Δοκιμάζουμε τα Bridgestone S22 στη Jerez!

Νέας γενιάς Hypersport ελαστικό
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

3/4/2019

Τρία χρόνια εξέλιξης και δοκιμών αφιέρωσε η Bridgestone για το S22, όταν ο μέσος όρος εξέλιξης ενός καινούριου ελαστικού είναι περίπου τα δύο χρόνια. Η ιαπωνική εταιρεία ήθελε με κάθε τρόπο τα S22 να βρεθούν πάνω από τον ανταγωνισμό σε αυτή την πολύ απαιτητική κατηγορία, όπου οι superbike μοτοσυκλέτες έχουν κάνει ένα απότομο άλμα σε επίπεδο επιδόσεων και τεχνολογίας. Την ίδια στιγμή ο ανταγωνισμός τρέχει να καλύψει τις ανάγκες των κατασκευαστών, όπου μετά από μια μεγάλη περίοδο στασιμότητας έχουν μπει για τα καλά σε μια σκληρή μάχη για την επικράτηση.

Μην ξεχνάμε πως οι παραδοσιακές μεγάλες αγορές για τις μοτοσυκλέτες της κατηγορίας των superbike παραμένουν η Ιταλία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία, όπου η κάθε μία από αυτές διαθέτει  δικές της εταιρείες ελαστικών, όπως η ιταλική Pirelli, η γερμανική Metzeler, και φυσικά η γαλλική Michelin και η αγγλική Dunlop. Οπότε δεν αρκεί να έχεις ένα ελαστικό που να είναι ισάξιο των ανταγωνιστών σου, αλλά θα πρέπει να προσφέρεις το κάτι παραπάνω, ώστε να κάμψεις τη συναισθηματική αντίσταση των μοτοσυκλετιστών της κάθε χώρας. Για να βρουν αυτό το κάτι παραπάνω, μεγάλωσαν κατά έναν ολόκληρο χρόνο το πρόγραμμα δοκιμών στο δρόμο και την πίστα. Η άφιξη του S22 αλλάζει το line up της Bridgestone, καθώς το S21 παραμένει διαθέσιμο στη γκάμα της εταιρείας με μειωμένη τιμή. Δηλαδή, έρχεται να εμπλουτίσει τις επιλογές μας και τοποθετείται ανάμεσα στο track day ελαστικό RS10 και πάνω από το S21.

Αυτό σημαίνει πως το S22 είναι κυρίως για οδήγηση στο δρόμο και δευτερευόντως για οδήγηση στην πίστα. Έτσι οι βασικές προτεραιότητες κατά την εξέλιξή του ήταν η σταθερότητα σε όλες τις ταχύτητες, η μικρότερη φθορά, η άμεση επίτευξη της μέγιστης πρόσφυσης και η καλύτερη απόδοση στη βρεγμένη άσφαλτο. Την ίδια ώρα όμως, η Bridgestone ήθελε να βελτιώσει την απόδοση του S22 και μέσα στην πίστα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας έδωσαν, στην πίστα δοκιμών τους το S22 έκανε ταχύτερους χρόνους από 1,5 έως και 2 ολόκληρα δευτερόλεπτα σε σχέση με το S21 στο στεγνό και πάνω από 2 δευτερόλεπτα στο βρεγμένο! Πραγματικά εντυπωσιακή βελτίωση, καθώς το S21 ήταν ήδη πολύ καλό σε αυτούς τους τομείς στην κατηγορία του. Εμείς είχαμε την τύχη με το μέρος μας και οδηγήσαμε τα S22, τόσο σε στεγνή, όσο και σε εντελώς βρεγμένη άσφαλτο.

Επίσης η Bridgestone είχε φροντίσει να έχει διαθέσιμες όλων των ειδών τις μοτοσυκλέτες, από το τετρακύλινδρο sport touring Honda CBR 650 R, τα supersport Kawasaki Ninja ZX-6R 636 και Yamaha R6 και φυσικά την αφρόκρεμα των superbike του 2019,όπως τα καινούρια BMW S1000RR, Kawasaki ZX-10R SE, Honda CBR1000RR SP2 Fireblade, Yahama R1, Suzuki GSX-R1000R, Ducati V4-S Panigale αλλά και streetfighter όπως το KTM Superduke R και Suzuki GSX-S 1000. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για εμάς τους δημοσιογράφους, καθώς τα ηλεκτρονικά των νέων superbike επηρεάζουν δραματικά την συμπεριφορά των ελαστικών, όπως επίσης μεγάλη επίπτωση έχει και ο τύπος του κινητήρα. Για παράδειγμα το KTM Superduke R με την κολοσσιαία ροπή του V2 έχει άλλες απαιτήσεις από το πολύστροφο τετρακύλινδρο CBR 650R.

Στο αναλυτικό άρθρο που ετοιμάζουμε για το τεύχος του ΜΟΤΟ θα αναφερθούμε λεπτομερώς σε όλες αυτές τις διαφορετικές παραμέτρους, που αφορούν κάθε μοτοσυκλέτα ξεχωριστά. Εδώ όμως μπορούμε να πούμε για τη γενική εικόνα που σχηματίσαμε στο τέλος της ημέρας, μετά από δύο ολόκληρες ώρες οδήγησης μέσα στην πίστα της Jerez. Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του S22 είναι το πόσο γρήγορα κερδίζει την εμπιστοσύνη σου, ιδιαίτερα στη βρεγμένη άσφαλτο.

Βγαίναμε από τα pits με παγωμένα λάστιχα και μετά από δυο-τρεις στροφές πιάναμε αμέσως γρήγορο ρυθμό. Ακριβώς το ίδιο συνέβαινε και όταν στέγνωσε η πίστα. Αρκούσε να φτάσεις έως την Κ5 και μετά μπορούσες να πλαγιάσεις και να χουφτώσεις το γκάζι άφοβα. Το εμπρός ελαστικό είναι πραγματικά άριστο σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την αίσθηση. Ιδιαίτερα στο trail breaking είναι κορυφαίο, τόσο στο στεγνό, όσο και στο βρεγμένο και η απόδοσή του παρέμενε σταθερή έως το τέλος του εικοσάλεπτου! Το πίσω ελαστικό έχει τεχνολογία πέντε ζωνών, με τρεις διαφορετικής σκληρότητας γόμμες. Παρά το γεγονός πως δεν είναι ένα καθαρόαιμο trackday ελαστικό, εν τούτοις επέδειξε αξιοσημείωτη σταθερότητα στην απόδοσή του και πολύ μικρή φθορά. Θυμίζουμε πως η πίστα της Jerez είναι πολύ απαιτητική για τα πίσω ελαστικά, με παρατεταμένες στροφές υψηλών ταχυτήτων, όπου τα μεγάλα superbike μαστιγώνουν με 200 ίππους τα ελαστικά τους. Σίγουρα η νέα σύνθεση της μοριακής δομής της γόμας και η μικρότερη χάραξη στις άκρες του S22, βοήθησαν να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Τα S22 θα είναι διαθέσιμα σε όλες τις διαστάσεις που έχουν οι σπορ μοτοσυκλέτες των 600 και 1000 κυβικών (120/70 εμπρός και 160/180/200 πίσω σε προφίλ 50 και 55), ενώ από στο τέλος του χρόνου θα επεκταθεί η γκάμα και για τις μικρές μοτοσυκλέτες των 125-250-300-400 κυβικών σε διαστάσεις 110/70 εμπρός και 140/150 πίσω.    

     

  

Οδηγούμε Daytona T310 - Πρώτες εντυπώσεις

Στο μικροσκόπιο!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/4/2019

Με το Daytona Τ310 (made by Zontes, για να μην ξεχνιόμαστε…) είναι αδύνατον να περάσεις απαρατήρητος. Ο χαρακτηρισμός "εντυπωσιακός" για τον σχεδιασμό του είναι τουλάχιστον επιεικής, ενώ αν βάλουμε στην εξίσωση ότι μιλάμε για μια μοτοσυκλέτα –έστω και μονοκύλινδρη με 310cc- που κοστίζει κάτω από 4000 ευρώ (€3.995 για την ακρίβεια), τότε είναι που πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για να κάνετε τα στόματα των γύρων σας να χάσκουν ορθάνοιχτα.
Το συγκεκριμένο μονοκύλινδρο on-off θέλει να ξεφύγει από τα στάνταρ των κινέζικης κατασκευής μοτοσυκλετών, ενώ σε συνδυασμό με τον πλούσιο εξοπλισμό του, που δεν υπάρχει αντίστοιχο επίπεδο στον ανταγωνισμό της κατηγορίας, να δημιουργήσει μία ξεκάθαρη διαφορά. Πράγματι ξεφεύγει από τα δεδομένα της προέλευσής του, πράγμα που δεν σημαίνει αυτομάτως πως είναι αντίστοιχο με τις ποιοτικότερες μοτοσυκλέτες που κυκλόφορουν αυτή την στιγμή. Τον αντίκτυπο που δημιουργεί στον περίγυρο δεν είναι δύσκολο να τον αντιληφθείς, καθώς τις μέρες που το είχαμε στα χέρια μας ξεπερνούσαμε σε δημοτικότητα ακόμη και τους επίκαιρους, υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους! Δεν υπήρχε άνθρωπος να μην ρωτήσει για το Daytona και μάλιστα μέσα από ευρύ και ποικίλο ηλικιακό φάσμα. Χάρη στο μέγεθός και την εμφάνισή του, δεν αυτοπεριορίζεται σε μια μερίδα υποψήφιων αναβατών (κυρίως νέων), αλλά "απλώνει τα πλοκάμια του" σε ένα μεγαλύτερο κοινό, ακόμη και σε αυτούς που μέχρι τώρα δεν είχαν σκεφτεί καν τα on-off ως πρώτη τους μοτοσυκλέτα. Όπως θα διαβάσετε στην αναλυτική και πλήρη δοκιμή στο τεύχος Ιουνίου του ΜΟΤΟ, το σύνολο του Τ310 συνιστά έναν πραγματικά ολοκληρωμένο χαρακτήρα, πολυδιάστατο με πολλές πτυχές, που μπορεί να ικανοποιήσει διαφορετικά "θέλω" και ανάγκες, από commuting μέχρι ταξίδι.


Το μεγάλο όμως ερώτημα και η αγωνία, αν θέλετε, όλων όσων προσέγγιζαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το μονοκύλινδρο της Daytona, ήταν το ποιοτικό επίπεδο της κατασκευής και η αντοχή στον χρόνο. Γι' αυτό το λόγο το Τ310, όπως και κάθε άλλη μοτοσυκλέτα φυσικά που δοκιμάζουμε στο περιοδικό, μπήκε κάτω από το μικροσκόπιο του ΜΟΤΟ προκειμένου να το ψάξουμε και να εντοπίσουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που μαρτυρούν τόσο το παρελθόν (σε ό,τι αφορά την φιλοσοφία σχεδιασμού και κατασκευής) όσο και το μέλλον του συνολικού πακέτου. Όλα τα… ευρήματα, να υπενθυμίσουμε, ότι θα τα διαβάσετε στο πλήρες τεστ του τεύχους 595 (θα βρίσκεται στα περίπτερα την Παρασκευή 31 Μαΐου), αλλά μπορείτε να πάρετε μια πρώτη γεύση από τώρα, μιας και σας δίνουμε την δυνατότητα να ρίξετε μια μικρή μάτια πίσω από την κουρτίνα του άρθρου που έρχεται.
Να ξεκινήσουμε λέγοντας πως για να βρούμε πράγματα που αξίζει να αναφερθούν, ψάξαμε πολύ κι αυτό συγκαταλέγεται στα συν του μικρού μονοκύλινδρου. Η πρώτη εικόνα μόλις αντικρίζεις το Τ310 αφήνει θετικές εντυπώσεις, κυρίως λόγω της ποιότητας της βαφής πάνω στις πολυεπίπεδες επιφάνειες του φαίρινγκ και των πλαϊνών πλαστικών. Τα ίδια τα πλαστικά μέρη είναι καλοφτιαγμένα με σωστή ευκαμψία, αλλά η συναρμογή τους απέχει από το ιδανικό, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις ακούς τριξίματα, όπως για παράδειγμα στο μούτρο και την ζελατίνα. Επιπλέον, αν και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι πρόκειται για μοτοσυκλέτα προ-παραγωγής όπως μας ενημέρωσε η αντιπροσωπεία, φαίνεται ότι υπήρξαν μικρά θεματάκια στα καλούπια των πλαστικών, καθώς σε μια-δυο περιπτώσεις διαπιστώσαμε μικρές ατέλειες, κυρίως στην εσωτερική, άβαφη, πλευρά τους. Ομοίως, η εφαρμογή κάποιων πλαστικών καπακιών (κάτω από τα όργανα στη θήκη για το keyless πομπό και κάτω από τη σέλα το κάλυμμα της ασφαλειοθήκης) δεν είναι η καλύτερη δυνατή, με προδιάθεση σε βάθος χρόνου να μην είναι και αποτελεσματική.


Τέτοιες μικρές παραλείψεις υπάρχουν κι αλλού, αλλά πρέπει να προσπαθήσεις αρκετά για να τις βρεις, όπως μερικές βίδες που στηρίζουν διάφορα πλαστικά και βάσεις οι οποίες περισσεύουν (αν σκύψεις για να δεις κάτω από το ρύγχος θα πάρεις μια εικόνα) και οι βίδες στα καπάκια του κινητήρα που έχουν διάφορα μεγέθη και δείχνουν ανοξείδωτες, αλλά αυτό είναι κάτι που θα επιβεβαιωθεί σε βάθος χρόνου. Από την άλλη, δεν χρειάζεται ιδιαίτερο ψάξιμο για να διαπιστώσεις ότι η LCD οθόνη δεν αποδίδει σωστά σε συνθήκες δυνατού φωτισμού, με την ένδειξη της ταχύτητας να είναι έως και δυσανάγνωστη. Περιθώρια επίσης βελτίωσης υπάρχουν και στο φινίρισμα , όπως σε μερικές κολλήσεις του πλαισίου και στην εξάτμιση αλλά και στα βουρτσισμένα μπράτσα στις ζάντες όπου αν ρίξεις μια πιο προσεκτική ματιά, θα διαπιστώσεις το τελείωμα είναι τραχύ κι όχι ομοιόμορφο, δίχως όμως να χαλά ιδιαίτερα το συνολικό αποτέλεσμα. Όμως, ο γενικός κανόνας είναι ότι η συνολική ποιότητα βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο, ενώ όλα όσα έχουμε να πούμε για το T310, θα αναλυθούν πλήρως στο τεύχος Ιουνίου του MOTO.

Διότι για να είμαστε αντικειμενικοί, υπάρχουν πολλά περισσότερα σημεία πάνω στο Τ310 που αξίζουν και με το παραπάνω τα θετικά σχόλια. Λεπτομέρειες που τονίζουν εμφατικά ότι οι μοτοσυκλέτες της Zontes δημιουργήθηκαν με ιδιαίτερη προσοχή και υψηλά στάνταρτ, από μια εταιρεία που διαφέρει σε φιλοσοφία από όσα γνωρίζουμε για τα κινέζικα εργοστάσια, κάτι άλλωστε που είχαμε διαπιστώσει και από την δοκιμή του R310 προς τα τέλη της περασμένης χρονιάς. Το κουμπί, για παράδειγμα, που "ξυπνάει" την μπαταρία από το rest mode όταν μείνει καιρό η μοτοσυκλέτα ακίνητη, οι ρυθμιζόμενες μανέτες, το αλουμινένιο ψαλίδι με τα ενισχυτικά "νεύρα", η εξαιρετική χωροταξία των καλωδιώσεων και των σωλήνων που δεν μαρτυρούν σε καμία περίπτωση προχειρότητα στην κατασκευή και ο τρόπος που ανοίγει ηλεκτρικά το κάλυμμα της τάπας του ρεζερβουάρ, δεν είναι κάτι που συναντάς ούτε σε αυτή την κατηγορία τιμής, ούτε σε αυτή την κατηγορία μοτοσυκλετών.

Ακόμη και ο εξοπλισμός της, που συμπεριλαμβάνει την βασική μονάδα ABS της Bosch, το σύστημα ψεκασμού της Delphi που χρησιμοποιείται ευρέως σε μικρές μοτοσυκλέτες που κατασκευάζονται στην Ασία και έχει αποδείξει την αξιοπιστία του όλα αυτά τα χρόνια και η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αποτελούν ενδείξεις ότι η Zontes δίνει ιδιαίτερο βάρος στα προϊόντα της αλλά και έναν premium χαρακτήρα για τα δεδομένα της κινεζικής μοτοβιομηχανίας.
Το πώς μεταφράζονται όλα αυτά στο δρόμο και αν η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας συνάδει με το γενικότερο ποιοτικό σύνολο, θα το διαβάσετε όπως είπαμε και πιο πριν, στην πληρέστατη και αναλυτική δοκιμή που θα φιλοξενείται στο τεύχος Ιουνίου του ΜΟΤΟ. Stay tuned!