάλυψη από τον αέρα αποκτά διαφορετικό ελάχιστο αποδεκτό και πάντα για τα κλάσματα χρόνου που θα την δεις στο τέλος μιας ευθείας σε πίστα και δεν μιλάμε για τον ανοικτό δρόμο. Βέβαια σε κάθε περίπτωση δεν χρειάζεσαι 210 άλογα για να τα κάνεις όλα αυτά. Το επαναλαμβάνω άλλη μία τρίτη φορά να το εμπεδώσουμε όσο πιο καλά γίνεται. Η οδηγίκη ευχαρίστηση και η αδρεναλίνη μπορούν να έρθουν πολύ πιο απλά, πολύ πιο οικονομικά επίσης. Τώρα που αυτό το έχουμε απόλυτα ξεκαθαρίσει από την αρχή – αρχή, πάμε να δούμε γιατί το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του νέου M1000R δεν είναι η απάντηση στον ανταγωνισμό βγάζοντας 210 άλογα, αλλά ο βασικός εξοπλισμός του και η τεχνολογία στην οποία βασίστηκε ώστε μετά από 3,5 χρόνια εντατικής εξέλιξης με μία από τις πιο ακριβοπληρωμένες ομάδες μηχανικών, προσωπική έρευνα αυτή, να φτάσει σε αυτό που μόλις οδηγήσαμε.
Ποτέ ξανά δεν ήταν τόσο αρμονικά, τόσα άλογα...
Σε αυτό εδώ το άρθρο υπάρχει η αναλυτική παρουσίαση της νέας μοτοσυκλέτας που αυτή την στιγμή είναι η πιο δυνατή γυμνή, αν και αρκετά ντυμένη με ένα πέπλο αεροδυναμικών βοηθημάτων που στο μάτι ξεχωρίζουν μόνο όταν την βλέπεις από μπροστά και όχι από το πλάι, ενώ κάνουν απίστευτα μεγάλη διαφορά στην πράξη. Κρυμμένη εδώ μόλις πεντακόσιες λέξεις από τον τίτλο του άρθρου αλλά αρκετά μακριά για εκείνη την μερίδα των σχολιαστών που είναι έτοιμοι να πουν το δικό τους έχοντας δει μόνο φωτογραφίες και τίτλους, παραμένει η πραγματικότητα: Τα αεροδυναμικά βοηθήματα κάνουν απίστευτη δουλειά, είναι τελείως απαραίτητα, μόλις τα δοκιμάσεις λες μακάρι να υπήρχαν από χρόνια και όλα αυτά θα τα καταλάβεις κι από μόνος σου την πρώτη στιγμή που θα ανοίξεις το γκάζι. Θα έχεις τότε μία απόλυτα σταθερή μοτοσυκλέτα, πριν ακόμη αρχίσει να επεμβαίνει το stabilizer ή τα ηλεκτρονικά. Θα σας θυμίσω εδώ πως αντίστοιχα μόλις είχε παρουσιαστεί το Ducati Streetfighter V4, γράφαμε πως η μοτοσυκλέτα έχει πάρει έγκριση τύπου με αυτά τοποθετημένα, κι έτσι σε περίπτωση ατυχήματος ένας πραγματογνώμονας μπορεί να ισχυριστεί παραποίηση αν αποδειχθεί πως είχαν αφαιρεθεί από πριν. Επίσης η Ducati είχε κάνει πρόβλεψη κόστους στατικής πτώσης από το σταντ και τα είχε άβαφα για να αντικαθίστανται εύκολα και οικονομικά. Η BMW δεν έχει κάνει αντίστοιχη πρόβλεψη κόστους για αντικατάσταση των αεροδυναμικών βοηθημάτων, τους ρώτησα συγκεκριμένα και αυτή την στιγμή δεν υπάρχει γνωστός τιμοκατάλογος πτώσης από το σταντ. Βέβαια εδώ τα αεροδυναμικά ακολουθούν και τελείως διαφορετική φιλοσοφία, δηλαδή αναμένεται να αντέχουν τέτοιες πτώσεις. Δυστυχώς δεν μου επέτρεψαν να το εξακριβώσω.
Μεγάλα αεροδυναμικά βοηθήματα που προσθέτουν 11 κιλά στα 220χαω και ακόμη περισσότερα όσο πλησιάζεις την τελική των 280χαω
Από την άλλη και η Ducati έμαθε το μάθημα «μελέτη κόστους στατικής πτώσης» μετά από έντονη κριτική για το Multistrada Enduro, θυμηθείτε τι είχε γράψει το ΜΟΤΟ σχετικά. Επιστρέφουμε όμως στην χρησιμότητά τους και αφήνουμε στην άκρη το επιφανειακό: Φέρτε στο μυαλό σας τον όγκο και το βάρος που έχει μία εξάδα με φιάλες 1,5 λίτρου εμφιαλωμένου νερού και φανταστείτε την στερεωμένη πάνω στο εμπρός φτερό. Το νερό επιτρέπει να σχηματίσει κανείς πιο εύκολα νοητά, την σχέση όγκου και βάρους οπότε ας συνεχίσουμε με το παράδειγμα. Έστω ότι καταφέρνετε να τα στηρίξετε με ευκολία και με αρκετή ασφάλεια για να πάτε με 220 χιλιόμετρα, πιστεύετε ότι η μοτοσυκλέτα αυτή σε αυτά τα χιλιόμετρα είναι έστω και λίγο ίδια σε συμπεριφορά με εκείνη που είχατε πριν αρχίσετε να παίζετε με τις πιθανότητες μπουγέλου στα 220; Σίγουρα όχι, κι αυτή είναι λοιπόν η λειτουργία τους: 11 κιλά βάρους στον εμπρός τροχό περισσότερα δηλαδή κι από το βάρος που τοποθετήσατε νοερά χωρίς όμως τον όγκο. Χωρίς επίσης την ίδια οπισθέλκουσα και χωρίς ο αέρας να είναι εμπόδιο στις αλλαγές κατεύθυνσης της μοτοσυκλέτας γιατί πολύ απλά η ανθρωπότητα ξέρει καιρό τώρα να σχεδιάζει πτερύγια. Το κάνει στην αυτοκίνηση χρόνια κάποια στιγμή θα ερχόταν και στις μοτοσυκλέτες. Κι ένα τελευταίο: Φαντάζεστε κάποιον να λέει για την F1 ότι είναι «παραμύθι» οι πτέρυγες και πως δεν χρειάζονται; Προφανώς και όχι, αυτά μόνο με τις μοτοσυκλέτες συμβαίνουν. Απόλυτα δεκτή όμως η όποια συζήτηση για το αν είναι όμορφα τα αεροδυναμικά πτερύγια του M1000R ή όχι. Εκεί τα κριτήρια δεν γίνεται να είναι αντικειμενικά. Απλά να θυμάστε πως στις φωτογραφίες έχει κανείς τον χρόνο να εστιάσει για πολύ ώρα, κάτι που δεν συμβαίνει στον δρόμο και σίγουρα όχι σε κίνηση, ενώ ισχύει ακόμη και με την μοτοσυκλέτα παρκαρισμένη. Διότι λίγοι παρατηρούν αλλά όλοι βλέπουν.
Παντού διαφορετικό...
Στο θέμα της σταθερότητας λοιπόν το M1000R κερδίζει από τα αποδυτήρια τουλάχιστον μέχρι τα 265 που είχα την ευκαιρία να δω πριν τα φρένα για το τελευταίο εσάκι στην πίστα της Αλμερίας, εκεί που οδηγήσαμε και τον δίδυμο αδερφό του, το S1000RR. Διότι πλέον το γυμνό και το superbike δεν είναι απλώς αδέρφια, αλλά δίδυμα που νιώθουν απόλυτα το ένα, το άλλο. Μπορεί να μην ανήκουν στα ζυγωματικά αλλά καθώς σχεδιάστηκαν μαζί, εξελίχθηκαν και παράλληλα με την σχέση τους να είναι σχέση διδύμων.
Την ίδια ώρα που είναι σταθερό και μπορείς να χουφτώσεις τα φρένα δυνατά σε αυτά τα χιλιόμετρα, το M1000R είναι και εξαιρετικά ευέλικτο ενώ η κατευθυντικότητα που σου δίνει από τον εμπρός τροχό έχει την αίσθηση μοτοσυκλέτας με λιγότερα κυβικά και σίγουρα κάποιας που δεν έχει στόχο την σταθερότητα στα 280. Αυτός ο συνδυασμός έχει πετύχει κι άλλες φορές στο παρελθόν, δεν είναι η πρώτη φορά, αλλά οι παραχωρήσεις προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση ποτέ δεν έπεφταν στην μέση. Κάτι έχει θυσιαστεί περισσότερο. Η πρώτη εντύπωση που μου έδωσε το M1000R είναι πως έφτασε τώρα στο καλύτερο έως τώρα πάντρεμα των δύο αντικρουόμενων καταστάσεων, της ευελιξίας και της σταθερότητας, κι έτσι έχεις μία μοτοσυκλέτα με την οποία μπορείς να πετύχεις πολύ υψηλές ταχύτητες και ταυτόχρονα να παραμένει εύκολη στην οδήγηση και με αμεσότητα στην απόκριση σε σφιχτό επαρχιακό.
Μεγάλη οθόνη 6,5 ιντσών, γνώριμη από άλλα μοντέλα, όπως και το εύχρηστο μενού και οι διακόπτες
Αυτό το τελευταίο ισχύει και για τον κινητήρα και είναι ένα κομβικό σημείο καθώς τα “screamer” τετρακύλινδρα μοτέρ είναι συνήθως κλειστοφοβικά και δεν γουστάρουν περιορισμούς χώρου, όπου δεν μπορούν να ξεδιπλώσουν το φάσμα των στροφών τους όπως συμβαίνει στους επαρχιακούς. Η ShiftCam τεχνολογία είναι εδώ ο βασικός υπαίτιος που το M1000R δεν έχει πρόβλημα να στριμώχνεται σε απανωτές στροφές, ωστόσο μην θεωρήσετε πως θα έχετε ένα δικύλινδρο στις χαμηλομεσαίες και ένα τετρακύλινδρο στις ψηλές παρόλο που σίγουρα θα υπάρχουν “reviews” που θα πουν κάτι τέτοιο. Θα πρέπει να σκαρφαλώσεις πάνω από τις 8.000 στροφές για να πάρεις όλη την δύναμη του κινητήρα πράγμα που δεν μπορεί να συμβαίνει συνέχεια και πάντα στους δρόμους, ακόμη και στην Ισπανία που η πρόσφυση είναι κορυφαία και μπορείς να πάρεις φόρα και να μπεις με περισσότερα χιλιόμετρα. Σε μία τέτοια συνθήκη όμως εκτιμά κανείς και τα φρένα, ωστόσο χρειάζεται να μείνουμε για λίγο ακόμη στο θέμα της απόκρισης του κινητήρα που φυσικά πολύ πιο αναλυτικά θα δούμε στο επόμενο τεύχος. Το θέμα δεν είναι πως συμπεριφέρεται μετά τις 8.000 στροφές και που ξεδιπλώνονται τα 210 άλογα, αλλά πόσο εύκολη και ασφαλής είναι αυτή η μοτοσυκλέτα στις χαμηλές ταχύτητες και πόσο άνετα κάνεις βόλτα μαζί της χωρίς να σε αισθάνεσαι πως βγάζεις σε άσπαρτο χωράφι, ένα άλογο που κάνει μόνο για ιππόδρομο. Στην συγκεκριμένη υποκατηγορία των γυμνών μοτοσυκλετών, υπάρχει μία ανοχή απέναντι στο πόσο εύχρηστη μπορεί να είναι κάποια από αυτές, καθώς η βασική τους δουλειά, είναι να γίνονται όσο πιο σπορ μπορούν. Η BMW μας λέει τώρα κάτι καινούριο για μία υποκατηγορία που βαδίζει ολοένα και σε ποιο απόλυτα μονοπάτια: Μας λέει πως μπορούμε να βολτάρουμε χωρίς άγχος και με εξαιρετικά ήπιο ρυθμό, ακόμη και να ανοίξουμε το γκάζι από 40χαω με έκτη στο κιβώτιο χωρίς σκορτσαρίσματα και πράγματι αυτό συμβαίνει και στην πράξη.
Δυναμικά ρυθμιζόμενες αναρτήσεις που προσαρμόζονται στον δρόμο αλλά και στον ρυθμό
Στο μεταξύ οι αλλαγές ταχυτήτων με το quickshifter είναι -για πρώτη φορά σε BMW- ένα παιχνίδι όπως και θα έπρεπε. Έχουμε κατακρίνει το quickshifter της BMW πολλές φορές στο παρελθόν σε σημείο που έχω γράψει πως αν το έδιναν τσάμπα θα μπορούσα να το δεχτώ αλλά είναι ντροπή να το χρεώνουν και να δουλεύει χειρότερα από κάθε άλλο παράδειγμα του ανταγωνισμού. Δείτε και σχετική αλληλογραφία τεύχους #635. Επιτέλους ανοίγει και εδώ ένα νέο κεφάλαιο διότι το quickshifter κάνει αυτό που υπόσχεται, αλλάζει δηλαδή τις σχέσεις γρήγορα και άμεσα αλλά σε όλο το φάσμα των στροφών και όχι μόνο στην κόκκινη περιοχή. Κι έτσι αντίθετα με το παρελθόν, δουλεύει τώρα είτε οδηγείς για βόλτα είτε πηγαίνεις σε track-day. Είναι τόσο μεγάλη η διαφορά εδώ που είναι σαν να το έφτιαξε η Ducati ή η KTM, δεν θυμίζει quickshifter της BMW κι αυτό είναι το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που θα μπορούσα να κάνω στον άνθρωπο που ασχολήθηκε με την εξέλιξή του στα νέα M1000R και S1000RR.
Στην θέση ρυθμίσεων “RACE” η απόκριση του γκαζιού αλλάζει και μαζί και τα μαγευτικά σκασίματα της εξάτμισης. Η BMW πρωτοστατεί στην ηλεκτρική μετάβαση, αλλά δυστυχώς για εκείνη δίνει και ένα φοβερό παράδειγμα πως ορισμένα πράγματα είναι αναντικατάστατα. Μέχρι και στο "DYNAMIC" ο ήχος του τελικού είναι αυτός ακριβώς που πρέπει να έχετε εντός αστικού ιστού για να μην ξυπνάτε μωρά στην κούνια και γέρους από την καρέκλα που ανοίγοντας τα μάτια απότομα μπορεί να πάθουν καρδιακή προσβολή με τους χτύπους της καρδιάς να αυξάνουν απότομα. Δυστυχώς ο "πράου-πράου" πιτσιρικάς δεν φέρνει τέτοιες εικόνες στο μυαλό του όταν του λες πως ενοχλεί, αλλά ενός εξίσου νέου τύπου που έτσι κι αλλιώς θα έπρεπε να γουστάρει μαζί του. Είναι άλλο, μεγάλο θέμα κι αυτό. Πάντως τα χαμηλά σε ένταση σκασίματα που μπορεί να γίνουν ακόμη και με κλείσιμο του γκαζιού με δευτερα στο κιβώτιο και κάτω από τις 6.000 στροφές, άρα κάτω και από την αλλαγή του shiftcam,, επαναλαμβάνω μόνο στην RACE χαρτογράφηση έρχονται, πρώτα τα νιώθεις με την καρδιά και μετά με το αυτί. Σε κάθε περίπτωση μέσα σε πίστα ή μακριά από κάθε μορφή πολιτισμού η αλλαγή του ήχου του κινητήρα έρχεται με το πάτημα ενός κουμπιού και είναι μεθυστική. Είναι αρκετά αγωνιστικός ο ήχος και πριν παίξεις με τις χαρτογραφήσεις, αλλά στην “RACE” απελευθερώνεται όλη η ορχήστρα.
Αντίστοιχα φυσικά συμβαίνει και με την επιτάχυνση αν δεν το έχετε ήδη καταλάβει. Το superbike πλαίσιο δεν έχει άνω όριο και τα Bridgestone RS11 μπορούν να αντέξουν την δύναμη αυτή, παρόλο που αποδείχτηκαν καλύτερη επιλογή για τους γύρους στην πίστα και όχι τόσο για τον δρόμο. Ιδιαίτερα κατά την πρωινή παγωμένη υγρασία που είχε σκεπάσει τα πάντα εμποδίζοντάς τα να ξυπνήσουν και να ζεσταθούν γρήγορα. Αν ρωτήσεις κάποιον ντόπιο βέβαια, αυτή είναι βασική πηγή νερού για τα ελάχιστα δέντρα της ημι-έρημης περιοχής, οπότε την χρειάζονται και με το παραπάνω.
Τα φρένα είναι της Nissin και χωρίς να θέλει κανείς να μειώσει την προσπάθειά τους, όταν δεν βλέπεις Brembo σε μία μοτοσυκλέτα τόσων χιλιάδων Ευρώ κατευθείαν το πρόσωπο κάνει γκριμάτσα. Δικαιολογημένα. Βέβαια τα φρένα σηματοδοτούν και μία μικρή αλλαγή για την BMW όπου ξεκινά να αλλάζει συμφωνίες των μέχρι τώρα σταθερών προμηθευτών, όπως ήταν η Continental για τις μονάδες των ηλεκτρονικών. Συνεχίζει βέβαια να παραμένει περισσότερο με το μέρος της Conti παρά στο αντίπαλο δέος, την Bosch καθώς οι λύσεις που προτείνει εκείνη είναι ακριβότερες. Ταυτόχρονα και καλύτερες σε απόδοση. Μικρή παρένθεση πως ούτε η Continental είναι καμία μικρή εταιρεία μπροστά στην Bosch. Η Continental είναι μάλιστα ακόμη πιο εξειδικευμένη και πρωτοστατεί στον τομέα των ηλεκτρονικών, ιδιαίτερα σε αυτοκίνητα και φορτηγά. Για την ιστορία αυτή έφτιαξε το πρώτο Hill Assist σε αυτοκίνητο παραγωγής. Χωρίς την Bosch όμως το ABS για τις μοτοσυκλέτες θα είχε μείνει πολλά βήματα πίσω καθώς είναι η εταιρεία που πήγε στους Ιάπωνες την δεκαετία του ’80 για να στήσει ερευνητικό κέντρο εκεί, στο Τόκυο, μιας και εκείνοι ήταν τότε οι πρωτομάστορες της Ευρωπαϊκής αγοράς μοτοσυκλέτας. Τους πήρε πολλά χρόνια σε επένδυση μέχρι να βγάλουν το πρώτο σύστημα ABS σε παραγωγή και φυσικά ήταν απαράδεκτο, τόσο με τα σημερινά δεδομένα, όσο και της εποχής εκείνης. Λέγαμε τότε πως με το ABS ενεργοποιημένο φρενάρεις χειρότερα. Η Honda ακόμη θυμάται όσα τράβηξε εκείνη την εποχή. Βασικά όλοι οι Ιάπωνες το θυμούνται για αυτό και κανείς δεν ήθελε να συνδράμει την Bosch το 2011, όταν συζήτησε μαζί τους για το ποιος από όλους θα τους βοηθήσει στην ανάπτυξη του cornering ABS και θα είναι και ο πρώτος που θα το βγάλει στην παραγωγή. Τελικά ήταν η KTM που δέχτηκε να είναι η πρώτη και παρόλο που το εργοστάσιο των Αυστριακών με το υπερσύγχρονο κέντρο δοκιμών της Bosch απέχουν περίπου δύο ώρες, έδωσαν ραντεβού και πραγματοποιήσαν την εξέλιξη στο Τόκυο γιατί εκεί είχε μείνει όλα αυτά τα χρόνια το R&D του ABS για την μοτοσυκλέτα. Αμέσως μετά βέβαια μετακόμισε και στην Γερμανία. Πίσω τώρα στα φρένα του M1000R, η BMW αποφάσισε να κάνει πιο εκτεταμένα κάτι που έτσι κι αλλιώς έχει δοκιμάσει και στο παρελθόν πολλές φορές, ιδιαίτερα στο αυτοκίνητο. Εξέλιξε εκείνη τα φρένα που ήθελε, σχεδίασε από το μηδέν τις δαγκάνες και πήρε προσφορές από τους κατασκευαστές, επιλέγοντας στο τέλος την Nissin. Είναι ασύμφορο οικονομικά να κατασκευάσεις τις εργαλειομηχανές και να στήσεις μία γραμμή παραγωγής για λίγες δαγκάνες φρένων αλλά αν μεταφέρεις την δική σου παραγωγή σε κάποιον άλλο τότε μπορείς να έχεις κάτι δικό σου, χωρίς να σου κοστίσει και αντίστοιχα ακριβά. Ή μπορείς να βάλεις απλά Brembo Stylema, να μία ακόμα πιο γρήγορη λύση. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί κανείς ιδιώτης ή ανταγωνιστής, να πάρει από την Nissin ή την ελεύθερη αγορά τα φρένα του M1000R παρά μόνο μέσα από την BMW και πιστέψτε με όταν σας λέω πως δουλεύουν εξαιρετικά. Συμπληρωματικά της απόδοσής των φρένων, η επιβράδυνση ενισχύεται από την δουλειά που κάνουν οι αναρτήσεις φορτίζοντας όσο πρέπει τον εμπρός τροχό και με σωστή επίδραση στην γεωμετρία της μοτοσυκλέτας ενώ από μόνη της η μονάδα ABS της Continental έχει κάνει άλματα μπροστά.
Μία σημαντική λεπτομέρεια εδώ, είναι πως το M1000R δεν έχει την λειτουργία ελέγχου ντριφταρίσματος που έχει και το S1000RR που θα δούμε σε επόμενο άρθρο και είναι κάτι νέο και εξωπραγματικό. Το σύστημα έχει έρθει στο S1000RR απευθείας από τους αγώνες Endurance, το δοκιμάσαμε μαζί με τους εργοστασιακούς αγωνιζόμενους, και στόχο έχει να συνδράμει τους ήδη γρήγορους αναβάτες και όχι να βοηθήσει τους πιο αργούς να γίνουν άμεσα πιο γρήγοροι. Δυστυχώς δεν υπάρχουν “cheat codes” όπως αρκετοί πιστεύουν ότι φέρνουν τα εξελιγμένα ηλεκτρονικά. Στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ αποκρυπτογραφούμε ακόμη περισσότερα για το εξωπραγματικό γυμνό της BMW με τα 210 άλογα!