Yamaha TMax Tech Max 560: Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα: 1.100χλμ ΑΥΘΗΜΕΡΟΝ!

Όταν η καθημερινή σου εργασία, απαιτήσει να «πεταχτείς» λίγο πιο μακριά!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

31/5/2022

Τα σκούτερ έχουν φτιαχτεί για να εξυπηρετούν καθημερινές ανάγκες μετακίνησης, ενώ το TMAX αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση καθώς όταν πρωτοεμφανίστηκε το 2001 ήταν το πρώτο που προσέφερε οδηγική συμπεριφορά μοτοσυκλέτας, όπως και το πρώτο σκούτερ με αμιγώς σπορ συμπεριφορά. Τις δεκαετίες της μεγάλης ανακάλυψης των κατηγοριών, μέχρι και τις αρχές του ’80 δηλαδή, όλα είχαν λίγο-πολύ δοκιμασθεί και πρακτικά τίποτα δεν γίνεται να είναι τελείως καινούριο. Ανάμεσα στα σκούτερ της εποχής όμως, το TMAX ήταν εκείνο που είχε τον κινητήρα στο κέντρο, ένα κανονικό ψαλίδι και σπορ συμπεριφορά που προσέδιδε ενεργητική ασφάλεια και άνοιγε την όρεξη ακόμη και για trackdays και ενιαία πρωταθλήματα όπως και έγινε εκείνη την εποχή. Πάνω από είκοσι χρόνια πριν, το ΜΟΤΟ έγραφε πως το TMAX αξίζει να ξεχωρίσει και να διαγράψει μία μακρά καριέρα γιατί αλλάζει τα δεδομένα ολόκληρης της κατηγορίας, και παρά τις αντιδράσεις που δεχτήκαμε εκείνη την εποχή από τον ανταγωνισμό του κυρίως, η πορεία του όλα τα επόμενα χρόνια μας δικαιώνει.

Τώρα διανύουμε επίσης μία τελείως διαφορετική εποχή που η οδηγική συμπεριφορά γενικώς έχει αποκτήσει, επιτέλους, ένα κάτω όριο αρκετά όμως υψηλό και πλέον το κόστος απόκτησης, το κόστος συντήρησης και η κατανάλωση, υπερτερούν ως ζητούμενα έναντι των επιδόσεων.

Στην πλήρη και αναλυτική δοκιμή του TMAX θα τα εξετάσουμε όλα αυτά, πάμε να δούμε όμως μία πολύ συγκεκριμένη πτυχή του νέου TMAX μέσα από την ευκαιρία ενός ταξιδιού – αστραπής. Ο Κωνσταντίνος Δάλλας εργάζεται στην Aurora Rally Equipment, έχει εργαστεί παλαιότερα στο ΜΟΤΟ και σε άλλα μέσα ως συντάκτης, έχει εργαστεί ως εκπαιδευτής οδήγησης μοτοσυκλέτας στο California Superbike School, έχει υπάρξει προπονητής του Γιάννη Μπούστα, ενώ συμμετέχει ενεργά στην θρυλικότερη Adventure δοκιμασία του Ειδικού Τύπου στην Ευρώπη, δηλαδή το Mega Test του MOTO. Δεν είχαμε προγραμματίσει να εσωκλείσουμε στην αναλυτική δοκιμή του TMAX κι ένα ταξίδι 1.100χλμ αυθημερόν, αλλά εκμεταλλευτήκαμε την ευκαιρία όπως αυτή περιγράφεται στο κείμενο του Κωνσταντίνου Δάλλα που ακολουθεί, με την ευθύτητα στον λόγο για την οποία διακρίνεται όλα αυτά τα χρόνια. Πραγματοποιούμε το Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Σέρρες πολύ συχνά και στην πορεία του ΜΟΤΟ είναι ταξίδι που έχει γίνει ακόμη και με δίκυκλο 50cc, όπως επίσης και με παλαιότερες εκδόσεις του TMAX. Δεν είναι άθλος, είναι απλά μία τεκμηριωμένη εμπειρία με τα περισσότερα μονορούφι χιλιόμετρα σε μία ημέρα με το 2022 TMAX TechMax 560:  

 

Yamaha TMax Tech Max 560 - 1.100km αυθημερόν!

του Κωνσταντίνου Δάλλα

 

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα σε μια μέρα

 

Όταν είσαι 16 το κάνεις και με 6βολτο παπί ρετάλι, που αγόρασες από γύφτο στο Σχιστό, με το καρμπιρατέρ να κρέμεται στο πλάι.

Όταν είσαι 26 δεν δέχεσαι τίποτα λιγότερο από το τελευταίο superbike που κυκλοφόρησε το πολύ έξι μήνες πριν.

Όταν είσαι 36 μάλλον θα το κάνεις με αυτοκίνητο – παλιά αυτό βέβαια, σήμερα με 2,3 το λίτρο και 62 ευρώ διόδια, άστο καλύτερα.

Όταν είσαι 46 καλή μου η ώρα, το μόνο που κοιτάς είναι τη σέλα – ή τέλος πάντων από τη σέλα ξεκινάς, για να έχουμε καλή συνέχεια…

 

Οι επαγγελματικές μου υποχρεώσεις στην Aurora Rally Equipment απαιτούσαν την πραγματοποίηση ενός μονοήμερου ταξιδιού αστραπή μέχρι τη Θεσσαλονίκη και πίσω, το οποίο μας «έσκασε» last minute και δεν έβγαινε χρονικά να γίνει αεροπορικώς. Το αυτοκίνητο μπορείτε να το ξεχάσετε - δεν πάω μόνος μου 10 ώρες στην Εθνική, εύκολα θα με πάρει ο ύπνος και θα με μαζεύουν από τις μπαριέρες. Το δε τρένο ξεχάστε το και αυτό, καθώς το μόνο τρένο στο οποίο θα μπω είναι αυτό της γενικής επιστράτευσης σε περίπτωση 3ου παγκόσμιου – αν και, τώρα που το σκέφτομαι, δεν θα με πάρουν λόγω ηλικίας, οπότε το μόνο τρένο στο οποίο θα μπω είναι το κανένα τρένο.

Για να μην το παραζαλίζουμε, η λύση είναι καθαρά και μόνο η μοτοσυκλέτα, αλλά άντε να βρεις ένα αξιόλογο δίκυκλο τελευταία στιγμή. Τηλέφωνο στον Φελούκα λοιπόν, τον άνθρωπο για τις δύσκολες αποστολές. Ντριιιννν…

  • «Έλα ψηλέ. Σου είπα προχτές, δεν έχω νέα για το Mega Test ακόμα».
  • «Θάνο δεν σε πήρα για το Mega Test. Χρειάζομαι ένα μηχανάκι να πεταχτώ ΑΥΡΙΟ μέχρι τη Θεσσαλονίκη και να γυρίσω το ίδιο βράδυ».
  • «Και δεν το λες τόση ώρα; Σου έχω το κατάλληλο εργαλείο: Yamaha TMax 560, το Tech Max, όχι αστεία».
  • “Α ρε. 130 πάει;»
  • «170 εύκολα».
  • «Άσε ρε».
  • «Αν επιμείνεις πάει και 180».
  • «250 χιλιόμετρα βγάζει με ένα ντεπόζιτο;».
  • «Δεν έχω ιδέα ακόμη γιατί θα ταξιδέψεις πρώτος. Έχει όμως cruise control που «κλειδώνει» μέχρι τα 150».
  • «Γιατί; Μετά κουνάει σαν τράτα;»,
  • «Αυτό φίλε μου θα το ανακαλύψεις μόνος σου».

Και έτσι έγινε. Πρωί καθημερινής προσγειώνομαι στα γραφεία του ΜΟΤΟ, καβαλάω TMax και φεύγω άρον-άρον, καθότι ήδη πίσω στο πρόγραμμα. «Που πας ρε φιλαράκι με δαύτο;», γκαρίζει ο Μέντης από το βάθος. «Θα βρίσκουν τα πόδια σου στο τιμόνι». Ευτυχώς δεν έβρισκαν. Οριακά μεν, αλλά δεν έβρισκαν. Ίσως άμα πατάς ψηλά στα μαρσπιέ να βρίσκουν, όμως δεν έχουν καμιά δουλειά τα πόδια σου εκεί πάνω όταν κάνεις επιτόπιους ελιγμούς, εκτός κι αν ψάχνεις τρόπους να πέσεις και να γελάνε μαζί σου και τα πεζοδρόμια…

Ηλεκτρονικά κόλπα

Λίγο πριν βάλω κράνος, αρχίζω να παίζω με τα ηλεκτρονικά. Πάντα, μα πάντα, το πρώτο πράγμα που κάνω όταν οδηγώ ένα ξένο σε εμένα όχημα είναι να παίζω με τα ηλεκτρονικά. Να δω το μενού, τι επιλογές υπάρχουν, τα πάντα όλα. Πάω να δω συνδεσιμότητα, βρίσκω Bluetooth. Ανοίγω ντουλαπάκι, έχει USB και μια αφαιρούμενη θήκη για το τηλέφωνο, με λάστιχο μάλιστα για να το συγκρατεί και να το προστατεύει από κραδασμούς. Κάνω pair το κινητό, τηλεφωνικός κατάλογος, κλήσεις, όλα οκ. Εφαρμογές; Μπα. Νέκρα. Ούτε ένα τιποτένιο Google Maps. Ένα CarPlay, ένα Android Auto; Τίποτα. Μπαίνεις στο site της Yamaha και διαβάζεις υποσχέσεις για πλοήγηση on screen με Garmin Navigator. Αυτό όμως δεν υπάρχει στο ελληνικό App Store, οπότε τζίφος. Παρατάω την αναζήτηση και σετάρω google maps με ειδοποιήσεις στο ρολόι μου.

Πάμε στα themes του οργάνου. Το μόνο του γούστου μου είναι αυτό με το στροφόμετρο να γεμίζει την ημικυκλική μπάρα. Το άλλο με τη βελόνα με τα στρασάκια είναι λες και το έφτιαξαν για την Έλσα από το Frozen. Το δε τρίτο, μια από τα ίδια: αυτό μάλλον το σχεδίασε η Άννα, η αδερφή της Έλσας.

Κατά τα λοιπά, η πληροφορία στα πέριξ της φωτεινής οθόνης φτάνει και περισσεύει. Δύο trip, στιγμιαία και μέση κατανάλωση, μέση ωριαία, θερμοκρασία περιβάλλοντος και ψυκτικού υγρού, ρολόι, χρονική διάρκεια ταξιδιού. Επίσης έχουμε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, θερμαινόμενα γκριπ και θερμαινόμενη σέλα – αν και με 36 βαθμούς μέγιστη θερμοκρασία σήμερα, τα δύο τελευταία σίγουρα δεν θα τα χρειαστούμε.

Στο δρόμο για Θεσσαλονίκη – και πίσω

Μέχρι να βγω Εθνική τοποθετώ τη ζελατίνα σε χαμηλό ύψος, έτσι ώστε να φτάνει αρκετός αέρας στο πρόσωπο. Η πρώτη εντύπωση πολύ θετική. Το TMax έχει ένα ολοζώντανο, δυνατό μοτέρ με μπάσο, απόμακρο ήχο και ελάχιστους κραδασμούς. Ανταποκρίνεται άμεσα στο άνοιγμα του γκαζιού και επιταχύνει δυνατά μέχρι τα 160 km/h. Από εκεί και μέχρι τα 182 που μπορείς να δεις στο ταχύμετρο, ο ρυθμός επιτάχυνσης είναι μεν πιο αργός, όμως το TMax παραμένει υποδειγματικά σταθερό, θυμίζοντας μεγάλη τουριστική μοτοσυκλέτα.

Ακόμα και με τη ζελατίνα στην ψηλότερη θέση, το TMax είναι ακλόνητο στις ευθείες. Στις ανοιχτές στροφές της Εθνικής θα χρειαστεί να κάνεις μερικές για να εξοικειωθείς με την αργή γεωμετρία και το χαμηλό κέντρο βάρους. Το TMax θέλει να του δίνεις την εντολή να στρίψει λίγο νωρίτερα απ’ ότι συνηθίζεις, ενώ θα χρειαστεί λίγο μεγαλύτερη κλίση στο κέντρο της στροφής. Μετά από λίγη ώρα, χτίζεις μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί του και αρχίζεις να το διασκεδάζεις. Σου μεταφέρει μπόλικη πληροφορία από το δρόμο, φιλτραρισμένη μεν για χάρη της άνεσης, αρκετή δε για να το οδηγήσεις σβέλτα χωρίς ενδοιασμούς.

Περί traction control και sport mode δεν έχω πολλά να σας πω. Το πρώτο το αισθάνθηκα να παρεμβαίνει στους γλιστερούς δρόμους της Θεσσαλονίκης και νομίζω ότι τα κοψίματα που κάνει είναι λίγο μεγάλα σε διάρκεια. Το δεύτερο δεν το χρησιμοποίησα πουθενά, καθώς δεν αισθάνθηκα το μοτέρ να με κρεμάει ή να δουλεύει χαμηλά σε σημεία που δεν θα έπρεπε.

Το Yamaha TMAX Tech Max 560 στο αεροδρ... αντιμετώπο με την Εθνική Όδο:
(φωτό σε σημείο κλειστό στην κυκλοφορία)

149, 150… Αποφάσισε

Σε μια τέτοια διαδρομή, το cruise control είναι ένα μαγικό εργαλείο που σου επιτρέπει να πάρεις διάφορες περίεργες στάσεις με τα χέρια και το σώμα σου, στην προσπάθειά σου να ξεπιαστείς και να κυκλοφορήσει το αίμα λίγο καλύτερα. Καθ’ όλη τη διάρκεια των 10 ωρών ταξιδιού, αμέτρητες ήταν οι φορές που σκαρφάλωσα τα οπίσθιά μου πάνω στο μαξιλαράκι πλάτης για να πάρει ο πισινός μου αέρα. Άλλες τόσες και περισσότερες κράτησα το τιμόνι από τα δοχεία υγρών φρένων και συμπλέκτη, ενώ δεν ήταν λίγες αυτές που ήμουν με το αριστερό χέρι στο τιμόνι και το δεξί να αναπαύεται στα πόδια μου.

Όπως αναφέραμε νωρίτερα, το cruise control μπορεί να ενεργοποιηθεί μέχρι τα 150 km/h. Για την ακρίβεια, μέχρι τα 149, 150, 149, 150, 149, 150… Αυτό γίνεται συνέχεια όταν το «κλειδώνεις» στην ανώτερη ταχύτητα λειτουργίας. Δοκίμασα να το «κλειδώσω» λίγο παρακάτω και άρχισε τα 147, 148, 147, 148, 147, 148. Αγαπητοί τεχνικοί της Yamaha, είναι λίγο εκνευριστικό αυτό, σου τραβά την προσοχή στα όργανα χωρίς να το θέλεις. Πιστεύω ότι είναι εύκολο να λυθεί με μια αναβάθμιση λογισμικού.

Όταν κινείσαι με περισσότερα από 150 km/h, το TMax δεν σε αφήνει να επαναφέρεις το cruise control στην προηγούμενη ταχύτητα που το είχες ορίσει. Θα πρέπει να κόψεις κάτω από τα 150 και μετά να πατήσεις το resume. Αντίθετα, με το cruise control ενεργοποιημένο, μπορείς να επιταχύνεις πάνω από τα 150 για όση ώρα θες, να αφήσεις το γκάζι και να ανακτήσει έλεγχο το cruise, επαναφέροντας το TMax στην προκαθορισμένη ταχύτητα κίνησης. Το όριο των 150 στο cruise control έχει να κάνει με την ασφάλεια του αναβάτη, δεν είναι λίγοι οι κατασκευαστές που το εφαρμόζουν. Ωστόσο το TMax είναι ακλόνητο μέχρι και την τελική του ταχύτητα, στα 182 km/h στο ταχύμετρο, οπότε πολύ εύκολα θα μπορούσε να πηγαίνει με το cruise μέχρι και αυτή την ταχύτητα.

Στην αυτονομία τώρα, με ταχύτητες κίνησης τα 130 με 140 km/h, το TMax θα κάψει γύρω στα 6.5 λίτρα ανά 100km. Με χωρητικότητα ρεζερβουάρ τα 15 λίτρα, αυτό σημαίνει ότι μπορείς να κάνεις λίγο περισσότερα από 210 χιλιόμετρα μεταξύ των στάσεων. Θα χρειαστεί ωστόσο να μην είσαι αγχωτικός τύπος, καθώς το fuel trip ξεκινά κάπως νωρίς, ακυρώνοντας τη χιλιομετρική ένδειξη υπολειπόμενης αυτονομίας (όλο αυτό για να μεταφράσω τη λέξη “range”). Μπήκα για βενζίνη με το fuel trip στα 27 χιλιόμετρα και έβαλα 13 λίτρα. Είχα δηλαδή άλλα 2 λίτρα μέσα, που σημαίνει ότι θα μπορούσα να κάνω άλλα 15-20 χιλιόμετρα, αν φυσικά μπορούσα να διαχειριστώ το άγχος του να βλέπω το fuel trip να σκαρφαλώνει στα 50 και…

Εν κατακλείδι

Τι μου άρεσε περισσότερο στο TMax σε αυτό το μονοήμερο ταξίδι; Η ζελατινάρα, που την είχα τέρμα πάνω όλη την ώρα, εκτός από το βράδυ που την ρύθμιζα κάτω από το ύψος των ματιών για να έχω καλύτερη ορατότητα. Πλήρης ησυχία πίσω της, σε συνδυασμό με τις ωτοασπίδες που πάντα φοράω σε ταξίδι, έκαναν αυτές τις 10 ώρες λιγότερο κουραστικές.

Μετά, το μοτέρ. Δυνατό και ήσυχο, με όμορφη μπάσα νότα όταν ανοίξεις δυνατά το γκάζι. Το αισθάνεσαι μόνο κάπου στις 4 με 5 χιλιάδες στροφές, όπου σου μεταφέρει ένα μικρό γαργαλητό στις πατούσες. Στα 130 με 140 δεν το αισθάνεσαι ούτε το ακούς, λες και το TMax είναι ηλεκτρικό.

Η σέλα φυσικά. Άνεση επιπέδου πολυθρόνας, με μαξιλαράκι στήριξης για τη μέση. Θα την ήθελα λίγο πιο φαρδιά στο μπροστινό κομμάτι, αν και καταλαβαίνω ότι είναι επίτηδες στενή για να πατάνε κάτω οι πιο κοντοί από εμένα.

Και για το τέλος άφησα τα φώτα. Εντυπωσιακά δυνατά για scooter, θα πω μόνο αυτό: ξέρω αρκετές μοτοσυκλέτες που τα χρειάζονται άμεσα για να βελτιώσουν τον ταξιδιωτικό τους χαρακτήρα.

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα με TMax λοιπόν. Όχι μόνο γίνεται, αλλά γίνεται και ευχάριστα. Ένας εξαιρετικός συνδυασμός άνεσης / επιδόσεων με λογική κατανάλωση, ευχάριστη οδική συμπεριφορά, χώρους για τα προσωπικά σου αντικείμενα και ένα δεύτερο μπουφάν για όταν δροσίσει το βράδυ. Παραδόξως, είχε δίκιο ο Φελούκας που το αποκάλεσε το κατάλληλο εργαλείο γι’ αυτή τη δουλειά.

 

Καταναλώσεις:

Έως Λαμία από Αθήνα: 6,3λ/100χλμ

Έως Λάρισα: 6,3λ/100χλμ

Λάρισα Θεσσαλονίκη: 7,4/100χλμ

Θεσσαλονίκη – Λάρισα: 6,9/100χλμ

Λάρισα – Αθήνα: 6,4/100χλμ

 

Ετικέτες

Δοκιμή SYM Maxsym TL: Ξεκάθαρος στόχος

Στοχευμένο σε συγκεκριμένες απαιτήσεις
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/3/2022

Το δικύλινδρο scooter της SYM έχει έναν ξεκάθαρο προσανατολισμό, όσο κι αν το διψασμένο για "κόντρα" και "μάχες" κοινό θέλει να του προσάψει βλέψεις που δεν έχει. Μόλις κατανοήσεις αυτή την αλήθεια, τότε θα εκτιμήσεις στο μέγιστο τις αρετές στις λεπτομέρειες που προσφέρει το νέο Maxsym TL, όπως ανακαλύψαμε κι εμείς στην δοκιμή του που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 608 του ΜΟΤΟ

Η συνηθέστερη απορία για όποιον αντικρύζει για πρώτη φορά το TL είναι αν πρόκειται για το αντι-ΤΜΑΧ της Yamaha. Η συνηθέστερη –και σωστή- απάντηση είναι: καμία σχέση. Η SYM άλλωστε το έχει ξεκαθαρίσει από την αρχή ότι στόχος του Maxsym TL είναι να προσφέρει κάτι φρέσκο και νέο στην μεσαία κατηγορία των scooters στα 300-400 κυβικά. Τελεία και παύλα. Ουδέποτε δήλωσαν οι άνθρωποι της SYM ότι έχουν απέναντι τους τα mega scooters όπως το Yamaha ΤΜΑΧ ή το Kymco AK550. Αυτά είναι δυστυχώς βεβιασμένα και αστήρικτα συμπεράσματα, ανθρώπων που προφανώς δεν έχουν κάποια επαφή με την πραγματικότητα της αγοράς. Αυτά, γιατί καλό είναι να ξεκαθαρίσουν κάποια πράγματα από την αρχή και να θέτουμε την εμπεριστατωμένη κριτική μας σε σωστή βάση.

Παίρνοντας εκκίνηση λοιπόν από εκεί, το TL ξεκινά με το καλημέρα έχοντας δυνατά βέλη στην φαρέτρα του. Από το ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα και τον δικύλινδρο κινητήρα του που αποτελεί ενεργό μέρος του, μέχρι την τελική μετάδοση με αλυσίδα και την εξαιρετική του ποιότητα κατασκευής. Το TL καταφέρνει να ξεφύγει από την πεπατημένη των μεσαίων κυβισμού scooter, είτε αυτά κατασκευάζονται στην Ασία είτε στην Ευρώπη, εισάγοντας στην κατηγορία στοιχεία και ουσιαστικά προτερήματα που για να τα βρει κανείς πρέπει να τα αναζητήσει σε ακριβότερα και μεγαλύτερα mega scooters. Είναι μια ορθολογιστική προσέγγιση, αν θέλεις να κάνεις την διαφορά σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική κατηγορία που το κόστος και οι δυνατότητες που προσφέρονται, έχουν ακριβώς το ίδιο βάρος.

 

Έξω από το κουτί

Οι μηχανολόγοι της SYM δεν ήταν… φειδωλοί με τις ιδέες, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του κινητήρα. Η SYM δεν ακολούθησε τον δρόμο της αντιγραφής, αλλά της προσαρμογής των αποδεδειγμένα σωστών λύσεων στο δικό της σχέδιο. Πάνω στο στρόφαλο των 360 μοιρών τα δύο έμβολα ανεβοκατεβαίνουν μαζί, ενώ οι κραδασμοί είναι σχεδόν ανύπαρκτοι χάρη σε ένα τρίτο τυφλό" έμβολο που παλινδρομεί μέσα στον δικό του κύλινδρο εν είδει αντικραδασμικού άξονα. Αυτός ο χρονισμός του στροφάλου είναι κάτι που το αντιλαμβάνονται άμεσα τα αισθητήρια εγκεφαλικά σου κύτταρα, με μια "ψωμωμένη" ηχητικά και ταυτόχρονα πολιτισμένη πρακτικά λειτουργία. Την αίσθηση ενισχύει και ο άκρως επιθετικός ήχος που απελευθερώνει το τελικό της εξάτμισης, το οποίο καθιστά αχρείαστη την αντικατάσταση από κάποιο after market, τουλάχιστον σε ότι αφορά το "soundtrack". Για τον όγκο και το βάρος, είναι άλλο θέμα…

Παρά τον ήχο του όμως, ο κινητήρας αποδίδει ιδιαίτερα γραμμικά χωρίς ξεσπάσματα κατεβάζοντας τη δύναμη στον τροχό όπως πρέπει για να μην σου δημιουργηθεί ποτέ κανένα άγχος. Η σχέση της τελικής μετάδοσης με την αλυσίδα είναι σχετικά κοντή, προσθέτοντας έναν τόνο ζωηράδας σε μια κατά τ' άλλα ήπια και προοδευτική λειτουργία. Ο δικύλινδρος της SYM δεν χαρακτηρίζεται από την εκρηκτικότητα με την οποία παράγει την ισχύ του, και δεν πρόκειται να ξηλώσει χαλίκια από την άσφαλτο στις επιταχύνσεις, ενώ και ψηλά διατηρεί αξιοπρεπώς τη δύναμή του δίχως να εντυπωσιάζει με τα απόλυτα νούμερα. Παρόλα αυτά, το κοντέρ θα δείξει (έστω και με λίγη υπομονή) 160km/h, με ταχύτητες κοντά στα 140km/h να μπορούν να διατηρηθούν για ώρα σε αυτοκινητόδρομους και εθνικές οδούς. Διότι το TL διαθέτει και γενναιόδωρες δόσεις τουριστικών δυνατοτήτων, εξασφαλίζοντας τα δύο απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται: Άνεση και προστασία. Η θέση οδήγησης δημιουργεί ένα απόλυτα εργονομικό τρίγωνο, με φυσικές γωνίες για τα χέρια και τον κορμό τοποθετημένο όρθια στο σωστό σημείο της σέλας, ούτε πολύ μπροστά, ούτε πολύ πίσω. Μοναδική παρατήρηση η θέση για τα πόδια στο πάτωμα της ποδιάς, που περιορίζονται από τον σχεδιασμό της και αναγκαστικά πρέπει να είναι λίγο περισσότερο τεντωμένα απ' όσο θα θέλαμε, χωρίς να έχεις πολλές εναλλακτικές επιλογές.

Η ζελατίνα καλύπτει πλήρως και αποτελεσματικά, χωρίς να είναι ρυθμιζόμενη, αλλά το επάνω μέρος της -σε αναβάτες μετρίου αναστήματος- θα πέσει μέσα στο οπτικό τους πεδίο δημιουργώντας μικρές παραμορφώσεις.

Πέρα απ' αυτό όμως, το TL θα σε αποζημιώσει με μια εκπληκτική σταθερότητα που ακόμη και στα μεγαλύτερα mega scooters είναι δυσεύρετη. Το χαμηλό κέντρο βάρους και η κατανομή του, είναι πραγματικά λυτρωτικό σε ότι έχει να κάνει με την αίσθηση εμπιστοσύνης που σου εμπνέει, με τον κινητήρα να συμβάλλει από τη μεριά του δουλεύοντας ξεκούραστα. Η έλλειψη δύναμης ψηλά δεν θα προβληματίσει ιδιαίτερα, έχοντας ως αντιστάθμισμα την εξαιρετική κατανομή της ισχύος στη μεσαία μπάντα των στροφών, μετατρέποντας την κάθε απόδραση εκτός των τειχών σε μια πραγματικά απολαυστική εμπειρία.

Στη "ζούγκλα" των αστικών κέντρων, το ζύγισμα του TL επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά πανηγυρικά, με κάθε ελιγμό και σφήνα να εκτελείται με χορευτική ακρίβεια. Ο μικρότερος όγκος του από τα mega scooters είναι υπεύθυνος κατά μεγάλο μέρος για την συνολικά ελαφρύτερη αίσθηση που αποκομίζεις, αν και το μπροστινό το νιώθεις πιο βαρύ και ελαφρώς λιγότερο πρόθυμο να ανταποκριθεί. Δεν είναι κάτι που θα σου χαλάσει την ισορροπία της κίνησης, αλλά είναι μια διαφορά που γίνεται αντιληπτή. Το κοντό γρανάζωμα ταιριάζει ακόμη περισσότερο με τις "πολεμικές" συνθήκες της πόλης, ενώ σε αντίθεση με ό,τι θα περίμενε κανείς, δεν επιβαρύνει ιδιαίτερα την μέση κατανάλωση, η οποία κυμαίνεται κοντά στα πέντε λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.

 

Ομοιογένεια

Το άλλο δυνατό χαρτί στο μανίκι του TL είναι η εμφάνιση και η ποιότητα κατασκευής. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το δικύλινδρο της SYM είναι αρκετά επίπεδα πάνω από τα συνηθισμένα στάνταρ της εταιρείας, που ούτως ή άλλως ήταν αρκετά ψηλά στην κλίμακα του ανταγωνισμού. Σχεδιαστικά, καταφέρνει να υπηρετήσει άψογα τον στόχο των δημιουργών του, συνδυάζοντας την επιθετική και γεμάτη γωνίες εμφάνιση, με την πολυτέλεια και την ποιοτική αύρα. Φαίνεται πως οι άνθρωποι της SYM συνειδητοποίησαν ότι το παιχνίδι κερδίζεται στις λεπτομέρειες και επένδυσαν εκεί. Μπορεί να του λείπει η διασύνδεση μέσω Bluetooth της οθόνης, μπορεί να λείπει η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά ο εξοπλισμός που διαθέτει χαρακτηρίζεται από υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Όπως για παράδειγμα τα δύο ντουλαπάκια που διαθέτει κάτω από το τιμόνι με το καπάκια τους να είναι σαφώς πιο ποιοτικά από το αντίστοιχο του μεγαλύτερου και ακριβότερου ΤΜΑΧ. Οι διακόπτες, οι διαφορετικές οθόνες προβολής στην TFT οθόνη των 4,5'' (η οποία μάλιστα δεν επηρεάζεται από αντανακλάσεις όταν πέφτει φως πάνω της), οι ρυθμιζόμενες μανέτες, η συναρμογή των πλαστικών, η ενεργοποίηση του πίσω φρένου όταν κατεβαίνει το πλαϊνό σταντ, όλα αποπνέουν μια προσεγμένη μελέτη κατασκευής.

Ο χώρος κάτω από τη σέλα έχει αρκετό βάθος αλλά χωράει μόνο ένα full face κράνος, ενώ διαθέτει και φωτισμό. Η άνεση της σέλας των δύο επιπέδων είναι υπεράνω πάσης κριτικής –και για τους δύο επιβαίνοντες- με μόνη παρατήρηση το ότι αργεί λίγο να στεγνώσει το κάλυμμα της επένδυσης, μετά από πλύσιμο ή βροχή.

Το τρίπτυχο της ομοιογένειας του TL, συμπληρώνεται από την εξαιρετική συμπεριφορά του, που αποτελεί και το καλύτερο εύσημο για τους μηχανολόγους της SYM και τις επιλογές τους. Ακόμη και η έκκεντρη τοποθέτηση του αμορτισέρ αριστερά, που είναι ανάποδα και εδράζεται στο ψαλίδι και στον άξονα μοχλισμού, ο οποίος με τη σειρά του βιδώνει πάνω στο πλαίσιο, που αμφισβητήθηκε αρχικά, στην πράξη αποδείχθηκε άκρως λειτουργική. Το κυριότερο όμως είναι πως το πλαίσιο χωροδικτύωμα, το αλουμινένιο ψαλίδι και το τηλεσκοπικό πιρούνι με το αμορτισέρ, συνεργάζονται και δημιουργούν ένα ομοιογενές σύνολο. Βάλτε στην εξίσωση και την σχεδόν 50/50 κατανομή του βάρους (50,1% μπροστά και 49,9% πίσω για να είμαστε ακριβείς, όπως έδειξαν οι ζυγαριές του ΜΟΤΟ) για να αντιληφθείτε καλύτερα αυτό που περιγράφουμε ως "σίγουρο πάτημα" στην άσφαλτο. Σε κάθε επίπεδο κλίσης, ανεξαρτήτου ταχύτητας, το TL μοιάζει να διαθέτει τεράστια αποθέματα πρόσφυσης και σιγουριάς. Δεν υπάρχει ούτε ως υπόνοια η συνήθης αίσθηση των scooter που σε κάνει να νομίζεις πως οδηγείς δύο ανεξάρτητα μεταξύ τους κομμάτια.

Ο σπορ χαρακτήρας του TL, σε ό,τι αφορά την συμπεριφορά, μπορεί να "εκτοξευθεί" σε πολύ υψηλά επίπεδα, μόλις κερδίσει την εμπιστοσύνη του αναβάτη του, και πιστέψτε μας, αυτό θα συμβεί άμεσα. Ναι, υπάρχει αυτή η λίγο πιο βαριά αίσθηση στο μπροστινό που θα φανεί περισσότερο όταν θα κληθεί να εκτελέσει γρήγορες εναλλαγές κλίσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να "προδώσει" την επιλογή γραμμής που θα του ζητηθεί. Και το καλύτερο απ' όλα, είναι ότι αυτή η ομοιογένεια είναι παρούσα σε όλες τις συνθήκες και όλες τις ταχύτητες. Είτε οδηγείς σβέλτα ανάμεσα στην κίνηση, είτε ακολουθείς μια διασκεδαστική χάραξη σε κάποιο δευτερεύον οδικό δίκτυο. Σίγουρα θα θέλαμε λίγο παραπάνω δύναμη ψηλά, αν και όπως πολύ σωστά είχε παρατηρήσει ο συνάδελφος Μέντης στην παρουσίαση, οι υποτετράγωνες διαστάσεις του κινητήρα υπονοούν ότι υπάρχει η δυνατότητα για αύξηση των κυβικών με μεγαλύτερης διαμέτρου έμβολα, αλλά ακόμη και με τα υφιστάμενα δεδομένα θα λέει ψέματα όποιος πει ότι του έλειψε το fun στον χαρακτήρα του TL λόγω της ιπποδύναμης.

Το ότι καταφέρνει το δικύλινδρο scooter της SYM να πετύχει έναν εξαιρετικό συνδυασμό καινοτομιών και ποιοτικών δυνατοτήτων στην μεσαία κατηγορία των scooters, έχει να κάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό με αυτό που αναφέραμε στην αρχή. Στο ότι ήταν δηλαδή ξεκάθαρος ο στόχος και ο προσανατολισμός του, αποφεύγοντας έτσι να πέσει στην παγίδα του να προσπαθήσει να δείχνει κάτι που δεν είναι. Πάνω σε αυτόν τον άξονα καταφέρνει να είναι ανταγωνιστικό, τόσο σε επίπεδο τιμής, όσο και σε επίπεδο ποιότητας, ανεβαίνοντας μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις, ένα σκαλί παραπάνω από τους ανταγωνιστές του.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ SYM Maxsym TL

 

Αντιπρόσωπος:

Γκοργκόλης Α.Ε.

 

Τιμή:

€6.995

 

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος (mm):

2215

 

Ύψος (mm):

1442

 

Μεταξόνιο (mm):

2215

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

 

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

700

 

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

710

 

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

590

 

 

 

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

 

223,5

 

 

(χωρίς καύσιμο: 214,1)

 

 

Πίσω

50,1%

 

Εμπρός

49,9%

 

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

0,2%

 

 

 

 

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο χωροδικύωμα

 

Πλάτος (mm):

800

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/223

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

65 x 70

 

Χωρητικότητα (cc):

465cc

 

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

41/6.750

 

Ροπή (kg.m/rpm):

3,5/6.250

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

88,2

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1 σε 2

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Μηχανικός φυγοκεντρικός

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας CVT/-

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/-

 

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

 

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

10.000

 

Αλλαγή λαδιού (km):

5.000

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

2,9 / 2,7

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου / 10.000

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

-

5,4

 

 

 

 

ΠΙΣΩ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

 

Διαδρομή (mm):

-

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

4,5 x 15

 

Ελαστικό:

160/60-15

 

ΦΡΕΝΟ

 

Μονός δίσκος με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Μία έγχρωμη οθόνη TFT με trip master και αυτόματή ρύθμιση της φωτεινότητας, μία μονόχρωμη οθόνη LCD με ταχύμετρο, χιλιομετρητή και δείκτη βενζίνης

 

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside Down

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/41

 

Ρυθμίσεις:

Καμία

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5 x 15

 

Ελαστικό:

120/70-15

 

Πίεση:

-

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δύο ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων με δίσκους 295mm και ABS

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση

5,1

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

12,5

 

                 

 

Εξοπλισμός

Κράνος: Bell Star

Μπουφάν: Fovos Attack

Παντελόνι: Held Fame II

Μπότες: Forma Swift Dry