Aprilia RSV4 1100 Factory – Τελική Ταχύτητα [VIDEO]

Πλήρης δοκιμή στο τεύχος Μαΐου
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

4/5/2019

Στο τεύχος που κυκλοφορεί φιλοξενούμε την πλήρη κι αναλυτική δοκιμή του νέου Aprilia RSV4 1100 Factory που για να την πραγματοποιήσουμε δεσμεύσαμε την πίστα των Μεγάρων για αποκλειστική χρήση και ζητήσαμε την συνδρομή του πολυπρωταθλητή και φίλου, Λευτέρη Πίππου. Οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ θα ζήσετε την εμπειρία της οδήγησης με τον καλύτερο τρόπο, ανακαλύπτοντας συναισθήματα και παρατηρήσεις του Έλληνα πολυπρωταθλητή Λευτέρη, καθώς και τις δικές μας, που είναι πιο κοντά στο… φυσιολογικό, μιας και είναι πολλοί λίγοι εκείνοι που έχουν την σωματική αντοχή του Λευτέρη απέναντι σε συνεχόμενα γυρολόγια στην πίστα, με μία μοτοσυκλέτα που αποδίδει 200 άλογα στον τροχό.

Κατά την διάρκεια του δεκαήμερου που συμβιώσαμε με το «εργοστάσιο» συναισθημάτων της Aprilia, πραγματοποιήσαμε και τις απαραίτητες μετρήσεις -όπως μόνο το ΜΟΤΟ κάνει- και μία μικρή γεύση τόσο από τις μετρήσεις όσο και την δοκιμή μπορείτε να δείτε και στο παρακάτω video:

Η μέγιστη τελική που είδαμε στο κοντέρ ήταν τα 314 χιλιόμετρα ανά ώρα. Έφτασε για κλάσματα του δευτερολέπτου στο «4», παραμένοντας στα 313 χιλιόμετρα αρκετά πιο σταθερά. Εύκολα φτάνει τα 290 με 5η στο κιβώτιο, όμως οι δρόμοι και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, δεν είναι στρωμένοι στην εντέλεια κι εκεί που μπορούσαμε εμείς να κάνουμε την δοκιμή δίχως την παρουσία αυτοκινήτων και υπόλοιπων ανθρώπων, η ομαλή επιτάχυνση ήταν απαραίτητη και καθολική απαίτηση, διαφορετικά ο εμπρός τροχός παρουσίαζε μία έντονη ταλάντωση που μπορούσε να οδηγήσει σε ολέθρια αποτελέσματα. Τίποτα από όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν φυσικά με την ίδια την μοτοσυκλέτα. Αν είμασταν στο Losail ή στο Mugello, τα 313 θα ήταν μία πραγματική ασφαλή ταχύτητα, όσο ασφαλές ακούγεται και το 213. Στην Ελλάδα τέτοια πίστα δεν υπάρχει.

Οδηγούμε πρώτοι: Aprilia RSV4 1100 Factory 2019 - Δυναμομέτρηση για συζήτηση!

Να σας θυμίσουμε πως για να δούμε 358 στο κοντέρ του Kawasaki H2R, όντας οι μοναδικοί δημοσιογράφοι στην Ελλάδα που το έχουμε οδηγήσει, δυναμομετρήσει και πραγματικά δοκιμάσει, χρειάστηκε να δεσμεύσουμε το αεροδρόμιο Τατοΐου και είχαμε πάλι πρόβλημα χώρου. Η ταχύτητα αυτή ήταν πρακτικά μία μέτρηση χιλιομέτρου, δεν είχαμε στην διάθεσή μας μία κλειστή για το κοινό γέφυρα όπως ο Τούρκος Σοφούογλου, για να δούμε το 400άρι… Τα 358 αντιστοιχούσαν τότε σε 322 πραγματικά από τα οποία έπρεπε να επιβραδύνουμε στο όριο καθώς σε διακόσια μέτρα μπαίναμε σε ακάθαρτο τσιμέντο γεμάτο με πέτρες και λίγο πιο μετά τελείωνε ο διάδρομος. Με λίγα λόγια δεν υπάρχουν πεδία δοκιμών για κάτι τέτοιο στην Ελλάδα, κι έτσι είναι διαφορετικό να μετράς επιτάχυνση στο χιλιόμετρο και τελείως διαφορετικό – για αυτές τις μοτοσυκλέτες- να παραμένεις για ώρα σε αυτά τα χιλιόμετρα, περιμένοντας να ανέβει η πραγματική τελική ταχύτητα. Η ένδειξη στο κοντέρ δεν συμβαδίζει με τα πραγματικά χιλιόμετρα και η απόκλιση είναι σε κάθε δεκάδα χιλιομέτρων διαφορετική, δεν προχωρά αναλογικά ή προοδευτικά.

Στην περίπτωση του RSV4 1100 Factory το κοντέρ μπορεί να δείχνει 313 και για λίγο 314 αλλά τα χιλιόμετρα παραμένουν στα 299 που ξέρουμε πως έχουν τυπικά συμφωνήσει οι κατασκευαστές. Αυτό δεν είναι πλέον ούτε απόλυτο σύνορο, ούτε και πρέπει να παραμένει δυνατά κλειδωμένο και ο λόγος είναι περιπτώσεις σαν τις παραπάνω. Έχουμε φτάσει πλέον να οδηγούμε MotoGP μοτοσυκλέτες στα Trackday, κι όταν μιλάμε για trackday σε πίστες όπως οι παραπάνω, η τελική ταχύτητα και το αν αυτή περιορίζεται έχει έμπρακτο νόημα. Από την στιγμή που οι κατασκευαστές δεν φτιάχνουν μοτοσυκλέτες για την Ελλάδα αποκλειστικά, κι από την στιγμή που το ΜΟΤΟ δεν είναι ένας φτηνός οδηγός αγοράς, αλλά δοκιμάζουμε τις μοτοσυκλέτες για να ξέρετε με κάθε λεπτομέρεια πως είναι τα πράγματα στην μοτοσυκλετιστική ζωή και πώς προχωρούν, λέγοντας και τα καλά και τα στραβά, η τελική έχει κι αυτή την σημασία της.

Αν λοιπόν ο δρόμος εμπρός είναι κατηφορικός και βγεις στην ευθεία από μία στροφή με μπόλικα χιλιόμετρα έχοντας «άπλα» μπροστά σου, υπάρχει περίπτωση να δεις και περισσότερα από 313 ή 314. Θα πρέπει όμως να έχεις κατηφόρα διότι η πραγματική είναι ήδη στα 299. Ο περιορισμός αυτός φαίνεται να μην είναι κάτι που δύσκολα ξεπερνιέται, αν είσαι τυχερός να οδηγείς το «τεντωτήριο μυών» της Aprilia σε πίστες με τέτοιες δυνατότητες. Στο video μπορεί να βλέπετε πως τα πραγματικά στα 313 είναι τα 297, αλλά αυτό έχει να κάνει με το σημείο εκείνη την στιγμή και το γεγονός πως η ένδειξη στο κοντέρ δεν συμβαδίζει με την πραγματικότητα. Με έντονες αναπηδήσεις που το λογισμικό της κάμερας φιλτράρει είναι λογικό να χάνεις ένα ή δύο χιλιόμετρα τελικής από το «μαλακό» όριο των 299. Θα μπορούσε η Aprilia να δείχνει 299 και να αφήνει τα χιλιόμετρα να ανέβουν, σε μία αντίστροφη διατήρηση της τυπικότητας, όπως έχουμε δει να συμβαίνει από τους έτερους Ιταλούς για παράδειγμα.

Από εκεί και πέρα κάθε νούμερο παύει να έχει την οποιαδήποτε σημασία. Αυτή η μοτοσυκλέτα, όπως και κάθε Hyperbike, έχει φτιαχτεί για να προσφέρει συγκίνηση με το κιλό και συναίσθημα στο όριο της λιποθυμίας. Μπορεί στην Ελλάδα να μην υπάρχει πίστα να ξεδιπλώνει την τελική της, αλλά αυτό που έχει -κι αυτό που δεν θα καταλάβει κανείς αν δεν διαβάσει αναλυτικά την δοκιμή- είναι μία ταχύτητα επάνω στα Μέγαρα, για παράδειγμα. Ροπή και δυνατή επιτάχυνση σε οδηγούν να ξεχάσεις όσα ήξερες, κι όπως είπε και ο Λευτέρης κατεβαίνοντας από την σέλα της μόλις στους πρώτους ακόμη γύρους: «Εεε ναι, πώς να μην κάνεις έτσι ρεκόρ στις Σέρρες!!!»

Ετικέτες

Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W